Mia Tavonatti
Ιστορία του
Μεσαιωνικού και του Νεότερου Κόσμου (565-1815)
Διαγώνισμα
ΟΜΑΔΑ Α΄
ΘΕΜΑ 1
1.α. Να
χαρακτηρίσετε τις ακόλουθες προτάσεις ως Σωστές ή Λανθασμένες:
i. Ο αυτοκράτορας ήταν η κεφαλή της
δημόσιας διοίκησης, αρχηγός του στρατού, ανώτατος δικαστής, ένας από τους
νομοθέτες, προστάτης της Εκκλησίας και φύλακας της Ορθοδοξίας.
ii. Το σύστημα της φεουδαρχίας
αναπτύχθηκε στη διάρκεια του 8ου αιώνα, μετά την κατάρρευση της
δυναστείας των Μεροβιγγείων.
iii. Το 781 πραγματοποιήθηκε με κάθε
επισημότητα ο γάμος του Κωνσταντίνου ΣΤ΄ με τη Ροτρούδη, κόρη του Καρόλου, στο
πλαίσιο της διπλωματικής προσέγγισης του νέου αντιπάλου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
iv. Εκτός από το λόγοθέτη του Γενικού,
που είχε την ευθύνη των οικονομικών, εμφανίστηκε το αξίωμα του λογοθέτη του
Δρόμου, που ήταν ένα είδος υπουργού εξωτερικών.
v. Στα χρόνια των Κομνηνών ο στρατός
έγινε η κυρίαρχη τάξη στο Βυζάντιο και ζούσε εις βάρος του εξαθλιωμένου
πληθυσμού.
Μονάδες 10
1.β. Να
παρουσιάσετε με συντομία το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων:
i. Πρόνοιες
ii. Τελετή της περιβολής
iii. Φέουδο
Μονάδες 15
ΘΕΜΑ 2
2.α.
Να καταγράψετε τις πληροφορίες που γνωρίζετε για τη μεσαία κοινωνική τάξη που
διαμορφώθηκε μεταξύ 10ου και 11ου αιώνα στο Βυζάντιο.
Μονάδες 10
2.β.
Τι γνωρίζετε για το αξίωμα του αυλάρχη (majordomus) και ποιες υπήρξαν οι συνθήκες εκείνες
που επέτρεψαν στη δυναστεία των Καρολιδών να διαδεχτεί τους Μεροβίγγειους;
Μονάδες 15
ΟΜΑΔΑ Β΄
ΘΕΜΑ 1
Να αναφερθείτε στο σχίσμα των δύο
Εκκλησιών αξιοποιώντας στοιχεία από το ακόλουθο παράθεμα.
«Στα μέσα του 11ου αιώνα οι
σχέσεις ανάμεσα στη δυτική και την ανατολική εκκλησία ήταν τεταμένες γιατί ο
πάπας Λέων Θ΄, στην προσπάθειά του να ανορθώσει την εκκλησία της Ρώμης, είχε
επέμβει πολλές φορές σε επισκοπές και μητροπόλεις της δικαιοδοσίας του
πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Η βασική αυτή αιτία, που την προκαλούσε
κατά βάθος η αντιζηλία των δύο πατριαρχικών θρόνων, ξανάφερε στο προσκήνιο κι
όλες εκείνες τις μικροδιαφορές που χώριζαν τις δύο εκκλησίες κι όταν τα
πράγματα έφτασαν σε σημείο ακμής, δεν χρειάζονταν παρά οι κατάλληλοι
πρωταγωνιστές για να φθάσουν οι δύο εκκλησίες στο σχίσμα, μερίζοντας έτσι το
σώμα του Χριστού. Κι οι πρωταγωνιστές αυτοί βρέθηκαν στα πρόσωπα του πατριάρχη
Μιχαήλ Κηρουλάριου και του καρδινάλιου Humbert de Mourmontiers. Ο Κηρουλάριος ήταν αυταρχικός και
αλαζόνας και επιδίωκε να ασκήσει δική του προσωπική πολιτική, αδιαφορώντας αν
αυτή συμβιβαζόταν ή όχι με τα συμφέροντα του κράτους. Ο αντίπαλός του
καρδινάλιος Humbert δεν ήταν καλύτερος. Αλαζόνας και αυτός,
οξύθυμος, εγωιστής με βρωμερή γλώσσα, φέρει ίσως το μεγαλύτερο μέρος της
ευθύνης για το εκκλησιαστικό σχίσμα.»
Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό
Κράτος, Εκδόσεις Βάνιας
Μονάδες 25
ΘΕΜΑ 2
Να παρουσιάσετε την ανάπτυξη των πόλεων
στη Δυτική Ευρώπη από τα μέσα του 11ου αιώνα, και να εξηγήσετε πώς,
κατά τη γνώμη σας, επηρεάζεται θετικά και πώς αρνητικά η ύπαιθρος από αυτή την
ανάπτυξη.
Μονάδες 25
Ενδεικτικές απαντήσεις
ΟΜΑΔΑ Α΄
ΘΕΜΑ 1
1.α. Να
χαρακτηρίσετε τις ακόλουθες προτάσεις ως Σωστές ή Λανθασμένες:
i. Λανθασμένη
ii. Σωστή
iii. Λανθασμένη
iv. Λανθασμένη
v. Σωστή
1.β. Να
παρουσιάσετε με συντομία το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων:
i. Πρόνοιες: Ο αυτοκράτορας παραχωρούσε στους στρατιωτικούς
αγροτικές εκτάσεις ή το δικαίωμα είσπραξης φόρων, με αντάλλαγμα την παροχή
στρατιωτικής υπηρεσίας. Οι παροχές αυτές ονομάζονταν πρόνοιες, δεν αποτελούσαν
ιδιοκτησία του προνοιαρίου αλλά του κράτους και επομένως ούτε μεταβιβάζονταν
ούτε κληρονομούνταν.
ii. Τελετή της περιβολής: Η επίσημη αναγνώριση ενός άρχοντα ως υποτελούς
ενός άλλου ισχυρότερου άρχοντα γινόταν με τη λεγόμενη τελετή της περιβολής.
iii. Φέουδο: Οι ιεραρχικά ανώτεροι
άρχοντες παραχωρούσαν σε άλλους ευνοούμενους υποτελείς τους (βασάλους) εκτάσεις
γης, για τις οποίες απαιτούσαν ως αντάλλαγμα πίστη, υποτέλεια και διάφορες
υπηρεσίες, ενώ ανέλαβαν την υποχρέωση να τους παρέχουν προστασία και κάθε
είδους βοήθεια. Η γη που παραχωρούνταν ονομαζόταν φέουδο.
ΘΕΜΑ 2
2.α.
Στη διάρκεια του 10ου και του 11ου αι. διαμορφώνεται μια εμποροβιοτεχνική τάξη,
η οποία αποτέλεσε την πηγή της αναμφισβήτητης ευημερίας του Βυζαντίου κατά την
περίοδο αυτή. Αυτό αποδεικνύεται από την αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας
(από το 10ο αι. και εξής). Την τάξη αυτή, που η ακμή της τοποθετείται στο πρώτο
μισό του 11ου αιώνα, αποτελούσαν τολμηροί μεγαλέμποροι, οι οποίοι εγκατέλειπαν
προσωρινά την οικογένειά τους, για να επιχειρήσουν μακρινά ταξίδια και να
εμπορευτούν τα πολύτιμα προϊόντα της Ανατολής (καρυκεύματα, πολύτιμους λίθους
και υφάσματα), από τα οποία εξασφάλιζαν τεράστια κέρδη. Η τάξη των
επιχειρηματιών, στη διάρκεια του 11ου αι., άρχισε να συμμετέχει ενεργά στην
πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας. Έτσι, απέκτησε τη δυνατότητα να ενθρονίζει και
να εκθρονίζει αυτοκράτορες, όπως λ.χ. τον Μιχαήλ Ε΄ Καλαφάτη (1041-1042), ενώ
τα μέλη της έγιναν δεκτά στο σώμα της Συγκλήτου.
2.β.
Στο Φραγκικό κράτος ιδιαίτερα σημαντικό ήταν το αξίωμα του αυλάρχη
(majordomus), το οποίο απέκτησε νέο κύρος, όταν ο αυλάρχης Κάρολος Μαρτέλος
αναχαίτισε την προέλαση των Αράβων στο Πουατιέ της Γαλλίας (732). Ο Κάρολος
Μαρτέλος, γόνος μιας ισχυρής αριστοκρατικής οικογένειας, υπήρξε ο ιδρυτής μιας
νέας δυναστείας, της δυναστείας των Καρολιδών, που διαδέχθηκε τους
Μεροβίγγειους υπό τις εξής συνθήκες: Ο πάπας, απειλούμενος από τους
Λογγοβάρδους που ετοιμάζονταν να βαδίσουν κατά της Ρώμης, αναγκάστηκε να
εγκαταλείψει το Βυζάντιο και να προσεταιριστεί τους Φράγκους, στέφοντας το γιο
του Καρόλου Μαρτέλου Πιπίνο ελέω Θεού βασιλέα των Φράγκων (754). Η παπική
ευλογία προσέδωσε στη φραγκική βασιλεία μεγάλο ηθικό κύρος και με τη στέψη αυτή
επικράτησε στην Ευρώπη η αντίληψη της ελέω Θεού βασιλείας.
Ο Πιπίνος Α', ως αντάλλαγμα, δώρισε
στην Αγία Έδρα την περιοχή από τη Ραβέννα μέχρι τη Ρώμη, η οποία κατέστη ο
πυρήνας του Παπικού Κράτους. Ο Πιπίνος και οι γιοι του ονομάστηκαν πατρίκιοι
των Ρωμαίων, τίτλος που συνεπαγόταν την υποχρέωση του βασιλικού οίκου να
προστατεύει τη Ρώμη. Έτσι, ο παπισμός συνδέθηκε στενά με το Βασίλειο των
Φράγκων, ενώ το χάσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που είχε αρχίσει να ανοίγει
όταν κηρύχθηκε η εικονομαχία, έγινε τώρα πολύ βαθύ.
ΟΜΑΔΑ Β΄
ΘΕΜΑ 1
Η νορμανδική κατάκτηση διευκολύνθηκε
έμμεσα από το Σχίσμα του 1054, το οποίο προκάλεσε έντονη αντιβυζαντινή διάθεση
στην Ιταλία και παρεμπόδισε τη συνεργασία Ρώμης και Κωνσταντινούπολης. Η έριδα,
η οποία οδήγησε στο Σχίσμα των δύο Εκκλησιών, ξεκίνησε από διαφωνίες
αναφερόμενες σε θεολογικά και δογματικά ζητήματα, όπως ήταν η νηστεία του
Σαββάτου, η αγαμία του κλήρου, η χρήση των αζύμων στη Θεία Λειτουργία και,
κυρίως, το δόγμα της Ρωμαϊκής Εκκλησίας περί εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και
από τον Υιό. Κύρια αιτία όμως του Σχίσματος υπήρξε η διεκδίκηση, εκ μέρους της
Ρώμης, της πρωτοκαθεδρίας στο χριστιανικό κόσμο, την οποία δεν μπορούσε να
αποδεχθεί η Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με το παράθεμα μια από τις αιτίες που
είχε προκαλέσει ένταση στις σχέσεις των δύο εκκλησιών ήταν το γεγονός ο πάπας
Λέων Θ΄, θέλοντας να ενισχύσει την εκκλησία της Ρώμης, είχε παρέμβει σε
επισκοπές και μητροπόλεις που ανήκαν στη δικαιοδοσία του πατριαρχείου της
Κωνσταντινούπολης.
Για το Σχίσμα μεγάλες ευθύνες πρέπει να
αποδοθούν στον πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο και στον καρδινάλιο Ουμβέρτο,
εκπρόσωπο της Ρώμης στις διαπραγματεύσεις της Κωνσταντινούπολης. Οι δύο
αδιάλλακτοι ιεράρχες εξώθησαν τα πράγματα στα άκρα. Όπως πληροφορούμαστε από το
παράθεμα ο Μιχαήλ Κηρουλάριος ήταν αυταρχικός και αλαζόνας, κι ήθελε να
ακολουθήσει δική του πολιτική, χωρίς να ενδιαφέρεται για το αν οι επιλογές του
ήταν επωφελείς για τα συμφέροντα του Βυζαντινού κράτους ή όχι. Αντιστοίχως, ο
καρδινάλιος Humbert de Mourmontiers ήταν αλαζονικός, οξύθυμος και εγωιστής, και
φέρει, κατά τη γνώμη του ιστορικού, το μεγαλύτερο ίσως μέρος της ευθύνης για το
σχίσμα των δύο εκκλησιών. Οι συζητήσεις μεταξύ τους τερματίστηκαν με αμοιβαίους
αφορισμούς. Οι σύγχρονοι δεν έδωσαν στο γεγονός ιδιαίτερη προσοχή. Η
κοσμοϊστορική σημασία του Σχίσματος έγινε αντιληπτή αργότερα και κυρίως τις
παραμονές της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους.
ΘΕΜΑ 2
Κατά τον 11ο αιώνα ιδρύονται
πολλές νέες πόλεις και επεκτείνονται οι παλαιοί οικιστικοί πυρήνες, ενώ
ανεγείρονται φρούρια. Ο έντονος ρυθμός ανάπτυξης των πόλεων επηρεάζει με τη
σειρά του την ύπαιθρο. Βάση της ζωής στην πόλη είναι ο καταμερισμός της
εργασίας, ο οποίος επιβάλλεται από την πρόοδο της τεχνολογίας. Ο νερόμυλος, του
οποίου η χρήση επεκτείνεται στη Δύση, γίνεται πλέον η κύρια πηγή ενέργειας. Στα
τέλη του 12ου αιώνα προστίθεται ο ανεμόμυλος. Οι πόλεις γίνονται κέντρα
εντατικής οικοδόμησης και συναλλαγών, κινητήριες δυνάμεις της παραγωγής.
Παράγουν και θέτουν σε κυκλοφορία εμπορεύματα, διαδίδουν τεχνικές και νέες
ιδέες. Αναλαμβάνουν τον κοινωνικοοικονομικό και πνευματικό ρόλο που
διαδραμάτιζαν οι μονές στον Πρώιμο Μεσαίωνα.
Η ανάπτυξη των πόλεων επηρεάζει θετικά
την ύπαιθρο, καθώς οι αυξημένες επισιτιστικές ανάγκες των αστικών κέντρων έχουν
ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη εξάρτησή τους από τις αγροτικές περιοχές, οι οποίες
αποκτούν έτσι τη δυνατότητα να επωφεληθούν οικονομικά. Ενισχύοντας την παραγωγή
τους προκειμένου να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση, διασφαλίζουν σταθερή
εισροή υψηλότερων εσόδων. Ωστόσο, η ανάπτυξη των πόλεων ενδέχεται να
λειτουργήσει και αρνητικά για τις αγροτικές περιοχές, εφόσον τα νέα αστικά
κέντρα προσελκύουν περισσότερο κόσμο με το καλύτερο επίπεδο διαβίωσης που
προσφέρουν, με αποτέλεσμα να απειλείται δυνητικά η ύπαιθρος με δραστική μείωση
του πληθυσμού της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου