Ιστορία
Γ΄ Λυκείου: Η κρίση του 1932 (πηγές)
Με
βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας πληροφορίες από τα ακόλουθα
κείμενα να αναφέρετε τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση Βενιζέλου λόγω της
οικονομικής κρίσης του 1932 και τα αποτελέσματά τους.
Κείμενο
Α
Στο διάστημα μεταξύ 26 Απριλίου και 29
Ιουλίου 1932, η κυβέρνηση Βενιζέλου έφερε στη Βουλή και στη Γερουσία μια σειρά
από νομοσχέδια που καθόρισαν τη βασική φυσιογνωμία της οικονομικής πολιτικής
του κράτους ως το τέλος του μεσοπολέμου. Με τις ρυθμίσεις αυτές καθορίστηκε
ότι:
α) Αίρεται η ελεύθερη μετατρεψιμότητα
της δραχμής σε χρυσό ή συνάλλαγμα, και το εθνικό νόμισμα επανέρχεται, έπειτα
από 4 χρόνια ελευθερίας (από το 1928), σε καθεστώς αναγκαστικής κυκλοφορίας.
β) Αίρεται η σταθερή ισοτιμία της
δραχμής είτε με ορισμένη ποσότητα χρυσού, είτε με ορισμένο συναλλαγματικό
ισοδύναμο χρυσού. Αυτό έχει σαν συνέπεια, ότι η δραχμή αρχίζει να υποτιμάται
και, ως το Δεκέμβριο του 1932, φθάνει να χάσει περίπου τα 60% της ονομαστικής
της αξίας.
γ) Καταργείται η ελεύθερη αγορά
συναλλάγματος, η Τράπεζα της Ελλάδος αναλαμβάνει κατ’ αποκλειστικότητα τον
έλεγχο και τη διάθεσή του.
δ) Αναστέλλεται επ’ αόριστον από 1ης
Μαΐου 1932, η πληρωμή των χρεωλυσίων και των τόκων για όλα τα δάνεια του
κράτους, εξωτερικά και εσωτερικά. ...
Εξάλλου η στενότητα του εξωτερικού
συναλλάγματος υποχρέωσε την ελληνική κυβέρνηση να καταφύγει σε δύο ακόμη
πρωτοφανή στην ελληνική ιστορία μέτρα:
1. Επιβολή του συστήματος των ποσοτικών
περιορισμών επί των εισαγωγών, δηλαδή τα εισακτέα είδη καθορίσθηκαν διοικητικά
εκ των προτέρων κατά συγκεκριμένο προϊόν και κατά ποσότητα, με βάση την ομοειδή
εισαγωγή του προηγούμενου έτους. Οι περιορισμοί μείωσαν τον όγκο της εισαγωγής
κατά το 1/3 ή 2/3, με βάση τις εισαγωγές του 1931 και εξοικονόμησαν στη χώρα 7
εκατομμύρια λίρες, δηλαδή πάνω από το 30% της αξίας των εισαγωγών του
προηγούμενου έτους.
2. Εγκαινίαση της μεθόδου των διεθνών
εμπορικών ανταλλαγών με βάση τον εμπορικό συμψηφισμό σε είδος (clearing), δηλαδή χωρίς την παρεμβολή πληρωμής
σε συνάλλαγμα.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος
ΙΕ΄
Κείμενο
Β
Η μέθοδος των clearing αποφεύγει
σε μεγάλο βαθμό την παρεμβολή του συναλλάγματος και γι’ αυτό συγκρίνεται με τις
πρωτόγονες μορφές των ανταλλαγών. Με το μηχανισμό αυτό, κάθε χώρα εξωθείται να
μην εισάγει προϊόντα άλλης, παρά μόνο υπό τον όρο ότι και αυτή η τελευταία
δέχεται να εισαγάγει σ’ αντιστάθμιση προϊόντα ίσης αξίας της πρώτης. ...
Ήδη στα 1932 η Ελλάδα είχε υπογράψει
τέτοιες συμφωνίες συμψηφιστικών ανταλλαγών με 10 χώρες (Γερμανία, Αυστρία,
Γιουγκοσλαβία, Γαλλία, Τσεχοσλοβακία, Αργεντινή, Περσία, Σουηδία, Ουγγαρία,
Αλβανία). Η μέθοδος των clearing
επέτρεπε διάφορες παραλλαγές γύρω από
το ποσοστό των εισαγωγών που θα καλυπτόταν με εξαγόμενα προϊόντα και γύρω από
το ποσοστό που θα καλυπτόταν με καθαρό συνάλλαγμα. Οι συγκεκριμένες συμφωνίες
κλείστηκαν με βάση τα στοιχεία των προηγούμενων ετών. Το πλεονέκτημα της
μεθόδου αυτής ήταν ότι στηριζόταν σε συμφωνίες ολιγόμηνης διάρκειας,
ανανεώσιμες, πράγμα που έδινε στο μηχανισμό των clearing μια ιδιαίτερη ευκαμψία και ικανότητα
προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΕ΄
Η παγκόσμια οικονομική κρίση έφτασε
στην Ελλάδα σε μία εποχή «ευημερίας». Η «ευημερία» σήμαινε ότι η εμπιστοσύνη
των Ελλήνων σε ένα καλύτερο οικονομικά μέλλον είχε αποκατασταθεί, οι σκοτεινές
εποχές της δεκαετίας του 1920 έδειχναν να απομακρύνονται, οι πληγές έκλειναν, η
φτώχεια περιοριζόταν και το ελληνικό κράτος έδειχνε να σχεδιάζει το μέλλον με
μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.
Οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης
να αποτρέψει την κρίση εξάντλησαν τα αποθέματα της χώρας σε χρυσό και
συνάλλαγμα. Την άνοιξη του 1932, όμως, η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αποφύγει την
αναστολή της μετατρεψιμότητας του εθνικού νομίσματος, καθώς και την αναστολή
εξυπηρέτησης των εξωτερικών δανείων. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται κι από το Α παράθεμα, στο οποίο αναφέρεται πως
μεταξύ 26 Απριλίου και 29 Ιουλίου η κυβέρνηση Βενιζέλου κατέθεσε μια σειρά από
νομοσχέδια που διαμόρφωσαν την οικονομική πολιτική του κράτους για τα αμέσως
επόμενα χρόνια. Ειδικότερα, τονίζεται η επιβολή αναγκαστικής κυκλοφορίας του
εθνικού νομίσματος, η άρση της σταθερής ισοτιμίας της δραχμής -μέτρο που
οδήγησε στην απώλεια του 60% της ονομαστικής αξίας της δραχμής-, η κατάργηση
της ελεύθερης αγοράς συναλλάγματος κι η αναστολή αποπληρωμής τόσο των
εξωτερικών όσο και των εσωτερικών δανείων. Έτσι εγκαινιάστηκε μια περίοδος
ισχυρού κρατικού παρεμβατισμού στα οικονομικά ζητήματα, ιδιαίτερα στις
εξωτερικές συναλλαγές, και μια πολιτική προστατευτισμού, με σκοπό την αυτάρκεια
της χώρας. Η Ελλάδα μπήκε με τη σειρά της στο χώρο της κλειστής οικονομίας,
όπου οι συναλλαγές καθορίζονταν περισσότερο από γραφειοκρατικές διαδικασίες
παρά από ελεύθερες οικονομικές συμφωνίες.
Στο εξωτερικό εμπόριο κυριάρχησε
προοδευτικά η μέθοδος του διακανονισμού «κλήριγκ». Οι διεθνείς συναλλαγές δεν
γίνονταν, δηλαδή, με βάση το μετατρέψιμο συνάλλαγμα αλλά με βάση διακρατικές
συμφωνίες που κοστολογούσαν τα προς ανταλλαγή προϊόντα και φρόντιζαν να
ισοσκελίσουν την αξία των εισαγωγών με την αντίστοιχη των εξαγωγών, στο πλαίσιο
ειδικών λογαριασμών. Επιπροσθέτως, όπως
αναφέρεται στο Β παράθεμα, κατά το 1932 η Ελλάδα είχε ήδη προχωρήσει σε
τέτοιου είδους συμφωνίες με δέκα χώρες. Η μέθοδος των clearing, μάλιστα, προσέφερε μεγάλη ευελιξία
στη διαμόρφωση των ποσοστών που θα κάλυπτε κάθε χώρα με αντίστοιχης αξίας
προϊόντα και στο ποσοστό που θα πλήρωνε με καθαρό συνάλλαγμα. Ενώ, το γεγονός
ότι οι συμφωνίες αυτές ήταν ολιγόμηνες κι είχαν τη δυνατότητα ανανέωσης,
αποτελούσε ένα ουσιαστικό πλεονέκτημα. Για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου οι
συναλλαγές με το εξωτερικό ήταν έντονα ελλειμματικές, η διαδικασία αυτή, πέρα
από τα αρνητικά, είχε και θετικά στοιχεία.
Σε ό,τι αφορά το εμπόριο της χώρας, το παράθεμα Α, μας παρέχει μια επιπλέον
πληροφορία για το τι συνέβη το 1932. Μια από τις νομοθετικές ρυθμίσεις του
Βενιζέλου προέβλεπε την επιβολή ποσοτικού περιορισμού στις εισαγωγές προϊόντων,
με τον εκ των προτέρων προσδιορισμό της επιτρεπόμενης ποσότητας για κάθε
προϊόν· προσδιορισμός που βασίστηκε στα στοιχεία της προηγούμενης χρονιάς. Το
μέτρο αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν κατά το 1/3 ή σε ορισμένα προϊόντα
κατά τα 2/3 οι εισαγωγές, εξοικονομώντας στη χώρα 7 εκατομμύρια λίρες.
Οι πιο σημαντικές επιπτώσεις, όμως,
αυτών των εξελίξεων βρίσκονταν στο πολιτικό πεδίο. Τα ισχυρά συγκεντρωτικά
κράτη που αναδείχθηκαν μέσα απ’ αυτές τις διαδικασίες, προκαλούσαν την ανάδειξη
και την κυριαρχία ολοκληρωτικών κινημάτων και καθεστώτων σε πολλά ευρωπαϊκά
κράτη. Καθώς προχωρούσε η δεκαετία της κρίσης, η δεκαετία του 1930, ολοένα και
περισσότερα κράτη αποκτούσαν δικτατορικά ή φασιστικά καθεστώτα. Η Ελλάδα δεν
ξέφυγε από το γενικό κανόνα. Στις 4 Αυγούστου του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς, με
την ανοχή του παλατιού, προχώρησε στην κατάλυση του κοινοβουλευτικού καθεστώτος
και στην επιβολή δικτατορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου