Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἁμαρτάνω»

Sean Davey
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «μαρτάνω»
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
μαρτάνω, μαρτάνεις, μαρτάνει, μαρτάνομεν, μαρτάνετε, μαρτάνουσι(ν)
Υποτακτική
μαρτάνω, μαρτάνς, μαρτάν, μαρτάνωμεν, μαρτάνητε, μαρτάνωσι(ν)
Ευκτική
μαρτάνοιμι, μαρτάνοις, μαρτάνοι, μαρτάνοιμεν, μαρτάνοιτε, μαρτάνοιεν
Προστακτική
---, μάρτανε, μαρτανέτω, ---, μαρτάνετε, μαρτανόντων (ή μαρτανέτωσαν)
Απαρέμφατο
μαρτάνειν
Μετοχή
μαρτάνων, μαρτάνουσα, μαρτάνον
 
Παρατατικός
Οριστική
μάρτανον, μάρτανες, μάρτανε, μαρτάνομεν, μαρτάνετε, μάρτανον
 
Μέλλοντας
Οριστική
μαρτήσομαι, μαρτήσ/μαρτήσει, μαρτήσεται, μαρτησόμεθα, μαρτήσεσθε, μαρτήσονται
Ευκτική
μαρτησοίμην, μαρτήσοιο, μαρτήσοιτο, μαρτησοίμεθα, μαρτήσοισθε, μαρτήσοιντο
Απαρέμφατο
μαρτήσεσθαι
Μετοχή
μαρτησόμενος
μαρτησομένη
μαρτησόμενον
 
Αόριστος Β΄
Οριστική
μαρτον, μαρτες, μαρτε(ν), μάρτομεν, μάρτετε, μαρτον
Υποτακτική
μάρτω, μάρτς, μάρτ, μάρτωμεν, μάρτητε, μάρτωσι(ν)
Ευκτική
μάρτοιμι, μάρτοις, μάρτοι, μάρτοιμεν, μάρτοιτε, μάρτοιεν
Προστακτική
---
Απαρέμφατο
μαρτεν
Μετοχή
μαρτών, μαρτοσα, μαρτόν
 
Παρακείμενος
Οριστική
μάρτηκα, μάρτηκας, μάρτηκε, μαρτήκαμεν, μαρτήκατε, μαρτήκασι(ν)
 
Υποτακτική
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός ς
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα μεν
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα τε
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα σι
 
Ευκτική
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός εην
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός εης
μεμαθηκώς- μεμαθηκυα- μεμαθηκός εη
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα εημεν (εμεν)
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα εητε (ετε)
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός σθι
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός στω
---
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα στε
μαρτηκότες- μαρτηκυαι- μαρτηκότα στων
 
Απαρέμφατο
μαρτηκέναι
Μετοχή
μαρτηκώς- μαρτηκυα- μαρτηκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
μαρτήκειν, μαρτήκεις, μαρτήκει, μαρτήκεμεν, μαρτήκετε, μαρτήκεσαν
 
Μέση φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
μαρτάνομαι, μαρτάν/μαρτάνει, μαρτάνεται, μαρτανόμεθα, μαρτάνεσθε, μαρτάνονται
 
Στην παθητική φωνή το μαρτάνομαι συναντάται συνήθως ως απρόσωπο:
Ενεστώτας: μαρτάνεται
Παρατατικός: μαρτάνετο
Παθ. Αόριστος: μαρτήθη
Παρακείμενος: μάρτηται
Υπερσυντέλικος: μάρτητο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου