Krista May
Ανδρέας Καρκαβίτσας «Ο ζητιάνος», παράλληλο για το Αμάρτημα της μητρός μου
[Η Κρουστάλλω που είναι έγκυος θέλει οπωσδήποτε να κάνει αγόρι, γιατί πιστεύει πως ένα αρσενικό παιδί θα είναι εγγύηση για το μέλλον, το δικό της και των κοριτσιών της, σε περίπτωση που κάτι συμβεί στον άντρα της. Με την ελπίδα πως θα μπορέσει να τη βοηθήσει στρέφεται στον Τζιριτόκωστα, το δαιμόνιο ζητιάνο, ο οποίος αφού διαβάζοντας το νεφρό ενός αρνιού της αποκαλύπτει ότι το παιδί που κυοφορεί είναι κορίτσι, της δίνει ένα εκτρωτικό βοτάνι, με την παραπλανητική υπόσχεση πως παίρνοντάς το θα αλλάξει το φύλο του παιδιού. Η Κρουστάλλω νομίζοντας πως το βοτάνι θα της χαρίσει το πολυπόθητο αγόρι, αγνοεί τις προειδοποιήσεις του ζητιάνου και ξεπερνά κατά πολύ τη ενδεδειγμένη δοσολογία. Το βοτάνι αρχίζει να της προκαλεί παραισθήσεις και αφόρητους πόνους, ωθώντας τελικά την Κρουστάλλω στην αυτοκτονία.]
«...
-Να μου ειπής μονάχα τί Οξαποδώς είν’ αυτός πώχω στην κοιλιά μου!
-Τι λόγια λές, μωρή θεοσκοτωμένη! εφώναξεν η γριά Σταμάτω τραβώντας τα μάγουλά της με φρίκη. Τί κακομενιτεύεις την κοιλιά σου π’ ανάθεμά σε, φόνισσα!...
Και πλησιάζοντας καταφοβισμένη, ανοιγόκλεισε δυό-τρεις φορές τη δεξιά της παλάμη επάνω στην κοιλιά της κόρης της. Την εσταύρωσεν έτσι κι εμάκρυνε κάθε κακό λόγο είτε πάθημα από μέσα της. Ήξευρεν η πολυκάτεχη γριά, πώς οι έγκυες πρέπει και από μάτι κακό και από λόγο να είνε προφυλαγμένες. Γιατί πολλές φορές και ο κακός λόγος και το μάτι το κακό πιάνουν στ’ αληθινά και βλέπεις και γεννούν αντί παιδιών παραλλάγματα φριχτά∙ ζούδια είτε πετούμενα, ψάρια είτε και αυτόν τον Οξαποδώ οι γυναίκες. Αλλά και η Κρουστάλλω, λες κι ενόησε τον κακό λόγο που είπεν, εκιτρίνισεν αμέσως κι επεριμαζεύθηκε, κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά και πίσω της με μάτια φοβισμένα.
-Αν δεν τρελλάθηκα, θα τρελλαθώ χωρίς άλλο∙ εψιθύρισε σφίγγοντας με τα δυο χέρια το μέτωπό της.
...
-Άει στο διάβολο, τύχη τζαναμπέτα!... βρυχήθηκε τότε ακράτητη η Κρουστάλλω.
Κι έπεσε στην αγκαλιά της μάννας της λιμνωμένη από τα δάκρυα.
-Καλέ, μην κάννης έτσι, χριστιανή μου! είπεν ο Τζιριτόκωστας γελώντας κάτω από τα δασά μουστάκια του. Μην κάννης έτσι και διορθώνεται το κακό. Σου δίνω γιατρικό∙ μην κάννης έτσι!...
-Έχεις γιατρικό να τ’ αλλάξω; ερώτησεν εκείνη αναπηδώντας και κοιτάζοντάς τον με κόκκινα μάτια.
-Έχω και να τ’ αλλάξης και να το ρίξης ακόμα∙ είπεν ο Τζιριτόκωστας.
-Να το ρίξω, όχι∙ είπε ξαναπέφτοντας στην απελπισία της η χωριάτισσα. Ο Θεός να γλυτώνη! Είνε κρίμα μεγάλο!... Σαν τόδωκε ο Θεός, δεν μπορώ να το διώξω. Κι εσταυροκοπήθηκε καταφοβισμένη και ζητώντας έλεος. Αν είνε να τ’ αλλάξω ναι∙ σου δίνω ό,τι θες. Εγώ κι ο άντρας μου να γένουμε σκλάβοι σου...
... Ήξευρε πολύ καλά αυτός την επικίνδυνη ενέργεια της σκόνης, που έδινε τώρα, για ν’ αλλάξη δήθεν το είδος του εμβρύου μέσα στη μήτρα της χωριάτισσας. Δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά σκόνη εκτρωτική. Συχνά την είχε πουλήση αντί μεγάλης αμοιβής σε κορίτσα κρυφογκάστρωτα κατά το μακρύ ζητιανικό του στάδιο. Πολλών άνομες σπορές ετίναξεν ασώματες έξω από τις μήτρες∙ αλλά και πολλά σώματα έστειλε πάρωρα στον τάφο. Το ήξευραν∙ αλλά και τί να κάμη; Ημπορούσε ν’ αρνηθή την υπερεσία του, αφού την εζητούσαν και μάλιστα με τόση πληρωμή!
...
Η σκόνη, που της έδωκε, ήθελε προσοχή. Αληθινά επήρε τα μέτρα του. Αν ακολουθούσε πιστά τις παραγγελίες του, δεν θα ήταν τίποτε. Η χωριάτισσα είχε γερό σώμα∙ λίγο αίμα και λίγα κοψίματα και ούτε ήταν, ούτ’ εφάνηκε πλέον! Αλλ’ αν η Κρουστάλλω, με την αποστροφή που είχε στα θηλυκά, εβιαζόταν να φθάση το ποθητόν της! Αν έπαιρνε για γοργότερη ενέργεια και για τελειότερη μεταλλαγή και τις τρεις σκόνες μαζί! Και το χειρότερο, αν δεν είχε την υπομονή να περιμένη έως την ημέρα που της ώρισεν, αλλ’ άρχιζεν αύριο, είτε και απόψε, τότε τι θα εγινόταν;
...
Μόλις όμως έφθασαν στην πόρτα, φριχτό θέαμα τους ανάγκασε να πισωδρομήσουν. Ανάμεσα στο σπίτι, στη θέση που εκρεμόταν πριν η μαλάθα* του ψωμιού, η Κρουστάλλω του Μαγουλά η γυναίκα, εκρεμόταν άψυχη με το σχοινί στο λαιμό. Οι σκόνες του Τζιριτόκωστα, παρμένες ασυλλόγιστα, ωδήγησαν τη χωριάτισσα στο φριχτό τέλος της. Η Κρουστάλλω, έπειτ’ από την ανάκρισην έφυγεν απαρατήρητη κι εκλείσθηκε πάλι στο σπίτι της. Της βρίζας η ενέργεια εγινόταν από στιγμή σε στιγμή ισχυρότερη∙ τα συμπτώματα έρχονταν πλέον φοβερά και ακράτητα. Οι σπίθες κατάντησαν αμέτρητες και κουραστικές εμπρός στα μάτια της. Το σπίτι ολόκληρο έμοιαζε πύρινο καμίνι, ερεθισμένο από χίλια φυσερά. Η βουή των αυτιών της αγριώτερη και πλέον ενοχλητική κι επίμονη κατέβαινε στις αισθήσεις της. Οι πόνοι του κορμιού, των σκελών και του κεφαλιού τα τριβελίσματα, του δερμάτου η φαγούρα, την έφερναν σε απελπισία. Τρελλή έτρεχεν εδώ κι εκεί, εδερνόταν με τα χέρια της ζερβόδεξα, εκινούσε τα ράθυμα πόδια της∙ αλλά δεν ημπορούσε ν’ απαλλαγή από τα τόσα δεινά. Κι έξαφνα, σε στιγμή μανίας και απελπισίας μεγάλης, εκατέβασε τη μαλάθα, έκαμε βρόχο το σχοινί, το επέρασε στον λαιμό κι επαραδόθηκε τυφλή στον θάνατο.
-Χα!... έβγαλεν μόνον από τον στενό λάρυγγά της.
Και ο απαίσιος ήχος δεν είχεν καμμία διαφορά με τον άλλον εκείνον, που έβγαλεν όταν επήρε τις σκόνες του ζητιάνου. Είχε την ίδια έκφραση της απολαύσεως και της χαράς.»
*μαλάθα: η καλάθα, πλεκτό κάνιστρο (καλάθι) με σκέπασμα (για οικιακή χρήση).
Πώς διαφοροποιείται η συμπεριφορά της Κρουστάλλως από τη συμπεριφορά της μητέρας του Αμαρτήματος της μητρός μου;
Η Κρουστάλλω από τη στιγμή που μαθαίνει πως -σύμφωνα, τουλάχιστον, με την πρόβλεψη του ζητιάνου- θα αποκτήσει και πάλι κορίτσι, απελπίζεται καθώς ο μεγάλος της πόθος είναι να αποκτήσει επιτέλους ένα αρσενικό παιδί. Η Κρουστάλλω δεν επιθυμεί βέβαια να ρίξει το παιδί που κυοφορεί, αλλά θέλει με κάθε τρόπο να διασφαλίσει ότι το παιδί αυτό θα είναι αγόρι, γι’ αυτό και πείθεται στην παράδοξη υπόσχεση του Τζιριτόκωστα ότι μπορεί, έστω και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης να αλλάξει το φύλο του παιδιού.
Η μητέρα αυτή θα έπρεπε κανονικά να καταλάβει πως τα λόγια του ζητιάνου δεν είναι παρά κούφιες υποσχέσεις, χωρίς αντίκρισμα, αλλά η μεγάλη της επιθυμία την τυφλώνει και την ωθεί σε μια πράξη που στρέφεται κατά του παιδιού της και τελικά κατά του ίδιου της του εαυτού.
Παρόλο που ως μητέρα θα όφειλε να αποδεχτεί το παιδί της, ανεξάρτητα από το φύλο του, η Κρουστάλλω δεν το θέλει κορίτσι και είναι γι’ αυτό όχι μόνο πρόθυμη να πάρει τη βρίζα -το βοτάνι που της έδωσε ο ζητιάνος- αλλά αποφασισμένη να καταναλώσει πολύ μεγαλύτερη δόση από αυτή που της συνέστησε ο Τζιριτόκωστας, ώστε να έχει στα σίγουρα το αποτέλεσμα που ποθεί.
Αν η Κρουστάλλω είχε ακολουθήσει τις οδηγίες του ζητιάνου ο οργανισμός της θα είχε αντιμετωπίσει την επενέργεια του βοτανιού, χωρίς σημαντικές επιπλοκές, αλλά ενθουσιασμένη από την προοπτική να αποκτήσει αγόρι, η κοπέλα αυξάνει τη δοσολογία, βιώνοντας απρόσμενα έντονες παρενέργειες από τη δράση του βοτανιού. Τόσο έντονες, μάλιστα, που μη αντέχοντας πια τον πόνο και τις παραισθήσεις η κοπέλα τερματίζει τη ζωή της και μαζί τη ζωή του παιδιού που με τόσο πάθος θέλησε να αλλάξει το φύλο του.
Ο αφηγητής μας τονίζει πως όταν η Κρουστάλλω έπαιρνε την εκτρωτική σκόνη, τη σκόνη που νόμιζε ότι θα άλλαζε το κορίτσι και θα το έκανε αγόρι, αισθανόταν απόλαυση και χαρά, καθώς εκείνο που την απασχολούσε, περισσότερο από την υγεία του βρέφους, ήταν το φύλο του. Η έντονη αποστροφή που αισθάνεται η Κρουστάλλω για το κορίτσια και ο μεγάλος της πόθος να αποκτήσει αγόρι, θα υποσκάψουν την κρίση της και θα την οδηγήσουν σε μια πράξη που στρέφεται κατά του παιδιού της. Η πράξη αυτή, το αμάρτημα αυτής της μητέρας που δεν ήθελε το παιδί της, θα έχει ολέθριες συνέπειες τόσο για την ίδια όσο και για το παιδί της.
Η Κρουστάλλω δεν έχει συνειδητά την επιθυμία να τερματίσει την κύηση, δε θέλει να σκοτώσει το παιδί της, αλλά το γεγονός ότι εμπιστεύεται έναν ζητιάνο που για να κερδίσει χρήματα είναι ικανός να υποσχεθεί οτιδήποτε, αποτελεί μιαν ασυγχώρητη απουσία λογικής σκέψης, που θα αποβεί μοιραία για την ηρωίδα.
Το στοιχείο, επομένως, που διαφοροποιεί την Κρουστάλλω από τη μητέρα του αφηγητή στο Αμάρτημα της μητρός μου, είναι η ύπαρξη πρόθεσης από την πλευρά της Κρουστάλλως, το γεγονός, δηλαδή, ότι η πράξη της γίνεται συνειδητά. Η μητέρα στο Αμάρτημα της μητρός μου σκοτώνει το παιδί της χωρίς να έχει καμία τέτοια πρόθεσή, χωρίς ποτέ να περάσει από το μυαλό της η σκέψη ότι παίρνοντας το μωρό στο κρεβάτι της υπάρχει κίνδυνος να το πλακώσει, ενώ η Κρουστάλλω όχι μόνο έχει την πρόθεση να αλλάξει το φύλο του παιδιού της -κάτι που θα έπρεπε να αντιληφθεί πως δεν είναι εφικτό-, αλλά πολύ περισσότερο είναι αποφασισμένη να το πετύχει.
Η Δεσποινιώ του Αμαρτήματος επιφέρει το θάνατο του παιδιού της απρομελέτητα και αβούλητα, γεγονός που σημαίνει ότι η πράξη της είναι ατύχημα και όχι έγκλημα, εφόσον για να υπάρξει έγκλημα θα πρέπει να υπάρχει και πρόθεση. Αντιθέτως, η πράξη της Κρουστάλλως, η προσπάθεια να αλλάξει το φύλο του παιδιού παίρνοντας το βοτάνι, εμπεριέχει στοιχεία εγκληματικής συμπεριφοράς, εφόσον η μητέρα αυτή έχει την ανάλογη πρόθεση κι επιπροσθέτως έχει εκφράσει την απέχθειά της για τα κορίτσια.
Το γεγονός ότι η εκτρωτική σκόνη δεν επέφερε απλώς την αποβολή του εμβρύου, αλλά δημιούργησε έντονες παρενέργειες που οδήγησαν την Κρουστάλλω στην αυτοκτονία, αποτελεί αφηγηματικά την τιμωρία της γυναίκας αυτής που με τόση ένταση θέλησε να αποφύγει τη γέννηση ενός ακόμη κοριτσιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου