Flavia Codsi
Γιώργος Σεφέρης «Θερινό Ηλιοστάσι»
Ζ΄
Η λεύκα στο μικρό περιβόλι
η ανάσα της μετρά τις ώρες σου
μέρα και νύχτα∙
κλεψύδρα που γεμίζει ο ουρανός.
Στη δύναμη του φεγγαριού τα φύλλα της
σέρνουν μαύρα πατήματα στον άσπρο τοίχο.
Στο σύνορο είναι λιγοστά τα πεύκα
έπειτα μάρμαρα και φωταψίες
κι άνθρωποι καθώς είναι πλασμένοι οι άνθρωποι.
Ο κότσυφας όμως τιτιβίζει
σαν έρχεται να πιει
κι ακούς καμιά φορά τη φωνή της δεκοχτούρας.
Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές
μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου
να πέφτει σε δύο κόκκινα γαρούφαλα
σε μιάν ελιά και λίγο αγιόκλημα.
Δέξου ποιος είσαι.
Το ποίημα
μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια
θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις.
Τα περισσότερα –
σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις.
Ο Γιώργος Σεφέρης συνθέτει ένα ποίημα «εις εαυτόν», για την αξία της αυτογνωσίας, η αλήθεια του οποίου λειτουργεί ως μήνυμα προς κάθε άνθρωπο και φυσικά προς τους ομοτέχνους του. Ο ποιητής αναγνωρίζει πως η πραγματική ουσία του ανθρώπου ενυπάρχει στα απλά πράγματα που συνθέτουν τη ζωή του και πως κάθε άνθρωπος οφείλει να γνωρίσει και να αποδεχτεί αυτό που πραγματικά είναι. Μόνο αν γνωρίσουμε την πραγματική μας υπόσταση, θα μπορέσουμε να αντλήσουμε τις απαντήσεις που γυρεύουμε.
Αναλυτικότερα:
Η λεύκα στο μικρό περιβόλι
η ανάσα της μετρά τις ώρες σου
μέρα και νύχτα∙
κλεψύδρα που γεμίζει ο ουρανός.
Οι εικόνες που παρουσιάζονται στις δύο πρώτες στροφές του ποιήματος προέρχονται από τον περιβάλλοντα χώρο του σπιτιού του Σεφέρη, στην οδό Άγρας, δίπλα στο Παναθηναϊκό Στάδιο (Καλλιμάρμαρο).
Ο ποιητής παρατηρώντας όσα συνθέτουν το χώρο στον οποίο κινείται καθημερινά, καταγράφει τις σκέψεις του για τις απλές μα καίριες αλήθειες της ζωής. Το πέρασμα του χρόνου, που δεν μπορεί παρά να σημάνει εν καιρώ και το τέρμα της ζωής, δίνεται μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο από τον ποιητή, ο οποίος εκλαμβάνει την λεύκα με τις ανάσες της, ως κλεψύδρα που μετρά νυχθημερόν τις ώρες του, τις ώρες που πέρασαν είτε αυτές αξιοποιήθηκαν όπως έπρεπε είτε όχι.
Το δέντρο, που μένει διαρκώς στην ίδια θέση, διαχρονικό και φαινομενικά απαράλλαχτο, δίνει στον ποιητή την αίσθηση πως στέκει εκεί σαν παρατηρητής του, σαν άτεγκτος καταγραφέας του χρόνου του. Η λεύκα, δηλαδή, που μοιάζει αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, αποτελεί ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τον ποιητή, που μπροστά της νιώθει εντονότερα τη θνητότητά του και το αναπόφευκτα σύντομο διάστημα ζωής που του αναλογεί.
Στη δύναμη του φεγγαριού τα φύλλα της
σέρνουν μαύρα πατήματα στον άσπρο τοίχο.
Το παιχνίδι του φωτός και οι μικρές μαύρες σκιές που δημιουργούν τα φύλλα της λεύκας, μοιάζουν με δυσοίωνα μηνύματα. Μαύρα πατήματα στον άσπρο τοίχο, μια αντίθεση που μεταδίδει μια αρνητική αίσθηση, ένα αρνητικό προμήνυμα, το οποίο μπορεί να σχετιστεί και με το πέρασμα του χρόνου. Οι άνθρωποι θα πρέπει να έχουν συναίσθηση του πεπερασμένου της ζωής τους και να φροντίζουν έγκαιρα να αξιοποιούν το χρόνο που τους δίνεται.
Στο σύνορο είναι λιγοστά τα πεύκα
έπειτα μάρμαρα και φωταψίες
κι άνθρωποι καθώς είναι πλασμένοι οι άνθρωποι.
Η ματιά του ποιητή περιπλανιέται ακόμη μακρύτερα και βλέπει στο τέλος του περιβολιού, που έχει στο σπίτι του, λίγα πεύκα, τα μάρμαρα και τους δυνατούς προβολείς του Παναθηναϊκού σταδίου και φυσικά ανθρώπους. Ο ποιητής με μια λιτή διατύπωση: «κι άνθρωποι καθώς είναι πλασμένοι οι άνθρωποι», περικλείει όλη την πολυδύναμη και πολύπλευρη διάσταση των ανθρώπων. Όλες αυτές οι ποικίλες εκφάνσεις της ανθρώπινης φύσης, που δύσκολα μπορούν να περιγραφούν, δίνονται από τον ποιητή με ελλειπτικό αλλά επιγραμματικό τρόπο.
Ο κότσυφας όμως τιτιβίζει
σαν έρχεται να πιει
κι ακούς καμιά φορά τη φωνή της δεκοχτούρας.
Οι ηχητικές εικόνες που κλείνουν την πρώτη στροφή, προσφέρουν ζωντάνια στο χώρο που μας περιγράφει ο ποιητής και ολοκληρώνουν έτσι με παραστατικότητα το πρώτο και περισσότερο περιγραφικό μέρος του ποιήματος.
Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές
μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου
να πέφτει σε δύο κόκκινα γαρούφαλα
σε μιάν ελιά και λίγο αγιόκλημα.
Δέξου ποιος είσαι.
Η δεύτερη στροφή μας οδηγεί σταδιακά στα σημαντικά μηνύματα του ποιήματος. Μέσα σ’ ένα μικρό περιβόλι, μπορείς να δεις τον ήλιο να φωτίζει γαρύφαλλα, μιαν ελιά κι ένα αγιόκλημα. Μέσα σ’ ένα πολύ μικρό χώρο, μας λέει ο ποιητής, μπορείς να εντοπίσεις δημιουργίες που έχουν η καθεμία τη δική της ξεχωριστή αξία και διαφέρουν τόσο πολύ μεταξύ τους. Η φύση έχει φροντίσει να κοσμήσει τον κόσμο με πολλά και διαφορετικά δημιουργήματα, τα οποία προφανώς και δεν χάνουν την αξία τους επειδή διαφέρουν από τα υπόλοιπα που βρίσκονται γύρω τους.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους ανθρώπους, πάρα πολλοί άνθρωποι, όλοι ξεχωριστοί, με μοναδική αξία, μα διαφορετικοί μεταξύ τους. «Δέξου ποιος είσαι», ζητά ο ποιητής, καλώντας τόσο τον εαυτό του όσο και τους αναγνώστες του, να γνωρίσουν και να αποδεχτούν τον εαυτό τους. Η διαφορετικότητά μας είναι δεδομένη, όπως και η αξία μας, είναι όμως απόλυτα αναγκαίο ο κάθε άνθρωπος να αντικρίσει με ειλικρίνεια τον εαυτό του και να τον αποδεχτεί γι’ αυτό που είναι και όχι γι’ αυτό που θα ήθελε να είναι.
Το ποίημα
μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια
θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις.
Τα περισσότερα –
σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις.
Το ποίημα δεν θα πρέπει να χάνεται σε χώρους που βρίσκονται μακριά από τη φύση και την υπόσταση του ποιητή. Το ποίημα πρέπει να αντλείται από το «είναι» του ποιητή, έστω κι αν αυτό μοιάζει άγονο και δυσπρόσιτο. Θρέψε το ποίημα με το χώμα και το βράχο που έχεις, φτιάξε την ποίησή σου με τις δικές σου σκέψεις, ακόμη κι αν πρέπει να δουλέψεις σκληρά για να τις προσεγγίσεις.
Ο ποιητής αντιθέτει τους γόνιμους χώρους στους οποίους ζουν τα πλατάνια, με την άγονη και γεμάτη βράχους ψυχή του, για να τονίσει πως ο δρόμος για την ποιητική δημιουργία δεν μπορεί να θεωρηθεί εύκολος, ούτε και θα πρέπει να επιλέγονται οι φαινομενικά εύκολες λύσεις. Ο δημιουργός πρέπει να παλέψει με τον εαυτό του, να τον γνωρίσει σε βάθος και να οδηγηθεί στην πλήρωση της τέχνης του, μόνο με τα υλικά που του παρέχει ο εαυτός του. Αδιαμόρφωτες σκέψεις, πικρές εμπειρίες, δυσάρεστα συναισθήματα, ό,τι κι αν συνιστά την προσωπικότητα και την ψυχή του ποιητή, μ’ αυτά θα πρέπει να πορευτεί ο δημιουργός.
Και μάλιστα, στο ίδιο σημείο θα πρέπει να σκάψει όποιος θέλει να γνωρίσει και να αντιληφθεί ακόμη περισσότερα. Μέσα του, δηλαδή, θα πρέπει να αναζητήσει ο ποιητής, αλλά και ο κάθε άνθρωπος, για τις απαντήσεις που ζητά. Όσο κι αν η εσωτερική αναζήτηση, η αναμέτρηση με τον εαυτό μας, με τις ελλείψεις μας και τις αδυναμίες μας, είναι δύσκολη, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτάσουμε στις πολύτιμες αλήθειες της ζωής.
Χώμα και βράχος, ακατέργαστο υλικό που η επεξεργασία του είναι δύσκολη και επίπονη, μα η ανταμοιβή είναι ανεκτίμητη. Η αυτογνωσία και η αναγκαία αποδοχή του εαυτού μας, είναι τα εργαλεία που απαιτούνται για να οδηγηθούμε στην εσωτερική πληρότητα και στη γνήσια δημιουργία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου