Neil Camara
Βιτσέντζος Κορνάρος «Ερωτόκριτος», ως παράλληλο για τον Κρητικό
Ερωτόκριτος (στίχοι 389-402)
«Κι όντεν η νύκτα η δροσερή καθ’ άνθρωπο αναπεύγει,
και κάθε ζο να κοιμηθή τόπο να βρη γυρεύγει,
ήπαιρνε το λαγούτον του κι εσιγανοπερπάτει,
κι εκτύπαν το γλυκιά γλυκιά ανάδια στο παλάτι.
Ήτον η χέρα ζάχαρη, φωνή ‘χε σαν αηδόνι,
κάθε καρδιά να του γρικά κλαίει κι αναδακρυώνει.
Ήλεγε κι ανεβίθανε της ερωτιάς τα πάθη,
και πώς σ’ αγάπη εμπέρδεσε κι εψύγη κι εμαράθη.
Κάθε καρδιά ανελάμπανε, αν ήτο σαν το χιόνι,
σ’ έτοια γλυκότατη φωνή κοντά να τση σιμώνη.
Εμέρων’ όλα τ’ άγρια, τα δυνατά απαλαίνα,
στο νουν τ’ ανθρώπου ό,τ’ ήλεγε με λύπηση πομένα∙
εμίλειε παραπόνεσες που τσι καρδιές εσφάζα,
το μάρμαρον εσπούσανε, το κρούσταλλον εβράζα.»
αναβιθάνω: διηγούμαι
ανάδια: απέναντι
Κρητικός (στίχοι 24-38)
Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
Και τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει,
Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει·
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που παίρνει τη λαλιά του
Σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του,
Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα,
Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα μόνος
Στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος
Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει
Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι·
Ο Ερωτόκριτος, αν και γνωρίζει πως η διεκδίκηση της νεαρής πριγκίπισσας δύσκολα θα μπορούσε να ευοδωθεί, δεν μπορεί να τιθασεύσει το βαθύ του έρωτα για την Αρετούσα, γι’ αυτό πηγαίνει τις νύχτες απέναντι από το παλάτι και με το λαγούτο του, τραγουδά τον ερωτικό του καημό.
Ο ποιητής φροντίζει να παρουσιάσει το τραγούδι του Ερωτόκριτου με τρόπο που να αναδεικνύει στο έπακρο τη γλυκύτητά του, καθώς και τη δύναμη που ασκεί σε όσους το ακούν. Το χέρι του νεαρού, που έπαλλε τις χορδές του λαγούτου, ήταν σαν από ζάχαρη και η φωνή του σαν αηδόνι, φέρνοντας δάκρυα σε κάθε καρδιά που τον άκουγε. Διηγούνταν τα πάθη του έρωτα και πώς η καρδιά του που μπλέχτηκε στον έρωτα πάγωσε και μαράθηκε, και ήταν τόσο γλυκιά η φωνή του, ώστε όποια καρδιά ήταν κοντά του, έλαμπε όπως αν ήταν άσπρη σαν το χιόνι.
Καθετί άγριο ημέρευε στο άκουσμα αυτού του τραγουδιού και οτιδήποτε ήταν δυνατό, καμπτόταν και γινόταν απαλό. Τα λόγια του εξέφραζαν τόσο ειλικρινείς πόνους κι έκρυβαν τέτοιο καημό, ώστε οι καρδιές ένιωθαν τον πόνο οξύ σαν μαχαιριά, τα μάρμαρα έσπαζαν και τα κρύσταλλα πυρώνονταν.
Το ερωτικό τραγούδι του Ερωτόκριτου συγκινεί τους ανθρώπους και επηρεάζει τα αντικείμενα γύρω του, σε τέτοιο βαθμό, ώστε καθίσταται σαφής η δύναμή του. Μ’ ένα πάθος λοιπόν που ξεπερνά τα καθημερινά μέτρα, ο νεαρός παρασύρει με τη μελωδική φωνή του καθετί που βρίσκεται γύρω του.
Η παραστατική αυτή περιγραφή της μελωδικότητας και της ομορφιάς του τραγουδιού του Ερωτόκριτου, μας παραπέμπει στην προσπάθεια του Κρητικού, στο ομώνυμο ποίημα του Σολωμού, να περιγράψει τη δύναμη αλλά και την εξαιρετική αρμονία του γλυκύτατου ήχου. Ο ήρωας που βρίσκεται αντιμέτωπος με την τελική του δοκιμασία, τίθεται υπό την απόλυτα δεσμευτική επίδραση ενός γλυκύτατου ήχου, που αποτελεί επί της ουσίας τη μετουσίωση της αρμονίας που διατρέχει τη φύση, σ’ έναν μελωδικό ήχο. Ο Κρητικός, δηλαδή, ακούει τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης και μαγεύεται από την αρμονικότητα και τη γλυκύτητα, του ήχου αυτού που του αποκαλύπτει τη θεϊκή αρμονία του σύμπαντος.
Ο ήρωας για να δείξει πόσο θελκτικός ήταν αυτός ο ήχος που τον είχε καθηλώσει, θα τον συγκρίνει με τρεις ξεχωριστά όμορφους και μελωδικούς ήχους, οι οποίοι βρίσκουν το ανάλογό τους στο απόσπασμα του Ερωτόκριτου:
- Με το γλυκό τραγούδι μιας κοπέλας που βγαίνει τη νύχτα να τραγουδήσει για τον κρυφό της έρωτα, με όλη την ένταση του πάθους, αλλά και τον καημό που κρύβει η αγάπη που δεν έχει αποκαλυφθεί. Το ερωτικό αυτό τραγούδι, μας θυμίζει το αντίστοιχο τραγούδι του Ερωτόκριτου, που, όπως η κοπέλα στη σύνθεση του Σολωμού, βγαίνει κι αυτός τη νύχτα για να τραγουδήσει τον κρυφό του έρωτα.
- Με το τραγούδι ενός αηδονιού που έχει τέτοια γλυκύτητα, ώστε να αντιβουίζει τη νύχτα η θάλασσα και οι πεδιάδες κι όταν προβάλλει η αυγή να της πέφτουν τα τριαντάφυλλα απ’ τα χέρια, στο άκουσμά του. Με παρόμοιο τρόπο ο Βιτσέντζος Κορνάρος τονίζει τη γλυκύτητα του τραγουδιού του Ερωτόκριτου, παρομοιάζοντάς το με εκείνο ενός αηδονιού και σχολιάζοντας πως το χέρι του ήρωα, που έπαιζε το λαγούτο, ήταν σαν από ζάχαρη. Η επίδραση, μάλιστα, που έχει το τραγούδι του αηδονιού στην αυγή, έχει το ανάλογό της και στο τραγούδι του Ερωτόκριτου, που κάνει τις καρδιές να λάμπουν, όπως αν ήταν λευκές σαν το χιόνι.
- Τέλος, με τη γλυκιά μελωδία απ’ το φιαμπόλι που άκουγε ο Κρητικός στον Ψηλορείτη, βλέποντας όλη τη φύση να γελά στο αστέρι του ουρανού. Μελωδία που μας παραπέμπει στο γλυκό ήχο που δημιουργεί ο Ερωτόκριτος με το λαγούτο του (ήτον η χέρα ζάχαρη) και συνοδεύει το τραγούδι του, κάνοντας τις καρδιές να σφάζονται απ’ τον πόνο, τα μάρμαρα να σπάνε και τα κρύσταλλα να φλέγονται.
Οι δύο ποιητές αναγνωρίζουν και καταγράφουν τη δύναμη που ασκεί στην ψυχή των ανθρώπων ένας μελωδικός ήχος κι ένα ερωτικό τραγούδι, αξιοποιώντας όμως τη θεματική αυτή με διαφορετικό τρόπο. Ο Βιτσέντζος Κορνάρος δίνει στο τραγούδι του Ερωτόκριτου τη δύναμη να αναστατώνει κάθε καρδιά γύρω του, ώστε να αποτελέσει έτσι τον τρόπο με τον οποίο θα κερδίσει τον έρωτα της απρόσιτης πριγκίπισσας. Ενώ, ο Διονύσιος Σολωμός δημιουργεί μια ύψιστη δοκιμασία για τον ήρωά του, προσφέροντάς του τη δυνατότητα να ακούσει την τελειότητα της αρμονίας που διαπνέει το σύμπαν και θέλγοντάς τον έτσι με την αποκάλυψη μιας όψης της θεϊκής ομορφιάς και αρτιότητας της φύσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου