Paul Sierra
Γιώργος Σεφέρης «Θερινό Ηλιοστάσι»
ΙΑ΄
Η θάλασσα που ονομάζουν γαλήνη
πλεούμενα κι άσπρα πανιά
μπάτης από τα πεύκα και τ’ Όρος της Αίγινας
λαχανιασμένη ανάσα∙
το δέρμα σου γλιστρούσε στο δέρμα της
εύκολο και ζεστό
σκέψη σχεδόν ακάμωτη κι αμέσως ξεχασμένη.
Μα στα ρηχά
ένα καμακωμένο χταπόδι τίναξε μελάνι
και στο βυθό –
αν συλλογιζόσουν ως που τελειώνουν τα όμορφα νησιά.
Σε κοίταζα μ’ όλο το φως και το σκοτάδι που έχω.
Η γαλήνια θάλασσα του Σαρωνικού, που αποτελεί αγαπημένο προορισμό για μικρά και μεγαλύτερα πλεούμενα, συνιστά το σκηνικό του ερωτικού στιγμιότυπου που αναδημιουργεί ο ποιητής. Το ελαφρύ αεράκι, ποτισμένο με τη δροσιά των πεύκων και του Όρους (το ψηλότερο βουνό της Αίγινας), φτάνει «λαχανιασμένο» προς τον ποιητή και την αγαπημένη του.
Η ερωτική προσμονή κι ο πόθος που αναστατώνουν τον ποιητή, κάνοντάς τον να παίρνει μικρές και κοφτές ανάσες, το χαρακτηριστικό δηλαδή λαχάνιασμα της έντονης ερωτικής επιθυμίας, αποδίδεται μέσω μιας ποιητικής προβολής στο αεράκι, εκφράζοντας έτσι τη συστολή του ποιητικού υποκειμένου. Το ερωτικό συναίσθημα μένει ακόμη ανομολόγητο.
Η ερωτική προσμονή κι ο πόθος που αναστατώνουν τον ποιητή, κάνοντάς τον να παίρνει μικρές και κοφτές ανάσες, το χαρακτηριστικό δηλαδή λαχάνιασμα της έντονης ερωτικής επιθυμίας, αποδίδεται μέσω μιας ποιητικής προβολής στο αεράκι, εκφράζοντας έτσι τη συστολή του ποιητικού υποκειμένου. Το ερωτικό συναίσθημα μένει ακόμη ανομολόγητο.
Ο ποιητής παρατηρεί την αγαπημένη του να κολυμπά, βλέποντας το σώμα της να γλιστρά στο σώμα της θάλασσας, ζεστό και ηδονικό, με την ευκολία που έχει το κολύμπι στα γαλήνια νερά του καλοκαιριού.
Η θέαση του σώματός της ξυπνά μέσα του την ερωτική επιθυμία και μια σκέψη ηδονική που όμως ξεχνιέται προτού καν σχηματιστεί.
Ο ποιητής διευρύνει την οπτική του, προκειμένου να απομακρύνει τους συλλογισμούς του από τις επιθυμίες που του προκαλεί το θελκτικό σώμα της αγαπημένης γυναίκας.
Κάπου εκεί κοντά ένα χταπόδι, που μόλις χτυπήθηκε απ’ το καμάκι του ψαρά, τινάζει το μελάνι του ως ύστατη μορφή άμυνας, και πιο κάτω, στο βυθό... Ο ποιητής καθοδηγεί το βλέμμα της αγαπημένης του, στα ρηχά νερά της θάλασσας και στα χαμηλότερα επίπεδα του βυθού, προλαβαίνοντας την πιθανή απορία της για τα όρια του νησιού. Μα δεν ολοκληρώνει τη φράση του, καθώς παρασύρεται πλέον οριστικά απ’ τον πόθο του για τη γυναίκα που έχει πλάι του.
Οι λέξεις σταματούν κι ο ποιητής κοιτάζει την αγαπημένη του μ’ όλο το φως και το σκοτάδι της ψυχής του, μ’ όλες τις αρετές και της πληγές που συνθέτουν την ξεχωριστή οντότητά του.
Η βάση της πραγματικής αγάπης δεν μπορεί παρά να είναι η αποδοχή του άλλου, όχι μόνο για τις θετικές του πτυχές, αλλά και για τα δύσκολα κομμάτια του ψυχισμού του.
Το καλοκαίρι του 1936, στην Αίγινα, γεννήθηκε ο έρωτας του Σεφέρη για τη σύζυγό του Μάρω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου