Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»
Η ποιητική δημιουργία παρουσιάζεται στο συγκεκριμένο ποίημα ως μια ατέρμονη προσπάθεια να συλλάβει κανείς την «αλήθεια» της Ποίησης. Πώς αισθητοποιείται στο ποίημα αυτή η διαδικασία;
Ο Παυλόπουλος κατανοεί ότι η ενασχόληση με την ποίηση δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στη δημιουργία αξιόλογου ποιητικού έργου και δε διασφαλίζει την κατάκτηση των μυστικών της ποιητικής τέχνης. Για κάθε ποιητή η αναμέτρηση με την τέχνη του είναι ένας δύσκολος και αδιάκοπος αγώνας που συνήθως απαιτεί την πλήρη αφοσίωσή του, χωρίς ποτέ να είναι εγγυημένο το θετικό αποτέλεσμα. Ακόμη κι αν ένας ποιητής κατορθώσει να καθιερωθεί ως άξιος τεχνίτης του λόγου, αυτό δε σημαίνει ότι μπορεί ποτέ να πάψει η συνεχής προσπάθειά του να οδηγήσει την τέχνη του σε υψηλότερα επίπεδα. Είναι, άλλωστε, δύσκολο για έναν ποιητή να θεωρήσει ότι έχει πραγματικά κατακτήσει την ποιητική τέχνη, καθώς πάντοτε θα έχει την αίσθηση ότι υπάρχει κάποια διάσταση της ποίησης που του διαφεύγει. Η αλήθεια της ποίησης γίνεται αντιληπτή με διαφορετικό τρόπο από κάθε ποιητή αλλά και από κάθε αναγνώστη, γεγονός που καθιστά τη δημιουργία ουσιαστικής και διαχρονικής ποίησης ακόμη δυσκολότερη. Οι ποιητές επομένως μπαίνουν σε μια αέναη διαδικασία δοκιμών, ίσως και απογοητεύσεων, προσπαθώντας να αποτυπώσουν με λέξεις ένα όραμα, ένα συναίσθημα, μια ιδέα, που αισθάνονται ότι θα τους χαρίσει την ποιητική δικαίωση που αποζητούν. Ο ίδιος ο Παυλόπουλος πίστευε ότι πάντοτε θα υπάρχει το ιδανικό εκείνο ποίημα που δε θα κατορθώσει ποτέ να το γράψει έστω κι αν προσπαθεί μια ολόκληρη ζωή. Η αγωνία μάλιστα αυτή του ποιητή είναι διατυπωμένη σε διάφορα ποιήματά του.
Στα Αντικλείδια ο Παυλόπουλος ασχολείται με αυτή ακριβώς την ιδέα, ότι οι ποιητές ακόμη κι αν πασχίζουν μια ολόκληρη ζωή, δε θα μπορέσουν ποτέ να κατακτήσουν πραγματικά την αληθινή ουσία της ποίησης. Μπορεί να έχουν ήδη γραφτεί άπειρα ποιήματα, αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά προσπάθειες, ατελείς δοκιμές, των ποιητών να προσεγγίσουν μία τέχνη που παραμένει πάντοτε φευγαλέα και απρόσιτη.
Για να αποδώσει μάλιστα την αγωνία του ο ποιητής συνθέτει μια ευφάνταστη αλληγορία, στην οποία η ποίηση παρουσιάζεται ως μια πόρτα, που είναι ανοιχτή για όσους θέλουν να δουν τη μαγεία της ποίησης, μα κλείνει για όσους πραγματικά νιώσουν τη δύναμη της ποίησης και θελήσουν να μπουν μέσα. Η απουσία του κλειδιού της πόρτας της ποίησης και οι μάταιες προσπάθειες των ποιητών να δημιουργήσουν ένα αντικλείδι που θα τους επιτρέψει να την ανοίξουν, δίνουν τη συνέχεια της αλληγορίας, η οποία καταλήγει στην απροσδόκητη ανατροπή ότι εν τέλει η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή. Η αινιγματική κατάληξη του ποιήματος έρχεται να αναθαρρήσει τους επίδοξους ποιητές, οι οποίοι δε θα πρέπει να απογοητεύονται από την αδυναμία των προκατόχων τους να δημιουργήσουν το μαγικό αντικλείδι, καθώς η πόρτα της ποίησης παραμένει ανοιχτή. Με την αλληγορία αυτή όπου η αλήθεια της ποίησης παρομοιάζεται με μία πόρτα, ο Παυλόπουλος αισθητοποιεί την εναγώνια και διαχρονική προσπάθεια των ποιητών να κατακτήσουν την ποιητική τέχνη.
Η ποιητική δημιουργία παρουσιάζεται στο συγκεκριμένο ποίημα ως μια ατέρμονη προσπάθεια να συλλάβει κανείς την «αλήθεια» της Ποίησης. Πώς αισθητοποιείται στο ποίημα αυτή η διαδικασία;
Ο Παυλόπουλος κατανοεί ότι η ενασχόληση με την ποίηση δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη στη δημιουργία αξιόλογου ποιητικού έργου και δε διασφαλίζει την κατάκτηση των μυστικών της ποιητικής τέχνης. Για κάθε ποιητή η αναμέτρηση με την τέχνη του είναι ένας δύσκολος και αδιάκοπος αγώνας που συνήθως απαιτεί την πλήρη αφοσίωσή του, χωρίς ποτέ να είναι εγγυημένο το θετικό αποτέλεσμα. Ακόμη κι αν ένας ποιητής κατορθώσει να καθιερωθεί ως άξιος τεχνίτης του λόγου, αυτό δε σημαίνει ότι μπορεί ποτέ να πάψει η συνεχής προσπάθειά του να οδηγήσει την τέχνη του σε υψηλότερα επίπεδα. Είναι, άλλωστε, δύσκολο για έναν ποιητή να θεωρήσει ότι έχει πραγματικά κατακτήσει την ποιητική τέχνη, καθώς πάντοτε θα έχει την αίσθηση ότι υπάρχει κάποια διάσταση της ποίησης που του διαφεύγει. Η αλήθεια της ποίησης γίνεται αντιληπτή με διαφορετικό τρόπο από κάθε ποιητή αλλά και από κάθε αναγνώστη, γεγονός που καθιστά τη δημιουργία ουσιαστικής και διαχρονικής ποίησης ακόμη δυσκολότερη. Οι ποιητές επομένως μπαίνουν σε μια αέναη διαδικασία δοκιμών, ίσως και απογοητεύσεων, προσπαθώντας να αποτυπώσουν με λέξεις ένα όραμα, ένα συναίσθημα, μια ιδέα, που αισθάνονται ότι θα τους χαρίσει την ποιητική δικαίωση που αποζητούν. Ο ίδιος ο Παυλόπουλος πίστευε ότι πάντοτε θα υπάρχει το ιδανικό εκείνο ποίημα που δε θα κατορθώσει ποτέ να το γράψει έστω κι αν προσπαθεί μια ολόκληρη ζωή. Η αγωνία μάλιστα αυτή του ποιητή είναι διατυπωμένη σε διάφορα ποιήματά του.
Στα Αντικλείδια ο Παυλόπουλος ασχολείται με αυτή ακριβώς την ιδέα, ότι οι ποιητές ακόμη κι αν πασχίζουν μια ολόκληρη ζωή, δε θα μπορέσουν ποτέ να κατακτήσουν πραγματικά την αληθινή ουσία της ποίησης. Μπορεί να έχουν ήδη γραφτεί άπειρα ποιήματα, αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά προσπάθειες, ατελείς δοκιμές, των ποιητών να προσεγγίσουν μία τέχνη που παραμένει πάντοτε φευγαλέα και απρόσιτη.
Για να αποδώσει μάλιστα την αγωνία του ο ποιητής συνθέτει μια ευφάνταστη αλληγορία, στην οποία η ποίηση παρουσιάζεται ως μια πόρτα, που είναι ανοιχτή για όσους θέλουν να δουν τη μαγεία της ποίησης, μα κλείνει για όσους πραγματικά νιώσουν τη δύναμη της ποίησης και θελήσουν να μπουν μέσα. Η απουσία του κλειδιού της πόρτας της ποίησης και οι μάταιες προσπάθειες των ποιητών να δημιουργήσουν ένα αντικλείδι που θα τους επιτρέψει να την ανοίξουν, δίνουν τη συνέχεια της αλληγορίας, η οποία καταλήγει στην απροσδόκητη ανατροπή ότι εν τέλει η πόρτα της ποίησης είναι ανοιχτή. Η αινιγματική κατάληξη του ποιήματος έρχεται να αναθαρρήσει τους επίδοξους ποιητές, οι οποίοι δε θα πρέπει να απογοητεύονται από την αδυναμία των προκατόχων τους να δημιουργήσουν το μαγικό αντικλείδι, καθώς η πόρτα της ποίησης παραμένει ανοιχτή. Με την αλληγορία αυτή όπου η αλήθεια της ποίησης παρομοιάζεται με μία πόρτα, ο Παυλόπουλος αισθητοποιεί την εναγώνια και διαχρονική προσπάθεια των ποιητών να κατακτήσουν την ποιητική τέχνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου