Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Η τηλεργασία στην Ελλάδα

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Η τηλεργασία στην Ελλάδα

Η χώρα μας με το μεγαλύτερο μέρος της αποτελούμενο από νησιωτικές και ορεινές περιοχές είναι ίσως το ιδανικό έδαφος για την εφαρμογή και την ανάπτυξη της τηλεργασίας. Αυτό συμβαίνει, γιατί η νέα αυτή μορφή εργασίας είναι εκείνη που κυρίως «μεταφέρει» την εργασία στον χώρο διαμονής των εργαζομένων, μειώνοντας τις δυσκολίες ανάπτυξης της απασχόλησης που προϋποθέτουν την υλοποίηση επενδύσεων μεγάλου κόστους. Κάτι παραπάνω από μια απλή επένδυση, λοιπόν, πρέπει να θεωρηθεί κάθε επένδυση που αφορά την υλοποίηση δράσεων τηλεργασίας στην ελληνική περιφέρεια. Τελικά, πρόκειται για την ταχύτατη και ευέλικτη μεταφορά του «όγκου της εργασίας» σε οποιονδήποτε τόπο της χώρας μας, μέσω της χρήσης των τεχνολογιών της πληροφορικής και των σύγχρονων τηλεπικοινωνιών.
Δικαιολογημένα, ίσως, οι παραπάνω σκέψεις δημιουργούν μερικά κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την ανάπτυξη της τηλεργασίας στην Ελλάδα. Υπάρχει στη χώρα μας η κατάλληλη τεχνολογική υποδομή στις τηλεπικοινωνίες; Υπάρχει επαρκής γνώση σχετικά με τις τεχνολογίες της πληροφορικής; Είναι ο Έλληνας καλός δέκτης της εφαρμογής της τηλεργασίας; Και ίσως το κρισιμότερο ερώτημα: Τι είναι αυτό που θα δώσει την απαραίτητη ώθηση για τη γρήγορη ανάπτυξη της τηλεργασίας στην Ελλάδα; Οι απαντήσεις, όπως θα δούμε, είναι εντυπωσιακά απλές και ίσως περισσότερο αισιόδοξες από το αναμενόμενο, λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα μας έχει αποδείξει πως, όταν είναι αναγκαίο, μπορεί να αγκαλιάσει την καινοτομία.
Η παγκόσμια προσπάθεια για τη μετάδοση δεδομένων μέσω δικτύων τηλεματικής με το χαμηλότερο δυνατό κόστος οδήγησε στην ανακάλυψη νέων εργαλείων μετάδοσης που είναι εφαρμόσιμα χρησιμοποιώντας την υποδομή απλών τηλεπικοινωνιακών δικτύων, όπως οι τηλεφωνικές γραμμές. Το Διαδίκτυο αξιοποίησε την απλή τηλεφωνική γραμμή ως ένα ισχυρότατο μέσο μετάδοσης δεδομένων με χαμηλό κόστος. Η τηλεργασία, λοιπόν, δεν απαιτεί ειδικά δίκτυα και χρησιμοποιεί την τεχνολογία, τη γνωστή τεχνολογία του Διαδικτύου, που είναι προσιτή πλέον σε οποιονδήποτε διαθέτει υπολογιστή.
Όσον αφορά στον προβληματισμό περί του επιπέδου τεχνολογικής γνώσης των Ελλήνων, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε μια ιδιαίτερα θετική διάθεση για εξοικείωση με την πληροφορική. Οι περισσότερες κοινωνικές ομάδες, δηλαδή παιδιά, φοιτητές, επιχειρηματίες, υπάλληλοι, ενδιαφέρονται για την εκμάθηση της τεχνολογίας της πληροφορικής.
Ανακεφαλαιώνοντας, βλέπουμε ότι η κοινωνία των πληροφοριών λειτουργεί ως καταλύτης στις εξελίξεις της αγοράς εργασίας των σύγχρονων κοινωνιών, άρα και της Ελλάδας. Οι τεχνολογίες της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών δημιουργούν συνήθως νέα επαγγέλματα. Την ίδια στιγμή αυτές οι τεχνολογίες συμβάλλουν στην εκπληκτικά γρήγορη ανάπτυξη και επέκταση της τηλεργασίας. Αυτό είναι ένα δεδομένο που θα πρέπει να το λάβουμε σοβαρά υπόψη μας, αν θέλουμε να δούμε όχι μόνο τις τωρινές, αλλά και τις μελλοντικές επιπτώσεις της τηλεργασίας.

Tηλεματική: η σύζευξη των τηλεπικοινωνιών και της Πληροφορικής, με τις απεριόριστες δυνατότητες που προσφέρει στις μέρες μας.

Από την ιστοσελίδα www.teleworking.gr, 15.06.2010 (διασκευή).

ΘΕΜΑΤΑ

Α. Να αποδώσετε περιληπτικά το κείμενο (60-80 λέξεις).

Η τηλεργασία είναι ιδανική για μια χώρα με πολλές δυσπρόσιτες περιοχές όπως είναι η Ελλάδα, αφού μεταφέρει την εργασία στο σπίτι των εργαζομένων, μειώνοντας έτσι το κόστος των αναγκαίων επενδύσεων. Αποτελεί, άρα, μια εργασιακή επιλογή που μπορεί να γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη στη χώρα μας, μιας και απαιτεί πολύ απλές υποδομές, όπως είναι οι τηλεφωνικές γραμμές, κι οι Έλληνες, πέρα από το γεγονός ότι είναι γενικά δεκτικοί απέναντι στις ωφέλιμες καινοτομίες, έχουν φανερώσει ήδη προθυμία να εξοικειωθούν με την πληροφορική, η οποία έχει αναμφίβολα την προοπτική να λειτουργήσει ως καταλύτης εξελίξεων στην αγορά εργασίας.

Β1. Ποιοι είναι, κατά τον αρθρογράφο, οι παράγοντες που θα επιτρέψουν την εξάπλωση της τηλεργασίας στην ελληνική επικράτεια; (60 – 80 λέξεις).

Η τηλεργασία είναι ιδανική επιλογή για μια χώρα όπως η Ελλάδα που έχει πλήθος νησιωτικών και ορεινών περιοχών, καθώς επιτρέπει τη μεταφορά της εργασίας στο χώρο διαμονής των εργαζομένων. Η αξιοποίησή της, μάλιστα, είναι αρκετά εύκολη, μιας και βασίζεται σε απλές τηλεπικοινωνιακές υποδομές, όπως είναι οι τηλεφωνικές γραμμές και οι υπολογιστές. Έτσι, οι Έλληνες που έχουν ήδη παρουσιάσει θετική διάθεση για την εξοικείωση με την πληροφορική κι έχουν ήδη αποδείξει πως είναι πρόθυμοι να υιοθετήσουν την καινοτομία, όταν αυτό είναι αναγκαίο, μπορούν να επωφεληθούν σημαντικά από την εξάπλωση της τηλεργασίας.

B2. Πώς επιτυγχάνεται η συνοχή ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη παράγραφο του κειμένου;

Στη θεματική περίοδο της δεύτερης παραγράφου η φράση «οι παραπάνω σκέψεις» δηλώνει πως υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στο περιεχόμενο αυτής της παραγράφου και της προηγούμενης.

Γ1. Να συντάξετε μία παράγραφο 50-60 λέξεων, χρησιμοποιώντας τις λέξεις / φράσεις του κειμένου με έντονη γραφή: επένδυση, τεχνολογίες της πληροφορικής, ανάπτυξη, καινοτομία, καταλύτης στις εξελίξεις. (Μπορείτε να διαφοροποιήσετε τους γραμματικούς τύπους ως προς την πτώση, τον αριθμό, το γένος, το πρόσωπο κλπ.)

Η απάντηση στην ανάγκη της χώρας να επιτύχει σημαντική οικονομική ανάπτυξη, δεν μπορεί παρά να είναι η σταθερή επένδυση στην καινοτομία. Χάρη στις τεχνολογίες της πληροφορικής οι δυνατότητες για τη δημιουργία νέων πρωτοπόρων προϊόντων και υπηρεσιών είναι πολύ σημαντικές και προσφέρουν πολλές ευκαιρίες σε κάθε κράτος που θα επενδύσει σε αυτές να λειτουργήσει καταλυτικά στις οικονομικές εξελίξεις του μέλλοντος.

Γ2.α. «Τι είναι αυτό που θα δώσει την απαραίτητη ώθηση για τη γρήγορη ανάπτυξη της τηλεργασίας στην Ελλάδα;».
Στην παραπάνω περίοδο λόγου ο αρθρογράφος χρησιμοποιεί μία ονοματική αναφορική πρόταση. Αφού την εντοπίσετε, να την εντάξετε στην κατηγορία είτε των ονοματικών προσδιοριστικών είτε των ονοματικών παραθετικών προτάσεων.

- Η δευτερεύουσα ονοματική αναφορική πρόταση είναι η ακόλουθη: «που θα δώσει την απαραίτητη ώθηση για τη γρήγορη ανάπτυξη της τηλεργασίας στην Ελλάδα», και ανήκει στην κατηγορία των προσδιοριστικών προτάσεων.

Γ2.β. Να αιτιολογήσετε την επιλογή σας.


Η πρόταση είναι προσδιοριστική, διότι αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμα του όρου που προσδιορίζει «αυτό», και δεν χωρίζεται από αυτόν με κόμμα. 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Η Επέμβασις των Θεών»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Alphonse Cornet

Κωνσταντίνος Καβάφης «Η Επέμβασις των Θεών»

Ηeartily know /.../ Τhe gods arrive.
                                                        ΕΜΕRSΟΝ

        RÉΜΟΝΙΝ. — ... Ιl disparaîtra au moment nécessaire;
                les dieux interviendront.
        Μme DΕ RUΜΙÈRΕS. — Comme dans les tragédies
                antiques?                                (Acte ΙΙ, sc. i)
        Μme DΕ RUΜΙÈRΕS. — Qu’y a-t-il?
        RÉΜΟΝΙΝ. — Les Dieux son arrivés.
                                                        (Acte V, sc. x)
                        ALΕΧAΝDRΕ DUΜAS, FΙLS, L’Εtrangère

Θα γίνει τώρα τούτο, κ’ έπειτα εκείνο·
και πιο αργά, σε μια ή δυο χρονιές (ως κρίνω),
τέτοιες θα είν’ οι πράξεις, τέτοιοι θα ’ν’ οι τρόποι.
Δεν θα φροντίσουμε για μακρινό κατόπι.
Για το καλύτερον ημείς θα προσπαθούμε.
Και όσο προσπαθούμε, τόσο θα χαλνούμε,
θα μπλέκουμε τα πράγματα, ώς να βρεθούμε
στην άκρα σύγχυσι. Καί τότε θα σταθούμε.
Θα είν’ η ώρα οι θεοί να εργασθούνε.
Έρχονται πάντοτ’ οι θεοί. Θα κατεβούνε
από τες μηχανές των, και τους μεν θα σώσουν,
τους δε βίαια, ξαφνικά θα τους σηκώσουν
από την μέση· και σαν φέρουνε μια τάξι
θ’ αποσυρθούν. — Κ’ έπειτ’ αυτός τούτο θα πράξει,
τούτο εκείνος· και με τον καιρόν οι άλλοι
τα ιδικά των. Και θ’ αρχίσουμε και πάλι.

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης καταγράφει με επιγραμματικό τρόπο τη φαινομενικά απαισιόδοξη, αλλά επί της ουσίας απλώς ρεαλιστική -με όλον τον αναγκαίο κυνισμό- άποψη πως οι σταθερά εγωκεντρικές πράξεις των ανθρώπων, στο πλαίσιο κυρίως του κοινωνικού και πολιτικού βίου, οδηγούν αναπόφευκτα τα πράγματα σ’ ένα αδιέξοδο από το οποίο αδυνατούν κατόπιν να ξεφύγουν.

Θα γίνει τώρα τούτο, κ’ έπειτα εκείνο∙
και πιο αργά, σε μια ή δυο χρονιές (ως κρίνω),
τέτοιες θα είν’ οι πράξεις, τέτοιοι θα ’ν’ οι τρόποι.

Όσο κι αν μοιάζει παράδοξο είναι σχετικά εύκολο για έναν έμπειρο παρατηρητή των πολιτικών πραγμάτων κι έναν οξυδερκή γνώστη της ανθρώπινης φύσης, όπως υπήρξε πάντοτε ο Καβάφης, να προβλέψει την πορεία που θα ακολουθήσουν οι πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις. Ό,τι χρειάζεται να έχει κατά νου κανείς είναι πως οι άνθρωποι και οι πολιτικές μερίδες που τους εκπροσωπούν, όχι μόνο έχουν συγκεκριμένες επιθυμίες, απόψεις και συμφέροντα, αλλά επιπλέον έχουν και την τάση να κινούνται με έμμονη προσήλωση προς την εκπλήρωση των συμφερόντων τους, χωρίς ποτέ να σκέφτονται ποιες θα είναι οι γενικότερες συνέπειες, αν οι ίδιοι πετύχουν τους προσωπικούς τους σκοπούς.
Κάθε πολιτεία, λοιπόν, αποτελείται από ανθρώπους που ενώ γνωρίζουν πολύ καλά τι θέλουν και ποιο είναι το προσωπικό τους συμφέρον, δεν έχουν καμία ιδέα και δεν μπαίνουν ποτέ στη διαδικασία να σκεφτούν το ποιες θα είναι συνέπειες για την ευρύτερη πολιτειακή ισορροπία, αν εκείνοι μονομερώς και έμμονα διεκδικούν και τελικά επιτύχουν αυτό που θέλουν. Είναι, ως εκ τούτου, εύκολο να υπολογίσει κανείς τι θα γίνει τώρα και ποιες θα είναι οι πράξεις των ανθρώπων σ’ ένα ή δύο χρόνια από τώρα. Ό,τι απαιτείται είναι να παρακολουθεί τις δεδηλωμένες επιθυμίες τους και να διακρίνει τα συμφέροντα που έχουν κυρίως κατά νου.

Δεν θα φροντίσουμε για μακρινό κατόπι.
Για το καλύτερον ημείς θα προσπαθούμε.
Και όσο προσπαθούμε, τόσο θα χαλνούμε,
θα μπλέκουμε τα πράγματα, ώς να βρεθούμε
στην άκρα σύγχυσι. Καί τότε θα σταθούμε.

Ό,τι ενδιαφέρει τους πολίτες είναι πάντα το άμεσο και χειροπιαστό συμφέρον τους, γι’ αυτό κι οι σχεδιασμοί τους είναι πάντοτε κοντόφθαλμοι και βραχυπρόθεσμοι. Ποτέ δεν σκέφτονται -και δεν νοιάζονται- για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σε δέκα ή σε είκοσι χρόνια από τώρα, αν οι ίδιοι συνεχίσουν να επιζητούν την άμεση εξυπηρέτηση των ατομικών τους συμφερόντων∙ ποτέ δεν λαμβάνουν υπόψη τους το πώς θα επηρεαστεί η μελλοντική πορεία των πραγμάτων, αν οι ίδιοι διεκδικούν συγκεκριμένες εξυπηρετήσεις και συγκεκριμένες ευκολίες τώρα. Το μόνο που τους απασχολεί είναι το παρόν, το σήμερα, και το πώς θα κάνουν τη ζωή τους ευκολότερη και καλύτερη.
Έτσι, ενώ είναι απολύτως απασχολημένοι με το πώς θα κερδίσουν αμέσως αυτά που θέλουν, δεν αντιλαμβάνονται ότι οι συνεχείς προσπάθειές τους να βελτιώσουν την παρούσα κατάστασή τους, επιδεινώνουν τη γενικότερη κατάσταση της πολιτείας και περιπλέκουν ολοένα και περισσότερο τα πράγματα. Ξεχνούν, άλλωστε, πως η εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων είναι ταυτόχρονα ολέθρια για τα συμφέροντα άλλων πολιτών, που κι εκείνοι με τη σειρά τους έχουν τις δικές τους επιδιώξεις κι είναι διατεθειμένοι να κάνουν ό,τι μπορούν για να τις επιτύχουν∙ σκεπτόμενοι αντιστοίχως κι αυτοί μόνο το άμεσο μέλλον, χωρίς καμία επίγνωση των συνεπειών που ενδεχομένως θα έχει η τωρινή τους στάση.
Η έλλειψη, όμως, γενικότερου σχεδιασμού, όπως και η πλήρης απροθυμία των πολιτών να παραιτηθούν απ’ όσα επιθυμούν και επιδιώκουν προς όφελος μιας μεταγενέστερης πιο ουσιαστικής βελτίωσης των πραγμάτων της πολιτείας, οδηγούν κατ’ ανάγκη και αναπόφευκτα τα πράγματα σε απόλυτη σύγχυση. Εφόσον όλοι θέλουν να δουν τις επιθυμίες τους να ικανοποιούνται τώρα και κανείς δεν σκέφτεται για το πώς μπορεί να οργανώσει η πολιτεία ένα μακροπρόθεσμο και πιο αποτελεσματικό σχέδιο, το αδιέξοδο είναι δεδομένο. Κι όταν τα πράγματα φτάνουν σ’ αυτό το αδιέξοδο, τότε οι πολίτες είναι αναγκασμένοι να παραμείνουν στάσιμοι και να ελπίζουν σε μια εξωγενή βοήθεια, αφού οι ίδιοι αδυνατούν πια να δώσουν λύση στα προβλήματά τους (που τα δημιούργησαν βέβαια οι ίδιοι).

Θα είν’ η ώρα οι θεοί να εργασθούνε.
Έρχονται πάντοτ’ οι θεοί. Θα κατεβούνε
από τες μηχανές των, και τους μεν θα σώσουν,
τους δε βίαια, ξαφνικά θα τους σηκώσουν
από την μέση∙ και σαν φέρουνε μια τάξι
θ’ αποσυρθούν.

Μόλις τα πράγματα φτάσουν σε πλήρες αδιέξοδο, είναι η ώρα να πιάσουν δουλειά οι θεοί. Ο Καβάφης δανείζεται εδώ κατά τρόπο αλληγορικό την αιφνίδια έλευση των θεών από το χώρο της τραγωδίας, όπου όταν οι ήρωες περιέρχονταν σε αντίστοιχα αδιέξοδες καταστάσεις και δεν υπήρχε κάποιος τρόπος να επιλυθούν ευλογοφανώς τα προβλήματά τους, εμφανιζόταν ο από μηχανής θεός (deus ex machina), όπως συχνότατα συνέβαινε στις τραγωδίες του Ευριπίδη, κι έδινε την καλύτερη κατά περίπτωση λύση.  
Οι μηχανές των θεών, αναφέρονται στο αρχαίο ελληνικό σκηνικό σύνεργο με το οποίο εμφανιζόταν ο «από μηχανής θεός».
Ο Καβάφης, βέβαια, δεν κυριολεκτεί όταν αναφέρεται στους θεούς, ούτε υπονοεί πως η λύση των πραγμάτων είναι εύκολη ή αναίμακτη. Οι θεοί συμβολίζουν εδώ τις επιμέρους μορφές που λαμβάνει η Ανάγκη όταν τα πράγματα φτάνουν στο έσχατο σημείο, όπως είναι το ξέσπασμα κάποιου πολέμου ή η παρέμβαση άλλων ισχυρότερων κρατών στα εσωτερικά της χώρας. Οι θεοί που έρχονται, λοιπόν, για να δώσουν λύση στο αδιέξοδο έχουν τη μορφή είτε ενός αιματηρού ξεσπάσματος είτε μιας παρέμβασης άλλων κρατών υπό τον έλεγχο ή την πίεση των οποίων κάποιοι διασώζονται, ενώ άλλοι απομακρύνονται βιαίως -οι βίαιες φονεύσεις πολιτών συνιστούν διαχρονικά μια σαφή πιθανότητα σε περιπτώσεις που τα πράγματα εξωθούνται στα άκρα-, μέχρι του σημείου που επέρχεται κάποια εξισορρόπηση και τα πράγματα μπαίνουν εκ νέου σε σειρά, οπότε κι οι «θεοί» αποσύρονται.
Γεννήματα της Ανάγκης οι εμφύλιες πολεμικές αναταραχές ή οι παρεμβάσεις άλλων κρατών, είναι επί της ουσίας οι από μηχανής θεοί που έρχονται να δώσουν λύση στα αδιέξοδα μιας πολιτείας που αδυνατεί να τα επιλύσει ειρηνικά και αποτελεσματικά μόνη της. Είναι ένας εντελώς αθέμιτος μεν, αλλά αποτελεσματικός τελικά τρόπος να αποκλιμακώνονται οι εσωτερικές εντάσεις, καθώς ο έλεγχος μοιάζει να περνά σε άλλα χέρια.

Κ’ έπειτ’ αυτός τούτο θα πράξει,
τούτο εκείνος∙ και με τον καιρόν οι άλλοι
τα ιδικά των. Και θ’ αρχίσουμε και πάλι.

Το ειρωνικό κλείσιμο του ποιήματος φανερώνει την ακλόνητη τάση των ανθρώπων να επανέρχονται αμέσως μόλις δουν κάποια βελτίωση της κατάστασης σε αυτό που τους ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα∙ στο προσωπικό τους συμφέρον. Έτσι, όποια κι αν είναι η λύση που θα δώσουν οι θεοί, όσο σκληρή κι αμείλικτη κι αν είναι αυτή, οι πολίτες μήτε θα παραδειγματιστούν μήτε θα μάθουν ποτέ τίποτα. Επιδίδονται αμέσως στις ίδιες εκείνες τακτικές που ακολούθησαν στο παρελθόν και τους έφεραν στο αδιέξοδο.

Ο καθείς αρχίζει να επιδιώκει την εξυπηρέτηση των δικών του σκοπών και κανείς δεν αναλογίζεται τις συνέπειες της εγωκεντρικής αυτής θέασης των πραγμάτων, στήνοντας έτσι από την αρχή το σκηνικό ενός νέου, εξίσου καταστρεπτικού αδιεξόδου. 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Η Τράπεζα του Μέλλοντος»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Michal Bednarek

Κωνσταντίνος Καβάφης «Η Τράπεζα του Μέλλοντος»

Την δύσκολη ζωή μου ασφαλή να κάνω
εγώ στην Τράπεζα του Μέλλοντος επάνω
πολύ ολίγα συναλλάγματα θα βγάλω.

        Κεφάλαια μεγάλ’ αν έχει αμφιβάλλω.
Κι άρχισα να φοβούμαι μη στην πρώτη κρίσι
εξαφνικά τας πληρωμάς της σταματήσει.

Το σύντομο αλληγορικό αυτό ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη έρχεται ν’ αποδώσει τις ανησυχίες του ποιητή σχετικά με την τάση των ανθρώπων να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σ’ ένα καλύτερο μέλλον, φτάνοντας τελικά στο σημείο να προσδοκούν πολύ περισσότερα απ’ όσα έχει στην πραγματικότητα το μέλλον να τους προσφέρει.

Την δύσκολη ζωή μου ασφαλή να κάνω
εγώ στην Τράπεζα του Μέλλοντος επάνω
πολύ ολίγα συναλλάγματα θα βγάλω.

Σε πρώτο πρόσωπο ο ποιητής δηλώνει πως σκοπεύει να βγάλει ελάχιστες συναλλαγματικές στην Τράπεζα του Μέλλοντος, προκειμένου να καταστήσει έτσι ασφαλέστερη την ήδη δύσκολη ζωή του. Δεν έχει, δηλαδή, την πρόθεση να επενδύσει πολλές ελπίδες σε όσα έχει να του φέρει το μέλλον, διότι δεν επιθυμεί να γνωρίσει κατόπιν την επώδυνη διάψευση. Ο ποιητής προτιμά να παλέψει τις δυσκολίες του παρόντος και να βιώσει το σήμερα, με όσες δυσχέρειες κι αν έχει αυτό, χωρίς να εναποθέτει τις ελπίδες του σ’ ένα υποτιθέμενα καλύτερο μέλλον, γεγονός που θα τον αποσπούσε από τον αγώνα που έχει να δώσει σήμερα κι από τις προσπάθειες που οφείλει να καταβάλει τώρα.
Οι επενδύσεις στην Τράπεζα του Μέλλοντος είναι αφενός επισφαλείς κι αφετέρου τείνουν να υπονομεύουν το πείσμα και την αποφασιστικότητα των ανθρώπων απέναντι στα τωρινά τους προβλήματα, αφού δημιουργούν την πλασματική αίσθηση πως ό,τι έρχεται θα είναι καλύτερο απ’ ό,τι βρίσκεται ήδη εδώ.

        Κεφάλαια μεγάλ’ αν έχει αμφιβάλλω.
Κι άρχισα να φοβούμαι μη στην πρώτη κρίσι
εξαφνικά τας πληρωμάς της σταματήσει.

Ο ποιητής αμφιβάλλει για το κατά πόσο η Τράπεζα του Μέλλοντος έχει μεγάλα κεφάλαια, και άρα ικανά να καλύψουν τις τόσες επενδύσεις των ανθρώπων του παρόντος. Έχει, μάλιστα, αρχίσει να φοβάται πως στην πρώτη κρίση η Τράπεζα αυτή θα σταματήσει ξαφνικά τις πληρωμές, αφήνοντας έκθετους όλους εκείνους τους ανθρώπους που επένδυσαν σε αυτή τις ελπίδες της ζωής τους, περιμένοντας μια καλύτερη εκδοχή της πραγματικότητας∙ περιμένοντας την εκπλήρωση των προσδοκιών και των ονείρων τους.
Ο ποιητής στέκει με απαισιοδοξία απέναντι στο ενδεχόμενο να είναι το μέλλον καλύτερο από το παρόν. Φοβάται πως αν επενδύσει πολλά σε αυτό θα βρεθεί κατά πάσα πιθανότητα να απογοητεύεται οικτρά, εφόσον δεν χρειάζεται παρά μια περίοδος κρίσης για να καταρρεύσουν όλες οι προσδοκίες και να φανερώσει η πραγματικότητα το σκληρό της πρόσωπο. Η δική του στάση, επομένως, που μοιάζει αρκετά συνετή, είναι να μην περιμένει πολλά από το μέλλον. Δεν θέλει ν’ αρχίσει να φαντάζεται και να προσδοκά ένα ιδανικό και ωραιοποιημένο μέλλον, μόνο και μόνο για να βρεθεί αντιμέτωπος με μια περίοδο ακόμη μεγαλύτερων δυσκολιών, έχοντας ήδη θυσιάσει στην αναμονή τις μέρες του παρόντος∙ τις μέρες που θα μπορούσε να αφιερώσει τις δυνάμεις του για ν’ αντιπαλέψει τις δυσκολίες και τα προβλήματα που είχε μπροστά του. Η εικόνα, άλλωστε, του παρόντος και των δικών του δυσχερειών, δεν μπορεί παρά να είναι αρκετά ενδεικτική για το πώς θα είναι το μέλλον∙ αν, βέβαια, αυτό δεν καταλήξει να είναι ακόμη χειρότερο.
Η επιλογή του ποιητή να αξιοποιήσει στο πλαίσιο της αλληγορίας του το τραπεζικό σύστημα και την «εμπιστοσύνη» που δείχνουν οι άνθρωποι στις τράπεζες σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις και τις επενδύσεις τους εν γένει, επιτρέπει κάποτε και την κυριολεκτική ανάγνωση του ποιήματος, μιας και κάπως παράδοξα μοιάζει να αποτυπώνεται σε αυτό η πραγματικότητα της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν προέβλεψε την κρίση της εποχής μας, καθώς το 1897 που συνέθεσε το ποίημά του είχε προφανώς κατά νου την πρόσφατη πτώχευση της Ελλάδας (1893) και τις σχετικές επιπλοκές στο τραπεζικό σύστημα. Παρά το γεγονός, πάντως, πως το ποίημα δεν αποτελεί κάποιου είδους πρόβλεψη, αξιοποιεί με ιδιαίτερα επιτυχή τρόπο τον παραλληλισμό με το τραπεζικό σύστημα, μιας και αντιπαραθέτει το πλήθος των αστάθμητων παραγόντων στην κάποτε αφελή τάση των ανθρώπων να στηρίζουν πολλές -ή τουλάχιστον περισσότερες από το θεμιτό- ελπίδες στο μέλλον και στις υποτιθέμενες ευλογίες που έχει αυτό να φέρει.

Ο Καβάφης προτιμά να αναμένει λίγα από το μέλλον και να επενδύει ακόμη λιγότερα σε αυτό, φοβούμενος ακριβώς το ενδεχόμενο ενός οποιουδήποτε απρόβλεπτου κινδύνου ή μιας μη αναμενόμενης ανατροπής, που μπορεί εύκολα να καταστήσει τις μέρες του μέλλοντος ακόμη δυσχερέστερες από αυτές του παρόντος. 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Αδύνατα»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Κωνσταντίνος Καβάφης: Η Πόλις – Απολείπειν ο θεός Αντώνιον (απαγγελία: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη) 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Αδύνατα»

Μία χαρά υπάρχει πλην ευλογητή
μία παρηγορία εν αυτή τη λύπη.
Από το τέλος τούτο πόσοι συρφετοί
λείπουν χυδαίων ημερών, πόση ανία λείπει!

Είπεν είς ποιητής· «Είναι αγαπητή
η μουσική που δεν δύναται να ηχήσει».
Κ’ εγώ θαρρώ ότι η πλέον εκλεκτή
είν’ η ζωή εκείνη που δεν δύναται να ζήσει.

Καθώς η ζωή φτάνει στο τέλος της υπάρχει, όπως το επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ένα στοιχείο που προσφέρει χαρά, μια πηγή παρηγοριάς σε αυτό το ως προς όλα τ’ άλλα λυπηρό γεγονός. Υπάρχει μόλις μία χαρά, την οποία όμως αξίζει να ευλογεί κανείς, διότι δεν είναι μικρής σημασίας. Το τέλος που επέρχεται σηματοδοτεί την απαλλαγή του ατόμου από το συρφετό εκείνων των χυδαίων και ανιαρών ημερών που υπονομεύουν την πραγματική ουσία της ζωής. Το άτομο γλιτώνει από το πλήθος εκείνο των ημερών κατά τις οποίες θα εξαναγκαζόταν να κάνει πράγματα ανούσια ή ανάξια∙ από το πλήθος των ημερών που θα χάνονταν ούτως ή άλλως μέσα στην ανία και την απραξία.
Η ζωή, έστω κι αν θα θέλαμε να αποτελείται από μια σειρά ευχάριστων εμπειριών και ερεθισμάτων που μας πλουτίζουν πνευματικά και συναισθηματικά, στην πραγματικότητα εμπεριέχει μεγαλύτερη αναλογία δυσάρεστων και δύσκολων στιγμών, όπως και πλήθος ωρών που περνούν χωρίς νόημα και χωρίς πραγματικό όφελος. Ο ίδιος ο Καβάφης στο ποίημα «Όσο μπορείς» μας δίνει ένα σαφές πλαίσιο για τις «χυδαίες ημέρες» και την «ανία» που ενδέχεται να κατακλύσει τη ζωή μας: «μην την εξευτελίζεις / μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, / μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. / Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την, / γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την / στων σχέσεων και των συναναστροφών / την καθημερινήν ανοησία, / ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική».
Κάθε άνθρωπος έχει, πιθανώς, κατά νου τα στοιχεία εκείνα που θα καθιστούσαν τη ζωή του ιδανική και γεμάτη με ουσιαστικές και ευδαιμονικές εμπειρίες. Η αλήθεια, όμως, είναι πως στο τέλος της ζωής ο απολογισμός δείχνει πως οι δυσάρεστες ή έστω ανούσιες και ανιαρές στιγμές υπήρξαν πολύ περισσότερες από τις ευχάριστες. Όσο κι αν θέλουν οι άνθρωποι να προφυλάξουν τον εαυτό τους από τη «χυδαιότητα» και την «ανία», αυτό είναι ένα πραγματικά δυσεπίτευκτο έργο.

Είπεν είς ποιητής∙ «Είναι αγαπητή
η μουσική που δεν δύναται να ηχήσει».

Ο Καβάφης προφανώς εννοεί, όπως το σημειώνει ο Γ. Π. Σαββίδης, τον John Keats, που στο τέλος του «Ode on a Grecian Urn», έγραψε:
Heard melodies are sweat, but those unheard
     Are sweeter...  

Οι μελωδίες που έχουν ακουστεί είναι γλυκές, αλλά εκείνες που δεν έχουν ακουστεί είναι πιο γλυκές, διότι κινούνται στο χώρο του ιδεατού. Είναι το δίχως άλλο μεγάλη η απόσταση ανάμεσα στην ιδεατή έκφανση της μουσικής που έχει ο δημιουργός κατά νου και στο τελικό αποτέλεσμα που λαμβάνει υπόσταση. Πάντα θα υπάρχει εκείνη η απολύτως εξαίσια μελωδία που θα δεσμεύει τη φαντασία και τη σκέψη του δημιουργού, η οποία όμως δεν θα μπορεί να ηχήσει, διότι δεν θα είναι εφικτή η κατά το επιθυμητό άρτια απόδοσή της.
Η ιδανική μελωδία πάντα διαφεύγει, όπως ακριβώς διαφεύγει κι εκείνη η «εκλεκτή ζωή» που το άτομο πλάθει στη σκέψη του, μα αδυνατεί να την υλοποιήσει.  

Κ’ εγώ θαρρώ ότι η πλέον εκλεκτή
είν’ η ζωή εκείνη που δεν δύναται να ζήσει.

Ορθά, λοιπόν, ο ποιητής τονίζει πως η πιο εκλεκτή ζωή είναι εκείνη που δεν δύναται να ζήσει -που δεν δύναται να πραγματωθεί-, διότι η καθημερινότητα, όπως έχει διαμορφωθεί, στέκει διαρκώς εμπόδιο στην πραγμάτωση οποιουδήποτε ιδανικού βίου. Έτσι, πάντοτε οι άνθρωποι θα έχουν στη σκέψη τους μια εικόνα της εκλεκτής ζωής που θα ήθελαν να ζήσουν, μα πάντοτε η πραγματικότητα θα διαψεύδει τις προσδοκίες τους, αφού θα τους φέρνει αντιμέτωπους με τις δυσκολίες, τη χυδαιότητα και την ανία.
Θα ήταν, βέβαια, θεμιτό να μπορούσαν οι άνθρωποι να ζήσουν εκείνη την εκλεκτή ζωή που αποζητά η ψυχή τους, μα ακόμη κι αν δεν μπορούν, η ύπαρξη αυτού του ιδανικού σχεδίου που έχουν στη σκέψη τους δεν παύει να είναι κέρδος, αφού λειτουργεί υπό μία έννοια ως πηγή παραμυθίας κατά τη διάρκεια των δύσκολων και επώδυνων στιγμών. Είναι αυτό που τους δίνει δύναμη και κουράγιο να συνεχίζουν να αγωνίζονται, Έστω, λοιπόν, κι αν γνωρίζουν πως δεν θα μπορέσουν ποτέ να ζήσουν την ιδανική ζωή που επιθυμούν, αυτό δε σημαίνει πως δεν αξίζει να διατηρούν το όνειρο αυτής της τέλειας ζωής και να προσπαθούν, στο βαθμό που μπορούν, να το υλοποιήσουν έστω και μερικώς.  

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...