Κική Δημουλά «Κονιάκ Μηδέν Αστέρων»
Το ποίημα δομείται σε δύο ενότητες. Σε ποια επίπεδα χρόνου αναφέρονται αντίστοιχα και πώς συνδέονται μεταξύ τους;
Η πρώτη ενότητα του ποιήματος αναφέρεται στο παρόν, κατά το οποίο η ποιήτρια οφείλει να αντιμετωπίσει το αίσθημα του κενού που της έχει προκαλέσει η απώλεια του αγαπημένου της. Η επώδυνη εμπειρία του θανάτου και η αδιάκοπη πάλη με την απελπισία που γεννά η διαδικασία του θρήνου καθηλώνουν την ποιήτρια σ’ ένα άχρονο παρόν όπου η πάροδος του χρόνου μοιάζει αδιάφορη, εφόσον τίποτε δεν μπορεί να επαναφέρει τη ζωή της στην πρότερη ευτυχία της. Η ποιήτρια θρηνεί και στρέφει την προσοχή της σε μια φωτογραφία του αγαπημένου της που αποτελεί πλέον τη μόνη άμεση επαφή μαζί του, τη μόνη στέρεη υπενθύμιση της παρουσίας του. Η φωτογραφία θα αποτελέσει το ερέθισμα που θα κινητοποιήσει τη μνήμη της ποιήτριας και θα την επιστρέψει σ’ εποχές γαλήνης κι ευτυχίας, σ’ εποχές όπου ο σύζυγός της ζούσε και μαζί απολάμβαναν το καλοκαίρι και τη ζωή. Η φωτογραφία θα αποτελέσει παράλληλα και το συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στις δύο ενότητες του ποιήματος, καθώς χάρη στην ενεργοποίηση της μνήμης η ποιήτρια αφήνει το επίπονο παρόν κι επιστρέφει στο παρελθόν της ευτυχίας, τότε που παντού ήταν θάλασσα.
Η πρώτη ενότητα μας αποκαλύπτει το παρόν της ποιήτριας και η δεύτερη το παρελθόν, ο ανείπωτος πόνος του παρόντος σε σύγκριση με μια ζωή γεμάτη δυνατότητες και ξεγνοιασιά, μια ζωή γεμάτη υποσχέσεις που πέρασε πια και το μόνο που άφησε στην ποιήτρια είναι οι μνήμες των χρόνων που είχε κοντά της τον άνθρωπο που έδωσε στη ζωή της νόημα και χαρά. Το παρελθόν που τόσα είχε να προσφέρει, άφησε τελικά πίσω του μόνο μερικές φωτογραφίες που θα αποτελέσουν για την ποιήτρια ένα σταθερό σημείο σύνδεσης με το χαμένο της σύντροφο.
Το ποίημα δομείται σε δύο ενότητες. Σε ποια επίπεδα χρόνου αναφέρονται αντίστοιχα και πώς συνδέονται μεταξύ τους;
Η πρώτη ενότητα του ποιήματος αναφέρεται στο παρόν, κατά το οποίο η ποιήτρια οφείλει να αντιμετωπίσει το αίσθημα του κενού που της έχει προκαλέσει η απώλεια του αγαπημένου της. Η επώδυνη εμπειρία του θανάτου και η αδιάκοπη πάλη με την απελπισία που γεννά η διαδικασία του θρήνου καθηλώνουν την ποιήτρια σ’ ένα άχρονο παρόν όπου η πάροδος του χρόνου μοιάζει αδιάφορη, εφόσον τίποτε δεν μπορεί να επαναφέρει τη ζωή της στην πρότερη ευτυχία της. Η ποιήτρια θρηνεί και στρέφει την προσοχή της σε μια φωτογραφία του αγαπημένου της που αποτελεί πλέον τη μόνη άμεση επαφή μαζί του, τη μόνη στέρεη υπενθύμιση της παρουσίας του. Η φωτογραφία θα αποτελέσει το ερέθισμα που θα κινητοποιήσει τη μνήμη της ποιήτριας και θα την επιστρέψει σ’ εποχές γαλήνης κι ευτυχίας, σ’ εποχές όπου ο σύζυγός της ζούσε και μαζί απολάμβαναν το καλοκαίρι και τη ζωή. Η φωτογραφία θα αποτελέσει παράλληλα και το συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στις δύο ενότητες του ποιήματος, καθώς χάρη στην ενεργοποίηση της μνήμης η ποιήτρια αφήνει το επίπονο παρόν κι επιστρέφει στο παρελθόν της ευτυχίας, τότε που παντού ήταν θάλασσα.
Η πρώτη ενότητα μας αποκαλύπτει το παρόν της ποιήτριας και η δεύτερη το παρελθόν, ο ανείπωτος πόνος του παρόντος σε σύγκριση με μια ζωή γεμάτη δυνατότητες και ξεγνοιασιά, μια ζωή γεμάτη υποσχέσεις που πέρασε πια και το μόνο που άφησε στην ποιήτρια είναι οι μνήμες των χρόνων που είχε κοντά της τον άνθρωπο που έδωσε στη ζωή της νόημα και χαρά. Το παρελθόν που τόσα είχε να προσφέρει, άφησε τελικά πίσω του μόνο μερικές φωτογραφίες που θα αποτελέσουν για την ποιήτρια ένα σταθερό σημείο σύνδεσης με το χαμένο της σύντροφο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου