Frederic Leighton
Ντίνος
Χριστιανόπουλος «Αντιγόνης υπέρ Οιδίποδος»
Άνδρες Αθηναίοι, τι μας κοιτάτε με
περιέργεια;
Αυτός είν’ ο πατέρας μου, ο Οιδίποδας,
που κάποτε ήταν βασιλιάς τρανός και
τώρα
γυρνάει στην αγορά σας πληγωμένος
από τη μοίρα, κουρελιάρης και τυφλός,
παίζοντας το χαλασμένο του οργανάκι.
Άνδρες Αθηναίοι, κάθε οβολός σας
προσθέτει στην καρδιά μας μια
ραγισματιά.
Του Οίκου μας τα μυστικά βαραίνουν
απ’ της δικής σας φαντασίας τις
προσθήκες.
Αφήστε μας, ως πότε θα μας σέρνετε
εδώ κι εκεί, σα Γύφτο με αρκούδα –
κι οι τραγωδοί να μας ανεβάζουν στα
θέατρα,
να μας πολιορκούν για λεπτομέρειες
και να ρωτούν πώς γίνηκε αυτό,
πώς δεν κατάφερε το χτύπημα να τ’
αποφύγει.
Άνδρες Αθηναίοι, δε σας φτάνει
που ο πατέρας μου υπήρξε ποιητής,
ο πρώτος του συμβολισμού εισηγητής,
που με το επίγραμμα «Απάντηση στη
Σφίγγα»
έσωσε τη ζωή πολλών σας – χώρια
η αισθητική απόλαυση∙ γιατί
στον ιδιωτικό του βίο εισδύετε
και ψάχνετε για οιδιπόδεια συμπλέγματα
άνομους έρωτες
και ηδονές που απαγορεύει η τρεχάμενη
ηθική;
Σας έφτανε η «Απάντηση στη Σφίγγα».
Τ’ άλλα ας τ’ αφήνατε στο μισοσκόταδο.
Στο κάτω κάτω, τό ‘κανε εν αγνοία του
ενώ εσείς το κάνετε εν πλήρει γνώσει.
Το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Η εποχή
των ισχνών αγελάδων» (1950) που κυκλοφόρησε όταν ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήταν
19 ετών. Ο ποιητής αξιοποιεί εδώ στοιχεία από την τραγωδία του Σοφοκλή
«Οιδίπους επί Κολωνώ», παρουσιάζοντας τον εξόριστο βασιλιά της Θήβας να φτάνει
στο άλσος των Ευμενίδων του Ίππιου Κολωνού, συνοδευόμενος από την κόρη του, την
Αντιγόνη, που έχει αναλάβει τη φροντίδα του τυφλού και ηλικιωμένου πια πατέρα
και αδερφού της. Οι Αθηναίοι, αρχικά τουλάχιστον, θα αντιδράσουν αρνητικά
απέναντι στον περιβόητο αυτό βασιλιά με το άνομο παρελθόν, αρνούμενοι να τον
δεχτούν στην πόλη τους∙ χωρίς, μάλιστα, να διστάσουν να του ζητήσουν
περισσότερες λεπτομέρειες για τα «εγκλήματά» του.
Ο Οιδίποδας, ο τυφλός αυτός ζητιάνος,
που αναζητά έναν φιλόξενο τόπο για να κλείσει τον κύκλο της ζωής του, αποτελεί
το ιδανικό πρόσχημα προκειμένου να στηλιτευτεί από τον ποιητή η νοσηρή περιέργεια
των ανθρώπων για την προσωπική ζωή των άλλων κι η τάση τους ν’ αναζητούν μετ’
επιμονής τα ψεγάδια, τις παρεκκλίσεις και τα σφάλματα, αδιαφορώντας για τη
θετική προσφορά και δράση του κάθε ατόμου. Το γεγονός ότι ο Οιδίποδας απάλλαξε
τη Θήβα από τη φονική Σφίγγα παραγνωρίζεται πλήρως τόσο από τους ίδιους τους
Θηβαίους όσο και από τους Αθηναίους. Ο Οιδίποδας είναι γι’ αυτούς ένας
ξεπεσμένος βασιλιάς που σκότωσε τον πατέρα του και παντρεύτηκε την μητέρα του∙
το ακούσιο έγκλημά του γίνεται τελικά το στοιχείο που τον χαρακτηρίζει
αφανίζοντας επί της ουσίας κάθε του θετικό επίτευγμα∙ αφανίζοντας την
πραγματική ποιότητα της προσωπικότητάς του.
Άνδρες Αθηναίοι, τι μας κοιτάτε με
περιέργεια;
Αυτός είν’ ο πατέρας μου, ο Οιδίποδας,
που κάποτε ήταν βασιλιάς τρανός και
τώρα
γυρνάει στην αγορά σας πληγωμένος
από τη μοίρα, κουρελιάρης και τυφλός,
παίζοντας το χαλασμένο του οργανάκι.
Την υπεράσπιση του εξαθλιωμένου
Οιδίποδα αναλαμβάνει η Αντιγόνη, που στέκει με θάρρος απέναντι στους Αθηναίους
και δηλώνει το πόσο απαράδεκτη είναι η περιέργεια με την οποία υποδέχονται και
παρακολουθούν τον κάποτε ένδοξο βασιλιά. Ποιο είναι το κέρδος τους απ’ το να
σπεύδουν να δουν από κοντά τον ξεπεσμό και την εξαθλίωση ενός συνανθρώπους
τους∙ ποιο είναι το όφελος απ’ την επίμονη ενασχόληση με τη δυστυχία ή τα
τραγικά σφάλματα του άλλου;
Ο ποιητής διανθίζει την τραγική εικόνα
του Οιδίποδα μ’ ένα χαλασμένο οργανάκι, που απηχεί μια πιο σύγχρονη
στερεοτυπική απόδοση της επαιτείας, θέλοντας να υποδείξει έτσι τη συσχέτιση που
επιχειρεί ανάμεσα στην περίπτωση του μυθικού βασιλιά και τη συμπεριφορά των
συγκαιρινών του. Ο Οιδίποδας είναι, άρα, το ιστορικό άλλοθι, προκειμένου να
καταγράψει ο ποιητής αρνητικές συμπεριφορές των ανθρώπων της δικής του εποχής.
Άνδρες Αθηναίοι, κάθε οβολός σας
προσθέτει στην καρδιά μας μια
ραγισματιά.
Του Οίκου μας τα μυστικά βαραίνουν
απ’ της δικής σας φαντασίας τις
προσθήκες.
Αφήστε μας, ως πότε θα μας σέρνετε
εδώ κι εκεί, σα Γύφτο με αρκούδα –
κι οι τραγωδοί να μας ανεβάζουν στα
θέατρα,
να μας πολιορκούν για λεπτομέρειες
και να ρωτούν πώς γίνηκε αυτό,
πώς δεν κατάφερε το χτύπημα να τ’
αποφύγει.
Κάθε ελεημοσύνη των Αθηναίων στον
επαίτη Οιδίποδα είναι στην πραγματικότητα κι ένα ακόμη χτύπημα για τον
βασανισμένο γέροντα, μιας και του υπενθυμίζει πως έφτασε στο σημείο να τον
λυπούνται και να επιχαίρουν για την πτώση του. Εκείνος που κάποτε υπήρξε ο
λυτρωτής των Θηβαίων, έπεσε θύμα της άγνοιάς του για την πραγματική του
ταυτότητα, καταλήγοντας να προσφέρει άφθονη τροφή σ’ εκείνους που θέλοντας να
καλύψουν τις δικές τους ελλείψεις αναζητούν μετά μανίας τα ελαττώματα και τα
λάθη των άλλων. Το αθέλητο έγκλημά του εξάπτει τη φαντασία των ανθρώπων γύρω
του, που δεν διστάζουν να προσθέτουν στις πράξεις εκείνου και δικές τους
φανταστικές λεπτομέρειες, μεγεθύνοντας υπέρμετρα το πραγματικό του σφάλμα. Πρόκειται
για τη συνήθη τάση των ανθρώπων να κατακρίνουν τους άλλους, παραβλέποντας από
τη μία τις ειδικές συνθήκες που οδήγησαν στη λανθασμένη συμπεριφορά και στρεβλώνοντας
αφετέρου την αλήθεια με ποικίλες προσθήκες, μέχρι του σημείου που η δική τους
κατασκευασμένη εκδοχή των γεγονότων να έχει ελάχιστη σχέση με την
πραγματικότητα.
Η Αντιγόνη καταγγέλλει τη
σκανδαλοθηρική τάση των ανθρώπων, δηλώνοντας πως εκείνη κι ο πατέρας της έχουν
καταλήξει πλέον θλιβερά αξιοθέατα, που τα περιφέρουν εδώ κι εκεί, σαν να είναι
ο Γύφτος με την αρκούδα, μέχρι να ικανοποιηθεί η περιέργεια και η αδιακρισία
των συνανθρώπων τους, που δεν παύουν να ζητούν ολοένα και περισσότερες λεπτομέρειες
για όσα συνέβησαν. Χωρίς κανένα σεβασμό για τον άνθρωπο Οιδίποδα, οι άλλοι
επιδιώκουν το πλήρες κουρέλιασμα της αξιοπρέπειάς του, αντιμετωπίζοντάς τον σαν
ένα θέαμα που θα καλύψει το δικό τους αρρωστημένο ενδιαφέρον για το σκανδαλώδες
και το ανήθικο.
Χαρακτηριστική είναι και η παρουσίαση
αυτής της ακόρεστης περιέργειας των Αθηναίων στην τραγωδία του Σοφοκλή
«Οιδίπους επί Κολωνώ»:
Χορός: Οδυνηρό παλιές πληγές να ξύνεις,
ξένε, μα λαχταρώ να μάθω-
Οιδίποδας: Ποιο είναι αυτό που θες να
μάθεις;
Χορός: Για τη βαριά τη συμφορά που σ’
ηύρε, τη θλίψη δίχως τελειωμό που σε βαραίνει.
Οιδίποδας: Μη, σ’ εξορκίζω στη
φιλοξενία που μας προσφέρεις, τα πάθη μου μην ξεσκεπάσεις δίχως έλεος.
Χορός: Θέλω πολύ απ’ τα χείλη σου σωστά
ν’ ακούσω, ξένε, τη φήμη σου την ξακουστή που ουδέποτε έχει σβήσει.
Οιδίποδας: Αλίμονό μου!
Χορός: Κάνε κουράγιο, σε ικετεύω.
Οιδίποδας: Αχ! Αλίμονο!
Χορός: Κάνε μου αυτό που σου ζητώ∙ κι
εγώ θα κάνω ό,τι θες.
Οιδίποδας: Έφερα δυστυχία, ξένοι, ναι,
με θέληση δικιά μου, και μάρτυς μου ο θεός∙ τίποτα όμως δεν ήταν δική μου
επιλογή.
Χορός: Μα για ποιο πράγμα;
Οιδίποδας: Σ’ αισχρό κρεβάτι γάμου μ’
έμπλεξε η πόλη με αφροσύνη, δίχως να έχω ιδέα εγώ.
Χορός: Αλήθεια είναι, όπως το έχω
ακούσει, πως χόρτασες της μάνα σου τη ντροπιασμένη κλίνη;
Οιδίποδας: Ωιμέ! Θάνατος, φίλε, να τ’
ακούω αυτά∙ μα αυτές οι δύο κόρες είναι από μένα-
Χορός: Τι λες;
Οιδίποδας: Διπλή κατάρα-
Χορός: Ω Δία!
Οιδίποδας: Η ίδια μάνα κοιλοπόνησε για
να μας βγάλει.
Χορός: Είν’ δηλαδή παιδιά σου και-
Οιδίποδας: αδερφές συνάμα του πατέρα
τους.
Χορός: Ω!
Οιδίποδας: Ω, ναι, μύρια κακά το ένα
επάνω στ’ άλλο.
Χορός: Σε βρήκαν συμφορές-
Οιδίποδας: Με βρήκαν συμφορές ασήκωτες.
Χορός: Έπραξες-
Οιδίποδας: Δεν έπραξα.
Χορός: Τότε τι;
Οιδίποδας: Δέχτηκα δώρο, που να μην το
‘χα πάρει ο δόλιος από άλλονε ποτέ για το καλό που έκανα στην πόλη.
Χορός: Δυστυχισμένε, γιατί τι άλλο να
σε πω; Σκότωσες-
Οιδίποδας: Μα τι είναι πάλι αυτό; Τι
θες να μάθεις;
Χορός: Τον πατέρα σου;
Οιδίποδας: Αχού! Κι άλλη πληγή μου
χτύπησες, τη μια μετά την άλλη.
Χορός: Τον ξέκανες-
Οιδίποδας: Τον ξέκανα. Μα υπάρχει-
Χορός: Τι θες να πεις;
Οιδίποδας: Υπάρχει κάτι που τη θέση μου
αλαφρώνει.
Χορός: Και ποιο είν’ αυτό;
Οιδίποδας: Θα σου εξηγήσω∙ με θολωμένο
το μυαλό, μέσα στην παραζάλη τον σκότωσα και τόνε ρήμαξα, μα είμαι καθαρός
βάσει του νόμου∙ δεν ήξερα ποιος είναι.
[Μετάφραση: Νίκος Νικολίτσης, Γιώργος
Γαζής, Μιχαήλ Βασσάλος]
Άνδρες Αθηναίοι, δε σας φτάνει
που ο πατέρας μου υπήρξε ποιητής,
ο πρώτος του συμβολισμού εισηγητής,
που με το επίγραμμα «Απάντηση στη
Σφίγγα»
έσωσε τη ζωή πολλών σας – χώρια
η αισθητική απόλαυση∙ γιατί
στον ιδιωτικό του βίο εισδύετε
και ψάχνετε για οιδιπόδεια συμπλέγματα
άνομους έρωτες
και ηδονές που απαγορεύει η τρεχάμενη
ηθική;
Η ειρωνική διάθεση του ποιητή γίνεται
ιδιαιτέρως εμφανής σ’ αυτή τη στροφή, με τον τρόπο που υπενθυμίζει, μέσω της
Αντιγόνης, την προσφορά του Οιδίποδα που τόσο εύκολα φαίνεται πως ξεχνούν όλοι.
Ο Οιδίποδας είναι αυτός που απάλλαξε τη Θήβα από τη Σφίγγα, προσφέροντας συνάμα
«αισθητική απόλαυση» στους συνανθρώπους του, μα και γινόμενος ο πρώτος
εισηγητής του συμβολισμού με την επιγραμματική του απάντηση στο αίνιγμα που του
τέθηκε∙ ο άνθρωπος είναι το ον εκείνο που το πρωί στέκεται στα τέσσερα -βρεφική
ηλικία-, το μεσημέρι στα δύο -νεανική ηλικία- και το βράδυ στα τρία -γεροντική
ηλικία-. Μια απάντηση απλή, που εμπεριέχει όμως μια ενδιαφέρουσα συμβολική
διάσταση, αν ο άνθρωπος ιδωθεί ως μια πολύπλευρη οντότητα, που δεν μπορεί να
περιοριστεί σε μια συγκεκριμένη νόρμα -όσο κι αν το επιζητούν αυτό οι στο «επιτετραμμένον
μένοντες», όπως τους χαρακτηρίζει ο Καβάφης στο ποίημά του «Σ’ ένα βιβλίο παληό
—», απ’ όπου και δανείζεται ο Χριστιανόπουλος την αναφορά στην «τρεχάμενη
ηθική».
Ό,τι ενδιαφέρει εδώ τον Χριστιανόπουλο
είναι να διαφανεί πως οι δήθεν ηθικοί και άμεμπτοι πολίτες που δεν παύουν να
ψάχνουν στη ζωή των άλλων ανθρώπων άνομους έρωτες και απαγορευμένες ηδονές, θα
όφειλαν να συνειδητοποιήσουν πως η ανθρώπινη φύση δεν είναι μονοδιάστατη και
πως δεν υπάρχει μία και μόνη έκφανση του ερωτισμού. Έτσι, αν και φαινομενικά
προτάσσει την χωρίς κορεσμό περιέργεια των άλλων για το τραγικό σμίξιμο του
Οιδίποδα με την ίδια του τη μητέρα, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να
καυτηριάσει την υποκριτική στάση των ανθρώπων απέναντι σε μια άλλη ερωτική
παρέκκλιση, που είναι πιο προσωπική για τον ποιητή. Μια παρέκκλιση που
αποκαλύπτεται έξοχα μέσα από το ποίημα του Καβάφη στο οποίο και μας παραπέμπει
με τη διακειμενική του αναφορά ο Χριστιανόπουλος.
...
«Γιατί ήταν φανερό σαν έβλεπες το έργον
(εύκολα νοιώθονταν η ιδέα του
καλλιτέχνου)
που για όσους αγαπούνε κάπως υγιεινά,
μες στ’ οπωσδήποτε επιτετραμμένον
μένοντες,
δεν ήταν προωρισμένος ο έφηβος
της ζωγραφιάς — με καστανά, βαθύχροα
μάτια·
με του προσώπου του την εκλεκτή
εμορφιά,
την εμορφιά των ανωμάλων έλξεων·
και τα ιδεώδη χείλη του που φέρνουνε
την ηδονή εις αγαπημένο σώμα·
με τα ιδεώδη μέλη του πλασμένα για
κρεββάτια
που αναίσχυντα τ’ αποκαλεί η τρεχάμενη
ηθική.»
Σας έφτανε η «Απάντηση στη Σφίγγα».
Τ’ άλλα ας τ’ αφήνατε στο μισοσκόταδο.
Στο κάτω κάτω, τό ‘κανε εν αγνοία του
ενώ εσείς το κάνετε εν πλήρει γνώσει.
Οι άνθρωποι, όπως τονίζει η Αντιγόνη,
θα έπρεπε να αρκεστούν στη σωτήρια απάντηση του Οιδίποδα στη Σφίγγα, στη
σημαντικότατη αυτή προσφορά του, και να μην προσπαθούν συνεχώς να ξεσκεπάσουν
τα όσα συνέβησαν λόγω της άγνοιας του ήρωα για το ποιοι ήταν οι πραγματικοί του
γονείς. Άλλωστε, όπως ορθά τονίζεται στο ποίημα, ο Οιδίποδας ό,τι έκανε το
έκανε εν αγνοία του. Τίποτε από αυτά δεν αποτέλεσε συνειδητή του επιλογή, όπως
συνειδητά και «εν πλήρει γνώσει» οι άλλοι επιμένουν να θέλουν να μάθουν
περισσότερα για την άνομη επαφή του, φανερώνοντας τελικά πως η πραγματική
ανηθικότητα εντοπίζεται στο δικό τους συνειδητό ενδιαφέρον κι όχι στην αθέλητη
πράξη του τραγικού ήρωα.
Αντίστοιχα, βέβαια, οι υποτιθέμενα
«άνομοι» έρωτες του ποιητή δεν αποτελούν αποτέλεσμα δικής του συνειδητής
επιλογής, αλλά αναγκαία ανταπόκριση στη φύση του, που έχει προκαθορίσει την
ερωτική του ταυτότητα. Άρα, αν κάτι θα πρέπει να προκαλεί εντύπωση δεν είναι οι
«απαγορευμένες ηδονές» που επιζητά ο ποιητής, αλλά το ακόρεστο ενδιαφέρον των
άλλων γι’ αυτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου