Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Πρόσφυγες από τη Χίο κατά τον 19ο αιώνα (πηγή)

Cavan images
 
Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Πρόσφυγες από τη Χίο κατά τον 19ο αιώνα (πηγή)
 
Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και τα κείμενα που ακολουθούν να παρουσιάσετε την πορεία και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες από τη Χίο κατά τον 19ο αιώνα.
 
Κείμενο Α
Η αποτυχηµένη εκστρατεία εναντίον της Χίου
Η εκστρατεία της Χίου είχε αναληφθή µε πρωτοβουλία και µε δαπάνες των Χίων της Σύρου κυρίως και είχε εγκριθή «εξ αλογιστίας και χαλαρότητος» από την Αντικυβερνητική Επιτροπή*, που διέθετε για την εκστρατεία αυτή το σώµα του τακτικού στρατού υπό τον Φαβιέρο.
Η επιχείρηση ήταν εκ των προτέρων καταδικασµένη σε αποτυχία, εφόσον ούτε οι Χίοι ούτε η ελληνική κυβέρνηση διέθεταν τα απαιτούµενα οικονοµικά µέσα, για να είναι δυνατόν να εξασφαλίζωνται συνεχείς ενισχύσεις (...) και διαρκής παρουσία ισχυρών ελληνικών ναυτικών δυνάµεων, ώστε να εξουδετερώνωνται οι δυσµενείς συνέπειες από τη γεωγραφική θέση του νησιού, οι δυνατότητες δηλαδή του εχθρού να στέλνη µεγάλες ενισχύσεις ιδίως από τη Σµύρνη.
 
Αντικυβερνητική Επιτροπή: Εκλεγμένη από τη Γ΄ Εθνοσυνέλευση το 1827 είχε αναλάβει τη διοίκηση της χώρας μέχρι την έλευση του Ι. Καποδίστρια.
 
Αλέξ. ∆εσποτόπουλος, Η Επανάσταση κατά το 1828, Ι.Ε.Ε., τόµ. ΙΒ΄, σ. 490
 
Κείμενο Β
Οι Χίοι της Ερµούπολης οργανώνουν εκστρατεία
Μετά την καταστροφήν αυτής [της Χίου], τινές των πολιτών της συνοικισθέντες εν Σύρα χάριν εµπορίου και πεινώντες και διψώντες την ανέγερσιν της πατρίδος των (...) συνάξαντες ικανά χρήµατα παρά των εν τη αλλοδαπή συµπολιτών, και καταθέσαντες και αυτοί εις κίνησιν ναυτικής και στρατιωτικής δυνάµεως και πορισµόν των αναγκαίων, ανέθεσαν την πραγµατοποίησιν του πατριωτικού σκοπού των εις εντίµους συναδέλφους των (...). Συστηθείσα η επιτροπή αύτη κατ’ έγκρισιν της κυβερνήσεως, συνεννοήθη µετά του Φαβιέρου (...).
 
Σπ. Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόµ. ∆΄, σσ. 213-214.
 
Κείμενο Γ
Οι Χίοι πρόσφυγες νοσταλγούν το νησί τους
Η εν Ελλάδι δυστυχία των καλοµαθηµένων Χίων (...) παρεκίνησαν πολλούς να φύγουν εις διαφόρους λιµένας της Μεσογείου. (...) Γενικώς η κατάστασίς των ήτο οικτρά, εν ω αι υπέρ αυτών ενέργειαι της κυβερνήσεως ήσαν σπασµωδικαί. (...) Η απελπισία των ηύξανεν ένεκα της αδιαφόρου και ενίοτε ασπλάγχνου, κατά την γνώµιν των, στάσεως των λοιπών Ελλήνων, ιδίως των πόλεων. Ήρχιζον λοιπόν να αναπολούν µετά νοσταλγίας την Χίον εις την οποίαν κατά βάθος επεθύµουν να επιστρέψουν, έστω και αν αύτη ευρίσκετο υπό το πέλµα των Τούρκων.
(...) Και πραγµατικώς χάρις εις την επί του νέου διοικητού τής Χίου Γιουσούφ µπέη αποκατασταθείσαν εν τη νήσω τάξιν και την υπ’ αυτού εγκαινιασθείσαν φιλάνθρωπον πολιτικήν έναντι των ορθοδόξων Χριστιανών, πάµπολλοι φυγάδες Χίοι, ιδίως από του Οκτωβρίου του 1822, ήρχισαν να επιστρέφουν εις την πατρίδα των (...) και να αναλαµβάνουν τας προτέρας των εργασίας εν µέσω µυρίων δυσκολιών εις την ηρειπωµένην χώραν (...).
Η επιτροπή των ελευθέρων Χίων δια του από 5 Οκτωβρίου 1825 εγγράφου της προς το βουλευτικόν (...) αναφέρει ότι µόνον το 1/4 των διασωθέντων επανήλθεν εις την νήσον «και τούτο είναι εκ των ασηµάντων χωρικών, οίτινες δουλεύουν ως ανδράποδα εις τους Τούρκους, διότι κανείς εκ των χωραϊτών ούτε εκ των σηµαντικών δεν είναι δεκτός τώρα εις την Χίον».
 
Απ. Βακαλόπουλος, Πρόσφυγες και Προσφυγικόν Ζήτηµα κατά την Επανάστασιν του 1821, Ιστορική Μελέτη, Εν Θεσσαλονίκη 1939, σσ. 54-56.
 
Ενδεικτική απάντηση
 
Μετά την καταστροφή της Χίου και τη μαζική μεταφορά των κατοίκων της στα Ψαρά, ανέκυψε πρόβλημα από το πλήθος των προσφύγων που κατέκλυσε το νησί. Οι Ψαριανοί έδειξαν και πάλι φροντίδα, παραχωρώντας στους Χίους πρόχειρα καταλύματα. Το αδιαχώρητο που δημιουργήθηκε αντιμετωπίστηκε, όπως και παλαιότερα, με τη μεταφορά μεγάλου αριθμού Χίων στις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο. Γενικά, η διάθεση των Κυκλαδιτών απέναντι τους ήταν φιλική και οι Χίοι προσαρμόστηκαν εύκολα.
Όσοι μεταφέρθηκαν στην Πελοπόννησο, βρέθηκαν στην πυρπολημένη Κόρινθο πεινασμένοι και χωρίς καμία περίθαλψη. Μερικοί αποβιβάστηκαν στον Πειραιά και από εκεί πήγαν στην Αθήνα. Η κυβέρνηση έδειξε φροντίδα για όλους αυτούς: παραχώρησε χώρους στέγασης και καταλύματα και ανέλαβε τη δαπάνη της συντήρησης των απόρων, των χηρών και των ορφανών. Στη συνέχεια διαμοίρασε τους πρόσφυγες σε γύρω χωριά και κωμοπόλεις και ζήτησε από τους προκρίτους να τους φροντίζουν. Τα μέτρα περίθαλψης όμως ατόνησαν μέσα σ’ ένα μήνα, γιατί έπρεπε η κυβέρνηση να εξοικονομήσει πόρους για την προετοιμασία της άμυνας, ενόψει της επικείμενης εκστρατείας του Δράμαλη.
Η νοσταλγία για την ιδιαίτερη πατρίδα τους και οι κακουχίες στην προσφυγιά τόνωσαν την επιθυμία των Χίων να επιστρέψουν στο νησί τους, έστω κι αν αυτό βρισκόταν υπό τουρκική κατοχή. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Απόστολου Βακαλόπουλου (Κείμενο Γ), οι πρόσφυγες από τη Χίο βίωσαν δύσκολες στιγμές στον ελληνικό χώρο, καθώς είχαν συνηθίσει να ζουν υπό πολύ καλύτερες συνθήκες στο νησί τους, γι’ αυτό, άλλωστε, αρκετοί κατέφυγαν από νωρίς σε άλλες μεσογειακές χώρες. Οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν στην Ελλάδα ήταν πολλές, η μέριμνα της ελληνικής κυβέρνησης για εκείνους ήταν ανοργάνωτη και αποσπασματική, αλλά και η στάση των ντόπιων απέναντί τους, όπως τουλάχιστον εκείνοι το αντιλαμβάνονταν, ήταν σκληρή και αφιλόξενη, ιδίως στα αστικά κέντρα. Έτσι, πολύ γρήγορα άρχισαν να επιθυμούν την επιστροφή στο νησί τους. Από τον Οκτώβριο του 1822, αρκετοί άρχισαν να επιστρέφουν. Με βάση τις πρόσθετες πληροφορίες του Απόστολου Βακαλόπουλου (Κείμενο Γ), μόλις η Χίος πέρασε στη διοίκηση του Γιουσούφ μπέη υπήρξε αφενός αποκατάσταση της τάξης στο νησί και αφετέρου υιοθετήθηκε μια πολιτική πιο φιλική και δεκτική απέναντι στους Χριστιανούς ορθόδοξους, γεγονός που ενθάρρυνε πολλούς να επιστρέψουν πίσω και να καταπιαστούν και πάλι με τις πρότερες ασχολίες τους, έστω κι αν αντιμετώπισαν πολλά εμπόδια, μιας και το νησί ήταν ερειπωμένο από την καταστροφή που είχε προηγηθεί. Σύμφωνα, πάντως, με έγγραφο που απέστειλε η επιτροπή των ελεύθερων Χίων στο βουλευτικό, στις 5 Οκτωβρίου του 1825, μικρό μόνο μέρος από όσους Χίους διασώθηκαν επέστρεψαν στο νησί, το ¼ περίπου, κι αυτοί που επέστρεψαν δεν ανήκαν ούτε στους αστούς της Χίου ούτε στις σημαντικές οικογένειες του νησιού, αφού δεν τους δέχονταν πίσω, ήταν κυρίως άποροι χωρικοί, οι οποίοι κατέληξαν να εργάζονται ως υπηρέτες των Τούρκων. Όσοι Χίοι παρέμειναν στην Ελλάδα, αντίθετα με άλλους πρόσφυγες, εργάστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης, όχι για αποκατάσταση στους τόπους που είχαν προσφύγει, αλλά για ανακατάληψη του νησιού τους. Όπως αναφέρει ο Σπυρίδων Τρικούπης (Κείμενο Β), οι Χίοι πρόσφυγες της Σύρου, που είχαν βρεθεί εκεί, μετά την καταστροφή του νησιού τους, για να ασκήσουν την εμπορική δραστηριότητα, δεν έπαψαν ποτέ να επιθυμούν με ένταση την αποκατάσταση της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Για τον λόγο αυτό συγκέντρωσαν χρήματα από συντοπίτες τους που διέμεναν στο εξωτερικό και συνεισέφεραν κι εκείνοι προκειμένου να συγκροτήσουν ναυτική και στρατιωτική δύναμη με τα αναγκαία εφόδια. Κατόπιν εμπιστεύτηκαν την ευόδωση της σχετικής προσπάθειας σε ηθικά ακέραιους συμπολίτες τους, οι οποίοι αφού έλαβαν την έγκριση της κυβέρνησης συγκρότησαν μια επιτροπή και ήρθαν σε συνεννόηση με τον Φαβιέρο. Η αποτυχημένη επιχείρηση του Φαβιέρου (1827-1828), που προετοιμάστηκε από Χίους πρόσφυγες για το σκοπό αυτό, έθεσε άδοξο τέλος σε αυτές τις προσπάθειες και γέννησε νέο κύμα Χίων προσφύγων προς τη Σάμο και τις Κυκλάδες. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Αλέξανδρο Δεσποτόπουλο (Κείμενο Α), η εκστρατεία αυτή ξεκίνησε με πρωτοβουλία των Χίων που διέμεναν στη Σύρο, οι οποίοι ανέλαβαν και το οικονομικό της κόστος. Συνυπεύθυνη, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, ήταν και η Αντικυβερνητική Επιτροπή της περιόδου εκείνης, η οποία δεν εξέτασε επαρκώς το ζήτημα και κινούμενη με έλλειψη σύνεσης έθεσε στη διάθεση των Χίων σώμα του τακτικού στρατού υπό τη διοίκηση του Φαβιέρου. Η εκστρατεία αυτή, ωστόσο, ήταν εξαρχής δεδομένο πως δεν θα πετύχει, καθώς η αναγκαία χρηματοδότηση προκειμένου να παρέχονται συνεχείς ενισχύσεις και να διασφαλίζεται η διαρκής ύπαρξη μεγάλη ναυτικής δύναμης στο νησί, δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί ούτε από τους Χίους ούτε από την ελληνική κυβέρνηση. Η θέση του νησιού ήταν τέτοια, ώστε οι Τούρκοι είχαν τη δυνατότητα να στέλνουν συνεχώς ενισχύσεις από τη Σμύρνη, ενώ, αντιθέτως, οι Έλληνες όφειλαν να διαθέτουν ανεξάντλητους οικονομικούς πόρους για να πετύχουν κάτι αντίστοιχο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου