Nathan Lau
Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Δισσοί
λόγοι (Ευθανασία)
Ο Πρωταγόρας είχε διατυπώσει
την άποψη ότι για κάθε ζήτημα
υπάρχουν δύο λόγοι (απόψεις) αντίθετοι μεταξύ τους με την απαίτηση να είναι και
οι δύο συγχρόνως εξίσου αληθινοί («δισσοί λόγοι»). Κι η αλήθεια είναι πως
στα περισσότερα ζητήματα που απασχολούν τη σύγχρονη σκέψη και κοινωνία,
υπάρχουν αντιθετικές θέσεις με εξίσου πειστικά επιχειρήματα. Στοιχείο, άλλωστε,
απολύτως θεμιτό σε μια δημοκρατούμενη πολιτεία, όπου η λήψη κάθε απόφασης οφείλει
να λαμβάνει υπόψη της κάθε τεκμηριωμένη και ορθά διατυπωμένη θέση.
Στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού
διαλόγου οι διαφωνούντες θα πρέπει να ακούν με προσοχή τις αντίθετες απόψεις, καθώς συχνά μέσα από αυτές
μπορεί να προκύψει μια ουσιαστική βελτίωση στη δική τους πρόταση. Ενώ, καίριο
χαρακτηριστικό κάθε δημοκρατικού πολίτη οφείλει να είναι η διάθεση κατανόησης
του διαφορετικού ή αντίθετου τρόπου σκέψης, μιας και μέσω αυτής της διαδικασίας
επιτυγχάνεται η διεύρυνση και η βάθυνση των συλλογιστικών του δυνατοτήτων και
προοπτικών. Ακόμη κι αν η διαφωνία παραμείνει ισχυρή, τουλάχιστον σ’ έναν
ειλικρινή και γόνιμο διάλογο οι συνομιλητές θα έχουν την ευκαιρία να
αντικρίσουν το εξεταζόμενο ζήτημα κι απ’ την αντίθετη οπτική, κερδίζοντας έτσι
μια επιπλέον προοπτική επί του θέματος.
Σε ζητήματα που διχάζουν την
κοινή γνώμη, όπως είναι τα διλήμματα ηθικού κυρίως περιεχομένου (ευθανασία,
αμβλώσεις κ.λπ.), αλλά και σε ηπιότερες διαφωνίες κοινωνικής κυρίως υφής
(καταλήψεις σχολείων), είναι ωφέλιμο να εξετάζονται κι οι δύο απόψεις, ώστε η
υιοθέτηση της στάσης μας απέναντι σ’ αυτά να προκύπτει μέσα από μια ουσιώδη
προσέγγισή τους.
Άσκηση:
Σκεφτείτε ένα γεγονός που
δίχασε την κοινή γνώμη, π.χ. την επιβολή της ευθανασίας από έναν Αμερικανό
γιατρό, και γράψτε ένα άρθρο για το μαθητικό περιοδικό. Στο άρθρο σας να
παρουσιάσετε όχι μόνο τα επιχειρήματα, με τα οποία υποστηρίζετε τη δική σας
θέση, αλλά και τα επιχειρήματα της αντίθετης πλευράς, προσπαθώντας να τα
ανασκευάσετε.
Ευθανασία
Η λέξη ευθανασία σήμαινε
αρχικά «ευτυχισμένος ή αξιοπρεπής θάνατος», ο όσο το δυνατόν καλύτερος,
ευκολότερος και πιο ανώδυνος θάνατος.
Στις μέρες μας έχει λάβει μια
ειδικότερη σημασία: η πρόκληση ανώδυνου θανάτου ή η επίσπευση αυτού,
προκειμένου να συντομευθεί η αγωνία ετοιμοθανάτου ή πάσχοντος από ανίατη
ασθένεια.
Ενεργητική ευθανασία: Η ευθανασία μπορεί να
επιτευχθεί με την ενεργητική συμμετοχή του θεράποντος γιατρού ή ενός οικείου
προσώπου, με τη χορήγηση μιας θανατηφόρου δόσης κάποιου φαρμάκου.
Παθητική ευθανασία: Στην περίπτωση αυτή
διακόπτεται η θεραπευτική αγωγή και κάθε είδους ιατρική συνδρομή που θα
μπορούσε να παρατείνει τη ζωή του ασθενή.
Υποβοηθούμενη αυτοκτονία: Στην υποβοηθούμενη
αυτοκτονία ο γιατρός υποδεικνύει στον ασθενή την απαιτούμενη ουσία και την
κατάλληλη δόση, ώστε να τη λάβει μόνος του, χωρίς την ενεργητική συμμετοχή του
πρώτου.
Η ευθανασία στην Ελλάδα, όπως
και στις περισσότερες χώρες του κόσμου, αντιμετωπίζεται και τιμωρείται ως
ανθρωποκτονία. Ενώ σε ελάχιστα κράτη (π.χ. Βέλγιο, Λουξεμβούργο), και υπό
συγκεκριμένες προϋποθέσεις, επιτρέπονται κάποιες μορφές ευθανασίας ή
υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, εφόσον πρόκειται για ξεκάθαρο αίτημα του ασθενή.
Ο ελληνικός ποινικός κώδικας
προβλέπει τα εξής:
Άρθρο 300: Ανθρωποκτονία με συναίνεση.
Όποιος αποφάσισε και εκτέλεσε ανθρωποκτονία ύστερα από σπουδαία και επίμονη
απαίτηση του θύματος και από οίκτο γι’ αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια
τιμωρείται με φυλάκιση.
Άρθρο 301: Συμμετοχή σε αυτοκτονία. Όποιος
με πρόθεση κατέπεισε άλλον να αυτοκτονήσει, αν τελέστηκε η αυτοκτονία ή έγινε
απόπειρά της, καθώς και όποιος
έδωσε βοήθεια κατ’ αυτήν, τιμωρείται με φυλάκιση.
Η ανθρωποκτονία με πρόθεση
(άρθρο 299) τιμωρείται με την ποινή του θανάτου (ανενεργή ποινή) ή με ισόβια
κάθειρξη. Ωστόσο, στην περίπτωση της ευθανασίας (ανθρωποκτονία με συναίνεση), η
ποινή είναι ελαττωμένη. Υπάρχει, βέβαια, διαφοροποίηση ως προς την απειλούμενη
ποινή ανάλογα με το αν το πρόσωπο που υποβοηθά στο θάνατο (γιατρός ή οικείος),
το κάνει με ενεργητικό τρόπο (χορήγηση κάποιας ουσίας) ή μένοντας αδρανής, μη
παρέχοντας δηλαδή βοήθεια στον ασθενή, η οποία θα μπορούσε να του διασφαλίσει
επιπλέον χρόνο ζωής. Στη δεύτερη περίπτωση (παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο
ζωής, άρθρο 307), η ποινή είναι ασφαλώς μικρότερη∙ εντούτοις ακόμη κι η
παράλειψη συνιστά αδίκημα.
Επιχειρήματα υπέρ της
ευθανασίας
- Κάθε άνθρωπος είναι κύριος του
εαυτού του, και θα πρέπει να του αναγνωρίζεται το εύλογο δικαίωμα να επιλέγει
τη στιγμή του θανάτου του. Πρόκειται για μία απολύτως προσωπική επιλογή, η
οποία εφόσον θα πραγματοποιηθεί με τρόπο που δεν διακινδυνεύει την ασφάλεια
κάποιου άλλου προσώπου, δεν εγείρει κάποιο ουσιαστικό θέμα, ώστε να
δικαιολογείται η παρέμβαση της πολιτείας. Ιδίως στην περίπτωση της
υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, το άτομο λαμβάνει και φέρει εις πέρας μόνο του μια
απόφαση που αφορά αποκλειστικά και μόνο τη δική του ζωή.
- Η πολιτεία οφείλει σαφώς να
προστατεύει και να διαφυλάττει τη ζωή των μελών της, ωστόσο η έννοια αυτής της
προστασίας έχει νόημα μόνο σε ό,τι αφορά πιθανές προσβολές από κάποιο άλλο
πρόσωπο. Αν το ίδιο το άτομο
επιθυμεί να δώσει τέλος στη ζωή του, τότε η πολιτεία δεν μπορεί να έχει λόγο σε
αυτό. Κάθε πολίτης είναι μια αυτόνομη οντότητα που χαίρει απόλυτης
ελευθερίας σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, και πολύ
περισσότερο σε ό,τι αφορά την ίδια του τη ζωή. Το γεγονός ότι ο ασθενής δεν
είναι σε θέση πάντοτε να προχωρήσει μόνος του στον τερματισμό της ζωής του, και
αναγκάζεται να ζητήσει τη βοήθεια τρίτων, δε σημαίνει αυτομάτως πως η πολιτεία
μπορεί να του απαγορεύσει αυτό που ούτως ή άλλως θα έκανε μόνος του, αν είχε τη
δυνατότητα.
- Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να
διαφυλάττει την αξιοπρέπειά του, αλλά και να απαλλάσσει τον εαυτό του από
ανυπόφορους πόνους. Αν, επομένως, νοσεί από κάποια ανίατη ασθένεια, που του
προκαλεί εξαιρετική οδύνη και το οδηγεί σε σωματική και πνευματική εξαθλίωση,
θα πρέπει να του αναγνωρίζεται το δικαίωμα, και να του παρέχεται η βοήθεια,
ώστε να θέτει τέρμα στη ζωή του. Συνιστά
στοιχειώδη σεβασμό στον άνθρωπο και την προσωπικότητά του, η αναγνώριση του
δικαιώματος να επιλέγει τη στιγμή του θανάτου του, ιδίως όταν έρχεται
αντιμέτωπος με την πλήρη εξάρτησή του από τη βοήθεια άλλων ανθρώπων. Το άτομο
που έχει μάθει στη ζωή του να έχει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, μπορεί να
αισθάνεται και να εκλαμβάνει την εξαθλίωση που του προκαλεί η ασθένειά του ως
ανυπόφορο μαρτύριο, απ’ το οποίο θέλει -και θα πρέπει να του παρέχεται η
δυνατότητα- να απαλλαγεί.
- Σε περίπτωση ανίατης
ασθένειας, από τη στιγμή που η υγεία του ασθενή επιδεινώνεται σημαντικά κι η
διατήρησή του στη ζωή απαιτεί συνεχή ιατρική συνδρομή, πρόκειται επί της ουσίας για μια
απάνθρωπη παράταση της αγωνίας και του πόνου του. Πρόκειται, μάλιστα, για
μια δαπανηρή και αφύσικη διατήρηση της ζωής, καθώς ο θάνατος θα είχε ήδη
επέλθει, αν δεν υπήρχε η ιατρική παρέμβαση.
- Οι φόβοι και οι ανησυχίες
σχετικά με την πιθανότητα κατάχρησης του δικαιώματος της ευθανασίας, μπορούν να
ελέγχονται πλέον με βάση το παράδειγμα χωρών που μετρούν ήδη κάποια χρόνια
εφαρμογής του. Αν, επομένως, αποδεικνύεται στατιστικά, αλλά κι από τη
γενικότερη εμπειρία των χωρών αυτών πως η νομιμοποίηση της ευθανασίας δεν
προκάλεσε αρνητικές επιπτώσεις, τότε δεν μπορούν να λειτουργούν οι ανησυχίες
αυτές ως ανασταλτικός παράγοντας.
- Οι γιατροί οφείλουν να λειτουργούν
πάντοτε υπέρ του ασθενή τους, έστω κι αν αυτό δεν συμπίπτει αναγκαία με τη
διατήρησή του στη ζωή. Είναι σίγουρα θεμιτό να καταβάλουν κάθε προσπάθεια -όποιο
κι αν είναι το κόστος- όταν ο ασθενής θέλει να εξαντλήσει κάθε πιθανό περιθώριο
για να κρατηθεί στη ζωή. Στις περιπτώσεις, όμως, που οι προσπάθειές τους
έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την επιθυμία του ασθενή, επί της ουσίας παρατείνουν μια
κατάσταση που τον ταλαιπωρεί, τον εξαθλιώνει και τον πληγώνει. Η ζωή είναι
σαφώς ένα αγαθό απόλυτης αξίας, ωστόσο, δεν μπορεί η σκέψη αυτή να οδηγεί ακόμη
και στην ανεπιθύμητη και εξαναγκαστική παράτασή της. Το ίδιο το άτομο, ο ίδιος
ο ασθενής, θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να καθορίζει τα όρια της ζωής του,
καθώς το γεγονός και μόνο ότι πλέον είναι εφικτή -με επώδυνες θεραπείες ή και
με μηχανικά μέσα- η διατήρηση και παράταση της ζωής, αυτό δεν σημαίνει πως κάθε
ασθενής είναι υποχρεωμένος να υποστεί τη συνέχιση της σωματικής και πνευματικής
του κατάπτωσης, μέχρι το έσχατο σημείο. Καθετί εφικτό, δεν είναι αναγκαία
και θεμιτό.
Επιχειρήματα κατά της
ευθανασίας
- Η ανθρώπινη ζωή είναι για την
πολιτεία ένα αγαθό απόλυτης και αδιαμφισβήτητης αξίας, και προστατεύεται σε
κάθε περίπτωση, χωρίς να τίθενται προϋποθέσεις ή επιμέρους διακρίσεις. Κι
αν εύλογα δεν μπορεί να θεσπιστεί νομικό πλαίσιο με το οποίο να απαγορεύεται
ρητά η αυτοκτονία, αυτό δε σημαίνει πως το άτομο έχει το δικαίωμα να αρνείται
την κοινωνική του διάσταση, το γεγονός δηλαδή πως αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι
του κοινωνικού συνόλου, και να ζητά τη θανάτωσή του. Η πλήρης ελευθερία που
παρέχεται στο άτομο να αναπτύξει την προσωπικότητά του, καθώς και η διασφάλιση
των δικαιωμάτων του να διαχειρίζεται τις επιλογές του για κάθε προσωπικό του
ζήτημα, δεν μπορούν να επεκταθούν ως το αντίθετο άκρο, μέχρι την παραίτηση
δηλαδή απ’ την ίδια τη ζωή.
- Ο παρατεταμένος πόνος της
ασθένειας κι η διακινδύνευση της αξιοπρέπειας, λογικά γεννούν στο άτομο την
επιθυμία του θανάτου, ωστόσο αυτό δεν δικαιολογεί -και σε καμία περίπτωση δεν
απαλλάσσει νομικά- την εμπλοκή του γιατρού ή του οικείου προσώπου στην
οικειοθελή θανάτωση του ασθενή. Το αίτημα για έλεος απέναντι στην οδύνη και την
εξαθλίωση είναι σίγουρα σεβαστό, δεν παύει όμως να συνιστά μια απαίτηση που
δημιουργεί συνειδησιακή σύγκρουση στο πρόσωπο που καλείται να συνδράμει στην εν
ψυχρώ αφαίρεση ζωής του συνανθρώπου του. Ο
γιατρός ή ο οικείος έρχονται αντιμέτωποι όχι μόνο με το ενδεχόμενο ποινικών
κυρώσεων, αλλά και με την επίγνωση πως επί της ουσίας σκοτώνουν έναν άνθρωπο,
έστω κι αν το τέλος του θεωρείται ή είναι αναπόφευκτο.
- Συνάμα, το γεγονός ότι ο
ασθενής βρίσκεται σε κατάσταση πόνου και συνεχούς ταλαιπωρίας, θέτει αυτομάτως
υπό αίρεση το κατά πόσο το αίτημά του μπορεί να ληφθεί υπόψη. Πρόκειται για μια έκκληση που
γίνεται υπό το καθεστώς συνθηκών που υπονομεύουν τη λογική κρίση του ανθρώπου
και τον ωθούν στην απόγνωση. Έχει παρατηρηθεί, άλλωστε, πως με την
κατάλληλη αντιμετώπιση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων, όπως και στην περίπτωση
της διάθεσης για αυτοχειρία, το άτομο αποκτά διαφορετική στάση απέναντι στην
ασθένεια και την εν γένει κατάστασή του. Άλλωστε, μια βεβιασμένη απόφαση υπό το
κράτος του φόβου και των οδυνηρών συμπτωμάτων μιας ασθένειας, μπορεί να
οδηγήσει στην πρόωρη και άκαιρη αφαίρεση της ζωής του ασθενούς, παραγνωρίζοντας
το ενδεχόμενο της βελτίωσης της κατάστασής του. Όσο κι αν τη δεδομένη χρονική
στιγμή μοιάζει ανέφικτο, δεν είναι απίθανο στην πορεία και με την κατάλληλη
θεραπεία να προκύψει μια ικανοποιητική σταθεροποίηση της υγείας του ατόμου.
- Η νομιμοποίηση της ευθανασίας θα
σήμαινε ουσιαστικά απ’ την πλευρά της πολιτείας την παραδοχή πως μπορούμε να
θέσουμε ένα όριο πέρα από το οποίο η ανθρώπινη ζωή δεν έχει πια αξία. Μια
επικίνδυνη εξέλιξη, υπό την έννοια πως θα μπορούσε να αποτελέσει την απαρχή
μιας κλιμακωτής απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής εν γένει. Αν δοθεί το δικαίωμα να
τερματίζεται οικειοθελώς η ζωή ασθενών που βρίσκονται στο τελικό στάδιο ανίατων
ασθενειών, δεν είναι απίθανη μια σκόπιμη κατάχρησή του, ίσως ή κυρίως υπό την
πίεση οικονομικών λόγων (μείωση εξόδων νοσηλείας)∙ ενώ ενδεχομένως θα μπορούσε
να ζητηθεί η επέκτασή του ακόμη και σε διαφορετικές παθήσεις, οι οποίες αν και
δεν απειλούν τη ζωή του ατόμου, καθιστούν δυσχερή ή και ανυπόφορη την
καθημερινότητά του.
- Η πιθανή νομιμοποίηση της
ευθανασίας θα μπορούσε ν’ αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο ακούσιων ευθανασιών,
με τη δόλια επιμονή ή και συμμετοχή συγγενών που διεκδικούν κληρονομικά
δικαιώματα ή θέλουν να απαλλαχθούν από την υποχρέωση παρατεταμένης φροντίδας
του ασθενή.
- Ειδικότερα για τους
γιατρούς, θα πρέπει να σημειωθεί πως στον όρκο του Ιπποκράτη υπάρχει σχετική
αναφορά στο θέμα της ευθανασίας (Οὐ δώσω δὲ οὐδὲ φάρμακον οὐδενὶ αἰτηθεὶς θανάσιμον, οὐδὲ ὑφηγήσομαι ξυμβουλίην τοιήνδε. // Ούτε θα δώσω σε κάποιον,
ακόμη κι αν μου το ζητήσει, θανατηφόρο φάρμακο, ούτε θα κάνω μια τέτοια
υπόδειξη)∙ έστω κι αν σε διάφορες χώρες έχουν αφαιρέσει αυτό το σημείο του
όρκου. Σε κάθε περίπτωση
πάντως οι γιατροί δίνουν όρκο πως θα χρησιμοποιούν την επιστήμη τους μόνο για
το καλό των ασθενών, κι όχι για να τους βλάψουν (Διαιτήμασί τε χρήσομαι ἐπ’ ὠφελείῃ καμνόντων κατὰ δύναμιν καὶ κρίσιν ἐμὴν, ἐπὶ δηλήσει δὲ καὶ ἀδικίῃ εἴρξειν. // Θα χρησιμοποιώ τη θεραπεία που αποσκοπεί στο καλό των ασθενών, στο μέτρο που μου το επιτρέπει η
δύναμη και η κρίση μου, και θα αποκλείω ότι τους βλάπτει ή τους αδικεί). Η
ιατρική επιστήμη βασίζει όλη της την ύπαρξη και στήριξη στη δεδομένη πρόθεσή
της να υπηρετεί τη ζωή και την υγεία των ανθρώπων. Κάθε παραχώρηση στο θέμα της ευθανασίας -ακόμη κι αν γίνεται επίκληση
ανθρωπιστικών λόγων- φέρνει
τους γιατρούς αντιμέτωπους όχι μόνο με τη συνείδησή τους, αλλά και με μια
δραστική υπονόμευση του λειτουργήματός τους.
Η ζωή είναι δώρο, ο θάνατος
δικαίωμα!
Η πρόοδος της ιατρικής επιστήμης
έχει προσφέρει τη δυνατότητα παράτασης της ανθρώπινης ζωής, ακόμη κι όταν η
ασθένεια έχει προχωρήσει σε τέτοιο σημείο, ώστε ο θάνατος θα ήταν άλλοτε
δεδομένος. Εξέλιξη, η οποία συχνά χαρίζει πολύτιμο επιπλέον χρόνο σε ανθρώπους
που τον αποζητούν με κάθε τρόπο, αλλά και σ’ εκείνους που τον εκλαμβάνουν ως
ανεπιθύμητη συνέχιση μιας επώδυνης γι’ αυτούς κατάστασης. Η πολιτεία, ωστόσο,
αρνείται να κάνει διάκριση ανάμεσα σ’ αυτές τις τόσο διαφορετικές μεταξύ τους
περιπτώσεις, επιβάλλοντας σε όλους ανεξαιρέτως την εξάντληση κάθε ιατρικού
μέσου, μέχρι του σημείου που το ανθρώπινο σώμα θα υποκύψει επιτέλους στο
αναπόφευκτο.
Η πολιτεία επιμένει να
αντιμετωπίζει την ευθανασία ως έγκλημα, προτάσσοντας τη συνταγματική πρόβλεψη
περί απόλυτης προστασίας της ανθρώπινης ζωής. Πρόβλεψη το δίχως άλλο αναγκαία,
όταν το άτομο απειλείται από κάποιον άλλον, όταν η ζωή του κινδυνεύει από
κάποια φονική σκοπιμότητα. Πρόβλεψη, όμως, παρερμηνευμένα εφαρμόσιμη, όταν το
ίδιο το άτομο ζητά τη μη συνέχιση της θεραπείας που το κρατά στη ζωή ή όταν
εκλιπαρεί για την επίσπευση του θανάτου του. Η απόλυτη προστασία της ζωής, δεν
μπορεί να νοείται ως στέρηση του δικαιώματος εκείνου που προσφέρει στη ζωή την
πραγματική της αξία∙ του δικαιώματος δηλαδή να αποφασίζει το ίδιο το άτομο για
καθετί που το αφορά. Εφόσον κάθε άνθρωπος είναι σύμφωνα με το Σύνταγμα
ελεύθερος να εξελίσσει και να προσδιορίζει την προσωπικότητά του, ελεύθερος να
δρα και να αποφασίζει για οτιδήποτε τον αφορά, θα πρέπει εύλογα να είναι
ελεύθερος να αποφασίζει και μέχρι ποιου σημείου είναι πρόθυμος να ζει.
Με την επίμονη άρνηση της
ευθανασίας η πολιτεία καταπατά και το αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου να
διατηρεί την αξιοπρέπειά του. Στο όνομα ενός κακώς εννοούμενου ανθρωπισμού, ο
ασθενής εξαναγκάζεται σε μια ολοένα επιδεινούμενη σωματική και πνευματική
εξαθλίωση, χάνει κάθε δυνατότητα ελέγχου πάνω στο σώμα του, και καθίσταται ένα
ακόμη στοίχημα της ιατρικής για το πόσο μπορεί να παρατείνει μια ζωή, που υπό
άλλες προϋποθέσεις θα είχε τερματιστεί προ πολλού. Ενώ, ο ίδιος ο ασθενής, που
του έχουν αφαιρέσει κάθε δικαίωμα πάνω στον εαυτό του βιώνει την πλήρη
κατάπτωσή του, χάνει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και απομένει η μίζερη σκιά του
άλλοτε περήφανου εαυτού του. Μια απάνθρωπη και αδιανόητη κακοποίηση του ασθενή,
την οποία οι περισσότεροι δεν επιτρέπουν ούτε καν στα κατοικίδιά τους,
επιβάλλεται στον άνθρωπο απ’ τους συνανθρώπους του, από σεβασμό στην τόσο
πολύτιμη ζωή του. Έστω κι αν ο ασθενής έχει απολέσει και το παραμικρό ψήγμα,
όσων κάποτε καθιστούσαν τη ζωή του σημαντική για τον ίδιο.
Είναι αναγκαίο να γίνει
αντιληπτό πως κανένα ανθρωπιστικό επιχείρημα δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη
μαρτυρική παράταση της εξαθλίωσης ενός ανθρώπου, όταν ο ίδιος ρητά έχει ζητήσει
να πάψουν να τον βασανίζουν. Αν πράγματι η πολιτεία σέβεται τον άνθρωπο, θα
πρέπει να αποδεχτεί πως δεν επιθυμούν όλοι τη διατήρηση της ζωής τους, όταν
αυτό γίνεται εις βάρος της αξιοπρέπειάς τους.
Η μόνη ουσιαστική ένσταση
κατά της ευθανασίας είναι πως όταν αυτή δεν πραγματώνεται με τη διακοπή της
ιατρικής περίθαλψης, και λαμβάνει μια πιο ενεργητική μορφή, με τη χορήγηση στον
ασθενή της απαιτούμενης φονικής δόσης φαρμάκου, τότε εμπλέκεται συνειδησιακά
και νομικά ο θεράπων γιατρός. Πρόκειται για την ενεργητική ευθανασία, η οποία
καθίσταται αναγκαία, όταν ο ασθενής έχει φτάσει πια σε τέτοιο σημείο, ώστε δεν
έχει τη δυνατότητα ή τη δύναμη να θέσει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του, και ζητά τη
βοήθεια του γιατρού ή κάποιου οικείου του. Στην περίπτωση αυτή, η πολιτεία θα
πρέπει αφενός να άρει την απειλή νομικών κυρώσεων εις βάρος των γιατρών, κι
αφετέρου να προχωρήσει σε μια εμβάθυνση της πραγματικής έννοιας του
ανθρωπισμού, απαλλάσσοντας τους γιατρούς ή τους οικείους από το συνειδησιακό
βάρος. Η ενεργητική ευθανασία δεν αποτελεί ανθρωποκτονία∙ αποτελεί μια βαθιά
ανθρωπιστική πράξη, καθώς προσφέρει στον ασθενή την τελευταία εκπλήρωση του
δικαιώματος που έχει να ορίζει τον εαυτό του.
Με την ενεργητική ευθανασία
γίνεται πράξη ο σεβασμός προς τον συνάνθρωπο, μιας και μέσω αυτής του παρέχεται
η λύτρωση από μια επώδυνη και ανυπόφορη για τον ίδιο κατάσταση. Δεν μπορεί,
λοιπόν, η εκπλήρωση μιας τόσο σημαντικής, και μάλιστα τελευταίας, επιθυμίας
ενός ανθρώπου να θεωρείται αδίκημα, ιδίως από τη στιγμή που αν του ήταν εφικτό,
θα την πραγματοποιούσε ο ίδιος.
[Λέξεις: 681]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου