2ο Ενδεικτικό Διαγώνισμα Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

2ο Ενδεικτικό Διαγώνισμα Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Walter Bibikow

2ο Ενδεικτικό Διαγώνισμα Λογοτεχνίας Α΄ Γυμνασίου

Νίκος Θέμελης «Η αφήγηση του αρχιμάστορα»
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Η αναζήτηση» του Νίκου Θέμελη, η υπόθεση του οποίου τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα. Έξι πρόσωπα αφηγούνται ισάριθμες ιστορίες και συνθέτουν την περιπετειώδη ζωή του κεντρικού ήρωα, αλλά και τις προσωπικές τους αναζητήσεις, εμπειρίες και στάσεις ζωής. Το παρακάτω αφήγημα είναι το πρώτο μέρος της διήγησης του αρχιμάστορα από την Ήπειρο για όσα έζησε, δουλεύοντας χτίστης στη Μυτιλήνη.

Λίγο μετά τα Θεοφάνια του 1886, με το που πιάσανε οι πρώτες Αλκυονίδες, κινήσαμε ξανά όλοι μαζί από Ήπειρο για Μυτιλήνη. Μαζί με τον αδερφό μου ήμασταν επτά, εγώ έκανα κουμάντο. Ήταν μια καλή παραγγελιά από το καλοκαίρι, που ’χα υποσχεθεί πως μόλις ξαδειάζαμε θα την εβάζαμε μπροστά. Ούτε η απόσταση μας τρόμαζε ούτε το καταχείμωνο, ήμασταν συνηθισμένοι. Μ’ ένοιαζε μόνο να προκάνουμε να εκμεταλλευτούμε τις Αλκυονίδες όλες, πράγμα σημαντικό για το ξεκίνημα, να θεμελιώσουμε και να σηκώσουμε στα δύο μέτρα. Αν και ποτέ δεν ξέραμε με ακρίβεια πότε θα ξεκινήσουνε και πόσο θα κρατήσουνε, πιανόμασταν κάθε χρονιά από τη γνώμη των παλιότερων και πορευόμασταν.
Χτίζαμε σπίτια όπου κι αν μας καλούσανε. Σπίτια αρχοντικά, σπίτια απλών ανθρώπων, μέχρι και εκκλησίες, αρκεί να εξασφαλίζαμε όσο καλά γινόταν μια δίκαιη αμοιβή και την αποπληρωμή της. Στη συμφωνία πάντα έμπαινε η εξασφάλιση τροφής και στέγης. Αγαπούσαμε τη δουλειά μας κι ας ήτανε σκληρή. Δουλεύαμε καλά την πέτρα, γιατί την ξέραμε. Γνωρίζαμε τα χούγια της, τη φύση της, πώς την πιάνεις, πώς τη χτυπάς και πού ν’ ανοίγει, πώς τη λαξεύεις, πώς την τοποθετείς και πώς χαντρώνεις. Τα καντούνια τα ‘ριχνα πάντα εγώ, το ίδιο και τις βόλτες, βόλτες μικρές, μεγάλες. Εγώ διάλεγα και έριχνα τις πλάκες πάνω από πόρτες, παράθυρα ή παραθούρες και φυσικά εγώ τα θυρώματα και τα σαχνισινιά, είτε από πέτρα είτε από δρένιο ξύλο. Άμα μας άρεσαν τα σχέδια, μας έβγαινε και το μεράκι και παιδευόμασταν χάρη της ομορφιάς, για πράγματα που δεν ήτανε στη συμφωνία. Σχέδια απλά μπορούσα και μόνος μου να φτιάξω, σχέδια ξένων όσο περίπλοκα και να ’ταν μπορούσα να διαβάσω. Τα σχέδια με συνεπαίρνανε, δικά μου ή ξένα. Τα θεωρούσα απαραίτητα και για τα απλά τα σπίτια των απλών ανθρώπων. Να είναι με ακρίβεια για να μπορείς από τα πριν να πλησιάσεις την ομορφιά του μόχθου σου πάνω στην πέτρα. Και σαν τελειώναμε κι εγκρίναμε πρώτα εμείς οι ίδιοι μόνοι μας και μέσα μας τους κόπους μας και τ’ αποτέλεσμά τους, τότε ήταν που νιώθαμε περήφανοι σαν να ’τανε δικό μας σπίτι.
Φτάσαμε Σαλονίκη, και αποκεί μ’ ένα τσερνίκι συνέχεια για τη Λήμνο και τη Μυτιλήνη. Με το που πιάσαμε στο Κάστρο, βρήκαμε εύκολα αμέσως τα γραφεία του νέου νοικοκύρη στην πρόσοψη του λιμανιού, ανάμεσα σ’ άλλα εμπορικά ναυτιλιακά και ασφαλιστικά γραφεία. Ήτανε έμπορος, μια επιγραφή, φαρδιά πλατιά, με τ’ όνομά του και δίπλα «Εισαγωγαί — Εξαγωγαί». Τον πρόλαβα την ώρα ακριβώς που έκλεινε για βράδυ. Μ’ αναγνώρισε αμέσως και έκανε χαρές μεγάλες για τον ερχομό μας.
Το ίδιο βράδυ ήμουνα κιόλας πάνω από τα σχέδια ενός αρχοντόσπιτου. Σχέδια φτιαγμένα από ξένα χέρια, με πένα λεπτή και ακρίβεια που όμοιά τους είχα δει ακόμη μια φορά στα σχέδια ενός αρχοντικού που είχαμε φτιάξει πριν από τα τρία χρόνια στην Αθήνα. Μα τούτα δω είχανε μια ομορφιά από έναν άλλο κόσμο. Τα μελέτησα μέχρι αργά, πλησίασα σχεδόν χαράματα. Αποκοιμήθηκα κουτσά στραβά πάνω στον καναπέ εκείνου του γραφείου, οι υπόλοιποι είχανε μείνει στο τσερνίκι και ξύπνησα στο άκουσμα του πρώτου σαλεπιτζή που πέρναγε απέξω.

Ν. Θέμελης, Η αναζήτηση, Κέδρος

Θέματα

1.α. Πώς αντιμετωπίζει ο αρχιμάστορας το επάγγελμά του; Θεωρείτε ότι το αγαπά πράγματι ή όχι; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με στοιχεία του κειμένου.
Μονάδες 3

1.β. «Άμα μας άρεσαν τα σχέδια, μας έβγαινε και το μεράκι και παιδευόμασταν χάρη της ομορφιάς, για πράγματα που δεν ήτανε στη συμφωνία.»
Πώς αντιλαμβάνεστε το περιεχόμενο αυτής της δήλωσης του αρχιμάστορα; Πόσο σημαντική θεωρείτε την «ομορφιά» στο επάγγελμά του και γιατί;
Μονάδες 3

2.α. Στο απόσπασμα που σας δόθηκε απουσιάζουν οι διάλογοι. Πώς θεωρείτε ότι θα επηρεαζόταν το αφηγηματικό αποτέλεσμα, αν βασιζόταν περισσότερο στους διαλόγους;
Μονάδες 3

2.β. Ο αφηγητής του κειμένου είναι τριτοπρόσωπος ή πρωτοπρόσωπος; Πώς επηρεάζει το είδος του αφηγητή την αφήγηση;
Μονάδες 3

3. Ο αρχιμάστορας δηλώνει απόλυτα αφοσιωμένος στο επάγγελμά του. Πόσο σημαντικό θεωρείτε ότι είναι να αγαπά κάποιος το επάγγελμά του; Ποια οφέλη προκύπτουν για τον ίδιο και για τους άλλους από την αγάπη και την αφοσίωση αυτή; Να καταγράψετε τις σκέψεις σας σε ένα ενιαίο κείμενο 150-200 λέξεων.
Μονάδες 8

Εναλλακτικά:
3. Να μετατρέψετε την πρώτη παράγραφο του κειμένου σε ένα διάλογο ανάμεσα στον αρχιμάστορα και τον αδερφό του. Μπορείτε να κάνετε όποιες αλλαγές θεωρείτε αναγκαίες.
Μονάδες 8

Ενδεικτικές απαντήσεις

1.α. Ο αρχιμάστορας αγαπά πραγματικά το επάγγελμά του κι αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι είναι πρόθυμος να βρεθεί με τους συνεργάτες του σε οποιοδήποτε μέρος τους καλούν, χωρίς να τους νοιάζει για την απόσταση ή για τις καιρικές συνθήκες. Όπως ο ίδιος το δηλώνει: «Αγαπούσαμε τη δουλειά μας κι ας ήτανε σκληρή». Πρόκειται, μάλιστα, για μια δουλειά που τη γνωρίζει πολύ καλά, αφού μέσα από τη διαρκή ενασχόληση έχει μάθει κάθε της λεπτομέρεια. Έτσι, ακόμη κι ένα οικοδομικό υλικό τόσο δύσκολο, όπως είναι η πέτρα, έχει γίνει κάτι το οικείο στα δικά του χέρια. Τα λόγια του, ως προς αυτό, είναι χαρακτηριστικά: «Γνωρίζαμε τα χούγια της, τη φύση της, πώς την πιάνεις, πώς τη χτυπάς και πού ν’ ανοίγει, πώς τη λαξεύεις, πώς την τοποθετείς και πώς χαντρώνεις».

1.β. Ο αρχιμάστορας κι οι συνεργάτες του δεν ασχολούνται με το επάγγελμά τους καθαρά και μόνο για βιοποριστικούς λόγους. Είναι γι’ αυτούς μια δραστηριότητα που την αγαπούν, διότι γνωρίζουν πως αν γίνει σωστά το αποτέλεσμά της είναι άξιο θαυμασμού. Έτσι, αν τα σχέδια του σπιτιού ή του κτηρίου που χτίζουν τούς αρέσουν, αυτό τούς εμπνέει και τούς βγάζει το μεράκι, τη διάθεση να κοπιάσουν ακόμη περισσότερο, προκειμένου αυτό που θα προκύψει να είναι ιδιαίτερα όμορφο. Είναι, άλλωστε, εξαιρετικά σημαντικό στην κατασκευή σπιτιών, εκκλησιών και γενικότερα των κτηρίων να επιδιώκεται η αισθητική αρτιότητα, εφόσον τα ωραία κτίσματα ομορφαίνουν αφενός την ευρύτερη περιοχή και της προσδίδουν αξία, κι αφετέρου φτιάχνουν τη διάθεση των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Λειτουργούν, συνάμα, ως διαρκή ερεθίσματα για την αναζήτηση του ωραίου σε κάθε υλικό στοιχείο, αλλά και σε κάθε πράξη.

2.α. Η ύπαρξη περισσότερων διαλόγων θα επέτρεπε να ακουστούν αυτούσιες οι απόψεις κι οι σκέψεις των άλλων προσώπων, καθιστώντας παράλληλα το κείμενο πιο παραστατικό και με πιο έντονη θεατρικότητα. Οι διάλογοι, επιπλέον, θα μείωναν τη διαρκή παρέμβαση της αφηγηματικής φωνής και θα περιόριζαν έτσι τον έντονα υποκειμενικό χαρακτήρα της αφήγησης, στο πλαίσιο της οποίας όλα περνούν από τον έλεγχο και, άρα, την υποκειμενική οπτική του αφηγητή.

2.β. Ο αφηγητής του κειμένου είναι πρωτοπρόσωπος (Μ’ ένοιαζε μόνο να προκάνουμε να εκμεταλλευτούμε τις Αλκυονίδες όλες...), γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητά του να έχει απόλυτη γνώση όλων των πτυχών της ιστορίας που αφηγείται, όπως θα συνέβαινε αν ήταν τριτοπρόσωπος, παντογνώστης. Εντούτοις, έστω κι αν δεν έχει πλήρη γνώση των γεγονότων, ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει την ιστορία μέσα από τη δική του οπτική, προσδίδοντάς της το χαρακτήρα και την εγκυρότητα της προσωπικής μαρτυρίας. Ακριβώς, μάλιστα, επειδή γίνεται αντιληπτό πως πρόκειται για την καταγραφή προσωπικών βιωμάτων, αυτό καθιστά την αφήγηση πιο ενδιαφέρουσα για τον αναγνώστη.

3. Το να αγαπά κάποιος το αντικείμενο της δουλειάς του είναι εξαιρετικά σημαντικό, εφόσον αυτή η αγάπη του επιτρέπει να αντλεί ευχαρίστηση από την επαγγελματική του δραστηριότητα και τον ωθεί να επιδιώκει πάντοτε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Η καλή ή η κακή σχέση ενός ατόμου με το επάγγελμά του επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τόσο τον ίδιο όσο και τους ανθρώπους με τους οποίους τυχόν συνεργάζεται. Έτσι, ένας άνθρωπος που εργάζεται σ’ ένα χώρο από ανάγκη κι όχι γιατί αυτό που κάνει είναι κάτι που το αγαπά, αδιαφορεί επί της ουσίας για το αποτέλεσμα της δουλειάς του, ανυπομονεί να τελειώσει το ωράριό του και, εύλογα, δεν έχει καμία διάθεση να δώσει κάτι επιπλέον από το χρόνο ή την προσοχή του προκειμένου να επιτύχει ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Αυτή η κακή σχέση με το εργασιακό του αντικείμενο, μάλιστα, έχει αρνητικό αντίκτυπο τόσο στον ίδιο, εφόσον αισθάνεται πως η δουλειά του τον καταπιέζει και πως του προκαλεί δυστυχία, όσο και στους άλλους, οι οποίοι παραμένουν διαρκώς δυσαρεστημένοι από τις υπηρεσίες που τους παρέχονται. Από την άλλη, ένας άνθρωπος που αισθάνεται αγάπη για το επάγγελμά του, αντλεί ουσιαστική ευχαρίστηση από την ενασχόλησή του με αυτό, νιώθει την ανάγκη να γίνεται διαρκώς καλύτερος και προσπαθεί πάντοτε να αποδίδει στο μέγιστο των δυνατοτήτων του. Παραλλήλως, μάλιστα, η αγάπη αυτή έχει θετικό αντίκτυπο και στους αποδέκτες της επαγγελματικής του δραστηριότητας, εφόσον μένουν ικανοποιημένοι από το επίπεδο της εξυπηρέτησης κι από το γενικότερο αποτέλεσμα της δουλειάς του.

Εναλλακτικά:
3.
- Τώρα, που μπήκε με το καλό η νέα χρονιά, πέρασαν τα Θεοφάνια κι άρχισαν κι οι πρώτες Αλκυονίδες, είναι καιρός, αδερφέ μου, να ξεκινήσουμε όλοι μαζί για τη Μυτιλήνη.
- Ναι, θα πρέπει να αποχωριστούμε την αγαπημένη μας Ήπειρο, αλλά αφού είναι για δουλειά, αξίζει τον κόπο. Αλήθεια, από πότε την είχες λάβει αυτή την παραγγελιά;
- Μα, δε σου είχα πει; Από το καλοκαίρι, μήνες πριν. Τους είχα πει τότε ότι επειδή έχουν πέσει πολλά μαζί, θα πηγαίναμε με την πρώτη ευκαιρία που θα βρίσκαμε.
- Πώς και ζήτησε εμάς, σου είπε;
- Ναι, βέβαια, ήθελε, οπωσδήποτε Ηπειρώτη μάστορα για το αρχοντικό του, τον καλύτερο, όπως είπε! Δίσταζε στην αρχή, για την απόσταση, αλλά...
- Ποια απόσταση, έπρεπε να του πεις, ούτε καιρό κοιτάμε, ούτε τίποτε. Όπου είναι καλή δουλειά, πηγαίνουμε.
- Αυτό ακριβώς, απάντησα κι εγώ. Αρκετά, όμως, με τις κουβέντες πρέπει να ετοιμαστούμε, γιατί δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσουν οι Αλκυονίδες, και ξέρεις πόσο σημαντικό είναι να προλάβουμε να ρίξουμε τα θεμέλια και να το σηκώσουμε, τουλάχιστον στα δύο μέτρα.
- Έχεις, δίκιο. Θα ρωτήσω, πάντως, και τον γέροντα τι λέει για τις φετινές Αλκυονίδες. Ποιος ξέρει, μπορεί και να κρατήσουν καμπόσο!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...