Τράπεζα Θεμάτων 2020-21: Αρχαία Ελληνικά: Λεξιλογικές ασκήσεις [Θουκυδίδης] (1ο μέρος)
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 71-72
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Δράσαντες δὲ τοῦτο καὶ ξυγκαλέσαντες Κερκυραίους εἶπον ὅτι ταῦτα καὶ βέλτιστα εἴη καὶ ἥκιστ᾽ ἂν δουλωθεῖεν ὑπ᾽ Ἀθηναίων, τό τε λοιπὸν μηδετέρους δέχεσθαι ἀλλ᾽ ἢ μιᾷ νηὶ ἡσυχάζοντας, τὸ δὲ πλέον πολέμιον ἡγεῖσθαι. Ὡς δὲ εἶπον, καὶ ἐπικυρῶσαι ἠνάγκασαν τὴν γνώμην.
Πέμπουσι δὲ καὶ ἐς τὰς Ἀθήνας εὐθὺς πρέσβεις περί τε τῶν πεπραγμένων
διδάξοντας ὡς
ξυνέφερε καὶ τοὺς ἐκεῖ καταπεφευγότας πείσοντας
μηδὲν ἀνεπιτήδειον πράσσειν, ὅπως μή τις ἐπιστροφὴ γένηται. Ἐλθόντων δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τούς τε πρέσβεις ὡς νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες, καὶ ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο
ἐς Αἴγιναν. Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Κερκυραίων οἱ ἔχοντες τὰ πράγματα ἐλθούσης τριήρους Κορινθίας καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεων ἐπιτίθενται τῷ δήμῳ, καὶ μαχόμενοι ἐνίκησαν. Ἀφικομένης δὲ νυκτὸς ὁ μὲν δῆμος ἐς τὴν ἀκρόπολιν καὶ τὰ μετέωρα τῆς πόλεως καταφεύγει καὶ αὐτοῦ ξυλλεγεὶς ἱδρύθη, καὶ τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα εἶχον· οἱ δὲ τήν τε ἀγορὰν κατέλαβον, οὗπερ οἱ πολλοὶ ᾤκουν αὐτῶν, καὶ τὸν λιμένα τὸν πρὸς αὐτῇ καὶ πρὸς τὴν ἤπειρον.
ΘΕΜΑ 101
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: Δράσαντες, ξυγκαλέσαντες, ἐπικυρῶσαι, πράσσειν, ξυλλαβόντες.
Απάντηση:
Δράσαντες: δράση, επίδραση, απόδραση, δράμα,
δράστης, αδράνεια, δραστηριότητα
ξυγκαλέσαντες: κλήση, πρόσκληση, επίκληση,
παράκληση, κάλεσμα, έγκλημα, έκκληση
ἐπικυρῶσαι:
ακύρωση, κύρωση, επικύρωση
πράσσειν: πράξη, είσπραξη, σύμπραξη, πράγμα,
πράκτορας, απραξία, πραγματικότητα
ξυλλαβόντες: λήψη, ανάληψη, κατάληψη, λαβή,
παραλαβή, περίληψη, αντίληψη, υπόληψη
ΘΕΜΑ 102
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: ἡσυχάζοντας,
γνώμην, ἐπιστροφή,
δῆμος,
ἀγοράν.
Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου,
πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
ἡσυχάζοντας: (Στο κείμενο: μένω ουδέτερος)
= Μπορεί να διαβάσει μόνο όταν
επικρατεί ησυχία.
γνώμην: (Στο κείμενο: πρόταση)
= Κάθε άνθρωπος μπορεί να εκφράζει
ελεύθερα τη γνώμη του.
ἐπιστροφή: (Στο κείμενο: αντεκδίκηση)
= Η επιστροφή του στο γήπεδο καθυστέρησε
σημαντικά λόγω του τραυματισμού του.
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη)
= Η μέριμνα για τα αδέσποτα ζώα
περιλαμβάνεται στις αρμοδιότητες του δήμου.
ἀγοράν:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της
αγοράς)
= Δεν ήταν σίγουρος ότι ήθελε να
πραγματοποιήσει μια τόσο ακριβή αγορά.
ΘΕΜΑ 103
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: κλήση, ναυτικό, πομπή, πειθώ, σχέση.
Απάντηση:
κλήση: ξυγκαλέσαντες
ναυτικό: νηὶ
πομπή: Πέμπουσι
πειθώ: πείσοντας, ἔπεισαν
σχέση: ἔχοντες, εἶχον
ΘΕΜΑ 106
Να αντιστοιχίσετε καθεμία
αρχαιοελληνική λέξη της στήλης Α με την ετυμολογικά συγγενή της
νεοελληνική λέξη της στήλης Β. Δύο λέξεις στη στήλη Β περισσεύουν.
Α:
1. ξυγκαλέσαντες 2. εἶπον 3. ἡγεῖσθαι 4. ξυνέφερε 5. ἔπεισαν
Β:
α. αφήγημα β. φορέας γ. άπιστος δ. επικός ε.
σύγκλιση ζ. κλήση η. εποχή
Απάντηση:
1. ξυγκαλέσαντες - ζ. κλήση
2. εἶπον
- δ. επικός
3. ἡγεῖσθαι - α. αφήγημα
4. ξυνέφερε - β. φορέας
5. ἔπεισαν - γ. άπιστος
ΘΕΜΑ 121
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: εἴη, πείσοντας, ἐπιτίθενται, ξυλλεγείς, εἶχον.
Απάντηση:
εἴη:
ουσία, εξουσία, παρουσία, απουσία, περιουσία, οντολογία
πείσοντας: πειθώ, πίστη, απιστία, αξιοπιστία
ἐπιτίθενται: θέση, παράθεση, επίθεση, ανάθεση,
τοποθέτηση, κατάθεση, θεσμός, θέμα
ξυλλεγείς: συλλογή, σύλλογος, διάλογος,
επίλογος, λέξη, λεξικό, λογική, λογιστής
εἶχον:
σχέση, ενοχή, κατοχή, μετοχή, σχήμα, έξη, επίσχεση, ένοχος, υπεροχή
ΘΕΜΑ 122
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό ή επίθετο της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω
λέξεις του κειμένου: εἶπον, ξυνέφερε, ξυλλαβόντες, ἔχοντες, κατέλαβον.
Απάντηση:
εἶπον:
απόρρητος, παράλογος, επίλογος, διάλογος, κατάλογος, διάλεξη
ξυνέφερε: προφορικός, ανυπόφορος, δορυφόρος,
υποφερτός, αναφορά, περιφορά, διαφορά
ξυλλαβόντες: περιληπτικός, προληπτικός, ευλαβής,
εύληπτος, παραλαβή, πρόληψη
ἔχοντες: ισχυρός, ένοχος, ακάθεκτος, υπέροχος,
αποχή, ευεξία, κατάσχεση
κατέλαβον: παραλήπτης, δίλημμα, θρησκόληπτος,
ασύλληπτος, αντιληπτός
ΘΕΜΑ 123
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: υποδοχή, καθηγητής, αναφορά, ανάληψη, επίθεση.
Απάντηση:
υποδοχή: δέχεσθαι
καθηγητής: ἡγεῖσθαι
αναφορά: ξυνέφερε
ανάληψη: ξυλλαβόντες
επίθεση: κατέθεντο
ΘΕΜΑ 126
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ἡσυχάζοντας, ξυνέφερε, ξυλλαβόντες, ἔχοντες, ἐπιτίθενται.
Απάντηση:
ἡσυχάζοντας: ήσυχος, ανήσυχος, καθησυχαστικός,
ησυχία, ησυχαστήριο
ξυνέφερε: φορά, διαφορά, εκφορά, προφορά,
εισφορά, ανυπόφορος, αμφορέας
ξυλλαβόντες: ακατάληπτος, αμεροληψία, ανάληψη,
αντιλαβή, ανεπανάληπτος, αντίληψη, απολαβή, ασύλληπτος, δικολάβος,
εικονολήπτης, επανάληψη, επιληψία, εργολάβος, ευυπόληπτος, ηχολήπτης, ηχοληψία,
θρησκοληψία, κατάληψη, λαβή, λάφυρο, λήμμα, λήψη, μεροληψία, μετάληψη,
παραλαβή, παραλήπτης, περίληψη, προκατάληψη, πρόσληψη, συλλαβή, σύλληψη,
υπόληψη, χειρολαβή
ἔχοντες: εξής, σχέση, σχεδόν, σχολείο,
σχετικός, κατεχόμενος, διάδοχος, πάροχος, ανάδοχος, παροχή, εξοχή, σχόλη,
σχολή, σχέδιο, σχεδιασμός, σχεδιαστής, σχετικός, άσχετος, σχετικότητα,
σχεδίαση, σχεδιαστήριο, σχήμα, σχηματικός, σχηματισμός, έξοχος, εξοχότητα
ἐπιτίθενται: θέση, κατάθεση, μετάθεση, σύνθετος,
συνθήκη, προσθήκη, σύνθημα
ΘΕΜΑ 141
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: αδράνεια, άγνοια, πρακτική, αγένεια, πεποίθηση.
Απάντηση:
αδράνεια: Δράσαντες
άγνοια: γνώμην
πρακτική: πεπραγμένων
αγένεια: γένηται
πεποίθηση: ἔπεισαν
ΘΕΜΑ 142
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: Δράσαντες, πέμπουσι, πεπραγμένων, ἔπεισαν, ἀγοράν.
Απάντηση:
Δράσαντες: αδράνεια, αντίδραση, επίδραση
πέμπουσι: εκπομπή, παραπομπή, αποπομπή,
διαπόμπευση
πεπραγμένων: απραξία, είσπραξη, σύμπραξη
ἔπεισαν: απιστία, εμπιστοσύνη, πειθαναγκασμός
ἀγοράν:
προαγορά, συναγερμός
ΘΕΜΑ 143
Να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της
Νέας Ελληνικής, απλό ή σύνθετο, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ἡγεῖσθαι, γνώμην, διδάξοντας, ξυνέφερε,
πράσσειν.
Απάντηση:
ἡγεῖσθαι:
ηγέτης, ηγεμόνας, ηγεσία, ηγεμονικός, ηγούμενος, ηγουμενικός, ηγετικός,
υφηγεσία, προηγουμένως, ηγήτορας, ηγούμενος, ηγουμενία, ηγουμενικός, περιήγηση,
περιηγητής, περιηγητικός, αφήγηση, αφηγητής, αφηγηματικός, αφηγηματικότητα,
διήγηση, διήγημα, διηγηματικός, καθηγητής, εξήγηση, επεξήγηση, επεξηγηματικός,
παρεξήγηση, εισήγηση, εισηγητής, προηγούμενος
γνώμην: αγνωμοσύνη, συγγνώμη, ανάγνωση,
απόγνωση, διάγνωση, αμφιγνωμία
διδάξοντας: δάσκαλος, διδασκαλία, δίδακτρα,
διδαχή, δίδαγμα
ξυνέφερε: συμφορά, προφορά, διαφορά, λεωφόρος,
φορέας, δορυφόρος, φωριαμός
πράσσειν: πράγμα, σύμπραξη, διάπραξη,
απραγμοσύνη, πράκτορας, πράξη
ΘΕΜΑ 146
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: εκκλησία, υποδοχή, ναύσταθμος, φυγόκεντρος, παρελθόν.
Απάντηση:
εκκλησία: ξυγκαλέσαντες
υποδοχή: δέχεσθαι
ναύσταθμος: νηὶ
φυγόκεντρος: καταπεφευγότας
παρελθόν: Ἐλθόντων
ΘΕΜΑ 161
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: πρόσκληση, καπνοδόχος, καθηγητής, παράλειψη, ευγενής.
Απάντηση:
πρόσκληση: ξυγκαλέσαντες
καπνοδόχος: δέχεσθαι
καθηγητής: ἡγεῖσθαι
παράλειψη: λοιπὸν
ευγενής: γένηται
ΘΕΜΑ 162
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: απρόσκλητος, αποδεκτός, διαφορά, σχολείο, κατοικία.
Απάντηση:
απρόσκλητος: ξυγκαλέσαντες
αποδεκτός: δέχεσθαι
διαφορά: ξυνέφερε
σχολείο: ἔχοντες
κατοικία: ᾤκουν
ΘΕΜΑ 181
Να αντιστοιχίσετε καθεμία
αρχαιοελληνική λέξη της στήλης Α με την ετυμολογικά συγγενή της
νεοελληνική λέξη της στήλης Β. Δύο λέξεις στη στήλη Β περισσεύουν.
Α: 1. ξυγκαλέσαντες 2. πράσσειν 3. ἔχοντες 4. λιμένα 5.
κατέλαβον
Β: α. κλίση β.
ελλιμενισμός γ. λήμμα δ. κατάλυμα ε. πρακτορείο ζ. επίκληση η. κάτοχος
Απάντηση:
1. ξυγκαλέσαντες - ζ. επίκληση
2. πράσσειν - ε. πρακτορείο
3. ἔχοντες - η. κάτοχος
4. λιμένα - β. ελλιμενισμός
5. κατέλαβον - γ. λήμμα
ΘΕΜΑ 182
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: ἡσυχάζοντας, νεωτερίζοντας, πράγματα, δῆμος, ἀγοράν. Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε
οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
ἡσυχάζοντας: (Στο κείμενο: μένω ουδέτερος)
= Το παιδί δεν έχει ησυχάσει καθόλου
σήμερα.
νεωτερίζοντας: (Στο κείμενο: υποκινώ στάση)
= Η ενδυμασία των νέων επηρεάζεται
συχνά από διάφορους ξενόφερτους νεωτερισμούς.
πράγματα: (Στο κείμενο: πολιτική κατάσταση)
= Παρά το γεγονός ότι είχε να κάνει
πολλά πράγματα σήμερα, ήρθε στην ώρα του.
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη)
= Ο δήμος Αθηναίων έχει υιοθετήσει τον
τελευταίο καιρό πολλές καινοτομίες στη λειτουργία του.
ἀγοράν:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Με τόσα εφόδια και τόση εμπειρία θα
είσαι περιζήτητος στην αγορά εργασίας.
ΘΕΜΑ 201
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: Δράσαντες, ἐπικυρῶσαι, ἐνίκησαν, ἀφικομένης, εἶχον.
Απάντηση:
Δράσαντες: αδράνεια, αντίδραση, επίδραση, δραστηριοποίηση,
δράση
ἐπικυρῶσαι:
επικύρωση, ακύρωση
ἐνίκησαν: νίκη, νικητής
ἀφικομένης: ανέφικτος, άφιξη, εφικτός,
ικανοποίηση, ικανοποιητικός, ικανός, ικανότητα, ικανώς, ικεσία, ικετευτικός,
ικετεύω, ικετήριος, ικέτης
εἶχον:
ακατάσχετος, ανακωχή, ανεκτός, ανθεκτικός, ανοχή, αντοχή, αποχή, διπλωματούχος,
εκεχειρία, ένοχος, έξη, εξής, εξοχή, ευεξία, εφεκτικός, εχεμύθεια, εχέμυθος,
εχέφρων, ηνίοχος, κατεχόμενα, κατοχή, κάτοχος, καχεκτικός, καχεξία, κληρούχος,
μετοχή, μέτοχος, νουνεχής, οχυρό, παροχή, πάροχος, πολιούχος, προνομιούχος,
ραβδούχος, συνεχής, σχέδιο, σχεδόν, σχέση, σχετικός, σχήμα, σχολείο, υπέροχος
ΘΕΜΑ 202
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ξυγκαλέσαντες, λοιπόν, γένηται, κατέλαβον, ᾤκουν.
Απάντηση:
ξυγκαλέσαντες: σύγκλητος, έγκλημα, παράκληση,
προσκλητήριο, ανάκληση, έκκληση
λοιπόν: διάλειμμα, έλλειμμα, υπόλειμμα,
έλλειψη, έκλειψη, εγκατάλειψη, λειψυδρία, λειψανδρία, παράλειψη, διάλειψη,
ελλειπτικός, ελλιπής, λιποβαρής, λιπόψυχος, λιποθυμία, λιπόσαρκος, λιποτάκτης,
λιποταξία, κατάλοιπος, υπόλοιπος
γένηται: νεογνό, απόγονος, πρόγονος, γενεαλογία,
συγγένεια, οικογένεια
κατέλαβον: ανάληψη, σύλληψη, υπόληψη, παραλαβή,
χειρολαβή, εργολαβία
ᾤκουν:
κάτοικος, κατοικία, διοίκηση, συγκάτοικος, εξοικείωση, ενοικιαστής ιδιοκατοίκηση,
οικογένεια, οικονομία, οικόσιτος, οικότροφος, οικουμένη, πολυκατοικία,
συγκατοίκηση
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 71-72.2
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Δράσαντες δὲ τοῦτο καὶ ξυγκαλέσαντες Κερκυραίους εἶπον ὅτι ταῦτα καὶ βέλτιστα εἴη καὶ ἥκιστ᾽ ἂν δουλωθεῖεν ὑπ᾽ Ἀθηναίων, τό τε λοιπὸν μηδετέρους δέχεσθαι
ἀλλ᾽ ἢ μιᾷ νηὶ ἡσυχάζοντας, τὸ δὲ πλέον πολέμιον ἡγεῖσθαι. Ὡς δὲ εἶπον, καὶ ἐπικυρῶσαι ἠνάγκασαν τὴν γνώμην. Πέμπουσι
δὲ καὶ ἐς τὰς Ἀθήνας εὐθὺς πρέσβεις περί τε τῶν πεπραγμένων διδάξοντας ὡς ξυνέφερε καὶ τοὺς ἐκεῖ καταπεφευγότας πείσοντας μηδὲν ἀνεπιτήδειον πράσσειν, ὅπως μή τις ἐπιστροφὴ γένηται. Ἐλθόντων δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τούς τε πρέσβεις ὡς νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες, καὶ ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο ἐς Αἴγιναν. Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Κερκυραίων οἱ ἔχοντες τὰ πράγματα ἐλθούσης τριήρους Κορινθίας καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεων ἐπιτίθενται τῷ δήμῳ, καὶ μαχόμενοι ἐνίκησαν.
ΘΕΜΑ 163
Να αντιστοιχίσετε καθεμία νεοελληνική
λέξη της στήλης Α με την ετυμολογικά συγγενή της αρχαιοελληνική λέξη της
στήλης Β. Δύο λέξεις στη στήλη Α περισσεύουν.
Α: 1. καταφύγιο 2. άγιος 3. δραματικός
4. βελτίωση 5. δερματολόγος 6. καθηγητής 7. αποδοχή
Β: α. δράσαντες β.
βέλτιστα γ. δέχεσθαι δ. ἡγεῖσθαι ε. καταπεφευγότας
Απάντηση:
1. καταφύγιο - ε. καταπεφευγότας
3. δραματικός - α. δράσαντες
4. βελτίωση - β. βέλτιστα
6. καθηγητής - δ. ἡγεῖσθαι
7. αποδοχή - γ. δέχεσθαι
ΘΕΜΑ 166
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: παράλειψη, παραπομπή, διεύθυνση, πίστη, κατάθεση.
Απάντηση:
παράλειψη: λοιπὸν
παραπομπή: Πέμπουσι
διεύθυνση: εὐθὺς
πίστη:
πείσοντας
κατάθεση: κατέθεντο
ΘΕΜΑ 183
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής:
Δράσαντες, εἶπον, δέχεσθαι, ἠνάγκασαν, πέμπουσι.
Απάντηση:
Δράσαντες: αντίδραση, μελόδραμα, δραστηριοποίηση
εἶπον:
κατάλογος, διάλογος, επίλογος, μονόλογος, αντίλογος
δέχεσθαι: αποδοχή, δεξαμενή, ξενοδοχείο,
αναδοχή, εκδοχή, αποδέκτης, υποδοχή, ακατάδεκτος, αναδεξιμιός, ανάδοχος,
δωροδόκος, ευπρόσδεκτος, ξενοδόχος, παραδεκτός, παραδοχή, συνεκδοχή
ἠνάγκασαν: εξαναγκασμός
πέμπουσι: εκπομπή, παραπομπή, νηοπομπή,
αποπομπή, διαπόμπευση
ΘΕΜΑ 186
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: ναυπηγείο, καθησυχαστικός, πράκτορας, κατάληψη, επιθετικός.
Απάντηση:
ναυπηγείο: νηὶ
καθησυχαστικός: ἡσυχάζοντας
πράκτορας: πράσσειν
κατάληψη: ξυλλαβόντες
επιθετικός: κατέθεντο, ἐπιτίθενται
ΘΕΜΑ 203
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μια ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: διάλειμμα, δεξαμενή, φορείο, πρόληψη,
ανακωχή.
Απάντηση:
διάλειμμα: λοιπὸν
δεξαμενή: δέχεσθαι
φορείο: ξυνέφερε
πρόληψη: ξυλλαβόντες
ανακωχή: ἔχοντες
ΘΕΜΑ 206
ελλιπής, ναυτικός, καθηγητής, πίστη,
λήψη: Για καθεμία από τις λέξεις της Νέας
Ελληνικής που σας δίνονται, να γράψετε μια ετυμολογικά συγγενή λέξη από
το κείμενο.
Απάντηση:
ελλιπής: λοιπὸν
ναυτικός: νηὶ
καθηγητής: ἡγεῖσθαι
πίστη:
πείσοντας
λήψη:
ξυλλαβόντες
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 71.2-72
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Πέμπουσι δὲ καὶ ἐς τὰς Ἀθήνας εὐθὺς πρέσβεις περί τε τῶν πεπραγμένων διδάξοντας ὡς ξυνέφερε καὶ τοὺς ἐκεῖ καταπεφευγότας πείσοντας μηδὲν ἀνεπιτήδειον πράσσειν, ὅπως μή τις ἐπιστροφὴ γένηται. Ἐλθόντων δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τούς τε πρέσβεις ὡς νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες, καὶ ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο ἐς Αἴγιναν. Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Κερκυραίων οἱ ἔχοντες τὰ πράγματα ἐλθούσης τριήρους Κορινθίας καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεων ἐπιτίθενται τῷ δήμῳ, καὶ μαχόμενοι ἐνίκησαν. Ἀφικομένης δὲ νυκτὸς ὁ μὲν δῆμος ἐς τὴν ἀκρόπολιν καὶ τὰ μετέωρα τῆς πόλεως καταφεύγει καὶ αὐτοῦ ξυλλεγεὶς ἱδρύθη, καὶ τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα εἶχον· οἱ δὲ τήν τε ἀγορὰν κατέλαβον, οὗπερ οἱ πολλοὶ ᾤκουν αὐτῶν, καὶ τὸν λιμένα τὸν πρὸς αὐτῇ καὶ πρὸς τὴν ἤπειρον.
ΘΕΜΑ 107
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: ἐπιστροφή, πράγματα, δῆμος, ἱδρύθη, ἀγοράν. Μπορείτε
να τη χρησιμοποιήσετε σε οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση,
αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
ἐπιστροφή: (Στο κείμενο: αντεκδίκηση)
= Δεν έχει κλείσει ακόμη εισιτήρια για
το ταξίδι της επιστροφής του.
πράγματα: (Στο κείμενο: πολιτική κατάσταση)
= Η αποθήκη είναι γεμάτη παλιά πράγματα
που δεν αξίζουν τίποτα.
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη, δημοκρατικοι)
= Θα πρέπει να απευθυνθείτε στις
υπηρεσίες του δήμου, στον οποίο ανήκετε.
ἱδρύθη:
(Στο κείμενο: εγκαθίσταμαι)
= Η εταιρεία αυτή ιδρύθηκε πριν από
τριάντα χρόνια.
ἀγοράν:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Θυμάσαι από πού αγόρασες αυτό το
πουκάμισο;
ΘΕΜΑ 108
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο επίθετο της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: διδάξοντας, πείσοντας, ἐπιτίθενται, ξυλλεγείς, εἶχον.
Απάντηση:
διδάξοντας: αυτοδίδακτος, αδίδακτο, διδακτέο
πείσοντας: πειστικός, πειθήνιος, έμπιστος,
άπιστος, πεισματάρης
ἐπιτίθενται: επιθετικός, αδιάθετος, θεμιτός,
αθέμιτος, αντιθετικός, θεμελιακός
ξυλλεγείς: λογικός, παράλογος, εκλεκτός,
επίλεκτος
εἶχον:
ισχυρός, ένοχος, καχεκτικός
ΘΕΜΑ 127
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: πράσσειν, γένηται, ξυλλεγείς, εἶχον, ᾤκουν.
Απάντηση:
πράσσειν: πρακτικός, άπρακτος, απραξία,
εισπράκτορας, πράξη, έμπρακτος, πραγματικός
γένηται: γενέτειρα, γένεση, ευγενής, απόγονος,
πρόγονος, γενεαλογία, γενικός, γόνιμος
ξυλλεγείς: σύλλογος, φιλόλογος, ανθολογία,
αρχαιολογία, επίλογος, πρόλογος
εἶχον:
παροχή, ενοχή, κατοχή, μετοχή, σχέδιο, σχήμα, ισχυρός, εχεμύθεια
ᾤκουν:
οικία, κατοικία, πολυκατοικία, μονοκατοικία, εξοικείωση, ενοίκιο
ΘΕΜΑ 128
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ξυνέφερε, πείσοντας, γένηται, ξυλλαβόντες, ἔχοντες.
Απάντηση:
ξυνέφερε: προσφορά, εισφορά, εκφορά, προφορά,
μεταφορά, δορυφόρος, αμφορέας, ασθενοφόρο, αυτόφωρος, διάφορος, διένεξη,
διηνεκής, κατάφωρος, μαρσιποφόρο, μεταφορέας, μεταφορικός, οισοφάγος,
παράφορος, πολύφερνος, φαρέτρα, φερέγγυος, φέρετρο
πείσοντας: δυσπιστία, ευπιστία, απιστία,
αξιοπιστία, πεποίθηση, πιθανότητα
γένηται: συγγένεια, οικογένεια, ευγένεια,
αγένεια, πρόγονος, απόγονος, επίγονος
ξυλλαβόντες: σύλληψη, πρόσληψη, συλλαβή,
χειρολαβή, πρόληψη, παραλήπτης
ἔχοντες: κακουχία, μετοχή, παροχή, ενοχή, εχέγγυο
ΘΕΜΑ 147
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο της
Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: Πέμπουσι,
πείσοντας, ἐνίκησαν, πόλεως, ἀγοράν.
Απάντηση:
Πέμπουσι: παραπομπή, αποπομπή, εκπομπή,
νηοπομπή, αποδιοπομπαίος
πείσοντας: άπιστος, εύπιστος, δυσπιστία,
διαπιστευτήρια, πεποίθηση
ἐνίκησαν: ανίκητος, ακατανίκητος, επινίκιο
πόλεως: ακρόπολη, μεγαλούπολη, πολεοδομία
ἀγοράν:
εξαγορά, προαγορά
ΘΕΜΑ 148
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: αναστρέψιμος, απιστία, εγγενής, άφιξη, ανάληψη.
Απάντηση:
αναστρέψιμος: ἐπιστροφὴ
απιστία: πείσοντας
εγγενής: γένηται
άφιξη:
Ἀφικομένης
ανάληψη: ξυλλαβόντες, κατέλαβον
ΘΕΜΑ 167
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: διαπόμπευση, σύμπραξη, συμφορά, σύλληψη, αποικία.
Απάντηση:
διαπόμπευση: Πέμπουσι
σύμπραξη: πράσσειν
συμφορά: ξυνέφερε
σύλληψη: κατέλαβον
αποικία: ᾤκουν
ΘΕΜΑ 168
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: αδιάφορος, άγονος, επιθετικός, συνοχή, πρόσληψη.
Απάντηση:
αδιάφορος: ξυνέφερε
άγονος: γένηται
επιθετικός: κατέθεντο
συνοχή: ἔχοντες
πρόσληψη: κατέλαβον
ΘΕΜΑ 187
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: ξυνέφερε, πείσοντας, πράσσειν, ἔχοντες, ᾤκουν.
Απάντηση:
ξυνέφερε: φορείο, διαφορά, εκφορά, προσφορά,
ανυπόφορος, λεωφόρος, πληροφορία
πείσοντας: εύπιστος, δύσπιστος, άπιστος,
αξιόπιστος, αμετάπειστος, πεποίθηση
πράσσειν: εισπράκτορας, πράκτορας, σύμπραξη,
άπρακτος, πραγματοποιήσιμος
ἔχοντες: κακουχία, εχέγγυο, συνοχή, κατοχή,
μετοχή, ενοχή, προσχέδιο
ᾤκουν:
αποικία, πολυκατοικία, συγκατοίκηση, συνοικισμός, ενοικιαστής
ΘΕΜΑ 188
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: φορείο, περίληψη, κατάθεση, σχέση, οικισμός.
Απάντηση:
φορείο: ξυνέφερε
περίληψη: ξυλλαβόντες
κατάθεση: κατέθεντο
σχέση:
ἔχοντες
οικισμός: ᾤκουν
ΘΕΜΑ 207
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: πεπραγμένων, καταπεφευγότας, ἐπιστροφή, ἀφικομένης, μετέωρα.
Απάντηση:
πεπραγμένων: πράξη, είσπραξη, πράγμα,
πραγματικότητα, πρακτορείο, απραξία
καταπεφευγότας: υπεκφυγή, διαφυγή, αποφυγή,
αναπόφευκτος, πρόσφυγας
ἐπιστροφή: στροφή, αναστροφή, καταστροφή,
διαστροφή, αποστροφή, στρεβλός, στρόβιλος, στρέμμα
ἀφικομένης: ικέτης, ικεσία, άφιξη, ικανότητα,
εφικτός, ίχνος
μετέωρα: άρση, έπαρση, έξαρση, άρμα, άρδην,
αντάρτης, ανταρσία
ΘΕΜΑ 208
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται μία
ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας Ελληνικής: καταστροφικός,
λαβίδα, πεποίθηση, σχέση, εκλεκτός.
Απάντηση:
καταστροφικός: ἐπιστροφὴ
λαβίδα: ξυλλαβόντες
πεποίθηση: ἔπεισαν
σχέση:
ἔχοντες
εκλεκτός: ξυλλεγεὶς
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 72-73
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Ἐλθόντων δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τούς τε πρέσβεις ὡς νεωτερίζοντας ξυλλαβόντες,
καὶ ὅσους ἔπεισαν, κατέθεντο
ἐς Αἴγιναν. Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Κερκυραίων οἱ ἔχοντες τὰ πράγματα ἐλθούσης τριήρους Κορινθίας καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεων ἐπιτίθενται τῷ δήμῳ, καὶ μαχόμενοι ἐνίκησαν. Ἀφικομένης δὲ νυκτὸς ὁ μὲν δῆμος ἐς τὴν ἀκρόπολιν καὶ τὰ μετέωρα τῆς πόλεως καταφεύγει καὶ αὐτοῦ ξυλλεγεὶς ἱδρύθη, καὶ τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα εἶχον· οἱ δὲ τήν τε ἀγορὰν κατέλαβον, οὗπερ οἱ πολλοὶ ᾤκουν αὐτῶν, καὶ τὸν λιμένα τὸν πρὸς αὐτῇ καὶ πρὸς τὴν ἤπειρον. Tῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ ἠκροβολίσαντό τε ὀλίγα καὶ ἐς τοὺς ἀγροὺς περιέπεμπον
ἀμφότεροι, τοὺς δούλους παρακαλοῦντές τε καὶ ἐλευθερίαν ὑπισχνούμενοι· καὶ τῷ μὲν δήμῳ τῶν οἰκετῶν τὸ πλῆθος παρεγένετο ξύμμαχον, τοῖς δ᾽ ἑτέροις ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπίκουροι ὀκτακόσιοι.
ΘΕΜΑ 104
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: κατάληψη, πίστη, συλλογικός, αποικία, κλήση.
Απάντηση:
κατάληψη: ξυλλαβόντες
πίστη:
ἔπεισαν
συλλογικός: ξυλλεγεὶς
αποικία: ᾤκουν
κλήση:
παρακαλοῦντές
ΘΕΜΑ 105
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ξυλλαβόντες, κατέθεντο, καταφεύγει, παρακαλοῦντες, ὑπισχνούμενοι.
Απάντηση:
ξυλλαβόντες: παραλήπτης, πρόσληψη, πρόληψη,
μετάληψη, δίλημμα
κατέθεντο: κατάθεση, διάθεση, ανάθεση, έκθεση
καταφεύγει: διαφυγή, καταφύγιο, υπεκφυγή
παρακαλοῦντες:
παράκληση, ανάκληση, έκκληση, έγκλημα
ὑπισχνούμενοι: υπόσχεση
ΘΕΜΑ 124
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: ανάληψη, κατάθεση, αποικία,
επίκληση, ετεροπροσωπία.
Απάντηση:
ανάληψη: ξυλλαβόντες
κατάθεση: κατέθεντο
αποικία: ᾤκουν
επίκληση: παρακαλοῦντές
ετεροπροσωπία: ἑτέροις
ΘΕΜΑ 125
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: κατέθεντο, ξυλλεγείς, εἶχον, ᾤκουν, παρεγένετο.
Απάντηση:
κατέθεντο: θεσμός, θέση, διάθεση, παράθεση,
έκθεση, επίθεση, σύνθεση, θέμα, απόθεμα, παράθεμα, έκθεμα, θετός, πρόσθετος,
εμπρόθετος, σύνθετος, έκθετος, αντίθετος, εκθέτης, καταθέτης, υιοθεσία,
αδιαθεσία, τοποθεσία, νουθεσία, θήκη, διαθήκη, παρακαταθήκη, συνθήκη, αποθήκη,
αποθηκάριος, υποθετικός, επιθετικός, συνθετικός, υπερθετικός, θεμέλιο,
θεμελιώδης.
ξυλλεγείς: λέξη, λεξικό, λογική, λογικός,
λογοπαίγνιο, έπος, ρήμα, ρητό, ρήση, επίρρημα, απόρρητος, ρήση, ρήτορας,
ρητορικός, παρρησία, πρόλογος, διάλογος, άρρητος, ρήτρα, λέξημα, διάλεξη,
συνδιάλεξη, λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λεξικογράφος, λεκτικός, κυριολεξία,
κυριολεκτικός, δυσλεξία, δυσλεκτικός, ιδιόλεκτος, διάλεκτος, μονολεκτικός,
μονόλογος, διαλογικός, υπόλογος, παράλογος, έλλογος, επίλογος, ομολογία,
αναλογία, αναλογικός, απολογία, απολογητικός, έπος, επικός, ανείπωτος.
εἶχον:
εξής, σχέση, σχεδόν, σχολείο, σχετικός, κατεχόμενος, διάδοχος, πάροχος,
ανάδοχος, παροχή, εξοχή, σχόλη, σχολή, σχέδιο, σχεδιασμός, σχεδιαστής,
σχετικός, άσχετος, σχετικότητα, σχεδίαση, σχεδιαστήριο, σχήμα, σχηματικός,
σχηματισμός, έξοχος, εξοχότητα
ᾤκουν:
οίκημα, οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία,
κατοικία, μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος,
περίοικος, κάτοικος, συγκάτοικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός,
αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή,
οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία, οικόσημο
παρεγένετο: γένος, γενεά, γενιά, γόνος, γονίδιο,
γονέας, γένεση, άγονος, πρόγονος, εγγονός, γεγονός, γενέτειρα, γυνή, γηγενής,
γενετήσιος, γνήσιος, ευγενής, πρωτογενής, εγγενής, ενδογενής, εξωγενής, νεογνό,
γενέθλιος, ιθαγενής, συγγενής, γενικός, γονικός, γόνιμος, γονιμότητα,
υπογονιμότητα
ΘΕΜΑ 144
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: νεωτερίζοντας, δῆμος, ξυλλεγείς, ἀγοράν, παρακαλοῦντες. Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε
οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
νεωτερίζοντας: (Στο κείμενο: υποκινώ στάση)
= Οι νεωτερισμοί του του νέου διευθυντή
αντιμετωπίστηκαν με επιφύλαξη.
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη, δημοκρατικοί)
= Το ζήτημα θα τεθεί στο επόμενο
συνέδριο δήμων και κοινοτήτων.
ξυλλεγείς: (Στο κείμενο: συγκεντρώνομαι, συναθροίζομαι)
= Οι αρμοδιότητες του συλλόγου γονέων
και κηδεμόνων είναι συγκεκριμένες.
ἀγοράν:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Η αγορά του σπιτιού έγινε σε πολύ
συμφέρουσα τιμή.
παρακαλοῦντες:
(Στο κείμενο: προσκαλώντας)
= Ήθελα να σε παρακαλέσω να με
βοηθήσεις, αν έχεις τη δυνατότητα.
ΘΕΜΑ 145
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: πρόσχημα, καταθέτης, οικολογία, εκπομπή, παράκληση.
Απάντηση:
πρόσχημα: ἔχοντες
καταθέτης: κατέθεντο
οικολογία: ξυλλεγεὶς
εκπομπή: περιέπεμπον
παράκληση: παρακαλοῦντές
ΘΕΜΑ 164
Να αντιστοιχίσετε καθεμία νεοελληνική
λέξη της στήλης Α με την ετυμολογικά συγγενή της αρχαιοελληνική λέξη της
στήλης Β. Δύο λέξεις στη στήλη Α περισσεύουν.
Α: 1. διαφυγή 2. πρόσληψη 3. κλητική 4.
πειθήνιος 5. ψυγείο 6. πίσσα 7. αδιάθετος
Β: α. ξυλλαβόντες β. ἔπεισαν γ. κατέθεντο δ. καταφεύγει ε.
παρακαλοῦντες
Απάντηση:
1. διαφυγή - δ. καταφεύγει
2. πρόσληψη - α. ξυλλαβόντες
3. κλητική - ε. παρακαλοῦντες
4. πειθήνιος - β. ἔπεισαν
7. αδιάθετος - γ. κατέθεντο
ΘΕΜΑ 165
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: συσχέτιση, διαμάχη, ικέτης, πρόληψη, πομπός.
Απάντηση:
συσχέτιση: ἔχοντες
διαμάχη: μαχόμενοι
ικέτης: Ἀφικομένης
πρόληψη: κατέλαβον
πομπός: περιέπεμπον
ΘΕΜΑ 184
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: πεποίθηση, σχετικός, αδιαπραγμάτευτος, ικανός, εκπομπή.
Απάντηση:
πεποίθηση: ἔπεισαν
σχετικός: ἔχοντες
αδιαπραγμάτευτος: πράγματα
ικανός: Ἀφικομένης
εκπομπή: περιέπεμπον
ΘΕΜΑ 185
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ομόρριζη λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της νέας
ελλληνικής: άπιστος, κατάθεση, ικέτης, προληπτικός, μέτοικος.
Απάντηση:
άπιστος: ἔπεισαν
κατάθεση: κατέθεντο
ικέτης: Ἀφικομένης
προληπτικός: κατέλαβον
μέτοικος: ᾤκουν
ΘΕΜΑ 204
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: νεωτερίζοντας, πράγματα, δήμῳ, ἀγοράν, παρακαλοῦντες. Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε
οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
νεωτερίζοντας: (Στο κείμενο: υποκινώ στάση)
= Οι νεωτερισμοί στον χώρο της
εκπαίδευσης δεν γίνονται αποδεκτοί με ενθουσιασμό.
πράγματα: (Στο κείμενο: πολιτική κατάσταση)
= Θα πάρεις μαζί σου μόνο τα πράγματα
που είναι απολύτως απαραίτητα.
δήμῳ: (Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη,
δημοκρατικοί)
= Πότε διεξάγονται οι δημοτικές
εκλογές;
ἀγοράν:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Έχεις κάνει πολλές και δαπανηρές
αγορές τον τελευταίο καιρό.
παρακαλοῦντες:
(Στο κείμενο: προσκαλώντας)
= Σας παρακαλώ θερμά να κάνετε ησυχία!
ΘΕΜΑ 205
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: ἔπεισαν, πράγματα, μετέωρα, ξυλλεγείς,
παρακαλοῦντες.
Απάντηση:
ἔπεισαν: πειθήνιος, πειθαναγκασμός, πιθανός,
πιθανότητα, πίστη, πιστός, πειστήριο, πειστικός, πειθαρχία, πεισιθανάτιος,
πείσμα, πεισματάρης
πράγματα: αδιαπραγμάτευτος, αντίπραξη, απράγμων,
άπρακτος, απραξία, διαπραγμάτευση, διάπραξη, εισπράκτορας, είσπραξη,
εμπράγματος, έμπρακτος, εχθροπραξία, κοινοπραξία, πράγμα, πραγματεία, πράγματι,
πραγματικός, πραγματικότητα, πραγματισμός, πραγματογνωμοσύνη, πραγματογνώμων,
πραγματοποίηση, πραγματοποιήσιμος, πρακτέος, πρακτικό, πρακτικός, πράκτορας, πρακτορείο,
πραμάτεια, πράξη, πραξικόπημα, πραξικοπηματίας, σύμπραξη
μετέωρα: άρση, έπαρση, έξαρση, άρμα, άρδην,
αντάρτης, ανταρσία
ξυλλεγείς: αναλογία, αναλογικός, ανείπωτος,
απολογητικός, απολογία, απόρρητος, διάλεκτος, διάλεξη, διαλογή, διαλογικός,
διάλογος, δυσλεκτικός, δυσλεξία, έλλογος, επικός, επιλεκτικός, επίλεκτος,
επιλογή, επίλογος, επίρρημα, έπος, ιδιόλεκτος, κυριολεκτικός, κυριολεξία,
λεκτικός, λέξη, λεξικό, λεξικογράφος, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λογική, λογικός,
λόγος, μονολεκτικός, μονόλογος, ομολογία, παράλογος, παρρησία, πρόλογος, ρήμα,
ρήση, (το) ρητό, ρήτορας, ρητορικός, ρητός, ρήτρα, συλλογή, συλλογικός,
σύλλογος, συνδιάλεξη, υπόλογος
παρακαλοῦντες:
αμετάκλητος, ανάκληση, ανακλητικός, ανακλητός, απρόσκλητος, αυτόκλητος,
έγκλημα, εγκληματίας, εγκληματικός, εγκληματολόγος, έγκληση, έκκληση, εκκλησία,
εκκλησιαστικός, έκκλητος, επίκληση, κάλεσμα, κλήση, κλητήρας, κλητήριος,
κλητικός, κλητός, μετάκληση, μετακλητός, παράκληση, παρακλητικός, παράκλητος,
πρόκληση, προκλητικός, πρόσκληση, προσκλητήριο, σύγκληση, συγκλητικός,
σύγκλητος
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 73-74.2
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Tῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ ἠκροβολίσαντό τε ὀλίγα καὶ ἐς τοὺς ἀγροὺς περιέπεμπον ἀμφότεροι, τοὺς δούλους παρακαλοῦντές τε καὶ ἐλευθερίαν ὑπισχνούμενοι· καὶ τῷ μὲν δήμῳ τῶν οἰκετῶν τὸ πλῆθος παρεγένετο ξύμμαχον, τοῖς δ᾽ ἑτέροις ἐκ τῆς ἠπείρου ἐπίκουροι ὀκτακόσιοι. Διαλιπούσης δ᾽ ἡμέρας μάχη αὖθις γίγνεται καὶ νικᾷ ὁ δῆμος χωρίων τε ἰσχύι καὶ πλήθει
προύχων· αἵ τε
γυναῖκες αὐτοῖς τολμηρῶς ξυνεπελάβοντο βάλλουσαι ἀπὸ τῶν οἰκιῶν τῷ κεράμῳ καὶ παρὰ φύσιν ὑπομένουσαι τὸν θόρυβον. Γενομένης δὲ τῆς τροπῆς περὶ δείλην ὀψίαν, δείσαντες οἱ ὀλίγοι μὴ αὐτοβοεὶ ὁ δῆμος τοῦ τε νεωρίου κρατήσειεν ἐπελθὼν καὶ σφᾶς διαφθείρειεν, ἐμπιπρᾶσι τὰς οἰκίας τὰς ἐν κύκλῳ τῆς ἀγορᾶς καὶ τὰς ξυνοικίας, ὅπως μὴ ᾖ ἔφοδος, φειδόμενοι οὔτε οἰκείας οὔτε ἀλλοτρίας, ὥστε καὶ χρήματα πολλὰ ἐμπόρων κατεκαύθη καὶ ἡ πόλις ἐκινδύνευσε πᾶσα διαφθαρῆναι, εἰ ἄνεμος ἐπεγένετο τῇ φλογὶ ἐπίφορος ἐς αὐτήν.
ΘΕΜΑ 110
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: παρακαλοῦντες, δῆμος, ἀγορᾶς, χρήματα, διαφθαρῆναι. Μπορείτε
να τη χρησιμοποιήσετε σε οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση,
αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
παρακαλοῦντες:
(Στο κείμενο: προσκαλώντας)
= Σε παρακαλώ, μπορείς να κλείσεις το
παράθυρο;
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη, δημοκρατικοί)
= Η δημοτική αστυνομία συμμετέχει στην
εφαρμογή των σχεδίων πολιτικής προστασίας
ἀγορᾶς:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της
αγοράς)
= Η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών
έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια.
χρήματα: (Στο κείμενο: πράγματα, εμπορεύματα)
= Πόσα χρήματα σου κόστισε η ανακαίνιση
της κουζίνας;
διαφθαρῆναι:
(Στο κείμενο: καταστρέφομαι)
= Η διαφθορά πολιτικών προσώπων αποτελεί
συνήθη παθογένεια σε πολλές σύγχρονες κοινωνίες.
ΘΕΜΑ 130
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: επίκληση, διάλειμμα, ανίσχυρος, λήψη, εμπρησμός.
Απάντηση:
επίκληση: παρακαλοῦντές
διάλειμμα: Διαλιπούσης
ανίσχυρος: ἰσχύι
λήψη:
ξυνεπελάβοντο
εμπρησμός: ἐμπιπρᾶσι
ΘΕΜΑ 150
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται
μία ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της
Νέας Ελληνικής: ελλιπής, ακαταμάχητος, πληθωρισμός, εφόδια, έγκαυμα.
Απάντηση:
ελλιπής: Διαλιπούσης
ακαταμάχητος: μάχη
πληθωρισμός: πλήθει
εφόδια: ἔφοδος
έγκαυμα: κατεκαύθη
ΘΕΜΑ 170
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: Γενομένης, τροπῆς, κρατήσειεν, ἐπελθών, διαφθείρειεν.
Απάντηση:
Γενομένης: γένος, γενεά, γενιά, γόνος, γονίδιο,
γονέας, γένεση, άγονος, πρόγονος, εγγονός, γεγονός, γενέτειρα, γυνή, γηγενής,
γενετήσιος, γνήσιος, ευγενής, πρωτογενής, εγγενής, ενδογενής, εξωγενής, νεογνό,
γενέθλιος, ιθαγενής, συγγενής, γενικός, γονικός, γόνιμος, γονιμότητα,
υπογονιμότητα
τροπῆς:
αδιάντροπος, ανατρεπτικός, ανατρέψιμος, ανατροπέας, ανατροπή, ανεπίτρεπτος,
εκτροπή, επιτρεπτός, επιτροπή, επίτροπος, ευτράπελος, κακότροπος, μετατρέψιμος,
μετατροπή, ντροπή, ξενότροπος, παρεκτροπή, τρόπαιο, τροπαιούχος, τροπή,
τροπικός, τρόπος
κρατήσειεν: ακράτεια, ακράτητος, ασυγκράτητος,
αυτοκράτορας, αυτοκρατορικός, εγκράτεια, εγκρατής, επικράτεια, επικράτηση,
κατακράτηση, κλειδοκράτορας, κοσμοκράτορας, κράτημα, κράτηση, κρατητήριο, κρατικός,
κράτος, παρακράτηση, συγκράτηση
ἐπελθών: ερχομός, έλευση, προσέλευση,
διέλευση, ελευθερία, ανεξίτηλος, ισθμός, εισιτήριο, εξιτήριο, προσηλυτισμός,
προσιτός, συνέλευση, ελεύθερος, Ελευθέριος, απελευθερωτικός, ελευθερωτής,
ελευθερόστομος
διαφθείρειεν: αδιάφθορος, άφθαρτος, διαφθορά,
διαφθορέας, παραφθορά, φθαρμένος, φθαρτός, φθορά, φθοροποιός, ψυχοφθόρος
ΘΕΜΑ 190
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: δῆμος, κρατήσειεν, ἀγορᾶς, ξυνοικίας, χρήματα. Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε
οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
δῆμος: (Στο κείμενο: δημοκρατική
παράταξη, δημοκρατικοί)
= Αυτός είναι ένας από τους ωραιότερους
δήμους της Αττικής.
κρατήσειεν: (Στο κείμενο: καταλαμβάνω, κατακτώ)
= Το διάλειμμα δεν κράτησε πολύ ώρα,
τελικά.
ἀγορᾶς:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Αν θέλεις να σου αγοράσω κάτι, πες το
μου τώρα.
ξυνοικίας: (Στο κείμενο: μεγάλη οικία διαιρεμένη
σε πολλά διαμερίσματα)
= Ο Άγιος Ελευθέριος είναι συνοικία της
Αθήνας.
χρήματα: (Στο κείμενο: πράγματα, εμπορεύματα)
= Δεν έχω αρκετά χρήματα μαζί μου.
ΘΕΜΑ 210
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: παρακαλοῦντες, δῆμος, κρατήσειεν, ἀγορᾶς, ξυνοικίας. Μπορείτε
να τη χρησιμοποιήσετε σε οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση,
αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
παρακαλοῦντες:
(Στο κείμενο: προσκαλώντας)
= Χρειάστηκαν πολλές παρακλήσεις για να
αλλάξει τελικά γνώμη.
δῆμος:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη, δημοκρατικοί)
= Εργάζεται ως δημοτικός υπάλληλος.
κρατήσειεν: (Στο κείμενο: καταλαμβάνω, κατακτώ)
= Αυτό το έργο κρατάει πολύ ώρα.
ἀγορᾶς:
(Στο κείμενο: ο χώρος των συνελεύσεων, ο χώρος της αγοράς)
= Αγόρασε ένα οικόπεδο σε πολύ καλή
τιμή.
ξυνοικίας: (Στο κείμενο: μεγάλη οικία διαιρεμένη
σε πολλά διαμερίσματα)
= Ο συνοικιακός κινηματογράφος έκλεισε
πρόσφατα.
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 74
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Διαλιπούσης δ᾽ ἡμέρας μάχη αὖθις γίγνεται καὶ νικᾷ ὁ δῆμος χωρίων τε ἰσχύι καὶ πλήθει προύχων· αἵ τε γυναῖκες αὐτοῖς τολμηρῶς ξυνεπελάβοντο βάλλουσαι ἀπὸ τῶν οἰκιῶν τῷ κεράμῳ καὶ παρὰ φύσιν ὑπομένουσαι τὸν θόρυβον. Γενομένης δὲ τῆς τροπῆς περὶ δείλην ὀψίαν, δείσαντες οἱ ὀλίγοι μὴ αὐτοβοεὶ ὁ δῆμος τοῦ τε νεωρίου κρατήσειεν ἐπελθὼν καὶ σφᾶς διαφθείρειεν, ἐμπιπρᾶσι τὰς οἰκίας τὰς ἐν κύκλῳ τῆς ἀγορᾶς καὶ τὰς ξυνοικίας, ὅπως μὴ ᾖ ἔφοδος, φειδόμενοι οὔτε οἰκείας οὔτε ἀλλοτρίας, ὥστε καὶ χρήματα πολλὰ ἐμπόρων κατεκαύθη καὶ ἡ πόλις ἐκινδύνευσε πᾶσα διαφθαρῆναι, εἰ ἄνεμος ἐπεγένετο τῇ φλογὶ ἐπίφορος ἐς αὐτήν. Καὶ οἱ μὲν παυσάμενοι τῆς μάχης ὡς ἑκάτεροι ἡσυχάσαντες τὴν νύκτα ἐν φυλακῇ ἦσαν· καὶ ἡ Κορινθία ναῦς τοῦ δήμου κεκρατηκότος ὑπεξανήγετο, καὶ τῶν ἐπικούρων οἱ πολλοὶ ἐς τὴν ἤπειρον λαθόντες
διεκομίσθησαν.
ΘΕΜΑ 109
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό ή επίθετο της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω
λέξεις του κειμένου: μάχη, οἰκιῶν, φύσιν, πόλις, ναῦς.
Απάντηση:
μάχη:
εικονομάχος, διαμάχη, απόμαχος, άμαχος, μάχιμος, μαχητής
οἰκιῶν:
ανοικοδόμηση, οικοδομή
φύσιν:
αυτοφυής, έμφυτος, ευφυής, ευφυΐα, ιδιοφυής, κατάφυτος, μεγαλοφυής, μεγαλοφυΐα,
σύμφυτος, τριχοφυΐα, φυσικοθεραπευτής, φυσιογνωμία, φυσιογνώστης, φυσιολάτρης,
φυσιολογικός
πόλις:
αντιπολίτευση, απολίτιστος, διαπολιτισμικός, κοινοπολιτεία, κωμόπολη,
μεταπολίτευση, πολιούχος, πολιτεία, πολιτειακός, πολιτευτής, πολιτικάντης,
πολιτικολογία, πολιτικοποίηση, συμπολίτης
ναῦς:
ναυαγοσώστης, ναυαγοσωστικός, ναυαρχίδα, ναύαρχος
ΘΕΜΑ 129
ελλιπής, προκατάληψη, βλήμα, δεισιδαιμονία,
λαθραίος: Για
καθεμία από τις λέξεις της Νέας Ελληνικής που σας δίνονται, να γράψετε μια ετυμολογικά
συγγενή λέξη από το κείμενο.
Απάντηση:
ελλιπής: Διαλιπούσης
προκατάληψη: ξυνεπελάβοντο
βλήμα:
βάλλουσαι
δεισιδαιμονία: δείσαντες
λαθραίος: λαθόντες
ΘΕΜΑ 149
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη,
απλή ή σύνθετη, της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: Διαλιπούσης, γίγνεται, θόρυβον, χρήματα, διαφθαρῆναι.
Απάντηση:
Διαλιπούσης: διάλειμμα, διάλειψη, εγκατάλειψη,
έκλειψη, έλλειμμα, ελλειπτικός, έλλειψη, ελλιπής, κατάλοιπος, λειψανδρία,
λείψανο, λειψανοθήκη, λειψός, λειψυδρία, λιποβαρής, λιποθυμία, λιποθυμικός,
λιπόθυμος, λίπος, λιπόσαρκος, λιποτάκτης, λιποταξία, λιπόψυχος, λοιπόν, λοιπός,
παραλειπτέος, παράλειψη, υπόλειμμα, υπόλοιπος
γίγνεται: αγένεια, αγενής, γενεά, γενέθλια,
γένεση, γενέτειρα, γένος, γηγενής, γονίδιο, γόνος, διγενής, ενδογενής,
επίγονος, ευγενικός, ευγονία, νεογνό, πολυγονία, προγονικός, πρωτόγονος
θόρυβον: θορυβώδης, αθόρυβος
χρήματα: αχρησιμοποίητος, άχρηστος,
δύσχρηστος, εύχρηστος, ιδιοχρησία, καταχραστής, κατάχρηση, χρεία, χρέος, χρήμα,
χρηματικός, χρήση, χρησιμοθήρας, χρησιμοποίηση, χρήσιμος, χρησιμότητα, χρησμός,
χρήστης, χρηστικός, χρηστός, χρηστότητα
διαφθαρῆναι:
αδιάφθορος, άφθαρτος, διαφθορά, διαφθορέας, παραφθορά, φθαρμένος, φθαρτός,
φθορά, φθοροποιός, ψυχοφθόρος
ΘΕΜΑ 169
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: γίγνεται, νικᾷ, ἰσχύι, ξυνεπελάβοντο, βάλλουσαι.
Απάντηση:
γίγνεται: αγένεια, αγενής, γενεά, γενέθλια,
γένεση, γενέτειρα, γένος, γηγενής, γονίδιο, γόνος, διγενής, ενδογενής,
επίγονος, ευγενικός, ευγονία, νεογνό, πολυγονία, προγονικός, πρωτόγονος
νικᾷ: νικητής, ανίκητος, νικηφόρος,
νικητήριος, επινίκια
ἰσχύι:
ισχυρός, ανίσχυρος, πανίσχυρος, ισχυρογνώμων
ξυνεπελάβοντο: ακατάληπτος, αμεροληψία,
ανεπανάληπτος, αντιλαβή, αντιληπτός, αντίληψη, απολαβή, ασύλληπτος, δικολάβος,
εικονολήπτης, επανάληψη, επιληψία, εργολάβος, εύληπτος, ευυπόληπτος, ηχολήπτης,
ηχοληψία, θρησκόληπτος, θρησκοληψία, κατάληψη, λαβή, λάφυρα, λήμμα, λήπτης,
λήψη, μεροληψία, μετάληψη, παραλαβή, παραλήπτης, περιληπτικός, περίληψη,
προκατάληψη, προληπτικός, πρόσληψη, συλλαβή, σύλληψη, υπόληψη, χειρολαβή
βάλλουσαι: αδιάβλητος, αμφιβολία, αναβλητικός,
αναβολή, ανυπέρβλητος, απόβλητος, απρόσβλητος, βαλβίδα, βαλλιστικός, βαλτός,
βεληνεκές, βελόνα, βέλος, βλήμα, βολή, βολίδα, βόλος, διαβλητός, διαβολή,
έμβλημα, έμβολο, επιβλητικός, ευμετάβολος, καταβολή, κεραυνοβόλος,
λιθοβολισμός, παράβολο, περιβάλλον, πρόβλημα, προβολή, προσβλητικός, προσβολή,
πυροβολισμός, συμβολή, σύμβολο, σφαιροβολία, υπερβολή, υποβλητικός
ΘΕΜΑ 189
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: βάλλουσαι, ὑπομένουσαι, κρατήσειεν, ἐμπιπρᾶσι, κατεκαύθη.
Απάντηση:
βάλλουσαι: αμφιβολία, αναβολή, βαλβίδα,
βεληνεκές, βελόνα, βέλος, βλήμα, βολή, βολίδα, βόλος, διαβολή, έμβλημα, έμβολο,
καταβολή, λιθοβολισμός, παράβολο, περιβάλλον, πρόβλημα, προβολή, προσβολή,
πυροβολισμός, συμβολή, σύμβολο, σφαιροβολία, υπερβολή
ὑπομένουσαι: διαμονή, εμμονή, επιμονή, μονή,
μονιμότητα, παραμονή, προσμονή, υπομονή
κρατήσειεν: ακράτεια, αυτοκράτορας, εγκράτεια,
επικράτεια, επικράτηση, κατακράτηση, κλειδοκράτορας, κοσμοκράτορας, κράτημα,
κράτηση, κρατητήριο, κράτος, παρακράτηση, συγκράτηση
ἐμπιπρᾶσι:
εμπρησμός, εμπρηστής, εμπρηστικός
κατεκαύθη: έγκαυμα, καύμα, καύση, καυστήρας,
καύσωνας, καύτρα, καψάλισμα,
ΘΕΜΑ 209
έλλειμμα, βέλος, δειλός, εμπρηστής,
λαθραίος: Για
καθεμία από τις λέξεις της Νέας Ελληνικής που σας δίνονται, να γράψετε μια ετυμολογικά
συγγενή λέξη από το κείμενο.
Απάντηση:
έλλειμμα: Διαλιπούσης
βέλος:
βάλλουσαι
δειλός: δείσαντες
εμπρηστής: ἐμπιπρᾶσι
λαθραίος: λαθόντες
Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3, 74.3-75.4.1
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ
Καὶ οἱ μὲν παυσάμενοι τῆς μάχης ὡς ἑκάτεροι ἡσυχάσαντες τὴν νύκτα ἐν φυλακῇ ἦσαν· καὶ ἡ Κορινθία ναῦς τοῦ δήμου κεκρατηκότος ὑπεξανήγετο, καὶ τῶν ἐπικούρων οἱ πολλοὶ ἐς τὴν ἤπειρον λαθόντες διεκομίσθησαν. Tῇ δὲ ἐπιγιγνομένῃ ἡμέρᾳ Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους Ἀθηναίων στρατηγὸς παραγίγνεται βοηθῶν ἐκ Ναυπάκτου δώδεκα ναυσὶ καὶ Μεσσηνίων πεντακοσίοις ὁπλίταις· ξύμβασίν τε ἔπρασσε καὶ πείθει ὥστε ξυγχωρῆσαι ἀλλήλοις δέκα μὲν ἄνδρας τοὺς αἰτιωτάτους κρῖναι, οἳ οὐκέτι ἔμειναν, τοὺς δ᾽ ἄλλους οἰκεῖν σπονδὰς πρὸς ἀλλήλους ποιησαμένους καὶ πρὸς Ἀθηναίους, ὥστε τοὺς αὐτοὺς ἐχθροὺς καὶ φίλους νομίζειν. Kαὶ ὁ μὲν ταῦτα πράξας ἔμελλεν ἀποπλεύσεσθαι· οἱ δὲ τοῦ δήμου προστάται πείθουσιν αὐτὸν πέντε μὲν ναῦς τῶν αὐτοῦ σφίσι καταλιπεῖν, ὅπως ἧσσόν τι ἐν κινήσει ὦσιν οἱ ἐναντίοι, ἴσας δὲ αὐτοὶ πληρώσαντες ἐκ σφῶν αὐτῶν ξυμπέμψειν. Kαὶ ὁ μὲν ξυνεχώρησεν, οἱ δὲ τοὺς ἐχθροὺς κατέλεγον ἐς τὰς ναῦς. Δείσαντες δὲ ἐκεῖνοι μὴ ἐς τὰς Ἀθήνας ἀποπεμφθῶσι καθίζουσιν ἐς τὸ τῶν Διοσκόρων ἱερόν. Νικόστρατος δὲ αὐτοὺς ἀνίστη τε καὶ παρεμυθεῖτο.
ΘΕΜΑ 114
Να γράψετε ένα σύνθετο ομόρριζο
ουσιαστικό ή επίθετο της Νέας Ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω
λέξεις του κειμένου: λαθόντες, ἔπρασσε,
κρῖναι,
ποιησαμένους, ὦσιν.
Απάντηση:
λαθόντες: αλάθητος, αλήθεια, αληθής, αληθινός,
άληστος, επιλήσμων, λαθρεμπόριο, λαθρέμπορος, λαθρεπιβάτης, λαθροθηρία,
λαθροκυνηγός, λαθρομετανάστης, λήθαργος
ἔπρασσε: αδιαπραγμάτευτος, αντίπραξη,
άπρακτος, απραξία, διαπραγμάτευση, διάπραξη, εισπράκτορας, είσπραξη, έμπρακτος,
εχθροπραξία, κοινοπραξία, πραγματογνώμων, πραγματοποίηση, πράκτορας,
πρακτορείο, πραμάτεια, πραξικόπημα, πραξικοπηματίας, σύμπραξη
κρῖναι:
αδιακρισία, αδιευκρίνιστος, ανάκριση, ανακριτικός, ανταπόκριση, ανταποκριτής,
απόκριση, αποκριτικός, διάκριση, διακριτικός, διακριτικότητα, διευκρίνιση,
έγκριση, έγκριτος, έκκριση, επίκριση, επικριτικός, ευκρίνεια, ευκρινής, προκριματικός,
πρόκριση, πρόκριτος, σύγκριση, συγκριτικός, υποκρισία, υποκριτής, υποκριτικός
ποιησαμένους: αντιποίηση, αρτοποιείο,
αχειροποίητος, μεταποιητικός, περιποιητικός, προσποιητός
ὦσιν:
ανούσιος, ετυμολογία, ετυμολογικό, οντολογία, παρουσιαστικό, περιουσία,
περιούσιος
ΘΕΜΑ 134
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη της
Νέας Ελληνικής, απλή ή σύνθετη, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: ἐπιγιγνομένη, πείθει, ἔμειναν, κατέλεγον, ἀποπεμφθῶσι.
Απάντηση:
ἐπιγιγνομένη: αγενής, άγονος, απόγονος, γενεά,
γενέθλια, γενέθλιος, γενέτειρα, γένος, γηγενής, γόνος, γυνή, εγγονός,
μονογενής, νεογνό, πρωτόγονος
πείθει: πειθαναγκασμός, πειθαρχία, πειθήνιος,
πεισιθάνατος, πείσμα, πεισματάρης, πειστήριο, πειστικός, πιθανός, πιθανότητα,
πίστη, πιστός
ἔμειναν: αναμονή, παραμονή, διαμονή, υπομονή,
επιμονή, μονή, μόνιμος, μονιμότητα, προσμονή, ανυπομονησία, μοναχοπαίδι,
μοναχογιός
κατέλεγον: αναλογία, αναλογικός, ανείπωτος,
απολογητικός, απολογία, απόρρητος, διάλεκτος, διάλεξη, διαλογή, διαλογικός,
διάλογος, δυσλεκτικός, δυσλεξία, έλλογος, επικός, επιλεκτικός, επίλεκτος,
επιλογή, επίλογος, επίρρημα, έπος, ιδιόλεκτος, κυριολεκτικός, κυριολεξία,
λεκτικός, λέξη, λεξικό, λεξικογράφος, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λογική, λογικός,
λόγος, μονολεκτικός, μονόλογος, ομολογία, παράλογος, παρρησία, πρόλογος, ρήμα,
ρήση, (το) ρητό, ρήτορας, ρητορικός, ρητός, ρήτρα, συλλογή, συλλογικός,
σύλλογος, συνδιάλεξη, υπόλογος
ἀποπεμφθῶσι:
αποπομπή, παραπομπή, εκπομπή, νηοπομπή, πομπός, διαπόμπευση, παραπεμπτικός
ΘΕΜΑ 154
Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη,
απλή ή σύνθετη, της νέας ελληνικής, για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου: διεκομίσθησαν, κρῖναι, ὦσιν, κατέλεγον, δείσαντες.
Απάντηση:
διεκομίσθησαν: ανακομιδή, αποκομιδή, αποκόμιση,
διακομιδή, διακομιστής, διαμετακομιστικός, κομιστής, κόμιστρο, μετακόμιση,
προσκόμιση, συγκομιδή
κρῖναι:
αδιακρισία, αδιευκρίνιστος, ανάκριση, ανακριτικός, ανταπόκριση, ανταποκριτής,
απόκριση, αποκριτικός, διάκριση, διακριτικός, διακριτικότητα, διευκρίνιση,
έγκριση, έγκριτος, έκκριση, επίκριση, επικριτικός, ευκρίνεια, ευκρινής, κρίμα
(το), κρίνω, κρίση, κρίσιμος, κρισιμότητα, κριτήριο, κριτής, κριτική, κριτικός,
προκριματικός, πρόκριση, πρόκριτος, σύγκριση, συγκριτικός, υποκρισία,
υποκριτής, υποκριτικός
ὦσιν:
ανούσιος, απουσία, εξουσιαστικός, επουσιώδης, εσθλός, ετυμολογία, ετυμολογικός,
έτυμον, ομοούσιος, ον (το), οντολογία, οντολογικός, οντολογικός, όντως, ουσία,
ουσιαστικός, ουσιώδης, παρόν, παροντικός, παρουσία, παρουσιαστικό, πεμπτουσία,
περιουσία, περιουσιακός, περιούσιος
κατέλεγον: αναλογία, αναλογικός, αναντίλεκτος,
ανείπωτος, απολογητικός, απολογία, απόρρητος, αρηματικός, άρρητος, δασολογία,
διάλεκτος, διάλεξη, διαλογή, διαλογικός, διάλογος, δυσλεκτικός, δυσλεξία,
έλλογος, επικός, επιλεκτικός, επίλεκτος, επιλογή, επιλογικός, επίλογος,
επίρρημα, έπος, επύλλιο, θεολόγος, ιδιόλεκτος, κατάλογος, κυριολεκτικός,
κυριολεξία, λεκτικός, λέξη, λέξημα, λεξικό, λεξικογράφος, λεξιλόγιο, λεξιπενία,
λογική, λογικός, λόγος, μετεωρολογία, μετεωρολογικός, μονολεκτικός, μονόλογος,
ομολογία, παράλογος, παρρησία, πολυλογάς, πρόλογος, ρήμα, ρήση, ρητό (το),
ρήτορας, ρητορικός, ρητός, ρήτρα, συλλογή, συλλογικός, σύλλογος, συνδιάλεξη,
υπόλογος
δείσαντες: δειλία, δειλός, δεινός, δεινότητα,
δεισιδαιμονία, δέος, επιδείνωση, πάνδεινα, περιδεής
ΘΕΜΑ 174
Να βρείτε στο κείμενο που σας δίνεται μία
ετυμολογικά συγγενή λέξη για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις της Νέας
Ελληνικής: κράτος, αλήθεια, πρόγονος, διαμονή, προνόμιο.
Απάντηση:
κράτος: κεκρατηκότος
αλήθεια: λαθόντες
πρόγονος: ἐπιγιγνομένῃ
διαμονή: ἔμειναν
προνόμιο: νομίζειν
ΘΕΜΑ 194
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου, να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της Νέας Ελληνικής, απλό ή
σύνθετο: κεκρατηκότος, λαθόντες, πείθει, κρῖναι, νομίζειν.
Απάντηση:
κεκρατηκότος: ακράτεια, αυτοκράτορας,
αυτοκρατορικός, εγκράτεια, επικράτεια, επικράτηση, κατακράτηση, κλειδοκράτορας,
κοσμοκράτορας, κράτημα, κράτηση, κρατητήριο, κράτος, παρακράτηση, συγκράτηση
λαθόντες: αλήθεια, λάθος, λάθρα, λαθρεμπόριο,
λαθρέμπορος, λαθρεπιβάτης, λαθροθηρία, λαθροκυνηγός, λαθρομετανάστης, λήθαργος,
λήθη, λησμονιά, λησμοσύνη
πείθει: πειθαναγκασμός, πειθαρχία, πείσμα, πειστήριο,
πειστικός, πιθανότητα, πίστη
κρῖναι:
αδιακρισία, ανάκριση, ανταπόκριση, ανταποκριτής, απόκριση, διάκριση, διακριτικότητα,
διευκρίνιση, έγκριση, έκκριση, επίκριση, ευκρίνεια, κρίμα (το), κρίνω, κρίση, κρισιμότητα,
κριτήριο, κριτής, κριτική, πρόκριση, πρόκριτος, σύγκριση, υποκρισία, υποκριτής
νομίζειν: νόμισμα, νομισματικός,
νομισματοκοπείο, νόμος
ΘΕΜΑ 214
Για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις του
κειμένου να γράψετε μία περίοδο λόγου στη Νέα Ελληνική, όπου η συγκεκριμένη
λέξη να χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο
αρχαίο κείμενο: φυλακῇ, δήμου, προστάται, κινήσει,
ξυνεχώρησεν. Μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε σε
οποιαδήποτε μορφή της (μέρος του λόγου, πτώση, αριθμό, γένος, έγκλιση, χρόνο).
Απάντηση:
φυλακῇ: (Στο κείμενο: σε επιφυλακή)
= Μετά την καταδικαστική απόφαση,
αναμένεται να περάσει πολλά χρόνια στη φυλακή.
δήμου:
(Στο κείμενο: δημοκρατική παράταξη, δημοκρατικοί)
= Ο αριθμός των αντιδημάρχων για κάθε
δήμο ορίζεται με βάση τον πληθυσμό του.
προστάται: (Στο κείμενο: αρχηγοί)
= Ο προστάτης άγιος των ναυτικών είναι
ο Άγιος Νικόλαος.
κινήσει: (Στο κείμενο: κίνημα)
= Σήμερα έχει πολλή κίνηση στο δρόμο.
ξυνεχώρησεν: (Στο κείμενο: συμφωνώ)
= Αν κι έχει περάσει πολύς καιρός, δεν τον έχει συγχωρέσει ακόμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου