Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παράλληλο κείμενο για το ποίημα «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παράλληλο κείμενο για το ποίημα «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Θανάσης Κωσταβάρας «Μόνο με και για την αγάπη σου» παράλληλο στο «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Horacio Cardozo

Θανάσης Κωσταβάρας «Μόνο με και για την αγάπη σου» παράλληλο στο «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να επιζήσω.
Να μη χαθώ μέσα στο μαύρο δάσος.
Ν’ αψηφήσω τον άγριο σκύλο
που μ’ ακολουθεί σα’ να ‘ναι ο ίσκιος μου.

Μόνο με την Αγάπη σου.
Να χτίσω ένα άλλο πρόσωπο.
Να γίνω πάλι ένα μικρό αγόρι.
Αθώο σαν το τρεχούμενο νερό.
Και να γνωρίζω τον κόσμο
μ’ ένα καινούργιο θάμπωμα.

Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να λέω τραγούδια από άλλους, άγνωστους
τόπους.
Να γίνομαι ένας γρύλος άγρυπνος
και να κεντώ τ’ όνομα σου, με στίχους αέρινους.
Να μιλώ μόνο για σένα.
Να σε καλημερίζω μ’ έναν φοβισμένο κορυδαλλό
κρυμμένον στο στήθος μου
και να μου αποκρίνεσαι μ’ ένα ξεχασμένο μου ποίημα.

Μόνο για την Αγάπη σου.
Μπορώ να περνάω την κάθε μου μέρα
απαγγέλλοντας τους πικρούς στεναγμούς
και αγιογραφώντας τους αίνους
απ’ το μέγα θαύμα του Έρωτα.
Να σου λέω τέλος καληνύχτα
και να με παίρνεις μαζί σου, στον ύπνο σου.
Για να με σεργιανίσεις μεθυσμένον
στα μαγεμένα σου όνειρα.

Μόνο με και για την Αγάπη σου
μπορώ να γίνομαι όλο και πιο ανθρώπινος.
Να φαίνομαι όλο και λιγότερο λυπημένος.

Ο Θανάσης Κωσταβάρας στα ερωτικά του ποιήματα τονίζει την αξία και τη μοναδικότητα του ερωτικού συναισθήματος, καθώς και τη μεταμορφωτική του δύναμη. Απευθύνει τον ερωτικό του λόγο πάντοτε και μόνο προς τη σύζυγό του, παρουσιάζοντας την αδιάπτωτη ένταση της αγάπης του για τη γυναίκα αυτή που κόσμησε τη ζωή του και αποτέλεσε για τον ποιητή μια αστείρευτη πηγή ευδαιμονίας και έμπνευσης.
Η μοναδικότητα του συναισθήματος, αλλά και η πίστη στη δύναμη του έρωτα να μεταμορφώνει τη ζωή και την προσωπικότητα του ερωτευμένου ατόμου, αποτελούν θεματικές που μας παραπέμπουν στα ερωτικά ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη.  Τόσο ο Κωσταβάρας όσο και η Πολυδούρη μας προσφέρουν ποιήματα που είναι γραμμένα για έναν και μοναδικό αποδέκτη, και που υμνούν την καταλυτική επίδραση της αγάπης.
Τα δύο ποιήματα έχουν προφανείς ομοιότητες μεταξύ τους, καθώς δηλώνουν εμφατικά πως κάθε δράση και κάθε εσωτερική αλλαγή των ποιητικών υποκειμένων οφείλεται «μόνο» στην αγάπη, κι έχουν φυσικά και τα δύο έναν μοναδικό αποδέκτη, όπως προκύπτει απ’ το δεσπόζον β΄ πρόσωπο.
Επίσης, το «Μόνο με και για την αγάπη σου» έχει παραπλήσια δομή με το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» μιας και τα δύο ποιήματα βασίζονται σε στροφές που παρουσιάζουν τα αποτελέσματα ενός πρωταρχικού αιτίου, που δεν είναι άλλο από την αγάπη.
Στο ποίημα της Πολυδούρη το αίτιο αυτό διακρίνεται σε επιμέρους ενέργειες «... γιατί μ’ αγάπησες / Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου / Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν / Μόνο γιατί μ’ αγάπησες... / Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες», όπου κυριαρχεί βέβαια η βασική αιτία-ενέργεια: μόνο γιατί μ’ αγάπησες. Το ποίημα του Κωσταβάρα από την άλλη κάνει μια λεπτή διάκριση στο πρωταρχικό αίτιο ξεκινώντας τις τρεις πρώτες στροφές με το στίχο «Μόνο με την αγάπη σου», τον τέταρτο με το στίχο «Μόνο για την αγάπη σου» και τον πέμπτο με το συνδυασμό και των δύο «Μόνο με και για την αγάπη σου».
Έτσι στις τρεις πρώτες στροφές ο ποιητής παρουσιάζει όσα μπορεί να κάνει με την πολύτιμη συνδρομή της αγάπης, ενώ στην τέταρτη στροφή όσα κάνει για την αγάπη και κλείνει το ποίημα με τα αποτελέσματα που γίνονται για τη διεκδίκηση της αγάπης, αλλά με τη βοήθειά της.
Σε σχέση με τα αποτελέσματα της αγάπης, όπως αυτά καταγράφονται από τους δύο ποιητές, μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής ομοιότητες:
-          Την έκφραση του ερωτικού συναισθήματος μέσω της ποίησης. Πιο έντονα για την Πολυδούρη που τραγουδά μόνο γιατί εκείνος την αγάπησε, με πλουσιότερες αναφορές από τον Κωσταβάρα που χάρη στην αγάπη του αισθάνεται ικανός να λέει τραγούδια από ξένους τόπους, να εξυμνεί το όνομα της αγαπημένης του με αέρινους στίχους, να επιτυγχάνει μια αμφίδρομη επικοινωνία μαζί της με δικά του -έστω και ξεχασμένα- ποιήματα, να απαγγέλει τους καημούς του έρωτα, αλλά και να τον δοξάζει.
-          Τη συσχέτιση του έρωτα με τα όνειρα. Στο ποίημα της Πολυδούρη ως επιθυμία της ποιήτριας να βοηθήσει τον αγαπημένο της να διευρύνει και να εμπλουτίσει τα όνειρά του, και στο ποίημα του Κωσταβάρα ως επιθυμία του ποιητή να βρίσκεται κοντά στην αγαπημένη του ακόμη και τις στιγμές που εκείνη κοιμάται, ακολουθώντας τη στα όνειρά της, όπου μαζί θα συνέχιζαν την κοινή τους πορεία.
-          Τη μεταμορφωτική δύναμη του έρωτα: Η Πολυδούρη αισθάνεται τον εαυτό της ωραίο «σαν κρίνο ολάνοιχτο», επιτρέποντας έτσι στη δύναμη του ερωτικού συναισθήματος να την οδηγήσει σ’ ένα ψυχικό και σωματικό άνθισμα, ενώ παράλληλα χάρη στην αγάπη εκείνου στολίζεται το υπέρτατο της ύπαρξής της στέμμα, φτάνοντας στο ύψιστο εκείνο σημείο αποδοχής και αυτοπεποίθησης που της επιτρέπει να παρουσιάσει τον εαυτό της σε όλη του την πληρότητα. Αντιστοίχως, ο Κωσταβάρας αισθάνεται πως με τη βοήθεια της αγάπης της μπορεί να γίνει και πάλι ένα μικρό αγόρι, επιστρέφοντας στην αθωότητα του παρελθόντος, μιας και κοντά της δεν έχει ανάγκη να κρύβει την αγνότητα της ψυχής του. Ενώ, συνάμα, για και με την αγάπη της μπορεί να γίνεται ολοένα και πιο ανθρώπινος, αποβάλλοντας τη θλίψη και τις άμυνες που χρησιμοποιούσε απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου.
-          Την γενικότερη δύναμη του έρωτα. Η Πολυδούρη αισθάνεται κοντά στον αγαπημένο της πως η άχαρη και ανεκπλήρωτη ζωή βρίσκει την ολοκλήρωσή της, κατορθώνοντας να αντικρίσει την ομορφιά, τη χαρά και την πληρότητα που κρύβει η ζωή. Όπως ο Κωσταβάρας αισθάνεται πως μπορεί να γίνει και πάλι ένα μικρό παιδί που αντικρίζει με έκπληξη τα θαύματα τη ζωής, εκφράζοντας έτσι την αναγεννητική δύναμη του έρωτα που του επιτρέπει μια νέα θέαση της ζωής.

Οι μεταμορφώσεις στον έρωτα

Και μόνο να σε κοιτάζω.
Κι ας είναι τα μάτια μου
δυο λυπημένα πουλιά.
Κι ας χάνεται η φωνή μου
πίσω από ένα φοβισμένο χαμόγελο.
Έστω και μόνο να μ’ αξιώνεις μ’ ένα σου βλέμμα
μου φτάνει.
Μεταμορφώνομαι.
Γίνομαι αέρας να σ’ αγκαλιάζω.
Γίνομαι χάδι και ψίθυρος.
Κι αν δεν πετάω μακριά σου, αν δεν χάνομαι
είναι γιατί δεν μπορώ να φύγω από κοντά σου.
Είμαι βαθιά ριζωμένος στον Έρωτα μας.
Γίνομαι δέντρο, γεμίζω από κλώνους και φύλλα
ανθίζω σε άσπρα και κόκκινα άνθη
στολίζομαι μόνο για να σ’ αρέσω
και σαν να είμαι γεμάτος αηδόνια
σου τραγουδώ.
Σού μιλώ σε μιαν άλλη, άγνωστη γλώσσα
σου στέλνω απ’ τους αστερισμούς του ονείρου, μηνύματα.
Σ’ αγγίζω σαν χνούδι
σαν τρυφερή αύρα, σαν από κάποιο υπερκόσμιο φως.
Εγώ ο δειλός, ο σκοτεινός, ο αμήχανος
σου γράφω παθιασμένα ποιήματα.

Στο ποίημα «Οι μεταμορφώσεις στον έρωτα» του Κωσταβάρα εντοπίζουμε τη θεματική της μεταμορφωτικής δύναμης του έρωτα, θεματική που βρίσκουμε και στο «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» της Πολυδούρη.
Το ερωτικό συναίσθημα αντικρίζεται εδώ ως το κίνητρο και η δύναμη εκείνη που μεταμορφώνουν το δειλό ποιητή σ’ έναν παθιασμένο υμνητή του έρωτα. Μια δύναμη που γίνεται αντιληπτή και στο ποίημα της Πολυδούρη, όπου η ποιήτρια χάρη στην ειλικρινή αγάπη εκείνου ωριμάζει συναισθηματικά, ψυχικά και σωματικά, ξεπερνά την ανασφαλή και γεμάτη θλίψη φύση της και αποκτά μια εντελώς διαφορετική στάση απέναντι στη ζωή.
Η κοινή αυτή θεματική των δύο ποιημάτων ενισχύεται και με επιμέρους ομοιότητες. Επιγραμματικά, μπορούμε να αναφερθούμε:
- Στην έμφαση που δίνεται στο βλέμμα του αγαπημένου προσώπου (Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν / με την ψυχή στο βλέμμα - Έστω και μόνο να μ’ αξιώνεις μ’ ένα σου βλέμμα)
- Στη χρήση των λουλουδιών για να εκφράσουν οι ποιητές πόσο όμορφοι αισθάνονται χάρη στην αγάπη (είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο - ανθίζω σε άσπρα και κόκκινα άνθη / στολίζομαι μόνο για να σ’ αρέσω)
- Το τραγούδι ως ιδανικό μέσο έκφρασης της αγάπης (Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες - και σαν να είμαι γεμάτος αηδόνια / σου τραγουδώ)
- Στην ιδιαίτερη αξία που αποκτά το άγγιγμα του αγαπημένου προσώπου (Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου - Γίνομαι αέρας να σ’ αγκαλιάζω. / Γίνομαι χάδι και ψίθυρος).

Μαρία Πολυδούρη «Σεμνότης» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
John William Waterhouse

Μαρία Πολυδούρη «Σεμνότης» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Σεμνότης

Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου
κανείς δε θέλω να τη νιώσει.
Δε θα μπορούσε να τη σίμωνε
χωρίς γι’ αυτό να την πληγώσει.

Έχω ένα κρίνο, κρίνο ολάνοιχτο,
χωρίς καμιά σκιά στην όψη.
Καμιά ηδονή δεν επεθύμησε
να το φιλήσει, να το κόψει.

Έχω ένα ρόδο που ζυγιάζεται
πάνω στην ίδια του τη φλόγα,
κι είναι σα να ‘γινε ολοκαύτωμα
και να σιωπούσε και να ευλόγα.

Μια μαργαρίτα που ‘ναι αμφίβολη,
μόλο το Ναι που λέει η καρδιά της,
μόνον αφήνει να λυγίζεται
παθητικά την ομορφιά της.

Κι άλλα λουλούδια που ‘ναι σύμβολα
κι άλλα, μονάχα που μεθούνε,
μα τόσο είν’ όλα λεπτοκάμωτα
φανταστικά μόνον ανθούνε.

Την ομορφιά που κλείνω μέσα μου
κανείς ποτέ δε θα τη νιώσει.
Κι αν την πληγώσει, θα ‘ναι ανίδεος
κι ούτε γι’ αυτό θα μετανιώσει.

Ποιες διαφορές εντοπίζεται ανάμεσα στα δύο ποιήματα ως προς τη στάση της ποιήτριας απέναντι στο ερωτικό συναίσθημα;

Η Μαρία Πολυδούρη στο ποίημα «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» αναγνωρίζει την καταλυτική επίδραση που άσκησε στη ζωή της η αγάπη εκείνου και μέσα από ζεύγη ενεργειών-αποτελεσμάτων καταγράφει πώς ο έρωτας αυτός την οδήγησε στη συνειδητοποίηση της εσωτερικής της αξίας και δικαίωσε την ύπαρξή της. Το φιλί του, το βλέμμα του και η αγάπη του, προσέφεραν στην ποιήτρια μια τέτοια αίσθηση εσωτερικής πληρότητας, ώστε ακόμη και ο θάνατός του δεν στάθηκε αρκετός για να κάμψει την ένταση της επίδρασης που συνεχίζει να ασκεί στην ψυχή της. Η ποιήτρια εξυμνεί τη δύναμη της αγάπης, χωρίς να αφήνει τον πόνο της για το χαμό του αγαπημένου της να σκιάζει τα οφέλη που αποκόμισε από την αγάπη του. Ο πόνος, όχι μόνο για το θάνατο του αγαπημένου, αλλά και ως η άλλη όψη του έρωτα, δεν έχει θέση στο εξυμνητικό αυτό τραγούδι. Η ποιήτρια παραμερίζει τις αρνητικές πτυχές του συγκλονιστικού έρωτα που βίωσε κι εστιάζει την προσοχή της μόνο στο να αποδώσει τις τιμές που αναλογούν στον αγαπημένο της.

Μια διαφορετική προσέγγιση παρουσιάζεται στο ποίημα «Σεμνότης», όπου η ποιήτρια προτάσσει το φόβο της για τον πόνο που ενδέχεται να της προκαλέσει ο έρωτας και παρά την ανάγκη της να αγαπήσει και να αγαπηθεί, τον απαρνιέται. Η ποιήτρια δε θέλει κανείς να αντιληφθεί την ομορφιά που κρύβει μέσα της, καθώς θεωρεί πως όποιος κι αν την πλησίαζε δε θα μπορούσε παρά να την πληγώσει.
Η Πολυδούρη επιλέγει να περιγράψει την ομορφιά και την τρυφερότητα του εσωτερικού της κόσμου με μια σειρά συμβολισμών, όπου κάθε πτυχή του εαυτού της συμβολίζεται με κάποιο λουλούδι. Το κάλλος, η τρυφερότητα, αλλά και το εύθραυστο των λουλουδιών, κρίνεται από την ποιήτρια ως το ιδανικό ανάλογο για το ευάλωτο της υπόστασής της.
Η ψυχή της ποιήτριας είναι ένας ολάνθιστος κρίνος, άσπιλος και ανέγγιχτος από την ηδονή. Με το διαχρονικό σύμβολο της αγνότητας, τον κρίνο, η Πολυδούρη αποδίδει τη διάθεσή της να απέχει από τα καλέσματα της ηδονής, από τη σωματική δηλαδή απόλαυση του έρωτα. Την εικόνα του ολάνθιστου κρίνου, πάντως, τη χρησιμοποιεί η ποιήτρια και στο Μόνο γιατί μ’ αγάπησες, για να παρουσιάσει το άνθισμα της ψυχής της και την εσωτερική ταραχή που της προκάλεσε το αγκάλιασμα και το φιλί του αγαπημένου της. Το ερωτικό πάθος που την κυριεύει στα χέρια του αγαπημένου νέου και την κάνει να αισθάνεται ωραία κι επιθυμητή, το αποποιείται εδώ η ποιήτρια: «Καμιά ηδονή δεν επεθύμησε / να το φιλήσει, να το κόψει».
Η καρδιά της (τα συναισθήματά της), είναι ένα τριαντάφυλλο που ισορροπεί πάνω στην ίδια του τη φλόγα κι είναι μάλιστα σα να έχει καεί ολάκερο μες στη σιωπή του. Με το λουλούδι του ερωτικού πάθους, το τριαντάφυλλο, να συμβολίζει τα συναισθήματά της, η ποιήτρια τα παρουσιάζει να φλέγονται μέσα στην ίδια τους την ένταση, χωρίς να βρίσκουν τον ιδανικό αποδέκτη. Σε αντίθεση με το Μόνο γιατί μ’ αγάπησες, όπου η ποιήτρια υποτάσσεται στη δύναμή του έρωτά της και δηλώνει πως έζησε για να πληθαίνει τα όνειρα του αγαπημένου της, εδώ όλη η αγάπη που έχει στην καρδιά της αναλώνεται μάταια σε μια εσωστρεφή και ανεπίδοτη πορεία.
Το δίβουλο των λογισμών της ποιήτριας και η αδυναμία της να αποφασίσει οριστικά για το αν θα πρέπει να αφεθεί στο κάλεσμα του έρωτα, δίνονται πολύ παραστατικά με το λουλούδι της μαργαρίτας. Όπως κάθε πέταλο του λουλουδιού δίνει και μια διαφορετική απάντηση στο γνωστό παιχνίδι, έτσι και η ποιήτρια παρά την εσωτερική της διάθεση να αγαπήσει, τελικά μένει αμέτοχη απέναντι στο θαύμα της αγάπης, μη μπορώντας να καταλήξει σε μιαν απόφαση. Έτσι, ενώ στο Μόνο γιατί μ’ αγάπησες η ποιήτρια βρίσκει στην αγάπη εκείνου τη δικαίωση όλης της ύπαρξής της κι αισθάνεται πως η ζωή της ολοκληρώνεται μέσα από τον έρωτά του, εδώ τη βλέπουμε να κρατά μια έντονα διστακτική στάση απέναντι στον έρωτα.
Όλη η ομορφιά της ψυχής της κι όλα τα ευαίσθητα και λεπτεπίλεπτα λουλούδια του είναι της ανθίζουν μακριά από τα βλέμματα των άλλων ανθρώπων. Η ποιήτρια θεωρεί πως κανείς δε μπορεί και δεν πρέπει να νιώσει ποτέ την ομορφιά που κρύβει μέσα της, φοβούμενη πως αν επέτρεπε σε κάποιον να γνωρίσει την ψυχή της θα κατέληγε να την πληγώσει. Εντούτοις, στο Μόνο γιατί μ’ αγάπησες η ποιήτρια αντικρίζοντας στα μάτια του αγαπημένου της την αλήθεια των συναισθημάτων του «στολίζεται περήφανα το υπέρτατο της ύπαρξής της στέμμα». Μπροστά στην αγνή του αγάπη αισθάνεται ασφαλής και ελεύθερη να παρουσιάσει την υπόστασή της σε όλη της την ομορφιά. Γνωρίζοντας πως την αγαπά πραγματικά, δε διστάζει να του αποκαλύψει όλο το μεγαλείο της ψυχής της, αλλά και να του προσφέρει όλη τη δύναμη του έρωτά της. 

W. H. Auden «Επικήδεια μελαγχολία», ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Giulio Aristide Sartorio

W. H. Auden «Επικήδεια μελαγχολία», ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Σταματήστε όλα τα ρολόγια, κόψτε το τηλέφωνο,
Αποτρέψτε το σκυλί απ’ το να γαυγίσει μ’ ένα ζουμερό κόκαλο,
Σιγήστε τα πιάνα και με τύμπανα φιμωμένα με πανιά
Φέρτε έξω το φέρετρο, αφήστε τους πενθούντες να έρθουν.

Ας κάνουν τα αεροπλάνα, θρηνώντας, κύκλους ψηλά,
σχηματίζοντας στον ουρανό το μήνυμα: Είναι Νεκρός,
Βάλτε κρεπ φιόγκους γύρω απ’ τους λευκούς λαιμούς των ελεύθερων
περιστεριών,
Ας φορέσουν οι τροχονόμοι μαύρα βαμβακερά γάντια.

Εκείνος ήταν ο Βοριάς μου, ο Νοτιάς μου, η Ανατολή και η Δύση μου,
Η εργάσιμη εβδομάδα μου και η κυριακάτικη ξεκούρασή μου,
Το μεσημέρι μου, τα μεσάνυχτά μου, η μιλιά μου, το τραγούδι μου.
Νόμιζα ότι η αγάπη θα κρατούσε για πάντα: Έκανα λάθος.

Τ’ αστέρια δεν είναι επιθυμητά πλέον: σβήστε τα όλα.
Μαζέψτε το φεγγάρι και διαλύστε τον ήλιο.
Αδειάστε τον ωκεανό και σαρώστε τα δάση.
Γιατί τίποτε τώρα πια δεν μπορεί να ωφελήσει σε κάτι.

[Μετάφραση: Κωνσταντίνος Μάντης]

Σπύρος Κανιούρας «Σε τόνο άρρυθμο» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Richard Young 


Σπύρος Κανιούρας «Σε τόνο άρρυθμο» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

 

Σε ευθείες ασυνέχειες και συνεχόμενα
του προηγούμενου ασύνεκτου τόνου
κρύβεται η ζωή

όπως το φως στα μαλλιά σου
όπως τα χέρια σου πάνω μου
όπως τα μάτια σου στα χέρια μου
όπως τα χέρια μου στα χέρια σου
όπως τα μάτια σου στον ουρανό
όπως τα μάτια μου στα δικά σου
όπως τα μάτια μου μια στιγμή
στον ουρανό

Παύση

τέλος του γαλάζιου
τώρα αρχίζει το μπλε
τώρα θα μιλήσουν τα σύννεφα
που κρύβουν τις υγρές ευχές μας

Σε κάθετες τεμνόμενες γραμμές και
ομόηχες επαναλήψεις
στέκει η ζωή

Όπως εσύ μπρούμυτα πάνω μου
καθισμένη
Όπως εγώ πάνω σου στα δυο
Όπως χοροπηδάς στην αγκαλιά μου
Όπως λαχταρώ να βρεθώ στην αγκαλιά σου
Όπως ακούς το καρδιογράφημα
και το βλέπεις στην οθόνη
να σε επαληθεύει

Παύση
....

Οδυσσέας Ελύτης «Το Μονόγραμμα» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Richard Young

Οδυσσέας Ελύτης «Το Μονόγραμμα» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Έτσι μιλώ για σένα και για μένα

Eπειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Nα μπαίνω σαν Πανσέληνος
Aπό παντού, για το μικρό το πόδι σου μέσ’ στ’ αχανή
σεντόνια
Nα μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη
Aποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Mέσ’ από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας
στοές
Yπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε

Aκουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το "τί" και το "έ"
Tριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Tο βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά

Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Tα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Tο γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Eπειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:

Tόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Tόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Tριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Kαμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Tόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Mέσ’ στους τέσσερεις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Nα φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Nα μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι
Eπειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Eίναι νωρίς ακόμη μέσ’ στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Nα μιλώ για σένα και για μένα.

«Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»
Η Μαρία Πολυδούρη μέσα από τους στίχους της διακηρύττει πως ο μόνος λόγος για τον οποίο «τραγουδά» είναι η αγάπη εκείνου. Μια αγάπη που είχε καταλυτική επίδραση στην ψυχή της, καθώς την ώθησε σε μια πολλαπλή ωρίμανση, τόσο συναισθηματική όσο και σωματική. Η ποιήτρια κατόρθωσε, μέσα από τη δική του αγάπη, να αποδεχτεί τον εαυτό της, να γνωρίσει όλη την ομορφιά που κρύβει μέσα της και να παρουσιάσει πλέον τον εαυτό της με τη δύναμη και την αυτοπεποίθηση που της προσέφερε η επίγνωση πως εκείνος τη γνωρίζει σε βάθος και την αγαπά για αυτό ακριβώς που είναι. Η αγάπη του αποτέλεσε, επομένως, τον καθρέφτη στον οποίο μπόρεσε η ποιήτρια να δει για πρώτη φορά την πραγματική διάσταση της ομορφιάς της -εξωτερικής και εσωτερικής.
Η αγάπη εκείνου, πέραν από το γεγονός ότι υπήρξε το έναυσμα και η κυρίαρχη αιτία για την ποιητική δημιουργία της Πολυδούρη, αποτέλεσε πολύ περισσότερο το στοιχείο εκείνο που δικαίωσε την ίδια της τη ζωή. Η μέχρι πρότινος άχαρη ζωή της ποιήτριας, απέκτησε νόημα και ουσιαστική απόλαυση, από τη στιγμή που εκείνος της προσέφερε την αγάπη του. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε η ποιήτρια όχι μόνο να αισθάνεται πως εν τέλει γεννήθηκε μόνο και μόνο για να γνωρίσει την αγάπη του, αλλά και ότι τώρα που εκείνος έχει χαθεί, μπορεί και η ίδια να προσεγγίσει το δικό της τέλος χωρίς φόβο.
Οι στίχοι της Πολυδούρη εγκλείουν όλη την αγάπη που πλημμύρισε την ψυχή της ποιήτριας. Μια αγάπη, όμως, που δεν μπορεί πια να αποτελέσει το παρόν ή το μέλλον της, καθώς εκείνος έχει ήδη πεθάνει κι εκείνη σύντομα θα τον ακολουθήσει. Η αγάπη της ποιήτριας, επομένως, δίνεται με τη συγκράτηση που επιβάλλει η απουσία του αγαπημένου και αποτελεί περισσότερο το γιόρτασμα της παρουσίας του. Στο ποίημα της Πολυδούρη δεν υπάρχει η δύναμη που χαρακτηρίζει ένα πάθος στη γέννησή του, με όλη εκείνη την ορμή που του χαρίζει η προοπτική του μέλλοντος και η υπόσχεση της κοινής πορείας των ερωτευμένων.

«Το Μονόγραμμα»  (δείτε εδώ την ανάλυση του ποιήματος
Η δύναμη του ερωτικού πάθους, ιδωμένου μέσα από την προοπτική του παρόντος αλλά και του ελκυστικού κοινού μέλλοντος, μας δίνεται στους στίχους του εξαίσιου ποιήματος του Ελύτη. Ο ποιητής στο Μονόγραμμα παρουσιάζει έναν ιδιώνυμο έρωτα «Eίναι νωρίς ακόμη μέσ’ στον κόσμο αυτόν αγάπη μου / Nα μιλώ για σένα και για μένα.», που φαίνεται πως έχει κατακυριεύσει την ψυχή του και εξουσιάζει πλέον κάθε σκέψη και πράξη του. Η ορμητικότητα του πάθους που απουσιάζει από το ποίημα της Πολυδούρη, εντοπίζεται στους γεμάτους αρρενωπότητα και ζωική ορμή στίχους του Ελύτη, ο οποίος αισθάνεται πως ο έρωτας που νιώθει για την αγαπημένη του, του παρέχει τη δύναμη να υπερβεί τα ανθρώπινα μέτρα, ώστε να της χαρίσει πρωτόγνωρες εμπειρίες: «κι έχω τη δύναμη / Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω / Mέσ’ από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας / στοές».

Aκουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το "τί" και το "έ"

Στους στίχους του Ελύτη το ερωτικό πάθος, αποκτά σαρκικές διαστάσεις, στοιχείο που δεν είναι τόσο εμφανές στο τραγούδι της Πολυδούρη. Ο ποιητής δε διστάζει να υπονοήσει την ευχαρίστηση που του προσφέρει η σωματική επαφή με την αγαπημένη του, παρουσιάζοντας έτσι τον έρωτα στην πληρότητά του.

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Tο βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά

Το μοτίβο που κυριαρχεί στο Μονόγραμμα είναι η ιδέα πως ο ποιητής και η αγαπημένη του αποτελούν αλληλοσυμπληρούμενα στοιχεία. Υπό οποιαδήποτε μορφή, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, οι δυο τους θα συνυπάρχουν και ο ένας θα συμπληρώνει αρμονικά τον άλλο. Σε αντίθεση με το ποίημα της Πολυδούρη, όπου εκείνη μοιάζει να λαμβάνει περισσότερα από την αγάπη του άλλου, και όπου η δική της συνεισφορά παρουσιάζεται μόλις στην τελευταία στροφή «Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες / έζησα, να πληθαίνω / τα ονείρατά σου, ωραίε, που βασίλεψες», ο Ελύτης παρουσιάζει έναν έρωτα ισόρροπο, όπου ο ένας αποτελεί το απαραίτητο συμπλήρωμα του άλλου.

Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:
Tόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Tόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Tριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Kαμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Tόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Εκείνη αποτελεί για τον ποιητή «το νόμισμα», την απόλυτη αξία της ζωής του κι εκείνος με τη λατρεία του, με την πλήρη παράδοσή του στην παρουσία της, έρχεται να επισφραγίσει την αξία της. Για κάθε εμπειρία που πλουτίζεται με τη δική της παρουσία ή απλώς και μόνο με την επίγνωση ότι εκείνη βρίσκεται κάπου κοντά του, ο ποιητής είναι πρόθυμος να «πληρώσει». Τόσο για τη νύχτα, τόσο για τη σιγαλιά... ο ποιητής μέσα από τον έρωτά του για εκείνη, αγαπά πλέον κάθε τι γύρω του και καταθέτει, πληρώνει γι’ αυτή την αγάπη του, μέχρι που:

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Mέσ’ στους τέσσερεις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Nα φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου

Ο ποιητής δίνει τα πάντα για χάρη του έρωτα του, μέχρι που δεν έχει πια τίποτε άλλο παρά μόνο εκείνη. Η ζωή του όλη κατακυριεύεται από εκείνη, ο ποιητής παραδίνεται πλήρως στην αγαπημένη του, με τέτοια ένταση που ο έρωτας τους αυτός μοιάζει πλέον προκλητικά διαφορετικός για τους άλλους ανθρώπους.

Το ποίημα της Πολυδούρη παρουσιάζει την καταλυτική επίδραση που είχε στη ζωή της η αγάπη ενός ανθρώπου που δεν υπάρχει πια, ενώ ο Ελύτης καταγράφει το συγκλονισμό που του παρέχει ένας έρωτας που αποτελεί το κυρίαρχο παρόν στη ζωή του. Η Πολυδούρη αποτίνει φόρο τιμής στον αγαπημένο της που σφράγισε με την παρουσία του τη ζωής, ενώ ο Ελύτης μας παρουσιάζει τους κραδασμούς της ψυχής του από τον ασίγαστο έρωτα που έχει κατακυριεύσει τη ζωή του. Η κοινή βάση, βέβαια, και τον δύο ποιημάτων είναι η αγάπη για τον άλλον που με τρόπους απρόσμενους φωτίζει τη ζωή μας και προσφέρει χαρά εκεί που κάποτε υπήρχε έλλειψη και απουσία ενδιαφέροντος.

Ρίτσος – Πολυδούρη: Ερωτική συνομιλία

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Leonid Afremov

Γιάννης Ρίτσος «Σάρκινος λόγος»

Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Μὲ τρομάζει ἡ ὀμορφιά σου. Σὲ πεινάω. Σὲ διψάω.
Σοῦ δέομαι: Κρύψου, γίνε ἀόρατη γιὰ ὅλους, ὁρατὴ μόνο σ᾿ ἐμένα.
Καλυμμένη ἀπ᾿ τὰ μαλλιά ὡς τὰ νύχια τῶν ποδιῶν μὲ σκοτεινὸ διάφανο πέπλο
διάστικτο ἀπ᾿ τοὺς ἀσημένιους στεναγμοὺς ἐαρινῶν φεγγαριῶν.

Ο ποιητής αφήνεται απόλυτα στον ερωτικό του πόθο και αποζητά την αγαπημένη του ως απάντηση σε κάθε του ανάγκη. Μια ερωτική επιθυμία ακόρεστη και εγωιστική που ωθεί τον ποιητή να ικετεύσει την αγαπημένη του να υπάρχει μόνο για εκείνον, κρυμμένη μ’ ένα πέπλο γεμάτο στεναγμούς ανοιξιάτικων φεγγαριών. Η εμφανώς ρομαντική έκκληση του ποιητή, έρχεται εδώ να καλύψει την κατ’ ουσία τρομακτική ένταση του πάθους που κυριεύει τη σκέψη του και τον οδηγεί σε μια απαίτηση πέρα για πέρα παράλογη: «Κρύψου, γίνε αόρατη για όλους». Η ανάγκη του ερωτευμένου ποιητή να έχει την αγαπημένη του, μόνο για εκείνον, μακριά από τα βλέμματα των άλλων ανθρώπων, μακριά από τις βέβηλες σκέψεις τους, αποκαλύπτει ένα ερωτικό πάθος στην κορύφωσή του.
Η δύναμη του έρωτα που διατρέχει τη σκέψη του ποιητή είναι παρούσα και στον ερωτικό λόγο της Πολυδούρη: «Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου / μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα, / μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο / κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα». Η ποιήτρια συγκλονίζεται από την καταλυτική επίδραση του ερωτικού αγγίγματος του αγαπημένου της και βιώνει διαχρονικά την ταραχή που ο πόθος αυτός προκάλεσε στην ψυχή της. Όπως ο ποιητής αισθάνεται την ανάγκη να κυριεύσει και να κυριευτεί πλήρως από την παρουσία της αγαπημένης του, έτσι και η ποιήτρια αισθάνεται την ψυχή της να έχει παραδοθεί πλήρως σ’ εκείνον, βιώνοντας παράλληλα και την ερωτική της ωρίμανση, την άνθιση της ομορφιάς της μόνο για χάρη του, μόνο για το δικό του κοίταγμα.

Οἱ πόροι σου ἐκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ἰμερόεντα.
Ἀρθρώνονται ἀπόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιὲς ἐκρήξεις ἀπ᾿ τὴ πράξη τοῦ ἔρωτα.
Τὸ πέπλο σου ὀγκώνεται, λάμπει πάνω ἀπ᾿ τὴ νυχτωμένη πόλη μὲ τὰ ἠμίφωτα μπάρ,
τὰ ναυτικὰ οἰνομαγειρεῖα.
Πράσινοι προβολεῖς φωτίζουνε τὸ διανυκτερεῦον φαρμακεῖο.
Μιὰ γυάλινη σφαῖρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία τῆς ὑδρογείου.
Ὁ μεθυσμένος τρεκλίζει σὲ μία τρικυμία φυσημένη ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοὴ τοῦ σώματός σου.
Μὴ φεύγεις. Μὴ φεύγεις. Τόσο ὑλική, τόσο ἄπιαστη.
Ἕνας πέτρινος ταῦρος πηδάει ἀπ᾿ τὸ ἀέτωμα στὰ ξερὰ χόρτα.
Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ἀνεβαίνει τὴ ξύλινη σκάλα κρατώντας μιὰ λεκάνη μὲ ζεστὸ νερό.
Ὁ ἀτμὸς τῆς κρύβει τὸ πρόσωπο.

Η ομορφιά της αγαπημένης γυναίκας, ο ερωτισμός που αποπνέει το σώμα της, η απόλαυση της ερωτικής πράξης, καταλαμβάνουν πλήρως την υπόσταση του ποιητή και του δημιουργούν την αίσθηση πως η αγαπημένη του κυριαρχεί και επηρεάζει όλον τον κόσμο γύρω του. Το πέπλο της λάμπει πάνω απ’ όλη την πόλη και η αναπνοή του σώματός της προκαλεί τρικυμία. Η παρουσία της αγαπημένης γυναίκας ελέγχει τόσο τον ίδιο τον ποιητή, όσο και τον κόσμο γύρω του. Η μορφή της είναι ικανή να δώσει ζωή στ’ άψυχα και να αποδώσει μια ερωτική αίσθηση σε κάθε πράξη, όπου κι αν αυτή συμβαίνει. Γι’ αυτό και η έκκληση του ποιητή περιέχει τη δύναμη του ερωτικού του συναισθήματος στην απόλυτη έντασή του: «Μη φεύγεις. Μη φεύγεις». Ο ποιητής αδυνατεί να σκεφτεί τη ζωή του μακριά της, τώρα που εκείνη έχει ζωντανέψει τα πάντα γύρω του και έχει χρωματίσει καθετί με τη δική της ομορφιά και το δικό της ερωτισμό.
Η αίσθηση ότι το αγαπημένο πρόσωπο με την παρουσία του και μόνο δίνει νόημα σε πράξεις και γεγονότα που κάποτε έμοιαζαν αδιάφορα, δηλώνεται και στο ποίημα της Πολυδούρη: «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα / γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη / στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη / μένα η ζωή πληρώθη». Η ποιήτρια βιώνει την παρουσία του αγαπημένου της ως το γεγονός που ήρθε και φώτισε τη ζωή της, παρέχοντάς της τη δυνατότητα να διακρίνει την ομορφιά που κρύβεται στην καθημερινή και φαινομενικά άχαρη ζωή. Ο έρωτάς του αποτέλεσε το έναυσμα ώστε να ανακαλύψει πόση χαρά μπορεί να αντληθεί από τη ζωή. Η ζωή ιδωμένη ως χώρος κοσμημένος από την παρουσία του αγαπημένου της προσώπου αποκτά αίφνης μια νέα ομορφιά και προσφέρει στην ποιήτρια για πρώτη φορά την αίσθηση πως κάθε προσδοκία και ελπίδα της βρήκαν την εκπλήρωσή τους.

Ψηλὰ στὸν ἀέρα ἕνα ἀνιχνευτικὸ ἑλικόπτερο βομβίζει σὲ ἀόριστα σημεῖα.
Φυλάξου. Ἐσένα ζητοῦν. Κρύψου βαθύτερα στὰ χέρια μου.
Τὸ τρίχωμα τῆς κόκκινης κουβέρτας ποὺ μᾶς σκέπει, διαρκῶς μεγαλώνει.
Γίνεται μία ἔγκυος ἀρκούδα ἡ κουβέρτα.
Κάτω ἀπὸ τὴ κόκκινη ἀρκούδα ἐρωτευόμαστε ἀπέραντα,
πέρα ἀπ᾿ τὸ χρόνο κι ἀπ᾿ τὸ θάνατο πέρα, σὲ μιὰ μοναχικὴ παγκόσμιαν ἕνωση.
Τί ὄμορφη ποὺ εἶσαι. Ἡ ὀμορφιά σου μὲ τρομάζει.
Καὶ σὲ πεινάω. Καὶ σὲ διψάω. Καὶ σοῦ δέομαι: Κρύψου.


Η ανάγκη του ποιητή να κρατήσει την αγαπημένη του μόνο για εκείνον, προφυλάσσοντάς την από τον υπόλοιπο κόσμο, επανέρχεται καθώς ο ποιητής αισθάνεται πως δεν μπορεί να την κρατά διαρκώς κοντά του, χωρίς η απουσία της να γίνει αισθητή και οι άλλοι άνθρωποι να την αναζητήσουν. Ο ποιητής κρατά για μιαν ακόμη φορά κοντά του την αγαπημένη του, κρύβοντάς την κάτω από την κουβέρτα τους, που έρχεται να γίνει το καταφύγιό τους. Το ζευγάρι ερωτεύεται απέραντα, με την ελπίδα πως η αγάπη τους θα τους οδηγήσει μαζί πέρα από το χρόνο και πέρα ακόμη κι από το θάνατο. Η ένταση της αγάπης δίνει στον ποιητή τη δυνατότητα να σκεφτεί, να ονειρευτεί, και να αποζητήσει μια αγάπη που μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και το βασικό εμπόδιο της θνητότητας και να υπάρξει για πάντα, πέρα από τα όρια του χρόνου. Είναι τέτοια η ένταση του ερωτικού συναισθήματος που δίνει κάποτε στους ερωτευμένους την αίσθηση πως η αγάπη τους μπορεί και πρέπει να διαρκέσει για πάντα.
Η ελπίδα πως η αγάπη μπορεί να ξεπεράσει τα όρια του χρόνου και πως μπορεί να συνοδεύσει τον άνθρωπο και στο πέρασμά του πέρα από τη ζωή έρχεται να επιβεβαιωθεί, εν μέρει, στους στίχους της Πολυδούρη, η οποία έχοντας ήδη χάσει τον αγαπημένο της και πλησιάζοντας και προς το δικό της τέλος, δηλώνει πως ο θάνατός της έρχεται χωρίς να τη φοβίζει, μόνο γιατί εκείνος τόσο ωραία την αγάπησε. Η ποιήτρια πεθαίνει γλυκά, χωρίς φόβο και χωρίς απόγνωση γιατί η αγάπη εκείνου έδωσε στη ζωή της πληρότητα και την αίσθηση της ολοκλήρωσης, ώστε το τέλος να έρχεται σε στιγμές που εκείνη δεν έχει τίποτε άλλο να επιθυμήσει.

Ε. Μπράουνιγκ: Σονέτο XLIII, Απ’ τα Πορτογαλεζικά

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Elizabeth Barrett Browning

Ε. Μπράουνιγκ: Σονέτο XLIII, Απ’ τα Πορτογαλεζικά

Πώς σ’ αγαπώ; Τους τρόπους ας μετρήσω.
Σ’ αγαπώ στο βάθος, πλάτος και ύψος
που η ψυχή μου δύναται να φτάσει, σαν ψάχνει αόρατη
να βρει το τέλος του Είναι και της Χάρης της ιδανικής.
Σ’ αγαπώ στο επίπεδο της ταπεινότερης
καθημερινής ανάγκης, κάτω απ’ τον ήλιο ή του κεριού
το φως.
Σ’ αγαπώ ελεύθερα, όπως παλεύουν οι άντρες
για το Δίκιο.
Σ’ αγαπώ αγνά, όπως απεχθάνονται τον Έπαινο.
Σ’ αγαπώ με το πάθος που έντυνα
παλιά τις λύπες μου και με την πίστη
των παιδικών μου χρόνων.
Σ’ αγαπώ με μιαν αγάπη που νόμιζα πως έχασα
μαζί με τους χαμένους μου αγίους – σ’ αγαπώ
με την ανάσα,
τα χαμόγελα, τα δάκρυα όλης της ζωής μου! – και αν
ο Θεός ορίσει,
θα σ’ αγαπώ περισσότερο μετά το θάνατο.

Ποια δύναμη έχει ο έρωτας στο ποίημα αυτό; Βρίσκετε αναλογίες με το ποίημα της Πολυδούρη;

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δεκέμβρης του 1903» παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Leonid Afremov

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δεκέμβρης του 1903» παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Ο Δεκέμβρης του 1903

Κι' αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω -
αν δεν μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια•
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στην ψυχή μου,
ο ήχος της φωνής σου που κρατώ μες στο μυαλό μου,
η μέραις του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου,
ταις λέξεις και ταις φράσεις μου πλάττουν και χρωματίζουν
εις όποιο θέμα κι' αν περνώ, όποιαν ιδέα κι' αν λέγω.

Το ερωτικό συναίσθημα που κατέχει τον ποιητή διαπερνά την καθημερινότητά του και χρωματίζει τις σκέψεις και τα λόγια του. Παρόλο που ο Καβάφης δεν αντικρίζει τον έρωτα με την ένταση που το κάνει η Πολυδούρη και παρόλο που δεν αντιλαμβάνεται το ερωτικό συναίσθημα ως δικαίωση της ζωής και της ποιητικής του δημιουργίας, εντούτοις αποδέχεται την καταλυτική επίδραση που έχει στη ζωή του, καθώς το αγαπημένο του πρόσωπο έχει κυριεύσει την ψυχή, το μυαλό, τα όνειρα, τις σκέψεις και τα λόγια του.
Η απόκρυψη που χαρακτηρίζει την εξύμνηση του έρωτα από τον Καβάφη, οφείλεται στην ιδιαιτερότητα του ερωτικού του πάθους, αλλά αυτό δεν μειώνει την αλήθεια ή την αξία των συναισθημάτων του. Αν ο ποιητής δεν μπορεί ανοιχτά να μιλήσει για τα μαλλιά, τα χείλη ή τα μάτια του αγαπημένου του, εντούτοις η σκέψη του είναι απόλυτα κυριευμένη από τον έρωτά του. Ο ποιητής αφήνεται στη δραστική επίδραση του έρωτα και κάθε του σκέψη, φράση ή ιδέα επηρεάζεται από τα συναισθήματά του, επιτρέποντας έτσι στον έρωτα να αγγίξει και να διαμορφώσει τον ποιητικό του λόγο.
«Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες», διακηρύσσει η Πολυδούρη, καθιστώντας την αγάπη ως μοναδικό κίνητρο για την ποιητική της δημιουργία. Ο Καβάφης, βέβαια, που τοποθετεί ιεραρχικά την ποίησή του υψηλότερα από κάθε τι στη ζωή του, δεν θα έφτανε ποτέ στο σημείο να δηλώσει ότι συνθέτει τα ποιήματά του μόνο για τον έρωτα, αφήνει όμως τα συναισθήματά του να διατρέξουν τη σκέψη και το λόγο του.
Το πόσο μεγάλη αξία έχει η ποίηση για τον Καβάφη φανερώνεται και από το ακόλουθο σημείωμά του (μεταφρασμένο από τα αγγλικά): «Χτες αόριστα σκέφτηκα, πέρασε από τις σκέψεις μου, η πιθανότητα της λογοτεχνικής αποτυχίας κι αισθάνθηκα ξαφνικά σαν να έφυγε από τη ζωή μου όλη η γοητεία.» Ο Καβάφης, επομένως, δεν θα έθετε ποτέ την ποίησή του αποκλειστικά στην υπηρεσία του έρωτα, όπως αυτό συμβαίνει με την Πολυδούρη, αφήνει όμως τον έρωτα να τον κυριεύσει και εκφράζει κι αυτός τα συναισθήματά του μέσα από τους στίχους του.

Γ. Αηδονόπουλος «Μόνο για την αγάπη»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Lawrence Supino

Γ. Αηδονόπουλος «Μόνο για την αγάπη»


Μόνο για την Αγάπη ας προσπεράσω
κι αυτή τη δύσκολή μου ανηφοριά,
κι ας προσπαθήσω να χαμογελάσω
σαν το λουλούδι στην καλοκαιριά…
Μόνο για την Αγάπη ίσως αξίζει
την πρώιμη μοναξιά μου ν’ αρνηθώ,
πριν, όπως το νερό, που πλημμυρίζει,
με παρασύρει μέσα στο βυθό!
Γύρω μου τάφοι, γύρω μου τα δάκρυα
κάποιων ματιών που κλάψανε πιστά.
Μα εγώ θα μείνω εδώ, σε κάποιαν άκρια,
με τα δικά μου βλέφαρα κλειστά.
Χωρίς να βλέπω τίποτα απ’ τη μπόρα,
κι ας είναι σαν το δέντρο να μαδώ.
Τώρα που όλα τριγύρω σβήνουν … Τώρα!
Μόνο για την Αγάπη, που είναι εδώ!

Πώς χαλυβδώνει η Αγάπη τον ποιητή για να ξεπεράσει τις δυσκολίες; Ποιες ομοιότητες παρατηρείτε με το ποίημα της Πολυδούρη;

Μυρτιώτισσα «Σ’ αγαπώ» ως παράλληλο για το "Μόνο γιατί μ' αγάπησες"

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Lawrence Supino

Μυρτιώτισσα «Σ’ αγαπώ»

Σ’ αγαπώ δεν μπορώ
τίποτ’ άλλο να πω
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο!

Μπρος στα πόδια σου εδώ
Με λαχτάρα σκορπώ
Τον πολύφυλλο ανθό
Της ζωής μου.

Ω μελίσσι μου, πιες
απ’ αυτόν τις γλυκές,
τις αγνές ευωδιές
της ψυχής μου!

Τα δυο χέρια μου – να!
στα προσφέρω δετά,
για να γείρεις γλυκά
το κεφάλι,

κ’ η καρδιά μου σκιρτά
κι όλη ζήλεια ζητά
να σου γίνει ως αυτά προσκεφάλι!

Και για στρώμα καλέ,
πάρε όλην εμέ-
σβήσ’ τη φλόγα σε με
της φωτιάς σου,

ενώ δίπλα σου εγώ
τη ζωή θ’ αγρικώ
να κυλάει στο ρυθμό
της καρδιάς σου!…

Σ’ αγαπώ δεν μπορώ
τίποτ’ άλλο να πω
πιο βαθύ, πιο απλό,
πιο μεγάλο!

Πώς εκφράζεται το αίσθημα του έρωτα στο παραπάνω ποίημα; Ποιες ομοιότητες παρατηρείτε με το ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη;


Η Μυρτιώτισσα όπως και η Πολυδούρη επιδιώκουν να εκφράσουν με τα ποιήματά τους τον έρωτα που αισθάνονται για τον αγαπημένο τους. Κι ενώ η Πολυδούρη εστιάζει περισσότερο στη διάρκεια του συναισθήματός της αλλά και στην έντονη επίδραση που άσκησε στη ζωή της, η Μυρτιώτισσα μας προσφέρει ένα ποίημα ερωτικής έντασης, όπου η αγάπη χρωματίζεται κυρίως από το ερωτικό πάθος της ποιήτριας.
Πιο αναλυτικά, η Μυρτιώτισσα, ξεκινά το ποίημά της με την απλή παραδοχή της αγάπης της, μη βρίσκοντας τίποτε πιο ουσιαστικό, πιο σημαντικό και πιο δυνατό να πει, πέραν από το απλό αλλά ξεκάθαρο «Σ’ αγαπώ». Με παρόμοιο τρόπο βέβαια ξεκινά και η Πολυδούρη τη σύνθεσή της, μιας και θέτει από την αρχή κιόλας το θέμα της αγάπης, με τη διαφορά ότι ενώ η Μυρτιώτισσα δηλώνει η ίδια πως αγαπά τον αποδέκτη του ποιήματος, η Πολυδούρη δηλώνει ότι γράφει το δικό της ποίημα γιατί εκείνος την αγάπησε, δίνοντας έτσι σ’ εκείνον την πρωτοβουλία αλλά και το προβάδισμα στη σχέση τους.
Στη συνέχεια η Μυρτιώτισσα προσφέρει στον αγαπημένο της τον πολύφυλλο ανθό της ζωής της, παρομοιάζοντας έτσι την ύπαρξή της με λουλούδι, όπως ακριβώς κάνει και η Πολυδούρη που δηλώνει ότι είναι ωραία σαν κρίνος ολάνοιχτος. Η ουσιαστική διαφορά εδώ είναι ότι η Πολυδούρη επιλέγει να παρομοιάσει τον εαυτό της με κρίνο, με το λουλούδι της αγνότητας δηλαδή, ενώ η Μυρτιώτισσα αναφέρεται σ’ έναν πολύφυλλο ανθό, θέλοντας να δώσει με την αναφορά στα πολλά φύλλα είτε την πάροδο ήδη πολλών χρόνων στη ζωής της είτε ότι η ζωή της είναι ήδη γεμάτη με εμπειρίες και άρα η ίδια είναι μια γυναίκα με πολύπλευρη προσωπικότητα. Άλλωστε, το ποίημα Σ’ αγαπώ, περιέχεται στη συλλογή Κίτρινες φλόγες που κυκλοφόρησε το 1925, όταν η ποιήτρια ήταν ήδη 40 ετών.
Η Μυρτιώτισσα, πάντως, προσφέρει τον ανθό της ζωής της για να μπορέσει ο αγαπημένος της να απολαύσει τις αγνές ευωδιές της ψυχής της, θέλοντας έτσι να τονίσει την αγνότητα και την ειλικρίνεια των συναισθημάτων της, τα οποία ακόμη κι αν γεννήθηκαν σε μια ώριμη ηλικία για την ποιήτρια, δε σημαίνει ότι στερούνται της αλήθειας εκείνης που θα μπορούσε να τα εξαγνίσει.
Η αναφορά στην ψυχή είναι ένα ακόμη κοινό στοιχείο των δύο ποιημάτων, καθώς και η Πολυδούρη αναφέρεται στην ψυχή της, «κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα», γεγονός που καθιστά σαφές ότι η ένταση της αγάπης είναι και για της δύο ποιήτριες τέτοια που την αισθάνονται μέχρι τα εσώτατα του είναι τους. Η Μυρτιώτισσα προσφέρει ό,τι καλύτερο υπάρχει στην ψυχή της στον αγαπημένο της και η Πολυδούρη αισθάνεται το ρίγος που της προκάλεσε το άγγιγμά του να ταράζει την ψυχή της ακόμα και τώρα που αυτός έχει χαθεί.
Κι όπως η Πολυδούρη μιλά για το άγγιγμα του αγαπημένου της, έτσι και η Μυρτιώτισσα του προσφέρει τα χέρια της για να γείρει το κεφάλι του, ενώ παράλληλα δηλώνει ότι τον αγαπά τόσο πολύ ώστε η καρδιά της ζηλεύει τα ίδια της τα χέρια, γιατί θα ήθελε αυτή να χρησιμεύσει ως προσκέφαλό του. Εδώ, σ’ αυτούς του στίχους, υπάρχει για τη Μυρτιώτισσα η υπερβολή και η απόλυτη ένταση του συναισθήματος, το οποίο στην Πολυδούρη το συναντάμε όταν λέει ότι γεννήθηκε μόνο γιατί εκείνος την αγάπησε.
Η επόμενη στροφή στην οποία η Μυρτιώτισσα καλή τον αγαπημένο της να ξαπλώσει το σώμα του στο δικό της και να σβήσει έτσι τη φλόγα του σ’ αυτήν, δεν έχει αντίστοιχό της στο ποίημα της Πολυδούρη. Το ερωτικό κάλεσμα και η υπόνοια του ερωτικού πάθους που διατρέχει το ποίημα της Μυρτιώτισσας εδώ γίνεται πια ξεκάθαρο, καθώς η ποιήτρια αισθάνεται την ανάγκη να εκφράσει όχι μόνο την αγάπη της αλλά και την ερωτική της επιθυμία. Η Πολυδούρη από την άλλη, παρόλο που κάνει λόγο για σωματική επαφή, όταν μιλά για το άγγιγμα των χεριών του, δε φτάνει στο σημείο να μιλήσει για την ερωτική της επιθυμία και για τη μεταξύ τους σαρκική επαφή.
Οι στίχοι στους οποίους η ποιήτρια λέει ότι καθώς ο αγαπημένος της θα είναι πλαγιασμένος κοντά της θα ακούει τη ζωή να περνά στο ρυθμό της καρδιάς του, μας θυμίζει την αντίστοιχη αναφορά της Πολυδούρη ότι χάρη στην αγάπη του πεθαίνει γλυκά. Η Μυρτιώτισσα θέλει να είναι πλαγιασμένη δίπλα στον αγαπημένο της και να ακούει τους χτύπους της καρδιάς του, μιας και αυτό το θα της προσέφερε χαρά και θα έδινε στη ζωή της μια ιδιαίτερη αξία καθώς θα μετρούσε το πέρασμα του χρόνου δίπλα του, στην αγκαλιά του. Ενώ, η Πολυδούρη, που έχει χάσει πια τον αγαπημένο της, είναι έτοιμη να πεθάνει χωρίς να αισθάνεται φόβο ή στενοχώρια, καθώς ο θάνατος θα της επιτρέψει να βρεθεί και πάλι κοντά του ή τουλάχιστον γιατί η παρουσία του στη ζωή της, της προσέφερε το απαραίτητο αίσθημα ολοκλήρωσης και πληρότητας, ώστε να μη φοβάται πλέον το θάνατο.
Η τελευταία στροφή του ποιήματος είναι επανάληψη της πρώτης στροφής, σε μια ενδιαφέρουσα χρήση του σχήματος κύκλου, το οποίο έρχεται να συμπεριλάβει όλο το υπόλοιπο περιεχόμενο του ποιήματος μέσα στα πλαίσια της διακήρυξης της αγάπης της ποιήτριας. Κάθε τι που ειπώθηκε από την ποιήτρια δικαιολογείται από την αγάπη που αισθάνεται για εκείνον, μια αγάπη δυνατή και απόλυτη.
Το σχήμα κύκλου το χρησιμοποιεί βέβαια και η Πολυδούρη, θέλοντας και εκείνη να εκφράσει με έμφαση τα συναισθήματά της για τον αγαπημένο της.

Μαρία Πολυδούρη "Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον" παράλληλο κείμενο για το ποίημα «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Zhang Daqian

Μαρία Πολυδούρη "Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον" παράλληλο κείμενο για το ποίημα «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον

Τι θέλω πια να δέχομαι την προστασία της Μούσας;
Να σφίγγω την καρδιά μου να δεχτεί
τις νέες αγάπες, πίστες και χαρές της,
τάχα πως είναι μοίρα μου κ' είναι και διαλεχτή!

Πάει ο καιρός που αχτιδωτό το αστέρι της ματιάς μου
έφεγγε και των θείων και των γηίνων.
Ω των παθών δεν κράτησα εγώ την ανόσια Λύρα,
εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.

Και τραγουδούσα τον καημό της άσπιλης ψυχής μου
μεσ’ στων δακρύων την ευχαριστία
κι όλη η χαρά του τραγουδιού μου ήταν, πως τη φωνή μου
θα τη δεχόταν μια βραδιά μπρος στη φτωχή του εστία.

Κι ως διάβαζα στα μάτια του κάποτε τη χαρά του,
ποια δόξα ακριβή να πω;
Στο χωρισμό μας τού ‘φερναν σα χελιδόνια οι στίχοι
μήνυμα, πως από μακριά διπλά τον αγαπώ.

Τώρα καμιά, καμιάν ηχώ δεν άφησε η φωνή μου
σπαραχτική όταν γέμισε μιας νύχτας το σκοτάδι.
Όμως όλοι φοβήθηκαν κι εγώ πιστεύω ακόμα
αληθινά πως τη βαριά χτύπησα πόρτα του Άδη.

Λοιπόν γιατί να δέχομαι το κάλεσμα της Μούσας;
Σαρκάζει η πίστη μέσα μου των θείων και των γηίνων.
Μια ανόσια Λύρα των παθών σε μένα δεν ταιριάζει.
Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.

Μαρία Πολυδούρη 1929

Το ποίημα «Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον» μπορεί να λειτουργήσει ως παράλληλο κείμενο για το ποίημα της ίδιας ποιήτριας «Γιατί μ’ αγάπησες», καθώς και στα δύο ποιήματα η Πολυδούρη διατυπώνει την άποψη ότι οι στίχοι της έχουν γραφτεί μόνο για την αγάπη εκείνου.
Το ποίημα «Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον» έχει γραφτεί το 1929, μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη κι έρχεται να εκφράσει όλη την απελπισία της ποιήτριας, η οποία δηλώνει ότι δεν έχει πια λόγο να υπηρετεί τη Μούσα, καθώς ό,τι έχει συνθέσει μέχρι τώρα το έχει συνθέσει μόνο για εκείνον, δηλαδή τον Καρυωτάκη. Από τους πρώτους κιόλας στίχους η Πολυδούρη δηλώνει ότι μοιάζει πλέον μάταιο να δέχεται την προστασία της Μούσας και να πιέζει τον εαυτό της να δεχτεί ξανά τα καλέσματα της ζωής, με τις χαρές και τους νέους έρωτες που έχει να της προσφέρει, καθώς δεν αισθάνεται πλέον πως η μοίρα της είναι να υπηρετεί την ποίηση. Ο μόνος λόγος που έγραφε ποίηση ήταν για την αγάπη εκείνου κι εκείνος δεν υπάρχει πια, οπότε το να θεωρεί τον εαυτό της ως λειτουργό της ποίησης και να πιστεύει ότι είναι τυχερή που έχει το χάρισμα να υπηρετεί την τέχνη της ποιήσεως, της φαίνεται απολύτως ανώφελο, αν όχι αστείο.
Έχει περάσει καιρός από τότε που η ματιά της ποιήτριας φώτιζε, δηλαδή μπορούσε να αντιληφθεί τόσο τα ανθρώπινα όσο και τα θεία, και μπορούσε να λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής ανάμεσα στους ανθρώπους και τους θεούς μέσω της ποίησής της. Οι στίχοι αυτοί μας παραπέμπουν στην άποψη που υπήρχε από την αρχαιότητα για τους ποιητές, ότι με τη δύναμη που τους προσφέρεται από τους θεούς μπορούν να βλέπουν πράγματα και να γνωρίζουν πράγματα που οι υπόλοιποι άνθρωποι δεν μπορούν. Οι ποιητές είχαν χάρη στη θεϊκή παρέμβαση μια ανώτερη αντίληψη κι αυτό το χάρισμα όπως μας δηλώνει η ποιήτρια το έχει χάσει εδώ και καιρό.
Παράλληλα, η ποιήτρια αποποιείται και την ερωτική έκφανση της ποίησής της, λέγοντας ότι ποτέ δε θέλησε να εκφράσει με τους στίχους της τα ανθρώπινα πάθη, τους έρωτες και οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα δεν έχει καθαγιαστεί από την αληθινή αγάπη. Κάθε τι που έγραψε, κάθε τι που εξέφρασε με την ποίησή της, απευθυνόταν σε εκείνον και είχε ως μόνο κίνητρο την αγάπη που αισθανόταν γι’ αυτόν. Αν οι ποιητές έχουν τη δυνατότητα μέσω της ποίησής τους να εκφράζουν τα πάθη που προκαλεί ο έρωτας στους ανθρώπους, η Πολυδούρη δηλώνει ότι ποτέ δεν μετείχε σ’ αυτή την εξύμνηση του έρωτα. Εκείνη έγραφε μόνο για την αγνή αγάπη που ένιωθε για εκείνον. Την αγνότητα των συναισθημάτων της που εκφράζει με το στίχο «των παθών δεν κράτησα εγώ την ανόσια Λύρα» θα την επαναβεβαιώσει λίγο μετά με τον στίχο «Και τραγουδούσα τον καημό της άσπιλης ψυχής μου». Για την Πολυδούρη είναι σημαντικό να τονιστεί η αγνότητα που περιβάλλει τον έρωτά της καθώς η σχέση της με τον Καρυωτάκη δεν προχώρησε ποτέ πέρα από την αγνή μα δυνατή ένταση ενός πλατωνικού έρωτα. Αγνότητα σωματική, αλλά κυρίως αγνότητα προθέσεων, για μια γυναίκα που αγαπά και τραγουδά, αγαπά και γράφει στίχους, μόνο με την ελπίδα ότι οι στίχοι αυτοί κάποτε θα διαβαστούν από το αγαπημένο πρόσωπο. Το μοναδικό κίνητρο για τη ποιητική της δημιουργία είναι ότι κάποιο βράδυ, στο φτωχικό του σπίτι, ο Καρυωτάκης θα διαβάσει τα ποιήματά της και θα διακρίνει την αδιάκοπη ένταση της αγάπης της. Παρά το γεγονός ότι οι δύο νέοι είχαν χωρίσει η Πολυδούρη δεν έπαψε ποτέ να είναι χωρίς μέτρο ερωτευμένη με τον Καρυωτάκη και αυτό επιχειρεί να δηλώσει μ’ αυτό το ποίημα απολογισμό για την ποιητική της τέχνη.
Ό,τι έχει δηλώσει με άκρατο λυρισμό στο «Γιατί μ’ αγάπησες», το δηλώνει εκ νέου στο ποίημα αυτό, διατηρώντας όμως μια σοβαρότητα στην έκφραση που απομακρύνει το ποίημα από την ερωτική διατύπωση και το φέρνει ακριβώς στα όρια μιας τελικής διακήρυξης ή έστω αποκήρυξης οποιουδήποτε στοιχείου θα μπορούσε να συνδυάσει τους στίχους της ποιήτριας με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή με οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα πέρα από την αγνή κι ασίγαστη αγάπη για εκείνον.
Η δικαίωση της ύπαρξής της όπως και της ποίησής της έρχεται μέσα από τη χαρά που διακρίνει στα μάτια του αγαπημένου προσώπου. Τη χαρά αυτή δε θα μπορούσε να τη συγκρίνει με καμία άλλη δόξα, καθώς για εκείνη τίποτε τόσο πολύτιμο δε θα μπορούσε να υπάρξει, όσο η χαρά που μοιράστηκε μαζί του. Ακόμα και τις στιγμές του χωρισμού τους οι στίχοι της αποτελούσαν μηνύματα ελπίδας για εκείνον, ότι η αγάπη της όχι μόνο συνεχίζεται αλλά έχει μεγαλώσει σε ένταση. Είτε είναι κοντά του και μπορεί να απολαμβάνει τη χαρά που καθρεφτίζεται στα μάτια του είτε είναι μακριά του, η ποίησή της γράφεται μόνο για εκείνον.
Τώρα που γράφει αυτούς τους στίχους δεν έχει μείνει κανένας αντίλαλος, κανένα ίχνος της κραυγής που έβγαλε η ποιήτρια όταν έμαθε για το θάνατο του αγαπημένου της. Ο πόνος της δεν είναι πια ορατός, αλλά όπως κι όσοι την άκουσαν να θρηνεί, έτσι κι η ίδια γνωρίζει ότι η ένταση του πόνου που αισθάνθηκε ήταν τέτοια που δεν μπορεί παρά να την έφερε πιο κοντά στο θάνατο. Όπως ακριβώς εκείνος δικαίωσε την ποιητική της τέχνη, όπως έδωσε νόημα στη ζωή της, έτσι και τώρα με το θάνατό του της δείχνει το δρόμο και τη φέρνει πιο κοντά στο τέλος της.
Άλλωστε, όπως μας λέει η ποιήτρια στο κλείσιμο του ποιήματος, γιατί να δέχεται το κάλεσμα της Μούσας, γιατί να γράφει, γιατί να ενδώσει στα ανόσια πάθη και εν τέλει γιατί να συνεχίσει να ζει αφού τα τραγούδια της ήταν μόνο για εκείνον. Χωρίς εκείνον η τέχνη της χάνει το νόημά της και η ποιήτρια δηλώνει ότι δεν έχει πια απολύτως κανένα λόγο να συνεχίσει να υπηρετεί την ποιητική δημιουργία. Όπως πολύ όμορφα το έχει πει η ίδια: Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες...

Μαρία Πολυδούρη «Κοντά σου»

Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι.
Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως.
Στου νου μας τη χρυσόβεργην ανέμη
ο ρόδινος τυλιέται στοχασμός.

Κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει
που αντιφεγγίζουν μάτια τρυφερά
κ’ αν κάποτε μιλάμε, αναφτεριάζει,
πλάι μας κάπου η άνεργη χαρά.

Κοντά σου η θλίψη ανθίζει σα λουλούδι
κι’ ανύποπτα περνά μές στη ζωή.
Κοντά σου όλα γλυκά κι’ όλα σα χνούδι,
σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή.

Ως παράλληλο κείμενο για το ποίημα «Γιατί μ’ αγάπησες» μπορεί επίσης να τεθεί το ποίημα «Κοντά σου», το οποίο εκφράζει με λυρισμό και πολλές ενδιαφέρουσες εικόνες τα συναισθήματα της ποιήτριας για το αγαπημένο της πρόσωπο. Κάθε τι κοντά του αποκτά μια ιδιαίτερη γαλήνη, ζεστασιά, ασφάλεια και εν γένει όλα γίνονται όμορφα όταν εκείνος βρίσκεται κοντά της. Τα συναισθήματα αυτά έρχονται να συμπληρώσουν την άποψη που εκφράζεται στο «Γιατί μ’ αγάπησες» όπου η ποιήτρια δικαιώνει την ύπαρξή της καθώς και την ποιητική της δημιουργία χάρη στην αγάπη εκείνου.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...