Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Λυσίας «Υπέρ Μαντιθέου» § 9-13 [κείμενο, μετάφραση, ασκήσεις σχολικού]

Skam4

Λυσίας «Υπέρ Μαντιθέου» § 9-13 [κείμενο, μετάφραση, ασκήσεις σχολικού]

[9] Περ μν τοίνυν ατς τς ατίας οκ οδ τι δε πλείω λέγειν· δοκε δέ μοι, βουλή, ν μν τος λλοις γσι περ ατν μόνων τν κατηγορημένων προσήκειν πολογεσθαι, ν δ τας δοκιμασίαις δίκαιον εναι παντς το βίου λόγον διδόναι. δέομαι ον μν μετ ενοίας κροάσασθαί μου. ποιήσομαι δ τν πολογίαν ς ν δύνωμαι δι βραχυτάτων.

Γι’ αυτή, λοιπόν, την κατηγορία δε γνωρίζω γιατί πρέπει να πω περισσότερα. Μου φαίνεται, άλλωστε, κύριοι βουλευτές, ότι ενώ στους άλλους δικαστικούς αγώνες αρμόζει να απολογείται κανείς μόνο για τις ίδιες τις κατηγορίες, στις δοκιμασίες όμως είναι δίκαιο να λογοδοτεί για όλη του τη ζωή. Σας παρακαλώ, λοιπόν, να με ακούσετε με εύνοια. Και θα απολογηθώ όσο μπορώ πιο σύντομα.

[10] γ γρ πρτον μέν, οσίας μοι ο πολλς καταλειφθείσης δι τς συμφορς κα τς το πατρς κα τς τς πόλεως, δύο μν δελφς ξέδωκα πιδος τριάκοντα μνς κατέρ, πρς τν δελφν δ οτως νειμάμην στ κενον πλέον μολογεν χειν μο τν πατρων, κα πρς τος λλους παντας οτως βεβίωκα στε μηδεπώποτέ μοι μηδ πρς να μηδν γκλημα γενέσθαι.

Εγώ, λοιπόν, κατ’ αρχάς, αν και δε μου κληροδοτήθηκε μεγάλη περιουσία εξαιτίας των συμφορών και του πατέρα μου και της πόλης, πάντρεψα δύο αδελφές, δίνοντας στην καθεμιά ως προίκα τριάντα μνες, και μοιράστηκα με τον αδελφό μου με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραδέχεται εκείνος ότι έχει περισσότερα από μένα από την πατρική περιουσία, και σε σχέση με όλους τους άλλους έχω ζήσει έτσι, ώστε να μη δώσω καμιά αφορμή για παράπονο ποτέ μέχρι τώρα ούτε σε έναν.

[11] κα τ μν δια οτως δικηκα· περ δ τν κοινν μοι μέγιστον γομαι τεκμήριον εναι τς μς πιεικείας, τι τν νεωτέρων σοι περ κύβους πότους [περ] τς τοιαύτας κολασίας τυγχάνουσι τς διατριβς ποιούμενοι, πάντας ατος ψεσθέ μοι διαφόρους ντας, κα πλεστα τούτους περ μο λογοποιοντας κα ψευδομένους. καίτοι δλον τι, ε τν ατν πεθυμομεν, οκ ν τοιαύτην γνώμην εχον περ μο.

Και τις ιδιωτικές μου, λοιπόν, υποθέσεις έτσι έχω διευθετήσει. Σχετικά, όμως, με το δημόσιο βίο νομίζω ότι είναι για μένα πολύ μεγάλη απόδειξη της δικής μου τιμιότητας ότι, όσοι από τους νεότερους τυχαίνει να χάνουν τον καιρό τους στα ζάρια ή στα ποτά ή σε τέτοιες ακολασίες, θα δείτε όλους αυτούς να είναι αντίπαλοί μου και να διαδίδουν πάρα πολλές ψευδείς φήμες για μένα και να λένε ψέματα. Και όμως είναι φανερό ότι, αν επιθυμούσαμε τα ίδια, δε θα είχαν για μένα τέτοια γνώμη.

[12] τι δ, βουλή, οδες ν ποδεξαι περ μο δύναιτο οτε δίκην ασχρν οτε γραφν οτε εσαγγελίαν γεγενημένην· καίτοι τέρους ρτε πολλάκις ες τοιούτους γνας καθεστηκότας. πρς τοίνυν τς στρατείας κα τος κινδύνους τος πρς τος πολεμίους σκέψασθε οον μαυτν παρέχω τ πόλει.

Και ακόμα, κύριοι βουλευτές, κανείς δε θα μπορούσε να αποδείξει ότι έχει γίνει σε βάρος μου ούτε αισχρή ιδιωτική δίκη ούτε έγγραφη καταγγελία για δημόσιο αδίκημα ούτε μήνυση για δημόσιο αδίκημα. Και όμως, βλέπετε ότι άλλοι έχουν μπλεχτεί πολλές φορές σε τέτοιους δικαστικούς αγώνες. Σχετικά, λοιπόν, με τις εκστρατείες και τους κινδύνους απέναντι στους εχθρούς εξετάστε πώς συμπεριφέρομαι στην πόλη.

[13] πρτον μν γάρ, τε τν συμμαχίαν ποιήσασθε πρς [τος] Βοιωτος κα ες λίαρτον δει βοηθεν, π ρθοβούλου κατειλεγμένος ππεύειν πειδ πάντας ώρων τος μν ππεύουσιν σφάλειαν εναι δεν νομίζοντας, τος δ πλίταις κίνδυνον γουμένους, τέρων ναβάντων π τος ππους δοκιμάστων παρ τν νόμον γ προσελθν φην τ ρθοβούλ ξαλεψαί με κ το καταλόγου, γούμενος ασχρν εναι το πλήθους μέλλοντος κινδυνεύειν δειαν μαυτ παρασκευάσαντα στρατεύεσθαι. Καί μοι νάβηθι, ρθόβουλε.

Πρώτα δηλαδή, όταν συνάψατε συμμαχία με τους Βοιωτούς και έπρεπε να τους βοηθήσετε στην Αλίαρτο, αν και είχα γραφτεί στον κατάλογο από τον Ορθόβουλο να υπηρετήσω στους ιππείς, επειδή έβλεπα ότι για τους ιππείς όλοι νόμιζαν ότι έπρεπε να υπάρχει ασφάλεια, ενώ για τους οπλίτες θεωρούσαν (ότι θα μπορούσε να υπάρξει) κίνδυνος, μολονότι άλλοι κατατάχθηκαν στο ιππικό χωρίς να υποβληθούν σε δοκιμασία κατά παράβαση του νόμου, εγώ, αφού παρουσιάστηκα στον Ορθόβουλο, του είπα να με διαγράψει από τον κατάλογο, επειδή νόμιζα ότι είναι αισχρό να εκστρατεύω, αφού προετοιμάσω για τον εαυτό μου ασφάλεια, ενώ ο λαός επρόκειτο να διατρέχει κινδύνους. Και για χάρη μου ανέβα στο βήμα, Ορθόβουλε.

[Μετάφραση: Γ. Α. Ράπτης]

Ασκήσεις

1. Σε τι διαφέρει μια τυπική δίκη από τη δοκιμασία;

Στις τυπικές δίκες που αφορούν κάποιο αδίκημα ο κατηγορούμενος οφείλει να αποδείξει την αθωότητά του απαντώντας στις συγκεκριμένες κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί εις βάρος του. Ζητούμενο, επομένως, για τον απολογούμενο είναι να παρουσιάσει ή να προσκομίσει μόνο τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να τον απαλλάξουν απ’ τη διατυπωθείσα κατηγορία, χωρίς να χρειάζεται να δώσει στοιχεία για το σύνολο του βίου του, ούτε να αποδείξει έμπρακτα πως κάθε πτυχή, δημόσια και ιδιωτική, της ζωής του διέπεται από ήθος και αρετή. Αντιθέτως, στο πλαίσιο της δοκιμασίας, ο δοκιμαζόμενος όφειλε να παρουσιάσει συνολικά τη ζωή του και να δώσει πλήθος στοιχείων που κάλυπταν κάθε πτυχή αυτής.

Ειδικότερα, η διαδικασία της δοκιμασίας είχε την εξής μορφή: Στην αρχή υποβάλλονταν ορισμένες καθιερωμένες ερωτήσεις, που στόχο είχαν να εξακριβωθεί η καταγωγή του δοκιμαζομένου και να διαπιστωθεί αν ήταν Αθηναίος πολίτης (συγκεκριμένα αφορούσαν τα ονόματα του πατέρα, της μητέρας, των δύο παππούδων, καθώς και τους δήμους από τους οποίους κατάγονταν). Στη συνέχεια, έπρεπε να διαπιστωθεί αν σεβόταν τους γονείς του και απέδιδε τις πρέπουσες τιμές στους τάφους τους· επίσης, αν είχε εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, πλήρωνε τακτικά τους φόρους και λάτρευε τους θεούς της πόλης. Οι δηλώσεις του εξεταζομένου σχετικά με τα ερωτήματα αυτά έπρεπε να επιβεβαιώνονται από μάρτυρες. Τέλος, όποιος ήθελε μπορούσε να απευθύνει κατά του εξεταζομένου κατηγορία, την οποία μπορούσε εκείνος να αντικρούσει με επιχειρήματα. Μετά απ' αυτό η Βουλή ή οι δικαστές αποφάσιζαν για την αποδοχή ή την απόρριψή του. Η δοκιμασία δεν ήταν πάντοτε μια συνοπτική και τυπική διαδικασία, αλλά μπορούσε να είναι περισσότερο λεπτομερής και χρονοβόρα, γιατί μπορούσε να περιλάβει ένα ευρύτερο και εξονυχιστικότερο έλεγχο της προσωπικότητας του δοκιμαζομένου, με σκοπό να διαπιστωθεί αν ήταν άξιος του λειτουργήματος στο οποίο είχε αναδειχθεί.

2. Τι υπόσχεται ο Μαντίθεος στους Βουλευτές και ποια η αιτία και ο σκοπός της υπόσχεσης;

[Ο Μαντίθεος με την πρόθεσή του να μην κουράσει τους βουλευτές επιδιώκει την εύνοιά τους.]

«ποιήσομαι δ τν πολογίαν ς ν δύνωμαι δι βραχυτάτων»
Ο Μαντίθεος υπόσχεται στους Βουλευτές πως θα προσπαθήσει να είναι όσο γίνεται πιο σύντομος στην απολογία του, θέλοντας έτσι να κερδίσει την εύνοιά τους, αφού δείχνει αφενός πως σέβεται το χρόνο τους, και αφετέρου πως αντιλαμβάνεται ότι οι μακρηγορίες είναι κουραστικές για τους ακροατές ενός λόγου.
Η αιτία αυτής της υπόσχεσης προκύπτει απ’ το γεγονός πως ενώ έχει ήδη απαντήσει πλήρως στις κατηγορίες που έχουν διατυπωθεί εις βάρος του, έχει καλύψει μικρό μόνο μέρος της ομιλίας του. Όσα απομένουν είναι περισσότερα απ’ όσα έχουν ήδη ειπωθεί, αλλά εξίσου σημαντικά καθώς τώρα πρόκειται να παρουσιάσει τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν την προσωπικότητά του, και άρα πιστοποιούν πως είναι κατάλληλος και άξιος για το βουλευτικό αξίωμα.
Προκειμένου, λοιπόν, να διατηρήσει την προσοχή τους σε όσα έχει ακόμη να τους πει, δίνει την υπόσχεση πως θα είναι σύντομος, δημιουργώντας έτσι θετικό κλίμα στους Βουλευτές, και παράλληλα την αίσθηση πως με την ίδια αμεσότητα και λιτότητα που απέρριψε το κατηγορητήριο, θα ολοκληρώσει και το υπόλοιπο της ομιλίας του.  

3. Το ήθος του Μαντιθέου αναδεικνύεται μέσα από αντιθέσεις. Να τις επισημάνετε.

Οι αντιθέσεις που αναδεικνύουν το ήθος του Μαντιθέου είναι οι ακόλουθες:
- Ο Μαντίθεος, παρόλο που δεν κληρονόμησε σημαντική περιουσία, εντούτοις φάνηκε απόλυτα συνεπής στις οικογενειακές του υποχρεώσεις παντρεύοντας και προικίζοντας τις δύο αδερφές του με σχετικά καλή προίκα (30 μνες στην καθεμία). Ενώ, παράλληλα, κατά το μοίρασμα της πατρικής κληρονομιάς έδωσε μεγαλύτερο μερίδιο στον μικρότερο αδερφό του. Ο Μαντίθεος, βέβαια, αν και πρωτότοκος δεν δικαιούταν μεγαλύτερο ποσοστό της κληρονομιάς από τον αδερφό του, ωστόσο η πρόθεσή του να παραχωρήσει σ’ εκείνον περισσότερα είναι σαφής ένδειξη της αφιλοκέρδειας του.  
- Η δημόσια ζωή του Μαντιθέου τον φέρνει σε πλήρη αντίθεση με τους νέους ανθρώπους της ηλικίας του, οι οποίοι προτιμούν να περνούν τον καιρό τους παίζοντας ζάρια, πίνοντας και παρεκκλίνοντας σε ακολασίες. Έτσι, χωρίς ο ίδιος να προκαλεί, έρχεται αντιμέτωπος με διάφορες ψευδείς κατηγορίες και συκοφαντίες απ’ τους συνομηλίκους του, οι οποίοι φθονούν την δική του ηθική ακεραιότητα.
-  Παρά το γεγονός πως πολλοί συμπολίτες του έχουν βρεθεί υπόλογοι σε διάφορες δίκες, ο ίδιος δεν έχει εμπλακεί σε καμία ιδιωτική δίκη, ούτε έχει γίνει εις βάρος του κάποια έγγραφη κατηγορία ή κάποια μήνυση.
- Ακόμη και στις πιο κρίσιμες κι επικίνδυνες στιγμές ο Μαντίθεος διαφοροποιείται σε σχέση με τους άλλους πολίτες που ενδιαφέρονται περισσότερο για τον εαυτό τους παρά για την πατρίδα τους. Έτσι, όταν επρόκειτο να συμμετάσχει στην κοινή μάχη Αθηναίων και Βοιωτών ενάντια στους Σπαρτιάτες, παρόλο που είχε νόμιμα συμπεριληφθεί στους ιππείς -οι οποίοι θα είχαν μεγαλύτερη ασφάλεια στο πεδίο της μάχης-, ο ίδιος ζήτησε και τελικά συμμετείχε στο πεζικό, θέτοντας τον εαυτό του σε μεγάλο κίνδυνο. Σε αντίθεση, επομένως, μ’ εκείνους που διεκδικούσαν ακόμη και με άνομους τρόπους μια θέση στο ιππικό, ο Μαντίθεος επέδειξε θάρρος και σεβασμό προς τους λιγότερο ευνοημένους συμπολίτες του επιλέγοντας συνειδητά να συμμετάσχει στην τάξη των οπλιτών.  

4. Να χαρακτηρισθούν συντακτικά τα απαρέμφατα του κειμένου και να γραφεί το υποκείμενό τους.

τι δε πλείω λέγειν: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο του απρόσωπου ρήματος δε. Υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι το εννοούμενο μέ, έχουμε οπότε ετεροπροσωπία.

δοκε δέ μοι, βουλή, ν μν τος λλοις γσι περ ατν μόνων τν κατηγορημένων προσήκειν πολογεσθαι: Το προσήκειν είναι ειδικό απαρέμφατο που λειτουργεί ως υποκείμενο του απρόσωπου δοκε. Ως υποκείμενο του προσήκειν τίθεται το τελικό απαρέμφατο (πολογεσθαι) που ακολουθεί, προκύπτει έτσι ετεροπροσωπία. Ως υποκείμενο του πολογεσθαι εννοείται το τινά, οπότε υπάρχει ετεροπροσωπία ανάμεσα στο προσήκειν και το πολογεσθαι.

ν δ τας δοκιμασίαις δίκαιον εναι παντς το βίου λόγον διδόναι: Το δίκαιον εναι λειτουργεί ως ειδικό απαρέμφατο και τίθεται ως υποκείμενο στο απρόσωπο δοκεί. Ως υποκείμενο αυτού του απαρεμφάτου τίθεται το τελικό απαρέμφατο διδόναι που ακολουθεί (ετεροπροσωπία). Ενώ ως υποκείμενο του διδόναι εννοείται το τινά, οπότε προκύπτει ετεροπροσωπία ανάμεσα στα δύο απαρέμφατα.

δέομαι ον μν μετ ενοίας κροάσασθαί μου: Τελικό απαρέμφατο ως άμεσο αντικείμενο του ρήματος δέομαι. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου εννοείται το μς οπότε υπάρχει ετεροπροσωπία (δέομαι - γώ).

στ κενον πλέον μολογεν χειν μο τν πατρων: Το τελικό απαρέμφατο μολογεν επέχει θέση ρήματος στη δευτερεύουσα πρόταση, και δέχεται ως υποκείμενο το κενον. Ενώ το ειδικό απαρέμφατο χειν λειτουργεί ως αντικείμενο του απαρεμφάτου μολογεν και δέχεται ως υποκείμενο επίσης το κενον, οπότε προκύπτει ταυτοπροσωπία ανάμεσα στα δύο απαρέμφατα.  

στε μηδεπώποτέ μοι μηδ πρς να μηδν γκλημα γενέσθαι: Το τελικό απαρέμφατο γενέσθαι επέχει θέση ρήματος στη δευτερεύουσα πρόταση και δέχεται ως υποκείμενο το γκλημα.

περ δ τν κοινν μοι μέγιστον γομαι τεκμήριον εναι τς μς πιεικείας: Ειδικό απαρέμφατο ως αντικείμενο στο ρήμα γομαι. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου λειτουργεί η δευτερεύουσα ειδική που ακολουθεί, προκύπτει έτσι ετεροπροσωπία σε σχέση με το ρήμα (γομαι - γώ).  

οδες ν ποδεξαι περ μο δύναιτο: Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος δύναιτο ν, με υποκείμενο το οδες, που είναι συνάμα και υποκείμενο του ρήματος (ταυτοπροσωπία).

τε τν συμμαχίαν ποιήσασθε πρς [τος] Βοιωτος κα ες λίαρτον δει βοηθεν: Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο του απρόσωπου δει. Το απαρέμφατο έχει ως υποκείμενο το εννοούμενο μς (ετεροπροσωπία).

π ρθοβούλου κατειλεγμένος ππεύειν: Απαρέμφατο του σκοπού, το οποίο δέχεται ως υποκείμενο το γώ, όπως κι η μετοχή κατειλεγμένος απ’ την οποία εξαρτάται, οπότε υπάρχει ταυτοπροσωπία.

πειδ πάντας ώρων τος μν ππεύουσιν σφάλειαν εναι δεν νομίζοντας: Το τελικό απαρέμφατο εναι λειτουργεί ως υποκείμενο του απρόσωπου ειδικού απαρεμφάτου δεν. Το εναι έχει ως υποκείμενο το σφάλειαν, οπότε έχουμε ετεροπροσωπία. Ας σημειωθεί πως το δεν επέχει θέση αντικειμένου στη μετοχή νομίζοντας.

φην τ ρθοβούλ ξαλεψαί με κ το καταλόγου: Τελικό απαρέμφατο ως άμεσο αντικείμενο του ρήματος φην. Ως υποκείμενο του απαρεμφάτου τίθεται η αιτιατική τόν ρθοβουλον, οπότε προκύπτει ετεροπροσωπία σε σχέση με το ρήμα (φην: γώ).

γούμενος ασχρν εναι το πλήθους μέλλοντος κινδυνεύειν δειαν μαυτ παρασκευάσαντα στρατεύεσθαι: Το ειδικό απαρέμφατο ασχρν εναι λειτουργεί ως αντικείμενο της μετοχής γούμενος και δέχεται ως υποκείμενο το τελικό απαρέμφατο στρατεύεσθαι (ετεροπροσωπία). Υποκείμενο του στρατεύεσθαι είναι το εννοούμενο μέ (ετεροπροσωπία). Το τελικό απαρέμφατο κινδυνεύειν τίθεται ως αντικείμενο στη μετοχή μέλλοντος και δέχεται ως υποκείμενο τη γενική το πλήθους, όπως άλλωστε κι η μετοχή απ’ την οποία εξαρτάται, οπότε έχουμε ταυτοπροσωπία.

5. φην τ ρθοβούλ ξαλεψαί με κ το καταλόγου: Να τραπεί ο πλάγιος λόγος σε ευθύ.

Το τελικό απαρέμφατο ξαλεψαι του πλάγιου λόγου προέκυψε από πρόταση επιθυμίας. Επομένως, ο ευθύς λόγος θα εκφέρεται με Προστακτική (ίδιου χρόνου με το απαρέμφατο):
ρθόβουλε, ξάλειψόν με κ το καταλόγου.

6. μοι: Ποιες είναι οι συντακτικές του ιδιότητες στο κείμενο;

δοκε δέ μοι, βουλή: Δοτική προσωπική στο απρόσωπο δοκε

οσίας μοι ο πολλς καταλειφθείσης δι τς συμφορς κα τς το πατρς κα τς τς πόλεως: Αντικείμενο της μετοχής καταλειφθείσης

στε μηδεπώποτέ μοι μηδ πρς να μηδν γκλημα γενέσθαι: Δοτική προσωπική κτητική στο υπαρκτικό γενέσθαι

περ δ τν κοινν μοι μέγιστον γομαι τεκμήριον εναι τς μς πιεικείας: Δοτική προσωπική κτητική στο υπαρκτικό εναι

πάντας ατος ψεσθέ μοι διαφόρους ντας: Δοτική αντικειμενική στο διαφόρους

Καί μοι νάβηθι, ρθόβουλε: Δοτική προσωπική χαριστική

7. τι, πλείω, μαυτ: Να κλιθούν στο θηλυκό γένος.

Ενικός αριθμός
τις                 πλείων & πλέων                                                        ---
στινος           πλείονος & πλέονος                                                 μαυτς
τινι                πλείονι & πλέονι                                                      μαυτ
ντινα             πλείονα & πλέονα & πλείω                                   μαυτήν
                        πλεον & πλέον                                                         ---

Πληθυντικός αριθμός
ατινες            πλείονες & πλείους & πλέονες & πλέους            ---
ντινων          πλειόνων & πλεόνων                                            μν ατν
αστισι(ν)       πλείοσι & πλέοσι                                                     μν ατας
στινας           πλείονας & πλείους & πλέονας & πλέους           μς ατάς
                        πλείονες & πλείους & πλέονες & πλέους             ---

8. σκέψασθε, νάβηθι: Να αντικατασταθούν χρονικά και εγκλιτικά.

σκέψασθε: β΄ πληθυντικό πρόσωπο, προστακτικής αορίστου του ρήματος σκοπομαι
[σκοπέω - και σκοπέομαι -ομαι (= παρατηρώ, εξετάζω, σκέφτομαι), πρτ. σκόπουν και σκοπούμην, μέσ. μέλλ. σκέψομαι, μέσ. αόρ. σκεψάμην, πρκμ. (μ’ ενεργ. και παθ. σημασ.) σκεμμαι, υπερσ. (με παθ. σημασ.) σκέμμην, συντελ. μέλλ. (με παθ. σημασ.) σκέψομαι.]  

νάβηθι: β΄ ενικό πρόσωπο, προστακτικής αορίστου του ρήματος ναβαίνω
[ναβαίνω, πρτ. νέβαινον, μέσ. μέλλ. μ’ ενεργ. σημασ. ναβήσομαι, αόρ. β΄ νέβην, πρκμ. ναβέβηκα, υπερσ. νεβεβήκειν.]

Χρονική αντικατάσταση:
Εν.       σκοπεσθε & σκοπετε                     νάβαινε       
Πρτ.    ---                                                        ---
Μελ.   ---                                                        ---
Αορ.    σκέψασθε                                          νάβηθι
Πρκ.   σκεφθε                                             ναβεβηκώς σθι
Υπερ. ---                                                        ---

Εγκλιτική αντικατάσταση:
Ον.      σκέψασθε                                        νέβης                       
Υπ.      σκέψησθε                                          ναβς
Ευκ.    σκέψαισθε                                        ναβαίης

Πρ.      σκέψασθε                                          νάβηθι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου