Leszek Paradowski
Λυσίας
«Υπέρ Μαντιθέου» Ερμηνευτικές ερωτήσεις [Διήγηση – Πίστη 4-7]
1. Η
επιχειρηματολογία του Μαντιθέου στηρίζεται στα γεγονότα που συνδέονται με τη
ζωή του, αλλά και στη λογική. Ποια
είναι αυτά τα επιχειρήματα;
1ο
επιχείρημα:
Ο Μαντίθεος ξεκινά την
επιχειρηματολογία του οριοθετώντας χρονολογικά την περίοδο κατά την οποία
απουσίαζε από την Αθήνα καθώς και το χρόνο κατά τον οποίο επέστρεψε στην πόλη,
προκειμένου να δείξει πόσο απίθανο είναι το να είχε κάποιου είδους εμπλοκή με το
τυραννικό καθεστώς. Έτσι, επισημαίνει πως είχε φύγει προτού καν γίνει η
ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς και, φυσικά, έλειπε όταν συνέβη η πολιτική
μεταβολή. Ως εκ τούτου δεν είχε καμία άμεση γνώση των πολιτικών εξελίξεων και
δεν βρισκόταν εδώ την κρίσιμη περίοδο κατά την οποία οι τύραννοι επιχειρούσαν
να εδραιώσουν το καθεστώς τους και να επιλέξουν τους συνεργάτες τους. Επιπλέον,
τονίζει πως επέστρεψε πέντε μόλις μέρες προτού ο Θρασύβουλος με τους
δημοκρατικούς έρθει στον Πειραιά, γεγονός που τοποθετεί την επιστροφή του σε
μια πολύ δεινή για τους τυράννους χρονική στιγμή και λίγους μόλις μήνες πριν
από την ολοκληρωτική κατάρρευση του ολιγαρχικού καθεστώτος. Είναι, άρα, λογικό πως ο ίδιος δεν θα
ήταν τόσο ανόητος ώστε να θελήσει να συνεργαστεί μ’ ένα καθεστώς που είχε
πολλαπλώς αποδείξει τη βιαιότητά του, και πολύ περισσότερο μ’ ένα καθεστώς τόσο
ισχυρά κλονισμένο. Ενώ, επιπρόσθετα, μήτε οι ίδιοι οι τύραννοι είχαν πια τη
διάθεση να στρατολογήσουν νέα μέλη στο καθεστώς τους, αφού οι εσωτερικές τους
διαφωνίες και συγκρούσεις είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο που τους εξωθούσαν σε
εκκαθαρίσεις ακόμη και ανθρώπων με τη βοήθεια των οποίων είχε επιτευχθεί η
κατάλυση της δημοκρατίας.
2ο
επιχείρημα:
Ο Μαντίθεος στη συνέχεια καταρρίπτει
την αξιοπιστία του λευκώματος, της ξύλινης πινακίδας, επισημαίνοντας πως σ’
αυτήν δεν ήταν καταγεγραμμένα ονόματα ανθρώπων που είχαν οι ίδιοι παραδεχτεί
πως είχαν υπηρετήσει ως ιππείς, ενώ ήταν γραμμένα ονόματα ανθρώπων που
απουσίαζαν από την πόλη. Επιπλέον, επρόκειτο για μια εκτεθειμένη πινακίδα,
γεγονός που επέτρεπε σε όποιον το ήθελε να σβήσει το όνομά του από αυτήν.
Παραλλήλως, αναφέρεται σ’ ένα διαφορετικό τεκμήριο, κατά πολύ πιο αξιόπιστο∙
τους καταλόγους που συνέτασσαν και διατηρούσαν οι φύλαρχοι, που είχαν και την
ευθύνη στη συνέχεια να εισπράξουν μέσω αυτών τη χρηματική προκαταβολή που είχε
δοθεί στους ιππείς. Είναι, άρα, εύλογο, τονίζει ο Μαντίθεος, πως οι κατάλογοι
των φυλάρχων συντάσσονταν με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, μιας και σε
περίπτωση παράλειψης κάποιου ονόματος θα πλήρωναν οι ίδιοι την προκαταβολή που
αναλογούσε. Επομένως, σε αντίθεση με την εκτεθειμένη και εύκολα αλλοιώσιμη
ξύλινη πινακίδα, οι κατάλογοι των φυλάρχων, που είχαν σαφώς μεγαλύτερη
εγκυρότητα, δεν περιείχαν το όνομά του, και δεν το περιείχαν ακριβώς επειδή ο
ίδιος δεν υπηρέτησε ως ιππέας.
3ο
επιχείρημα (8η
παράγραφος):
Το τελευταίο επιχείρημα είναι ίσως και
το πιο αποτελεσματικό για ορισμένους από τους βουλευτές, μιας και σ’ αυτό ο
Μαντίθεος τονίζει πως η επίμονη άρνησή του σχετικά με το ενδεχόμενο να
υπηρέτησε ως ιππέας δεν προκύπτει επειδή θεωρεί αυτό το γεγονός τόσο φοβερό,
ιδίως, μάλιστα, αν ληφθεί υπόψη πως αρκετοί από τους τότε ιππείς είναι τώρα βουλευτές
ή κι ακόμη περισσότερο έχουν εκλεγεί στρατηγοί και ίππαρχοι, αλλά επειδή
αγανακτεί με το θράσος των κατήγορων να πουν κατά τρόπο τόσο φανερό ψέματα εις
βάρος του. Υπενθυμίζει, δηλαδή, στους βουλευτές πως έχουν ήδη επικυρώσει την
εκλογή στο βουλευτικό αξίωμα άλλων ανθρώπων που υπηρέτησαν τότε ως ιππείς, και
πως επιπλέον οι πολίτες έχουν εκλέξει κάποιους αυτούς σε ιδιαιτέρως τιμητικά
αξιώματα. Θα ήταν, άρα, άδικο για τον ίδιο να του στερήσουν την ευκαιρία να
αναλάβει το βουλευτικό αξίωμα, αφού έχουν ήδη εγκρίνει την εκλογή άλλων που
αποδεδειγμένα υπηρέτησαν ως ιππείς.
2. Τι
υπαινίσσεται ο Μαντίθεος με τη φράση «ἀλλὰ μᾶλλον
ἠτίμαζον καὶ τοὺς συγκαταλύσαντας τὸν δῆμον»;
Με την επισήμανση πως οι τύραννοι στερούσαν
τα πολιτικά δικαιώματα ακόμη κι από εκείνους που μαζί τους κατέλυσαν τη
δημοκρατία, ο Μαντίθεος υπαινίσσεται τις εσωτερικές αντιθέσεις και συγκρούσεις
που σημειώνονταν στο καθεστώς κατά τους τελευταίους μήνες της κυριαρχίας τους.
Σαφές παράδειγμα ως προς αυτό η στάση του Κριτία, ενός από τους σκληρότερους
τυράννους, που δε δίστασε, καταγγέλλοντας τον μετριοπαθή τύραννο και φίλο του
Θηραμένη ως προδότη του καθεστώτος, να τον οδηγήσει στον θάνατο και να
καταδιώξει τους οπαδούς του, επειδή ο Θηραμένης επέκρινε την πολιτική τρομοκρατίας
που εφάρμοζε.
Ο Μαντίθεος επιχειρεί μ’ αυτή την
αναφορά να τονίσει πως θα ήταν παράδοξο απ’ τη μεριά των τυράννων, τη στιγμή
που έχουν χάσει ακόμη και τη μεταξύ τους εμπιστοσύνη και συνοχή, να θέλουν να δώσουν
αρμοδιότητες σε νέα άτομα που δεν τα γνώριζαν και ως εκ τούτου δεν τα
εμπιστεύονταν καθόλου.
3. Γιατί
ο Μαντίθεος θεωρεί ότι η κατηγορία η οποία στηρίζεται στο σανίδιον δεν είναι αξιόπιστη;
[σανίδιον: Μικρή σανίδα που λεγόταν και
λεύκωμα, γιατί ήταν αλειμμένη με γύψο. Πάνω σ’ αυτήν έγραφαν τα ονόματα των
ιππέων και την εξέθεταν σε κοινή θέα. Η αναγραφή του ονόματος του Μαντιθέου στο
σανίδιο αποτελούσε για τους κατηγόρους του τη μοναδική απόδειξη ότι υπηρέτησε
ως ιππέας επί των Τριάκοντα και ότι ως ολιγαρχικός ήταν εχθρός του δημοκρατικού
πολιτεύματος.]
Ο Μαντίθεος θεωρεί ανόητο το να
εξετάζει κανείς το ποιοι υπηρέτησαν στην τάξη των ιππέων βασιζόμενος στην
ξύλινη σανίδα (λεύκωμα), μιας και σ’ αυτή δεν ήταν γραμμένα τα ονόματα πολλών
από αυτούς που παραδέχονταν ότι υπηρέτησαν ως ιππείς, ενώ ήταν καταγεγραμμένα
τα ονόματα ανθρώπων που απουσίαζαν εκείνη την εποχή από την Αθήνα και, άρα,
ήταν αδύνατον να έχουν υπηρετήσει ως ιππείς.
4. Γιατί
ο Μαντίθεος αλλάζει τη σειρά του κατηγορητηρίου και αρχίζει με την αποδημία του
στον βασιλιά του Πόντου;
Ο Μαντίθεος θεωρεί ιδιαιτέρως σημαντικό
το να τονιστεί και να αποδειχτεί πως είχε φύγει από την Αθήνα πολύ προτού
αναλάβουν την εξουσία οι Τριάκοντα, καθώς έτσι καθίσταται σαφές πως δεν είχε
καμία απολύτως εμπλοκή με το καθεστώς κατά την κρίσιμη περίοδο της εγκαθίδρυσής
του, όταν δηλαδή οι τύραννοι αναζητούσαν τα εκτελεστικά όργανα και τους
συνεργάτες τους.
Όταν τελικά ο Μαντίθεος ήρθε στην Αθήνα
ήταν πια μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδος
για τους Τριάκοντα λόγω της λαϊκής οργής για τα εγκλήματά τους, των εσωτερικών
τους διενέξεων και της αντίδρασης των εκ Πειραιώς (δηλ. των δημοκρατικών υπό
τον Θρασύβουλο), γεγονός που καθιστούσε απίθανη μια οποιαδήποτε συνεργασία του
μαζί τους.
5. Ποιο
είναι, κατά τον Μαντίθεο, το ισχυρότερο αποδεικτικό στοιχείο ότι κάποιος
πολίτης υπηρέτησε στην τάξη των ιππέων κατά την περίοδο των Τριάκοντα;
Τα γράμματα
δηλ. οι κατάλογοι στους οποίους αναγράφονταν τα ονόματα των ιππέων από τους
οποίους εισπράχθηκαν τα δοθέντα επιδόματα, ήταν πιο αξιόπιστα από τα
εκτεθειμένα σανίδια, διότι ήταν εγκυρότερα. Ο κίνδυνος να παραλειφθούν από τους
καταλόγους κάποια ονόματα ιππέων και να πληρώσουν οι φύλαρχοι τα οφειλόμενα από
εκείνους χρήματα έκανε προσεκτική και υπεύθυνη τη σύνταξή τους. Επιπλέον, η
παράδοση των καταλόγων αυτών ως επισήμων εγγράφων στη Βουλή απέκλειε
οποιαδήποτε αλλοίωσή τους.
6. Ποια
σημασία έχει για την αναίρεση και των άλλων κατηγοριών, εάν αποδείξει ο
Μαντίθεος ότι «πρὸ τῆς ἐν Ἑλλησπόντῳ συμφορᾶς»
απουσίαζε στον Πόντο;
Αν ο Μαντίθεος αποδείξει με τη βοήθεια
των μαρτύρων ότι είχε φύγει από την Αθήνα ήδη προτού πραγματοποιηθεί η ναυμαχία
στους Αιγός ποταμούς, αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι τον τοποθετεί μακριά από
την πόλη την περίοδο κατά την οποία συνέβη η μεταβολή του πολιτεύματος. Τη
στιγμή, δηλαδή, που οι Τριάκοντα τύραννοι επέλεγαν τα άτομα που θα αποτελέσουν
το βασικό πυρήνα του καθεστώτος τους, καθώς και τους άμεσους συνεργάτες τους, ο
Μαντίθεος απουσίαζε και ως εκ τούτου δεν είχε εκ των πραγμάτων καμία εμπλοκή με
την εδραίωση του αντιδημοκρατικού αυτού καθεστώτος. Ενώ, η μεταγενέστερη
επιστροφή του στην πόλη καθιστούσε λιγότερο πιθανή και μάλλον αφελή την όποια
συνεργασία του με τους τυράννους.
7. Γιατί
η εγγραφή ή μη στον κατάλογο των φυλάρχων αποτελεί βασικό αποδεικτικό στοιχείο
για τη δοκιμασία, κατά τον Μαντίθεο;
Τα γράμματα δηλ. οι κατάλογοι στους
οποίους αναγράφονταν τα ονόματα των ιππέων από τους οποίους εισπράχθηκαν τα
δοθέντα επιδόματα, ήταν πιο αξιόπιστα από τα εκτεθειμένα σανίδια, διότι ήταν
εγκυρότερα. Ο κίνδυνος να παραλειφθούν από τους καταλόγους κάποια ονόματα
ιππέων και να πληρώσουν οι φύλαρχοι τα οφειλόμενα από εκείνους χρήματα έκανε
προσεκτική και υπεύθυνη τη σύνταξή τους. Επιπλέον, η παράδοση των καταλόγων
αυτών ως επισήμων εγγράφων στη Βουλή απέκλειε οποιαδήποτε αλλοίωσή τους.
8. Γιατί
συνηγορεί υπέρ του Μαντιθέου η αναφορά στο γεγονός ότι επέστρεψε στην Αθήνα
λίγες μέρες πριν από την πτώση των Τριάκοντα;
Η καθυστερημένη επιστροφή του Μαντιθέου
στην Αθήνα λειτουργεί ιδιαιτέρως θετικά για την υπεράσπιση της αθωότητάς του,
διότι τον τοποθετεί στην πόλη λίγες μόλις μέρες προτού καταρρεύσει το καθεστώς
κι όταν όλοι γνώριζαν ήδη τη βαρβαρότητα με την οποία οι Τύραννοι διοικούσαν
την πόλη. Έτσι, αφενός ο Μαντίθεος θα διαπίστωνε εύκολα πως το καθεστώς είναι
αιμοσταγές -και άρα αποκρουστικό για έναν δημοκρατικό πολίτη-, αλλά και πως
βρίσκεται πολύ κοντά στο να καταρρεύσει, μιας κι η αντίσταση των δημοκρατικών
είχε ενταθεί σημαντικά, κι αφετέρου οι ίδιοι οι Τύραννοι ήταν όχι μόνο
απρόθυμοι να εντάξουν νέα μέλη στο καθεστώς τους, αλλά είχαν αρχίσει κιόλας να
κάνουν εσωτερικές εκκαθαρίσεις μεταξύ των υπαρχόντων μελών τους. Όσοι είχαν αποδημήσει και δε μετείχαν
σε αντιδημοκρατικές ενέργειες αποκλείονταν από τα αξιώματα.
Προσοχή: Παρά το γεγονός ότι η εξόρμηση των
δημοκρατικών υπό την ηγεσία του Θρασύβουλου οδήγησε στο θάνατο του Κριτία και
στην κατάρρευση της αρχής των Τριάκοντα λίγες μέρες αφότου επέστρεψε ο
Μαντίθεος στην Αθήνα, το γεγονός αυτό δεν οδήγησε στην αποκατάσταση της
δημοκρατίας. Τη θέση των Τριάκοντα έλαβαν οι «Δέκα» και το ολιγαρχικό καθεστώς
διατήρησε την εξουσία για μερικούς μήνες ακόμη. Η αποκατάσταση της δημοκρατίας και
η διάλυση του σώματος των ιππέων που υπηρέτησε υπό τους Τριάκοντα έγιναν το
Σεπτέμβριο του 403 π.Χ.
9. Να
εντοπίσετε στο κείμενο τα ρητορικά ήθη και πάθη του Μαντιθέου και των κατηγόρων
του.
Ήθος κατηγόρων: Ο Μαντίθεος φροντίζει να τονίσει
εμφατικά την δολιότητα και την αφερεγγυότητα των κατηγόρων του, οι οποίοι
βασιζόμενοι σ’ ένα αναξιόπιστο τεκμήριο και χωρίς καμία άλλη ουσιαστική
απόδειξη θέλησαν να σπιλώσουν τη φήμη και την ακεραιότητα ενός αθώου ανθρώπου.
Ήθος Μαντιθέου: Ο Μαντίθεος με μια σειρά από ισχυρά
επιχειρήματα καθιστά εμφανές το ανυπόστατο των εις βάρος του κατηγοριών και
προβάλλει εκ νέου την ηθική του ακεραιότητα. Φιλεργατικός και πρόθυμος να
υπακούσει στις επιθυμίες του πατέρα του μεταβαίνει στον Πόντο για να ασχοληθεί
εκεί με το εμπόριο. Ενώ, όταν επιστρέφει στην Αθήνα κι έρχεται σ’ επαφή με την τότε
πολιτική κατάσταση αρνείται να συνεργαστεί με το τυραννικό καθεστώς, διατηρώντας
αλώβητες τις δημοκρατικές του πεποιθήσεις.
Ο Μαντίθεος, σχολιάζοντας την αφέλεια
των κατηγόρων του και τονίζοντας πόσο ανόητο είναι το να στηρίζουν την
κατηγορία τους σ’ ένα αναξιόπιστο τεκμήριο ή να τον υποτιμούν σε τέτοιο βαθμό,
ώστε να θεωρούν πως ερχόμενος σε μια περίοδο κατά την οποία το καθεστώς των
Τριάκοντα ήταν ήδη κλονισμένο, θα σκεφτόταν ποτέ να συνεργαστεί μαζί τους,
προβάλλει για τον εαυτό του την εικόνα του ευφυούς και οξυδερκούς ανθρώπου.
Ενώ, συνάμα, φροντίζει να γίνει και πάλι σαφές πως έχει πέσει θύμα της
μοχθηρότητας φθονερών και ανήθικων ανθρώπων.
Ρητορικά πάθη: Ο Μαντίθεος επιχειρεί να προκαλέσει
αγανάκτηση στους βουλευτές για το ανυπόστατο των κατηγοριών και, άρα, για την
προφανέστατη κακεντρέχεια των κατηγόρων του, που χωρίς καμία πραγματική
απόδειξη επιδιώκουν τη δυσφήμηση ενός αθώου συμπολίτη τους. Επιπροσθέτως, με
την αναφορά στο γεγονός ότι πολλοί από τους τότε υπηρετήσαντες ως ιππείς είναι
τώρα βουλευτές ή έχουν άλλα υψηλά αξιώματα, επιχειρεί να τους δεσμεύσει
ψυχολογικά υπέρ του.
10. Γιατί
ο Μαντίθεος θεωρεί ανοησία να πιστεύει κανείς ότι μόνο η εγγραφή του ονόματος
κάποιου στο σανίδιον
αποδεικνύει ότι υπηρέτησε στο σώμα των ιππέων;
Ο Μαντίθεος θεωρεί ανόητο το να
εξετάζει κανείς το ποιοι υπηρέτησαν στην τάξη των ιππέων βασιζόμενος στην
ξύλινη σανίδα (λεύκωμα), μιας και σ’ αυτή δεν ήταν γραμμένα τα ονόματα πολλών
από αυτούς που παραδέχονταν ότι υπηρέτησαν ως ιππείς, ενώ ήταν καταγεγραμμένα
τα ονόματα ανθρώπων που απουσίαζαν εκείνη την εποχή από την Αθήνα και, άρα,
ήταν αδύνατον να έχουν υπηρετήσει ως ιππείς.
11. Γιατί
η συμμετοχή του Μαντιθέου στους κινδύνους που διέτρεχαν οι Τριάκοντα, λίγες μέρες πριν από την πτώση τους, θα ήταν πράξη άστοχη γι’ αυτόν;
Εφόσον ο Μαντίθεος επέστρεψε στην Αθήνα
τον Μάιο του 403 π.Χ., όταν, δηλαδή, οι δημοκρατικοί εγκαταστάθηκαν στη
Μουνιχία -οχυρό του Πειραιά-, όπου αντιμετώπισαν με επιτυχία τις επιθέσεις των
Τριάκοντα και τον Σπαρτιατικό αποκλεισμό, μπορούσε εύκολα να διαπιστώσει πως η
κυριαρχία των τυράννων είχε κλονιστεί σημαντικά και πως σύντομα θα έφτανε στο
τέλος της. Θα ήταν, επομένως, εντελώς άστοχο απ’ τη μεριά του να επιδιώξει
κάποια συνεργασία μαζί τους, αφού αυτό θα σήμαινε προσχώρηση στους κόλπους της
ηττημένης παράταξης.
Αν ο Μαντίθεος βρισκόταν στην Αθήνα
όταν ξεκινούσε η κυριαρχία των Τριάκοντα, θα ήταν πιο λογικό να παρασυρθεί και
να συνεργαστεί μαζί τους, μιας και τότε δεν θα γνώριζε το πόσο σκληρή επρόκειτο
να είναι η διακυβέρνησή τους, αλλά ούτε και το πόσο έντονη και δυναμική θα ήταν
η αντίδραση των πολιτών εναντίον τους. Από τη στιγμή, όμως, που έφτασε στην
Αθήνα όταν όλα αυτά είχαν πλέον διαφανεί κι η πτώση των τυράννων ήταν ήδη
ζήτημα λίγων ημερών, θα ήταν μεγάλη ανοησία από μέρους του να προχωρήσει σε μια
τέτοια σύμπραξη.
12. Με
ποια γεγονότα της προσωπικής του ζωής ο Μαντίθεος προσπαθεί να επηρεάσει τους
βουλευτές υπέρ του;
Ο πατέρας του Μαντιθέου ήταν φίλος του
φιλέλληνα Σατύρου και του έστειλε τους δύο γιους του, οι οποίοι παρέμειναν εκεί
αρκετό χρόνο ασχολούμενοι με το εμπόριο σίτου. Ο Μαντίθεος και ο αδελφός του,
οπότε, δεν είχαν καμία σχέση με το τυραννικό καθεστώς, διότι έφυγαν για τον
Πόντο πριν από την εγκαθίδρυσή του. Γι’ αυτό κι η συμμετοχή τους στους
κινδύνους που δικαιολογημένα οι Τριάκοντα διέτρεχαν θα ήταν πράξη αφύσικη και
ανόητη.
Ο Μαντίθεος επικαλείται, λοιπόν, το
γεγονός ότι είχε φύγει μαζί με τον αδερφό του από την Αθήνα ήδη προτού γίνει η
ατυχής ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς (Απρίλιος 405 π.Χ.) και πως δεν βρισκόταν
επομένως στην πόλη όταν συντελέστηκε η μεταβολή του πολιτεύματος (Αύγουστος /
Σεπτέμβριος 404 π.Χ.). Ενώ, η επιστροφή των δύο αδελφών τοποθετείται λίγες
μόλις μέρες πριν από τη μετακίνηση των δημοκρατικών από τη Φυλή στον Πειραιά
(Μάιος 403 π.Χ.), γεγονός που σημαίνει πως ο Μαντίθεος έφτασε σχεδόν 5 μήνες
προτού καταρρεύσει το ολιγαρχικό καθεστώς (Σεπτέμβριος 403 π.Χ.).
Ας σημειωθεί, βέβαια, πως παρά το
γεγονός ότι ο Μαντίθεος απουσίαζε κατά τους πρώτους και βασικότερους μήνες της
διακυβέρνησης του τυραννικού καθεστώτος, οπότε και συντελούνταν η εδραίωσή του,
αυτό δεν καθιστά αυτομάτως απίθανη μια μεταγενέστερη εμπλοκή του στη δράση των
τυράννων. Γι’ αυτό κι ο Μαντίθεος θα χρησιμοποιήσει στη συνέχεια κι άλλα
επιχειρήματα, προκειμένου να καταδείξει πόσο άστοχη θα ήταν από τη μεριά του
μια οποιαδήποτε συνεργασία με το τυραννικό καθεστώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου