Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Περίληψη κειμένου [Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Robert Jahns

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Περίληψη κειμένου [Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών]

Πώς οδηγούμαι στην περίληψη:

- Αν η περίληψη που πρόκειται να γράψουμε είναι εκτενής, τότε βασιζόμαστε στη θεματική περίοδο και στις σημαντικές λεπτομέρειες κάθε παραγράφου του κειμένου, από το οποίο θα προέλθει η περίληψη.

- Αν η περίληψη θα είναι συνοπτική, τότε βασιζόμαστε στους πλαγιότιτλους των παραγράφων ή των ευρύτερων νοηματικών ενοτήτων.

- Από το διάγραμμα ενός κειμένου μπορεί επίσης να προκύψει περίληψη του ίδιου κειμένου, συνοπτική η εκτενέστερη, οπότε αξιοποιούμε αναλόγως λιγότερα ή περισσότερα από τα στοιχεία που αποτυπώνει το διάγραμμα.

Έστω, λοιπόν, ότι έχουμε ένα κείμενο, από το οποίο θέλουμε να κρατήσουμε περίληψη.

- Στην αρχή της περίληψης επισημαίνουμε το θεματικό κέντρο του κειμένου.

- Στη συνέχεια προσέχουμε τις διαρθρωτικές λέξεις του κειμένου από το οποίο θα προέλθει η περίληψη, προσέχουμε δηλαδή τους δείκτες της συνοχής και της συνεκτικότητας του κειμένου.

- Επισημαίνουμε, έτσι, τη συλλογιστική πορεία του συγγραφέα και την παρουσιάζουμε με τη βοήθεια κατάλληλων λέξεων, κυρίως ρημάτων, στην περίληψη που γράφουμε. Δηλαδή μπορούμε να αποδώσουμε στο δικό μας κείμενο το ξετύλιγμα της σκέψης του συγγραφέα με λέξεις όπως: (ο συγγραφέας) αναφέρει, διατυπώνει την άποψη, επισημαίνει, υποστηρίζει, τονίζει, υπογραμμίζει, προσθέτει, αναλύει, συμπεραίνει κτλ.

- Επιλέγουμε να χρησιμοποιήσουμε ενεργητική ή παθητική σύνταξη.

Σχετικά με τον τρόπο γραφής της περίληψης πρέπει να προσέξουμε τα εξής:

- Να αποφεύγουμε την υπερβολική αφαίρεση και γενίκευση δίνοντας σε σωστή αναλογία τις γενικές θέσεις και τα συγκεκριμένα παραδείγματα.

- Να μην προσπαθούμε να μιμηθούμε το ύφος του συγγραφέα, που ενδέχεται να είναι πολύ διαφορετικό από το δικό μας. Γενικά αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε αυτούσιες φράσεις του κειμένου. Στις περιπτώσεις που η περίληψη μας είναι εκτενής ή όταν το κείμενο από το οποίο προέρχεται η περίληψη περιέχει ορολογία, μπορεί να χρειαστεί να μεταφέρουμε στην περίληψη μας ορισμένες χαρακτηριστικές λέξεις /φράσεις. Εκείνο που πρέπει να προσέχουμε είναι να ενσωματωθούν οι λέξεις /φράσεις αυτές στο δικό μας κείμενο.

- Να είμαστε όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικοί, απέχοντας από κάθε είδους σχολιασμό, επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία του αρχικού κειμένου.

- Να έχουμε υπόψη μας ότι η έκταση της περίληψης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως είναι: η έκταση και η ποιότητα (συνοχή, ενότητα, οργάνωση) του κειμένου που συνοψίζουμε, ο σκοπός για τον οποίο γράφουμε, η κριτική και η αφαιρετική μας ικανότητα.

- Να κατανοήσουμε ότι ο σκοπός για τον οποίο γράφουμε την περίληψη επηρεάζει το λόγο μας, ανάλογα δηλαδή με το ποιος γράφει, σε ποιον απευθύνεται και για ποιο σκοπό μπορεί να έχουμε επίπεδο λόγου οικείο, περισσότερο επίσημο κ.ο.κ.

- Δεν πρέπει, βέβαια, να ξεχνούμε ότι η περίληψη είναι μια προσωπική δημιουργία που σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να προδίδει το πνεύμα του συγγραφέα.

Η αξιολόγηση της περίληψης κειμένου (25 μονάδες)

Η περίληψη δεν είναι ξεχωριστό γραμματειακό είδος αλλά ένας τρόπος συνοπτικής απόδοσης προϋπάρχοντος κειμένου δια της οποίας επιδιώκεται:

α) Η κατανόηση του κειμένου.
β) Η πληροφόρηση των άλλων με λιτό και σαφή τρόπο για το περιεχόμενο του κειμένου.
γ) Η διάκριση του αναγκαίου από το περιττό τόσο στο περιεχόμενο όσο και στη γλώσσα του κειμένου.
δ) Η δόμηση ενός νέου κειμένου με συνοχή και συνεκτικότητα.

Άρα η αξιολόγηση της περίληψης στις εξετάσεις του Γενικού Λυκείου είναι σκόπιμο να συνεξετάσει τρεις παραμέτρους:
α) το περιεχόμενο της περίληψης
β) τη γλώσσα και το ύφος και
γ) τη δομή του περιληπτικού κειμένου.

Το περιεχόμενο της περίληψης (0-12 μονάδες)

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η σύλληψη του νοηματικού κέντρου του κειμένου.
2. Η επιλογή των σημαντικών ιδεών - πληροφοριών του κειμένου.
3. Η πληρότητα κατανόησης του κειμένου.

Αδυναμίες στο περιεχόμενο θεωρούνται:
1. Αδυναμία κατανόησης ή απόκλιση από το νοηματικό κέντρο του κειμένου.
2. Επιλογή δευτερευουσών ιδεών-πληροφοριών σε βάρος των σημαντικών.
3. Η ατελής (μερική) κατανόηση του κειμένου.

Η γλώσσα και το ύφος της περίληψης (έκφραση) (0-8 μονάδες)

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η χρήση του κατάλληλου ύφους για τη συγκεκριμένη μορφή κειμένου (πληροφοριακό ύφος).
2. Η ικανότητα πύκνωσης του κειμένου μέσα από διάφορες τεχνικές (γενίκευση, αναδιατύπωση κ.λπ.).
3. Η ορθή χρήση της γλώσσας στο επίπεδο της ορθογραφίας, της στίξης, της σύνταξης και του λεξιλογίου.

Αδυναμίες θεωρούνται:
1. Η αξιολόγηση με την άσκηση άμεσης ή έμμεσης κριτικής-σχολιασμού στις ιδέες του κειμένου.
2. Η  αυτούσια μεταφορά λέξεων και φράσεων του αρχικού κειμένου στην περίληψη.
3. Οι αποκλίσεις από τους κανόνες της Γραμματικής και του Συντακτικού στην ορθογραφία, στη στίξη, στη σύνταξη και το λεξιλόγιο (επαναλήψεις, ασάφειες, έλλειψη ακριβολογίας κ.λπ.).

Η δομή του περιληπτικού κειμένου (0-5 μονάδες).

Θετικά στοιχεία θεωρούνται:
1. Η ικανότητα παρακολούθησης ή αναδιοργάνωσης της δομής του αρχικού κειμένου και η παρουσίαση με λογική ακολουθία των βασικών ιδεών.
2. Η σύνταξη ενός κειμένου με ομαλή ροή και συνοχή.
3. Η επιτυχής χρήση των διαρθρωτικών λέξεων ή φράσεων.

Αδυναμίες στη δομή θεωρούνται:
1. Η τυποποιημένη μεταφορά της πορείας του αρχικού κειμένου που οδηγεί σε μακροσκελή περίληψη.
2. Η άτακτη παράθεση των ιδεών-πληροφοριών του κειμένου.
3. Η έλλειψη συνοχής και αλληλουχίας μεταξύ των μερών-προτάσεων της περίληψης.

Γενική θεώρηση

Η προσπάθεια για αξιολόγηση της περίληψης με την αναλυτική μέθοδο και την πρόσθεση των επιμέρους βαθμών δεν είναι αρκετή. Χρειάζεται μια συνολική θεώρηση του γραπτού πριν την τελική βαθμολογία. Άλλωστε περιεχόμενο, μορφή (έκφραση) και δομή ουσιαστικά δεν διαχωρίζονται. Στη συνολική θεώρηση της περίληψης θα συνεκτιμηθούν για την τελική βαθμολογία όλα τα κριτήρια από την πρωτοτυπία στη συγκρότηση και το ύφος έως την εικόνα του γραπτού (καθαρογραμμένο κείμενο, ευανάγνωστη γραφή).

Συμπληρωματικές διευκρινίσεις

1. Η έκταση της περίληψης εξαρτάται από το είδος, το μέγεθος και τη δομή του δοθέντος κειμένου. Γι’ αυτό καθορίζεται κάθε φορά η ποσότητα της περίληψης σε λέξεις (π.χ. 90-120 λέξεις) ώστε να υπάρχει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί το κείμενο της περίληψης. Αυτό δε σημαίνει την αυστηρή καταμέτρηση των λέξεων από το βαθμολογητή αλλά την αξιολόγηση της ικανότητας του μαθητή να πυκνώσει -περιορίσει το κείμενό του σε συγκεκριμένα πλαίσια (ως υπέρβαση αυτών των ορίων θεωρείται η γραφή μιας περίληψης με 20 περίπου λέξεις περισσότερες). Ακόμα, η περίληψη μπορεί να γραφεί ως μία ενιαία παράγραφος ή να χωριστεί σε παραγράφους ανάλογα με το μέγεθος και το είδος του κειμένου.

2. Η περίληψη στα πλαίσια της Έκθεσης - Έκφρασης γράφεται για συγκεκριμένο σκοπό και έχει πάντα αποδέκτη. Γι’ αυτό είναι καλό να αποφεύγεται η τυποποιημένη εκφώνηση «Να γράψετε την περίληψη του κειμένου» και να υιοθετούνται πιο αναλυτικές διατυπώσεις ενταγμένες σε επικοινωνιακό πλαίσιο (παράδειγμα: Σε κυριακάτικη εφημερίδα δημοσιεύτηκε το παραπάνω άρθρο. Να ενημερώσετε την τάξη σας για το περιεχόμενό του γράφοντας μια περίληψη 100 λέξεων).

3. Η περίληψη στα πλαίσια του μαθήματος της Έκθεσης - Έκφρασης έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, οπότε η εισαγωγή της είναι προτιμότερο να ξεκινά με αναφορά στο συγγραφέα ή στο κείμενο. Μια εισαγωγή κατευθείαν από τις πληροφορίες του κειμένου είναι και αυτή αποδεκτή με τη λογική ότι ο μαθητής ταυτίζεται με το συγγραφέα του κειμένου, ο οποίος επιχειρεί να πυκνώσει το κείμενό του.

Παράδειγμα περίληψης

Η απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών

Η διαδικασία απόρριψης της ηθικής ταυτότητας του άλλου συνοδεύεται από μια χαλάρωση των συνηθισμένων ηθικών φραγμών και αντιστάσεων που διέπουν τη στάση προς τους συνανθρώπους μας. Αν ο «άλλος» αρχίζει να θεωρείται ηθικά υποδεέστερος, τότε συνειδητοποιούμε ότι έχουμε το ελεύθερο να του συμπεριφερόμαστε με τρόπους που ήταν ως τώρα απαγορευτικοί. Παράλληλα, η δυνατότητα να του προκαλούμε κάποια έστω και περιορισμένη ζημιά (λ.χ. να τον λοιδορούμε ή να τον κακομεταχειριζόμαστε) χωρίς να υφιστάμεθα καμία συνέπεια ή κύρωση επιτείνει την απαξιωτική εικόνα που έχουμε για αυτόν και προλειαίνει το έδαφος για ακόμη μεγαλύτερες βλάβες.
Θεωρώ ότι η πλειονότητα των μεταναστών στην Ελλάδα έρχεται συχνά αντιμέτωπη με μορφές συμπεριφοράς που αντικατοπτρίζουν την αντίληψη ότι οι μετανάστες ως μετανάστες είναι ηθικά κατώτεροι από τον εντόπιο πληθυσμό. Τα αρνητικά στερεότυπα που άκριτα επαναλαμβάνονται, η στυγερή οικονομική εκμετάλλευση, τα κρούσματα ρατσιστικής βίας και οι στατιστικές υποστηρίζουν αυτή την αντίληψη, παρ’ όλο που ελάχιστοι άνθρωποι θα ήταν διατεθειμένοι να ομολογήσουν δημόσια ότι την υιοθετούν.
Είναι νομίζω προφανές ότι η σοβαρότητα της σταδιακής υπονόμευσης της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών, ό,τι είδους μετανάστες και αν είναι, είναι τέτοια που ο καθένας έχει υποχρέωση να αντιταχθεί σε αυτή τη διαδικασία. Δεν θα ήθελα όμως να παραμείνω στο επίπεδο της ατομικής ευθύνης. Το ζητούμενο είναι να εντοπιστούν οι ευθύνες μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, και αυτό γιατί στον 20ό αιώνα οι μεγαλύτερες ακρότητες που υπήρξαν απόρροια της διάβρωσης της ηθικής ταυτότητας μιας πληθυσμιακής ομάδας, έχουν συντελεσθεί είτε από κρατικές δυνάμεις, είτε από παρακρατικές, είτε από δυνάμεις που είχαν εξασφαλίσει την ανοχή των επίσημων αρχών.
Πολύ συχνά ακούγεται η πρόταση ότι η πολιτεία οφείλει πρώτα να εντοπίσει τα βαθύτερα αίτια της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, του σοβινισμού και των συναφών φαινομένων που συμβάλλουν στην απόρριψη της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών, και σε αυτά να επιχειρήσει να παρέμβει. Αυτή η πρόταση φαντάζει θεωρητικά ορθή. Στην πράξη, ωστόσο, ανακύπτουν σοβαρές δυσκολίες, οι οποίες παραμένουν, ακόμα και αν υπερβούμε τις μεθοδολογικές δυσχέρειες που ενέχει η ανάδειξη των εν λόγω αιτίων. Πολλές φορές τα βαθύτερα αίτια ανάγονται σε γεγονότα του παρελθόντος που είναι φυσικώς αδύνατον να μεταβληθούν. Σε άλλες περιπτώσεις είναι τόσο γενικά και τόσο ετερογενή που θα απαιτείτο μια εκ βάθρων αναμόρφωση ολόκληρης της κοινωνίας. Από την άλλη πλευρά είναι προφανές ότι η εξάλειψη κάποιων από αυτά τα βαθύτερα αίτια πρέπει να αποτελεί ούτως ή άλλως πάγιο στόχο μιας δημοκρατικής κυβέρνησης, ακόμη και αν δεν οδηγούν στην εκδήλωση ρατσιστικής ή ξενοφοβικής συμπεριφοράς.
Για αυτούς τους λόγους θα προτιμήσω να εστιάσω την προσοχή μου στην καταπολέμηση των ίδιων των φαινομένων που περιγράφηκαν και των άμεσων συνεπειών τους. Θα μπορούσαν να επισημανθούν τουλάχιστον δύο διαφορετικές γενικές κατευθύνσεις προς τις οποίες θα ήταν απαραίτητο να στραφούν οι συντονισμένες προσπάθειες για την επίτευξη αυτού του στόχου: αποτροπή-επανόρθωση, και εκπαίδευση. Αποτροπή σημαίνει να συνειδητοποιήσουν όλοι οι πολίτες ότι η επίδειξη ακραίων και βλαπτικών ξενοφοβικών, ρατσιστικών και σοβινιστικών στάσεων με στόχο τους μετανάστες δεν θα είναι πλέον χωρίς κόστος. Η επανόρθωση αναφέρεται στην προσπάθεια νομοθετικής άρσης των αδικιών που υφίστανται αυτές οι ομάδες, στον βαθμό βέβαια που το επιτρέπουν οι δυνατότητες και το θεσμικό πλαίσιο της πολιτείας. Εκπαίδευση σημαίνει να πειστούν έμπρακτα εκείνοι που βρίσκονται σε επιδεκτικές εκπαίδευσης ηλικίες για τη σημασία και τις συνέπειες της διάβρωσης της ηθικής ταυτότητας των μεταναστών.

[Διασκευασμένο κείμενο]

Φιλήμων Παιονίδης
Επίκουρος καθηγητής ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας στο ΑΠΘ

Ο συγγραφέας του κειμένου αναφέρεται στις αρνητικές συμπεριφορές που προκύπτουν εις βάρος των μεταναστών, όταν οι άλλοι πολίτες απορρίπτουν την ηθική τους υπόσταση. Στην αρχή επισημαίνει πως η μη αναγνώριση της ηθικής αξίας του άλλου οδηγεί ευκολότερα στη μη θεμιτή αντιμετώπισή του. Φαινόμενο, άλλωστε, μεγάλης έκτασης, όπως προκύπτει από τη συνεχή οικονομική εκμετάλλευση των μεταναστών και τα περιστατικά ρατσιστικής βίας. Στη συνέχεια τονίζει πως οι ευθύνες που προέχουν είναι αυτές της δημοκρατούμενης κυβέρνησης, η οποία και οφείλει να παρέμβει αποτελεσματικά, έστω κι αν δεν είναι εύκολος ή εφικτός ο σαφής εντοπισμός των αιτών του φαινομένου. Προτείνει, μάλιστα, την εστίαση της προσπάθειας αφενός στην αποτροπή και επανόρθωση των συνεπειών του φαινομένου με τον καθορισμό κυρώσεων, και αφετέρου στην εκπαίδευση των νεώτερων μελών της κοινωνίας, ώστε να αποτραπεί πληρέστερα η διαιώνιση αυτής της κατάστασης.

[Λέξεις: 132]


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» [Τι συμβολίζει ο ουρανός στο ποίημα]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Καρακόλιθος, Ν. Βοιωτίας

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής»

Τι νομίζετε ότι συμβολίζει ο ουρανός στο ποίημα;

Ο ουρανός ήδη με την απόσταση που έχει από τον γήινο χώρο αποκτά το ρόλο ενός ανώτερου επιπέδου ύπαρξης που λειτουργεί ως ο φορέας ενός σταθερού προσανατολισμού για τους ανθρώπους. Τα αστέρια του ουρανού είναι καθοδηγητές στην πορεία των ανθρώπων∙ αποτελούν με το φως τους πηγές ελπίδας, είναι διαρκείς σύντροφοι στους αγώνες και τις δυσκολίες∙ συνιστούν με τη διαχρονικότητά τους σύμβολα για την αξία της απαντοχής. Ο ουρανός, επομένως, ως ο χώρος που περιέχει τα αστέρια, είναι συνάμα κι ο χώρος που περιέχει κάθε ιδανικό, κάθε άριστη σκέψη για το πώς της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι ένας χώρος θεϊκός που αντανακλά βέβαια και καθρεφτίζει τον πόνο των ανθρώπων, παρέχει ωστόσο παράλληλα και την εικόνα ενός ουσιαστικότερου και καθαρότερου τρόπου ζωής. Ο ουρανός συμβολίζει έτσι την ελπίδα, καθώς και την ύπαρξη μιας πιο πνευματικής ύπαρξης απαλλαγμένης από τα εγγενή ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης. Είναι το σύμβολο της αγνότητας, αλλά και το σύμβολο ενός σταθερού κελεύσματος για τη δυνατότητα που έχουν οι άνθρωποι να αλλάξουν ριζικά τους όρους διαβίωσής τους, να αποβάλουν την εχθρότητα και τη βιαιότητα, και να οδηγηθούν έτσι σε μια πορεία λύτρωσης.

Ο ποιητής για να φέρει τον ουρανό στα ανθρώπινα μέτρα, για να τον καταστήσει πιο προσιτό στην αντίληψη των ανθρώπων τον παρομοιάζει μ’ έναν κήπο, στον οποίο μπορεί κανείς να δει άφθονο αίμα και λίγο χιόνι. Ο ουρανός άρα τοποθετημένος απέναντι απ’ το χώρο των ανθρώπων καθρεφτίζει τα δεινά τους, καθρεφτίζει το αίμα των νεκρών, αλλά και το χιόνι της αγνότητας. Τους δείχνει με τον τρόπο αυτό πως παρά τα πλείστα εγκλήματα, παρά τις τεράστιες απώλειες που έχουν βιώσει, υπάρχει ωστόσο η ελπίδα να επαναφέρουν στη ζωή τους την τραυματισμένη αθωότητα. Συνάμα, στον κήπο του ουρανού συναντά κανείς και τα αστέρια, τους λαμπρούς αυτούς συνοδοιπόρους των ανθρώπων, οι οποίοι είναι εκεί πάντοτε όλα τα χρόνια της ανθρώπινης παρουσίας για να τους δείχνουν το δρόμο και να τους θυμίζουν έτσι αξίες και πρότυπα, λησμονημένα και παραγνωρισμένα ίσως, τα οποία αποτελούν όμως ικανούς ρυθμιστές για μια καίρια αναμόρφωση στην κοινωνία των ανθρώπων.

Στον ουρανό εγγράφονται όχι μόνο τα δεινά του παρόντος, αλλά και οι στιγμές αρμονικότερης διαβίωσης του παρελθόντος. Είναι ο χώρος που εμπεριέχει όλη την ιστορία της ανθρώπινης παρουσίας κι είναι έτσι ικανός να υπενθυμίζει και να παραπέμπει σε τρόπους σκέψης και δράσης που ενείχαν μια αρτιότερη ηθική. Στον ουρανό, ο οποίος για τους πιστούς αποτελεί το χώρο της θεϊκής ύπαρξης, απευθύνονται οι ικεσίες των ανθρώπων∙ στον ουρανό σχηματίζονται για τους ονειροπόλους οι εικόνες του προσδοκώμενου μέλλοντος∙ στον ουρανό τοποθετείται ό,τι άφθαρτο κι ό,τι άρτιο και ιδανικό. Λειτουργεί έτσι ως σύμβολο του θεϊκού, του επιθυμητού, αλλά και της τελειότητας που παραμένει ανέγγιχτη από τη φθορά των γήινων πραγμάτων. Αν μπορεί να υπάρξει κάτι που δεν περιέχει λάθη κι ελαττώματα, κάτι που δεν έχει φθαρεί ή υπονομευτεί από την ανθρώπινη μικροπρέπεια, απληστία και σκληρότητα, κάτι που τίθεται υψηλότερα από τη μετριότητα που χαρακτηρίζει καθετί ανθρώπινο, αυτό μπορεί να βρεθεί μόνο στην ασφαλή περιοχή του ουρανού.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως στην ποίηση του Σαχτούρη οι αναφορές στον ουρανό είναι πολύ συχνές. Ο ποιητής αξιοποιεί τον ουρανό ως ένα πολυδύναμο σύμβολο, δίνοντάς του τις περισσότερες φορές θετική έκφανση. Χαρακτηριστικό για την ιδιαίτερη αξία που κατέχει ο ουρανός για τους ανθρώπους είναι το ποίημα «Το ψωμί», στο οποίο ο ποιητής τον αντικρίζει ως μια αστείρευτη πηγή δύναμης, ελπίδας και ιδανικών.

«Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φρατζόλα ζεστό
ψωμί είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω
όμως και μία μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος κι αυτή
μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε
κομμάτια γνήσιο ο υ ρ α ν ό
κι όλοι τώρα τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πήγαιναν στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ο υ ρ α ν ό

Ας μη το κρύβουμε

διψάμε για ουρανό!»


Δημήτρης Κοσμόπουλος «Μανάκω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Austin Tott

Δημήτρης Κοσμόπουλος «Μανάκω»

Σαν έχασε και το τρίτο της παιδί στα τριανταπέντε του, γέμισε το χάλκινο τάσι ως τα χείλη ξύδι και το ήπιε. Απνευστί. Έκτοτε, πήγαινε συχνά-πυκνά στο βαρέλι του κρασιού -υπάρχει ακόμα, δρύινο- και σιωπηλή ξεχείλιζε. Την έλουζε, τη σκέπαζε η λησμονιά, περισσότερο κι από το μαύρο της μαντήλι. Μάζεψε γύρω της εγγόνια από τρεις ορφάνιες. «Ορφάνιες μου», έλεγε που και που.

Μα πιο πολύ νοιαζότανε τ’ ορφανό του πρώτου γυιού της, που ‘φυγε τελευταίος. Έμεινε έξι μηνών, στης Μάνας το βυζί. Την ημέρα της κηδείας, η νύφη της, μαύρη λαμπάδα, ήρθε να τον θηλάσει. Ο μικρός εσπάραξε στο κλάμα, της έρριξαν στους ώμους λευκό σεντόνι, καταλάγιασε το παιδί.

Μανάκω τούτο, Μανάκω κείνο, ο μικρός όλο και μεγάλωνε. Είχε ειπεί: «Όταν ψηλώσει ο ‘γγόνας μου, να φτάσει να κλειδώνει τη θύρα και να ξεκλειδώνει, τότε θα πάω κι εγώ στα παιδιά μου». Το σκαμνάκι της εκείνη, στο βαρέλι δίπλα. Της Μεταμορφώσεως, 6η του μηνός, Αύγουστος του 40, έφυγε η νύφη στη σταφίδα, τρυγούσανε. Φεύγοντας ο πεντάχρονος μικρός για την Εκκλησία, τον είδε να κλειδώνει την πάνω θύρα και να παίρνει το κλειδί. «Ξανακάνε το», είπε. Ο μικρός ξεκλείδωσε και κλείδωσε, έφυγε. Εκείνη απάγκιασε στο βαρέλι του κατωγιού.

Εγύρισε από την Εκκλησιά ο μικρός, με παντελόνι ντρίλινο καλό και πάνινα παπούτσια. «Τράβα στ’ αλώνι, φώναξε τη μάνα σου» έκανε η γρηά. «Πες της, το γιόμα θα πεθάνω, να ‘ρθει νωρίς». «Τι λες, Μανάκω;» «Τράβα!» Εκείνη στο σκαμνί.

Βγήκε ο μικρός στ’ αλώνι, φώναζε, «Μάνα έλα, η γιαγιά θα πεθάνει· έλα, τώρα...». Τσακίστηκε η χήρα, εικοσιτριώ χρονώ, να γυρίσει. «Γρηά, τι λες, τι έπαθες»;

Μετά το μεσημέρι, ζήτησε το καλό της ρούχο, μαντήλα καθαρή, έπεσε στην κλίνη. Τους μάζεψε, έδωκε την ευχή της. Ο μικρός έκλαιγε μόνον, γοερά. Σταυροκοπήθηκε. «Νύφη σ’ αφήνω το παιδί προστάτη». Χαιρέτισε πέρα τις εληές· αμπέλια και βουνά. Την ώρα που έπεφταν τ’ απόσκια, αναστέναξε και συγχωρέθηκε.

Το τάσι της, το βρήκε μέσα στο δέντρινο κασόνι ο δισέγγονός της, αρχές του 80, όταν ξανάφτιαχναν το σπίτι. Τώρα λάμπει μες στου γυαλιού τα κύματα η φωτογραφία της, τις νύχτες που λαλεί ο Γκιώνης.

Το ποίημα «Μανάκω» του Δημήτρη Κοσμόπουλου εμπεριέχεται στη συλλογή «Του νεκρού αδελφού» και αποτυπώνει με λιτό αφηγηματικό λόγο την τραγικότητα μιας εποχής∙ τραγικότητα, ωστόσο, που δε λαμβάνει τη μορφή ενός θρήνου ή μιας περιττά μελοδραματικής αντιμετώπισης όσων κάποτε συνιστούσαν συνήθη πορεία στη ζωή των ανθρώπων. Η συγκίνηση είναι εμφανής, αλλά σκοπίμως συγκρατημένη, αποδίδοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την ψυχική δύναμη και το κουράγιο που επιδείκνυαν οι άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου, που έρχονταν διαρκώς αντιμέτωποι με το θάνατο και την οδύνη της απώλειας.

Κεντρικά πρόσωπα του ποιήματος η γριά γυναίκα και ο μικρότερος εγγονός της. Η γιαγιά που αναγκάζεται να πνίξει τον πόνο της για χάρη των εγγονιών της, και το μικρό παιδί που θ’ αναγκαστεί να θυσιάσει την παιδικότητά του προκειμένου να υποκαταστήσει τον χαμένο πατέρα του. Ο χρόνος που σηματοδοτεί την εκκίνηση της πρόωρης ωρίμανσης του μικρού παιδιού μετράται και επισπεύδεται απ’ τη γριά γυναίκα, καθώς συνιστά για την ίδια το σημείο που μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της την απόλυτη εκείνη παρηγοριά, που μόνο ο θάνατος μπορεί να της προσφέρει.

Το ποίημα δομείται σε διακριτά αφηγηματικά επεισόδια, η γοργή διαδοχή των οποίων απηχεί την περιεκτική και συνοπτική αφηγηματική απόδοση της δημοτικής ποίησης. Ενώ, η επιλογή συγκεκριμένων δράσεων και αντιδράσεων των προσώπων, επιτυγχάνει την εναργή παρουσίαση της ψυχικής τους κατάστασης, αλλά και του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους.

Το «ξύδι» που πίνει απνευστί η γριά γυναίκα, όταν χάνει και το τρίτο παιδί της, υποδηλώνει εμφατικά την απόφασή της να μην αφεθεί στον πόνο που την οδηγεί στην πλήρη συναισθηματική κατάρρευση. Η τραγική μάνα γνωρίζει πως εκείνο που προέχει δεν είναι η δική της οδύνη, αλλά η φροντίδα των εγγονιών της. Κι είναι αυτή η επίγνωση που φανερώνει την άξια θαυμασμού ψυχική ωριμότητα των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι συνειδητοποιούν και αποδέχονται πως οι ίδιοι δεν αποτελούν προτεραιότητα∙ πως η δική τους ζωή και τα δικά τους συναισθήματα δεν μετρούν, μπροστά στην ανάγκη να προφυλαχθούν και να στηριχθούν οι αθώες ψυχές των μικρών παιδιών.
Η επίγνωση, ωστόσο, της ιδιαίτερης ευθύνης που έχει απέναντι στα εγγόνια της, δεν καθιστά πιο εύκολη ή λιγότερο συντριπτική την πραγματικότητα της απώλειας ενός ακόμη παιδιού. Έτσι, η μάνα προστρέχει συνεχώς στη λήθη που της προσφέρει το κρασί∙ αντέχει το πένθος της, όχι προσβλέποντας στη μέρα που θα το ξεπεράσει, αλλά αναμένοντας με καρτερία τη μέρα που θα μπορέσει ν’ αφεθεί κι η ίδια στο θάνατο, για να μπορέσει και πάλι να βρεθεί κοντά στα παιδιά της.

Αν κι έχει κοντά της ορφανά κι από τα τρία της παιδιά, εντούτοις η μεγαλύτερη έγνοια της είναι για το μικρότερο απ’ όλα, για τον γιο του πρωτότοκου παιδιού της, που έμεινε ορφανό ενώ ήταν μόλις έξι μηνών. Αναφορά που επιτρέπει στον ποιητή να παρουσιάσει το έτερο κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος, το εγγόνι εκείνο με βάση το οποίο η γριά γυναίκα θα προσδιορίσει τη χρονική έκταση που θα χρειαστεί να λάβει η αντοχή της. Μόλις το μικρό αυτό παιδί θα είναι σε θέση να κλειδώνει και να ξεκλειδώνει την πόρτα του σπιτιού, θα είναι πια αρκετά μεγάλο ώστε να γίνει ο προστάτης της ορφανεμένης οικογένειάς του, και θα είναι πια η ώρα που η ίδια θα είναι ελεύθερη ν’ απαλλαχθεί από την επώδυνη ζωή της.

Η έντονη αντίδραση του μωρού στα μαύρα ρούχα της μητέρας του -το σπαρακτικό του κλάμα- λειτουργεί συνεκτικά ανάμεσα στα δύο επεισόδια που το ίδιο λαμβάνει κύρια θέση. Το μικρό αυτό εγγόνι θα είναι το μόνο που θα κλαίει πλάι στην ετοιμοθάνατη γιαγιά του, φανερώνοντας έτσι την ιδιαίτερη ευαισθησία του απέναντι στο θάνατο. Το μικρό παιδί είναι σαν να διαισθάνεται πόσο πολύ θα επηρεάσουν οι δύο απώλειες την πορεία της ζωής του∙ ο θάνατος του πατέρα κι ο θάνατος της γιαγιάς του, θα το φέρουν αίφνης στα πέντε του χρόνια αντιμέτωπο με την ευθύνη να στηρίξει τη χήρα μάνα του.

Η ανάγκη να επισπευτεί η ωρίμανση του μικρού παιδιού αποτυπώνει εξαίρετα το κλίμα παλαιότερων εποχών, όπου οι άνθρωποι έρμαια ασθενειών, κακουχιών, πείνας και πολέμων δεν είχαν παρά σπάνια τη δυνατότητα ή το προνόμιο της σταδιακής και ομαλής υιοθέτησης ρόλων. Η γριά γυναίκα -γριά προφανώς με τα δεδομένα της εποχής- καλείται να αναλάβει την ευθύνη τριών οικογενειών, όσων δηλαδή και τα παιδιά της που πέθαναν. Το μικρό παιδί στα πέντε του καλείται να πάρει τη θέση του νεκρού πατέρα του, ενώ η μητέρα του στα 23 της είναι ήδη χήρα σχεδόν πέντε χρόνια.
Οι αιφνίδιες ανατροπές στη ζωή των ανθρώπων εκείνης της εποχής, τους αναγκάζουν να λησμονήσουν οποιαδήποτε πιθανότητα προσωπικής ευτυχίας ή ατομικής πορείας. Όλοι βρίσκονται σε στενή συσχέτιση μεταξύ τους καθώς ο ένας οφείλει να στηρίξει τον άλλον, προκειμένου να καταστεί δυνατή η επιβίωσή τους. Κι όλα μοιάζουν να βρίσκονται υπό το κράτος της μοίρας που δίχως έλεος ή λογική φέρνει διαρκώς νέες απώλειες και νέες δυσκολίες.

Ωστόσο, για τη γριά γυναίκα που γνώρισε καλά το σκληρό πρόσωπο της μοίρας, υπάρχει μια πράξη -η ύστατη- που τελείται με δική της απόφαση και δικό της έλεγχο. Η στιγμή του θανάτου της βασανισμένης γυναίκας έχει προαποφασιστεί από την ίδια προ πολλού, και πραγματοποιείται ακριβώς την ημέρα και ακριβώς με τον τρόπο που η ίδια θέλησε. Έτσι, το πρωί της 6ης Αυγούστου του 1940 που η γριά γυναίκα βλέπει πως το εγγόνι της μπορεί πια να κλειδώνει και να ξεκλειδώνει την πόρτα, γνωρίζει πως είναι η μέρα του λυτρωμού της. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, φορά το καλό της ρούχο, δίνει την ευχή της στους δικούς της, και το απόγευμα ξεψυχά, ήσυχη πια. 


Kenan Yücel «Anasıyla Babası Ayrılan Çocuk»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Gabe McShane

Kenan Yücel «Anasıyla Babası Ayrılan Çocuk»

biliyor isyanın mızrağını
iri damlalara dönüşüyor suskunluk

yüreğinde bir arının
durmadan
girip çıkan iğnesi

aynasında
çıplak gözleri
ürkmüş atların

tüm boşlukları dolduruyor

ne yana baksa gördüğü
sinsice çoğalan akrepler

Το παιδί που χωρίστηκε από τη μητέρα και τον πατέρα του

γνωρίζει τη λόγχη του ξεσηκωμού

σε πελώριες σταγόνες μετατρέπεται
η σιγή

στην καρδιά του το κεντρί μιας μέλισσας
που μπαινοβγαίνει χωρίς σταματημό

στον καθρέφτη του γυμνά μάτια
φοβισμένων αλόγων

γεμίζουν όλα τα κενά

όπου κι αν κοιτάξει γύρω του σκορπιοί
που πολλαπλασιάζονται με δόλο

[Μετάφραση: Αντωνία Χαριμαδοπούλου]

Το ποίημα του Τούρκου ποιητή Kenan Yücel προσεγγίζει ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα, αντικρίζοντας μέσα από τα μάτια ενός παιδιού τον αντίκτυπο που έχει στην ψυχή του ο εξαναγκαστικός και βίαιος αποχωρισμός απ’ τους γονείς του.
Μέσα σε συνθήκες ξεσηκωμού, που μας παραπέμπουν σε περιοχές όπου οι λαοί συγκρούονται για εθνικούς ή οικονομικούς λόγους, τα αθώα θύματα που πληρώνουν το υψηλότερο τίμημα είναι τα παιδιά. Μη κατανοώντας το πώς και το γιατί, βρίσκονται αίφνης είτε να απομακρύνονται απ’ τον τόπο τους είτε να χάνουν τους γονείς τους, απομένοντας απροστάτευτα, φοβισμένα και δίχως απαντήσεις σε όσα συγκλονίζουν την ψυχή τους.
Με τρόπο λιτό ο ποιητής δημιουργεί ένα εξαιρετικά φορτισμένο αντιπολεμικό ποίημα, στρέφοντας την εστίασή του σ’ εκείνα τα πλάσματα που υποφέρουν περισσότερο, χωρίς το δίχως άλλο να έχουν ευθύνη ή επίγνωση του τι συμβαίνει γύρω τους.

«σε πελώριες σταγόνες μετατρέπεται
η σιγή»

Η σιωπή που τα περιβάλλει ή σιωπή της αθέλητης και επώδυνης απουσίας τρέπεται γοργά σε πελώριες σταγόνες δακρύων∙ τη μόνη αντίδραση που μπορούν να έχουν τα μικρά παιδιά απέναντι σε ό,τι διέλυσε τη θαλπωρή και ασφάλεια της οικογένειάς τους. Όσοι, όποιοι και όσο σημαντικοί κι αν είναι οι λόγοι που ωθούν τους ενήλικες σε πράξεις πολέμου, δεν είναι ικανοί να δικαιολογήσουν τον τραυματισμό μιας παιδικής ψυχής, και πολύ περισσότερο δεν είναι ικανοί να επουλώσουν το τραύμα της βίαιης εγκατάλειψης.

«στην καρδιά του το κεντρί μιας μέλισσας
που μπαινοβγαίνει χωρίς σταματημό»

Αν οι ενήλικες μπορούν να διακρίνουν στον αγώνα τους έναν στόχο κι ίσως μια νίκη ή μια δικαίωση, για το μικρό παιδί ό,τι υπάρχει κι ό,τι κυριαρχεί στην ψυχή του είναι ένας αδιάκοπος πόνος. Ένας πόνος τόσο δυνατός σαν το κεντρί μιας μέλισσας να σφυροκοπά ασταμάτητα και να δηλητηριάζει την παιδική καρδιά.

«στον καθρέφτη του γυμνά μάτια
φοβισμένων αλόγων

γεμίζουν όλα τα κενά»

Ο φόβος του μικρού εγκαταλελειμμένου πια παιδιού είναι ορατός όχι μόνο στο κλάμα, μα και στο βλέμμα του, όπου τα τρομαγμένα μάτια του μαρτυρούν όλο τον κυκεώνα των συναισθημάτων που θρυμματίζουν την ευαίσθητη ψυχή του.

Ο ποιητής θέλοντας να μεταδώσει παράλληλα και το εμπόλεμο κλίμα που προκάλεσε την οδύνη του παιδιού, συμφύρει δύο επάλληλες εικόνες∙ από τη μία τα φοβισμένα μάτια των αλόγων, που βρίσκονται κι αυτά στη δίνη των συγκρούσεων, κι από την άλλη τα μάτια του παιδιού που φυλακίζουν μέσα του τραγικά στιγμιότυπα του χάους που επικρατεί γύρω του. Το μικρό παιδί που αντίκρισε τη φρίκη και τον τρόμο του πολέμου, όπου κι αν κοιτά, δεν θα πάψει ποτέ να βλέπει τις εικόνες αυτές∙ δεν θα πάψει να βλέπει το φόβο και τον πόνο. Έτσι, στον καθρέφτη του, στον καθρέφτη των ματιών του, ό,τι βλέπει κανείς είναι η αντανάκλαση όσων σφράγισαν για πάντα την ψυχή του.

Τα γυμνά μάτια των φοβισμένων αλόγων -ο αντίκτυπος του πολέμου στις έτερες αθώες ψυχές- είναι εκείνα που θα γεμίζουν πλέον κάθε κενό στη σκέψη και στα συναισθήματα του μικρού παιδιού. Η απορία και τα εναγώνια ερωτήματά του για το τι συνέβη, θα έχουν ως απάντηση το φόβο που αντίκρισε στα μόνα πλάσματα που θα μπορούσαν να αισθανθούν τον πόλεμο με την ίδια άδολη άγνοια, όπως κι εκείνο.

«όπου κι αν κοιτάξει γύρω του σκορπιοί
που πολλαπλασιάζονται με δόλο»

Η απώλεια των γονιών του, που γεννά την πανίσχυρη παροντική του οδύνη, δεν είναι ωστόσο το μόνο που έχει να αντιμετωπίσει το μικρό παιδί. Καθώς, χωρίς την προστασία των δικών του, χωρίς τη δική τους άγρυπνη ματιά, τα πάντα και όλοι γύρω του συνιστούν κινδύνους, τους οποίους το παιδί ούτε είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει, μα ούτε και έτοιμο να αναγνωρίσει.
Το παιδί που θρηνεί για τον αθέλητο και απροσδόκητο αποχωρισμό απ’ τους γονείς του, είναι τώρα έκθετο σ’ έναν πολλαπλά σκληρό απέναντί του κόσμο, όπου ακόμη κι αν μπορούσε να υπάρξει μια πηγή στήριξης, δεν θα μπορούσε παρά να γίνει αντιληπτή με εύλογη καχυποψία και φόβο. Για το παιδί που χάνει τους μόνους ανθρώπους που το αγαπούν χωρίς προϋποθέσεις, τους μόνους ανθρώπους που αποζητούν και επιδιώκουν μόνο το καλό του, όλοι οι άλλοι είναι ή φαίνονται ως πιθανοί κίνδυνοι. Η δυνατότητα του παιδιού να εμπιστευτεί και να νιώσει ασφάλεια χάνεται διαμιάς μαζί με τους γονείς του. 

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δαρείος» [Τι είδους ποίημα γράφει ο Φερνάζης και σε τι αναφέρεται ο τίτλος του]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Austin Tott

Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δαρείος»

- Τι είδους ποίημα γράφει ο Φερνάζης και με ποιο θέμα; Τι τον απασχολεί ιδιαίτερα;

Ο Φερνάζης συνθέτει ένα επικό ποίημα για τον Δαρείο Α΄ γιο του Υστάσπη, πρόγονο του Μιθριδάτη ΣΤ΄, στο οποίο επιχειρεί να υμνήσει τη δράση και τη βασιλεία του μεγάλου Πέρση ηγεμόνα. Το σημείο που τον απασχολεί ιδιαίτερα είναι το πώς «παρέλαβε» την εξουσία ο Δαρείος μετά το θάνατο του προκατόχου του. Το ρήμα παρέλαβε, που υποδηλώνει μια ήπια μετάβαση της εξουσίας, αποκρύπτει επί της ουσίας τη βία που χρειάστηκε να ασκήσει ο Δαρείος, αλλά και τα σκοτεινά σημεία που καλύπτουν το πέρασμα του βασιλείου των Αχαιμενιδών στα χέρια του.

Ο Φερνάζης επιθυμεί να παρουσιάσει τα συναισθήματα του Δαρείου κατά τη στιγμή που πέρασε σε αυτόν ο θρόνος του εκτενούς και ισχυρού βασιλείου της Περσίας. Η πρώτη σκέψη του ποιητή είναι πως φυσικά ο νέος βασιλιάς θα αισθανόταν υπεροψία, υπερβολική υπερηφάνεια για το κατόρθωμά του να υπερισχύσει έναντι όλων των άλλων διεκδικητών και να γίνει εκείνος ο ηγεμόνας των Περσών, καθώς και μέθη, ένα αίσθημα παραζάλης από την έκταση και το μέγεθος της δύναμης που αποκτούσε. Τα συναισθήματα αυτά, τα οποία αντανακλούν πλήρως τη συναισθηματική κατάσταση κάθε φιλόδοξου ανθρώπου, ο οποίος με μηχανορραφίες, φόνους και δολιότητες κατορθώνει να αποκτήσει μια τεράστια εξουσία, ηχούν ωστόσο μάλλον προσβλητικά για τον Δαρείο κι αυτό προβληματίζει τον Φερνάζη, καθώς είναι πιθανό πως θα ενοχλήσει με αυτά τον Μιθριδάτη, την εύνοια του οποίου εν τέλει διεκδικεί.

Η επόμενη σκέψη, άρα, του Φερνάζη είναι να αποδώσει στον Δαρείο μια αίσθηση ωριμότητας, η οποία ταιριάζει περισσότερο σε εξαιρετικά καλλιεργημένους και απόλυτα συνειδητοποιημένους ηγέτες, οι οποίοι και αναγνωρίζουν απ’ την πρώτη στιγμή το μέγεθος της ευθύνης που αναλαμβάνουν. Σκέφτεται, δηλαδή, να αποδώσει στον Δαρείο την επίγνωση και την κατανόηση της ματαιότητας όλων αυτών των μεγαλείων, τα οποία όσο σημαντικά κι αν φαίνονται δεν έχουν να προσθέσουν τίποτε περισσότερο στην αξία ενός ανθρώπου με άρτια και συγκροτημένη προσωπικότητα. Για έναν πραγματικά ευσυνείδητο ηγέτη, άλλωστε, εκείνο που θα είχε σημασία θα ήταν η ευθύνη του απέναντι στους πολίτες του κράτους και η υποχρέωσή του να τους υπηρετήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, κι όχι η προσωπική του ανάδειξη και φήμη.

Ωστόσο, η δεύτερη αυτή επιλογή, μολονότι θα ήταν τιμητική για τον Δαρείο και αρεστή στον Μιθριδάτη, δεν ικανοποιεί πλήρως τον ποιητή, ο οποίος γνωρίζει πως κάτι τέτοιο δεν ήταν αληθές. Ο Δαρείος χρειάστηκε να εξουδετερώσει πάρα πολλούς αντιπάλους, να φανεί εξαιρετικά σκληρός και να καταφύγει σε ακραίες βιαιότητες προκειμένου να πάρει την εξουσία. Κι όλα αυτά δεν τα έκανε από βαθιά αίσθηση χρέους απέναντι στους μελλοντικούς υπηκόους του, αλλά προκειμένου να καταστεί ένας από τους ισχυρότερους άνδρες της Ασίας, αποκομίζοντας υπέρμετρα οφέλη για τον εαυτό του.

Ο Φερνάζης, λοιπόν, βρίσκεται αντιμέτωπος μ’ ένα ουσιώδες δίλημμα, υπό την έννοια πως από τη μία έχει ό,τι αποτελούσε πιθανότατα την ιστορική αλήθεια κι από την άλλη μια ψευδή κατάσταση, η οποία θα πρόδιδε την εγκυρότητα του ποιήματος, αλλά θα εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό του να κολακεύσει τον Μιθριδάτη. Μένει, λοιπόν, αβέβαιος για το αν θα πρέπει να σεβαστεί την ποιητική του τέχνη και να καταγράψει την αλήθεια, διακινδυνεύοντας όμως μ’ αυτόν τον τρόπο το προσωπικό του όφελος, ή αν θα πρέπει να προτάξει την προσωπική του ανάδειξη και να καταγράψει στο ποίημά του μια αναληθή εικόνα της πραγματικότητας.        

Να συνδέσετε τον τίτλο του ποιήματος με το περιεχόμενό του. Σε τι αναφέρεται, κατά τη γνώμη σας, ο τίτλος: στο βασιλιά ή στο ποίημα του Φερνάζη;

Ο τίτλος του ποιήματος Ο Δαρείος φαινομενικά μας παραπέμπει στον Πέρση βασιλιά, ωστόσο με την ανάγνωση του ποιήματος γίνεται σαφές πως ο Δαρείος είναι ιδωμένος και ενδιαφέρει μόνο υπό το πρίσμα των συλλογισμών που κάνει γι’ αυτόν ο ποιητής Φερνάζης. Το ποίημα του Καβάφη δεν γράφεται για τον Δαρείο ως ιστορικό πρόσωπο, αλλά για το ποίημα «Δαρείος» και τους προβληματισμούς που αυτό θέτει στον φανταστικό του δημιουργό Φερνάζη.

Παρόλο που ο Δαρείος δεν αποτελεί παρά ένα δευτερεύον πρόσωπο μέσα στο ποίημα, με αυτόν σχετίζεται μία από τις βασικότερες θεματικές του ποιήματος, γι’ αυτό και ο Καβάφης θέτει το όνομά του στον τίτλο, ώστε ο αναγνώστης να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην προβληματική που δημιουργούν τα πιθανά συναισθήματά του στον ποιητή Φερνάζη. Είναι σαφές, άλλωστε, πως η όλη επεξεργασία όσων σχετίζονται με τον Δαρείο γίνεται από τον Φερνάζη∙ εκείνος αναρωτιέται σχετικά με την υπεροψία και τη μέθη, που πιθανότατα διακατείχαν τον βασιλιά, όταν έγινε κύριος της Περσίας. Στον ίδιο τον Φερνάζη μάλιστα επιστρέφουν τα συναισθήματα αυτά, αφού κι ο ίδιος πέφτει στην παγίδα της υπεροψίας, όταν θαρρεί πως μπορεί να ελέγξει την πορεία των πραγμάτων και να κερδίσει την αναγνώρισή του, χωρίς να έχει λάβει υπόψη του τους αστάθμητους παράγοντες που διέπουν τη ζωή των ανθρώπων.

Ο Καβάφης δεν προσθέτει και δεν επεξεργάζεται τίποτε περισσότερο για τον Δαρείο πέρα από αυτά που απασχολούν τον Φερνάζη. Ακόμη κι η τελική επιλογή υπέρ της ιστορικής αλήθειας, υπέρ της υπεροψίας και της μέθης, γίνεται από τον Φερνάζη. Ως εκ τούτου η όλη ποιητική ιδέα που σχετίζεται με τον Δαρείο γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας αποκλειστικά από τον Φερνάζη. Το ποίημα του Καβάφη και ο τίτλος του δικού του ποιήματος αναφέρονται στον «Δαρείο» του Φερνάζη, καθώς  περιεχόμενο του καβαφικού ποιήματος είναι η ποιητική διαδικασία και η ποιητική δημιουργία του εγκιβωτισμένου και υπό δημιουργία ποιήματος.

- Ποια είναι τα πραγματικά και ποια τα φανταστικά πρόσωπα του ποιήματος και ποιος ο ρόλος τους στο ποίημα;

Τα πραγματικά πρόσωπα του ποιήματος είναι ο Δαρείος Α΄, που βασίλευσε στο κράτος των Αχαιμενιδών, στην περσική δηλαδή αυτοκρατορία, από το 521 έως το 486 π.Χ., και ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Μέγας, βασιλιάς του Πόντου και του κράτους του Κιμμερίου Βοσπόρου, που βασίλευσε από το 120 έως το 63 π.Χ.

Ο Δαρείος Α΄ ήταν γιος του Σατράπη της Παρθίας Υστάσπη και καταγόταν από ένα παρακλάδι των Αχαιμενιδών. Οι συνθήκες υπό τις οποίες ανέβηκε στο θρόνο θεωρούνται σκοτεινές και ύποπτες. Όταν το 522 π.Χ. ο τότε βασιλιάς των Περσών Καμβύσης, γιος και διάδοχος του Κύρου Β΄, βρισκόταν στην Αίγυπτο -με την κατάκτηση της οποίας επέκτεινε το κράτος των Αχαιμενιδών- ξέσπασε επανάσταση στην περσική αυτοκρατορία υπό τον μάγο Gaumata. Ο μάγος αυτός παρουσιάστηκε στο λαό ως ο αδερφός του Καμβύση, Σμέρδις, διεκδικώντας την εξουσία. Εντούτοις ο αδερφός του Καμβύση είχε ήδη δολοφονηθεί είτε από τον ίδιο τον Καμβύση είτε από τον Δαρείο. Επιστρέφοντας ο Καμβύσης από την Αίγυπτο για να καταπνίξει την επανάσταση πέθανε, από φυσικά καθώς φαίνεται αίτια. Έτσι, ο θρόνος των Περσών έμενε ουσιαστικά χωρίς διάδοχο. Ο Δαρείος θα επωφεληθεί του γεγονότος σκοτώνοντας τον υποτιθέμενο αδερφό του Καμβύση, και ερχόμενος για ένα περίπου χρόνο σε σύγκρουση με άλλους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου, θα εδραιώσει την εξουσία του επιδεικνύοντας άτεγκτη σκληρότητα.
Ο Δαρείος Α΄ είναι πιο γνωστός σε μας από τις επιχειρούμενες εκστρατείες του εναντίον των Ελλήνων και την ήττα του εκστρατευτικού του σώματος στο Μαραθώνα το 490 π.Χ

Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ Ευπάτωρ, πρωτότοκος γιος του Μιθριδάτη Ε΄ Ευεργέτη, βασιλιά του Πόντου, και της Λαοδίκης, κόρης του Αντιόχου Δ΄ Επιφανούς βασιλιά των Σελευκιδών, ήταν μόλις 12 χρονών όταν πέθανε ο πατέρας του. Η παρουσία του ανήλικου Μιθριδάτη στη βασιλική αυλή θεωρήθηκε ανεπιθύμητη, καθώς η φιλόδοξη μητέρα του Λαοδίκη επιθυμούσε να διατηρήσει την εξουσία για τον εαυτό της και για τον επίσης ανήλικο γιο της Μιθριδάτη Χρηστό. Ο Μιθριδάτης θα περιπλανηθεί για τα επόμενα επτά χρόνια στην ύπαιθρο, όπου θα σκληραγωγηθεί και θα συνηθίσει μάλιστα τον οργανισμό του στη λήψη δηλητηρίων, ώστε να μην είναι δυνατή η με αυτόν τον τρόπο δολοφονία του. Επιστρέφοντας στη Σινώπη θα κατορθώσει να καταλάβει την εξουσία, παραμερίζοντας πλήρως λίγο καιρό αργότερα τη μητέρα του, η οποία και θα πεθάνει στη φυλακή. Παρόμοια τύχη είχε και ο αδερφός του για τον οποίο εικάζεται πως εκτελέστηκε καθ’ υπόδειξη του Μιθριδάτη. Ο Μιθριδάτης αντλούσε την καταγωγή του από τη δυναστεία των Αχαιμενιδών είτε μέσω του Κύρου Β΄ είτε μέσω του Δαρείου Α΄.

Ο Μιθριδάτης θέλοντας να επεκτείνει την κυριαρχία του κράτους του στις γύρω περιοχές θα έρθει σε σύγκρουση με τους Ρωμαίους ξεκινώντας από το 89 π.Χ. μια σειρά πολέμων εναντίον τους, οι οποίοι έμειναν γνωστοί ως οι μιθριδατικοί πόλεμοι. Στις συγκρούσεις αυτές ο Μιθριδάτης σημείωσε αρκετές νίκες, τα αποτελέσματα των οποίων υπήρξαν ωστόσο βραχύβια. Το ποίημα τοποθετείται πιθανότατα στο πλαίσιο του τρίτου μιθριδατικού πολέμου (74-67 π.Χ.), κατά τη λήξη του οποίου ο Μιθριδάτης, αν και ηττημένος, είχε κατορθώσει να επανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος του κράτους του. Η πλήρης συντριβή και ο θάνατος του Μιθριδάτη θα επέλθουν κατά τη διάρκεια του τέταρτου μιθριδατικού πολέμου (66-63 π.Χ.), με το ρωμαϊκό στρατό να βρίσκεται υπό την ηγεσία του Γνάιου Πομπήιου.

Ο Καβάφης με την αναφορά σε πραγματικά ιστορικά πρόσωπα τοποθετεί τη δράση του ποιήματος σ’ ένα προγενέστερο ιστορικό πλαίσιο αποδεσμεύοντάς το αφενός από το παρόν του ίδιου του ποιητή και τονίζοντας αφετέρου τη διαχρονικότητα των προβληματισμών που πραγματεύεται. Ο ποιητής απέφευγε να συνδέει τα ποιήματά του και τις σε αυτά προβαλλόμενες ιδέες και διαπιστώσεις με γεγονότα της εποχής του, καθώς θεωρούσε πως κάτι τέτοιο δε θα επέτρεπε στους αναγνώστες του να κατανοήσουν τη διαχρονική διάσταση και την επαναλαμβανόμενη φύση τους, μιας και εκείνοι θα παρέμεναν προσκολλημένοι στο συγχρονικό γεγονός και στο κατά πόσο αυτό αποδόθηκε, ερμηνεύτηκε και παρουσιάστηκε σωστά, σύμφωνα με τη δική τους κρίση.

Ειδικότερα, η αναφορά στο Δαρείο, ο οποίος κατέχει καίριο ρόλο στο ποίημα, όπως αυτό προκύπτει από τη χρήση του ονόματός του τόσο στον τίτλο του ποιήματος του Καβάφη, όσο και στον τίτλο του ποιήματος του Φερνάζη, φέρνει στο επίκεντρο το θέμα της εξουσίας και της διάθεσης των ανθρώπων που τη διεκδικούν να φτάσουν σε οποιαδήποτε ακρότητα. Τα πιθανολογούμενα συναισθήματα του Δαρείου, όταν μετά από πολλές δολοφονίες και ποικίλες βιαιότητες, κατέλαβε την εξουσία∙ η υπεροψία κι η μέθη από τη δύναμη που περιήλθε στα χέρια του, συνιστούν το ένα μέρος του προβληματισμού που τίθεται στο ποίημα.

Με τον προβληματισμό αυτό σχετίζεται και η αναφορά στον Μιθριδάτη -το ιστορικό παρόν του οποίου λειτουργεί και ως παρόν της ποιητικής δράσης-, καθώς μερικούς αιώνες μετά τον πρόγονό του, βρίσκεται κι εκείνος υπό την επήρεια της ίδιας αλαζονείας και υπεροψίας που τον ωθούν να θεωρήσει τον εαυτό του ικανό να αντιμετωπίσει την ισχυρότατη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, διεκδικώντας ακόμη μεγαλύτερη εξουσία και δύναμη. Η διπλή αυτή αναφορά και η χρονική απόσταση ανάμεσα στα δύο ιστορικά πρόσωπα αποτελεί ήδη μια πρώτη πιστοποίηση της αλήθειας και της διαχρονικότητας όσων επιχειρεί να αναδείξει ο ποιητής.

Τα φανταστικά πρόσωπα του ποιήματος είναι ο ποιητής Φερνάζης και ο υπηρέτης του. Ο Φερνάζης με την προσπάθειά του να συνθέσει ένα επικό ποίημα για τον Δαρείο Υστάσπου, πρόγονο του Μιθριδάτη ΣΤ΄, προκειμένου να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά του, φέρνει στην επιφάνεια το θέμα της θέση των ποιητών απέναντι στους φορείς εξουσίας και την εν γένει ιστορική τους πραγματικότητα, αλλά και της ωφελιμιστικής προσέγγισης της ποίησης. Η πρόθεση του Φερνάζη να χρησιμοποιήσει την ποίηση για να κερδίσει προσωπικά οφέλη, αλλά και το δίλημμά του εν τέλει για το αν θα πρέπει να καταγράψει την αλήθεια ή να φανεί αρεστός στον Μιθριδάτη, εισάγουν το έτερο και σημαντικότερο μέρος του προβληματισμού που τίθεται στο ποίημα.

Ποια είναι, δηλαδή, η ουσιαστική αποστολή των ποιητών απέναντι στα κρίσιμα γεγονότα της ιστορικής πραγματικότητας που βιώνουν και κατά πόσο οφείλουν μέσω της τέχνης τους να προασπίζονται την αλήθεια καταγγέλλοντας και υποδεικνύοντας ενίοτε αδικίες, λάθη και συμφέροντα. Προβληματισμός που λαμβάνει τις πραγματικές του διαστάσεις αν λάβουμε υπόψη μας πως σε κάθε περίπτωση ο ποιητής, ακόμη κι αν δεν επιδιώκει κάποιο προσωπικό όφελος, είναι μέλος ενός κοινωνικού συνόλου, ενός έθνους ή ενός κράτους -εν προκειμένω ο Φερνάζης είναι υπήκοος του Μιθριδάτη-, γεγονός που ενδεχομένως δημιουργεί την αξίωση να παρουσιαστούν τα γεγονότα από την οπτική που εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα της κρατικής οντότητας στην οποία ανήκει. Η αλήθεια και η αξιοπιστία της τέχνης διακυβεύεται επομένως όχι μόνο από προσωπικές επιδιώξεις του δημιουργού, αλλά και από την πιθανή στράτευση της τέχνης του στο όνομα γενικότερων εθνικών συμφερόντων.

Το δεύτερο φανταστικό πρόσωπο είναι ο υπηρέτης του Φερνάζη, ο οποίος φέρνει τρέχοντας την είδηση για το ξέσπασμα του πολέμου με τους Ρωμαίους. Η αιφνίδια είσοδος του υπηρέτη διακόπτει τους έως εκείνη τη στιγμή προβληματισμούς του ποιητή για το αν θα πρέπει να είναι ειλικρινής για τα πιθανά συναισθήματα του Δαρείου και δημιουργεί νέες συνθήκες που θέτουν το δίλημμα του Φερνάζη σε διαφορετική βάση.


Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο Δαρείος» [Αφηγηματικές τεχνικές - Αφηγηματικοί τρόποι]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Austin Tott

Ποιους αφηγηματικούς τρόπους / τεχνικές μπορείτε να επισημάνετε στο ποίημα;
Σε σχέση με τις αφηγηματικές τεχνικές του ποιήματος διαπιστώνουμε πως ο Καβάφης χρησιμοποιεί έναν τριτοπρόσωπο παντογνώστη αφηγητή, ως κύριο φορέα της αφήγησης, εντάσσοντας ωστόσο και σημεία όπου ο λόγος δίνεται από πρωτοπρόσωπους αφηγητές (οι σκέψεις του Φερνάζη – η αναγγελία του πολέμου από τον υπηρέτη). Στο πλαίσιο της κύριας αφήγησης η εστίαση είναι μηδενική, υπό την έννοια ότι ο τριτοπρόσωπος αφηγητής μοιάζει να γνωρίζει τα πάντα σε σχέση με τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του Φερνάζη, αλλά και ως προς τα γεγονότα που σχετίζονται και επηρεάζουν τη διαδικασία της ποιητικής του δημιουργίας. Αντιστοίχως, όταν ο λόγος δίνεται από τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή η εστίαση είναι εσωτερική, ο αφηγητής δηλαδή δεν έχει πλήρη εποπτεία των γεγονότων, κάτι που γίνεται ιδιαιτέρως αισθητό στην πέμπτη στροφή όπου ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής Φερνάζης αγνοεί ποια μπορεί να είναι η έκβαση του πολέμου και ποιες οι συνέπειες αυτού ως προς την ασφάλεια της Αμισού.
Η αφήγηση δίνεται ως συγχρονική, ως ταυτόχρονη δηλαδή με την εξέλιξη των γεγονότων, κάτι που φανερώνεται από τη συνεχή χρήση του Ενεστώτα. Με τον τρόπο αυτό τα τεκταινόμενα αποκτούν μια παροντική διάσταση, σα να συμβαίνουν δηλαδή τη στιγμή που ο αναγνώστης διαβάζει το ποίημα, προσδίδοντας έτσι ιδιαίτερη ζωντάνια στην αφήγηση. Στο ρυθμό της αφήγησης, έστω κι αν δεν έχουμε παρά ελάχιστα γεγονότα, μπορούμε να διακρίνουμε την τεχνική της επιβράδυνσης, όπως αυτή προκύπτει από τη χρήση του εσωτερικού μονολόγου και την αναλυτική παρουσίαση των συναισθημάτων, των σκέψεων και των προβληματισμών του Φερνάζη. Η αφήγηση, μάλιστα, εμπλουτίζεται με το δραματικό απρόοπτο που προκύπτει από την αιφνίδια εμφάνιση του υπηρέτη και την είδηση για το ξέσπασμα του πολέμου, που ανατρέπει τα σχέδια του Φερνάζη.
Σε σχέση με τους αφηγηματικούς τρόπους του ποιήματος παρατηρούμε πως έχουμε στοιχεία διήγησης, τριτοπρόσωπης δηλαδή αφήγησης, στην οποία παρεμβάλλονται και σημεία πρωτοπρόσωπης αφήγησης. Στο πλαίσιο της πρωτοπρόσωπης αφήγησης μας δίνονται τα λόγια του Φερνάζη κυρίως -σε μία μόνο περίπτωση του υπηρέτη- είτε σε ευθύ λόγο είτε στο πλαίσιο εσωτερικού μονολόγου. Η 5η στροφή του ποιήματος συνιστά ένα δείγμα εσωτερικού μονολόγου, όπου χωρίς την παρέμβαση του τριτοπρόσωπου αφηγητή ακούμε τις σκέψεις του Φερνάζη. Με παρόμοιο τρόπο, άλλωστε, στα περισσότερα σημεία όπου ακούμε τη φωνή του Φερνάζη έχουμε απόδοση των σκέψεών του και άρα σύντομους εσωτερικούς μονολόγους. Αντιθέτως, τα λόγια του υπηρέτη (14,15) αποτελούν ευθύ λόγο, που απευθύνεται προς τον Φερνάζη.
Τα λόγια κι οι σκέψεις του Φερνάζη δίνονται σε λόγο ευθύ στους παρενθετικούς στίχους 4,5,6, στους στίχους 9,10, στους στίχους 17,18,19,20, σε όλη την 5η στροφή (26-33) και στους δύο τελευταίους στίχους του ποιήματος (36,37). Η παράθεση σε ευθύ λόγο όσων σκέφτεται ή λέει ο Φερνάζης μπορεί να εκληφθεί και ως ελεύθερος πλάγιος λόγος, υπό την έννοια πως έχουμε επί της ουσίας συμπερίληψη των λόγων ενός προσώπου στη ροή της τριτοπρόσωπης αφήγησης. Ωστόσο, η αντωνυμία «μας» και το α΄ πληθυντικό πρόσωπο στα ρήματα (π.χ. έχουμε) συνιστούν δείκτες που υποδηλώνουν ευθύ λόγο.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...