Bess Hamiti
Ιστορία Προσανατολισμού: Η διαμάχη αυτοχθόνων και ετεροχθόνων (επεξεργασία πηγής)
Κείμενο I
Η κρίση στις σχέσεις αυτοχθόνων και ετεροχθόνων
Στα 1844 (...) για πρώτη φορά
περιγράφονται με κάποια ακρίβεια τα διακυβευόμενα. Στο τρίτο άρθρο του
Συντάγματος (...) επρόκειτο πάλι για τον καθορισμό των ιδιοτήτων του Έλληνα
πολίτη, που όμως τώρα, στη συζήτηση, συγχεόταν με τον ορισμό των προσόντων του Έλληνα
δημοσίου υπαλλήλου. Η σύγχυση υπαινίσσεται το κύριο πρακτικό όφελος που έμοιαζε
να έχει για πολλούς ο τίτλος του πολίτη. Το θέμα ήταν να αποδειχθεί σε ποιους
χρωστούσε το ελληνικό κράτος μια θέση στη δημοσιοϋπαλληλία.
Στη συζήτηση ο άξονας αναφοράς είναι κοινός για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη: είναι το 1821, που οι μεν ετεροχθονιστές εξαίρουν ως επανάσταση όλης της ελληνικής φυλής, απέναντι στην οποία η Ελλάδα έχει αναλάβει ορισμένες δεσμεύσεις. Ενώ οι αυτοχθονιστές επιμένουν στα πράγματα (...). Γι’ αυτούς δεν ενδιέφεραν οι αρχικές προθέσεις, αλλά το γεγονός ότι η επανάσταση εντοπίστηκε έτσι κι αλλιώς στον ελλαδικό χώρο, και συνεπώς η ίδια η ύπαρξη του κράτους οφειλόταν στις υπηρεσίες των κατοίκων αυτού του χώρου. Και ενώ οι πρώτοι είχαν την άνεση να κινηθούν στα λίγο ή πολύ γνωστά πλαίσια της επαναστατικής συνθηματολογίας, η επιχειρηματολογία των δεύτερων αποτελούσε ακριβώς παρέκκλιση από την αναδρομική αυτή ομοψυχία.
Έλλη Σκοπετέα, Το «Πρότυπο Βασίλειο»
και η Μεγάλη Ιδέα, Αθήνα 1988, σσ. 51-52.
Κείμενο II
Τελικά, όπως συνέβη και με άλλα θέματα, η λύση του προβλήματος αυτού αντιπροσώπευε συμβιβασμό ανάμεσα στις θέσεις των μετριοπαθών και των ακραίων φιλελεύθερων. Μολονότι οι αυτόχθονες πέτυχαν να περιορίσουν τον ορισμό της ελληνικής ιθαγένειας, ο Μαυροκορδάτος κατόρθωσε να μην ενταχθεί ο προσδιορισμός αυτός στο Σύνταγμα αλλά σε ειδική κατηγορία νόμων, στα «Ψηφίσματα». Επίσης, πέτυχε, σε συνεργασία με τον Κωλέττη, να αλλοιώσει το μέτρο με μια σειρά από επεξηγήσεις, που στο σύνολό τους διεύρυναν τον προσδιορισμό του αυτόχθονος. Έτσι στους αυτόχθονες συμπεριλαμβάνονταν, εκτός από τους κατοίκους των περιοχών που είχαν αποτελέσει το ελληνικό βασίλειο το 1832, όλοι όσοι είχαν λάβει μέρος σε επαναστατικές ενέργειες σε οποιοδήποτε μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας και είχαν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα ως το 1827. Επίσης, αν και αποκλείονταν από τις δημόσιες υπηρεσίες όσοι δε συμπεριλαμβάνονταν στις παραπάνω κατηγορίες, εξαιρούνταν εκείνοι που υπηρετούσαν στο στρατό, στο ναυτικό, στην προξενική υπηρεσία και στην εκπαίδευση. Τέλος από εκείνους που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά το 1827 μπορούσαν να διορισθούν σε δημόσια υπηρεσία μετά από δύο χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1827-1833, μετά τρία χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1833-1837 και μετά από τέσσερα χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1837-1843.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος
ΙΓ΄, Εκδοτική Αθηνών
Με βάση τα στοιχεία που θα αντλήσετε
από τα πιο πάνω παραθέματα και το σχολικό εγχειρίδιο, να απαντήσετε στα εξής
ερωτήματα:
α)
Πώς εμφανίζεται στο πολιτικό πεδίο η κρίση στις σχέσεις αυτοχθόνων και
ετεροχθόνων;
β)
Πώς επιλύθηκε η αντιδικία αυτοχθόνων-ετεροχθόνων σχετικά με τη στελέχωση του
δημοσίου;
Ενδεικτική
απάντηση
α) Οι
προσπάθειες αποκατάστασης του προσφυγικού στοιχείου κατά τα πρώτα χρόνια της
οθωνικής περιόδου προκάλεσαν αντιδράσεις. Η παρουσία μορφωμένων προσφύγων σε
δημόσιες θέσεις και η διάκρισή τους στην πολιτική ζωή προκάλεσαν μεγάλη
δυσφορία στους άλλους Έλληνες. Κατηγορούσαν τους ομογενείς πρόσφυγες γενικά,
επειδή διαπίστωναν ότι, ενώ αυτοί είχαν αγωνιστεί για να απελευθερώσουν τη
χώρα, παραγκωνίζονταν τώρα από τους νεοφερμένους. Όπως επισημαίνεται στο
Κείμενο I, οι
αυτοχθονιστές, παραμερίζοντας τις όποιες προθέσεις των ετεροχθόνων, επέμεναν
στο γεγονός πως η επανάσταση υλοποιήθηκε κυρίως στον ελλαδικό χώρο και, άρα,
πως ήταν οι αγώνες των ντόπιων που κατέστησαν δυνατή τη δημιουργία του
ελληνικού κράτους.
Η
στάση αυτή υποδήλωνε την ύπαρξη ενός βαθύτερου ανταγωνισμού, τον οποίο
προκαλούσε η συνύπαρξη του ντόπιου ελληνικού στοιχείου (αυτόχθονες) και του
προσφυγικού, αλλά ομογενούς (ετερόχθονες). Το θέμα των σχέσεων αυτοχθόνων και
ετεροχθόνων, που δίχασε την κοινή γνώμη, παρουσιάστηκε στο πολιτικό πεδίο ως
διαμάχη στις θυελλώδεις συζητήσεις της Εθνοσυνέλευσης που συνήλθε μετά την
επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843.
Η κύρια κρίση ξέσπασε τον Ιανουάριο του 1844 με την έναρξη της συζήτησης για το δημόσιο δίκαιο των Ελλήνων και ειδικά για το άρθρο που καθόριζε τις προϋποθέσεις για την απόκτηση της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη. Στο Κείμενο I, μάλιστα, διευκρινίζεται πως στο πλαίσιο της συζήτησης για το τρίτο άρθρο του Συντάγματος που αφορούσε τον καθορισμό των ιδιοτήτων του Έλληνα πολίτη, το ζήτημα συγχεόταν με τον καθορισμό των προσόντων του δημοσίου υπαλλήλου, καθώς ζητούμενο για τους αυτοχθονιστές ήταν το ποιος θα αποκομίσει το πρακτικό όφελος που πρόσφερε ο τίτλος του πολίτη, δηλαδή μια θέση εργασίας στο δημόσιο. Αφορμή για το ξέσπασμα της κρίσης αποτέλεσε πρόταση που υποβλήθηκε στην Εθνοσυνέλευση και η οποία ζητούσε την απομάκρυνση από δημόσιες θέσεις όλων αυτών που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση, περιορίζοντας τις θέσεις απασχόλησης για τους αγωνιστές και τις οικογένειές τους. Στη συζήτηση που ακολούθησε, άλλοι πληρεξούσιοι απαίτησαν συνταγματική απαγόρευση της κατάληψης δημόσιων θέσεων από τους ετερόχθονες (συνεπώς και την απόλυση όσων ήδη κατείχαν δημόσιες θέσεις), ενώ άλλοι εναντιώθηκαν με οργή σε κάθε συνταγματική ρύθμιση που θα καθιέρωνε διακρίσεις μεταξύ Ελλήνων. Σύμφωνα με το Κείμενο I, άλλωστε, οι ετεροχθονιστές αντιμετώπιζαν την Επανάσταση ως κοινό έργο όλης της ελληνικής φυλής και δεν αποδέχονταν την επιχειρηματολογία των αυτοχθονιστών, η οποία παραγνώριζε την ομοψυχία αυτή.
β) Τελικά,
το πρόβλημα δεν λύθηκε με συνταγματική ρύθμιση, αποφασίστηκε όμως να υπάρξει
στο μέλλον σχετική νομοθετική πράξη. Η εξέλιξη αυτή, όπως αναφέρεται στο
Κείμενο II,
υπήρξε αποτέλεσμα της παρέμβασης του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ο οποίος, παρά
την αρχική επιτυχία των αυτοχθόνων να τεθούν περιορισμοί στον ορισμό της
ελληνικής ιθαγένειας, κατόρθωσε αφενός να μην ενταχθεί ο ορισμός αυτός στο
Σύνταγμα αλλά σε ειδική κατηγορία νομοθετημάτων, στα «Ψηφίσματα», και αφετέρου
να τον διευρύνει, σε συνεργασία με τον Κωλέττη, προσθέτοντας σειρά επεξηγήσεων.
Κατ’ αυτό τον τρόπο Έλληνες πολίτες θεωρήθηκαν, πέρα από εκείνους που διέμεναν
από πριν στα όρια του ελληνικού κράτους, κι εκείνοι που είχαν συμμετάσχει σε
επαναστατικές δράσεις, οπουδήποτε στην Οθωμανική αυτοκρατορία κι είχαν
εγκατασταθεί στην Ελλάδα μέχρι το 1827. Το θέμα της στελέχωσης του δημοσίου -τα
προσόντα δηλαδή του δημοσίου υπαλλήλου- ρυθμίστηκε με το Β΄ ψήφισμα, που όριζε
ότι δημόσιοι υπάλληλοι μπορεί να είναι: α) οι αυτόχθονες της ελληνικής
επικράτειας και όσοι αγωνίσθηκαν σε αυτή μέχρι το τέλος του 1827 ή ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν κατά την ίδια περίοδο, β) όσοι αποδεδειγμένα συμμετείχαν σε
πολεμικά γεγονότα της Επανάστασης μέχρι το 1829. Επιπροσθέτως, όπως
σημειώνεται στο Κείμενο II, ο
Μαυροκορδάτος κατόρθωσε να περιορίσει χρονικά τον αποκλεισμό των ετεροχθόνων
από τις δημόσιες θέσεις. Πιο συγκεκριμένα, όσοι είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα
από το 1827 έως το 1833, μπορούσαν να διοριστούν στο δημόσιο μετά από δύο
χρόνια, όσοι είχαν εγκατασταθεί από το 1833 έως το 1837, μετά από τρία χρόνια,
κι όσοι είχαν εγκατασταθεί από το 1837 έως το 1844, μετά από τέσσερα χρόνια.
Τέλος, ύστερα από την παρέμβαση του Μαυροκορδάτου, εξαιρούνταν από τον
αποκλεισμό στο δημόσιο τομέα, όσοι ετερόχθονες εργάζονταν στον στρατό, στο
ναυτικό, στην εκπαίδευση και στην προξενική υπηρεσία.
Ιστορία Προσανατολισμού: Η διαμάχη αυτοχθόνων και ετεροχθόνων (επεξεργασία πηγής)
Η κρίση στις σχέσεις αυτοχθόνων και ετεροχθόνων
Στη συζήτηση ο άξονας αναφοράς είναι κοινός για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη: είναι το 1821, που οι μεν ετεροχθονιστές εξαίρουν ως επανάσταση όλης της ελληνικής φυλής, απέναντι στην οποία η Ελλάδα έχει αναλάβει ορισμένες δεσμεύσεις. Ενώ οι αυτοχθονιστές επιμένουν στα πράγματα (...). Γι’ αυτούς δεν ενδιέφεραν οι αρχικές προθέσεις, αλλά το γεγονός ότι η επανάσταση εντοπίστηκε έτσι κι αλλιώς στον ελλαδικό χώρο, και συνεπώς η ίδια η ύπαρξη του κράτους οφειλόταν στις υπηρεσίες των κατοίκων αυτού του χώρου. Και ενώ οι πρώτοι είχαν την άνεση να κινηθούν στα λίγο ή πολύ γνωστά πλαίσια της επαναστατικής συνθηματολογίας, η επιχειρηματολογία των δεύτερων αποτελούσε ακριβώς παρέκκλιση από την αναδρομική αυτή ομοψυχία.
Τελικά, όπως συνέβη και με άλλα θέματα, η λύση του προβλήματος αυτού αντιπροσώπευε συμβιβασμό ανάμεσα στις θέσεις των μετριοπαθών και των ακραίων φιλελεύθερων. Μολονότι οι αυτόχθονες πέτυχαν να περιορίσουν τον ορισμό της ελληνικής ιθαγένειας, ο Μαυροκορδάτος κατόρθωσε να μην ενταχθεί ο προσδιορισμός αυτός στο Σύνταγμα αλλά σε ειδική κατηγορία νόμων, στα «Ψηφίσματα». Επίσης, πέτυχε, σε συνεργασία με τον Κωλέττη, να αλλοιώσει το μέτρο με μια σειρά από επεξηγήσεις, που στο σύνολό τους διεύρυναν τον προσδιορισμό του αυτόχθονος. Έτσι στους αυτόχθονες συμπεριλαμβάνονταν, εκτός από τους κατοίκους των περιοχών που είχαν αποτελέσει το ελληνικό βασίλειο το 1832, όλοι όσοι είχαν λάβει μέρος σε επαναστατικές ενέργειες σε οποιοδήποτε μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας και είχαν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα ως το 1827. Επίσης, αν και αποκλείονταν από τις δημόσιες υπηρεσίες όσοι δε συμπεριλαμβάνονταν στις παραπάνω κατηγορίες, εξαιρούνταν εκείνοι που υπηρετούσαν στο στρατό, στο ναυτικό, στην προξενική υπηρεσία και στην εκπαίδευση. Τέλος από εκείνους που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά το 1827 μπορούσαν να διορισθούν σε δημόσια υπηρεσία μετά από δύο χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1827-1833, μετά τρία χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1833-1837 και μετά από τέσσερα χρόνια όσοι είχαν εγκατασταθεί ανάμεσα στα 1837-1843.
Η κύρια κρίση ξέσπασε τον Ιανουάριο του 1844 με την έναρξη της συζήτησης για το δημόσιο δίκαιο των Ελλήνων και ειδικά για το άρθρο που καθόριζε τις προϋποθέσεις για την απόκτηση της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη. Στο Κείμενο I, μάλιστα, διευκρινίζεται πως στο πλαίσιο της συζήτησης για το τρίτο άρθρο του Συντάγματος που αφορούσε τον καθορισμό των ιδιοτήτων του Έλληνα πολίτη, το ζήτημα συγχεόταν με τον καθορισμό των προσόντων του δημοσίου υπαλλήλου, καθώς ζητούμενο για τους αυτοχθονιστές ήταν το ποιος θα αποκομίσει το πρακτικό όφελος που πρόσφερε ο τίτλος του πολίτη, δηλαδή μια θέση εργασίας στο δημόσιο. Αφορμή για το ξέσπασμα της κρίσης αποτέλεσε πρόταση που υποβλήθηκε στην Εθνοσυνέλευση και η οποία ζητούσε την απομάκρυνση από δημόσιες θέσεις όλων αυτών που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση, περιορίζοντας τις θέσεις απασχόλησης για τους αγωνιστές και τις οικογένειές τους. Στη συζήτηση που ακολούθησε, άλλοι πληρεξούσιοι απαίτησαν συνταγματική απαγόρευση της κατάληψης δημόσιων θέσεων από τους ετερόχθονες (συνεπώς και την απόλυση όσων ήδη κατείχαν δημόσιες θέσεις), ενώ άλλοι εναντιώθηκαν με οργή σε κάθε συνταγματική ρύθμιση που θα καθιέρωνε διακρίσεις μεταξύ Ελλήνων. Σύμφωνα με το Κείμενο I, άλλωστε, οι ετεροχθονιστές αντιμετώπιζαν την Επανάσταση ως κοινό έργο όλης της ελληνικής φυλής και δεν αποδέχονταν την επιχειρηματολογία των αυτοχθονιστών, η οποία παραγνώριζε την ομοψυχία αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου