Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Η ποιήτρια Κική Δημουλά (αμφισημίες, μετάβαση από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο)

Ilse Kleyn

Η ποιήτρια Κική Δημουλά

Οι αμφισημίες, η εναλλαγή της κυριολεκτικής και της μεταφορικής σημασίας των λέξεων, η απουσία ρήματος, η μετάβαση από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο και από το γενικό στο ειδικό καθώς και η πολλαπλότητα των γενών αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της ποιητικής γραφής της Κ. Δημουλά. Να εντοπίσετε στα ποιήματα που ανθολογούνται στο βιβλίο σας ένα τουλάχιστον παράδειγμα για κάθε γνώρισμα.

«Κονιάκ μηδέν αστέρων»

Τα χαρακτηριστικά που δίνονται στην ερώτηση, παρόλο που είναι βασικά στην ποίηση της Κικής Δημουλά, δεν παρουσιάζονται σε κάθε ποίημά της ή τουλάχιστον δεν είναι τόσο εμφανή σε κάθε ποίημα. Πιο συγκεκριμένα στο ποίημα «Κονιάκ μηδέν αστέρων» βρίσκουμε τα εξής:
Αμφισημία: Στο στίχο: “νέοι ανώφελα λιγάκι αγκαλιασμένοι”, η απουσία στίξης μας επιτρέπει να διαβάσουμε το επίρρημα ανώφελα είτε ως προσδιορισμό του νέοι είτε ως προσδιορισμό του αγκαλιασμένοι. Ο στίχος δηλαδή μπορεί να σημαίνει είτε ότι υπήρξαμε ανώφελα νέοι, δεν εκμεταλλευτήκαμε επομένως το δώρο της νεότητας, είτε ότι ήμασταν ανώφελα αγκαλιασμένοι, μιας και ο θάνατος που επήλθε διέλυσε τη μεταξύ μας σχέση και ό,τι είχαμε ζήσει μέχρι τότε.
Εναλλαγή κυριολεκτικής και μεταφορικής σημασίας: Το χαρακτηριστικό αυτό, παρόλο που σε άλλα ποιήματα γίνεται αντιληπτό με πιο εμφανή τρόπο καθώς μια λέξη χρησιμοποιείται κάποτε κυριολεκτικά και κάποτε μεταφορικά, εδώ, η εναλλαγή εντοπίζεται στη λέξη που κλείνει το ποίημα, τη λέξη θάλασσα. Με την κυριολεκτική της σημασία η λέξη έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της εύθυμης παραλίας και των νησιών που αναφέρονται, αλλά με τη μεταφορική της σημασία αποκτά διαστάσεις συμβόλου κι έρχεται να δώσει στο στίχο την έννοια ότι τότε που εκείνος ζούσε παντού υπήρχε χαρά, αισιοδοξία και νεανική ομορφιά.
Απουσία ρήματος: “νέοι ανώφελα λιγάκι αγκαλιασμένοι / ενώπιον ανωνύμως ευθυμούσης παραλίας. / Ναύπλιο Εύβοια Σκόπελος;” Η έλλειψη ρημάτων στους στίχους αυτούς εντείνει την αίσθηση της στατικής παρουσίας των προσώπων που αποτυπώνονται στη φωτογραφία. Τα ρήματα με την ισχυρή δήλωση ενέργειας θα δημιουργούσαν την αίσθηση της κίνησης, γεγονός που δε θα εξυπηρετούσε την έκφραση της πλήρους ακινησίας που συναντάμε συνήθως σε μια φωτογραφία, γι’ αυτό και η ποιήτρια τα αποφεύγει στους στίχους που περιγράφει την στατική εικόνα της φωτογραφίας.
Η μετάβαση από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο: Η αναφορά της ποιήτριας στη μικρή φωτογραφία στρέφει την προσοχή του αναγνώστη στα πρόσωπα που αποτυπώνονται σε αυτή, πρόσωπα αγκαλιασμένα μπροστά σε μια παραλία. Η εικόνα αυτή είναι αρκετά συνηθισμένη και φυσικά εκφράζει κάτι το απολύτως συγκεκριμένο. Στην πορεία όμως η ποιήτρια με την ερώτηση, «Θα πεις και που δεν ήταν τότε θάλασσα;», περνά από το συγκεκριμένο, που είναι το αγκαλιασμένο ζευγάρι, στο αφηρημένο, που είναι η αλλοτινή κυριαρχία της ευτυχίας, σε μια εποχή που η νεότητα και η ζωή χρωμάτιζαν θετικά κάθε στιγμή και κάθε τόπο.
Η μετάβαση από το γενικό στο ειδικό: Οι στίχοι που σχεδόν επαναλαμβάνονται και δημιουργούν ένα συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο μέρος του ποιήματος, εκφράζουν αντίστοιχα κάτι γενικό και κάτι ειδικό. Από τη μια έχουμε την προτροπή να σταθούμε στο πλευρό του ανώφελου, στο πλευρό δηλαδή μιας γενικευμένης κατάστασης που εκφράζει τον πόνο και τη διάλυση που έχει επιφέρει ο θάνατος, κι από την άλλη έχουμε την προτροπή να σταθούμε στο πλευρό μιας μικρής φωτογραφίας, η οποία αποτυπώνει μια πολύ ειδική εικόνα, την ποιήτρια αγκαλιασμένη με το σύζυγό της.
Η πολλαπλότητα των γενών: Οι λέξεις που φέρουν καίριο νοηματικό βάρος στο ποίημα δεν ανήκουν σ’ ένα μόνο γένος, ανήκουν σε όλα τα γένη και συγκεντρωτικά εκφράζουν τον πόνο και την αδυναμία της ποιήτριας να αντεπεξέλθει στην οδύνη της απώλειας. Παρατηρούμε δηλαδή την αναφορά στο ουδέτερο δάκρυα, στο θηλυκό αταξία και στο αρσενικό χαμός. Έκφραση πόνου, αποσυντονισμός και κυριαρχία του αισθήματος της διάλυσης στη ζωή της ποιήτριας, δίνονται με την εναλλαγή των γενών, καθώς ο πόνος μπορεί να εκφραστεί με κάθε γένος.

«Σημείο Αναγνωρίσεως»

Αμφισημία: “Έτσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη: αιχμάλωτη”, στο σημείο αυτό, ο γλύπτης, μπορεί να γίνει αντιληπτός είτε ως ο πραγματικός γλύπτης που έφτιαξε το συγκεκριμένο άγαλμα είτε ως η κοινωνία διαμορφωτής που έχει καταστήσει τις γυναίκες αιχμάλωτες. Επειδή όλο το ποίημα διατρέχεται από τη διττή πρόσληψη της γυναίκας με τα δεμένα χέρια ως άγαλμά αλλά και ως διαχρονικό σύμβολο των γυναικών, πολλά σημεία του ποιήματος μπορούν να διαβάζονται είτε ως αναφορές στο άγαλμα είτε ως αναφορές στη μοίρα των γυναικών.
Εναλλαγή κυριολεκτικής και μεταφορικής σημασίας: Στο ποίημα Σημείο Αναγνωρίσεως η κατεξοχήν εναλλαγή μεταξύ των δύο σημασιών βρίσκεται στις αναφορές που γίνονται στο άγαλμα της γυναίκας, καθώς άλλοτε η ποιήτρια απευθύνεται πράγματι στο άγαλμα και άλλοτε αναφέρεται εν γένει στις γυναίκες. Εδώ, η εναλλαγή κυριολεξίας μεταφοράς, εξυπηρετεί τις πολλαπλές αμφίσημες αναγνώσεις του ποιήματος. Για παράδειγμα, στην αρχή του ποιήματος όταν η ποιήτρια λέει ότι το άγαλμα στολίζει κάποιο πάρκο, χρησιμοποιεί κυριολεκτικά τη λέξη άγαλμα, ενώ στην πορεία του ποιήματος η λέξη άγαλμα χρησιμοποιείται περισσότερο μεταφορικά και υποδηλώνει τη γυναίκα. Όπως στους στίχους: “κι υπόσχονται οι γοφοί σου / ευγονία αγαλμάτων, / καλή σοδειά ακινησίας.”, η ποιήτρια πλέον αναφέρεται στις γυναίκες, οι οποίες είναι προορισμένες ή καταδικασμένες, να γεννούν, να φέρνουν στον κόσμο θηλυκά παιδιά που είναι προορισμένα με τη σειρά τους να υποταχθούν κι αυτά στις απαιτήσεις της κοινωνίας και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των ανδρών. Καλή σοδειά ακινησίας, σημαίνει μια ακόμη γενιά γυναικών που κι αυτές θα αποδεχτούν το σκληρό ρόλο τους και θα συνεχίσουν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, χωρίς να φέρνουν αντιρρήσεις.
Απουσία ρήματος: “ευγονία αγαλμάτων, / καλή σοδειά ακινησίας”, εδώ η βασική επιδίωξη της ποιήτριας είναι να εκφράσει την απόλυτη υποταγή της γυναίκας, η οποία αποδέχεται τη θέση της χωρίς καμία αντίδραση, όπως δηλαδή ένα άγαλμα παραμένει απολύτως ακίνητο, έτσι και οι γυναίκες οφείλουν να μην αντιδρούν καθόλου. Την αίσθηση αυτής της ακινησίας, της πλήρους αυτής έλλειψης ενέργειας και δράσης, εκφράζει με ιδανικό τρόπο η απουσία ρημάτων.
Η μετάβαση από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο: Παρατηρούμε την κίνηση της ποιήτριας από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο σε σημεία όπως είναι η αναφορά της στους πιθανούς αγώνες για ελευθερία και ισότητα των αγαλμάτων (δηλαδή των γυναικών), οι οποίοι συγκρίνονται με τους αντίστοιχους αγώνες που θα μπορούσαν να κάνουν οι δούλοι – συγκεκριμένο -, οι νεκροί – αφηρημένο – και το αίσθημά μας – αφηρημένο. Οι αγώνες των δούλων για ελευθερία λειτουργούν στα πλαίσια της κυριολεξίας, οι αγώνες όμως των νεκρών αποτελούν μια εξ ορισμού καταδικασμένη προσπάθεια μιας και οι νεκροί δε θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την ελευθερία τους. Αντίστοιχα, οι αγώνες των αισθημάτων μας κινούνται καθαρά σ’ ένα αφηρημένο πλαίσιο, καθώς τα αισθήματά μας λειτουργούν περισσότερο ως σύμβολο της προσπάθειας των ανθρώπων να αποδεσμευτούν από τις συμβάσεις, τις προκαταλήψεις, αλλά και την πλήρη αλληλεξάρτηση που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους.
Η μετάβαση από το γενικό στο ειδικό: “Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα / εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.”, η ποιήτρια αντιδιαστέλλει τη δική της πρόσληψη του έργου από την πρόσληψη των πολλών, μεταβαίνοντας από τη γενική εικόνα που έχουν οι άλλοι ότι πρόκειται για ένα ακόμη άγαλμα, στην ειδικότερη διαπίστωση της ποιήτριας ότι πρόκειται για μια γυναίκα, για μία αιχμάλωτη γυναίκα.
Η πολλαπλότητα των γενών: Στους ίδιους στίχους βλέπουμε ότι το πέρασμα από την αντίληψη ότι πρόκειται για ένα άγαλμα (ουδέτερο) στη σκέψη ότι πρόκειται για μία γυναίκα (θηλυκό), εκφράζεται η αντίθεση της ποιήτριας στον τρόπο που η κοινωνία βλέπει και αντιμετωπίζει τις γυναίκες. Η γυναίκα με τα δεμένα χέρια για την ποιήτρια δεν είναι ένα άγαλμα, ένα αντικείμενο, αλλά μια γυναίκα βασανισμένη και αιχμαλωτισμένη, όπως όλες οι γυναίκες που έχουν περάσει ποτέ από αυτόν τον κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου