Αρχαία Γ΄ Γυμνασίου: Ενότητα 9 (μετάφραση – συντακτική ανάλυση – ασκήσεις σχολικού) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία Γ΄ Γυμνασίου: Ενότητα 9 (μετάφραση – συντακτική ανάλυση – ασκήσεις σχολικού)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Phil Bongiorno

Αρχαία Γ΄ Γυμνασίου:  Ενότητα 9 (μετάφραση – συντακτική ανάλυση – ασκήσεις σχολικού)

Οι νόμοι επισκέπτονται τον Σωκράτη στη φυλακή

Στο έργο του Κρίτων ο Πλάτων παρουσιάζει τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Σωκράτης αποκρούοντας τις προτάσεις των φίλων του να δραπετεύσει πριν από την εκτέλεση της θανατικής ποινής που του επιβλήθηκε από το δικαστήριο της Ηλιαίας (399 π.Χ.). Η κατηγορία που οδήγησε τον Σωκράτη στην καταδίκη ήταν ότι πίστευε σε άλλους θεούς από εκείνους που τιμούσε η πόλη του και ότι διέφθειρε τους νέους. Η δικαιολόγηση της άρνησής του να δραπετεύσει ήταν δύσκολη, καθώς οι φίλοι του υποστήριζαν ότι η δραπέτευσή του δε θα αποτελούσε αδικία αλλά θεραπεία μιας αδικίας. Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Σωκράτης παρουσιάζει τους νόμους προσωποποιημένους να του υποβάλλουν ερωτήματα σχετικά με τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης δραπέτευσής του.

E μέλλουσιν μν νθένδε ετε ποδιδράσκειν, εθ’ πως δε νομάσαι τοτο, λθόντες ο νόμοι κα τ κοινν τς πόλεως πιστάντες ροιντο· Επέ μοι, Σώκρατες, τί ν ν χεις ποιεν; λλο τι τούτ τ ργ πιχειρες διανο τούς τε νόμους μς πολέσαι κα σύμπασαν τν πόλιν τ σν μέρος; δοκε σοι οόν τε τι κείνην τν πόλιν εναι κα μ νατετράφθαι, ν ν α γενόμεναι δίκαι μηδν σχύωσιν λλ π διωτν κυροί τε γίγνωνται κα διαφθείρωνται; Τί ρομεν, Κρίτων, πρς τατα κα λλα τοιατα; Πολλ γρ ν τις χοι, λλως τε κα ήτωρ, επεν πρ τούτου το νόμου πολλυμένου ς τς δίκας τς δικασθείσας προστάττει κυρίας εναι. ρομεν πρς ατος τι «δίκει γρ μς πόλις κα οκ ρθς τν δίκην κρινεν;» Τατα τί ρομεν;

Πλάτων, Κρίτων 50a-c

Μετάφραση
Εάν, ενώ σκοπεύουμε εμείς είτε να αποδράσουμε από εδώ, είτε όπως αλλιώς πρέπει να το ονομάσουμε αυτό, αφού έρθουν οι νόμοι και το σύνολο των πολιτών και αφού σταθούν μπροστά μας, ρωτήσουν: Πες μου, Σωκράτη, τι έχεις κατά νου να πράξεις; Κάτι άλλο ή με αυτή την πράξη που επιχειρείς σκέφτεσαι να καταστρέψεις κι εμάς τους νόμους κι όλη την πόλη όσο εξαρτάται από σένα; Ή σου φαίνεται δυνατό να υπάρχει ακόμη εκείνη η πόλη, και να μην έχει καταλυθεί, στην οποία οι δικαστικές αποφάσεις δεν έχουν καμία ισχύ αλλά καθίστανται άκυρες και καταστρέφονται από τους απλούς πολίτες; Τι θα πούμε, Κρίτωνα, σε αυτά και σε άλλα παρόμοια; Γιατί πολλά θα μπορούσε να πει κανείς, κι ιδίως ένας ρήτορας, προς υπεράσπιση αυτού του νόμου, που κινδυνεύει να καταλυθεί, ο οποίος προστάζει να είναι έγκυρες οι δικαστικές αποφάσεις. Ή θα πούμε σε αυτούς ότι: «Μας αδίκησε η πόλη και δεν έκρινε σωστά τη δίκη;» Αυτά ή τι άλλο θα πούμε;  

Συντακτική ανάλυση
- E μέλλουσιν μν νθένδε ετε ποδιδράσκειν, εθ’..., λθόντες ο νόμοι κα τ κοινν τς πόλεως πιστάντες ροιντο:
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση.
ροιντο: Ρήμα.
ο νόμοι κα τ κοινν: Υποκείμενα ρήματος καθώς και των χρονικών μετοχών πιστάντες, λθόντες.
τς πόλεως: Γενική κτητική στη λέξη τ κοινν.
μέλλουσιν: Χρονική μετοχή.
μν: Υποκείμενο της μετοχής μέλλουσιν, και παράλληλα αντικείμενο της μετοχής πιστάντες.
νθένδε: Επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει την κίνηση από τόπο.
ποδιδράσκειν: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο της μετοχής μέλλουσιν. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου εννοείται (σε αιτιατική λόγω ετεροπροσωπίας) το μς.

Η δευτερεύουσα υποθετική πρόταση σχηματίζει υποθετικό λόγω, με απόδοση το ρομεν, που δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος.
Υπόθεση: ε + ευκτική (ε ροιντο)
Απόδοση: Οριστική αρκτικού χρόνου (ρομεν, οριστική μέλλοντα)

- πως δε νομάσαι τοτο:
Δευτερεύουσα αναφορική παραβολική πρόταση που εκφράζει τρόπο.
δε: Ρήμα (απρόσωπο).
νομάσαι: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο του απρόσωπου ρήματος. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου εννοείται (σε αιτιατική λόγω ετεροπροσωπίας) το μς.
τοτο: Αντικείμενο του απαρεμφάτου νομάσαι.
πως: Επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου.

- Επέ μοι, Σώκρατες,:
Κύρια πρόταση επιθυμίας.
Επέ: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το σύ. 
μοι: Αντικείμενο ρήματος.
Σώκρατες: Κλητική προσφώνηση.

- τί ν ν χεις ποιεν;
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση, μερικής αγνοίας.
χεις: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το σύ.
ποιεν: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου εννοείται, λόγω ταυτοπροσωπίας, το σύ.
τί: Σύστοιχο αντικείμενο απαρεμφάτου ποιεν.
ν ν: Εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει τόπο.

- λλο τι τούτ τ ργ τούς τε νόμους μς κα σύμπασαν τν πόλιν τ σν μέρος;
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση, διμελής. Το πρώτο μέλος της πρότασης είναι ελλειπτικό, και θα μπορούσε να συμπληρωθεί ως εξής: λλο τι (ν ν χεις ποιεν).
λλο: Επιθετικός προσδιορισμός στο τι.
τι: Σύστοιχο αντικείμενο του εννοούμενου απαρεμφάτου ποιεν.
διανο: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το σύ.
πολέσαι: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου εννοείται, λόγω ταυτοπροσωπίας, το σύ.
τούς νόμους: Αντικείμενο του απαρεμφάτου πολέσαι.
μς: Παράθεση στο τούς νόμους.
τν πόλιν: Αντικείμενο του απαρεμφάτου πολέσαι.
σύμπασαν: Κατηγορηματικός προσδιορισμός στο τν πόλιν.
τ ργ: Δοτική του μέσου.
τούτ: Επιθετικός προσδιορισμός στο τ ργ.
τ σν: Επιθετικός προσδιορισμός στο μέρος.
μέρος: Αιτιατική της αναφοράς.

- πιχειρες:
Δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Προσδιορίζει τη λέξη τ ργ της κύριας.
πιχειρες: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το σύ.
: Αντικείμενο του ρήματος.

- δοκε σοι οόν τε τι κείνην τν πόλιν εναι κα μ νατετράφθαι:
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση, ολικής άγνοιας.
δοκε: Ρήμα (απρόσωπο).
σοι: Δοτική προσωπική στο απρόσωπο ρήμα.
οόν τε (εναι): Υποκείμενο του απρόσωπου ρήματος.
τι: Επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου.
εναι: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο της απρόσωπης έκφρασης οόν τε (εναι).
νατετράφθαι: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο της απρόσωπης έκφρασης οόν τε (εναι).
τν πόλιν: Υποκείμενο των απαρεμφάτων εναι - νατετράφθαι.
κείνην: Επιθετικός προσδιορισμός στο τν πόλιν.

- ν ν α γενόμεναι δίκαι μηδν σχύωσιν:
Δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Προσδιορίζει το τν πόλιν.
σχύωσιν: Ρήμα.
α δίκαι: Υποκείμενο ρήματος.
α γενόμεναι: Επιθετική μετοχή ως επιθετικός προσδιορισμός στο α δίκαι.
μηδν: Σύστοιχο αντικείμενο του ρήματος.
ν : Εμπρόθετος προσδιορισμός του τόπου.

- λλ π διωτν κυροί τε γίγνωνται:
Δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Προσδιορίζει το τν πόλιν. Συνδέεται παρατακτικά με την προηγούμενη πρόταση, με τον αντιθετικό σύνδεσμο λλ.
γίγνωνται: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το α δίκαι.
κυροί: Κατηγορούμενο στο εννοούμενο υποκείμενο του ρήματος α δίκαι.
π διωτν: Εμπρόθετος προσδιορισμός του ποιητικού αιτίου.

- κα διαφθείρωνται;
Δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Προσδιορίζει το τν πόλιν. Συνδέεται παρατακτικά με την προηγούμενη πρόταση, με τον συμπλεκτικό σύνδεσμο κα.
διαφθείρωνται: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το α δίκαι.

- Τί ρομεν, Κρίτων, πρς τατα κα λλα τοιατα;
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση.
ρομεν: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το μες.
Τί: Σύστοιχο αντικείμενο του ρήματος.
Κρίτων: Κλητική προσφώνηση.
πρς τατα: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αναφοράς.
κα (πρς) τοιατα: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αναφοράς.
λλα: Επιθετικός προσδιορισμός στο τοιατα.

- Πολλ γρ ν τις χοι, λλως τε κα ήτωρ, επεν πρ τούτου το νόμου πολλυμένου:
Κύρια πρόταση κρίσης.
ν χοι: Ρήμα.
τις: Υποκείμενο ρήματος και απαρεμφάτου επεν (ταυτοπροσωπία).
επεν: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος.
Πολλ: Σύστοιχο αντικείμενο του απαρεμφάτου.
ήτωρ: Υποκείμενο του ρήματος.
πρ το νόμου: Εμπρόθετος προσδιορισμός της υπεράσπισης.
τούτου: Επιθετικός προσδιορισμός στο το νόμου.
πολλυμένου: Επιθετική μετοχή, με υποκείμενο το το νόμου.

- ς τς δίκας τς δικασθείσας προστάττει κυρίας εναι.
Δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Προσδιορίζει τη λέξη το νόμου.
προστάττει: Ρήμα.
ς: Υποκείμενο ρήματος.
εναι: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο ρήματος.
τς δίκας: Υποκείμενο απαρεμφάτου (ετεροπροσωπία).
τς δικασθείσας: Επιθετική μετοχή ως επιθετικός προσδιορισμός στο τς δίκας.
κυρίας: Κατηγορούμενο στο τς δίκας.

- ρομεν πρς ατος:
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση.
ρομεν: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το μες.
πρς ατος: Εμπρόθετος προσδιορισμός που δηλώνει την κατεύθυνση σε πρόσωπο.

- τι «δίκει γρ μς πόλις:
Κύρια πρόταση. (Με τον σύνδεσμο τι εισάγεται ειδική πρόταση, η οποία όμως δεν διατυπώνεται, πιθανώς ως ευκόλως εννοούμενη.)
δίκει: Ρήμα.
πόλις: Υποκείμενο.
μς: Αντικείμενο.

- κα οκ ρθς τν δίκην κρινεν;
Κύρια πρόταση.
κρινεν: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το πόλις.
τν δίκην: Αντικείμενο του ρήματος.
ρθς: Επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου.

- Τατα τί ρομεν;
Κύρια πρόταση, ευθεία ερώτηση.
ρομεν: Ρήμα. Ως υποκείμενο του ρήματος εννοείται το μες.
τί: Σύστοιχο αντικείμενο του ρήματος.
Τατα: Σύστοιχο αντικείμενο του ρήματος.

Ερωτήσεις

1. Ποια συνέπεια θα έχει, σύμφωνα με τα λεγόμενα των νόμων, η απόδραση του Σωκράτη από τη φυλακή; Ποια είναι, σύμφωνα με το κείμενο, η απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση και τη διασφάλιση της σταθερότητας της πολιτείας;

Σύμφωνα με τα λεγόμενα των νόμων, μια ενδεχόμενη απόδραση του Σωκράτη από τη φυλακή, θα σηματοδοτούσε τόσο την κατάλυση των ίδιων των νόμων όσο και τη συνολική καταστροφή της πολιτείας. Θεωρείται, δηλαδή, αδύνατο να υπάρξει και να λειτουργήσει μια πόλη, αν οι αποφάσεις των δικαστηρίων μπορούν να ακυρωθούν αυτοβούλως από κάθε πολίτη που δυσαρεστείται από αυτές.
Προκειμένου, λοιπόν, να επιβιώσει μια πολιτεία, έχοντας την αναγκαία σταθερότητα, θα πρέπει να γίνονται απολύτως σεβαστοί οι νόμοι, αλλά και οι αποφάσεις των δικαστηρίων είτε ικανοποιούν τα συμφέροντα μεμονωμένων πολιτών είτε όχι. Μόνο, άλλωστε, μέσω της καθολικής τήρησης των νόμων καθίσταται εφικτή αφενός η αρμονική συνύπαρξη των πολιτών και αφετέρου η διασφάλιση απαραίτητων για το κοινό καλό προνομίων και ωφελειών, που προκύπτουν από τη συνεργασία των πολιτών. Προκύπτει, έτσι, το σαφές συμπέρασμα πως το κοινό όφελος υπερέχει -και πρέπει να υπερέχει- έναντι των ατομικών συμφερόντων και επιδιώξεων.

2. Πώς εξηγείτε την άρνηση του Σωκράτη να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που του δίνουν οι φίλοι του να αποδράσει; Πώς θα τον χαρακτηρίζατε ως πολίτη και ως δάσκαλο;

Ο Σωκράτης πιστεύει σε μια ευνομούμενη κοινωνία, στην οποία οι πράξεις του καθενός επηρεάζουν τη συνολική ισορροπία της. Κάθε άνθρωπος αποτελεί ένα μικρό λιθαράκι στο οικοδόμημα της κοινωνίας που επηρεάζει τη συνοχή της. Δικαιολογημένα επομένως υποτάσσει τον εαυτό του στο καλό του συνόλου, πράγμα που δείχνει συνέπεια μεταξύ πράξεων και λόγων, βασικό χαρακτηριστικό κάθε σωστού δασκάλου. Περαιτέρω, σκοπός του είναι να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για τους νέους μαθητές του, που θα διαχειριστούν το μέλλον της Αθήνας και που πρέπει να έχουν αίσθηση ότι κανείς δεν μπορεί να είναι υπεράνω των νόμων. Η άρνησή του είναι συνεπής με τις γενικότερες αντιλήψεις του σχετικά με τη σημασία που έχει η υπακοή στους νόμους για την εύρυθμη λειτουργία της πόλης.

3. Σε αρκετές περιπτώσεις ένας πολίτης ή μια κατηγορία πολιτών ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους θεωρούν ότι θίγονται τα συμφέροντά τους από μια νομοθετική ρύθμιση. Ποια, κατά τη γνώμη σας, πρέπει να είναι η στάση τους;

Οι σύγχρονες δημοκρατικές πολιτείες είναι, σε σύγκριση με τη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας, απρόσωπες και πολυδαίδαλες. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλές φορές κάποιες αποφάσεις του κράτους μπορεί να θίγουν συμφέροντα πολιτών. Προκύπτει, έτσι, αφενός η υποχρέωση της πολιτείας να ισορροπεί μεταξύ των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων των πολιτών της, αφετέρου η υποχρέωση των πολιτών να υποστηρίζουν τις θέσεις τους λαμβάνοντας πρόνοια ώστε να μη θίγονται συμφέροντα άλλων.
Είναι εύλογο πως οι πολίτες διατηρούν πάντοτε το δικαίωμα να εκφράζουν και να δημοσιοποιούν τις αντιρρήσεις τους για όποια νομοθετική ρύθμιση θίγει τα συμφέροντά τους, δεν μπορούν ωστόσο να την απορρίπτουν ή να μην την ακολουθούν, αν το κράτος επιλέξει να την εφαρμόσει. Είναι σημαντικό να προτάσσεται πάντοτε το συνολικό συμφέρον της πολιτείας και όχι το συμφέρον επιμέρους πολιτών ή κοινωνικών κατηγοριών, καθώς τότε υπονομεύεται δραστικά η δυνατότητα της πολιτείας να λειτουργεί κατά τρόπο αποτελεσματικό και να διασφαλίζει, άρα, τα μέγιστα οφέλη για τους πολίτες της.   

Λεξιλογικά – Ετυμολογικά

1. Να συμπληρώσετε τα κενά του παρακάτω πίνακα αναλύοντας τις σύνθετες λέξεις του κειμένου της Ενότητας στα συνθετικά μέρη τους:

σύνθετη λέξη         α΄συνθετικό   β΄συνθετικό
πόλλυμι                    πό                      λλυμι  
διαφθείρω                 διά                       φθείρω
φίστημι                     πί                        στημι
προστάττω                πρός                     τάττω
σύμπας                       σύν                       πς

2. Να συμπληρώσετε τα κενά του παρακάτω πίνακα σχηματίζοντας σύνθετες λέξεις της α.ε. με τα συνθετικά που δίνονται:

α΄συνθετικό           β΄συνθετικό           σύνθετη λέξη
παρά  +          νόμος  (επίθ.)                         παράνομος
πί       +          κοινός (επίθ.)                         πίκοινος
μήτηρ +          πόλις  (ουσ.)                          μητρόπολις
κώμη   +          πόλις  (ουσ.)                          κωμόπολις
-         +          πόλις  (επίθ.)                         πολις
πό     +          δίκη    (επίθ.)                         πόδικος
νά      +          κρίνω  (ρήμα)                         νακρίνω
ε        +          νος    (επίθ.)                          ενους
μετά    +          χω      (επίθ.)                          μέτοχος

3. Χρησιμοποιώντας ως α΄ συνθετικό τις προθέσεις νά, πό, ξ, πί, μετά, περί, σν και πρ και ως β΄συνθετικό το ρήμα χω να σχηματίσετε σύνθετα ρήματα, ουσιαστικά και επίθετα της α.ε., όπου είναι δυνατόν:

πρόθεση      ρήμα                 ουσιαστικό                   επίθετο
περί               περιέχω                περιοχή                         περιεκτικός
νά               νέχω/νέχομαι  νοχή                             νεκτικός
πό               πέχω                    ποχή                                  ---
ξ                 ξέχω                      ξοχή                               ξοχος
πί               πέχω                     ποχή                              ποχος
μετά            μετέχω                  μετοχή                            μέτοχος
σν              συνέχω                 συνοχή                            συνεκτικός                         
πρ            περέχω               περοχή                         πέροχος
                                     
α. Χρησιμοποιώντας το ρ. γίγνομαι ως β΄ συνθετικό και ως α΄ συνθετικό κλιτή ή άκλιτη λέξη, να σχηματίσετε όσο περισσότερες σύνθετες λέξεις της α.ε. μπορείτε σύμφωνα με το παράδειγμα: ε + γίγνομαι > εγενής.

πί + γίγνομαι > πίγονος
α (στερητικό) + γένος (γίγνομαι) > γενής, γένεια
ν + γένος (γίγνομαι) > γγενής
γ + γίγνομαι > γηγενής
σύν + γένος (γίγνομαι) > συγγενής
πρό + γίγνομαι > πρόγονος
ν + γόνος (γίγνομαι) > γγονος
ρχω + γίγνομαι > ρχέγονος
ε + γόνος (γίγνομαι) > εγονία

β. Να κατατάξετε τις –ομόρριζες του ρήματος γίγνομαι– λέξεις γεννήτωρ, γέννα, γενναος, γονεύς, γένεσις, γένος, γόνιμος, γονικός, γνήσιος, γέννημα στον κατάλληλο πίνακα:

ενέργεια ή κατάσταση   πρόσωπο που ενεργεί               αποτέλεσμα ενέργειας
γέννα                              γεννήτωρ                                     τ γένος
γένεσις                           γονεύς                                          τ γέννημα

επίθετα
γενναος
γόνιμος
γονικός
γνήσιος

Σύνταξη

1. Τα είδη του μορίου ν

Α. Υποθετικό

α. Βρίσκεται στην αρχή της πρότασης στην οποία ανήκει (δευτερεύουσα υποθετική).
β. Συντάσσεται με υποτακτική.
γ. Δέχεται άρνηση μή.
δ. Μεταφράζεται στη ν.ε. με τον υποθετικό σύνδεσμο «αν».
   π.χ. ν μ ποκτείνητε, οκ μ βλάψετε, λλ’ μς ατούς.

Β. Αοριστολογικό

α. Είναι πάντοτε η δεύτερη λέξη της πρότασης στην οποία ανήκει· η πρώτη είναι αναφορική αντωνυμία, αναφορικό επίρρημα, χρονικός ή τελικός σύνδεσμος.
β. Συντάσσεται με υποτακτική.
γ. Δέχεται άρνηση μή.
δ. Στη ν.ε. δε μεταφράζεται ή αποδίδεται με: «τυχόν», «ίσως», «-δήποτε».
   π.χ. κουσον, ς ν μάθς (= Άκουσε, για να καταλάβεις ίσως).

Γ. Δυνητικό

α. Δέχεται άρνηση ο(κ).

β. Συντάσσεται με:
i) ευκτική (πλην μέλλοντα). Η δυνητική ευκτική δηλώνει κάτι το δυνατό στο παρόν και στο μέλλον. Αποδίδεται με: θα + παρατατικό, θα μπορούσα να + ρήμα.
π.χ. τι δ τί ν τος τοιούτοις χθοισθε (= γιατί θα δυσανασχετούσατε);

ii) οριστική (μόνο ιστορικών χρόνων). Η δυνητική οριστική δηλώνει κάτι το δυνατό στο παρελθόν ή κάτι αντίθετο του πραγματικού. Αποδίδεται με: θα + παρατατικό ή υπερσυντέλικο.
π.χ. βουλόμην ν πολλν νεκεν Μειδίαν ζν [= θα επιθυμούσα για πολλούς λόγους να ζούσε ο Μειδίας (αλλά δε ζει)].

iii) απαρέμφατο ή μετοχή (πλην μέλλοντα). Δυνητικό απαρέμφατο ή μετοχή συναντάμε στον πλάγιο λόγο και προέρχονται από δυνητική ευκτική ή δυνητική οριστική του ευθέος λόγου· συνήθως αποτελούν απόδοση εξαρτημένου υποθετικού λόγου.
π.χ. Δοκε μοί τις οκ ν μαρτεν (= οκ ν μάρτοι, δε θα έσφαλλε) επν τι νυν κρίνεται μν ριστογείτων, δοκιμάζεσθε δ κα κινδυνεύεθ’ μες περ δόξης.

Δοκε μοι συγγνώμην ν χειν μς (= ν εχομεν, θα συγχωρούσαμε), ε ωρμεν σζόμενα τ πόλει τ π τούτων δημευόμενα.

Παρατηρήσεις

- Οι χρονικοί σύνδεσμοι ταν, πόταν, πειδν και πν προήλθαν από ενσωμάτωση του αοριστολογικού ν στους συνδέσμους τε, πότε, πειδ και πε αντίστοιχα.
- Το υποθετικό ν προέρχεται από την ένωση του υποθετικού συνδέσμου ε με το αοριστολογικό ν (ε ν ν).

2. Οι δευτερεύουσες προτάσεις της α.ε.

Όπως ήδη γνωρίζετε από τη Β΄ Γυμνασίου –και από τη ν.ε.– σε μία περίοδο ή ημιπερίοδο υπάρχουν προτάσεις κύριες και δευτερεύουσες. Κύριες είναι αυτές που μπορούν να σταθούν μόνες τους στον λόγο, ενώ οι δευτερεύουσες εξαρτώνται πάντα από άλλες προτάσεις (κύριες ή δευτερεύουσες). Σε κάθε περίοδο ή ημιπερίοδο πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει τουλάχιστον μία κύρια πρόταση.

α. Ο χαρακτηρισμός των δευτερευουσών προτάσεων

1. Η δευτερεύουσα πρόταση εξαρτάται από έναν όρο μιας άλλης πρότασης (συνήθως το ρήμα, ένα απαρέμφατο ή μια μετοχή), τον οποίο συμπληρώνει ή προσδιορίζει.
2. Η δευτερεύουσα πρόταση εισάγεται (αρχίζει) με μια συγκεκριμένη λέξη (ή φράση), που μπορεί να είναι ένας από τους υποτακτικούς συνδέσμους, μία αναφορική αντωνυμία, ένα αναφορικό επίρρημα, μία ερωτηματική αντωνυμία ή ένα ερωτηματικό επίρρημα.
3. Η δευτερεύουσα πρόταση εκφέρεται με έναν ρηματικό τύπο που βρίσκεται σε συγκεκριμένη έγκλιση.
4. Η δευτερεύουσα πρόταση έχει συντακτικό ρόλο στην εξάρτησή της.

Για να χαρακτηρίσουμε με ολοκληρωμένο τρόπο μια δευτερεύουσα πρόταση, πρέπει να αναφερθούμε σε όλα τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή να δηλώσουμε από πού εξαρτάται, πώς εισάγεται, πώς εκφέρεται και ποιος είναι ο συντακτικός ρόλος της.

π.χ. Ο στρατιται λέγουσιν τι Κρος τέθνηκε: Στη φράση αυτή υπάρχουν δύο προτάσεις, μία κύρια (Ο στρατιται λέγουσιν) με ρήμα το λέγουσιν (εξάρτηση) και μία δευτερεύουσα ειδική (τι Κρος τέθνηκε), η οποία εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο τι, εκφέρεται με οριστική (τέθνηκε) και λειτουργεί ως αντικείμενο στο ρήμα εξάρτησης λέγουσιν.

β. Διάκριση δευτερευουσών προτάσεων ως προς τη συντακτική θέση
- Ονοματικές
- Επιρρηματικές

γ. Οι ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις της α.ε.

Ονομάζονται έτσι όσες λειτουργούν συντακτικά σαν ονόματα, δηλαδή έχουν συντακτική θέση την οποία μπορεί να καταλάβει ένα όνομα. Πιο συγκεκριμένα, οι ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις μπορεί να λειτουργούν ως:

Αντικείμενο σε προσωπικά ρήματα,
π.χ. Λέγω τι πολλα κα καλα λπίδες μν εσι σωτηρίας.
Υποκείμενο σε απρόσωπα ρήματα ή σε απρόσωπες εκφράσεις,
π.χ. Φόβος στ μ ττηθμεν.
Επεξήγηση, κυρίως σε ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας που προηγείται,
π.χ. Τοτο μς δε μαθεν, τι τ συνέχον τν δημοκρατίαν ρκος στίν.

Είδη ονοματικών δευτερευουσών προτάσεων της α.ε.

- Ειδικές
- Ενδοιαστικές
- Πλάγιες ερωτηματικές
- Αναφορικές

Οι ονοματικές προτάσεις διακρίνονται σε τέσσερα είδη:

1. Ειδικές

Εισάγονται με τους ειδικούς συνδέσμους τι (όταν το περιεχόμενό τους είναι αντικειμενικό, πραγματικό) ή ς (όταν το περιεχόμενό τους είναι υποκειμενικό ή ψευδές).

π.χ. Ο σσύριοι σασιν (= γνωρίζουν) τι (= ότι πράγματι) ππικν στράτευμα ν νυκτ ταραχδές στι κα δύσχρηστον.
Πειρνται πείθειν μς ς (= ότι τάχα) δυνατός εμι.

Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν: λέω (λεκτικά), γνωρίζω (γνωστικά), αισθάνομαι (αισθητικά), δείχνω (δείξεως) κ.ά.
Εκφέρονται με οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική και με ευκτική (συνήθως όταν εξαρτώνται από ρήματα ιστορικού χρόνου) η οποία ονομάζεται ευκτική του πλαγίου λόγου.

π.χ. Κα κατηγοροσι ατο ς πολλς ρχς ρξεν (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο).

Δλόν στιν τι οκ ν προλεγεν, ε μ ληθεύσειν (= ότι θα βγει αληθινός) πίστευε (δυν. οριστική, αντίθετο του πραγματικού).

τι βούλοισθε ν τν ρχήν, ν πρότερον κέκτησθε, ναλαβεν πάντες πιστάμεθα (δυν. ευκτική, περιεχόμενο δυνατό στο παρόν και στο μέλλον).

Σχεδν γίγνωσκον τι εη που πλησίον τ στράτευμα τν πολεμίων (ευκτική πλαγίου λόγου, εξάρτηση από ιστορικό χρόνο).

2. Ενδοιαστικές

Εισάγονται με τους ενδοιαστικούς συνδέσμους μή (= μήπως), όταν δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι ανεπιθύμητο, και μ ο (= μήπως δεν), όταν δηλώνεται φόβος μήπως δε συμβεί κάτι επιθυμητό.

π.χ. κν (= φοβάμαι) μ μάταιος μν στρατεία γένηται.
Δέδοικα μ οκ χω ταύτην τν σοφίαν.

Εξαρτώνται από ρήματα που δείχνουν φόβο, δισταγμό ή μέριμνα.
Εκφέρονται με: υποτακτική (κυρίως), με οριστική και με ευκτική του πλαγίου λόγου (συνήθως όταν εξαρτώνται από ρήματα ιστορικού χρόνου).

π.χ. Φοβομαι μ ττηθμεν (υποτακτική, ενδεχόμενος φόβος).
Νν δ φοβούμεθα μ μφοτέρων μα μαρτήκαμεν (= μήπως έχουμε αποτύχει και στα δύο), (οριστική, γιατί ο φόβος είναι πραγματικός).

Ο δ πολέμιοι δείσαντες (= επειδή φοβήθηκαν) μ λοεν (= συλληφθούν) τράποντο (ευκτική πλαγίου λόγου, εξάρτηση από ιστορικό χρόνο).

3. Πλάγιες ερωτηματικές

Είναι, κυρίως, ερωτήσεις που μας μεταφέρονται σε πλάγιο λόγο. Διακρίνονται σε ολικής άγνοιας, στις οποίες η απάντηση είναι «ναι» ή «όχι» και μερικής άγνοιας, με τις οποίες ζητάει κανείς μια ειδικότερη λεπτομέρεια (π.χ. ποιος, πού, γιατί, πόσο).

Εισάγονται με ερωτηματικές και αναφορικές αντωνυμίες και με τα αντίστοιχα επιρρήματα, όταν είναι μερικής άγνοιας, και με το ερωτηματικό μόριο ε, όταν είναι ολικής αγνοίας.
π.χ. πισκεψώμεθα (= ας εξετάσουμε) ε ριστος εδαιμονέστατος κα κάκιστος θλιώτατός στιν (πλ. ερωτηματική πρόταση ολικής άγνοιας, εισαγωγή με το ερωτηματικό μόριο ε).

Σκέψασθε πς π τν προγόνων τατα εχε (πλ. ερωτηματική πρόταση μερικής άγνοιας, εισαγωγή με το ερωτηματικό επίρρημα πς).

πιμηθες πόρει ,τι χρήσαιτο (= δεν ήξερε τι να κάνει, πλ. ερωτηματική πρόταση μερικής άγνοιας, εισαγωγή με την αναφορική αντωνυμία ,τι).

Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν: ρωτώ, απορώ, γνωρίζω, ερευνώ, εξετάζω, δείχνω, φροντίζω, προσπαθώ, λέω, δηλώνω κ.ά.
Εκφέρονται με: οριστική, υποτακτική (απορηματική), δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική και με ευκτική του πλαγίου λόγου (συνήθως όταν εξαρτώνται από ρήματα ιστορικού χρόνου).

π.χ. πορ ε διδακτόν στιν ρετή (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο).

Οκ χω ,τι ποκρίνωμαι (υποτακτική που δηλώνει απορία).

ροντο ε τύχοιεν ν (= ρώτησαν αν θα μπορούσαν να κάνουν) ερήνης (δυν. ευκτική, περιεχόμενο δυνατό στο παρόν και στο μέλλον).

πε δ ν πρς τος γγέλοις, νηρώτα τί βούλοιντο (ευκτική πλαγίου λόγου, εξάρτηση από ιστορικό χρόνο).

4. Ονοματικές αναφορικές

Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι αναφορικές προτάσεις που χρησιμοποιούνται στη θέση ουσιαστικού, επιθέτου ή αντωνυμίας και λειτουργούν ως υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο ή ονοματικός προσδιορισμός (ομοιόπτωτος ή ετερόπτωτος).

π.χ. Κρος δ χων ος ερηκα, ρμτο π Σάρδεων (η αναφορική πρόταση ος ερηκα είναι αντικείμενο στη μετοχή χων της κύριας πρότασης).

στι δίκης φθαλμός, ς τ πάνθ’ ρ (η αναφορική πρόταση ς τ πάνθ’ ρ λειτουργεί ως επιθετικός προσδιορισμός στο υποκείμενο της κύριας πρότασης φθαλμός).

Εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες.
Εκφέρονται με οριστική, υποτακτική, δυνητική οριστική και δυνητική ευκτική.

π.χ. Οτός στιν ς πέκτεινε τος στρατηγούς (οριστική, πραγματικό περιεχόμενο).

Ες καλν μν νυτος δε παρεκαθέζετο, μεταδμεν τς ζητήσεως (= πάνω στην ώρα ήρθε και κάθισε κοντά μας αυτός εδώ ο Άνυτος, τον οποίο ας κάνουμε σύντροφο στην αναζήτησή μας) (υποτακτική που δηλώνει προτροπή).

Προυφάνης (= φανερώθηκες) δ φιλτάτην χων πρόσοψιν, ς γ οδ’ ν ν κακος λαθοίμην (= ούτε στις συμφορές δε θα μπορούσα να ξεχάσω).

λθε τ ναυτικν τ τν βαρβάρων, τίς οκ ν δν φοβήθη; (δυν. οριστική, περιεχόμενο αντίθετο του πραγματικού).

- Θυμηθείτε: απορηματική είναι η υποτακτική που χρησιμοποιείται κυρίως σε ερωτηματικές προτάσεις, πλάγιες ή ευθείες, και δηλώνει απορία· μεταφράζεται: να + ρήμα.
π.χ. Οκ χω ,τι ποκρίνωμαι (= Δεν ξέρω τι να απαντήσω).

Ασκήσεις

1. Στο κείμενο της Ενότητας να επισημάνετε τα μόρια ν και να αναγνωρίσετε το είδος τους.

- ν ν... σχύωσιν: αοριστολογικό
- ν τις χοι: δυνητικό

2. Στις παρακάτω περιόδους να επισημάνετε τα μόρια ν και να αναγνωρίσετε το είδος τους:

α. ρώτησε πο ν δοι Πρόξενον.
= Δυνητικό
β. Τς ρετς πιτηδεύομεν (= καλλιεργούμε), πως ν μετ πλείστων γαθν τν βίον διάγωμεν.
= Αοριστολογικό
γ. Ος ν λησθε (= εκλέξετε) ρχοντας, τούτοις πεισόμεθα (= θα υπακούσουμε).
= Δυνητικό
δ. Κρος νομίζεται, ε μ πέθανεν, ριστος ν γενέσθαι ρχων.
= Δυνητικό
ε. ν πέμψητέ με, οομαι ν λθεν κα τριήρεις χων κα πλοα.
= 1ο Υποθετικό 2ο Δυνητικό
ζ. Ος ν γνσι δικοντας, τιμωρονται.
= Αοριστολογικό

3. Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε το είδος και τη συντακτική θέση των δευτερευουσών ονοματικών προτάσεων:

α. Φημ τι κα πρ μο τοτο τ φρόνημα εχεν πόλις.
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο τι (αντικειμενικό, πραγματικό περιεχόμενο), εκφέρεται με οριστική (παρατατικού) καθώς δηλώνει το πραγματικό και χρησιμεύει ως αντικείμενο του λεκτικού ρήματος φημί, από το οποίο και εξαρτάται.

β. Ξενοφν δεισε (= φοβήθηκε) μ κακ γένοιτο τ πόλει.
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου, καθώς εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος εξάρτησής της (δεισε), που είναι ρήμα φόβου.

γ. Πρωταγόρας ρωτ ε οκ ασχύνομαι τ γαθ κακ ποκαλν.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση, διμελής. Εισάγεται με το ερωτηματικό ε (ολικής άγνοιας), εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος ρωτ.

δ. ν ο θεο φιλοσιν ποθνσκει νέος.
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ν, εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως υποκείμενο του ρήματος ποθνσκει.

4. Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε από συντακτική άποψη τις δευτερεύουσες ονοματικές ειδικές προτάσεις:

α. Κα λεγον ο θηναοι τατα, τι οκ ρθς α σπονδα γένοιντο.
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο τι (αντικειμενικό, πραγματικό περιεχόμενο), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου και λειτουργεί ως επεξήγηση στο ουδέτερο της δεικτικής αντωνυμίας τατα.

β. Λέγουσιν ο σοφιστα ς οδν δέονται χρημάτων.
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο ς (υποκειμενική άποψη). Εκφέρεται με οριστική, καθώς δηλώνει το πραγματικό και χρησιμεύει ως αντικείμενο του λεκτικού ρήματος λέγουσιν.

γ. Σεύθης λέγει τι οδεν ν πιστήσαι θηναίων.
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο τι (αντικειμενικό, πραγματικό περιεχόμενο), εκφέρεται με δυνητική ευκτική (περιεχόμενο δυνατό στο παρόν και στο μέλλον) και χρησιμεύει ως αντικείμενο του λεκτικού ρήματος λέγει, από το οποίο και εξαρτάται.

δ. Παρ πάντων μολογεται ς τ βέλτιστα επν δικα πάσχει.
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο ς (υποκειμενική άποψη). Εκφέρεται με οριστική, καθώς δηλώνει το πραγματικό και χρησιμεύει ως υποκείμενο του απρόσωπου ρήματος μολογεται.

ε. Γιγνώσκεις τι σ ε μωρός;
Δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση. Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο τι (αντικειμενικό, πραγματικό περιεχόμενο), εκφέρεται με οριστική για να δηλωθεί το πραγματικό και χρησιμεύει ως αντικείμενο του γνωστικού ρήματος γιγνώσκεις από το οποίο και εξαρτάται.

5. Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε από συντακτική άποψη τις δευτερεύουσες ονοματικές ενδοιαστικές προτάσεις:

α. Κλέαρχος οκ θελεν ποσπάσαι π το ποταμο τ δεξιν κέρας (= το δεξιό τμήμα του πεζικού), φοβούμενος μ κυκλωθείη κατέρωθεν (= και από τις δύο πλευρές).
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου (έμμεση εξάρτηση μέσω της μετοχής φοβούμενος από το ρήμα ιστορικού χρόνου οκ θελεν) και χρησιμεύει αντικείμενο της μετοχής φοβούμενος.

β. Οκον νν κα τοτο κίνδυνος, μ λάβωσι προστάτας ατν τινας τούτων.
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με υποτακτική καθώς δηλώνεται ενδεχόμενος φόβος, και χρησιμεύει ως επεξήγηση στο ουδέτερο της δεικτικής αντωνυμίας τοτο.

γ. ρα (= πρόσεξε) μ περ τος φιλτάτοις κινδυνεύς.
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με υποτακτική καθώς δηλώνεται ενδεχόμενος φόβος, και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος ρα.

δ. Ο τοτο φοβετο, μή τινες πορεύσοιντο π τν κείνου δύναμιν.
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου, καθώς εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου (φοβετο) και χρησιμεύει ως επεξήγηση στο αντικείμενο της δεικτικής αντωνυμίας τοτο.

ε. γ οκ πέπεμπον τούτους φοβούμενος μή τι γένοιτο δι τν σν ργήν.
Δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση. Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο μ (δηλώνεται φόβος μήπως συμβεί κάτι το ανεπιθύμητο), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου (έμμεση εξάρτηση μέσω της μετοχής φοβούμενος από το ρήμα ιστορικού χρόνου φοβετο) και χρησιμεύει αντικείμενο της μετοχής φοβούμενος.


6. Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε από συντακτική άποψη τις δευτερεύουσες ονοματικές πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις:

α. γ γρ οκ οδα ε τοτο ληθές στιν μή.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση, διμελής. Εισάγεται με το ερωτηματικό ε (ολικής άγνοιας), εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος οκ οδα, που είναι γνώσεως σημαντικό.

β. Ο δλόν στι τ στρατηγ ε συμφέρει στρατηγεν.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση. Εισάγεται με το ερωτηματικό ε (ολικής άγνοιας), εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως υποκείμενο της απρόσωπης έκφρασης δλόν στι.

γ. ρώτα ατν πόσον χρυσίον χοι.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση. Εισάγεται με την ερωτηματική αντωνυμία πόσον (μερικής αγνοίας), εκφέρεται με ευκτική του πλαγίου λόγου, καθώς εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος ρώτα.

δ. δέως (= ευχαρίστως) ν πυθοίμην (= θα μάθαινα) τίνα ν ποτε γνώμην περ μο εχετε.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση. Εισάγεται με την ερωτηματική αντωνυμία τίνα (μερικής άγνοιας), εκφέρεται με δυνητική οριστική, που δηλώνει το μη πραγματικό, και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος ν πυθοίμην.

ε. Κα βασιλες κα ατός τε θηρ (= κυνηγά) κα τν λλων πιμελεται, πως ν θηρσιν.
Δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση. Εισάγεται με το ερωτηματικό επίρρημα πως (μερικής αγνοίας), εκφέρεται με υποτακτική που δηλώνει απορία και χρησιμεύει ως αντικείμενο του ρήματος πιμελεται (ρήμα φροντίδας), από το οποίο και εξαρτάται.

7. Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να αναγνωρίσετε από συντακτική άποψη τις δευτερεύουσες ονοματικές αναφορικές προτάσεις:

α. μέλλεις ποιεν μ λέγε.
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία , εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως αντικείμενο στο ρήμα μ λέγε.

β. Ος ν βούλ ποιήσασθαι φίλους, γαθόν τι λέγε περ ατν.
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ος, εκφέρεται με υποτακτική που δηλώνει προτροπή και χρησιμεύει ως επιθετικός προσδιορισμός στο ατν.

γ. ν τις ν τ στρατεί Ξενοφν θηναος, ς οτε στρατηγς οτε λοχαγς οτε στρατιώτης ν συνηκολούθει.
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική προσδιοριστική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ς, εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως επιθετικός προσδιορισμός στο Ξενοφν.

δ. νρ δίκαιός στιν οχ μ δικν, λλ’ στις δικεν δυνάμενος μ βούλεται.
Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία στις, εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως υποκείμενο του ρήματος στιν.

ε. στις θέλει πίσω μου λθεν, παρνησάσθω αυτόν.

Δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση. Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία στις, εκφέρεται με οριστική (εκφράζει το πραγματικό) και χρησιμεύει ως υποκείμενο του ρήματος παρνησάσθω. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...