Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ποσειδωνιάται»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ποσειδωνιάται»

Ποσειδωνιάταις τοις εν τω Τυρρηνικώ κόλπω το μεν εξ αρχής Έλλησιν ούσιν εκβαρβαρώσθαι Τυρρηνοίς ή Pωμαίοις γεγονόσι και τήν τε φωνήν μεταβεβληκέναι, τά τε πολλά των επιτηδευμάτων, άγειν δε μιάν τινα αυτούς των εορτών των Ελλήνων έτι και νυν, εν η συνιόντες αναμιμνήσκονται των αρχαίων ονομάτων τε και νομίμων, απολοφυράμενοι προς αλλήλους και δακρύσαντες απέρχονται.
AΘΗΝAΙΟΣ

Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κ’ είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.

[1906]

Ο Αθηναίος ο Ναυκρατίτης στο έργο του «Δειπνοσοφισταί» αναφερόμενος στη μουσική τέχνη επισημαίνει πως οι άνθρωποι έχουν λησμονήσει το πόσο άρτια ήταν η εκτέλεση των έργων στο παρελθόν κι επιδοκιμάζουν πλέον ακόμη κι εκείνους του μουσικούς που εμφανώς είναι ατάλαντοι. Προκειμένου, μάλιστα, να στηρίξει την άποψή του καταφεύγει σε κάτι που είχε γράψει ο Αριστόξενος ο Ταραντίνος στο δικό του έργο «Σύμμεικτα Συμποτικά»: «Πράττουμε όμοια με τους ανθρώπους της Ποσειδωνίας που μένουν στον Τυρρηνικό Κόλπο, στους οποίους συνέβη ενώ ήταν αρχικά Έλληνες, να έχουν στο τέλος εκβαρβαριστεί τελείως και να έχουν γίνει Τυρρήνοι ή Ρωμαίοι και να έχουν αλλάξει τη γλώσσα τους και όλα τους τα έθιμα. Μια, όμως, ελληνική γιορτή τη διατηρούν ακόμη και σήμερα, στην οποία συγκεντρώνονται και αναθυμούνται τα αρχαία τους ονόματα και τις παραδόσεις τους, και θρηνούν την απώλειά τους ο ένας στον άλλον κι ύστερα, αφού έχουν κλάψει γι’ αυτά, αποχωρούν.» Ακριβώς σαν αυτούς, λέει ο Αριστόξενος, κι εμείς, τώρα πια που το θέατρο έχει εκβαρβαριστεί πλήρως και τώρα που η μουσική έχει καταστραφεί κι έχει εκχυδαϊστεί, θα απομείνουμε ελάχιστοι που θα φέρνουμε στη σκέψη μας το πώς ήταν κάποτε η μουσική.
Από το χωρίο αυτό ο Καβάφης κρατά μόνο την αναφορά του Αριστόξενου στους κατοίκους της Ποσειδωνίας και στην απώλεια της προγονικής τους γλώσσας και ταυτότητας. Ό,τι συγκινεί τον ποιητή είναι η θλίψη που αισθάνονταν εκείνοι οι άνθρωποι κάθε φορά που θυμούνταν πως κάποτε ήταν κι εκείνοι Έλληνες και γνώριζαν την ελληνική γλώσσα.  

«Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.»

Ο Καβάφης ξεκινά το ποίημά του δίνοντας -εύλογα- έμφαση στην ελληνική γλώσσα και στο γεγονός πως αυτή λησμονήθηκε από τους κατοίκους της Ποσειδωνίας λόγω του μακροχρόνιου συγχρωτισμού τους με άλλες εντόπιες εθνότητες. Πάγιο ζητούμενο για τον Καβάφη είναι να τιμάται η αξία της ελληνικής γλώσσας και να τονίζεται η ευρύτατη διάδοσή της που είχε επιτευχθεί είτε μέσω της δημιουργίας αποικιών, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε μέσω των εκτεταμένων κτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Έλληνας εκτός ελληνικού χώρου κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά την αγωνία των ανθρώπων να διατηρήσουν τη γλώσσα και τα έθιμά τους σ’ έναν ξένο τόπο· γνωρίζει πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι ενώ βρίσκεσαι μακριά από την μητροπολιτική Ελλάδα να προσπαθείς να κρατήσεις αλώβητη την ελληνική σου ταυτότητα και να διασώσεις την από τόσο λίγους ομιλούμενη αυτή γλώσσα.
Η απώλεια της ελληνικής γλώσσας από τους κατοίκους της Ποσειδωνίας δεν αποτελεί για τον Καβάφη ένα μικρής σημασίας μεμονωμένο γεγονός, αλλά έναν ενδεχόμενο για πολλούς Έλληνες της διασποράς κίνδυνο που οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας.      

«Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.»

Οι «Ποσειδωνιάται» έχουν λησμονήσει σχεδόν όλα όσα τους συνδέουν με την προγονική τους ταυτότητα, εκτός από μία ελληνική γιορτή, την οποία διατηρούν ακόμη και την γιορτάζουν με ωραίες τελετές, τις οποίες πλαισιώνουν με μουσική και αγώνες. Η ελληνική αυτή γιορτή, αν και προφανώς δεν μπορεί να «θεραπεύσει» την απώλεια της μητρικής τους γλώσσας και της εθνικής τους ταυτότητας, αποτελεί ωστόσο το ύστατο σημείο επαφής με το έθνος από το οποίο προέρχονται και με τον πολιτισμό του οποίου κάποτε αποτελούσαν ζωντανό κομμάτι.

«Κ’ είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.»

Στο κλείσιμο της γιορτής αυτής οι κάτοικοι της Ποσειδωνίας συνήθιζαν να διηγούνται τα παλιά έθιμα του πολιτισμού τους και να ξαναλένε τα ελληνικά τους ονόματα, τα οποία όμως ελάχιστοι πια καταλάβαιναν. Έτσι, η ευφορία της γιορτής έδινε κάθε φορά τη θέση της στην επώδυνη συνειδητοποίηση πως απομακρύνονταν όλο και περισσότερο απ’ όλα εκείνα που κάποτε συνιστούσαν την εθνική και πολιτισμική τους ταυτότητα. Από τα έθιμα του παρελθόντος είχε απομείνει πια μια μακρινή ανάμνηση κι από την κάποτε μητρική τους γλώσσα είχαν απομείνει ελάχιστα ονόματα και λέξεις, που με δυσκολία λίγοι μόνο μπορούσαν να κατανοήσουν.

«Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.»

Η θλίψη των ανθρώπων της Ποσειδωνίας ήταν απολύτως δικαιολογημένη, αφού θυμούνταν πως κάποτε ανήκαν κι εκείνοι στο τόσο σημαντικό έθνος των Ελλήνων· πως ήταν κάποτε κι εκείνοι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, που κατέληξαν όμως να μιλούν και να ζουν βαρβαρικά. Όπως χαρακτηριστικά το εκφράζει ο ποιητής, ήταν Έλληνες που «ξέπεσαν», αφού εκβαρβαρίστηκαν κι έπαψαν να μιλούν την ελληνική γλώσσα και ν’ ακολουθούν τις ελληνικές παραδόσεις.
Θρηνούν, λοιπόν, εύλογα οι «Ποσειδωνιάται», καθώς αν και είχαν την ύψιστη τιμή να είναι βγαλμένοι απ’ τον Ελληνισμό, τώρα πια έχουν απολέσει την ξεχωριστή αυτή τους ταυτότητα κι έχουν γίνει ένα με τα υποδεέστερα ξένα έθνη της περιοχής. Σαφής εδώ η ιδιαίτερη αξία που αναγνωρίζει ο Καβάφης στην ελληνική ταυτότητα, την οποία συνδέει με το ανώτερο σημείο πολιτισμικής και πνευματικής ανάπτυξης. Κανένα έθνος δεν είχε κατορθώσει να οδηγηθεί σε ανάλογο επίπεδο πνευματικής ελευθερίας και κανένα έθνος δεν είχε φτάσει τη σκέψη του σε αντίστοιχα ύψη. Με τα λόγια του ίδιου του Καβάφη, από το ποίημά του «Επιτύμβιον Aντιόχου, βασιλέως Kομμαγηνής»:  
"Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνο, Ελληνικός—
ιδιότητα δεν έχ’ η ανθρωπότης τιμιοτέραν·
εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν."

Πέρα, πάντως, από την εξιδανικευμένη αυτή εικόνα που έχει δημιουργήσει ο Καβάφης για τον ελληνικό πολιτισμό -εικόνα που την βασίζει στα κορυφαία πνευματικά δημιουργήματα των Ελλήνων και στην αδιαπραγμάτευτη πρωτοκαθεδρία που αναγνώριζαν στην έννοια της ελευθερίας-, το μήνυμα που θέλει να περάσει με αυτό του το ποίημα εντοπίζεται στον κίνδυνο που υπάρχει για τους Έλληνες της διασποράς να χάσουν την επαφή τους με την ελληνική γλώσσα και τις αξίες του ελληνικού πολιτισμού. Οι Έλληνες που ζουν μακριά από την Ελλάδα έδιναν και δίνουν έναν δύσκολο αγώνα για να διαφυλάξουν τη γλώσσα τους και σε πολλές περιπτώσεις για να διασώσουν την ελευθερία που διακρίνει τη σκέψη τους, αφού είναι αναγκασμένοι να ζουν σε περιοχές όπου οι άνθρωποι δεν έχουν πια το πολύτιμο αυτό προνόμιο.     

Σημειώσεις του Γ. Π. Σαββίδη:

Λογία πηγή του ποιήματος είναι η επιγραφή από τον Αθηναίο (XIV, 632a), την οποία ο Καβάφης παραθέτει με παραλείψεις και δυσεξήγητες αλλοιώσεις. Το έθιμο που περιγράφει ο Αθηναίος τοποθετείται ανάμεσα στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. και στα 273 π.Χ.
Ποσειδωνιάται: οι ελληνικής καταγωγής κάτοικοι της Ποσειδωνίας, κοντά στο σημερινό Σαλέρνο· αρχικώς (περίπου 600 π.Χ.) ήταν άποικοι της επίσης ελληνικής αποικίας Συβάρεως, της οποίας οι κάτοικοι έγιναν παροιμιωδώς τρυφηλοί («Συβαρίται»). Στα 273 π.Χ. η Ποσειδωνία έγινε λατινική αποικία και μετονομάστηκε σε Paestum· ήταν διάσημη για τους ελληνικούς ναούς της, των οποίων επιβλητικά ερείπια σώζονται ακόμη.
Τυρρήνοι: η αρχαία ελληνική ονομασία των Ετρούσκων (περίπου 700 π.Χ.), των οποίων ο λαμπρός, ανεξιχνίαστος πολιτισμός σαρώθηκε οριστικώς από τους Ρωμαίους στα τέλη του 3ου αι. π.Χ.
Ιταλιώται: Έλληνες της Κάτω Ιταλίας· λέγεται πως ο Καβάφης έπλασε την λέξη Αιγυπτιώτης κατ’ αναλογία προς το Ιταλιώτης.

Κωνσταντίνος Καβάφης «La Jeunesse blanche»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Jackson McGoldrick

Κωνσταντίνος Καβάφης «La Jeunesse blanche»

Η φιλτάτη, η άσπρη μας νεότης,
                        α η άσπρη μας, η κάτασπρη νεότης,
                που είν’ απέραντη, κ’ είναι πολύ ολίγη,
                σαν αρχαγγέλου άνω μας πτερά ανοίγει!...
                        Όλο εξαντλείται, όλο αγαπάει·
και λιώνει και λιγοθυμά εις τους ορίζοντας τους άσπρους.
A πάει εκεί και χάνεται εις τους ορίζοντας τους άσπρους,
                                για πάντα πάει.

                        Για πάντα, όχι. Θα ξαναγυρίσει,
                        θα επιστρέψει, θα ξαναγυρίσει.
                Με τα λευκά της μέλη, την λευκή της χάρι,
                θα έλθ’ η άσπρη μας νεότης να μας πάρει.
                        Με τα λευκά της χέρια θα μας πιάσει,
και μ’ ένα σάβανο λεπτό απ’ την ασπράδα της βγαλμένο,
με κάτασπρο ένα σάβανο απ’ την ασπράδα της βγαλμένο
                                θα μας σκεπάσει.
[1895]

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης αντικρίζει τη νεότητα ως την πλέον σημαντική περίοδο της ζωής των ανθρώπων, καθώς είναι εκείνη που προσφέρει την ευδαιμονική αίσθηση των άπειρων προοπτικών και δυνατοτήτων. Κάθε νέος έχει την ευκαιρία να θέσει στη ζωή του όσους και όποιους στόχους επιθυμεί, χωρίς να αισθάνεται την πίεση του χρόνου ή την ύπαρξη περιορισμών. Η αγαθή και αγνή νεότητα φροντίζει να του διασφαλίζει όλες τις αναγκαίες συνθήκες, προκειμένου να αφήνεται εκείνος απερίσπαστος στην επιδίωξη των ονείρων του. Του επιτρέπει, άλλωστε, να δοκιμάζει ξανά και ξανά νέες και διαφορετικές κατευθύνσεις στη ζωή του, μέχρι να νιώσει πως έχει επιλέξει εκείνη που του ταιριάζει περισσότερο.

Η φιλτάτη, η άσπρη μας νεότης,
                        α η άσπρη μας, η κάτασπρη νεότης,
                που είν’ απέραντη, κ’ είναι πολύ ολίγη,
                σαν αρχαγγέλου άνω μας πτερά ανοίγει!...

Ο Καβάφης αποκαλεί με έμφαση τη νεότητα άσπρη (άσπρη – κάτασπρη), καθώς επιδιώκει αφενός να τονίσει το στοιχείο της αγνότητας που τη χαρακτηρίζει κι αφετέρου να επισημάνει πως η νεότητα μοιάζει μ’ ένα άγραφο λευκό χαρτί, στο οποίο κάθε νέος μπορεί να γράψει τη δική του ιστορία, όπως ο ίδιος την επιθυμεί, χωρίς να παρεμποδίζεται από λάθη του παρελθόντος ή από επώδυνες μνήμες. Η νεότητα είναι αγνή, αφού η ψυχή των νέων δεν έχει γνωρίσει ακόμη την αλλοίωση εκείνη που επιφέρει ο χρόνος κι η ανάγκη. Οι πράξεις κάθε νέου έχουν ακόμη το χαρακτήρα του αθώου πειραματισμού και δεν είναι δόλια προσχεδιασμένες, όπως συχνά συμβαίνει στον κόσμο των ενηλίκων. Η νεότητα είναι κάτασπρη, αφού ο νέος άνθρωπος δεν έχει ακόμη διανύσει πολλά βήματα στο βίο του, κι έχει τέτοιο πλήθος επιλογών μπροστά του, ώστε δεν έχει ακόμα καθοριστεί αμετάκλητα η πορεία του.  
Η νεότητα μοιάζει να είναι απέραντη, ή τουλάχιστον έτσι τη βλέπουν οι ίδιοι οι νέοι, που έχουν για καιρό την αίσθηση πως τα περιθώρια χρόνου που τους παρέχονται είναι άπλετα, κι είναι ταυτόχρονα πολύ λίγη, αφού είναι τόση η ομορφιά της ζωής και τόσα εκείνα που μπορεί να βιώσει και να πετύχει κανείς στη ζωή του, ώστε μοιάζει να μην επαρκεί το διάστημα των νεανικών χρόνων.
Η αγαπημένη αυτή, άσπρη νεότητα ανοίγει τα φτερά της πάνω από τους νέους ανθρώπους σαν να είναι αρχάγγελος που θέλει να τους προστατέψει. Προφυλάσσει, άλλωστε, τους νέους από τον φόβο που νιώθουν οι ηλικιωμένοι, καθώς βλέπουν τα χρονικά τους περιθώρια να εξαντλούνται· τους προφυλάσσει κι από το φρικτό πρόσωπο της ζωής, όταν η αθωότητα των ανθρώπων υποχωρεί και δίνει τη θέση της στην απληστία, το φθόνο και το μίσος· τους προφυλάσσει κι από την οδυνηρή επίγνωση πως η διάρκειά της δεν είναι τόσο μεγάλη όσο φαντάζει στη σκέψη τους.

Όλο εξαντλείται, όλο αγαπάει·
και λιώνει και λιγοθυμά εις τους ορίζοντας τους άσπρους.
A πάει εκεί και χάνεται εις τους ορίζοντας τους άσπρους,
                                για πάντα πάει.

Η νεότητα, δοσμένη στο πάθος της για ζωή, διαρκώς εξαντλείται από τους ευτυχισμένους κόπους μιας ακατάπαυστης εσωτερικής έντασης, κι όλο αφήνεται στο παιχνίδι της αγάπης· λιώνει από πόθο και επιθυμία, και λιγοθυμά μπροστά στη θέα των όλο και περισσότερων δυνατοτήτων που ανοίγονται μπροστά της. Παρασύρεται από κάθε της νέα επιδίωξη, και συνεχίζει αδιάκοπα την πορεία της αναζητώντας έναν νέο κάθε φορά ενθουσιασμό ή μια νέα πρόκληση, μέχρι που, χωρίς κι ίδια να το συνειδητοποιήσει, χάνεται μέσα στους άσπρους ορίζοντες των τόσων ευκαιριών που έβλεπε μπροστά της.

                        Για πάντα, όχι. Θα ξαναγυρίσει,
                        θα επιστρέψει, θα ξαναγυρίσει.
                Με τα λευκά της μέλη, την λευκή της χάρι,
                θα έλθ’ η άσπρη μας νεότης να μας πάρει.
                        Με τα λευκά της χέρια θα μας πιάσει,
και μ’ ένα σάβανο λεπτό απ’ την ασπράδα της βγαλμένο,
με κάτασπρο ένα σάβανο απ’ την ασπράδα της βγαλμένο
                                θα μας σκεπάσει.

Η νεότητα αναλώνεται άθελά της στο κυνήγι μιας νέας κάθε φορά επιθυμίας ή αγάπης, μέχρι που χάνεται για πάντα, ή, όπως διορθώνει ο ποιητής, χάνεται μέχρι να έρθει η στιγμή που τελειώνει η ζωή του κάθε ανθρώπου, οπότε κι εκείνη επιστρέφει για να διεκδικήσει εκ νέου τα αλλοτινά παιδιά της και να τους προσφέρει τις ύστατες περιποιήσεις.
Με τα λευκά -αγνά- της χέρια, η νεότητα πιάνει κάθε άνθρωπο που πεθαίνει και τον τυλίγει η ίδια μ’ ένα κάτασπρο σάβανο, βγαλμένο από την ίδια της την ασπράδα. Η νεότητα επιστρέφει για να συλλέξει ένα προς ένα τα παιδιά της και να τα καθαγιάσει εκ νέου με τη δική της αγνότητα, όπως αγνά τα είχε κάποτε αφήσει. Η νεότητα γνωρίζει καλά τα λάθη που έκανε κάθε παιδί της· γνωρίζει τους συμβιβασμούς, τις υποχωρήσεις, τις αποτυχίες, γνωρίζει και τη μοχθηρότητα ή και το μίσος που κάθε ένα τους αισθάνθηκε, μα δεν τους καταλογίζει καμία ευθύνη. Η νεότητα γνωρίζει τις συνθήκες της ζωής και γνωρίζει πως τα παιδιά της ήρθαν αντιμέτωπα με την ανάγκη και τον πόνο· γνωρίζει πως αναγκάστηκαν να χάσουν την αγνότητά τους και να γίνουν σκληρά για να επιβιώσουν. Η νεότητα γνωρίζει ακόμη τα όνειρα και τις προσδοκίες που είχε κάθε παιδί της, και ξέρει καλά πόσο τα πόνεσαν οι διαψεύσεις κι οι ματαιώσεις. Έχει νιώσει τον πόνο τους και τα έχει συγχωρέσει, γι’ αυτό και επιστρέφει να τα σκεπάσει με το άσπρο της σάβανο, αναγνωρίζοντας πως είναι καιρός να επανέλθουν στην πρότερη αγνότητά τους, απαλλαγμένα πια από τις οδύνες και τις δυσκολίες της ζωής.

©Κωνσταντίνος Μάντης

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Επαναληπτικές Πανελλήνιες 2009 [Γλώσσα]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
lehman_11

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Επαναληπτικές Πανελλήνιες 2009 [Γλώσσα]  

H γλώσσα είναι συνυφασμένη με την έκφραση του ανθρώπου, λειτουργία καθ’ εαυτήν σπουδαία στην ύπαρξή του, καθώς και με την από αυτήν υπηρετούμενη επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων.[...] Δεν είναι όμως η γλώσσα ο μόνος εκφραστικός τρόπος του ανθρώπου. Εκφραστικός τρόπος του ανθρώπου είναι και η άναρθρη φωνή, κάτι προγλωσσικό, είτε η εκφώνηση έρρυθμων ήχων, η γεννητική της μουσικής. Εκφραστικός τρόπος του ανθρώπου είναι και η κάπως ρυθμική δόνηση του σώματος, η γεννητική του χορού. Εκφραστικός τρόπος του ανθρώπου είναι και η χάραξη γραφήματος είτε η πλαστική διαμόρφωση κάποιου υλικού, απαρχές των εικαστικών τεχνών.
H γλώσσα, όμως, υπερέχει από τους άλλους αυτούς εκφραστικούς τρόπους του ανθρώπου. Η γλώσσα έχει το προνόμιο να εκφράζει τις επιτεύξεις της διάνοιας του ανθρώπου, απειροδύναμης στη δράση της προς γνώση του κόσμου και προς διεύθυνση της συμπεριφοράς του ανθρώπου και άρα προς συντήρηση της ζωής του. Η γλώσσα είναι κατ’ εξοχήν πρόσφορη προς επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, άρα και προς σύμπηξη1 και λειτουργία της κοινωνίας, απαραίτητης για τη συντήρηση της ζωής και την υπαρξιακή προαγωγή του ανθρώπου, καθώς και για τη δημιουργία και την ανάπτυξη και τη συντήρηση του πολιτισμού. Οι άλλοι εκφραστικοί τρόποι συμβάλλουν επικουρικά είτε συμπληρωματικά στην ύπαρξη του ανθρώπου, στον εμπλουτισμό της κοινωνίας και στην ανάπτυξη του πολιτισμού. Ενώ χωρίς γλώσσα δεν υπάρχει κοινωνία, ούτε πολιτισμός.[...] Όποια έξοχη αξία και αν έχουν τα καλλιτεχνικά έργα του Φειδίου, υπέρτερη αξία έχουν τα με τη χρήση της γλώσσας υπηρετημένα ή και διαπλασμένα κάπως φιλοσοφικά έργα του Πλάτωνος. Η επιρροή, έστω έμμεσα, του λόγου του Πλάτωνος στην μετ’ αυτόν Ιστορία και στη σημερινή ζωή της ανθρωπότητας είναι πολύ ενεργότερη και βαθύτερη από την αντίστοιχη επιρροή της τέχνης του Φειδίου.[...]
Κάθε γλώσσα είναι καθρέφτισμα της νοοτροπίας και της ηθοτροπίας των ανθρώπων του οικείου λαού, αλλά και στοιχείο έκδηλο της διαφοριστικής του από τους «ξένους» λαούς ιδιοσυστασίας του. Είναι όμως και παιδαγωγός των ανθρώπων κάθε λαού η εθνική του γλώσσα, καθώς με την εκμάθηση και χρήση της η κάθε γενεά του εμβαπτίζεται κάπως στον πολιτισμό, τον δημιουργημένο από τις προηγούμενες γενεές του. Αποτελεί άρα για κάθε λαό η γλώσσα του κύριο πνευματικό αγαθό του. Και είναι πρώτιστο καθήκον των συγγραφέων και των δημοσιογράφων, ως υπεύθυνων για τη διαφύλαξη του εθνικού αυτού πλούτου η αδιάλειπτη μέριμνα προς ανεπιτήδευτη καλλιέπεια2, με ορθή χρήση των λέξεων και άψογη τήρηση των κανόνων της γραμματικής, της φιλοσοφικής αυτής νομοθεσίας της γλώσσας. Και αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν, όταν πρόκειται για την υπό διάπλαση πάλι στην εποχή μας ελληνική γλώσσα, την δίκαια υμνημένη στην αρχαία μορφή της από τον Gibbon, ως «μουσικώτατη και γονιμώτατη γλώσσα...» και από τον Παλαμά [...] με στίχους του ποιήματος «Ασκραίος»: «τα λόγια της ευφραίνουν / των αηδονιών τα ονείρατα και των περιστεριών / και τους αλαφροΐσκιωτους μαγεύουν». Εξ άλλου, την ευλαβική φροντίδα για τη γλώσσα παραγγέλλει ο Διονύσιος Σολωμός, ο εμπνευσμένος αυτός αλαφροΐσκιωτος, με τη δήλωσή του «Μήγαρις3 έχω άλλο στο νου, πάρεξ4 ελευθερία και γλώσσα;».

Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου, Ακαδημαϊκού, Φιλοσοφία και θεωρία του πολιτισμού, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2001, σσ. 174-182.

1. σύμπηξη: στερεοποίηση, συγκρότηση
2. καλλιέπεια: η χάρη, η κομψότητα του λόγου
3. μήγαρις: μήπως
4. πάρεξ: εκτός

Α. Να γράψετε στο τετράδιό σας περίληψη 90-110 λέξεων του κειμένου που σας δόθηκε.

Η γλώσσα ως μέσο έκφρασης του ανθρώπου καθιστά εφικτή την επικοινωνία, δεν αποτελεί όμως τον μόνο εκφραστικό του τρόπο. Παρόμοιο ρόλο επιτελούν η μουσική, ο χορός κι οι εικαστικές τέχνες. Η γλώσσα, βέβαια, υπερέχει όλων των άλλων τρόπων έκφρασης, καθώς μέσω αυτής φανερώνονται τα επιτεύγματα της ανθρώπινης σκέψης και διαπλάθεται η συμπεριφορά των ατόμων. Η γλώσσα, συνάμα, επιτρέπει τη δημιουργία κοινωνιών και την αρμονική τους λειτουργίας· φανερώνει τη νοοτροπία και το ήθος των ανθρώπων και συμβάλλει ώστε κάθε νέα γενιά να γνωρίζει τον πολιτισμό του τόπου της. Συνιστά, άρα, πολύτιμο αγαθό, γι’ αυτό και είναι χρέος κάθε θεράποντα του γραπτού λόγου η φροντίδα για τη διατήρηση της ομορφιάς και της ορθότητάς της, ιδίως όταν πρόκειται για μια υπό διαμόρφωση γλώσσα, όπως είναι η νέα ελληνική.

Β1. Να αναπτύξετε σε μία παράγραφο 80-100 λέξεων το περιεχόμενο της φράσης του Διονυσίου Σολωμού, «Μήγαρις έχω άλλο στο νου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;»

Ο Διονύσιος Σολωμός τονίζει πως στη σκέψη του υπάρχουν διαρκώς τα δύο βασικά ζητούμενα για τον ελληνικό λαό· η ελευθερία κι η γλώσσα. Η ελευθερία ως το πρωταρχικό δικαίωμα των ανθρώπων να ζουν χωρίς να βρίσκονται υπό την εξουσία και τον έλεγχο κάποιου άλλου, κι η γλώσσα ως το μέσο εκείνο που επιτρέπει στα άτομα να επιτυγχάνουν την πνευματική τους απελευθέρωση. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό πως ο ποιητής τοποθετεί τη γλώσσα στο ίδιο επίπεδο με την εθνική ελευθερία, μιας και αναγνωρίζει την εξέχουσα αξία της. Η μελέτη της γλώσσας, άλλωστε, είναι ο μόνος τρόπος για την επίτευξη μιας ουσιαστικής πνευματικής καλλιέργειας των ατόμων· μιας καλλιέργειας που θα τους προσδώσει οξύτητα σκέψης και θα τους οδηγήσει στο να διεκδικήσουν επιτυχώς το σύνολο των δικαιωμάτων τους.

Β2. Να εντοπίσετε στο κείμενο δύο (2) περιπτώσεις επίκλησης στην αυθεντία.

Στο κλείσιμο του κειμένου ο συγγραφέας επικαλείται την αυθεντία δύο σημαντικότατων Ελλήνων ποιητών, προκειμένου να τεκμηριώσει την άποψή του σχετικά με την αξία της γλώσσας. Έχουμε, έτσι, την παράθεση στίχων από το ποίημα «Ασκραίος» του Κωστή Παλαμά, καθώς και μιας φράσης από τον «Διάλογο» του Διονύσιου Σολωμού.

Β3. α. Να γράψετε ένα αντώνυμο για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις:
ορθή, άναρθρη, δίκαια, υπεύθυνων, έμμεσα.

ορθή: λανθασμένη, εσφαλμένη
άναρθρη: έναρθρη
δίκαια: άδικα  
υπεύθυνων: ανεύθυνων
έμμεσα: άμεσα

β. Να γράψετε ένα συνώνυμο για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις:
επιρροή, προνόμιο, καθήκον, επικουρικά, μέριμνα.

επιρροή: επίδραση, επενέργεια, επηρεασμός
προνόμιο: πλεονέκτημα
καθήκον: χρέος
επικουρικά: βοηθητικά
μέριμνα: φροντίδα

Β4. α. Να βρείτε τρία (3) παραδείγματα μεταφορικής χρήσης του λόγου από το κείμενο που σας δόθηκε.

- Κάθε γλώσσα είναι καθρέφτισμα της νοοτροπίας και της ηθοτροπίας των ανθρώπων του οικείου λαού
- η κάθε γενεά του εμβαπτίζεται κάπως στον πολιτισμό
- ο Διονύσιος Σολωμός, ο εμπνευσμένος αυτός αλαφροΐσκιωτος

β. Χωρίς να αλλάξετε το μέρος του λόγου των παρακάτω λέξεων ή ονοματικών συνόλων να σχηματίσετε από μία δική σας πρόταση με τις λέξεις: παιδαγωγός, πρόσφορη, επιρροή της τέχνης, πνευματικό αγαθό.

- Ο Όμηρος υπήρξε παιδαγωγός όλων των Ελλήνων της αρχαιότητας.
- Θεώρησε πως η περίσταση ήταν πρόσφορη για ν’ αναφερθεί στη νέα του ιδέα.
- Η επιρροή της τέχνης συνιστά συχνά ένα δραστικό ερέθισμα για να επιδιώξουν οι νέοι την εμβάθυνση της πνευματικής τους καλλιέργειας.
- Η ποίηση αποτελεί ένα πολύτιμο πνευματικό αγαθό, καθώς επιτρέπει ιδίως στους νέους να βαθύνουν το ενδιαφέρον τους για τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους.

Γ. Συχνά παρατηρείται στις μέρες μας χαμηλή ποιότητα γλωσσικής έκφρασης σε ποικίλες μορφές επικοινωνίας, προφορικής ή γραπτής. Ως μέλος της Βουλής των Εφήβων, σε γραπτή σας εισήγηση, να αιτιολογήσετε το παραπάνω φαινόμενο και να αναφερθείτε στην ξεχωριστή σημασία της γλωσσικής παιδείας για την προαγωγή του πνευματικού πολιτισμού.

Αξιότιμοι έφηβοι βουλευτές,

Στην εποχή μας ολοένα και συχνότερα διαπιστώνουμε πως τόσο οι νέοι όσο και αρκετοί από τους ενήλικες αδυνατούν να αξιοποιήσουν με επάρκεια τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας. Πρόβλημα που γίνεται εμφανές σε ποικίλες εκφάνσεις της καθημερινής επικοινωνίας, καθώς είτε πρόκειται για τα γραπτά κείμενα μαθητών είτε για την προφορική επικοινωνία μεταξύ ενηλίκων, η ποιότητα της γλωσσικής έκφρασης μοιάζει να υποχωρεί όλο και περισσότερο. Πρόκειται για το ανησυχητικό απότοκο μιας σειράς αιτιών που έχουν εξοστρακίσει την ενασχόληση με τη γλώσσα στο περιθώριο των ενδιαφερόντων τόσο των νέων όσο και των ενηλίκων.  
Σε ό,τι αφορά, κατ’ αρχάς, το χώρο της εκπαίδευσης παρατηρούμε πως η μελέτη της νέας ελληνικής γλώσσας ούτε έχει την κεντρική θέση που θα έπρεπε, ούτε γίνεται με την αναγκαία συστηματικότητα. Οι γραμματικές και συντακτικές δομές της γλώσσας διδάσκονται κυρίως στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, χωρίς να υπάρχει μέριμνα για μεταγενέστερη επανάληψή τους, με αποτέλεσμα οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και κυρίως του Λυκείου, να αγνοούν πλήρως τους σχετικούς κανόνες. Ενώ, υπό την επίδραση ενός κακώς εννοούμενου ωφελιμιστικού πνεύματος, το γλωσσικό μάθημα αποκτά δευτερεύουσα σημασία απέναντι στα μαθήματα τεχνικού χαρακτήρα.  
Προφανής είναι, φυσικά, κι η επίπτωση που έχει η μείωση της επαφής των νέων με τη λογοτεχνία και το βιβλίο γενικότερα. Υπό την τυραννία της τηλεοπτικής οθόνης και του διαδικτύου οι νέοι απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από την ανάγνωση, γεγονός, μάλιστα, που βαρύνει τόσο τους γονείς όσο και το σχολείο, αφού δεν επιτυγχάνεται η μετάδοση στα παιδιά της απαραίτητης αγάπης για τη μελέτη και την ανάγνωση. Οι νέοι, άλλωστε, παρασύρονται από το γενικότερο χρησιμοθηρικό πνεύμα της εποχής που έχει προ πολλού απορρίψει την ενασχόληση με το βιβλίο ως οικονομικά ανώφελη, αφού δεν οδηγεί στη διασφάλιση κάποιας επικερδούς επαγγελματικής ενασχόλησης.
Οι νέοι επηρεάζονται, συνάμα, από την τηλεοπτική γλώσσα, όπως αυτή χρησιμοποιείται στα διαφημιστικά μηνύματα, αλλά και σε εκπομπές νεανικού περιεχομένου. Πρόκειται για μια γλώσσα ατελή, στην οποία κυριαρχούν τα λογοπαίγνια, η ανάμειξη ξένων γλωσσικών όρων, οι ελλιπείς διατυπώσεις, τα συντακτικά λάθη, η συνθηματολογία, αλλά και η χρήση περιορισμένου λεξιλογίου. Επιπροσθέτως, ιδιαιτέρως επιζήμια κρίνεται κι η επικοινωνία των νέων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου για λόγους συντομίας η γλώσσα αποκτά μια συντομογραφική ελλειπτική απόδοση, με τη χρήση συχνά λατινοελληνικού αλφαβήτου, που ενέχει τις δικές του ολέθριες συνέπειες στην ορθογραφία των λέξεων.
Παρά το πολυποίκιλο των παραγόντων που απομακρύνουν τους φυσικούς ομιλητές της γλώσσας από την ουσιαστική μελέτη της, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως είναι αναγκαία μια δραστική προσπάθεια αντιμετώπισής τους, καθώς τα οφέλη που προκύπτουν από την ποιοτική γλωσσική παιδεία είναι κομβικής σημασίας για την προαγωγή του πνευματικού μας πολιτισμού.
Η σύνδεση της γλώσσας με τη συνολική ενίσχυση των πνευματικών και διανοητικών λειτουργιών του ατόμου είναι προφανής, υπό την έννοια πως ο γλωσσικός κώδικας αποτελεί βασικό φορέα σκέψης και συλλογισμών. Η διεύρυνση, επομένως, της γλωσσικής δεξιότητας του ατόμου, όπως και του λεξιλογίου του, προσφέρει το αναγκαίο υλικό για την επίτευξη νέων και πιο σύνθετων συλλογισμών, που ενισχύουν την αντιληπτική του ικανότητα. Με τη συνδρομή της γλώσσας, άλλωστε, το άτομο κατορθώνει να έρθει σε επαφή με τα πνευματικά δημιουργήματα παλαιότερων εποχών, αλλά και με το τρέχον γνωστικό υλικό των διαφόρων επιστημών, επιτυγχάνοντας τον εμπλουτισμό των γνώσεών του και φυσικά τη γενικότερη πνευματική του καλλιέργεια.
Η γλώσσα και ειδικότερα η μέσω αυτής δυνατότητα του διαλόγου καθιστά εφικτή την επικοινωνία, και άρα τη γνωριμία μεταξύ ατόμων, επιτρέποντας έτσι την κοινωνικοποίησή τους. Ενώ, μέσω του διαλόγου ενισχύεται κι η ικανότητα του ατόμου να διατυπώνει με ακρίβεια και πληρότητα τις απόψεις του. Η ανάγκη που προκύπτει κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης να παρουσιαστούν με σαφήνεια, αλλά και πυκνότητα, οι απόψεις του ατόμου, λειτουργεί ως κίνητρο για την ενεργή προσπάθεια πρόσκτησης των αναγκαίων λεκτικών και συλλογιστικών δεξιοτήτων. Παράλληλα, το άτομο καλούμενο να κατανοήσει και να αξιολογήσει την ποιότητα των επιχειρημάτων του συνομιλητή του, εξασκεί την κριτική του ικανότητα και αποκτά αφενός τη δυνατότητα να διατυπώνει, το ίδιο, αξιόλογα και αποτελεσματικά επιχειρήματα, και αφετέρου να εντοπίζει τα ευάλωτα σημεία της «αντίπαλης» επιχειρηματολογίας.
            Επιπλέον, η γλώσσα -και κυρίως ο γραπτός λόγος- συνιστά βασικό μέσο διατήρησης του πνευματικού πολιτισμού ενός έθνους, παρέχοντας τη δυνατότητα στις νεότερες γενιές να γνωρίσουν τόσο τη λογοτεχνική όσο και την ιστορική παράδοση του τόπου τους. Με αρχικό στόχο την ουσιαστικότερη μελέτη της ελληνικής γλώσσας οι νέοι μπορούν να έρθουν σ’ επαφή με το πλήθος των πνευματικών δημιουργημάτων του παρελθόντος και να ξεκινήσουν μια επωφελή «συζήτηση» με τις διανοητικές κατακτήσεις των προγενέστερων περιόδων του τόπου μας. Τα λογοτεχνικά, επιστημονικά και ιστορικά έργα του παρελθόντος μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα τόσο για μια βαθύτερη επικοινωνία με την πολιτισμική μας ταυτότητα όσο και για μια νέα προσπάθεια αξιοποίησης του πνευματικού μας πλούτου.
            Η γλωσσική παιδεία διαδραματίζει, λοιπόν, σημαίνοντα ρόλο στην πνευματική καλλιέργεια του ατόμου, καθώς του προσφέρει τα αναγκαία μέσα για την ενίσχυση της συλλογιστικής του ικανότητας. Ενώ, παράλληλα, επιτρέπει τη σε συλλογικό επίπεδο πρόοδο του πνευματικού πολιτισμού μιας χώρας, εφόσον καθιστά τα μέλη της ικανά να σημειώσουν αξιόλογα επιτεύγματα σε κάθε τομέα της επιστήμης και της τέχνης. Οφείλουμε, επομένως, να δώσουμε στη μελέτη της γλώσσας την κεντρική θέση που της αναλογεί στο χώρο της εκπαίδευσης και, συνάμα, να διατηρήσουμε ζωντανό το ενδιαφέρον όλων των πολιτών για το πολύτιμο αυτό εργαλείο μετάδοσης γνώσεων και πολιτισμού.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.

Κωνσταντίνος Καβάφης «Μεγάλη Εορτή στου Σωσιβίου»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Mikael Aldo 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Μεγάλη Εορτή στου Σωσιβίου»

Ωραίον ήτο το απόγευμά μου, λίαν
ωραίον. Την Aλεξανδρινή θάλασσαν ηδέως λείαν

αγγίζει ελαφρότατα, θωπεύει η κώπη.
Χρειάζεται μια τέτοια ανάπαυσις: είναι βαρείς οι κόποι.

Να βλέπουμε κι αθώα κάποτε τα πράγματα, και ήπια.
Βράδυασεν όμως, δυστυχώς. Νά, και τον οίνον όλον ήπια,

δεν έμεινε μες στην φιάλη μου μια στάλα.
Είν’ η ώρα να στραφούμεν, οίμοι!, στ’ άλλα.

Ένδοξος οίκος (ο περιφανής Σωσίβιος κ’ η καλή
συμβία του· έτσι να λέμε) εις εορτήν του μας καλεί.

Στες ραδιουργίες μας πρέπει να πάμε πάλι—
να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας πάλη.

Κατά τα χρόνια της βασιλείας του ράθυμου και έκλυτου Πτολεμαίου Δ΄ Φιλοπάτορος η εξουσία βρισκόταν επί της ουσίας στα χέρια ενός ελληνικής καταγωγής Αλεξανδρινού, του Σωσιβίου, του οποίου ο πατέρας ονομαζόταν Διοσκουρίδης. Ο Σωσίβιος είναι εκείνος που συμβούλεψε τον Πτολεμαίο Δ΄ να εκτελέσει τα μέλη της οικογένειάς του, ώστε να είναι απαλλαγμένος από τον έλεγχό τους, καθώς και από πιθανούς διεκδικητές του θρόνου. Έτσι, εκτελέστηκαν ο θείος του Πτολεμαίου, Λυσίμαχος, η μητέρα του, Βερενίκη Β΄ της Αιγύπτου, που δηλητηριάστηκε, αλλά και ο αδερφός του Μάγας, στον οποίο έριξαν καυτό νερό την ώρα που πλενόταν. Αποτέλεσμα της βίαιης αυτής ενέργειας ήταν να ξεσπάσει πολιτική κρίση, να εξασθενήσει η άμυνα της χώρας και ο Αντίοχος Γ΄ να ανακαταλάβει την Σελεύκεια (άνοιξη 219 π.Χ.). Ενώ οι διοικητές της Τύρου και της Πτολεμαΐδας παρέδιδαν ύστερα από στάση στον Αντίοχο τις πόλεις, ο Σωσίβιος μετέδιδε την πληροφορία πως ο στρατός του Πτολεμαίου συγκεντρωνόταν στο Πηλούσιο. Η είδηση δεν ήταν αληθινή, αλλά κατόρθωσε να σταματήσει την προέλαση του Αντιόχου και να συνάψει τετράμηνη ανακωχή (φθινόπωρο του 219 π.Χ.).
Κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων τον χειμώνα του 219/218 π.Χ., ο Σωσίβιος φρόντισε ν’ αυξηθεί σημαντικά ο στρατός με Έλληνες και ντόπιους μισθοφόρους και όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες ανέλαβε ο ίδιος την διοίκηση. Παρά τις αρχικές επιτυχίες του Αντιόχου, ο Πτολεμαίος επικράτησε τελικά στην μάχη της Ραφίας (217 π.Χ.). Παρ’ όλο που ο Αντίοχος στράφηκε στις ανατολικές επαρχίες από το 212 έως το 205 π.Χ., ο Σωσίβιος δεν κατόρθωσε να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας του.  
Θύματα του Σωσιβίου υπήρξαν, επίσης, ο βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης Γ΄, ο οποίος είχε βρει καταφύγιο στην Αίγυπτο -ήδη από τα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου Γ΄- όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον βασιλιά της Μακεδονίας Αντίγονο Γ΄, καθώς κι η γυναίκα και τα παιδιά του (219 π.Χ.). Ο Κλεομένης και μερικοί ακόμη Σπαρτιάτες ακόλουθοί του εξωθήθηκαν σε ηρωική αυτοκτονία -σκοτώνοντας ο ένας τον άλλον- όταν διαπίστωσαν πως είναι πλέον αιχμάλωτοι και όχι φιλοξενούμενοι, ενώ τα παιδιά κι η σύζυγος του Κλεομένη θανατώθηκαν ύστερα από υπόδειξη του Σωσιβίου. Ό,τι προκαλούσε ανησυχία στον Σωσίβιο και ήθελε να απαλλαχθεί από την παρουσία του Κλεομένη ήταν ο θαυμασμός που προκαλούσε ο Σπαρτιάτης βασιλιάς στους μισθοφόρους της Αιγύπτου, πολλοί εκ των οποίων ήταν Σπαρτιάτες και Κρητικοί.
Μαζί με τον Σωσίβιο μεγάλη επιρροή στον Πτολεμαίο Δ΄ ασκούσαν ο Αγαθοκλής, ένας όμορφος νεαρός διεφθαρμένου χαρακτήρα κι η εξίσου όμορφη αδερφή του Αγαθόκλεια. Επρόκειτο για μια ομάδα άθλιων συμβούλων που κατόρθωσαν πολύ σύντομα να καταρρακώσουν πλήρως τη φήμη της Αιγύπτου, οδηγώντας τους άλλοτε συμμάχους της να μην την υπολογίζουν πλέον στη βοήθειά της.
Ο Δ΄ Συριακός πόλεμος (219-217 π.Χ.) ήταν η τελευταία προσπάθεια των Πτολεμαίων να διατηρήσουν τη θέση τους ως της μεγαλύτερης ελληνιστικής δύναμης. Κατά τα υπόλοιπα έτη της βασιλείας του Φιλοπάτορος όλο το δυναμικό του κράτους του -μειωμένο άλλωστε εξαιτίας των πληγμάτων που δέχθηκε το εμπόριο από τον Β΄ Καρχηδονιακό πόλεμο και τις ελληνικές προεκτάσεις του- απορροφήθηκε για την καταστολή των εξεγέρσεων που εκδηλώθηκαν στην Αίγυπτο μετά τον εξοπλισμό και τη συμμετοχή των ιθαγενών στη μάχη της Ραφίας (217 π.Χ.). Άμεσο αποτέλεσμα της εσωτερικής κρίσης ήταν η παραμέληση του στόλου, του κυριότερου όπλου της πτολεμαϊκής εξωτερικής πολιτικής.
Όταν πέθανε ο Πτολεμαίος Δ΄ ο Φιλοπάτωρ, ο Σωσίβιος με τον Αγαθοκλή απέφυγαν να ανακοινώσουν τον θάνατό του και διέταξαν την δολοφονία της βασίλισσας Αρσινόης, γιατί ήθελαν να γίνουν σύμβουλοι του νέου βασιλιά Πτολεμαίου Ε΄. Η δολοφονία της βασιλομήτορος προκάλεσε στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά ο Σωσίβιος με την συκοφαντική του δύναμη κατόρθωσε να επιβληθεί και οι αξιωματικοί δέχτηκαν τον 6χρονο βασιλιά (204 π.Χ.). Λίγους μήνες όμως αργότερα πέθανε ο Σωσίβιος, γεγονός που οφείλεται μάλλον σε ενέργειες του Αγαθοκλή, ο οποίος έκτοτε ασκούσε μόνος του την εξουσία.

Ωραίον ήτο το απόγευμά μου, λίαν
ωραίον. Την Aλεξανδρινή θάλασσαν ηδέως λείαν

αγγίζει ελαφρότατα, θωπεύει η κώπη.
Χρειάζεται μια τέτοια ανάπαυσις: είναι βαρείς οι κόποι.

Οι πρώτοι στίχοι του ποιήματος αποδίδουν ένα κλίμα ευφορίας και ξεγνοιασιάς· μια ανάπαυλα ηρεμίας, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη συνήθη καθημερινότητα του ποιητικού υποκειμένου. Ως ένας από τους ανθρώπους του Σωσίβιου, ο ανώνυμος ήρωας του ποιήματος βρίσκεται σε συνεχή ένταση και ανασφάλεια, εφόσον επιδίδεται διαρκώς σε παρασκηνιακές ραδιουργίες, σε διάδοση συκοφαντιών και σε φονικές δολοπλοκίες που αποσκοπούν σ’ έναν και μόνο στόχο, στη διατήρηση της εξουσίας.
Ο ήρωας έχει περάσει ένα πολύ ωραίο απόγευμα -επανάληψη του επιθέτου «ωραίον» για λόγους έμφασης- πάνω σ’ ένα πλοιάριο που ταξιδεύει στην αλεξανδρινή θάλασσα. Τα κουπιά αγγίζουν ελαφρά σα να χαϊδεύουν τη θάλασσα, δημιουργώντας μια αίσθηση αργής και ράθυμης μετακίνησης, όπως ακριβώς ταιριάζει σε μια περιήγηση αναψυχής. Ο ποιητής επιτυγχάνει εδώ να αποδώσει με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα την απαλή κίνηση του πλοιαρίου και να μεταφέρει τον αναγνώστη νοερά στο κλίμα απόλυτης ηρεμίας που βρίσκεται ο ήρωας του ποιήματος. Το γαλήνιο αυτό διάλειμμα είναι αναγκαίο στον ήρωα, καθώς η συνήθης πραγματικότητά του χαρακτηρίζεται από ένταση και κοπιώδη προσπάθεια.

Να βλέπουμε κι αθώα κάποτε τα πράγματα, και ήπια.
Βράδυασεν όμως, δυστυχώς. Νά, και τον οίνον όλον ήπια,

δεν έμεινε μες στην φιάλη μου μια στάλα.
Είν’ η ώρα να στραφούμεν, οίμοι!, στ’ άλλα.

Ο ήρωας αν και μετέχει στον κύκλο εξουσίας του Σωσιβίου, δεν συμφωνεί ωστόσο πλήρως με τις δόλιες μεθόδους του. Η δική του σκέψη είναι πως θα πρέπει οι άνθρωποι να μπορούν ν’ αντικρίζουν κάποτε την πραγματικότητα και με αθωότητα, χωρίς να βλέπουν παντού εχθρούς και πιθανούς κινδύνους. Η διαρκής ανασφάλεια κι η διαρκής καχυποψία που συνοδεύει τη ζωή εκείνων που θέλουν με κάθε τρόπο να κρατηθούν σε μια εξουσία που δεν τους ανήκει, είναι εξουθενωτική. Θα ήθελε, έτσι, ο ήρωας να μπορεί να αντιμετωπίζει κάποιες καταστάσεις με ηπιότητα, χωρίς να πρέπει πάντοτε να στρέφεται στις δολοπλοκίες και τις συνωμοσίες, ώστε να διατηρήσει μέρος έστω της ανθρωπιάς του. Η πραγματικότητά του, όμως, είναι εντελώς διαφορετική.
Τώρα που η μέρα πέρασε κι η γαλήνια εκδρομή του στην αλεξανδρινή θάλασσα τελείωσε, είναι αναγκασμένος δυστυχώς να επιστρέψει στα άλλα, στα δύσκολα του πολιτικού του ρόλου. Είναι αναγκασμένος να αφήσει τη γαλήνη και την αθωότητα της φύσης και να επιστρέψει στο κλίμα παρακμής και ηθικής εξαχρείωσης της ανθρώπινης απληστίας. Είναι αναγκασμένος να υιοθετήσει για μια ακόμη φορά το ρόλο του αμείλικτου συμβούλου που μηχανεύεται νέους τρόπους εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων.

Ένδοξος οίκος (ο περιφανής Σωσίβιος κ’ η καλή
συμβία του· έτσι να λέμε) εις εορτήν του μας καλεί.

Στες ραδιουργίες μας πρέπει να πάμε πάλι—
να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας πάλη.

Ο «ένδοξος οίκος» του Σωσιβίου διοργανώνει γιορτή και καλεί όλα τα πρόσωπα που μετέχουν στον κύκλο του. Μια γιορτή που θα λειτουργήσει επί της ουσίας ως ευκαιρία για να επιδοθούν εκ νέου στις συνήθεις ραδιουργίες τους, αφού η παραμονή τους στην εξουσία είναι πάντοτε επισφαλής και απαιτεί αδιάκοπη πάλη για να διασφαλιστεί. Η αδυναμία, άλλωστε, του Σωσιβίου να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας και να προσφέρει κατ’ αυτό τον τρόπο κάτι ουσιαστικό στους πολίτες, τον οδηγεί στο να χρησιμοποιεί τη συκοφαντία και τις λοιπές δόλιες τακτικές ως τα μόνα μέσα για να διατηρεί τον έλεγχο.  
Ο ήρωας, βέβαια, αντιλαμβάνεται το ανήθικο αυτής της κατάστασης, βρίσκεται όμως πια αναπόδραστα εγκλωβισμένος σ’ αυτή. Έτσι, παρά το γεγονός ότι δεν έχει καμία απολύτως εκτίμηση για τον Σωσίβιο και τη γυναίκα του, γνωρίζει εντούτοις ότι οφείλει να τους επαινεί, καθώς κι η παραμικρή υπόνοια πως δεν είναι πλήρως αφοσιωμένος σ’ εκείνον θα μπορούσε να σημάνει το βίαιο τέλος του, όπως ακριβώς συνέβη ήδη σε τόσους αντιπάλους του Σωσιβίου.
Η φαυλότητα της πολιτικής τακτικής του Σωσιβίου κι η αρνητική θέση που λαμβάνει ο ποιητής απέναντι στα πρόσωπα που επιδίδονται σε συκοφαντίες και δολοπλοκίες προκειμένου να κρατήσουν την εξουσία εκφράζεται τόσο μέσα από τα σχόλια του ποιητικού υποκειμένου (Είν’ η ώρα να στραφούμεν, οίμοι!, στ’ άλλα. / ο περιφανής Σωσίβιος κ’ η καλή συμβία του· έτσι να λέμε), όσο και μέσα από την ομοιοκαταληξία των στίχων, η οποία λειτουργεί ως μηχανισμός ειρωνείας που υπονομεύει δραστικά το περιεχόμενο των λεγομένων του ήρωα. Ο ποιητής περιφρονεί ξεκάθαρα εκείνους που διψούν για εξουσία.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...