Έκθεση Β΄ Λυκείου: Παραδείγματα περίληψης (Αμαρτήματα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Παραδείγματα περίληψης (Αμαρτήματα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Melanie Viola

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Παραδείγματα περίληψης

Αμαρτήματα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης

Δύο είναι, κατά τη γνώμη μου, τα αμαρτήματα των M.M.E. Το πρώτο έχει σχέση με την ίδια την υπόστασή τους και το δεύτερο με τους ανθρώπους που βρίσκονται πίσω απ’ αυτά. Υποτίθεται πως, ως μέσα μαζικής πληροφόρησης, πρέπει, δεοντολογικά, να δίνουν στους ακροατές ή θεατές τους μια σωστή πληροφόρηση. Τέτοια πληροφόρηση, για πολλούς λόγους, δεν μπορούν να δώσουν. Όσα συμβαίνουν στον κόσμο είναι πολυεδρικά και πολυσήμαντα. Τα M.M.E. είναι αδύνατον να δουν τα πράγματα απ’ όλες τους τις μεριές. Εμποδίζονται από την ταχύτητα των γεγονότων και το κυνήγι της επικαιρότητας. Τρέχουν να προλάβουν· να νικήσουν, αν είναι δυνατόν, το χρόνο. Για να αγγίξουμε όμως την αλήθεια, πρέπει να σταθούμε. Με τη στάση μπορούμε να αποστασιοποιηθούμε από τα γεγονότα και να τα εξετάσουμε από περισσότερες πλευρές. Όταν είμαστε στο ποτάμι, δεν μπορούμε να δούμε πού πηγαίνει και τι κουβαλά και από πού το κουβαλά. Εκείνο που αισθανόμαστε είναι η δίνη που μας παρασύρει και τίποτε άλλο. Αυτή η δίνη μεταποιείται σε συναισθηματική φόρτιση, μια φόρτιση που μας οδηγεί σε χειρονομίες και κραυγαλέους λόγους κενούς. Τέτοιοι λόγοι μένουν συνήθως στην επιφάνεια και αντιστρατεύονται την ουσία.
Χειρότερα γίνονται τα πράγματα με την τηλεόραση. H εικόνα και το χρώμα μάς θαμπώνουν και θολώνουν την ευθυκρισία μας. Μειώνουν ή μεγεθύνουν τα γεγονότα. Αποκρύπτουν λεπτομέρειες αλλά και υπερτονίζουν άλλες. Είναι φευγαλέα και δε μας αφήνουν περιθώρια να εμβαθύνουμε. Μένουμε πάντα με την πρώτη εντύπωση.
Άλλο μειονέκτημα των M.M.E. είναι η χειμαρρώδης ροή των πληροφοριών. Βομβαρδιζόμαστε κυριολεκτικά με πληροφορίες, όχι μόνον τοπικού αλλά και παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Αυτή η πληθώρα πληροφοριών ταράζει την ατομική αλλά και την εθνική μας ισορροπία. Είναι αδύνατον πια ο άνθρωπος να μπορέσει να χωνέψει όλο αυτό το υλικό, δίχως να χάσει, ως ένα βαθμό, αυτή την ισορροπία. Από την άλλη, η ιδιαιτερότητα του εθνικού πολιτισμού κινδυνεύει να εξαφανισθεί και η παράδοση να απεμποληθεί. Όσο και να θέλουμε να κρατήσουμε τις παραδόσεις μας, ο κραδασμός που υφιστάμεθα από την εισβολή αλλοτρίων τρόπων ζωής –παραμορφωτικών τις πιο πολλές φορές– είναι τόσο μεγάλος, που στο τέλος η παράδοση εξασθενίζει και δεν είναι ικανή να θρέψει το καινούριο. O παραδοσιακός συγκρητισμός των πολιτισμών είχε πίστωση χρόνου. Το αλλότριο ενσωματωνότανε φυσιολογικά στο γηγενές και η εξέλιξη ήταν σχεδόν ομαλή.
Tα πιο πάνω αρνητικά στοιχεία είναι σύμφυτα με την ίδια τη φύση των M.M.E. Το δεύτερο αμάρτημα έχει σχέση με όσους εμπλέκονται σ’ αυτά. Πίσω από το μικρόφωνο ή την τηλεοπτική κάμερα δε στέκονται, κατά κανόνα, ολοκληρωμένοι άνθρωποι, οι οποίοι νιώθουν την ευθύνη που έχουν απέναντι στην κοινωνία, στους θεσμούς της και την ιστορία της. Ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος, χάριν της ακροαματικότητας και της δικής τους προβολής, να διολισθήσουν στο λαϊκισμό. O λαϊκισμός, τελικά, είναι το ήθος των M.M.E. Από τη στιγμή που αυτά επιδιώκουν, πάση θυσία, ακροαματικότητα και θεαματικότητα, είναι επόμενο να κολακεύουν το φτηνό γούστο του ακροατή ή θεατή. Από καλοί γίνονται κακοί παιδαγωγοί του λαού. Δεν κατεβαίνουν στο λαό για να τον ανεβάσουν, αλλά υποβαθμίζουν και το λαό και τους εαυτούς τους.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της γλώσσας. O Σολωμός έλεγε πως πρέπει να κατεβούμε στο λαό, αλλά, από ’κει και πέρα, να υψωθούμε κάθετα. Έτσι, και εμείς οι ίδιοι, χωρίς να απομακρυνόμαστε από τις ρίζες μας, ανεβαίνουμε ψηλότερα στην πνευματική κλίμακα και το λαό βοηθούμε ν’ ανέβει. Τι γίνεται με τη γλώσσα των M.M.E.; Γεμάτη από σολοικισμούς και ασυνταξίες, από περιθωριακές φράσεις και ξενικές εκφράσεις. Θα ήταν άστοχη αυτή η παρένθεση, αν η επίδραση των M.M.E. στο γλωσσικό αισθητήριο του λαού, και γενικά στην εξέλιξη της γλώσσας, ήταν περιορισμένη. Δυστυχώς όμως τα M.M.E. υποκατέστησαν σχεδόν όλα τα παραδοσιακά σχολεία και πήραν τη γλωσσική παιδεία (ίσως και όλη την παιδεία) στα χέρια τους. H επίδραση του σχολείου, όσες προσπάθειες κι αν καταβάλει κι όσες μεθοδολογίες κι αν εφεύρει, είναι περιορισμένη. Ούτε το οικογενειακό περιβάλλον επιδρά όσο άλλοτε. Ούτε γιαγιά υπάρχει με τα παραμύθια της ούτε παππούς. Έτσι, η ανέκαθεν κληροδοτούμενη κουλτούρα (η γλώσσα είναι η σημαντικότερή της μορφή) ξέφυγε από τα χέρια των παραδοσιακών φορέων της. Tα M.M.E. έγιναν τα σημαντικότερο πια σχολείο και το πιο αποτελεσματικό.
Μια κι έτσι έχουν τα πράγματα, οι άνθρωποι που δουλεύουν στα M.M.E. πρέπει να είναι επαρκείς από κάθε άποψη. Επαρκείς στη γνώση τού αντικειμένου τους, επαρκείς στη γενική τους συγκρότηση και, προπάντων, άνθρωποι με ήθος. Απαιτούμε από τους δασκάλους καλή κατάρτιση και ήθος. Γιατί δεν πρέπει να απαιτούμε το ίδιο και από εκείνους που δουλεύουν στα M.M.E., εφόσον, όπως είπα, και αυτοί εκτελούν έργο δασκάλου; Κι αν μιλούμε για λειτούργημα για τις καθιερωμένες μορφές παιδείας, γιατί να μη μιλούμε και για τον τύπο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση; Όμως, το λειτούργημα συνεπάγεται και ορισμένες υποχρεώσεις. Αν όσοι εργάζονται στα M.M.E. δεν είναι ολοκληρωμένες προσωπικότητες, τίμιες και υπεύθυνες, πώς θα παραγάγουν έργο τίμιο και υπεύθυνο;
Εύκολες λύσεις για τη σωστή λειτουργία των M.M.E. δεν υπάρχουν. Μπορεί, φυσικά, να λέμε πως πρέπει ο πολίτης να θωρακιστεί με τη σωστή παιδεία, έτσι που να αντέχει στα τυχόν δηλητηριώδη βέλη των M.M.E. Όμως, ο πολίτης διαμορφώνεται, εξ απαλών ονύχων, απ’ αυτά. Το παιχνίδι είναι χαμένο από την αρχή. Ίσως ίσως κάποια αποτελέσματα να φέρουν οι συντονισμένες προσπάθειες των πνευματικών και πολιτικών ανθρώπων, που πρέπει να κινηθούν προς δυο κατευθύνσεις: στη διαφώτιση του κοινού και στην επάνδρωση των M.M.E. Προσπάθειες και οι δυο πολύ δύσκολες σε μια κοινωνία που καταναλώνει άπληστα κάθε είδος προσφερόμενο. Και ό,τι προσφέρεται από τα M.M.E. είναι κατ’ εξοχήν καταναλώσιμο και όσο πιο εύπεπτο και φανταχτερό είναι, τόσο πιο εύκολα γίνεται αποδεκτό. Οι καιροί για όλο τον κόσμο, και ιδιαίτερα για τον τόπο μας, είναι πολύ δύσκολοι.

Κυριάκος Πλησής

Περίληψη:
Ο συγγραφέας αναφέρεται στις αρνητικές πτυχές των Μ.Μ.Ε. και των ανθρώπων που εργάζονται σε αυτά. Αρχικά επισημαίνει πως είναι αδύνατη η έγκυρη ενημέρωση, αφού για χάρη του επίκαιρου δεν εξετάζονται με πληρότητα τα γεγονότα. Ενώ, συνάμα, η δύναμη της εικόνας υπονομεύει τη λογική επεξεργασία των ειδήσεων. Επιπλέον, η πληθώρα των ειδήσεων καθιστά αφενός ανέφικτη την ορθή τους κατανόηση κι αφετέρου απειλεί την πολιτιστική μας ακεραιότητα, λόγω των συνεχών ξενικών επιδράσεων. Κατόπιν, σχετικά με τους ανθρώπους των Μ.Μ.Ε. υποστηρίζει πως στερούνται την αναγκαία ηθική και γνωστική αρτιότητα. Οι δημοσιογράφοι λαϊκίζουν, δεν έχουν πλήρη συναίσθηση της ευθύνης του επαγγέλματός τους, και, παράλληλα, ενώ σχεδόν υποκαθιστούν το σχολείο, ζημιώνουν την ελληνική γλώσσα εξαιτίας της ελλιπούς καλλιέργειάς τους. Ο συγγραφέας καταλήγει πως προκειμένου ν’ αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα θα πρέπει να ενισχυθεί η κριτική αντίληψη του κοινού και να επανδρώνονται με συγκροτημένους ανθρώπους τα Μ.Μ.Ε.
[Λέξεις: 141]

Τα ΜΜΕ και η Δημοκρατία του 21ου αιώνα

Η αρχή του 21ου αιώνα καθιερώνει για το καλύτερο και για το χειρότερο, τον θρίαμβο των ΜΜΕ. Και αυτό κάτω από τον διπλό αστερισμό της εικόνας και της στιγμής. Η εικόνα αναδεικνύει την κυριαρχία του συναισθήματος πάνω στη λογική και στη γνώση, ενώ η στιγμή, τυραννική και επιθετική, διώκει τη διάρκεια και εξουδετερώνει τη μνήμη. Μέσα λοιπόν σε αυτό το νέο περιβάλλον, το οποίο κυριαρχείται από την «άχρηστη γνώση» και από την «πολιτική-θέαμα-ψέμα», τα ερωτήματα που τίθενται είναι πολλά και ζωτικά.
Πρέπει να τιθασευτεί η ισχύς των ΜΜΕ; Και αν ναι, με ποιον τρόπο; Πού σταματά η ευθύνη των δημοσιογράφων; Τι είναι τελικά η ελευθερία του Τύπου; Ποιες σχέσεις διατηρούν τα ΜΜΕ με την πολιτική εξουσία και με τη Δικαιοσύνη; Πόσο θέατρο παίζουν πολιτικοί και δημοσιογράφοι; Οι πωλητές τρόμου και μαζικής βλακείας ασκούν δημοσιογραφικό έργο; Ποια η στάση του πολίτη απέναντι στην ψευδολογία, στη λασπολογία και στη συνειδητή παραπλάνησή του; Γιατί η νοθεία τιμωρείται στο εμπόριο και στη βιομηχανία και όχι στη δημοσιογραφία;
Οι πιθανές απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα θα αποτελούσαν έναυσμα για βαθύ προβληματισμό. Έναν προβληματισμό άγνωστο στη χώρα μας, σε μια περίοδο που ο λαϊκισμός, ο ρατσισμός, η παραπληροφόρηση και η υπεραπλούστευση τείνουν να γίνουν μόνιμο δημοσιογραφικό καθεστώς. Με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη να συγχέει την πληροφορία με το εύκολο και το ευτελές και τελικώς να μεταβάλλεται σε χύδην όχλο. Τίθεται έτσι ένα σοβαρό πρόβλημα ποιότητας της δημοκρατίας. Όταν οι ειδήσεις κατασκευάζονται και τα συνθήματα προεπιλέγονται από τους παραγωγούς ειδήσεων, τότε για ποια δημοκρατία μπορούμε να ομιλούμε; Και σε ποιους;
Οι απίστευτες πρόοδοι των τεχνολογιών της πληροφόρησης και το στιγμιαίο της διάχυσης των πληροφοριών, σε συνδυασμό με την ηγεμονία της τηλεόρασης, άλλαξαν σε βάθος το δημοσιογραφικό τοπίο. Σήμερα, ο δημοσιογράφος είναι θεατής του μεγάλου παγκόσμιου θεάτρου, τις παραστάσεις του οποίου πρέπει να μεταφέρει «έντιμα και πιστά». Δυστυχώς, όμως, τα σημερινά ΜΜΕ όχι μόνον «οικοδομούν τη δική τους πραγματικότητα και άρα σμιλεύουν την κοινή μας ιστορία», αλλά αλλάζουν κατά βούληση και τα γεγονότα.
Επιπλέον, πολλές τρομοκρατικές πράξεις δεν θα γίνονταν αν δεν υπήρχαν τα τηλεοπτικά ΜΜΕ. Αρκετές βιαιότητες δεν θα γίνονταν αν οι πρωταγωνιστές τους γνώριζαν ότι καμία κάμερα δεν θα καταγράψει τα ανοσιουργήματά τους. Κατά συνέπεια, τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ δεν αρκούνται μόνο στο να καταγράφουν την πραγματικότητα, αλλά προκαλούν και την ύπαρξή της. Πρόκειται για μία τεράστια εξουσία των ΜΜΕ έναντι της πραγματικότητας, γεγονός που δημιουργεί τεράστιες ευθύνες.
Τις νέες αυτές πραγματικότητες, οι πολιτικοί τις έχουν από καιρό καταλάβει και έχουν συνειδητοποιήσει ποια είναι η δύναμη επιρροής των τηλεοπτικών ΜΜΕ. Η εικόνα δεν έχει στα εγκεφαλικά μας νεύρα την ίδια επίδραση που ασκεί το κείμενο. Προκαλεί το συναίσθημα, αλλά όχι τη σκέψη. Αδειάζει την πολιτική από το περιεχόμενό της γιατί καλλιεργεί το στιγμιαίο και όχι το διαρκές. Συμβαίνει όμως η πολιτική να στηρίζεται στη διάρκεια και όχι στο πρόσκαιρο. Κατά συνέπεια οι συνεπείς με τον εαυτό τους πολιτικοί άνδρες θα πρέπει να αποφεύγουν τα τηλεοπτικά ΜΜΕ, όταν αυτά επιδιώκουν να τους οδηγήσουν στη συνθηματολογία και την υπεραπλούστευση». Τα σύγχρονα ΜΜΕ, άλλωστε, μπορεί να συγκινούν, πλην όμως εξοστρακίζουν τη μνήμη, απεχθάνονται την σε βάθος έρευνα, ενδιαφέρονται για τα αποτελέσματα αλλά όχι για τα αίτιά τους και τελικά αναγορεύουν το επιφανειακό και το υπεραπλουστευμένο σε κυρίαρχο τρόπο σκέψης.
Η τηλεόραση μπορεί να χρησιμοποιεί τη δικτατορία του στιγμιαίου, για να ντύνει όπως αυτή θέλει την πραγματικότητα και άρα να νοθεύει την ιστορική μνήμη. Στο πλαίσιο αυτό αρκετοί δημοσιογράφοι είναι συνένοχοι των πολιτικών και τους διευκολύνουν να μετατρέπουν την πολιτική τέχνη σε τεχνική ψευδολογίας. Το φαινόμενο είναι απαράδεκτο και προσβλητικό για την κοινωνία των πολιτών, πλην όμως υπάρχει και κατέχει δεσπόζουσα θέση. Όλα αυτά οδηγούν σε ολισθηρούς δρόμους τη δημοσιογραφία και δημιουργούν τεράστιες ευθύνες σε δημοσιογράφους, εκδότες, πολιτικούς και ιδιοκτήτες ΜΜΕ.
Κατά τη γνώμη μας, μοναδικό αντίδοτο στην όχι ευχάριστη κατάσταση των ΜΜΕ είναι η σε βάθος εκπαίδευση και επιμόρφωση των δημοσιογράφων, η καλλιέργεια κριτικού πνεύματος στο ευρύ κοινό και η ανάδειξη μιας «άλλης πληροφόρησης». Ενός διαφορετικού δηλαδή τρόπου άντλησης και επεξεργασίας πληροφοριών, οι οποίες θα στηρίζονται στον γραπτό λόγο και όχι στη στιγμιαία εικόνα. Είναι καιρός, με άλλα λόγια, η έντυπη δημοσιογραφία να αφυπνιστεί και να αναλάβει την πρωτοβουλία να προωθήσει πρακτικές που θέλουν να απευθύνονται σε πολίτες και όχι σε υπηκόους.

Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος [Διασκευασμένο κείμενο]

Περίληψη:

Ο συγγραφέας αναφέρεται στην κυριαρχία των ΜΜΕ και την επίδραση που ασκούν στην πολιτική πράξη, αλλά και τη δημοκρατία εν γένει. Αρχικά τονίζει το ρόλο που διαδραματίζουν σ’ αυτά η εικόνα και το επίκαιρα στιγμιαίο. Έπειτα, θέτοντας καίρια ερωτήματα για τη δύναμη και τη θεμιτή λειτουργία των ΜΜΕ, αναδεικνύει την ελλιπή ποιότητά τους στη χώρα μας· έλλειψη που ενέχει κινδύνους ακόμη και για την δημοκρατία. Άλλωστε, όπως σχολιάζει, οι δημοσιογράφοι τείνουν να αποδίδουν τα γεγονότα, όπως οι ίδιοι το επιθυμούν, παραποιώντας την πραγματικότητα. Ενώ, συνάμα, τα ΜΜΕ έχουν τη δύναμη να παρακινούν ακόμη και σε βίαιες πράξεις τους πολίτες. Πρόκειται για την ισχυρή επιρροή της εικόνας, που αξιοποιείται εύλογα από τους πολιτικούς, με τη συνέργεια μάλιστα των ίδιων των δημοσιογράφων. Διαπίστωση που οδηγεί τον συγγραφέα σ’ ένα κάλεσμα για επιστροφή στην αντικειμενικότητα της έντυπης δημοσιογραφίας.
[Λέξεις: 135]

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...