Martine Roch
Κωνσταντίνος Καβάφης «Απολλώνιος ο
Tυανεύς εν Pόδω»
Για την αρμόζουσα παίδευσι κι αγωγή
ο Aπολλώνιος ομιλούσε μ’ έναν
νέον που έκτιζε πολυτελή
οικίαν εν Pόδω. «Εγώ δε ες ιερόν»
είπεν ο Τυανεύς στο τέλος «παρελθών
πολλώ αν ήδιον εν αυτώ μικρώ
όντι άγαλμα ελέφαντός τε και χρυσού
ίδοιμι ή εν μεγάλω κεραμεούν τε και
φαύλον.» —
Το «κεραμεούν» και «φαύλον»∙ το
σιχαμερό:
που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι
αρκετή)
αγυρτικώς εξαπατά. Το κεραμεούν και
φαύλον.
Ο νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος και μάγος
Απολλώνιος γεννήθηκε στα Τύανα της Καππαδοκίας γύρω στις αρχές του πρώτου αιώνα
και πέθανε στα 96/8 μ.Χ. Σπούδασε φιλοσοφία και υιοθέτησε τον ασκητικό βίο των
Πυθαγορείων. Ταξίδεψε στην Ανατολή (μέχρι και στην Ινδία) και φημίστηκε για τις
θαυματουργικές του ικανότητες∙ έτσι, μετά θάνατον, έφθασε να προβληθεί ως
ανταγωνιστής του Ιησού Χριστού. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην
Έφεσο, αλλά διάφορες παραδόσεις υποστήριζαν πως «ανελήφθη» στη Ρόδο είτε στην
Κρήτη.
Η θρυλική βιογραφία του, Τα ες τον
Τυανέα Απολλώνιον, γράφηκε σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, από τον σοφιστή Φλάβιο
Φιλόστρατο – «έργον λίαν αξιοπερίεργον και ανταμείβον τον αναγνώστην του [...]
Η ανάγνωσίς του υπήρξε δι’ εμέ αληθής απόλαυσις [...] Η μορφή του μεγάλου μάγου
φιλοσόφου των Τυάνων γοητεύει το πνεύμα ως μεγαλοπρεπής υπεράνθρωπος
προσωπικότης. [...] Τα ποιητικά επεισόδια είναι πολλά, καθιστώντα το βιβλίον
αποταμίευμα ποιητικής ύλης» (Καβάφης, εφ. Τηλέγραφος, 24/5 Νοεμβρίου 1892).
Μεταφράζω την περικοπή του Φιλόστρατου,
την οποία ενσωματώνει ο Καβάφης: «Εγώ, περνώντας από κάποιον ναό, πολύ πιο
ευχαρίστως θα έβλεπα μέσα του –και ας ήταν μικρός– ένα άγαλμα χρυσελεφάντινο,
παρά σε μεγάλο ναό ένα πήλινο και ευτελές».
[Γ. Π. Σαββίδης, Κ. Π. Καβάφη, Τα
ποιήματα]
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης αξιοποιεί στο
ποίημά του ένα απόσπασμα από το έργο του Φιλόστρατου, προκειμένου να τονίσει
την επιζήμια τάση των ανθρώπων να παρασύρονται από την επιφανειακή διάσταση των
πραγμάτων, αδιαφορώντας τελικά για τα πιο ουσιώδη και τα πιο δυσεπίτευκτα.
Εντυπωσιάζονται από το επιδεικτικό και το υπερφίαλο, έστω κι αν στερείται
περιεχομένου∙ δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα χρήματα και στα υλικά αγαθά, παρά
στην παιδεία και τη συγκροτημένη προσωπικότητα ενός ατόμου. Παραμένουν εν τέλει
ευάλωτοι σε ό,τι συνδέεται με τον πλούτο ή την κοινωνική θέση ενός ατόμου,
χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους πως ό,τι έχει πραγματική σημασία δεν βρίσκεται
στην περιουσία κάποιου, αλλά στην εσωτερική του ποιότητα.
Για την αρμόζουσα παίδευσι κι αγωγή
ο Aπολλώνιος ομιλούσε μ’ έναν
νέον που έκτιζε πολυτελή
οικίαν εν Pόδω.
Ο ποιητής για να δημιουργήσει μια
δραστικότερη εντύπωση παραλείπει τα επιμέρους στοιχεία του διαλόγου ανάμεσα
στον Απολλώνιο και τον ευκατάστατο νέο. Θέμα της συζήτησής τους είναι η
κατάλληλη παιδεία και αγωγή ενός ανθρώπου, ενώ αφορμή γι’ αυτή τη συζήτηση
δίνει το πολυτελές σπίτι το οποίο χτίζει ο νεαρός στη Ρόδο.
Η επιθυμία του νέου να ξοδέψει πολλά
χρήματα για να φτιάξει ένα πολυτελές σπίτι, που κύριο σκοπό του έχει να τραβά
την προσοχή των άλλων, και να δηλώνει τον υλικό πλούτο του ιδιοκτήτη του,
προκαλεί την εύλογη αντίδραση του φιλοσόφου. Είναι το ζητούμενο για τους
ανθρώπους ο εντυπωσιασμός και η επίδειξη ή μήπως η ουσία βρίσκεται κάπου άλλου;
«Εγώ δε ες ιερόν»
είπεν ο Τυανεύς στο τέλος «παρελθών
πολλώ αν ήδιον εν αυτώ μικρώ
όντι άγαλμα ελέφαντός τε και χρυσού
ίδοιμι ή εν μεγάλω κεραμεούν τε και
φαύλον.» —
Ο Απολλώνιος για να απαντήσει σε αυτό
το ερώτημα παραλληλίζει το μέγεθος και την εξωτερική εικόνα ενός ναού, με την
εικόνα που προβάλλει στους συνανθρώπους του ένα άτομο. Ένας μεγάλος και
εντυπωσιακός ναός, σχολιάζει, δεν έχει γι’ αυτόν καμία αξία αν εντός του
περιέχεται ένα άγαλμα πήλινο και ευτελές. Εκείνο, λοιπόν, που έχει σημασία
είναι όχι το εντυπωσιακό περίβλημα, αλλά το περιεχόμενο, η ουσία ενός ατόμου.
Έτσι, για τον Απολλώνιο, είναι σαφώς προτιμότερος ένας μικρός και λιγότερο
εντυπωσιακός ναός, αν μέσα σ’ αυτόν μπορεί να εντοπίσει ένα πολύτιμο
χρυσελεφάντινο άγαλμα.
Η εξωτερική εικόνα, επομένως,
λειτουργεί μόνο χάριν εντυπωσιασμού, αλλά δεν έχει καμία αξία, αν η εσωτερική
ποιότητα του ατόμου, αν η υπόστασή του είναι ευτελής και άνευ ουσιαστικού περιεχομένου.
Το πήλινο άγαλμα ταυτίζεται έτσι με την κενότητα, με την ελλιπή παιδεία, με την
απουσία εκείνων των γνωρισμάτων που καθιστούν έναν άνθρωπο αξιόλογο και του
προσδίδουν την αναγκαία ψυχική ευγένεια, ώστε να κερδίζει τον πραγματικό
σεβασμό και την ειλικρινή εκτίμηση των συνανθρώπων του.
Εκείνο, λοιπόν, που θα πρέπει να
εκτιμάμε και να αποζητούμε στους ανθρώπους γύρω μας δεν είναι τα χρήματα και η
υλική περιουσία τους, αλλά τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν το αξιόλογο του
χαρακτήρα και της προσωπικότητάς τους. Η κατανόηση, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός,
αλλά και η πνευματική πρόκληση, το διαρκές ενδιαφέρον που μπορεί να προκαλεί
ένας άνθρωπος με την ιδιαιτερότητα και την ποιότητα των σκέψεών του και μόνο,
συνιστούν αρετές που δεν μπορούν να προκύψουν από κάποιον που βασίζει όλη του
την αξία στο πόσα χρήματα διαθέτει.
Το «κεραμεούν» και «φαύλον»∙ το
σιχαμερό:
που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι
αρκετή)
αγυρτικώς εξαπατά. Το κεραμεούν και
φαύλον.
Με την καταληκτική στροφή του ποιήματος
κι έχοντας αφήσει σκόπιμα διπλό διάκενο από την προηγούμενη στροφή, για να
γίνει έτσι αντιληπτή η μετάβαση από το παρελθόν της προηγούμενης διήγησης, ο
ποιητής επανέρχεται στο παρόν και στο τι συμβαίνει στη δική του εποχή. Η χρήση
του επιθέτου «σιχαμερό», άλλωστε, είναι ο τρόπος του Καβάφη για να δείξει την
αγανάκτησή του για τη συνεχή επικράτηση του ευτελούς στις σχέσεις των ανθρώπων.
Παρά το γεγονός ότι έχει περάσει ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα από το
κάλεσμα του Απολλώνιου να δίνεται σημασία στο περιεχόμενο των ανθρώπων, κι όχι
στα υλικά τους αγαθά, οι άνθρωποι συνεχίζουν να παρασύρονται με την ίδια
ευκολία από το ανούσιο και το ευτελές.
Ο Καβάφης χρησιμοποιεί τις λέξεις
σιχαμερό και αγυρτίκως για να αποδεσμεύσει τον αναγνώστη από το κλίμα και τη
χρονικά προγενέστερη περίοδο της προηγούμενης στροφής. Ακόμη και σήμερα
(κιόλας), σχολιάζει ο ποιητής, μερικούς ανθρώπους συνεχίζει να τους εξαπατά το
πήλινο και ευτελές της υπόστασης εκείνων που καλύπτουν το ανούσιο της ύπαρξής
τους πίσω από το χρήμα και την επίδειξη. Οι άνθρωποι που δεν έχουν ικανή
«προπόνηση»∙ οι άνθρωποι που δεν έχουν λάβει την αναγκαία παιδεία, συνεχίζουν
να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα υλικά αγαθά και όχι στην ουσία των συνανθρώπων
τους. Συνεχίζεται έτσι μια λανθασμένη πορεία που οδηγεί σ’ έναν αέναο φαύλο κύκλο,
καθώς όσο οι άνθρωποι εντυπωσιάζονται και δίνουν αξία στον υλικό πλούτο, τόσο
θα παρατείνεται η προσκόλληση των ανθρώπων στη διεκδίκησή του.
Ο ποιητής επαναλαμβάνει, λοιπόν, τους
χαρακτηρισμούς «κεραμεούν και φαύλον» που χρησιμοποίησε ο Απολλώνιος για να
αποδώσει την πνευματική και ψυχική κενότητα των ανθρώπων που δίνουν έμφαση στο
χρήμα και την επίδειξη. Επανάληψη που προσδίδει έμφαση στη συνεχή κυριαρχία της
ελλιπούς αγωγής και της ανουσιότητας που διακρίνει πολλούς ανθρώπους. Ό,τι
προκάλεσε τότε την παρέμβαση του Απολλώνιου, συνεχίζει να υπάρχει στην εποχή
του Καβάφη, και θα συνεχίσει να υπάρχει μέχρι να γίνει αντιληπτό σε όλους πως
δεν είναι ο πλούτος που δίνει αξία σ’ έναν άνθρωπο, αλλά η ιδιαίτερη αξία της
προσωπικότητάς του∙ αξία, μάλιστα, που δεν βρίσκει το αντίστοιχό της σε κανένα
υλικό αγαθό, καθώς τίποτε δεν μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη χαρά και ψυχική
ευδαιμονία από τη συνύπαρξη μ’ έναν άνθρωπο ηθικά και πνευματικά καλλιεργημένο.
Φιλόστρατος, Τα ἐς τον Τυανέα Ἀπολλώνιον
Ἐτύγχανέ τι καὶ μειράκιον νεόπλουτόν τε καὶ ἀπαίδευτον οἰκοδομούμενον οἰκίαν τινὰ ἐν τῇ Ῥόδῳ καὶ ξυμφέρον ἐς αὐτὴν γραφάς τε ποικίλας καὶ λίθους ἐξ ἁπάντων ἐθνῶν. ἤρετο οὖν αὐτό, ὁπόσα χρήματα εἴη ἐς διδασκάλους τε καὶ παιδείαν ἀνηλωκός· ὁ δὲ «οὐδὲ δραχμήν» εἶπεν. «ἐς δὲ τὴν οἰκίαν πόσα;» «δώδεκα» ἔφη «τάλαντα, προσαναλώσαιμι δ᾽ ἂν καὶ ἕτερα τοσαῦτα». «τί δ᾽» εἶπεν «ἡ οἰκία βούλεταί σοι;» «δίαιτα» ἔφη «λαμπρὰ ἔσται τῷ σώματι, καὶ γὰρ δρόμοι ἐν αὐτῇ καὶ ἄλση καὶ ὀλίγα ἐς ἀγορὰν βαδιοῦμαι καὶ προσεροῦσί με οἱ ἐσιόντες ἥδιον, ὥσπερ ἐς ἱερὸν φοιτῶντες.» «ζηλωτότεροι δὲ» εἶπεν «οἱ ἄνθρωποι πότερον δι᾽ αὐτούς εἰσιν ἢ διὰ τὰ περὶ αὐτοὺς ὄντα;» «διὰ τὸν πλοῦτον», εἶπε, «τὰ γὰρ χρήματα πλεῖστον ἰσχύει». «χρημάτων δ᾽», ἔφη «ὦ μειράκιον, ἀμείνων φύλαξ πότερον ὁ πεπαιδευμένος ἔσται ἢ ὁ ἀπαίδευτος;» ἐπεὶ δὲ ἐσιώπησε, «δοκεῖς μοι», εἶπε «μειράκιον, οὐ σὺ τὴν οἰκίαν, ἀλλὰ σὲ ἡ οἰκία κεκτῆσθαι. ἐγὼ δὲ ἐς ἱερὸν παρελθὼν πολλῷ ἂν ἥδιον ἐν αὐτῷ μικρῷ ὄντι ἄγαλμα ἐλέφαντός τε καὶ χρυσοῦ ἴδοιμι ἢ ἐν μεγάλῳ κεραμεοῦν τε καὶ φαῦλον.»
Συνέβη επίσης τότε ένας νεόπλουτος και
απαίδευτος νεαρός να χτίζει σπίτι στη Ρόδο και να συγκεντρώνει για το σκοπό
αυτό πολύχρωμους ζωγραφικούς πίνακες και λίθους από όλες τις χώρες. Τον ρώτησε
λοιπόν ο Απολλώνιος πόσα χρήματα είχε ξοδέψει για δασκάλους και μόρφωση. «Ούτε
δραχμή», απάντησε. «Και για το σπίτι πόσα;» «Δώδεκα τάλαντα», είπε, «και, αν
χρειαστεί, θα ξοδέψω άλλα τόσα». «Και σε τι θα σου είναι χρήσιμο το σπίτι;»,
ρώτησε. «Θα είναι εξαιρετικό μέρος για τη σωματική μου άσκηση, γιατί έχει μέσα
και περιστύλια για περίπατο και άλση, έτσι που λίγες φορές θα χρειάζεται να
πηγαίνω στην αγορά· οι άνθρωποι πάλι που θα έρχονται μέσα θα μου μιλούν με
ακόμη μεγαλύτερη ευχαρίστηση, σαν να επισκέπτονται ένα ιερό.» «Οι άνθρωποι»,
ρώτησε ο Απολλώνιος, «εκτιμώνται πιο πολύ γι’ αυτό που είναι οι ίδιοι ή για τα
υπάρχοντά τους;» «Για τα πλούτη τους», απάντησε, «γιατί αυτά έχουν τη
μεγαλύτερη δύναμη». «Και για τα υπάρχοντα, νεαρέ, ποιος είναι» ρώτησε ο
Απολλώνιος, «πιο ικανός φύλακας, ο πεπαιδευμένος ή ο απαίδευτος;» Επειδή εκείνος
δεν απάντησε, «Μου δίνεις», είπε, «την εντύπωση, νεαρέ, πως δεν ανήκει το σπίτι
σε εσένα, αλλά εσύ στο σπίτι. Όσο για μένα, αν πήγαινα σε ένα ιερό, με πολύ
μεγαλύτερη ευχαρίστηση θα έβλεπα σε ένα, έστω και μικρό ιερό άγαλμα
χρυσελεφάντινο παρά σε μεγάλο άγαλμα πήλινο και ευτελές».
[Μετάφραση: Σταύρος Τσιτσιρίδης]
Εὖγε !
ΑπάντησηΔιαγραφή