Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εργασία – Επάγγελμα

Thomas Zimmerman

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εργασία – Επάγγελμα

Η λέξη επάγγελμα αναφέρεται συγκεκριμένα στη βιοποριστική απασχόληση κι έχει έτσι πιο περιορισμένο νοηματικό εύρος σε σχέση με την εργασία που αναφέρεται τόσο στο επάγγελμα όσο και γενικότερα στην καταβολή σωματικών και πνευματικών δυνάμεων για την παραγωγή επιθυμητού ή επιβεβλημένου έργου, το οποίο δεν σχετίζεται απαραίτητα με την επίτευξη οικονομικού κέρδους.  

Το δικαίωμα στην εργασία και στην επαγγελματική αποκατάσταση είναι θεμελιώδες για κάθε άνθρωπο, κι αυτό σηματοδοτείται κι από την ύπαρξη ειδικής διάταξης στο Σύνταγμα.
Άρθρο 22. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.
Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας.

Αντιστοίχως, το δικαίωμα στην εργασία περιλαμβάνεται και στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948):
Άρθρο 23.
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργία.
2. Όλοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής άξιες στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αμοιβή της εργασίας, αν υπάρχει, πρέπει να συμπληρώνεται με άλλα μέσα κοινωνικής προστασίας.
4. Καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του.
Άρθρο 24
Καθένας έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση, σε ελεύθερο χρόνο, και ιδιαίτερα, σε λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας και σε περιοδικές άδειες με πλήρεις αποδοχές.
Άρθρο 25
1. Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και στην οικογένεια του υγεία και ευημερία, και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη όπως και τις απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες. Έχει ακόμα δικαίωμα σε ασφάλιση για την ανεργία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται τα μέσα της συντήρησής του, εξαιτίας περιστάσεων ανεξαρτήτων της θέλησης του.

Η αξία της εργασίας
Η εργασία αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου, διότι μόνο μέσω αυτής καθίσταται εφικτή η επιβίωση, αλλά και η περαιτέρω ανάδειξη του ατόμου, και άρα η καταξίωση της κοινωνικής του υπόστασης. Ενώ, παράλληλα, η εργασία συνιστά το μέσο για τη συλλογική ευημερία, καθώς χάρη σε αυτή επιτυγχάνεται η παραγωγή όλων εκείνων που κρίνονται αναγκαία για την κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού.
Ειδικότερα:

- Διασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης. Μέσω της εργασίας το άτομο κατορθώνει αρχικά να εξασφαλίζει τα απαραίτητα για την επιβίωσή του και σταδιακά προχωρά στο να διασφαλίσει μια αξιοπρεπή διαβίωση∙ αναγκαίο ζητούμενο, ώστε να είναι σε θέση αφενός να απολαμβάνει τη ζωή του κι αφετέρου να μπορεί να προσεγγίσει την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του.
Το καθημερινό άγχος για την επιβίωση και οι συνεχείς οικονομικές ανάγκες φθείρουν δραστικά τον άνθρωπο και του αποστερούν τη δυνατότητα να εκπληρώσει τις πραγματικές του επιθυμίες και να διαμορφώσει τη ζωή του κατά τρόπο που να του προσφέρει ευτυχία. Προκύπτει, έτσι, η αδιαπραγμάτευτη ανάγκη να μπορεί μέσω της εργασίας του να διασφαλίζει επαρκείς οικονομικές απολαβές, με απώτερο στόχο την πλήρη οικονομική του ανεξαρτησία. Εντούτοις, οι σημερινές συνθήκες έχουν επιφέρει σημαντικές μειώσεις στους μισθούς, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι άνθρωποι να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους ανάγκες.
Αν ένας εργαζόμενος -πλήρους απασχόλησης- δεν κατορθώνει με το μισθό του να καλύπτει πλήρως τις οικονομικές του υποχρεώσεις, τότε, όχι μόνο παραμένει σε διαρκή ανασφάλεια, αλλά δεν αντλεί από την εργασία του εκείνη την αίσθηση ικανοποίησης που θα του επιτρέψει να συνεχίσει να την πραγματοποιεί με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Ζητούμενο, επομένως, για κάθε άνθρωπο δεν είναι απλώς να έχει εργασία, αλλά να μπορεί μέσω αυτής να επιτυγχάνει τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.

- Λειτουργεί ως παράγοντας κοινωνικοποίησης. Το επάγγελμα του κάθε ανθρώπου δεν αποτελεί μόνο ή απλώς ένα μέσο για την εξασφάλιση οικονομικών εσόδων∙ είναι πολύ περισσότερο κομμάτι της ταυτότητάς του και επιτρέπει στο άτομο να αποκτά μια σεβαστή και αναγνωρίσιμη θέση στο κοινωνικό σύνολο.
Το κάθε άτομο έχει επίγνωση πως με το επάγγελμά του προσφέρει κάτι ουσιαστικό για τους συνανθρώπους του, γνωρίζει πως έχει απέναντί τους ευθύνη, και μέσω της παράλληλης συνειδητοποίησης πως και το ίδιο επωφελείται από την επαγγελματική δραστηριότητα των συνανθρώπων του, διαμορφώνεται και ενισχύεται η κοινωνική του συνείδηση.
Είναι, άρα, η ίδια η επαγγελματική ενασχόληση που επιτρέπει στο άτομο να αποκτήσει βαθύτερο σεβασμό και εκτίμηση για την προσφορά και την εργασία των συνανθρώπων του, αφού πλέον αντιλαμβάνεται πληρέστερα τις απαιτήσεις, την υπευθυνότητα και την κούραση που συνοδεύει κάθε επαγγελματική δραστηριότητα.

- Ισχυροποιεί και καλλιεργεί τις δεξιότητες του ατόμου. Με τη συστηματική επαγγελματική δραστηριότητα το άτομο έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει τις ήδη υπάρχουσες δυνατότητές του, αλλά και να βιώσει νέες επαγγελματικές εμπειρίες και απαιτήσεις που το ωθούν να διερευνήσει ακόμη περισσότερο τις ικανότητές του. Η εργασία, άλλωστε, τείνει να ενισχύει την εργατικότητα, την ανθεκτικότητα, καθώς και την αντίληψη του ατόμου, εφόσον δοκιμάζει διαρκώς τις αντοχές του, αλλά και καλείται να επιλύσει τάχιστα αναπάντεχα προβλήματα και δυσκολίες.
Το σύνολο αυτών των εμπειριών που σχετίζονται με την επαγγελματική δραστηριότητα επιτρέπουν στο άτομο να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις νοητικές και σωματικές του δυνατότητες, γεγονός που ισχυροποιεί το χαρακτήρα του.
Το άτομο, μάλιστα, γίνεται πολύ πιο αποτελεσματικό σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς του, αφού πλέον αντιλαμβάνεται πολύ καλύτερα τη σημασία της ορθής αξιοποίησης του χρόνου και βρίσκει τρόπους να τον εκμεταλλεύεται πληρέστερα. Ο επαγγελματισμός, η συνέπεια και η έγκαιρη οργάνωση, που του επιτρέπουν να αντεπεξέρχεται στις εργασιακές του υποχρεώσεις, βρίσκουν εφαρμογή και στις λοιπές δραστηριότητές του. Σαφές παράδειγμα, ως προς αυτό, αποτελούν οι εργαζόμενες μητέρες, οι οποίες κατορθώνουν να είναι αποτελεσματικές, όχι μόνο στον επαγγελματικό χώρο, αλλά και σε ό,τι αφορά τις ποικίλες υποχρεώσεις που καλείται να καλύψει ένας γονιός.  

- Συναισθηματική ικανοποίηση. Η επαγγελματική ενασχόληση, ιδίως και κυρίως όταν αυτή αφορά ένα επάγγελμα που βρίσκεται πλησιέστερα στις προσωπικές επιθυμίες του ατόμου, αποτελεί πηγή ουσιαστικής συναισθηματικής ικανοποίησης, καθώς καλύπτει την εσωτερική ανάγκη του ατόμου για δημιουργία και προσφορά. Λειτουργεί, συνάμα, ως στοιχείο ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης του ατόμου, καθώς του δημιουργεί την αίσθηση της επίτευξης και της προσωπικής επιτυχίας.
Το άτομο αισθάνεται χρήσιμο, παραγωγικό και ικανό να πραγματοποιήσει τους προσωπικούς του στόχους, εφόσον έχει πλέον τη δυνατότητα να ρυθμίζει το ίδιο τη ζωή του και να διαχειρίζεται τα χρήματά του.
Συνάμα, μάλιστα, μέσω της επαγγελματικής ενασχόλησης κατορθώνει να γνωρίσει πληρέστερα τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς διαπιστώνει σταδιακά τις ελλείψεις του, αλλά και τις δυνατότητές του.

Αίτια αλλοτρίωσης του ατόμου από την εργασία του
Η αδιαμφισβήτητη αξία της εργασίας υπονομεύεται τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα του ατόμου να αντλεί συναισθηματική ικανοποίηση από την άσκηση του επαγγέλματός του, γεγονός το οποίο σχετίζεται τόσο με τις επαγγελματικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην εποχή μας, όσο και με την ποιότητα των επιλογών που συχνά εξαναγκάζεται να κάνει το άτομο.

- Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας ωθούν συχνά τους νέους ανθρώπους να επιλέξουν ένα επάγγελμα το οποίο δε σχετίζεται με τις σπουδές και τα ενδιαφέροντά τους μόνο και μόνο για να μπορέσουν να διασφαλίσουν τα αναγκαία οικονομικά έσοδα. Το γεγονός, όμως, ότι καλούνται να εργαστούν σ’ έναν χώρο που δεν κινεί το ενδιαφέρον τους ούτε πιθανώς καλύπτει την εσωτερική τους ανάγκη και έκφραση και δημιουργία, αλλά ούτε και ανταποκρίνεται στις πραγματικές τους ικανότητες, αφαιρεί από την επαγγελματική τους ενασχόληση τη ζητούμενη αίσθηση ευχαρίστησης, ώστε να μπορούν να ασκήσουν για καιρό και με αποτελεσματικότητα το επάγγελμα αυτό.
Το ίδιο αρνητικό πλαίσιο, άλλωστε, διαμορφώνεται όταν το άτομο, αντί να επιλέξει το επάγγελμα που πραγματικά το ευχαριστεί, επιλέγει ένα άλλο με μόνο κριτήριο το οικονομικό κέρδος. Παρά τις ποικίλες δυνατότητες που προσφέρονται στο άτομο μέσω των αυξημένων οικονομικών εσόδων, δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η επαγγελματική ενασχόληση καλύπτει ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς του, και αν δεν μπορεί να αντλήσει ικανοποίηση από αυτή την ενασχόληση, καταλήγει να αισθάνεται παγιδευμένο και απογοητευμένο από τη ζωή του.

- Σε αντίθεση με τις επαγγελματικές δραστηριότητες του παρελθόντος, όπου ο άνθρωπος είχε την ευκαιρία να αναλάβει τη δημιουργία ενός προϊόντος από την αρχή μέχρι την ολοκλήρωσή του, στη σύγχρονη εποχή της εξειδίκευσης και της βιομηχανοποίησης, κάθε υπάλληλος αναλαμβάνει μέρος μόνο της παραγωγικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα να αποξενώνεται από το τελικό προϊόν, το οποίο δεν αισθάνεται ως δικό του δημιούργημα. Προκύπτει, έτσι, μια αίσθηση ρουτίνας και μονοτονίας, αφού επί της ουσίας στον κάθε εργαζόμενο αναλογεί μια συγκεκριμένη -η ίδια πάντα- δραστηριότητα.

- Οι σύγχρονες συνθήκες εργασίας που εξαναγκάζουν το άτομο να εργάζεται περισσότερες ώρες από το προβλεπόμενο, χωρίς μάλιστα να λαμβάνει οικονομική ανταμοιβή για τις υπερωρίες αυτές, η απουσία ασφάλισης ή η ελλιπής ασφάλιση, η διαρκής αίσθηση ανασφάλειας ως προς το αν θα μπορέσει να διατηρήσει τη θέση του, αλλά και η μείωση του τελικού μισθού, προκαλούν στο εργαζόμενο άτομο μια έντονα αρνητική διάθεση και μια διαρκώς αυξανόμενη απογοήτευση.
Η εργασία παύει να γίνεται αντιληπτή ως πηγή ευχαρίστησης και ως δικαίωμα, και αντικρίζεται ως προνόμιο, για χάρη του οποίου το άτομο εξαναγκάζεται να δεχτεί ποικίλες παραβιάσεις των εργατικών του δικαιωμάτων.

- Η οικονομική κρίση, άλλωστε, εντείνει σε τέτοιο βαθμό τη δυσκολία επιβίωσης στους περισσότερους επαγγελματικούς χώρους, ώστε παρατηρείται ενίσχυση του ανταγωνιστικού πνεύματος, στο πλαίσιο του οποίου κάθε εργαζόμενος καλείται να διατηρήσει με κάθε κόστος τη θέση του είτε δεχόμενος την υποτίμησή του από την εργοδοσία είτε ακόμη και υπονομεύοντας τους συναδέλφους του, προκειμένου να μην είναι εκείνος που θα απολυθεί.

Συνέπειες της αλλοτρίωσης του ατόμου από την εργασία του
Το άτομο που δεν αντλεί ικανοποίηση από την εργασία του και δεν λαμβάνει την αναγκαία οικονομική ανταμοιβή γι’ αυτή, παύει να είναι αποτελεσματικό. Πολύ περισσότερο, όμως, βιώνει έντονα συναισθήματα άγχους, απογοήτευσης και δυσαρέσκειας, τα οποία αντανακλώνται τόσο στην επαγγελματική του επίδοση, όσο και στη συναναστροφή του με τους υπόλοιπους εργαζόμενους ή τους εξυπηρετούμενους πελάτες. Το άτομο μη μπορώντας να αισθανθεί πως μέσα από την εργασία του προσφέρει κάτι το ουσιαστικό, την εκτελεί εντελώς τυπικά, ζημιώνοντας επί της ουσίας όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά κι εκείνους που εξαρτώνται από τη δική του απόδοση.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου