Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης «Η τρελή ροδιά». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης «Η τρελή ροδιά». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Οδυσσέας Ελύτης «Η τρελή ροδιά»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Noah Katz

Οδυσσέας Ελύτης «Η τρελή ροδιά»

Το ποίημα είναι γεμάτο από αισθήματα αισιοδοξίας και εικόνες της ελληνικής φύσης, που μέσα στη φαντασία του ποιητή συμπλέκονται με τη μόνιμη εικόνα μιας τρελής ροδιάς. Αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε στροφής. Στη μεταμορφωτική της δύναμη αποδίδει ο ποιητής ό,τι βλέπει γύρω του και ό,τι αισθάνεται. Αλλά και η ίδια η ροδιά συχνά μεταμορφώνεται με τη δύναμη της φαντασίας του ποιητή.

Πρωινό ερωτηματικό
κέφι à pleine haleine

Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς
Σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της
Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο
Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου;

Όταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια
Θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια
Γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων τους, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βάζει ανύποπτη μες στα χλωρά πανέρια τους τα φώτα
Που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους, πέστε μου
Είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου;

Στη μέρα που απ’ τη ζήλια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά
Ζώνοντας τον αιώνιον ήλιο με χιλιάδες πρίσματα
Εκτυφλωτικά, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμό της
Ποτέ θλιμμένη και ποτέ γκρινιάρα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα που ανατέλλει;

Πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει στα μάκρη
Τινάζοντας ένα μαντίλι φύλλων από δροσερή φωτιά
Μια θάλασσα ετοιμόγενη με χίλια δυο καράβια
Με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε
Σ’ αμύριστες ακρογιαλιές, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που τρίζει τ’ άρμενα ψηλά στο διάφανον αιθέρα;

Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι εορτάζει
Αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαί-
μονα
Που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας
Την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια, πέστε μου είναι η τρε-
λή ροδιά
Που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας;

Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου
Πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει
Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της
Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά
Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;

à pleine haleine με γεμάτη την αναπνοή, με μια ανάσα.
στ. 2. θολωτές καμάρες: των νησιωτικών σπιτιών.
στ. 7. που ξυπνούν (οι κάμποι)· δηλ. το πρωί. Η σειρά των λέξεων: όταν τα ολόγυμνα κορίτσια θερίζουνε στους κάμπους που ξυπνούν.
στ. 11. που ξεχειλίζει κτλ.: που κάνει ν' ακούονται τα ονόματά τους σαν πλήθος από κελαηδισμούς.
στ. 14. με χιλιάδες πρίσματα: με χιλιάδες ιριδισμούς (σαν αυτούς που βλέπουμε όταν κοιτάζουμε μέσα από κρυστάλλινα πρίσματα).
στ. 19. που χαιρετάει: να συνδεθεί με το: μια θάλασσα (στ. 21).
στ. 24. που τρίζει: που κάνει να τρίζουν.
στ. 25. πανύψηλα: επίρρ. Η εικόνα του στίχου αυτού, αρκετά ασαφής· ίσως προβάλλει την κορυφή του δέντρου στο φόντο του ουρανού.

Η ευδαιμονία και η ζωτικότητα είναι δύο στοιχεία που διατρέχουν την ποιητική αυτή σύνθεση του Οδυσσέα Ελύτη και φανερώνουν τη διάθεση του ποιητή να υμνήσει την ομορφιά της ζωής, που σε πείσμα κάθε αντιξοότητας και δυσκολίας κατορθώνει να διατηρεί αλώβητα τα θέλγητρά της. Ο ποιητής ανιχνεύει τα θέλγητρα αυτά στα απλά καθημερινά δώρα της ζωής και όχι σε περιττές εκφάνσεις του ανθρώπινου βίου, όπως είναι ο υλικός πλούτος και η πολυτέλεια. Η ζωή, άλλωστε, παρέχει άφθονες αφορμές ευτυχίας ακόμη και στις πιο λιτές πτυχές του φυσικού κάλλους.

Η τρελή ροδιά: Ο τίτλος του ποιήματος μας παραπέμπει στην εικόνα ενός δέντρου που λόγω του ανέμου κινεί τα κλαδιά του ανεξέλεγκτα. Συνάμα, βέβαια, σε μεταφορικό επίπεδο αποδίδεται η ζωογόνος εκείνη δύναμη που καθιστά τη ροδιά σύμβολο της ακατάλυτης δύναμης της ζωής. Η ροδιά χαρακτηρίζεται, άρα, για την ευδαίμονα διάθεσή της∙ είναι γεμάτη ενέργεια, πάθος για ζωή και χαρά. Όπως η ζωή τείνει να συνεχίζει την πορεία της ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει, έτσι και η ροδιά διατηρεί αναλλοίωτη την ευδιαθεσία της, αφού συμβολίζει υπό μία έννοια τη διαρκή αγάπη για τη ζωή.

Πρωινό ερωτηματικό
κέφι à pleine haleine
Με την υποσημείωση αυτή που συνοδεύει τον τίτλο ο ποιητής μας φανερώνει ορισμένα βασικά στοιχεία του ποιήματος. Διευκρινίζεται, έτσι, πως όσα καταγράφει διαδραματίζονται στο πλαίσιο ενός πρωινού. Ενώ, η λέξη ερωτηματικό μας παραπέμπει στην απορία εκείνη -στο επαναλαμβανόμενο ερώτημα του ποιητή- που διατρέχει όλη τη σύνθεση, για το αν είναι η τρελή ροδιά που κάνει όλα όσα διαπιστώνει να συμβαίνουν κατά τη διάρκεια εκείνου του πρωινού.  
Η λέξη «κέφι» είναι σημαντική για την κατανόηση του συναισθηματικού κλίματος που κυριαρχεί στο ποίημα, καθώς όλες οι δράσεις που οφείλονται στην τρελή ροδιά ή αποδίδονται σε αυτή διακρίνονται για την έντονη ευδιαθεσία που φανερώνουν. Ενώ, η φράση «με μια ανάσα» υποδηλώνει πως όλα όσα αναφέρει ο ποιητής εξελίσσονται τάχιστα. Αποτελούν επί της ουσίας όσα αντικρίζει κανείς να συμβαίνουν ταυτόχρονα μόλις ξεκινά η ημέρα. Παράλληλες δράσεις και συναισθήματα, που έρχονται να αναδείξουν την έξοχη ομορφιά της φύσης και του ανθρώπινου βίου.

Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς
Σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της
Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο
Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου;

Το τοπίο που επιλέγει ο ποιητής είναι νησιώτικο και μας υπενθυμίζει τη σταθερή αγάπη του για την ομορφιά και την αγνότητα του αιγαιοπελαγίτικου χώρου. Μέσα στις ολόλευκες αυλές -διαχρονική μέριμνα των νησιωτών το ασβέστωμα των εξωτερικών χώρων του σπιτιού, που προσφέρει στην εικόνα των αιγαιοπελαγίτικων νησιών το ιδιαίτερο γνώρισμα της συνύπαρξης του λευκού με το γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού-, όπου φυσά ο θερμός νοτιάς κι ακούγεται σαν σφύριγμα το πέρασμά του από τις θολωτές κάμαρες των σπιτιών, συναντάμε την πρώτη παρουσία και επενέργεια της ζωτικής δύναμης, που εδώ παρουσιάζεται από τον ποιητή με τη μορφή της τρελής ροδιάς. Εδώ, παράλληλα, τίθεται για πρώτη φορά το ερώτημα εκείνο που, επαναλαμβανόμενο σε κάθε στροφή, λειτουργεί ως το συνεκτικό μοτίβο του ποιήματος: «πέστε μου είναι η τρελή ροδιά».
Ο ποιητής ρωτά αν την πρωινή εκείνη ώρα που φυσά ο νοτιάς είναι η τρελή ροδιά που κινείται -που τινάζεται- κάτω από το φως του ήλιου και σκορπίζει ολόγυρα το καρποφόρο γέλιο της. Η προσωποποίηση της ροδιάς που γελά και η μεταφορά σχετικά με το καρποφόρο γέλιο της, αποδίδουν την αίσθηση πως το δέντρο αυτό, όπως και κάθε δέντρο άλλωστε, εκπροσωπεί ουσιαστικά τη δύναμη και τη ζωτικότητα της φύσης. Η κίνηση του δέντρου με τους γευστικούς καρπούς, που έχουν μια ιδιαίτερη ομορφιά με το κόκκινο χρώμα τους, μοιάζουν με μια χαρωπή προσφορά της φύσης προς τους ανθρώπους.
Η κίνηση, μάλιστα, του δέντρου γίνεται άλλοτε χάρη στα πείσματα του ανέμου, όταν φυσά, δηλαδή, με ένταση, κι άλλοτε χάρη στα ψιθυρίσματά του, όταν, δηλαδή, χαμηλώνει την έντασή του. Μια διαρκής εναλλαγή ανάμεσα στην έντονη κίνηση και στην ηπιότερη, που δημιουργεί την αίσθηση πως το δέντρο έχει αποκτήσει ζωντάνια ανάλογη με αυτή που χαρακτηρίζει τις κινήσεις ενός ανθρώπου.
Ο ποιητής ρωτά τους αναγνώστες (ή ακροατές) του να του πουν αν είναι η τρελή ροδιά εκείνη που την ώρα του πρωινού, την ώρα που στην εκκλησία τελείται η ακολουθία του Όρθρου, σπαρταρά, έχοντας στα κλαδιά της νεογέννητα φύλλα∙ ένδειξη κι αυτή της διαρκούς της συμμετοχής στην αδιάκοπη συνέχεια της ζωής. Αν είναι εκείνη που ανοίγει στο φως του ήλιου μ’ ένα ρίγος θριάμβου όλα της τα χρώματα∙ αν είναι εκείνη που τρέμοντας, λόγω του πρωινού ανέμου, αποκαλύπτει στα ψηλότερα κλαδιά της όλα τα χρώματα των φύλλων και των καρπών της, συμπληρώνοντας με την παρουσία της την ομορφιά του πρωινού τοπίου.  

Όταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια
Θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια
Γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων τους, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που βάζει ανύποπτη μες στα χλωρά πανέρια τους τα φώτα
Που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους, πέστε μου
Είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου;

Η επόμενη επενέργεια της τρελής ροδιάς σχετίζεται με τα όμορφα κορίτσια που θερίζουν το πρωί στους κάμπους, μόλις αυτοί έχουν ξυπνήσει (προσωποποίηση). Τα κορίτσια παρουσιάζονται από τον ποιητή ολόγυμνα, μιας και η πολύ πρωινή ώρα που ξεκινούν τη δουλειά τους τα κρατά ακόμη σ’ επαφή με τον κόσμο των ονείρων, όπου κυκλοφορούν ελεύθερα, χωρίς τις συμβάσεις του πραγματικού κόσμου. Η εικόνα σκοπίμως συγχέει τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο, ώστε να υπάρχει η αναγκαία ελευθερία να αποδοθεί ο ερωτισμός που ανακινείται στην ψυχή του ποιητή χάρη στη θέα αυτών των δροσερών και νεανικών πλασμάτων.
Τα κορίτσια παρουσιάζονται να θερίζουν με τα ξανθά τους χέρια τριφύλλια, γεγονός που φανερώνει τη διάθεση του ποιητή να διατηρήσει το αμφίσημο των αναγνώσεων, μιας και το επίθετο «ξανθά» μας παραπέμπει περισσότερο στο χρώμα των μαλλιών. Εντούτοις, θα μπορούσε να εκληφθεί ως αναφορά στο νεανικό φωτεινό δέρμα που υπό το φως του πρωινού ήλιου δημιουργεί την εντύπωση μιας ξανθιάς, χρυσής απόχρωσης.
Τα ολόγυμνα κορίτσια την ώρα που θερίζουν, γυρίζουν τα πέρατα των ύπνων τους, αφού η σκέψη τους είναι ελεύθερη να παραμένει ακόμη στα όνειρα που μόλις πριν λίγη ώρα εγκατέλειψαν προκειμένου να βρεθούν στον κάμπο. Η νεανική ηλικία είναι, άλλωστε, στενά συνυφασμένη με την ονειροπόληση και την αδιάπτωτη ευθυμία που προκύπτει από τη συχνή επαφή με τον κόσμο της φαντασίας, και, άρα, τη διαφυγή από τις δυσκολίες ή τις τυχόν ασχήμιες του πραγματικού κόσμου.
Εδώ, βέβαια, προκύπτει και η ιδιαίτερη επενέργεια της τρελής ροδιάς, η οποία φροντίζει να γεμίζει με φως τα χλωρά τους πανέρια. Φροντίζει, δηλαδή, να προσφέρει την ελπίδα, τη ζωτικότητα, την ευθυμία και την αισιοδοξία, ως δώρα πολύτιμα για τα όμορφα αυτά κορίτσια που καλούνται να εργαστούν σκληρά. Κι είναι η τρελή ροδιά που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους∙ που γεμίζει, δηλαδή, με ομορφιά τους πρωινούς ήχους από τις συνομιλίες τους, κάνοντας τον κάμπο να αντηχεί από τις κελαηδιστές νεανικές τους φωνές.
Είναι, λοιπόν, η τρελή ροδιά που τα κάνει όλα αυτά, ρωτά, κατά τρόπο ρητορικό ο ποιητής. Είναι η τρελή ροδιά που με το μοίρασμα της χαράς, της ομορφιάς και της αισιοδοξίας μάχεται τη συννεφιά του κόσμου; Είναι η τρελή ροδιά που κατορθώνει με την επενέργειά της να καθιστά ακόμη και τις επίμοχθες στιγμές της καθημερινότητας φωτεινές και γεμάτες κέφι;

Στη μέρα που απ’ τη ζήλια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά
Ζώνοντας τον αιώνιον ήλιο με χιλιάδες πρίσματα
Εκτυφλωτικά, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμό της
Ποτέ θλιμμένη και ποτέ γκρινιάρα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα που ανατέλλει;

Η τρελή ροδιά, ωστόσο, δεν εμπλέκεται μόνο με την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων, καθώς η ζωτικότητά της και η ακατάλυτη αισιοδοξία της κάνουν ακόμη και την ίδια την ημέρα να αισθάνεται ζήλια και να προσπαθεί να την ξεπεράσει σε ομορφιά και σε θέλγητρα. Έτσι, η προσωποποιημένη και ζηλιάρα μέρα στολίζεται με φτερά εφτά διαφορετικών ειδών και κυκλώνει τον αιώνιο ήλιο με χιλιάδες πρίσματα, με χιλιάδες εκτυφλωτικά πρίσματα που διαθλούν το φως του και σχηματίζουν μια εκπληκτική πανδαισία χρωματισμών και ιριδισμών.
Εικόνα έξοχης ομορφιάς που αξιοποιεί τους συμβολισμούς των αριθμών προκειμένου να εμπλουτίσει το νόημα των στίχων. Έχουμε, έτσι, τα εφτά είδη φτερών που παραπέμπουν στα εφτά χρώματα του ουράνιου τόξου∙ τα χιλιάδες πρίσματα που παραπέμπουν στις χιλιάδες δροσοσταλίδες του πρωινού, μας και στις πλείστες υδάτινες πηγές που διαθλούν κάθε πρωί το φως του ήλιου, και στη συνέχεια τις εκατό βιτσιές, που έρχονται να αποδώσουν την ταχύτητα με την οποία κινείται η τρελή ροδιά.
Είναι, ρωτά ο ποιητής, η τρελή ροδιά που αρπάζοντας μια χαίτη, ενός υποτιθέμενου αλόγου ή ακόμη και μιας ακτίνας του ήλιου, και χτυπώντας μ’ εκατό βιτσιές σπεύδει να φέρει την ελπίδα της καινούριας ημέρας που ανατέλλει. Είναι η τρελή ροδιά που λειτουργεί ως κήρυκας της νέας ημέρας και όλων των προσδοκιών που τη συνοδεύουν, μεταφέροντας με την ακατάπαυστη ευδαιμονία της το ελπιδοφόρο μήνυμα;
Η στάση της τρελής ροδιάς απέναντι στη νέα ημέρα που ξημερώνει φανερώνει την πρόθεση του ποιητή να παρουσιάσει ένα αντίβαρο απέναντι στη θλίψη και στη γκρίνια που τόσο υπονομεύουν το νέο ξεκίνημα. Έτσι, η τρελή ροδιά ούτε θλιμμένη είναι, ούτε γκρινιάρα, αλλά υποδέχεται τη νέα μέρα αναγνωρίζοντας το πλήθος και την έκταση των ελπίδων που συνοδεύουν τον ερχομό της.    

Πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει στα μάκρη
Τινάζοντας ένα μαντίλι φύλλων από δροσερή φωτιά
Μια θάλασσα ετοιμόγενη με χίλια δυο καράβια
Με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε
Σ’ αμύριστες ακρογιαλιές, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που τρίζει τ’ άρμενα ψηλά στο διάφανον αιθέρα;
  
Η τρελή ροδιά είναι παρούσα και στο χώρο της θάλασσας, καθώς με το ξεκίνημα της νέας μέρας, που σηματοδοτεί και την εκκίνηση πλήθους νέων ταξιδιών, εμφανίζεται να χαιρετά σε όλα τα μάκρη τους ταξιδευτές τινάζοντας σαν μαντίλι τα κλαδιά της με τα φύλλα τους κι εκείνη τη δροσερή φωτιά (οξύμωρο σχήμα), που πιθανώς είναι οι κόκκινοι καρποί της υπό το φως του ήλιου.
Η τρελή ροδιά στέλνει τον πρωινό χαιρετισμό της στην ετοιμόγενη θάλασσα που φουσκωμένη όπως είναι με τον ανεξάντλητο όγκο του νερού της κυοφορεί χίλια δυο καράβια κι είναι έτοιμη να τα συντροφεύσει στο ταξίδι τους με τα κύματά της που χίλιες και δυο φορές ξεκινούν και πάνε σε ακρογιαλιές αμύριστες∙ σε ακρογιαλιές που για πρώτη φορά φτάνει κάποιος σε αυτές κι είναι άρα εντελώς ανεξερεύνητες από τους ανθρώπους.
Μήπως, λοιπόν, είναι η τρελή ροδιά που κάνει τα πανιά των πλοίων να τρίζουν μέσα στον διάφανο αέρα; Μήπως είναι η τρελή ροδιά που στέλνει το μήνυμα της αισιοδοξίας και της ευδαιμονίας ακόμη και στους ναυτικούς που έχοντας εγκαταλείψει την ασφάλεια της στεριάς καλούνται να διατρέξουν τις εκπληκτικές εκτάσεις της θάλασσας και ν’ ανακαλύψουν τόπους νέους και ανέγγιχτους;

Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι εορτάζει
Αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
Που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαί-
μονα
Που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας
Την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια, πέστε μου είναι η τρε-
λή ροδιά
Που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας;

Η τρελή ροδιά και η επενέργειά της δεν περιορίζεται μόνο στο νησιωτικό τοπίο και τη θάλασσα, μα κινείται ακόμη και στα μεγαλύτερη ύψη, όπου το γαλανό τσαμπί του ουρανού ανάβει χάρη στο φως του ήλιου και γιορτάζει τον ερχομό της νέας ημέρας, διατηρώντας τον αγέρωχο χαρακτήρα που του προσδίδει η απόστασή του από το χώρο της γης. Κι είναι ο χώρος του ουρανού γεμάτος κινδύνους, όπως αυτούς που φροντίζει να αποσοβήσει η τρελή ροδιά σπάζοντας με φως τις κακοκαιρίες που στέλνει ο δαίμονας στη μέση του κόσμου. Η αναφορά στον δαίμονα μας παραπέμπει στην τάση των αρχαίων να αποδίδουν τα δυσμενή καιρικά φαινόμενα στη δράση οργισμένων θεοτήτων.
Είναι η τρελή ροδιά εκείνη που απλώνει πέρα ως πέρα την κροκάτη τραχηλιά -το ροδόχρωμο ένδυμα- της μέρας, κοσμώντας το τοπίο με τα χρώματα της ανατολής που έχουν τόσο συχνά υμνηθεί με τραγούδια σ’ όλο τον κόσμο; Είναι η τρελή ροδιά εκείνη που με βιασύνη λύνει τα μεταξωτά ρούχα της ημέρας, προκειμένου να φανερωθεί σε όλους το άμετρο κάλλος της;  

Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου
Πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει
Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της
Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά
Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;

Η τρελή ροδιά κάνει αισθητή την παρουσία της και σε διάφορα επίπεδα του χρόνου, αφού εμφανίζεται και στα μεσοφούστανα της πρωταπριλιάς, δηλαδή την άνοιξη, αλλά και σε τζιτζίκια του δεκαπενταύγουστου, δηλαδή στην κορύφωση του καλοκαιριού, διατρέχοντας έτσι όλους τους μήνες της καλοκαιρίας. Κι ο ποιητής ρωτά, είναι η τρελή ροδιά εκείνη που παίζει, που οργίζεται και που ξελογιάζει τους ανθρώπους, αποδιώχνοντας από τη φοβέρα κι απ’ ό,τι μοιάζει απειλητικό τα μαύρα σκοτάδια; Είναι η τρελή ροδιά εκείνη που στέλνει στο στήθος του ήλιου -στο λαμπρό φως της ημέρας- μεθυστικά πουλιά και ανοίγει φτερά στο στήθος των πραγμάτων, αφαιρώντας τους το βάρος της πραγματικότητας και δίνοντάς τους την ελαφρότητα της ευδαιμονίας, ώστε καθετί σ’ αυτό τον κόσμο να αποκτά μια πιο θετική και πρόσχαρη πλευρά; Είναι η τρελή ροδιά εκείνη που ανοίγει φτερά στο στήθος των πιο βαθιών ονείρων μας, ώστε να τους δώσει τη δυνατότητα να υλοποιηθούν, παραγνωρίζοντας την απαισιοδοξίας μας που τείνει να τα κρατά δέσμια από το φόβο πως δεν πρόκειται ποτέ να πραγματοποιηθούν;
Εμφανής, η πρόθεση του ποιητή να αποδώσει στην τρελή ροδιά όλο το εύρος της δύναμης που έχουν τα πλέον θετικά συναισθήματα, όπως είναι αυτά της ελπίδας, της πίστης, της αισιοδοξίας και της βαθιάς ευδαιμονίας. Μιας δύναμης, δηλαδή, που μπορεί να αποδιώχνει το φόβο και την ανησυχία, αποκαλύπτοντας όλη την ομορφιά της ζωής και επιτρέποντας στους ανθρώπους να ονειρεύονται χωρίς δισταγμό, αφού σ’ αυτό τον κόσμο της χαράς και της ακατάπαυστης ελπίδας ακόμη και τα πιο απίθανα όνειρα έχουν τουλάχιστον το δικαίωμα να φανερωθούν, έστω κι αν δεν μπορούν πάντοτε να γίνουν πραγματικότητα. Άλλωστε, τα πιο βαθιά μας όνειρα υπάρχουν κάποτε μόνο για να λειτουργούν ως στήριγμα στις στιγμές της δυσκολίας με τη λυτρωτική τους δύναμη να αψηφούν τα όρια και τους περιορισμούς της πραγματικότητας.
Η επενέργεια της τρελής ροδιάς κορυφώνεται σ’ αυτή την στροφή, αφού η λειτουργία της δεν περιορίζεται στον εξωτερικό καλλωπισμό της φύσης, αλλά προχωρά βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων και αποδιώχνει το φόβο και τη δυσπιστία. Προσφέρει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να αντικρίζουν τα πράγματα με αισιοδοξία και τους απαλλάσσει από το βάρος της πραγματικότητας. Όλα, από τις πρακτικές δυσκολίες της πραγματικότητας μέχρι τα πιο κρυφά όνειρα, αποκτούν φτερά χάρη στην επενέργεια της τρελής ροδιάς και παύουν να είναι δέσμια των ψυχρών περιορισμών της λογικής. Οι άνθρωποι αποκτούν, έτσι, ένα βαθύ αίσθημα ελευθερίας, που τους επιτρέπει να μην καταπιέζονται από τις τρέχουσες αντιξοότητες και να διατηρούν την ελπίδα τους στην έστω μελλοντική πραγμάτωση των ονείρων και των προσδοκιών τους.   

Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996)

Φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο. Κατάγεται από τη Λέσβο. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1935 με ποιήματα στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα. Ενώ ο Γ. Σεφέρης ανανεώνει την ελληνική ποίηση επηρεασμένος από το συμβολισμό, ο Οδ. Ελύτης γράφει αφομοιώνοντας τα πιο ουσιώδη στοιχεία του υπερρεαλισμού. Από την ποιητική του παραγωγή ξεχωρίζουν οι τρεις πρώτες συλλογές του, που τα κύρια χαρακτηριστικά τους μπορούν να συνοψιστούν στα εξής: α) Το ποίημα εκφράζει μια βαθιά αίσθηση της ζωής, υγεία και νεανικό σφρίγος, που εξωτερικεύονται με τη συνεχή παράθεση απροσδόκητων εικόνων. β) Οι εικόνες συνδέονται μεταξύ τους συνειρμικά και διακρίνονται για την ανανεωμένη και συναισθηματικά φορτισμένη γλώσσα τους. Σημαντική όμως τομή στην ποιητική του γραφή αποτελεί το Άξιον Εστί, γιατί όσο κι αν διατηρεί τα βασικά συστατικά της, κατορθώνει να μετουσιώσει τα πιο γόνιμα στοιχεία της ποιητικής μας παράδοσης. Με το Άξιον Εστί αρχίζει η ώριμη περίοδος του Ελύτη. Γενικά, θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς νεοέλληνες ποιητές, που με την πλούσια φαντασία του ανανέωσε την ελληνική ποίηση. Το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας. Το έργο του: α) Ποιητικές συλλογές: Προσανατολισμοί (1940), Ήλιος ο Πρώτος (1943), Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (1945), Το Άξιον εστί (1959), Έξι και Μια Τύψεις για τον Ουρανό (1960), Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά (1971), Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας (1971), Θάνατος και Ανάσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου (χειροποίητη έκδοση του γλύπτη Κουλεντιανού, Παρίσι 1971), Το Μονόγραμμα (1972), Τα Ετεροθαλή (1974), Μαρία Νεφέλη (1978), Ο μικρός ναυτίλος (1985), Δυτικά της λύπης (1995) κ.ά. β) Δοκίμια: Ο Ζωγράφος Θεόφιλος (1973), Ανοιχτά χαρτιά (1974), Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη (1976). γ) Μεταφράσεις: Δεύτερη Γραφή (1976), μεταφράσεις ποιημάτων του Ρεμπώ, Λωτρεαμόν, Ελιάρ, Ζουβ, Ουγκαρέτι, Λόρκα, Μαγιακόφσκι. Μετέφρασε επίσης τα θεατρικά έργα: Νεράιδα του Ζιροντού, Ο Κύκλος με την Κιμωλία του Μπρεχτ και Δούλες του Ζενέ.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...