Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Ιστορία Προσανατολισμού: Επαναληπτικό διαγώνισμα (2021)

 
Ιστορία Προσανατολισμού: Επαναληπτικό διαγώνισμα (2021)
 
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
 
ΘΕΜΑ Α1
Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων:
α. Κόμμα του Γ. Θεοτόκη.
β. Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών.
γ. Τάγματα εργασίας.
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Α2
Να γράψετε στο τετράδιό σας τους αριθμούς της Στήλης Α (γεγονότα) αντιστοιχίζοντάς τους με τις χρονολογίες της Στήλης Β (περισσεύουν δύο χρονολογίες).
 

Στήλη Α:

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στήλη Β:

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ

1. Απόβαση ελληνικού στρατού στη Σμύρνη

2. Εμφάνιση της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ιαπώνων

3. Ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος

4. Συμφωνία της Άγκυρας

5. Σύμβαση της Λοζάνης

1927

1923

1920

1919

1906

1908

1930

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ Β1
Να αναφερθείτε στο πρόγραμμα του γαλλικού κόμματος ως προς την εσωτερική πολιτική και να αιτιολογήσετε γιατί το κόμμα αυτό ονομάστηκε και «εθνικό κόμμα».
Μονάδες 12
 
ΘΕΜΑ Β2
Να αναφερθείτε στην εκλογική αναμέτρηση του Αυγούστου του 1910 στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν, τις επιδιώξεις τους και το εκλογικό αποτέλεσμα.
Μονάδες 13
 
ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
 
ΘΕΜΑ Γ1
Συνδυάζοντας τις ιστορικές γνώσεις σας και τις πληροφορίες των παραθεμάτων που σας δίνονται, να αναφερθείτε:
α. στο αναθεωρητικό έργο του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατά το πρώτο εξάμηνο του 1911 (Κείμενο Α)
Μονάδες 12
β. στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του κόμματος των Φιλελευθέρων (Κείμενο Β) Μονάδες 13
Μονάδες 25

ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Το Σύνταγμα του 1911, ενώ συνέθετε τη νομική έκφραση της συντελεσθείσας πολιτικής ανόδου της αστικής τάξης, απέφυγε (όπως και στο παρελθόν) να ταυτιστεί με αποφασιστικές τομές που είχαν διεκδικηθεί από τους επαναστάτες του 1909 και η όλη αναθεωρητική διαδικασία διοχετεύτηκε στην εδραίωση της εγκαθίδρυσης «κράτους δικαίου» που συμβάδιζε με τις θέσεις του Βενιζέλου για συστηματική αναδιοργάνωση και λειτουργία της κρατικής μηχανής σύμφωνα προς τα πρότυπα των προηγμένων δυτικοευρωπαϊκών κρατών. Η αναθεώρηση του 1911 προσπάθησε να εκφράσει και να ρυθμίσει ένα νέο συσχετισμό δυνάμεων στο συνασπισμό της εξουσίας αφήνοντας άθικτες όμως τις εξουσίες του βασιλιά και συναρτώντας τη συνταγματική διασφάλιση των βασιλικών προνομίων από τη μη καθιέρωση, με ρητή συνταγματική διάταξη, της «δεδηλωμένης».
 
Παύλος Β. Πετρίδης, Πολιτικές Δυνάμεις και Συνταγματικοί Θεσμοί στη Νεώτερη Ελλάδα (1844 έως 1940), εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 95.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Το Κόμμα των Φιλελευθέρων ήταν το μόνο ελληνικό κόμμα, ιδίως κατά τη δεκαετία του 1910, που διέθετε κάποιες οργανώσεις βάσης (τις «Λέσχες των Φιλελευθέρων») των οποίων η δραστηριότητα εξακολουθούσε ακόμα και κατά τις μη προεκλογικές περιόδους. Η δύναμη, βέβαια, και η παρέμβαση αυτών των οργανώσεων στη λειτουργία του κόμματος υπήρξαν περιορισμένες και η δραστηριότητά τους εμβρυακή. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων, εξάλλου, δεν κατόρθωσε ποτέ να γίνει κόμμα μαζών, ούτε να οργανώσει το συνέδριό του. Ο δε συγκεντρωτικός χαρακτήρας της διεύθυνσής του ήταν, πέρα από κάθε αμφιβολία, απόλυτος. Η μονοκρατορία του Βενιζέλου αδιαφιλονίκητη.
Η αδυναμία του Κόμματος των Φιλελευθέρων να γίνει ένα δημοκρατικά οργανωμένο και με έντονη εσωτερική ζωή κόμμα μαζών μπορεί να αποδοθεί σε παράγοντες που έχουν σχέση τόσο με τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού κοινωνικού χώρου, όσο και στο χαρακτήρα αυτού του κόμματος που αντικατοπτρίζει επίσης τις ιδιαίτερες συνθήκες γέννησής του. Η αντίσταση, πρώτ’ απ’ όλα, των τοπικών κομμάτων συνέβαλε σε αυτό κατά πολύ.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Η προσωπικότητα του Βενιζέλου καθώς και η θέση που καταλάμβανε στους κόλπους του κόμματος δεν άφηναν και πολλές ευκαιρίες σε ένα ενδεχόμενο κομματικό μηχανισμό, είτε για να φθάσει σε μια δημοκρατική λειτουργία, είτε για να πάρει σοβαρές πρωτοβουλίες. Με τον ίδιο τρόπο που η παρουσία του στο κέντρο του ελληνικού πολιτικού συστήματος, στο σύνολό του, προκαλούσε ένα είδος εξάρθρωσής του, [...] έτσι, και για ένα παραπάνω λόγο, ο οργανωτικός μηχανισμός του κόμματός του δύσκολα θα μπορούσε να αναπνεύσει αυτόνομα δίπλα στον Βενιζέλο. Περίπτωση επεξεργασίας συλλογικής κομματικής βούλησης γινόταν αδιανόητη. Ο Βενιζέλος γινόταν υποκατάστατο σκέψης και δράσης των βενιζελικών.
 
Θανάσης Διαμαντόπουλος, Ο Βενιζελισμός της Ανόρθωσης, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 1985, σσ. 57-58, 71-72
 
ΘΕΜΑ Δ1
Αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις: 1) να επισημάνετε το ρόλο της «Μεγάλης Ιδέας» στην πολιτική και την οικονομία κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της Ελλάδας (Μονάδες 10) και 2) να παρουσιάσετε τις επιλογές του «βενιζελισμού» αναφορικά με τις εθνικές επιδιώξεις και τον εκσυγχρονισμό του κράτους (Μονάδες 15).
 
Κείμενο Α
Για τους Έλληνες η καθολικότητα της Μεγάλης Ιδέας ήταν συμπληρωματική της αοριστίας της: ένα άλλοθι, μια θαυματουργή γέφυρα των αντιθέσεων, μία μετάθεση στο άδηλο μέλλον της λύσης όχι μόνο του αλυτρωτικού ζητήματος –που άλλωστε η Μεγάλη Ιδέα δεν το αφορούσε ρητά και αποκλειστικά–, αλλά του συνόλου των ελληνικών προβλημάτων.
 
Έλλης Σκοπετέα, «“Το πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα», σελ. 268, εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα 1988.
 
Κείμενο Β
Ο βενιζελισμός αποδεικνύεται ο πιο συνεπής, διορατικός και πραγματιστικός φορέας της εθνικής ολοκλήρωσης. […] Αυτοκαθορίζεται και νομιμοποιείται με αναφορά στο Έθνος ως ενιαίο σύνολο, που αγκαλιάζει Παλαιά Ελλάδα, Νέες Χώρες και αλύτρωτους.
 
Γιώργου Μαυρογορδάτου, «Μελέτες και Κείμενα για την περίοδο 1909-1940», σελ. 43-44, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα 1982.
 
Κείμενο Γ
«Με την φυσικήν επάνοδον εις τα όρια εντός των οποίων ο ελληνισμός έδρασεν από της προϊστορικής εποχής, να δημιουργήσωμεν, λέγω, μίαν μεγάλην Ελλάδα ισχυράν και πλουσίαν, ικανήν να αναπτύξη εντός των ορίων την ζωτικήν βιομηχανίαν, ικανήν ως εκ των συμφερόντων τα οποία θα εξεπροσώπει, να συνάψη συμβάσεις μετ’ άλλων κρατών υπό τους αρίστους δυνατούς όρους».
(Αγόρευση του Βενιζέλου στη Bουλή τον Σεπτέμβριο του 1915).
--------------------------------------------------------------------------
Δεν οιστρηλατούσε* πλέον τους αστούς η μορφή του μαρμαρωμένου βασιλιά, τους εξεσήκωνεν η σκέψις ότι πρέπει η Ελλάς να παύση να είναι ψωροκώσταινα…
(Κρίση του Θ. Βαΐδη στο έργο του «Ελ. Βενιζέλος» για τους οικονομικούς στόχους της εθνικής εξόρμησης).
 
Θ. Διαμαντόπουλου, «Οι πολιτικές δυνάμεις της βενιζελικής περιόδου. Ο βενιζελισμός», τόμος 1ος, τεύχος α΄, σελ. 152, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα 1985.
---------------------
* οιστρηλατώ: μεταδίδω ενθουσιασμό
 
Ενδεικτικές απαντήσεις
 
ΘΕΜΑ Α1
α. Το κόμμα του Γ. Θεοτόκη ήταν πιο μετριοπαθές από τα άλλα δύο αντιβενιζελικά κόμματα και ζητούσε να διορθώσει αυτά που θεωρούσε λάθη των Φιλελευθέρων. Συμφωνούσε με την πάση θυσία αύξηση των εξοπλισμών και ζητούσε φορολογικές ελαφρύνσεις για τους μικροεισοδηματίες. Από το κίνημα στο Γουδί έως τη συνταγματική κρίση του 1915, μεταξύ των αντιβενιζελικών κομμάτων το θεοτοκικό κόμμα είχε τη μεγαλύτερη εκλογική βάση, και έτσι αποτέλεσε τον πυρήνα των Αντιβενιζελικών.
 
β. Η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών, που υπαγόταν στο Υπουργείο Γεωργίας, συστάθηκε το 1924, για να βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας, στη Μικτή Επιτροπή. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της, μάλιστα, ιδρύθηκαν κατά τόπους Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών. Όπως γνωρίζουμε, η Σύμβαση ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας προέβλεπε την αποζημίωση των ανταλλάξιμων προσφύγων για τις περιουσίες που εγκατέλειψαν στις πατρίδες τους, από το κράτος υποδοχής. Το έργο της εκτίμησης της αξίας των εκατέρωθεν περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν ανέλαβε η Μικτή Επιτροπή.
 
γ. Μία από τις μεθόδους καταπίεσης των Ελλήνων της Μικράς Ασίας κατά τη διάρκεια του πρώτου διωγμού (1914) ήταν τα τάγματα εργασίας, τα οποία επάνδρωναν οι άνδρες άνω των 45 ετών, που δεν στρατεύονταν. Εκεί πολλοί πέθαναν από κακουχίες, πείνα και αρρώστιες. Όσοι είχαν ηλικία 20-45 ετών μπορούσαν αρχικά να εξαγοράσουν τη στρατιωτική τους θητεία. Όσοι δεν πλήρωσαν χαρακτηρίστηκαν λιποτάκτες. Μετά την κατάργηση της δυνατότητας εξαγοράς της θητείας σημειώθηκαν χιλιάδες λιποταξίες και όσοι συνελήφθησαν, εκτελέστηκαν.
 
ΘΕΜΑ Α2
1. 1919
2. 1906
3. 1927
4. 1930
5. 1923
 
ΘΕΜΑ Β1
Το πρόγραμμα του γαλλικού κόμματος, ως προς την εσωτερική πολιτική, ήταν ασαφές. Η ικανοποίηση των αιτημάτων των απομάχων του πολέμου ήταν η μόνη σαφής διεκδίκηση. Βασική πολιτική επιδίωξη του κόμματος ήταν η κατοχύρωση των δικαιωμάτων του λαού απέναντι στη μοναρχική εξουσία, με την παραχώρηση συντάγματος, και η καθιέρωση μιας ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας. Κατά την περίοδο της βαυαροκρατίας το γαλλικό κόμμα αγωνίστηκε εναντίον της ξενοκρατίας στο στράτευμα και τη διοίκηση και απαιτούσε την επάνδρωσή τους με ελληνικά στελέχη.
Το γαλλικό κόμμα υποστήριζε την πολιτική διεύρυνσης των εδαφικών ορίων του κράτους, εκφράζοντας κατά κύριο λόγο τα συμφέροντα των ατάκτων, οι οποίοι μπορούσαν να κερδίσουν τη ζωή τους μόνο από τον πόλεμο. Ασφαλώς, μέλημα των προσφύγων από αλύτρωτες περιοχές ήταν η απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Εξαιτίας αυτής της πολιτικής ονομάστηκε και «εθνικό κόμμα».
 
ΘΕΜΑ Β2
Πριν από τις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 δεν είχε συγκροτηθεί κανένα νέο μεγάλο κόμμα που να υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες προτάθηκαν το 1909/1910. Φορείς των νέων ιδεών υπήρξαν ανεξάρτητοι υποψήφιοι, οι οποίοι είτε κατά μόνας είτε μαζί με άλλους, σε ανεξάρτητα ψηφοδέλτια, διεκδικούσαν τις ψήφους των δυσαρεστημένων με τα παλαιά κόμματα εκλογέων. Αυτοί οι ανεξάρτητοι πολιτικοί, με το γενικό σύνθημα της «ανόρθωσης», ανάλογα με την περιοχή που ήταν υποψήφιοι και τον πληθυσμό στον οποίο απευθύνονταν, εννοούσαν είτε την υλοποίηση των αιτημάτων των συντεχνιών, όπως εκφράστηκαν στα συλλαλητήρια του 1909, είτε την επίλυση του αγροτικού ζητήματος, με την παροχή γης στους ακτήμονες. Σε κάποιες εκλογικές περιφέρειες έθεσαν υποψηφιότητα σοσιαλιστές και για πρώτη φορά εμφανίστηκε η σοσιαλδημοκρατική «Κοινωνιολογική Εταιρεία». Τα παλαιά κόμματα συμμετείχαν στις εκλογές ως συνασπισμός και τελικά κέρδισαν τις περισσότερες έδρες στη Βουλή. Από τις 362 έδρες εξασφάλισαν 211, ενώ 29 έδρες κέρδισαν ανεξάρτητοι που ανήκαν στον πολιτικό χώρο των παλαιών κομμάτων και 122 ανεξάρτητοι εκσυγχρονιστές.
Οι εκσυγχρονιστές συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του κρητικού ηγέτη Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος εξελέγη χωρίς να συμμετέχει στην προεκλογική αναμέτρηση.
 
ΘΕΜΑ Γ1
α) Ο Βενιζέλος μετά τις δεύτερες εκλογές του 1910 ήταν πλέον ελεύθερος να προχωρήσει στο μεταρρυθμιστικό του έργο. Το πρώτο εξάμηνο του 1911 ψηφίστηκαν από τη Βουλή 53 τροποποιήσεις μη θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματος. Δεν έγιναν ριζικές αλλαγές, αλλά αντίθετα, ενισχύθηκε η θέση της μοναρχίας και επετράπη στον βασιλιά, παρά τη συνταγματική απαγόρευση, να συμμετάσχει στη διαδικασία της αναθεώρησης. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Παύλος Β. Πετρίδης (Κείμενο Α), αν και μέσω του Συντάγματος αυτού διαφαινόταν και σε νομικό επίπεδο η πολιτική επικράτηση της αστικής τάξης, δεν συντελέστηκαν, ωστόσο, οι βαθιές εκείνες αλλαγές που είχαν διεκδικηθεί από τους επαναστάτες του 1909. Μέσω αυτού ο Βενιζέλος επιδίωξε περισσότερο την καθιέρωση μιας νέας ισορροπίας δυνάμεων, χωρίς να μειώσει μήτε στο ελάχιστο τις εξουσίες του βασιλιά, διασφαλίζοντας αντιθέτως τη συνταγματική διατήρηση των προνομίων του με το να μην υπάρξει σαφής συνταγματική διάταξη για τη «δεδηλωμένη». Οι σπουδαιότερες τροποποιήσεις αφορούσαν τη διασφάλιση της διάκρισης των εξουσιών, το ασυμβίβαστο μεταξύ στρατιωτικής και δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας αφ' ενός και βουλευτικού αξιώματος αφ’ ετέρου, και τη μονιμότητα των δικαστικών και των δημοσίων υπαλλήλων.
Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Παύλο Β. Πετρίδη (Κείμενο Α), η προσπάθεια του Βενιζέλου, κατά τη διαδικασία της αναθεώρησης, επικεντρώθηκε κυρίως στην εδραίωση «κράτους δικαίου», ώστε να καταστεί εφικτή η αναδιαμόρφωση και η ορθότερη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού κατά τα πρότυπα των ανεπτυγμένων κρατών της δυτικής Ευρώπης. Έτσι, η κυβέρνηση Βενιζέλου ψήφισε επίσης 337 νέους νόμους, οι οποίοι εισήγαγαν μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν όλο το φάσμα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου: π.χ. διορισμός δημοσίων υπαλλήλων με δημόσιους διαγωνισμούς, καθιέρωση κανονισμών εργασίας σε βιοτεχνίες και βιομηχανίες, διανομή γης στη Θεσσαλία, αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, βελτίωση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναθεώρηση του κανονισμού της Βουλής με σκοπό να διαθέτουν οι υπουργοί περισσότερο χρόνο για κοινοβουλευτικές συζητήσεις κ.λπ.
 
β) Όσον αφορά τη δομή του βενιζελικού κόμματος, αυτό ήταν σε μεγάλο βαθμό προσωποπαγές. Ο Βενιζέλος, με ισχυρή θέση στο Κοινοβούλιο και μεγάλο κύρος, είχε τα πάντα υπό τον έλεγχο του, όπως και ο Τρικούπης. Σύμφωνα με τον Θανάση Διαμαντόπουλο (Κείμενο Β), η προσωπικότητα του Βενιζέλου ήταν τέτοια, ώστε δεν υπήρχαν περιθώρια για τη διαμόρφωση ενός κομματικού μηχανισμού δημοκρατικής λειτουργίας ή έστω ικανού να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες. Ο όποιος οργανωτικός μηχανισμός του κόμματος δεν είχε τη δυνατότητα αυτόνομης δράσης ή διαμόρφωσης συλλογικής κομματικής βούλησης, εφόσον η παρουσία του Βενιζέλου υποκαθιστούσε και κατ’ επέκταση αδρανοποιούσε τη σκέψη και τη δράση των βενιζελικών. Κατά τον ίδιο τρόπο, άλλωστε, η παρουσία του Βενιζέλου στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής του τόπου, ήταν αρκετή για να «εξαρθρώσει» το σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Οι σύνδεσμοι Φιλελευθέρων που είχαν ιδρυθεί δεν έπαιζαν κάποιον ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής του κόμματος και δεν διέφεραν σημαντικά από τις τοπικές ομάδες φίλων που σχημάτιζαν τα παραδοσιακά κόμματα. Το 1912 άρχισε να αναδιοργανώνεται το κόμμα, με την ίδρυση Λέσχης Φιλελευθέρων στην Αθήνα και σε ορισμένες άλλες εκλογικές περιφέρειες. Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος (Κείμενο Β), επισημαίνει, ωστόσο, πως οι «Λέσχες των Φιλελευθέρων», παρά το γεγονός πως βρίσκονταν σε συνεχή λειτουργία, ακόμη δηλαδή κι όταν δεν ήταν προεκλογική περίοδος, και παρόλο που κανένα άλλο κόμμα κατά τη δεκαετία του 1910 δεν είχε ανάλογες οργανώσεις, δεν είχαν ουσιαστική δύναμη και δεν μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργία του κόμματος. Δεν αποτέλεσε, άλλωστε, η ύπαρξή τους μήτε το μέσο για να γίνει το κόμμα των Φιλελευθέρων ένα κόμμα με ενεργή συμμετοχή των υποστηρικτών του ή έστω να οργανώσει το κομματικό του συνέδριο. Αιτία όλων αυτών, βέβαια, ο συγκεντρωτικός τρόπος λειτουργίας του συγκεκριμένου κόμματος, καθώς όλα βρίσκονταν υπό τον απόλυτο και αδιαμφισβήτητο έλεγχο του Βενιζέλου. Σχολιάζοντας, μάλιστα, ο Θανάσης Διαμαντόπουλος, το γεγονός πως το κόμμα των Φιλελευθέρων δεν κατόρθωσε να αποκτήσει μια δημοκρατικά λειτουργούσα οργανωτική βάση, ούτε να γίνει ένα κόμμα με ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών-ψηφοφόρων στις εσωτερικές του διεργασίες, αναφέρει πως αυτό οφείλεται, πέρα από τον συγκεντρωτισμό του Βενιζέλου, αφενός στις ιδιομορφίες της ελληνικής κοινωνίας και αφετέρου στις συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργήθηκε το κόμμα αυτό, υπενθυμίζοντας την αντίδραση που υπήρξε απέναντί του από τα τοπικά κόμματα. Οι βενιζελικοί είχαν πλάσει στο νου τους ένα ιδεατό κόμμα, χωρίς τις μικρότητες και τις διχόνοιες της παλιάς πολιτικής ελίτ, όμως αυτό δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα. Η ηγεσία έπρεπε αναγκαστικά να λαμβάνει υπόψη κοινωνικά και τοπικά συμφέροντα καθώς και αντιπαλότητες ανάμεσα σε στελέχη, όπως συνέβαινε και σε κάθε άλλο κόμμα.
 
ΘΕΜΑ Δ1
1. Η πρόοδος του εκτός των εθνικών συνόρων ελληνισμού, από τις πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση, ταλάνιζε το μικρό βασίλειο. Ενίσχυε την ιδέα ότι το υπάρχον κράτος δεν ήταν παρά μία ημιτελής κατασκευή, τα θεμέλια απλώς για κάτι μεγαλύτερο. Η «Μεγάλη Ιδέα» που εκπορεύθηκε απ’ αυτήν την αντίληψη, δημιουργούσε προσδοκίες για ολοκλήρωση του εθνικού οράματος, που προϋπέθετε σημαντική διεύρυνση των συνόρων. Όπως, μάλιστα, επισημαίνεται στο Κείμενο Α, η Μεγάλη Ιδέα είχε καθολικές διαστάσεις, αλλά ήταν αόριστη, υπό την έννοια ότι λειτουργούσε ως ένα γενικό άλλοθι για τα προβλήματα της χώρας. Δεν περιοριζόταν, άλλωστε, μόνο ή κυρίως στο θέμα της απελευθέρωσης των αλύτρωτων περιοχών, αλλά αφορούσε κάθε πιθανό πρόβλημα της χώρας, την επίλυση των οποίων μετέθετε απροσδιόριστα σε κάποιο μελλοντικό σημείο. Η έντονη παρουσία της εθνικής αυτής ιδεολογίας είχε επιπτώσεις στον πολιτικό και οικονομικό χώρο, ιδιαίτερα σε εποχές που τα προβλήματα έμοιαζαν με ανοικτές πληγές, στην περίπτωση της Κρήτης ή, αργότερα, της Μακεδονίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους, μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, αποκλειστικά στα εσωτερικά ζητήματα, στην οικονομική ανόρθωση και τη γεφύρωση του χάσματος με τη Δύση. Όλα αυτά συνυφαίνονταν με το εθνικό όραμα, μεγαλώνοντας το κόστος των προσπαθειών και καθιστώντας συχνά τις οικονομικές πρωτοβουλίες έρμαια των εθνικών κρίσεων.
 
2. Στην περίοδο 1910-1922, κατά την οποία η Ελλάδα βρισκόταν σε συνεχή πολεμική ετοιμότητα, εμφανίστηκε μια νέα πολιτική αντίληψη, που εκφράστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και ονομάστηκε συνοπτικά «βενιζελισμός». Είναι δύσκολο να ορίσουμε με λίγα λόγια τι ακριβώς ήταν αυτή η πολιτική, στον οικονομικό όμως τομέα φαίνεται ότι ο βενιζελισμός θεωρούσε το ελληνικό κράτος ως μοχλό έκφρασης και ανάπτυξης του ελληνισμού. Το ελληνικό κράτος δηλαδή έπρεπε να επιδιώξει την ενσωμάτωση του εκτός συνόρων ελληνισμού και, με ενιαία εθνική και κρατική υπόσταση, να διεκδικήσει τη θέση του στον τότε σύγχρονο κόσμο. Αυτό προϋπέθετε όχι μόνο θεσμικό εκσυγχρονισμό, που θα καθιστούσε το κράτος αποτελεσματικό και αξιόπιστο, αλλά και γενικότερη προσήλωση στην ιδέα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του έθνους. Χαρακτηριστική ως προς τη δυναμική της νέας πολιτικής αυτής αντίληψης η επισήμανση του Κειμένου Β, όπου ο βενιζελισμός παρουσιάζεται ως αποτελεσματικός, καθώς και διορατικός φορέας της εθνικής ολοκλήρωσης, μιας και εντάσσει στο πλαίσιό του συνολικά το ελληνικό έθνος, χωρίς να κάνει διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που κατοικούσαν στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος και σ’ αυτούς που βρίσκονταν σε τουρκοκρατούμενες ακόμη περιοχές. Αποκτά κατ’ αυτό τον τρόπο την αναγκαία νομιμοποίηση, εφόσον στο πλαίσιό του το ελληνικό έθνος παρουσιάζεται αδιαίρετο.
Ο Βενιζέλος δεν ήταν μόνος στη διαδικασία διαμόρφωσης και υλοποίησης των νέων επιλογών. Συσπείρωσε γύρω του μια δραστήρια αστική τάξη που εξακολουθούσε ακόμα να πλουτίζει σε όλη τη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου και που φιλοδοξούσε να κυριαρχήσει και πολιτικά στο χώρο όπου άπλωνε τις οικονομικές της δραστηριότητες. Κατά την περίοδο αυτή, υπήρχε ακόμα ισχυρή ελληνική οικονομική παρουσία στα λιμάνια της Νότιας Ρωσίας, στη λεκάνη του Δούναβη και το εσωτερικό της Ρουμανίας, στον Πόντο και τα μικρασιατικά παράλια, στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, τη Θεσσαλονίκη, την Αίγυπτο, το Σουδάν, την Αλεξάνδρεια. Όλος αυτός ο πλούτος μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο μέσα από τη δημιουργία ενός ισχυρού εθνικού κέντρου, μιας περιφερειακής δύναμης ικανής να παρεμβαίνει και να προστατεύει τα συμφέροντα των πολιτών της. Συναφές το σχόλιο του ίδιου του Ελευθέριου Βενιζέλου, που καταγράφεται στο Κείμενο Γ, πως η δημιουργία μιας ισχυρής και μεγάλης Ελλάδας, που θα κάλυπτε τα όρια εντός των οποίων ο ελληνισμός έδρασε ήδη από την περίοδο της προϊστορίας του, θα επέτρεπε την ανάπτυξη ισχυρής βιομηχανίας, η οποία θα ήταν σε θέση να συνάπτει τις καλύτερες δυνατές συμβάσεις με τα άλλη κράτη, χάρη στο γεγονός ότι θα εκπροσωπούμε τα συμφέροντα μιας πλούσιας πια χώρας. Το αίτημα, άλλωστε, για τη δημιουργία ισχυρού εθνικού κέντρου ήταν αρκετά κρίσιμο, σε μια εποχή κατά την οποία πολλά εθνικιστικά κινήματα έκαναν αισθητή την παρουσία τους. Για τους λόγους αυτούς η Μεγάλη Ιδέα και οι προϋποθέσεις της -ο εκσυγχρονισμός του κράτους- αποτέλεσαν ισχυρά ιδεολογικά, πολιτικά και οικονομικά ερείσματα για τη διεκδίκηση της Μεγάλης Ελλάδας με πιθανότητες επιτυχίας. Όπως σημειώνεται στο Κείμενο Γ, πλέον δεν επαρκούσε ο μύθος του μαρμαρωμένου βασιλιά της Κωνσταντινούπολης για να κινητοποιήσει τους αστούς. Εκείνο που τους ενθουσίαζε ήταν η βασική επιδίωξη πως η Ελλάδα δεν έπρεπε να παραμείνει άλλο ένα φτωχό κράτος. Χαρακτηριστικό είναι ότι στα χρόνια αυτά της μεγάλης προσπάθειας οι προϋπολογισμοί του κράτους ήταν συνήθως πλεονασματικοί. Το 1911 τα έσοδα του προϋπολογισμού ήταν 240.000.000 και τα έξοδα μόνο 181.000.000 δραχμές, παρά τις αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες.
Το 1910 οι πρόοδοι της εθνικής οικονομίας ήταν εμφανείς. Η αγροτική κρίση αντιμετωπίστηκε με την υπερπόντια μετανάστευση, η οποία, κατά την εποχή αυτή, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Η μετανάστευση στις ΗΠΑ όχι μόνο εκτόνωσε τις κοινωνικές εντάσεις που δημιούργησε η σταφιδική κρίση αλλά πολύ γρήγορα ενίσχυσε την οικονομία της υπαίθρου μέσω των πολύ σημαντικών εμβασμάτων των μεταναστών.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου