Ιστορία Προσανατολισμού: Η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στο πρόβλημα των τσιφλικιών (πηγές) | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ιστορία Προσανατολισμού: Η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στο πρόβλημα των τσιφλικιών (πηγές)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Todd Klassy 
 
Ιστορία Προσανατολισμού: Η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στο πρόβλημα των τσιφλικιών (πηγές)
 
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις με τις πληροφορίες από τα κείμενα που σας δίνονται, να αναφερθείτε:
α. στο πρόβλημα των τσιφλικιών, που δημιουργήθηκε με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος (1881). (μονάδες 10)
β. στη στάση που τήρησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις απέναντι στο πρόβλημα αυτό από το 1881 έως και το 1907. (μονάδες 15)
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Στην περίοδο 1881-1895 εμφανίσθηκε στο προσκήνιο της ελληνικής κοινωνίας το πρόβλημα μιάς μεγάλης γαιοκτησίας με κέντρο τις νέο-απελευθερωμένες περιοχές της Θεσσαλίας και της Άρτας. Ως τότε το ελληνικό κράτος είχε καταπολεμήσει με συνέπεια κάθε προσπάθεια για τη συγκρότηση μεγάλης γαιοκτησίας. Όμοια είχε καταπολεμήσει τον κολληγικό τρόπο καλλιέργειας του εδάφους και είχε ευνοήσει τη μικρή ιδιοκτησία και την οικογενειακή παραγωγή. […] Με την κυβέρνηση ωστόσο Τρικούπη ήταν η πρώτη φορά που το κράτος εμφανίσθηκε να ευνοεί τη συγκρότηση μιάς μεγάλης γαιοκτησίας. Η αιτία της μεταβολής αυτής πρέπει να αναζητηθεί σε ένα εξαιρετικό γεγονός: δικαιούχοι των τσιφλικικών δικαιωμάτων στη Θεσσαλία - Άρτα δεν ήταν πια οι επαρχιακοί προύχοντες και κοτζαμπάσηδες, αλλά οι Έλληνες χρηματιστές της διασποράς. […] Ο Τρικούπης υποχρεώθηκε να καλύψει πλήρως την επιχείρηση των πλούσιων ομογενών για την τσιφλικοποίηση της Θεσσαλίας, τόσο από νομική και δικαστική άποψη, όσο και από άποψη οικονομικής πολιτικής. Το βασικό επιχείρημα που έπεισε τον Τρικούπη να ακολουθήσει αυτή την πολιτική ήταν η ιδιότητα των νέων αγοραστών των κτημάτων.
 
Κωνσταντίνος Βεργόπουλος, «Ο ανανεωμένος εθνισμός», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977, τόμος ΙΔ΄, σσ. 69-70.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Ο Δηλιγιάννης, αντίθετα, αμέσως μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας είχε καταθέσει νομοσχέδια για τη χορήγηση γης στους αγρότες, για τη δημιουργία ταμείων αγροτικής πίστης και για τη ρύθμιση της σχέσης μεταξύ τσιφλικάδων και αγροτών, τα οποία όμως προσέκρουαν στην αντίσταση των μεγαλογαιοκτημόνων και των Τρικουπικών.
 
Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936 (μετάφραση: Θόδωρος Παρασκευόπουλος), ΜΙΕΤ, Αθήνα 2004, τόμος Α΄, σ. 604.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
Η συντηρητική κυβέρνηση Θεοτόκη, ψηφίζοντας το νόμο ΒΧΗ (9 Ιουλίου του 1899) «Περί εξώσεως δυστροπούντων ενοικιαστών», παραχώρησε στους τσιφλικούχους ένα ισχυρό εργαλείο πειθάρχησης των κολίγων. Η συνεχής, όμως, όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων και η ενίσχυση της θέσης των κολίγων και των υποστηρικτών τους ώθησε την επόμενη κυβέρνηση Θεοτόκη να καταθέσει, το 1906, ένα νέο νομοσχέδιο που περιόριζε και πάλι ουσιωδώς τα δικαιώματα των κολίγων. Παρά ταύτα, και αυτή η συμβιβαστική λύση συνάντησε την αντίδραση των γαιοκτημόνων και εγκαταλείφθηκε.
 
Σωκράτης Δ. Πετμεζάς, «Αγροτική οικονομία: Τα όρια του μοντέλου αγροτικής ανάπτυξης του 19ου αιώνα», στο: Χρήστος Χατζηιωσήφ (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα: Όψεις πολιτικής και οικονομικής ιστορίας, 1900-1940, Εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2009, σ. 214.
 
Ενδεικτική απάντηση
 
α. Στον ελληνικό χώρο, το πρόβλημα της έγγειας ιδιοκτησίας δεν γνώρισε τις εντάσεις που παρατηρήθηκαν σε άλλα ευρωπαϊκά ή βαλκανικά κράτη. Η προοδευτική διανομή των εθνικών γαιών που προέκυψαν από τον επαναστατικό αγώνα του 1821-1828 δημιούργησε πλήθος αγροτών με μικρές ή μεσαίες ιδιοκτησίες. Τα λίγα εναπομείναντα «τσιφλίκια» στην Αττική και την Εύβοια δεν προκαλούσαν ιδιαίτερο πρόβλημα. Αργότερα όμως, η διεύρυνση του ελληνικού κράτους με τα Επτάνησα (1864), την Άρτα και τη Θεσσαλία (1881) έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της μεγάλης ιδιοκτησίας. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από τις πληροφορίες του Κειμένου Α, στο οποίο συμπληρώνεται πως η διαμόρφωση μεγάλων γαιοκτησιών στις περιοχές αυτές κατά την περίοδο 1881-1895 αποτελούσε μια νέα κατάσταση, καθώς μέχρι εκείνη την περίοδο το ελληνικό κράτος είχε κατορθώσει να αντιμετωπίσει δραστικά κάθε σχετική προσπάθεια δημιουργίας μεγάλων γαιοκτησιών. Κατά παρόμοιο τρόπο, μάλιστα, είχε αντισταθεί και απέναντι στην καλλιέργεια του εδάφους μέσω κολλίγων, ενθαρρύνοντας τις μικρές ιδιοκτησίες και την οικογενειακή παραγωγή.
Τα «τσιφλίκια» της Θεσσαλίας αγοράστηκαν από πλούσιους Έλληνες του εξωτερικού οι οποίοι , πέρα από το γεγονός ότι διατήρησαν τον αναχρονιστικό θεσμό των κολίγων, άσκησαν πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις για να κερδοσκοπήσουν από την παραγωγή του σιταριού. Επιδίωξαν δηλαδή την επιβολή υψηλών δασμών στο εισαγόμενο από τη Ρωσία σιτάρι, ώστε να μπορούν να καθορίζουν όσο το δυνατόν υψηλότερες τιμές για το εγχώριο, προκαλώντας μάλιστα μερικές φορές και τεχνητές ελλείψεις.
 
β. Η διαμόρφωση των μεγάλων γαιοκτησιών στις περιοχές της Άρτας και της Θεσσαλίας, όπως αυτό καταγράφεται στο Κείμενο Α, συνέπεσε με την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον Χαρίλαο Τρικούπη κατά την οποία ευνοήθηκαν για πρώτη φορά οι μεγάλες γαιοκτησίες. Ο Σ. Πετμεζάς εξηγεί πως η αιτία αυτής της ευνοϊκής στάσης συνδέεται με τη διάθεση του Τρικούπη να προσελκύσει τα κεφάλαια των Ελλήνων ομογενών στη χώρα. Έτσι, ενώ κατά το παρελθόν επίδοξοι αγοραστές μεγάλων εκτάσεων ήταν κοτζαμπάσηδες και προύχοντες των επαρχιακών περιοχών, εκείνη την εποχή αγοραστές ήταν Έλληνες χρηματιστές της διασποράς, ακριβώς δηλαδή εκείνοι στους οποίους αποσκοπούσε ο τότε πρωθυπουργός. Ως εκ τούτου ο Τρικούπης φρόντισε να καλύψει από κάθε άποψη -νομική, δικαστική, οικονομική- την επιδίωξη των πλούσιων ομογενών να οδηγήσουν τη Θεσσαλία σε καθεστώς τσιφλικοποίησης. Αντίθετες, πάντως, υπήρξαν οι προθέσεις του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, πολιτικού αντιπάλου του Τρικούπη, όπως επισημαίνει ο G. Hering (Κείμενο Β). Ο Δηλιγιάννης, ήδη από την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, επιχείρησε να χορηγήσει γη στους αγρότες, να δημιουργήσει πιστωτικά ταμεία για εκείνους και να ρυθμίσει τις σχέσεις τους με τους τσιφλικάδες, χωρίς εντούτοις να επιτύχει τον στόχο του, εφόσον βρήκε αντίσταση τόσο από τους υποστηρικτές του Τρικούπη όσο και από τους μεγαλογαιοκτήμονες. Την πολιτική του Τρικούπη ακολούθησε και ο διάδοχός του, Γεώργιος Θεοτόκης, όπως αναφέρει ο Κ. Βεργόπουλος (Κείμενο Γ). Στις 9 Ιουλίου του 1899 η κυβέρνηση Θεοτόκη ψήφισε τον νόμο ΒΧΗ «Περί εξώσεως δυστροπούντων ενοικιαστών» προκειμένου να βοηθήσει τους τσιφλικάδες να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τους κολίγους. Στην πορεία, μάλιστα, επειδή οι κοινωνικές εντάσεις συνεχίζονταν και οι κολίγοι είχαν αρχίσει να αποκτούν μεγαλύτερη στήριξη από την κοινωνία, ο Θεοτόκης, όταν επανήλθε στην πρωθυπουργία, προσπάθησε το 1906 με νέο νομοσχέδιο να λειτουργήσει συμβιβαστικά περιορίζοντας εκ νέου τα δικαιώματα των κολίγων, αλλά όχι πια με τρόπο που να εξυπηρετεί πλήρως τους γαιοκτήμονες, οι οποίοι και αντέδρασαν στην προσπάθειά του αυτή.
Οι πρακτικές όμως των πλούσιων ομογενών γαιοκτημόνων δημιούργησαν εντάσεις και οδήγησαν στην ψήφιση νόμων το 1907, οι οποίοι επέτρεπαν στην εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να απαλλοτριώνει μεγάλες ιδιοκτησίες, ώστε να μπορεί να τις διανέμει σε ακτήμονες. Η εφαρμογή τους αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση και οι τριβές που προκλήθηκαν προκάλεσαν συγκρούσεις, η πιο σημαντική από τις οποίες έγινε στο χωριό Κιλελέρ (1910). Οι εξελίξεις προχώρησαν αργά μέχρι το τέλος των Βαλκανικών πολέμων (1913), οπότε το ζήτημα έγινε πιο περίπλοκο, καθώς μέσα στα νέα όρια της χώρας υπήρχαν πλέον και μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες μεγάλων εκτάσεων.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...