Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κάμνω»

Soosh 

 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «κάμνω»
 
κάμνω = κοπιάζω, κουράζομαι
 
Ενεστώτας
Οριστική
κάμνω, κάμνεις, κάμνει, κάμνομεν, κάμνετε, κάμνουσι(ν)
Υποτακτική
κάμνω, κάμνς, κάμν, κάμνωμεν, κάμνητε, κάμνωσι(ν)
Ευκτική
κάμνοιμι, κάμνοις, κάμνοι, κάμνοιμεν, κάμνοιτε, κάμνοιεν
Προστακτική
---, κάμνε, καμνέτω, ---, κάμνετε, καμνόντων (ή καμνέτωσαν)
Απαρέμφατο
κάμνειν
Μετοχή
κάμνων, κάμνουσα, κάμνον
 
Παρατατικός
Οριστική
καμνον, καμνες, καμνε, κάμνομεν, κάμνετε, καμνον
 
Μέλλοντας
Οριστική
καμομαι, καμ ή καμε, καμεται, καμομεθα, καμεσθε, καμονται
Ευκτική
καμοίμην, καμοο, καμοτο, καμοίμεθα, καμοσθε, καμοντο
Απαρέμφατο
καμεσθαι
Μετοχή
καμούμενος
καμουμένη
καμούμενον
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
καμον, καμες, καμε(ν), κάμομεν, κάμετε, καμον
Υποτακτική
κάμω, κάμς, κάμ, κάμωμεν, κάμητε, κάμωσι(ν)
Ευκτική
κάμοιμι, κάμοις, κάμοι, κάμοιμεν, κάμοιτε, κάμοιεν
Προστακτική
---, κάμε, καμέτω, ---, κάμετε, καμόντων (ή καμέτωσαν)
Απαρέμφατο
καμεν
Μετοχή
καμών, καμοσα, καμόν
 
Παρακείμενος
Οριστική
κέκμηκα, κέκμηκας, κέκμηκε, κεκμήκαμεν, κεκμήκατε, κεκμήκασι(ν)
 
Υποτακτική
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός ς
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα μεν
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα τε
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα σι
 
Ευκτική
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός εην
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός εης
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός εη
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα εημεν (εμεν)
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα εητε (ετε)
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός σθι
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός στω
---
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα στε
κεκμηκότες- κεκμηκυαι- κεκμηκότα στων
 
Απαρέμφατο
κεκμηκέναι
Μετοχή
κεκμηκώς- κεκμηκυα- κεκμηκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
κεκμήκειν, κεκμήκεις, κεκμήκει, κεκμήκεμεν, κεκμήκετε, κεκμήκεσαν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου