Κωνσταντίνος Καβάφης «Στα 200 π.Χ.»
«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»
Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».
Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.
Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.
Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.
Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!
Ο Καβάφης στο ποίημα «Στα 200 π.Χ.» δημιουργεί έναν αριστουργηματικό έπαινο για τα κατορθώματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που με τόση αποτελεσματικότητα συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β΄.
Το ποίημα μας δίνεται ως αξιολόγηση όσων πέτυχε ο Αλέξανδρος, από την οπτική ενός Έλληνα που ζει στα 200 π.Χ., λίγο προτού δηλαδή οι Ρωμαίοι αρχίσουν την επέλασή τους στο ελληνικό έδαφος και το έργο του Αλεξάνδρου αρχίσει να καταρρέει.
Ο ανώνυμος αφηγητής καταγράφει με θαυμασμό τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, την εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και την άρνηση των Σπαρτιατών να συμμετάσχουν στην πανελλήνια προσπάθεια.
Η άρνηση των Σπαρτιατών που έγινε σεβαστή από τον Αλέξανδρο και που τότε έμοιαζε απολύτως δικαιολογημένη, όταν εξετάζεται υπό το πρίσμα της συνολικής επιτυχίας των Ελλήνων μοιάζει περισσότερο με έλλειψη διορατικότητας από την πλευρά των Σπαρτιατών και αδυναμία αποδοχής των αλλαγών που έφερνε η δράση του μεγάλου Μακεδόνα.
«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»
Μετά την πρώτη του νίκη κατά των Περσών, στον Γρανικό ποταμό (Μάιος/Ιούνιος 334 π.Χ.), ο Αλέξανδρος έστειλε στην Αθήνα 300 πανοπλίες από τα λάφυρα του πολέμου, αφιερωμένες στην Αθηνά. Με την κίνησή του αυτή ο Αλέξανδρος θέλησε ίσως να τονίσει τον πανελλήνιο χαρακτήρα της εκστρατείας του, γι’ αυτό και προτίμησε να στείλει τα δώρα αυτά στην Αθήνα και όχι στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Πέλλα, που ήταν παράλληλα και πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους.
Ο Αλέξανδρος ήταν ευφυής και κατανοούσε πως ήταν προς όφελός του η διατήρηση της αίσθησης πως η εκστρατεία αυτή εξέφραζε μια πανεθνική επιθυμία, ανεξάρτητα από τις προσωπικές του φιλοδοξίες.
Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».
Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την επιθυμία των Σπαρτιατών να μη συμμετάσχουν στην εκστρατεία μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, φρόντισε όμως να τονίσει μετά την πρώτη του νίκη, πως το κατόρθωμα αυτό επιτεύχθηκε χωρίς τη βοήθειά τους. Οι Σπαρτιάτες, που θεωρούσαν ότι ήταν οι καλύτεροι πολεμιστές, γι’ αυτό και δε δέχονταν να συμμετέχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις αν δεν είχαν αυτοί τον έλεγχο, έπαιρναν τώρα το μήνυμα του Αλεξάνδρου, πως οι Έλληνες μπορούσαν να κερδίσουν τις μάχες που ανέλαβαν χωρίς να χρειάζονται Σπαρτιάτες στρατηγούς.
Οι Σπαρτιάτες το πιθανότερο είναι πως θα αδιαφόρησαν για την αναφορά αυτή του Αλεξάνδρου, καθώς οι αρχές τους ήταν δεδομένες και δεν είχαν κανένα λόγο να υποχωρήσουν τώρα μπροστά στη θέληση του Μακεδόνα. Για τους Σπαρτιάτες ήταν θέμα τιμής να ηγούνται των πολεμικών επιχειρήσεων και η αναγνώριση της υπεροχής τους στα στρατιωτικά ζητήματα ήταν απαράβατος όρος για τη διασφάλιση της συμμετοχής τους. Άλλωστε, πόσο σημαντική θα μπορούσε να είναι μια εκστρατεία που γινόταν χωρίς την πολύτιμη συμβολή τους; Πόσα να κατορθώσει ένας νεαρός Μακεδόνας, χωρίς τη δική τους καθοδήγηση;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, επομένως, προτιμούσαν το «πλην Λακεδαιμονίων» στην αναθηματική επιγραφή του Αλεξάνδρου. Από το να τεθούν υπό τις διαταγές κάποιου άλλου, από το να υποστούν μια τέτοια ταπείνωση, προτιμούσαν να αποκλειστούν του επαίνου που τώρα διεκδικούσε ο Αλέξανδρος.
Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.
Ο ποιητής, όπως και ο Αλέξανδρος εκείνα τα χρόνια, αντιλαμβάνεται και αποδέχεται τη στάση των Σπαρτιατών. Η εμμονή στις αρχές τους, η απροθυμία τους να προδώσουν τους κανόνες με τους οποίους κινούνταν για τόσα χρόνια, ήταν απολύτως κατανοητή από τους υπόλοιπους Έλληνες. Η στάση τους νοιώθεται, γίνεται αντιληπτή και σεβαστή, αλλά καθώς θα γίνεται σταδιακά εμφανής η διάσταση που πήρε η προσπάθεια του Αλεξάνδρου, καθώς θα ξεδιπλώνεται η έκταση της αυτοκρατορίας του, τόσο θα γίνεται κατανοητό πως η επιμονή των Σπαρτιατών τους άφησε τελικά αποκλεισμένους από το μεγαλύτερο κατόρθωμα των Ελλήνων.
Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.
Χωρίς τους Σπαρτιάτες, λοιπόν, -το τονίζει εκ νέου ο ποιητής- ο Αλέξανδρος ξεκίνησε τη νικηφόρα του πορεία κατά των Περσών από τον Γρανικό (334 π.Χ.), συνέχισε στην Ισσό (333 π.Χ.) και εν τέλει τους συνέτριψε στα Γαυγάμηλα (1η Οκτωβρίου 331 π.Χ.). Ο Καβάφης αποφεύγει για ποιητικούς λόγους το τοπωνύμιο Γαυγάμηλα και προτιμά να αναφερθεί στα Άρβηλα, περιοχή πολύ κοντά στα Γαυγάμηλα.
Ο αποκλεισμός των Σπαρτιατών τονίζεται από τον ποιητή, καθώς όσο περισσότερο αποκαλύπτεται η επιτυχία του Αλεξάνδρου, τόσο αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα η άρνησή τους να συμμετάσχουν στην πανελλήνια εκστρατεία.
Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.
Ο Καβάφης που δε χρησιμοποιεί συχνά επίθετα στην ποίησή του, εδώ παραθέτει πέντε στη σειρά για να εκφράσει το θαυμασμό για την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, (νικηφόρα, περίλαμπρη, περιλάλητη, δοξασμένη, απαράμιλλη). Μια δικαιολογημένη εξύμνηση της εκστρατείας αυτής που έμελε να σταθεί στο σημαντικότερο κατόρθωμα των Ελλήνων και καθιέρωσε τον Αλέξανδρο ως τον γνωστότερο και πιο τιμημένο Έλληνα στρατηγό. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν αναφέρεται τόσο στο στρατιωτικό σκέλος της εκστρατείας αυτής, όσο στο γεγονός ότι μέσα από την προσπάθεια του Αλεξάνδρου γεννήθηκε ένας καινούριος, σημαντικότατος, ελληνικός κόσμος.
Ο αλεξανδρινός ποιητής αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Αλέξανδρου τον εθνάρχη, τον δημιουργό του θαυμάσιου ελληνικού κόσμου που απλώθηκε σε πρωτόγνωρο βαθμό χάρη στην τακτική του Μακεδόνα βασιλιά να προσεγγίσει τους λαούς που κατέκτησε ως απελευθερωτής και όχι ως κατακτητής.
Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Εμείς, λέει ο ποιητής, εντάσσοντας πολύ λογικά και τον εαυτό του στους Έλληνες που προέκυψαν μέσα από το έργο του Αλεξάνδρου.
Ελληνικές πόλεις δημιουργήθηκαν στην Αίγυπτο και την Ασία, δημιουργώντας ένα εκτεταμένο χώρο κυριαρχίας του ελληνικού πολιτισμού. Αλεξανδρινοί, Αντιοχείς, Σελευκίδες αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες στα εδάφη της Περσίας, οφείλουν την παρουσία του ελληνικού πολιτισμού και την ευκαιρία που τους δόθηκε να ζήσουν ως Έλληνες, στο έργο του Αλεξάνδρου. Οι ελληνικές δυναστείες των επιγόνων του Αλεξάνδρου δε θα είχαν δημιουργηθεί ποτέ αν ο ευφυέστατος αυτός Έλληνας δεν είχε τολμήσει και δεν είχε επιτύχει το σπουδαίο αυτό έργο.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
Η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου έφτασε μέχρι την Ινδία, καλύπτοντας μια τεράστια έκταση, όπου χάρη στην ευρηματική στάση του Μακεδόνα, οι ντόπιοι όχι μόνο δεν αντιστάθηκαν στην επέλαση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά υιοθέτησαν την ελληνική γλώσσα και άφθονα στοιχεία από τους τρόπους των Ελλήνων.
Ο Αλέξανδρος «με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών» αντί να παρουσιαστεί ως κατακτητής, εμφανίστηκε ως ελευθερωτής και προσέφερε την ευκαιρία στους ντόπιους να γνωρίσουν το θαύμα του ελληνικού πολιτισμού. Με γάμους Ελλήνων στρατιωτών με ντόπιες γυναίκες, με το γόνιμο ανακάτεμα της ελληνικής θρησκείας με τις ντόπιες θεότητες, καθώς και με τη διάδοση της ελληνικής παιδείας ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να θέσει ισχυρά θεμέλια για την υιοθέτηση και διατήρηση στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
Ο Αλέξανδρος φρόντισε να εισάγει ελληνικούς τρόπους με έμμεσο τρόπο και όχι με τη βία, ώστε οι ντόπιοι να σταθούν με θετικό τρόπο απέναντι στο νέο πολιτισμό που τους παρουσιαζόταν.
Η ελληνική γλώσσα δίνεται με κεφαλαία από τον ποιητή, καθώς για εκείνον ήταν από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, το γεγονός ότι βοήθησε στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας σε μια τόσο εκτεταμένη περιοχή. Για τον ποιητή η ελληνική γλώσσα είναι βασικότατο στοιχείο του πολιτισμού μας, γι’ αυτό και αναφέρεται στην εξάπλωσή της με ιδιαίτερη συγκίνηση.
Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!
Με σχήμα κύκλου ο Καβάφης μας επιστρέφει στην αρχική διαπίστωση, στον αποκλεισμό δηλαδή των Σπαρτιατών από τη συγκλονιστική και αξεπέραστη αυτή προσπάθεια των Ελλήνων.
Οι Σπαρτιάτες που τόσο δικαιολογημένα στάθηκαν συνεπείς στις αρχές τους, μοιάζουν τώρα σχεδόν ασήμαντοι μπροστά στο μεγαλειώδες αυτό ελληνικό επίτευγμα.
«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»
Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».
Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.
Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.
Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.
Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!
Ο Καβάφης στο ποίημα «Στα 200 π.Χ.» δημιουργεί έναν αριστουργηματικό έπαινο για τα κατορθώματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που με τόση αποτελεσματικότητα συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β΄.
Το ποίημα μας δίνεται ως αξιολόγηση όσων πέτυχε ο Αλέξανδρος, από την οπτική ενός Έλληνα που ζει στα 200 π.Χ., λίγο προτού δηλαδή οι Ρωμαίοι αρχίσουν την επέλασή τους στο ελληνικό έδαφος και το έργο του Αλεξάνδρου αρχίσει να καταρρέει.
Ο ανώνυμος αφηγητής καταγράφει με θαυμασμό τα εντυπωσιακά επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, την εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και την άρνηση των Σπαρτιατών να συμμετάσχουν στην πανελλήνια προσπάθεια.
Η άρνηση των Σπαρτιατών που έγινε σεβαστή από τον Αλέξανδρο και που τότε έμοιαζε απολύτως δικαιολογημένη, όταν εξετάζεται υπό το πρίσμα της συνολικής επιτυχίας των Ελλήνων μοιάζει περισσότερο με έλλειψη διορατικότητας από την πλευρά των Σπαρτιατών και αδυναμία αποδοχής των αλλαγών που έφερνε η δράση του μεγάλου Μακεδόνα.
«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»
Μετά την πρώτη του νίκη κατά των Περσών, στον Γρανικό ποταμό (Μάιος/Ιούνιος 334 π.Χ.), ο Αλέξανδρος έστειλε στην Αθήνα 300 πανοπλίες από τα λάφυρα του πολέμου, αφιερωμένες στην Αθηνά. Με την κίνησή του αυτή ο Αλέξανδρος θέλησε ίσως να τονίσει τον πανελλήνιο χαρακτήρα της εκστρατείας του, γι’ αυτό και προτίμησε να στείλει τα δώρα αυτά στην Αθήνα και όχι στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Πέλλα, που ήταν παράλληλα και πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους.
Ο Αλέξανδρος ήταν ευφυής και κατανοούσε πως ήταν προς όφελός του η διατήρηση της αίσθησης πως η εκστρατεία αυτή εξέφραζε μια πανεθνική επιθυμία, ανεξάρτητα από τις προσωπικές του φιλοδοξίες.
Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε
πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».
Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την επιθυμία των Σπαρτιατών να μη συμμετάσχουν στην εκστρατεία μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, φρόντισε όμως να τονίσει μετά την πρώτη του νίκη, πως το κατόρθωμα αυτό επιτεύχθηκε χωρίς τη βοήθειά τους. Οι Σπαρτιάτες, που θεωρούσαν ότι ήταν οι καλύτεροι πολεμιστές, γι’ αυτό και δε δέχονταν να συμμετέχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις αν δεν είχαν αυτοί τον έλεγχο, έπαιρναν τώρα το μήνυμα του Αλεξάνδρου, πως οι Έλληνες μπορούσαν να κερδίσουν τις μάχες που ανέλαβαν χωρίς να χρειάζονται Σπαρτιάτες στρατηγούς.
Οι Σπαρτιάτες το πιθανότερο είναι πως θα αδιαφόρησαν για την αναφορά αυτή του Αλεξάνδρου, καθώς οι αρχές τους ήταν δεδομένες και δεν είχαν κανένα λόγο να υποχωρήσουν τώρα μπροστά στη θέληση του Μακεδόνα. Για τους Σπαρτιάτες ήταν θέμα τιμής να ηγούνται των πολεμικών επιχειρήσεων και η αναγνώριση της υπεροχής τους στα στρατιωτικά ζητήματα ήταν απαράβατος όρος για τη διασφάλιση της συμμετοχής τους. Άλλωστε, πόσο σημαντική θα μπορούσε να είναι μια εκστρατεία που γινόταν χωρίς την πολύτιμη συμβολή τους; Πόσα να κατορθώσει ένας νεαρός Μακεδόνας, χωρίς τη δική τους καθοδήγηση;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, επομένως, προτιμούσαν το «πλην Λακεδαιμονίων» στην αναθηματική επιγραφή του Αλεξάνδρου. Από το να τεθούν υπό τις διαταγές κάποιου άλλου, από το να υποστούν μια τέτοια ταπείνωση, προτιμούσαν να αποκλειστούν του επαίνου που τώρα διεκδικούσε ο Αλέξανδρος.
Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.
Ο ποιητής, όπως και ο Αλέξανδρος εκείνα τα χρόνια, αντιλαμβάνεται και αποδέχεται τη στάση των Σπαρτιατών. Η εμμονή στις αρχές τους, η απροθυμία τους να προδώσουν τους κανόνες με τους οποίους κινούνταν για τόσα χρόνια, ήταν απολύτως κατανοητή από τους υπόλοιπους Έλληνες. Η στάση τους νοιώθεται, γίνεται αντιληπτή και σεβαστή, αλλά καθώς θα γίνεται σταδιακά εμφανής η διάσταση που πήρε η προσπάθεια του Αλεξάνδρου, καθώς θα ξεδιπλώνεται η έκταση της αυτοκρατορίας του, τόσο θα γίνεται κατανοητό πως η επιμονή των Σπαρτιατών τους άφησε τελικά αποκλεισμένους από το μεγαλύτερο κατόρθωμα των Ελλήνων.
Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·
και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.
Χωρίς τους Σπαρτιάτες, λοιπόν, -το τονίζει εκ νέου ο ποιητής- ο Αλέξανδρος ξεκίνησε τη νικηφόρα του πορεία κατά των Περσών από τον Γρανικό (334 π.Χ.), συνέχισε στην Ισσό (333 π.Χ.) και εν τέλει τους συνέτριψε στα Γαυγάμηλα (1η Οκτωβρίου 331 π.Χ.). Ο Καβάφης αποφεύγει για ποιητικούς λόγους το τοπωνύμιο Γαυγάμηλα και προτιμά να αναφερθεί στα Άρβηλα, περιοχή πολύ κοντά στα Γαυγάμηλα.
Ο αποκλεισμός των Σπαρτιατών τονίζεται από τον ποιητή, καθώς όσο περισσότερο αποκαλύπτεται η επιτυχία του Αλεξάνδρου, τόσο αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα η άρνησή τους να συμμετάσχουν στην πανελλήνια εκστρατεία.
Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.
Ο Καβάφης που δε χρησιμοποιεί συχνά επίθετα στην ποίησή του, εδώ παραθέτει πέντε στη σειρά για να εκφράσει το θαυμασμό για την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, (νικηφόρα, περίλαμπρη, περιλάλητη, δοξασμένη, απαράμιλλη). Μια δικαιολογημένη εξύμνηση της εκστρατείας αυτής που έμελε να σταθεί στο σημαντικότερο κατόρθωμα των Ελλήνων και καθιέρωσε τον Αλέξανδρο ως τον γνωστότερο και πιο τιμημένο Έλληνα στρατηγό. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν αναφέρεται τόσο στο στρατιωτικό σκέλος της εκστρατείας αυτής, όσο στο γεγονός ότι μέσα από την προσπάθεια του Αλεξάνδρου γεννήθηκε ένας καινούριος, σημαντικότατος, ελληνικός κόσμος.
Ο αλεξανδρινός ποιητής αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Αλέξανδρου τον εθνάρχη, τον δημιουργό του θαυμάσιου ελληνικού κόσμου που απλώθηκε σε πρωτόγνωρο βαθμό χάρη στην τακτική του Μακεδόνα βασιλιά να προσεγγίσει τους λαούς που κατέκτησε ως απελευθερωτής και όχι ως κατακτητής.
Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Εμείς, λέει ο ποιητής, εντάσσοντας πολύ λογικά και τον εαυτό του στους Έλληνες που προέκυψαν μέσα από το έργο του Αλεξάνδρου.
Ελληνικές πόλεις δημιουργήθηκαν στην Αίγυπτο και την Ασία, δημιουργώντας ένα εκτεταμένο χώρο κυριαρχίας του ελληνικού πολιτισμού. Αλεξανδρινοί, Αντιοχείς, Σελευκίδες αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες στα εδάφη της Περσίας, οφείλουν την παρουσία του ελληνικού πολιτισμού και την ευκαιρία που τους δόθηκε να ζήσουν ως Έλληνες, στο έργο του Αλεξάνδρου. Οι ελληνικές δυναστείες των επιγόνων του Αλεξάνδρου δε θα είχαν δημιουργηθεί ποτέ αν ο ευφυέστατος αυτός Έλληνας δεν είχε τολμήσει και δεν είχε επιτύχει το σπουδαίο αυτό έργο.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
Η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου έφτασε μέχρι την Ινδία, καλύπτοντας μια τεράστια έκταση, όπου χάρη στην ευρηματική στάση του Μακεδόνα, οι ντόπιοι όχι μόνο δεν αντιστάθηκαν στην επέλαση του ελληνικού πολιτισμού, αλλά υιοθέτησαν την ελληνική γλώσσα και άφθονα στοιχεία από τους τρόπους των Ελλήνων.
Ο Αλέξανδρος «με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών» αντί να παρουσιαστεί ως κατακτητής, εμφανίστηκε ως ελευθερωτής και προσέφερε την ευκαιρία στους ντόπιους να γνωρίσουν το θαύμα του ελληνικού πολιτισμού. Με γάμους Ελλήνων στρατιωτών με ντόπιες γυναίκες, με το γόνιμο ανακάτεμα της ελληνικής θρησκείας με τις ντόπιες θεότητες, καθώς και με τη διάδοση της ελληνικής παιδείας ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να θέσει ισχυρά θεμέλια για την υιοθέτηση και διατήρηση στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
Ο Αλέξανδρος φρόντισε να εισάγει ελληνικούς τρόπους με έμμεσο τρόπο και όχι με τη βία, ώστε οι ντόπιοι να σταθούν με θετικό τρόπο απέναντι στο νέο πολιτισμό που τους παρουσιαζόταν.
Η ελληνική γλώσσα δίνεται με κεφαλαία από τον ποιητή, καθώς για εκείνον ήταν από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Αλεξάνδρου, το γεγονός ότι βοήθησε στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας σε μια τόσο εκτεταμένη περιοχή. Για τον ποιητή η ελληνική γλώσσα είναι βασικότατο στοιχείο του πολιτισμού μας, γι’ αυτό και αναφέρεται στην εξάπλωσή της με ιδιαίτερη συγκίνηση.
Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!
Με σχήμα κύκλου ο Καβάφης μας επιστρέφει στην αρχική διαπίστωση, στον αποκλεισμό δηλαδή των Σπαρτιατών από τη συγκλονιστική και αξεπέραστη αυτή προσπάθεια των Ελλήνων.
Οι Σπαρτιάτες που τόσο δικαιολογημένα στάθηκαν συνεπείς στις αρχές τους, μοιάζουν τώρα σχεδόν ασήμαντοι μπροστά στο μεγαλειώδες αυτό ελληνικό επίτευγμα.
Η δίσημη χρήση της
ειρωνείας στο ποίημα
Ένα από τα σημεία που δημιουργούν
ιδιαίτερη εντύπωση κατά την ανάγνωση του ποιήματος είναι η ειρωνική
αντιμετώπιση των Λακεδαιμονίων από τον ποιητή. Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, βέβαια,
γίνεται κατανοητό πως ο ποιητής, ως Έλληνας της Αλεξάνδρειας ο ίδιος,
αισθάνεται πως οφείλει σε μεγάλο βαθμό την ταυτότητά του στο έργο του Μεγάλου
Αλεξάνδρου, γι’ αυτό κι επανέρχεται με ειρωνικό τρόπο στους Σπαρτιάτες, που με
σαφή έλλειψη διορατικότητας απείχαν απ’ τη μεγαλύτερη ελληνική εκστρατεία.
Εντούτοις, σε μια δεύτερη
ανάγνωση διαπιστώνουμε πως οι αναφορές στους Σπαρτιάτες διατηρούν κεντρική θέση
στο ποίημα, το οποίο, άλλωστε, ξεκινά και ολοκληρώνεται με σχετική μνεία στους
Λακεδαιμόνιους. Επομένως, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως αν ο ποιητής ήθελε
πράγματι να τους υπονομεύσει, δε θα αναφερόταν τόσο συχνά και τόσο εμφατικά στη
δράση τους.
Άρα ό,τι αρχικώς μοιάζει με μια
ειρωνική στάση απέναντι στους Σπαρτιάτες, που δε συμμετείχαν στη μεγάλη
ελληνική εκστρατεία, στην πραγματικότητα είναι μια συγκαλυμμένη υπόμνηση της
ιδιαίτερης αξίας των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι έστω κι αν στα χρόνια του
Αλεξάνδρου είχαν περιέλθει σε παρακμή, όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαν
συμβάλλει με κάθε τρόπο στην προάσπιση του ελληνικού χώρου.
Η σκέψη, επομένως, του Μεγάλου
Αλεξάνδρου να τονίσει την απροθυμία των Σπαρτιατών να λάβουν μέρος στην
εκστρατεία του, δεν ήταν παρά ένα ολίσθημα, εφόσον μοιάζει να μην αναγνωρίζει
πόσο πολύτιμη υπήρξε η αρωγή τους τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι, οι Σπαρτιάτες
που τώρα δε συμμετέχουν, είναι εκείνοι που συνέβαλαν αποφασιστικά στην άμυνα
των Ελλήνων, όταν δέχονταν την επίθεση των Περσών, είναι εκείνοι που με
αιματηρούς αγώνες διατήρησαν την ανεξαρτησία των Ελλήνων κι έδωσαν στον
στρατηλάτη τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει το δικό του άθλο.
Ο Καβάφης, αν και Αλεξανδρινός,
αν και με μεγάλη εκτίμηση για τη δράση του Αλεξάνδρου, δε δέχεται ωστόσο αυτήν
την αγνωμοσύνη που τόσο συχνή είναι στους ανθρώπους. Όπως ο Αλέξανδρος
εκμηδενίζει -ή τουλάχιστον νομίζει ότι εκμηδενίζει- τους Σπαρτιάτες με το «πλην
Λακεδαιμονίων», έτσι και πολλοί άνθρωποι εμφανίζονται είτε από άγνοια της
ιστορίας τους είτε από αχαριστία ν’ αδιαφορούν και να μην εκφράζουν την
προσήκουσα εκτίμηση για την πολύτιμη προσφορά των προγόνων τους, των ανθρώπων
γενικότερα που έδρασαν πριν από αυτούς ή ακόμη και των ίδιων των γονιών τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου