Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Σχήματα λόγου & η νοηματική τους λειτουργία

Alexey Kljiatov

Σχήματα λόγου & η νοηματική τους λειτουργία
 
Αλληγορία: Η αλληγορία είναι ένας μεταφορικός εκφραστικός τρόπος, ο οποίος κρύβει νοήματα διαφορετικά από εκείνα που φανερώνουν οι χρησιμοποιούμενες συγκεκριμένες λέξεις. Με την τεχνική αυτή, επομένως, επιδιώκεται και επιτυγχάνεται η απόκρυψη του πραγματικού νοήματος. Συνεπώς, οπουδήποτε λειτουργεί η έννοια της αλληγορίας, χρειάζεται και απαιτείται μια ειδική ανάγνωση για την αποκωδικοποίηση και την κατανόηση του πραγματικού νοήματος. Αυτή η ειδική ανάγνωση προϋποθέτει την ικανότητα να διαβάζουμε ένα αλληγορικό κείμενο «κάτω από τις λέξεις», για να αποκαλύψουμε τα κρυμμένα ή, έστω, τα δυσδιάκριτα νοήματα. Στο χώρο της λογοτεχνίας η αλληγορία είναι μια ιδιαίτερα συχνή τεχνική. Συγκεκριμένα, ο πεζογράφος ή ο ποιητής, για να προσδώσει στα νοήματά του μεγαλύτερη υποβλητικότητα και για να καταστήσει περισσότερο αισθητά και, επομένως, ζωντανά, καταφεύγει συχνά στην τεχνική και στους τρόπους της αλληγορίας.
     Λειτουργία: Με τη χρήση της αλληγορίας, η οποία συνιστά μια ιδιαίτερα διαδεδομένη συγγραφική τεχνική, ο δημιουργός επιδιώκει να αποκρύψει το πραγματικό νόημα των όσων καταγράφει, ώστε να μη γίνεται αυτό κατανοητό με μια πρώτη, επιφανειακή ανάγνωση. Μέσω, λοιπόν, της προσπάθειας που απαιτείται από τη μεριά του αναγνώστη για να επιτευχθεί η αποκάλυψη του πραγματικού νοήματος, γίνεται εφικτή η εναργέστερη παρουσίαση των ιδεών του δημιουργού και η πρόκληση διαρκέστερης εντύπωσης στη σκέψη του αναγνώστη.  
Παράδειγμα:
«Aπό την Φαντασίαν έως εις το Xαρτί. Eίναι δύσκολον πέρασμα, είναι επικίνδυνος θάλασσα. H απόστασις φαίνεται μικρά κατά πρώτην όψιν, και εν τοσούτω πόσον μακρόν ταξίδι είναι, και πόσον επιζήμιον ενίοτε δια τα πλοία τα οποία το επιχειρούν. H πρώτη ζημία προέρχεται εκ της λίαν ευθραύστου φύσεως των εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρουν τα πλοία. […]»
Κωνσταντίνος Καβάφης, «Τα πλοία»
[Στην αλληγορία του Καβάφη οι ποιητικές ιδέες παρουσιάζονται ως πολύτιμα, αλλά άκρως εύθραυστα εμπορεύματα, τα οποία κατά τη μεταφορά τους ζημιώνονται ή και καταστρέφονται πολύ εύκολα.]
 
Αναδίπλωση: Υπάρχουν δύο τρόποι για να προσδιορίσουμε την έννοια της αναδίπλωσης. Ο ένας ο στενός και καθιερωμένος και ο άλλος είναι ο ευρύτερος και ουσιαστικότερος. Σύμφωνα με τον πρώτο τρόπο, η αναδίπλωση είναι ένα σχήμα λόγου (ή ένας εκφραστικός τρόπος), σύμφωνα με το οποίο μια λέξη (ή και μια φράση) τίθεται στο λόγο μια φορά και αμέσως μετά επαναλαμβάνεται. Έτσι, η ίδια λέξη ακούγεται στο λόγο δύο φορές, χωρίς όμως ανάμεσά τους να μεσολαβεί κάτι άλλο. π.χ. Απρίλη, Απρίλη δροσερέ και Μάη με τα λουλούδια.
Η αναδίπλωση αυτής της μορφής, από άποψη αισθητικής και νοηματικής λειτουργίας, αποσκοπεί στο να προβάλει με ιδιαίτερη ένταση και έμφαση την επαναλαμβανόμενη έννοια. Στα ποιητικά, όμως, κείμενα, η έννοια της αναδίπλωσης λειτουργεί και με έναν ευρύτερο, πιο ελεύθερο και πολύ πιο ουσιαστικό τρόπο.
     Για παράδειγμα στο ποίημα του Σεφέρη «Ελένη», διαβάζουμε τα εξής:
Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών,
αν είναι αλήθεια πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια...
     Σε αυτό το απόσπασμα ο εκφραστικός τρόπος της αναδίπλωσης χρησιμοποιείται και αξιοποιείται με έναν πολύ πιο ελεύθερο τρόπο. Συγκεκριμένα ο ποιητής χρησιμοποιεί και επαναλαμβάνει τρεις φορές την ίδια έκφραση (αν είναι αλήθεια) στην αρχή ισάριθμων στίχων. Με την τριπλή αυτή αναδίπλωση ο ποιητής θέτει εμφατικά, δηλαδή με ιδιαίτερη ένταση, το γεγονός ότι και στο μέλλον ο άνθρωπος θα ξαναζήσει την ίδια περιπέτεια ενός μάταιου πολέμου σαν ένας άλλος Τεύκρος.
 
Ανακόλουθο: Στο σχήμα αυτό παραβιάζεται η συντακτική συνέπεια μιας πρότασης λόγω ταχύτητας του λόγου, ψυχικής ταραχής ή και σκοπιμότητας του ομιλητή ή συγγραφέα.
π.χ. «Ο Διάκος (αντί του Διάκου) σαν τ’ αγροίκησε πολύ του κακοφάνη».
     Λειτουργία: Η αξιοποίηση του σχήματος αυτού αποσκοπεί είτε στο να διαφανεί η συναισθηματική ταραχή του προσώπου που μιλά είτε να προταχθεί κάποια λέξη -πιθανώς το υποκείμενο- στο οποίο ο λογοτέχνης θέλει να δώσει έμφαση.
 
Αναστροφή: Η σκόπιμη αλλαγή της φυσικής σειράς των λέξεων μιας φράσης.
     Λειτουργία: Η αναστροφή της σειράς των λέξεων γίνεται σκόπιμα για να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση είτε στις λέξεις που προτάσσονται είτε γενικότερα στο νόημα της φράσης ή της εικόνας που παρουσιάζεται.
 
Αναφώνηση (ή επιφώνηση): Μια λέξη ή φράση επιφωνηματική (επίκληση σε κάποιο πρόσωπο) που φανερώνει τη συναισθηματική κατάσταση εκείνου που μιλάει. π.χ. Και η φωνή του, Θεέ μου! Τι φωνή!
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό αφενός ενισχύεται η θεατρικότητα του κειμένου, εφόσον δημιουργείται η εντύπωση της ύπαρξης ενός συνομιλητή κι αφετέρου υποδηλώνεται η συναισθηματική κατάσταση του αφηγηματικού προσώπου ή του ποιητικού υποκειμένου.
 
Αντίθεση: Σχήμα λόγου κατά το οποίο αντίθετες λέξεις ή έννοιες παρατίθενται για να δημιουργήσουν εντύπωση. Η αντίθεση ενδέχεται να εκφράζεται μόνο με δύο λέξεις αλλά και με δύο φράσεις ακόμα και με δύο μεγάλα τμήματα λόγου.
     Λειτουργία: Πρόκειται για ένα σχήμα λόγου που αξιοποιείται συχνά, εφόσον επιτρέπει την εναργή παρουσίαση των διαφορών, των αντιθέσεων και των αντιφάσεων στη ζωή των προσώπων. Καταγράφεται, έτσι, το πολυποίκιλο της ζωής που προκαλεί τη συνύπαρξη αντίθετων συναισθημάτων ή καταστάσεων, τα οποία άλλοτε οδηγούνται σε εξισορρόπηση κι άλλοτε επιτείνουν την τραγικότητα της ύπαρξης.
 
Αντίφραση: Αντί να χρησιμοποιηθεί κανονικά μια λέξη ή φράση, χρησιμοποιείται στη θέση της μια άλλη, με παρόμοια ή αντίθετη σημασία. Είδη της αντίφρασης είναι η ειρωνεία, ο ευφημισμός και η λιτότητα.
 
Αντονομασία: Λεκτικός τρόπος ή σχήμα αντικατάστασης κύριου ή προσηγορικού ονόματος από άλλη συνώνυμη ή ισοδύναμη λέξη ή φράση. π.χ. Ο Γέρος του Μοριά αντί για Κολοκοτρώνης.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό, που τονίζει κατεξοχήν γνωρίσματα γνωστών προσώπων, εντάσσονται στο λογοτεχνικό κείμενο στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού, καθιστώντας περισσότερο οικείο.
 
Από κοινού: Μια λέξη (ή περισσότερες) ή μια πρόταση, που παραλείπεται, εννοείται από τα προηγούμενα όπως ακριβώς είναι εκεί, αμετάβλητη. π.χ. Σε τραγουδά, όπως το πουλί τον ήλιο που ανατέλλει (ενν. όπως τραγουδά). Το σχήμα από κοινού είναι είδος βραχυλογίας, η οποία με τη σειρά της είναι μορφή έλλειψης.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό επιτυγχάνεται αφενός η λιτότητα στην έκφραση, προκειμένου να αποδοθεί με πιο πυκνό τρόπο το νόημα και αφετέρου η δέσμευση της προσοχής του αναγνώστη.
 
Αποσιώπηση: Διακόπτεται ο λόγος και παραλείπονται όσα θα ακολουθούσαν, ενώ στη θέση τους σημειώνονται τρεις τελείες (αποσιωπητικά), μιας και ο αφηγητής δε θέλει να μας πει περισσότερα λόγω συναισθηματικής φόρτισης ή για να υπαινιχθεί κάτι.
     Λειτουργία: Η χρήση των αποσιωπητικών άλλοτε γίνεται από τον συγγραφέα για να υπαινιχθεί κάτι και να ενισχύσει, έτσι, τη συναισθηματική φόρτιση, κι άλλοτε για να υποδηλώσει διστακτικότητα στην ομιλία του προσώπου, καθώς εκείνο που πρόκειται να πει ή να αποκαλύψει είναι κάτι το απροσδόκητο.
 
Θά ‘θελα αυτήν την μνήμη να την πω...
Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν απομένει –
Κ. Π. Καβάφης, Μακρυά
 
Αποστροφή: Το σχήμα λόγου κατά το οποίο ο ομιλητής διακόπτει τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα.
 
Άρση και θέση: Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι (ή τι συμβαίνει) – πρώτα αίρεται κάτι και στη συνέχεια τίθεται.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση του σχήματος αυτού αποδίδεται με έμφαση η αλήθεια για το πρόσωπο ή την κατάσταση. 
Παράδειγμα:
«Όχι γιατί γυναίκα σε παρέδωσε
στο μάρμαρο ο γλύπτης
κι υπόσχονται οι γοφοί σου
ευγονία αγαλμάτων,
καλή σοδειά ακινησίας.
Για τα δεμένα χέρια σου, πού έχεις
όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω,
σε λέω γυναίκα.»
Κική Δημουλά, «Σημείο Αναγνωρίσεως»
 
Ασύνδετο: Η παράθεση ομοειδών συντακτικών όρων, που δε συνδέονται μεταξύ τους με συνδετικά στοιχεία. «νέγνων, γνων, κατέγνων»
     Λειτουργία: Το ασύνδετο σχήμα ενισχύει τη δραστικότητα του λόγου, εφόσον το γοργό πέρασμα από τον έναν όρο στον άλλο του προσδίδει ένταση και ζωντάνια. Με το σχήμα αυτό, συνάμα, ενδέχεται να υποδηλώνεται συναισθηματική φόρτιση του προσώπου που μιλά ή η διάθεση του γράφοντος να πυκνώσει νοηματικά το κείμενό του.
 
Βραχυλογία: Το σχήμα λόγου που συνίσταται στην παράλειψη των ευκόλως εννοούμενων όρων μιας πρότασης χάριν συντομίας. Είδη της βραχυλογίας είναι τα σχήματα από κοινού, εξ αναλόγου και ζεύγμα.
 
Ειρωνεία: Η ειρωνεία στην ποιητική έκφρασή επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους και δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας απλώς ορισμός αυτού του πολυδύναμου εκφραστικού μέσου. Η αίσθηση της ειρωνείας δημιουργείται με την αντίθεση που εμφανίζεται ανάμεσα στα λεγόμενα ή στα σχέδια των προσώπων και στην τελική έκβαση των γεγονότων. Υπάρχει επίσης η τραγική ειρωνεία, στην οποία οι αναγνώστες γνωρίζουν την εξέλιξη που θα έχουν τα πρόσωπα του λογοτεχνικού έργου και κατανοούν πότε οι ήρωες κινούνται προς την καταστροφή. Παράλληλα, οι λογοτέχνες καταφεύγουν συχνά και στη λεκτική ειρωνεία, όπως την αντιλαμβανόμαστε στην καθημερινή μας ομιλία, σχολιάζοντας εμπαικτικά πράξεις ή σκέψεις των προσώπων που παρουσιάζονται στα έργα τους.
Είδη ειρωνείας
α) Λεκτική:  Σε αυτό το σχήμα χρησιμοποιούνται με προσποίηση λέξεις ή φράσεις που ωστόσο η χρήση τους υπονοεί την ακριβώς αντίθετη σημασία από την αρχική τους. β) Τραγική: Η ιστορία ενός ήρωα εξελίσσεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο αναγνώστης του κειμένου (ή ο θεατής μιας παράστασης) να γνωρίζει περισσότερα από τον ίδιο τον ήρωα. Σε αυτό το είδος της ειρωνείας εντάσσεται κι η περίπτωση κατά την οποία τα λεγόμενα του ήρωα ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο από τον ίδιο -επειδή δεν γνωρίζει ακόμη όλη την αλήθεια- και με διαφορετικό τρόπο από τον αναγνώστη (ή τον θεατή), ο οποίος γνωρίζει περισσότερα από τον ήρωα.
     Λειτουργία: Με το σχήμα της λεκτικής ειρωνείας συνήθως εκφράζεται η αποδοκιμασία ή η αγανάκτηση του ομιλούντος, όπως κι η επιθυμία του να στηλιτεύσει ή να περιπαίξει μια κατάσταση ή ένα πρόσωπο.
Με το σχήμα της τραγικής ειρωνείας ενισχύεται η συμπάθεια των αναγνωστών για τον ήρωα, εφόσον κατανοούν τη δύσκολη κατάσταση στην οποία τον έχει οδηγήσει η άγνοιά του για την αλήθεια. Όταν, μάλιστα, ο ήρωας δεν κατανοεί το πραγματικό νόημα των όσων λέει, η συμπάθεια των αναγνωστών κορυφώνεται, εφόσον γίνεται περισσότερο αισθητή η αδυναμία του να αντιληφθεί το τι πραγματικά συμβαίνει.
 
Έλλειψη: Παραλείπονται λεκτικά στοιχεία που εννοούνται εύκολα από την κοινή πείρα, από τη σειρά του λόγου και από τα συμφραζόμενα.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό αποδίδεται το νόημα πιο επιγραμματικά και ενισχύεται ο ρυθμός του κειμένου. 
 
Έλξη: Ένας όρος πρότασης δε συμφωνεί συντακτικώς με τον όρο με τον οποίο απαιτεί το νόημα και η σειρά του λόγου, αλλά έλκεται (επηρεάζεται) από κάποιον άλλο, ισχυρότερο, και συμφωνεί με αυτόν.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό αποδίδεται το χαρακτηριστικό της φυσικότητας στον λόγο (του αφηγητή ή του ποιητικού υποκειμένου), καθώς συνιστά μια συντακτική ασυμφωνία που προκύπτει κυρίως κατά τη διάρκεια της προφορικής ομιλίας. 
 
Ένα με δύο (εν διά δυοίν): Μια έννοια εκφράζεται με δύο λέξεις που συνδέονται με το και, ενώ σύμφωνα με το νόημα η μία από αυτές έπρεπε να είναι προσδιορισμός της άλλης. π.χ. Γυναίκες που είν’ οι άντροι σας και οι καπεταναραίοι. αντί για: οι άντροι σας, οι καπεταναραίοι.
     Λειτουργία: Με τον διαχωρισμό του επιθετικού προσδιορισμού από το ουσιαστικό αποδίδεται το νόημα με μεγαλύτερη έμφαση.
 
Εξ αναλόγου: Μια λέξη (ή μια πρόταση) που παραλείπεται, εννοείται από τα προηγούμενα, όχι ακριβώς όπως χρησιμοποιήθηκε την πρώτη φορά αλλά μερικώς αλλαγμένη για να ταιριάζει στα νέα εκφραστικά πλαίσια.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση του σχήματος αυτού ο λόγος γίνεται πιο επιγραμματικός και το νόημα αποδίδεται δραστικότερα.  
 
Επανάληψη: Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται δύο φορές στη σειρά με την ίδια λέξη ή φράση (αυτούσια ή ελαφρώς αλλαγμένη).
     Λειτουργία: Η επανάληψη αποσκοπεί πρωτίστως στο να δοθεί έμφαση σε συγκεκριμένες λέξεις/έννοιες ή φράσεις. Παραλλήλως, βέβαια, όταν πρόκειται για ποιητικό κείμενο, μέσω της επανάληψης ενισχύεται η μουσικότητα του στίχου. 
 
Επαναφορά ή επάνοδος: Μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται (επανέρχεται) στην αρχή δύο ή περισσότερων διαδοχικών προτάσεων. Δύο ή περισσότερες διαδοχικές προτάσεις, δηλαδή, αρχίζουν με την ίδια λέξη ή φράση.
     Λειτουργία: Η επανάληψη λέξεων ή φράσεων στο πλαίσιο της επαναφοράς/αναδίπλωσης αποσκοπεί στο να προβληθεί με έμφαση η έννοια των λέξεων (ή φράσεων) που επαναλαμβάνονται.
Παράδειγμα:
«αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών»
Γιώργος Σεφέρης, «Ελένη»
 
Επιδιόρθωση: Αμέσως μετά από μια λέξη ή φράση ακολουθεί μια άλλη σχετική έκφραση, που αποτελεί τροποποίηση και ακριβέστερη διατύπωση της πρώτης (τη διορθώνει).
 
Επιφορά ή αντιστροφή: Μια λέξη ή φράση επαναλαμβάνεται στο τέλος δύο ή περισσότερων διαδοχικών προτάσεων. Δύο ή περισσότερες διαδοχικές προτάσεις, δηλαδή, τελειώνουν με την ίδια λέξη ή φράση.
     Λειτουργία: Κάθε σχήμα το οποίο βασίζεται στην επανάληψη αποσκοπεί στην εμφατική παρουσίαση της έννοιας των λέξεων ή των φράσεων που επαναλαμβάνονται.
 
Ευφημισμός: Χρησιμοποιούνται λέξεις ή φράσεις με καλή σημασία για την ονομασία κακού ή δυσάρεστου πράγματος.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό επιτυγχάνεται η ηπιότερη παρουσίαση μιας δυσάρεστης ή επώδυνης κατάστασης. Στο σχήμα αυτό υποκρύπτεται κάποτε μια ειρωνική διάθεση, καθώς η αποφυγή χρήσης του αρνητικού όρου δεν αλλάζει την οδυνηρή όψη της πραγματικότητας.
π.χ. Εύξεινος Πόντος αντί άξενος (αφιλόξενος)
 
Ζεύγμα: Δύο ομοειδής προσδιορισμοί (συνήθως αντικείμενα) αποδίδονται σε ένα ρήμα, όμως ο δεύτερος από αυτούς δε ταιριάζει σε αυτό αλλά σε άλλο ρήμα.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό, όπως και κάθε σχήμα που δημιουργεί έλλειψη, καθιστά δραστικότερο τον λόγο, εφόσον το νόημα εκφράζεται πιο συνοπτικά, με λιγότερες, δηλαδή, λέξεις. 
π.χ. «παίρνω κι εγώ τον μαύρο να πάω να τον ποτίσω∙ να τον ποτίσω κρύο νερό και (ενν. ταΐσω) δροσερό χορτάρι»
 
Καθολικό και μερικό: Το ουσιαστικό που δηλώνει διαιρεμένο σύνολο δεν εκφράζεται με γενική διαιρετική ή με τη φράση από + γενική, αλλά ομοιόπτωτα με τον όρο που δηλώνει το μέρος του συνόλου.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό αξιοποιείται κυρίως για μετρικούς λόγους, αλλά και για να αποδοθεί αίσθηση προφορικότητας στον λόγο.
 
Κατά το νοούμενο: Η σύνταξη (ως προς το γένος και τον αριθμό) ακολουθεί το νόημα (αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα) και όχι το γραμματικό τύπο.
     Λειτουργία: Στο σχήμα κατά το νοούμενο, όπως και κάθε σχήμα λόγου στο οποίο εντοπίζονται συντακτικές ανακολουθίες, προσδίδει στον λόγο του κειμένου φυσικότητα, εφόσον τον φέρνει πλησιέστερα στον καθημερινό, προφορικό λόγο.
 
Κατεξοχήν: Η σημασία μιας λέξης στενεύει και ενώ αυτή φανέρωνε αρχικά σύνολο ομοειδών όντων, καταλήγει να φανερώνει ένα μόνο από αυτά, ξεχωρίζοντάς το εξαιρετικά. Η Πόλη = Η Κωνσταντινούπολη.
 
Κλιμακωτό: Αυξάνει βαθμιαία (κλιμακωτά) η ένταση στην παρουσίαση μιας σειράς από ενέργειες ή καταστάσεις (παρουσιάζεται μια σειρά από καταστάσεις ή ενέργειες, από τις οποίες η καθεμιά είναι πιο έντονη από την προηγούμενή της.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό αξιοποιείται είτε στο πλαίσιο μιας περιγραφής, ώστε να περάσουμε από το μεγαλύτερο στο μικρότερο ή από το σημαντικότερο στο λιγότερο σημαντικό, είτε κατά την καταγραφή συναισθηματικών αντιδράσεων, προκειμένου να διαφανεί η κλιμάκωση της έντασης των αντιδράσεων αυτών.
π.χ. «Ησυχία, ψίθυροι, βοή, φωνές»
Αλέξανδρος Παναγούλης «Ζωή και όραμα χωρίς ρυθμό»
 
Κύκλος: Μια πρόταση ή μια περίοδος, ένα ποίημα ή ένα διήγημα τελειώνει με την ίδια λέξη ή εικόνα με την οποία αρχίζει.
     Λειτουργία: Η επανάληψη στο πλαίσιο αυτού του σχήματος προσδίδει έμφαση και ενισχύει τη λυρικότητα του κειμένου. Παράλληλα, όταν το σχήμα αυτό εφαρμόζεται σε μεγαλύτερες ενότητες ή σε ένα ολόκληρο κείμενο δημιουργεί την εντύπωση πως η κατάσταση ή η ιδιότητα που επαναλαμβάνεται έχει συνεχή διάρκεια και παραμένει αναλλοίωτη ή ανεπίλυτη παρά τη μεσολάβηση ποικίλων γεγονότων. 
 
Παράδειγμα:
«Άφησέ με νάρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου,
ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται
η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο,
τόσο αδιάφορη κι άυλη
τόσο θετική σαν μεταφυσική
που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις
πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ’ η φθορά του.
Άφησέ με νάρθω μαζί σου.»
Η σονάτα του σεληνόφωτος, «Γιάννης Ρίτσος»
 
Λιτότητα: Αντί για κάποια λέξη χρησιμοποιείται η αντίθετή της με άρνηση.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό δίνεται έμφαση στην παρουσιαζόμενη έννοια. 
Παράδειγμα:
«ήκουσεν θόρυβον όχι μικρόν»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Η Φόνισσα»
 
Μεταφορά: Η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) μεταφέρεται σε άλλο πρόσωπο (ζώο, πράγμα, αφηρημένη έννοια) το οποίο την έχει σε μεγαλύτερο βαθμό και πιο εντυπωσιακή. π.χ. Έχει καρδιά πέτρινη.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση της μεταφοράς διευρύνεται και μεταλλάσσεται το σημασιολογικό περιεχόμενο των λέξεων κι ως εκ τούτου εμπλουτίζεται η εκφραστική δυνατότητα της γλώσσας, εφόσον μπορούν να αποδοθούν νέες έννοιες, νοήματα και συναισθηματικές διακυμάνσεις μέσω ήδη γνωστών λέξεων που αποκτούν όμως, χάρη στη μεταφορική τους χρήση, διαφορετικό και πολύ ευρύτερο νόημα.
π.χ. «Μα τες πολλές λαβωματιές πού μόφαγαν τα στήθια»
Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός»
Μεταφορά: που μόφαγαν τα στήθια (Το ηρωικό ήθος του Κρητικού γίνεται προφανές από τις πολλές πληγές που δέχτηκε κατά τη διάρκεια των μαχών με τους Τούρκους)
 
Μετωνυμία: Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείται το όνομα του δημιουργού αντί για τη λέξη που δηλώνει το δημιούργημά του. Το όνομα του εφευρέτη αντί για τη λέξη που δηλώνει την εφεύρεση. Η λέξη που δηλώνει αυτό που περιέχει κάτι αντί για τη λέξη που δηλώνει το περιεχόμενο και αντίστροφα.
     Λειτουργία: Με το σχήμα αυτό ενισχύεται η φυσικότητα του λόγου, εφόσον τέτοιου είδους υποκαταστάσεις λέξεων είναι συχνές στην καθημερινή ομιλία.
π.χ. «Τον τελευταίο καιρό ο Νικόλας ακούει Μπετόβεν.»
 
Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο: Στο τέλος διαδοχικών προτάσεων ή περιόδων υπάρχουν λέξεις με καταλήξεις όμοιες ηχητικά.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό ενισχύει τη μουσικότητα του κειμένου, μέσω της επανάληψης όμοιων ήχων.
π.χ. «μα ο παλαιός καθρέπτης τώρα χαίρονταν,
κ’ επαίρονταν που είχε δεχθεί επάνω του
την άρτιαν εμορφιά για μερικά λεπτά.»
Κωνσταντίνος Καβάφης «Ο καθρέπτης στην είσοδο»
 
Οξύμωρο: Συνδέονται δύο έννοιες που φαινομενικά αποκλείουν η μία την άλλη (είναι αντιφατικές μεταξύ τους), ωστόσο στο βάθος εκφράζουν ένα λογικό νόημα.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση του σχήματος αυτού προσδίδεται έμφαση στο εκφραζόμενο νόημα και, παράλληλα, κεντρίζεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέσω της έντονης αντίθεσης που εντοπίζεται μεταξύ των εννοιών.
Παράδειγμα: «Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της»
Οξύμωρο: δροσάτο φως (αν ληφθεί υπόψη ότι το φως αποτελεί πηγή θερμότητας)
Διονύσιος Σολωμός, «Ο Κρητικός»
 
Παραλληλία (εκ παραλλήλου) ή παραλληλισμός: Μια έννοια ή ένα νόημα εκφράζεται ταυτόχρονα και καταφατικά και αρνητικά με δύο ισοδύναμες αντίθετες εκφράσεις.
     Λειτουργία: Η επανάληψη του νοήματος, που προκύπτει στο πλαίσιο αυτού του σχήματος, αποσκοπεί στο να τονιστεί αυτό με ιδιαίτερη έμφαση.
π.χ. «Δέν εναι ξένο τό παιδί! Εναι δικό μου!»
Γεώργιος Βιζυηνός «Το αμάρτημα της μητρός μου»
 
Παρήχηση: Ένας συγκεκριμένος φθόγγος (συνήθως σύμφωνο) συναντιέται (και ηχεί) πολλές φορές σε κάποια φράση (κυρίως σε συνεχόμενες συλλαβές ή λέξεις.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό αποσκοπεί αφενός στην πρόκληση ενός ευχάριστου ακουστικού αποτελέσματος, υπηρετώντας, έτσι, αισθητικούς σκοπούς, κι αφετέρου συμβάλλει στην εντονότερη προβολή του νοήματος των συγκεκριμένων στίχων, καθώς μέσω του επαναλαμβανόμενου φθόγγου τονίζονται οι λέξεις και οι έννοιές τους.
π.χ. «κοίταα, κι τανε μακριά κόμη τ’ κρογιάλι·»
Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός»
[Η απόσταση που χωρίζει τον ήρωα απ’ τη στεριά δηλώνεται με την παρήχηση του α (8 α στον πρώτο στίχο), και με την χασμωδία «μακριά ακόμη».]
 
Παρομοίωση: Συσχετίζεται η ιδιότητα ενός προσώπου (ζώου, πράγματος, αφηρημένης έννοιας) με την ιδιότητα κάποιου άλλου προσώπου, η οποία υπάρχει σε αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό και είναι πιο εντυπωσιακή. Η παρομοίωση αρχίζει με τις λέξεις σαν, καθώς, όπως και με το σαν να, όταν έχουμε υποθετική παρομοίωση (με αναφορική παρομοιαστική πρόταση.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση των παρομοιώσεων διευκολύνεται η κατανόηση μιας κατάστασης, εφόσον συνδέεται -συγκρίνεται- με μια άλλη που είναι πιο οικεία και συνηθισμένη. Παράλληλα, βέβαια, η διαδικασία της παρομοίωσης προσδίδει παραστατικότητα στον λόγο μέσω της σύγκρισης, αλλά και τον εμπλουτίζει νοηματικά, εφόσον πολύ συχνά εμπεριέχει στοιχεία μεταφορικής χρήσης του λόγου.
π.χ. «Ανάλαφρη, απαλή σαν πεταλούδα,
σαν της δροσιάς το στάλαγμα στα κρίνα,
σα μια πνοή που αγγίζει σε βελούδα,
σαν της αυγής την πρώτη χρυσακτίνα»
Ρώμος Φιλύρας «Madona Mia»
[Ο ποιητής φροντίζει μέσα από αλλεπάλληλες παρομοιώσεις να αποδώσει τον ιδιαίτερο αντίκτυπο που έχει στην ψυχή του η μορφή της αγαπημένης γυναίκας, για την εμφάνιση της οποίας δεν μας δίνει ωστόσο κανένα στοιχείο.]
 
 
Παρονομασία ή παρήχηση ή ετυμολογικό σχήμα: Λέξεις που μοιάζουν ηχητικά (ομόηχες) συνήθως συγγενικές ετυμολογικά, βρίσκονται η μία κοντά στην άλλη.
     Λειτουργία: Με τη χρήση ομόρριζων λέξεων δίνεται έμφαση στο νόημά τους, ενώ με τη χρήση ομόηχων λέξεων ενισχύεται η μουσικότητα του κειμένου.
 
Περίφραση: Μια έννοια εκφράζεται με δύο ή περισσότερες λέξεις, ενώ μπορούσε να εκφραστεί με μία.
     Λειτουργία: Η περίφραση επιλέγεται είτε για μετρικούς λόγους, είτε για να ενισχυθεί η ποιητικότητα του λόγου.
Παράδειγμα:
«άστρο του βραδιού» (αντί: Σελήνη)
Διονύσιος Σολωμός, «Ο Κρητικός»
 
Πλεονασμός: Για να εκφραστεί ένα νόημα, χρησιμοποιούνται περισσότερες λέξεις από όσες χρειάζονται κανονικά.
     Λειτουργία: Με την αξιοποίηση του πλεονασμού ο λογοτέχνης επιχειρεί να τονίσει το εκφραζόμενο νόημα. 
Παράδειγμα:
«Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!»
Διονύσιος Σολωμός, «Ο Κρητικός»
 
Πολυσύνδετο: Τρεις ή περισσότεροι όμοιοι όροι ή όμοιες προτάσεις συνδέονται με συμπλεκτικούς ή διαχωριστικούς συνδέσμους.
     Λειτουργία: Με τη χρήση του σχήματος αυτού ο λόγος αποκτά ένταση και δυναμική. Συχνά, μάλιστα, οι αλλεπάλληλες επαναλήψεις του συμπλεκτικού συνδέσμου φανερώνουν μια γοργή εναλλαγή στη δράση.
Παράδειγμα:
«Λάλησε, Σάλπιγγα! κι’ εγώ το σάβανο τινάζω,
Και σχίζω δρόμο και τς αχνούς αναστημένους κράζω»
Διονύσιος Σολωμός, «Ο Κρητικός»
Πολυσύνδετο: κι – και – και
 
Προδιόρθωση ή προθεραπεία: Πριν ανακοινωθεί κάτι δυσάρεστο ή απροσδόκητο, προτάσσεται κάποια φράση, που προετοιμάζει ψυχικά τον αναγνώστη (για να μετριαστεί η δυσάρεστη εντύπωση ή για να προληφθεί ενδεχόμενη αντίδρασή του. Έτσι διορθώνεται μια κατάσταση εκ των προτέρων).
 
Πρόληψη: Το υποκείμενο του ρήματος μιας εξαρτημένης πρότασης μπαίνει προληπτικά ως αντικείμενο στο ρήμα της κύριας πρότασης.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό επιτρέπει να δοθεί έμφαση στη λέξη που προτάσσεται, έστω κι αν αυτή αποκτά πλέον διαφορετική συντακτική λειτουργία.
 
Προσωποποίηση: Αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε μη ανθρώπινα: σε ζώα, σε φυτά, σε πράγματα και σε αφηρημένες έννοιες.
     Λειτουργία: Οι προσωποποιήσεις προσδίδουν ζωντάνια στο λογοτεχνικό κείμενο και καθιστούν τη λογοτεχνική γραφή πιο δραστική. Επιτυγχάνουν, συνάμα, να τονιστεί η ιδιαίτερη αξία ή ο συμβολισμός της έννοιας που αποκτά τις ιδιότητες προσώπου.
π.χ. «Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!»
Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός»
 
Πρωθύστερο: Από δύο σχετικές ενέργειες ή έννοιες τοποθετείται στη σειρά του λόγου πρώτη εκείνη που είναι χρονικά και λογικά δεύτερη.
     Λειτουργία: Η παραβίαση της χρονικής σειράς σε αυτό το σχήμα γίνεται για να δοθεί έμφαση στην ενέργεια που παρουσιάζεται πρώτη ή γιατί η ενέργεια αυτή ενδιαφέρει κυρίως στο συγκεκριμένο σημείο. Παραλλήλως, με την αξιοποίηση του σχήματος αυτού κεντρίζεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη, καθώς αντιλαμβάνεται την αντιστροφή στην παρουσίαση των εννοιών ή των ενεργειών.
 
Σύμφυρση: Αναμειγνύονται δύο συντάξεις.
     Λειτουργία: Με τη συντακτική ανακολουθία του σχήματος αυτού προσδίδεται φυσικότητα στον λόγο, καθώς η διατύπωση που προκύπτει αποτελεί μια γνησιότερη έκφραση του καθημερινού, προφορικού λόγου. 
Παράδειγμα:
«Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε»
(Αντί: «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύει και γελάει» ή «Ο Απρίλης και ο έρωτας χορεύουν και γελούνε»)
Διονύσιος Σολωμός, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»
 
Συνεκδοχή: Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Έτσι δηλώνεται: το ένα αντί για τα πολλά ομοειδή, το μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο, η ύλη αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο από αυτή, το όργανο αντί για την ενέργεια που παράγεται ή γίνεται με αυτό.
     Λειτουργία: Με την επιμεριστική λειτουργία του λόγου, με την προβολή δηλαδή του μέρους αντί του όλου, επιτυγχάνεται αφενός η εμφατική παρουσίαση του σημαίνοντος -του μέρους- που κρίνεται ως σημαντικότερο, κι αφετέρου προσδίδεται επιγραμματικότητα στη διατύπωση. Με τη φράση, για παράδειγμα, «τον έφαγε η αλμύρα», γίνεται αντιληπτό πως το άτομο αυτό καταπονήθηκε από τη σκληρή ζωή του ναυτικού, με το νόημα αυτό να εκφράζεται με ιδιαίτερη δραστικότητα, χάρη στη λακωνικότητα της διατύπωσης. 
π.χ. «έμπαιν’ ο ήλιος θαρρούσα στην καρδιά μου»
Άγγελος Σικελιανός «Ιερά οδός»
(έμπαιν’ ο ήλιος: συνεκδοχή (το φως του ήλιου)
 
Υπαλλαγή: Ο επιθετικός προσδιορισμός μια γενικής (συνήθως κτητικής) αντί να συμφωνεί με αυτή συντακτικώς (στο γένος, στον αριθμό και στην πτώση), συμφωνεί με το ουσιαστικό που προσδιορίζει η γενική (έτσι γίνεται επιθετικός προσδιορισμός αυτού του ουσιαστικού).
Παράδειγμα:
«Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.» (αντί για: φρικτή πληγή από μαχαίρι)
Κωνσταντίνος Καβάφης, «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου· ποιητού εν Kομμαγηνή· 595 μ.X.»»
     Λειτουργία: Με το σχήμα της υπαλλαγής ο λογοτέχνης, με τη συνδρομή του επιθετικού προσδιορισμού,  μετατοπίζει την προσοχή του αναγνώστη στη λέξη που θέλει κυρίως να τονίσει. Στο προηγούμενο παράδειγμα, λόγου χάρη, ο ποιητής επιδιώκει να τονίσει όχι το αποτέλεσμα (την πληγή), αλλά το όργανο (μαχαίρι), ώστε να γίνει περισσότερο αντιληπτή η οξύτητα του πόνου που αισθάνεται, αφού αυτός προέρχεται από ένα «φρικτό» μαχαίρι.
 
Υπερβατό: Ανάμεσα σε δύο όρους μιας πρότασης, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους στενή λογική και συντακτική σχέση και θα έπρεπε να βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλο, παρεμβάλλεται μια λέξη ή φράση και τους αποχωρίζει.
     Λειτουργία: Η χρήση του σχήματος αυτού στο πλαίσιο των παραδοσιακών ποιημάτων γίνεται συχνά λόγω των απαιτήσεων του μέτρου που ακολουθείται στη σύνθεση του στίχου. Από την άλλη, ωστόσο, σε πεζά κείμενα ή μοντέρνα ποιήματα, μέσω του σχήματος αυτού επιτυγχάνεται η ζωηρότερη αποτύπωση των συλλογισμών ενός προσώπου (ή του ποιητικού υποκειμένου) και η εμφατική παρουσίαση των παρεμβαλλόμενων στοιχείων.
Παράδειγμα:
«νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω»
Κωνσταντίνος Καβάφης «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου· ποιητού εν Kομμαγηνή· 595 μ.X.»
(Λόγω της αναστροφής, της αλλαγής δηλαδή που έχει γίνει στην κανονική σειρά των λέξεων, παρουσιάζεται και το σχήμα υπερβατό, καθώς ανάμεσα στη λέξη “νάρκης” και στη λέξη “δοκιμές”, που έχουν μεταξύ τους στενή σχέση τόσο συντακτική όσο και νοηματική, έχει παρεμβληθεί η λέξη άλγος.)
 
Υπερβολή: Παρουσιάζεται μια ενέργεια, μια ιδιότητα, μια κατάσταση κτλ. μεγαλοποιημένη σε βαθμό που βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα και τα φυσικά όρια.
     Λειτουργία: Με τη χρήση του σχήματος της υπερβολής δημιουργείται ισχυρή εντύπωση κι ο λόγος του κειμένου αποκτά ζωηρότητα και παραστατικότητα. Είναι, συνάμα, ένας ακόμη τρόπος για να δοθεί έμφαση στο νόημα ενός συγκεκριμένου σημείου.
π.χ. «Σβήσε τα μάτια μου∙ μπορώ να σε κοιτάζω,
τ’ αυτιά μου σφράγισέ τα, να σ’ ακούω μπορώ.»
Rainer Maria Rilke «Σβήσε τα μάτια μου...»
 
Υποφορά και ανθυποφορά: Σε αυτό το σχήμα υπάρχει η ακόλουθη διαδικασία: α) διατυπώνεται μια ερώτηση, β) ύστερα δίνεται πάλι με ερώτηση κάποια πιθανή εξήγηση στην απορία, γ) στη συνέχεια απορρίπτεται η εξήγηση αυτή, δ) και τέλος ακολουθεί η απάντηση για το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
     Λειτουργία: Μέσω του σχήματος αυτού ενισχύεται το ενδιαφέρον του αναγνώστη, εφόσον η αποκάλυψη της πραγματικής κατάστασης γίνεται κλιμακωτά και αποτελεί συνήθως είτε κάτι το απρόσμενο είτε κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία. Παραλλήλως, το σχήμα αυτό αξιοποιείται για να προσδώσει στο κείμενο θεατρικότητα και ζωντάνια.
π.χ. ««Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;
—Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια»
Διονύσιος Σολωμός «Ο Κρητικός»
 
Χιαστό: Στο σχήμα αυτό δύο προτάσεις παρουσιάζουν την ίδια συντακτική και σημασιολογική δομή, αλλά οι όροι της μιας πρότασης είναι σε αντίστροφη θέση από αυτούς της άλλης.
     Λειτουργία: Το σχήμα αυτό προσδίδει ρυθμικότητα στον λόγο και παράλληλα τονίζει τη διασύνδεση μεταξύ των συγκεκριμένων λέξεων.
π.χ. «στο Παλαμήδι ο γιος του Μάζη
κι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.»
Κώστας Βάρναλης «Οι μοιραίοι»
(Προσέχουμε πως με το χιαστό σχήμα των στίχων: Παλαμήδι – Γκάζι / γιος – κόρη, ο ποιητής παρουσιάζει εμφατικά τους άθλιους τόπους όπου καταλήγουν τα παιδιά, η νεολαία της εποχής. Ο γιος στη φυλακή και η κόρη στην πορνεία.)
 
1. Στο ακόλουθο ποίημα να εντοπίσετε δύο προσωποποιήσεις, δύο μεταφορές και μία παρομοίωση, και να εξηγήσετε πώς υπηρετούν το νόημα του κειμένου.
 
Κι ο έρωτας για κάτι που δεν βρήκες ούτε διάλεξες
δεν σ’ εγκατέλειψε ποτέ.
Διέσχιζε τις βουερές μαχητικές ημέρες
βασάνιζε τις ένοπλες νύχτες
σημάδευε τον δρόμο τον ατέλειωτο
που τον ακολουθούσες με το ένα πόδι στην επιθυμία
και το άλλο στην παραίτηση.
Δεν μπόρεσες να σχηματίσεις ούτε τ’ όνομά του.
Και το φωνάζεις ακόμα προς τα μέσα
σα μια ριπή ψυχρού ανέμου ως τα σωθικά
ορίζοντας την παγωμένη όρθια τρύπα
που γύρω της το σώμα σου αναδεύεται συστρέφεται
     κι ελπίζει.
 
Τίτος Πατρίκιος «Ψυχρός άνεμος»
 
Απάντηση
Προσωποποιήσεις: Μια πρώτη προσωποποίηση σχετίζεται με τον έρωτα, ο οποίος παρουσιάζεται να δρα ως ενεργό πρόσωπο («σημάδευε τον δρόμο τον ατέλειωτο). Με την προσωποποίηση αυτή ο ποιητής επιτυγχάνει να αποδώσει με ενάργεια το δυναστικό ρόλο που επιτελεί ο έρωτας για κάτι το απροσδιόριστο -συναίσθημα του ανικανοποίητου- στη ζωή του ατόμου. Προσέχουμε, άλλωστε, πως στον πρώτο ήδη στίχο επισημαίνεται πως ο έρωτας αυτός είναι «για κάτι που δεν βρήκες ούτε διάλεξες».
Μια δεύτερη προσωποποίηση σχετίζεται με τις νύχτες, οι οποίες χαρακτηρίζονται «ένοπλες», σαν να έχουν δική τους βούληση. Με την προσωποποίηση αυτή τονίζεται η κατάσταση πλήρους επαγρύπνησης στην οποία βρισκόταν το άτομο, σαν να υπήρξε η ζωή του μια διαρκής παρουσία σ’ ένα πεδίο μάχης. Η αναφορά αυτή θα μπορούσε, βέβαια, να είναι κυριολεκτική και να συνδέεται με τη συμμετοχή του ατόμου σε κάποιον πόλεμο ή να αποδίδει γενικότερα τις πολλαπλές δυσκολίες του ανθρώπινου βίου που αναγκάζουν το άτομο να ζει σε συνθήκες έντονου άγχους και το κρατούν σε συνεχή εγρήγορση.
Μεταφορές: «τον ακολουθούσες με το ένα πόδι στην επιθυμία / και το άλλο στην παραίτηση»: Με τη μεταφορική αυτή εικόνα ο ποιητής επιχειρεί να αποδώσει την αμφίθυμη διάθεση του ατόμου απέναντι στην πορεία που ακολουθεί. Το άτομο συνεχίζει τη διαδρομή του στη ζωή (τον δρόμο τον ατέλειωτο) έχοντας από τη μία την επιθυμία να προχωρήσει κι από την άλλη τη διάθεση να εγκαταλείψει την προσπάθειά του.
«την παγωμένη όρθια τρύπα»: Με τη μεταφορική αυτή περίφραση ο ποιητής αποδίδει το κέντρο της ύπαρξης του ατόμου, την καρδιά του, η οποία απουσιάζει, διότι το άτομο δεν έχει κατορθώσει να εντοπίσει τι είναι αυτό που θέλει στη ζωή του. Η αδυναμία του, επομένως, να προσδιορίσει το αντικείμενο του έρωτά του, τον απώτερο στόχο της ζωής του, έχει ως αποτέλεσμα την απουσία της εσωτερικής εκείνης ζωτικότητας και θέρμης που κινητοποιεί το άτομο και του προσδίδει ουσιαστική δύναμη και αποφασιστικότητα.
Παρομοίωση: «σα μια ριπή ψυχρού ανέμου ως τα σωθικά»: Με την παρομοίωση αυτή παρουσιάζεται το πόσο αρνητική είναι η επίδραση που προκύπτει από την αδυναμία του ατόμου να προσδιορίσει αυτό που πραγματικά επιθυμεί. Έτσι, κάθε φορά που προσπαθεί ανεπιτυχώς να ονοματίσει αυτό που επιζητά, ό,τι ακολουθεί είναι μια αίσθηση ψυχρού ανέμου που παγώνει τον εσωτερικό του κόσμο. Τον κυριεύει, δηλαδή, η αίσθηση του ανικανοποίητου, η οποία υπονομεύει τη ζωτικότητά του και ψυχραίνει τον συναισθηματικό του κόσμο.
 
2. Στο ποίημα που σας δίνεται να εντοπίσετε μια μεταφορά, μια παρομοίωση, μια επανάληψη, μια προσωποποίηση και μια ηχητική εικόνα, και να εξηγήσετε ποια λειτουργία επιτελούν τα σχήματα αυτά σε σχέση με το νόημα του κειμένου.
 
«Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σα μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά ‘ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.»
 
Κική Δημουλά, «Τα πάθη της βροχής»
 
Μεταφορά: «νοσταλγία δισύλλαβη»: Με τη μεταφορική αυτή έκφραση η ποιήτρια υποδηλώνει πως το «εσύ» αποτελεί για εκείνη μια διαρκή πηγή νοσταλγίας. Αυτή η λέξη των δύο μόλις συλλαβών την έχει εγκλωβίσει συναισθηματικά και δεν της επιτρέπει να αποδεσμεύσει τη σκέψη της από το πρόσωπο που τόσο έντονα νοσταλγεί.   
Παρομοίωση: «το άλλο σαν μομφή»: Κάθε εσύ που ακούγεται μέσω της βροχής λαμβάνει ένα διαφορετικό νόημα στη σκέψη του ποιητικού υποκειμένου. Κάποια εσύ ακούγονται, έτσι, σαν να αποτελούν μια μομφή, μια κατηγορία εναντίον της. Με την κατηγορία να είναι, πιθανώς, πως η ευθύνη για τον άδοξο τερματισμό αυτής της σχέσης βαρύνει την ίδια και τη δική της συμπεριφορά.
Επανάληψη: «αξημέρωτος – αξημέρωτη»: Η επανάληψη του επιθέτου αξημέρωτος αποκαλύπτει πόσο επώδυνη υπήρξε η νύχτα αυτή για την ποιήτρια, μιας και ο χρόνος μοιάζει να έχει καθηλωθεί και να μην περνά. Η ποιήτρια αισθάνεται παγιδευμένη σε μια νύχτα δίχως τέλος, μόνιμα εγκλωβισμένη στον πόνο και στην οδύνη που της προκαλεί η απουσία του αγαπημένου της. Ο συνηθισμένος ήχος της βροχής γίνεται ένας συναισθηματικός δυνάστης που κρατά ξύπνια την ποιήτρια, σε μια νύχτα που μοιάζει να μην έχει τέλος, σε μια νύχτα που μοιάζει αξημέρωτη.
Προσωποποίηση: «βραδύγλωσση βροχή»: Η προσωποποιημένη βροχή μοιάζει να μην είναι σε θέση να αρθρώσει μια κανονική ομιλία με ομαλή ροή. Βραδύγλωσση, όπως φαντάζει στην ποιήτρια, η ομιλία της, δίνει την εντύπωση πως ενώ ξεκίνησε να αφηγηθεί μια μεγάλη ιστορία, έμεινε τελικά να τραυλίζει την ίδια λέξη: «εσύ, εσύ». Εμφανής εδώ κι η έντονη μοναξιά της ποιήτριας, αφού φτάνει στο σημείο να αναγνωρίζει στον ήχο της βροχής λέξεις.
Ηχητική εικόνα: «Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ»:  Η ποιήτρια μένει άγρυπνη όλη τη νύχτα ν’ ακούει τη βροχή και ν’ αναγνωρίζει σε κάθε σταγόνα της εκείνο το «εσύ» που την κρατά δέσμια στην ανάμνηση εκείνου. Στιγμή προς στιγμή η θλίψη της γίνεται ολοένα και πιο έντονη, αφού κάθε νέα σταγόνα, κάθε νέο «εσύ» την οδηγούν στη συνειδητοποίηση πως δεν μπορεί να κατανικήσει με κανέναν τρόπο την επιθυμία της για εκείνον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου