Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και
αντλώντας στοιχεία από τα κείμενα που σας δίνονται, να παρουσιάσετε τις
προβλέψεις του Συντάγματος του 1844 ως προς:
α. τις
εξουσίες του βασιλιά (μονάδες 8)
β. το
δικαίωμα και τον τρόπο ψηφοφορίας (μονάδες 8)
γ. την
ύπαρξη δύο νομοθετικών σωμάτων (μονάδες 9).
Κείμενο Α
Το Σύνταγμα του 1844 αναγνώριζε στον βασιλιά σημαντικότατες εξουσίες. Πέρα από την εκτελεστική εξουσία, η οποία βέβαια του «ανήκε» και την ασκούσε μέσω των υπουργών «του» -τους οποίους διόριζε και έπαυε ελεύθερα-, ο βασιλιάς συμμετείχε στην άσκηση και της νομοθετικής εξουσίας: Άμεσα μεν με τη νομοθετική πρωτοβουλία (που ανήκε επίσης στους βουλευτές και τους γερουσιαστές) και, προπάντων, με την κύρωση των νόμων, έμμεσα δε επιλέγοντας τους γερουσιαστές. Επί πλέον, ο βασιλιάς είχε το δικαίωμα να διαλύει τη βουλή κατ’ ουσίαν οποτεδήποτε.
Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη Νεοελληνική Ιστορία 1800-2010, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2011.
Κείμενο Β
Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φ. 7/25.3.1844
Κείμενο Γ
Η ίδρυση δεύτερου νομοθετικού σώματος, αν και ήταν ο κανόνας στο αντιπροσωπευτικό πολίτευμα προκάλεσε εντονότατες αντιπαραθέσεις στην Α΄ Εθνοσυνέλευση. Είναι αλήθεια ότι επί της αρχής, η Εθνοσυνέλευση τάχθηκε υπέρ της Γερουσίας με ψήφους 159 υπέρ και 37 κατά, προκειμένου, όπως τότε ειπώθηκε, να ανακοπεί το «θερμουργόν» της «νεότητος, ήτις επικρατεί εις την Βουλήν», χάρη στη μεγαλύτερη πείρα και σοφία που, όπως πιστευόταν, θα είχαν οι γερουσιαστές. Επίσης, με μεγάλη πλειοψηφία η Εθνοσυνέλευση δέχτηκε να είναι ο βασιλιάς εκείνος που θα διορίζει τα μέλη της Γερουσίας, επιλέγοντας τα καταλληλότερα πρόσωπα. Ωστόσο, μόνο με 112 ψήφους υπέρ (έναντι 92 κατά) η Εθνοσυνέλευση δέχθηκε την ισοβιότητά τους. Τελικά, όπως φάνηκε, στα χρόνια που ακολούθησαν, χάρη στο προνόμιο της ισοβιότητας, οι γερουσιαστές αποδείχθηκαν πολύ πιο αξιόπιστοι και ανεξάρτητοι προς τον ευεργέτη τους, δηλαδή τον βασιλιά, σε σύγκριση με τους βουλευτές, παρότι οι τελευταίοι εκλέγονταν από τον λαό.
Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη Νεοελληνική Ιστορία 1800-2010, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2011.
Ενδεικτική απάντηση
α) Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 έδρασε καταλυτικά στη διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων. Οι πολιτικές και ιδεολογικές αντιλήψεις των κομμάτων εκφράστηκαν με μεγαλύτερη σαφήνεια και τα κόμματα άρχισαν να παίζουν ενεργότερο ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για το σύνταγμα έγιναν σαφέστερες οι μεταξύ τους διαφορές Πάντως, και τα τρία κόμματα τάχθηκαν υπέρ του συντάγματος. Ακόμη και το ρωσικό θεώρησε την ψήφιση συντάγματος ως μοναδική λύση, αφού δεν ήταν δυνατόν να ανατραπεί ο Όθων. Το ζητούμενο λοιπόν κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης του συντάγματος ήταν ο περιορισμός των εξουσιών του βασιλιά.
Στο σύνταγμα του 1844 καθορίστηκαν και
οι βασιλικές εξουσίες. Μεταξύ των σπουδαιοτέρων ήταν η συμμετοχή του βασιλιά
στην άσκηση της νομοθετικής εξουσίας και η αρχηγία του κράτους και του στρατού.
Όμως, καμία πράξη του δεν είχε ισχύ χωρίς την προσυπογραφή του αρμόδιου
υπουργού. Όπως διευκρινίζεται από τον Νίκο Αλιβιζάτο (Κείμενο Α), οι
εξουσίες του βασιλιά ήταν πολύ σημαντικές. Σε πρώτο επίπεδο ουσιαστικά κατείχε
την εκτελεστική εξουσία, την οποία ασκούσε μέσω των υπουργών, τους οποίους
μπορούσε να διορίσει και να παύσει ανά πάσα στιγμή κατά τη δική του βούληση.
Δευτερευόντως, ο βασιλιάς συμμετείχε και στην άσκηση της νομοθετικής εξουσίας
είτε κατά τρόπο άμεσο μέσω της νομοθετικής πρωτοβουλίας, η οποία ανήκε εξίσου
στους βουλευτές και τους γερουσιαστές, αλλά και κυρίως μέσω της επικύρωσης των
νόμων, είτε έμμεσα, εφόσον εκείνος είχε την αρμοδιότητα να επιλέγει τους
γερουσιαστές, οι οποίοι συμμετείχαν στο δεύτερο νομοθετικό σώμα της χώρας.
Παραλλήλως, βέβαια, ο βασιλιάς είχε και το πρόσθετο δικαίωμα να διαλύει τη
βουλή οποιαδήποτε στιγμή και όσο συχνά το επιθυμούσε.
β) Με άλλες διατάξεις του συντάγματος α) κατοχυρωνόταν, με ελάχιστους περιορισμούς, το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας για τους άνδρες, ρύθμιση που αποτελούσε παγκόσμια πρωτοπορία, και β) οριζόταν η εκλογική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία οι εκλογείς μπορούσαν να δώσουν θετική ψήφο σε όσους υποψηφίους ήθελαν, συμπληρώνοντας ψηφοδέλτια, ακόμη και διαφορετικών Συνδυασμών. Σύμφωνα, μάλιστα, με το Άρθρο 19 του σχετικού συντάγματος, το οποίο αφορούσε τον τρόπο ψηφοφορίας, η διαδικασία γινόταν με ψηφοδέλτια, τα οποία κάθε ψηφοφόρος μπορούσε να συμπληρώσει μόνος του ή με τη βοήθεια κάποιου άλλου προσώπου της εμπιστοσύνης του. Στο ψηφοδέλτιο έγραφαν ίσο αριθμό βουλευτών με εκείνον που μπορούσε να εκλέξει κάθε εκλογική επαρχία. Το ψηφοδέλτιο το έριχνε ο ίδιος ο ψηφοφόρος στην κάλπη και το όνομά του καταγραφόταν στο πρωτόκολλο.
Το
δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας δημιούργησε νέους όρους για την πολιτική και
κομματική δράση, καθώς ανοίχτηκε ευρύ πεδίο για τη συμμετοχή πολιτών και
κομμάτων στο δημόσιο βίο και διευκολύνθηκε η διεκδίκηση συμφερόντων.
γ) Στο σύνταγμα του 1844 προβλεπόταν η ύπαρξη Βουλής και Γερουσίας. Οι γερουσιαστές θα διορίζονταν από τον βασιλιά και θα διατηρούσαν το αξίωμά τους ισόβια. Όπως επισημαίνει ο Νίκος Αλιβιζάτος (Κείμενο Γ), παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη δεύτερου νομοθετικού σώματος αποτελούσε τον κανόνα του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος, η ίδρυση της Γερουσίας προκάλεσε έντονες διαμάχες στο πλαίσιο της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Αν και στη συζήτηση επί της αρχής η Εθνοσυνέλευση συμφώνησε να ιδρυθεί η Γερουσία με μεγάλη πλειοψηφία (159 ψήφοι υπέρ και μόλις 37 κατά), διότι θεωρήθηκε πως ένα νομοθετικό σώμα αποτελούμενο από άτομα μεγαλύτερης εμπειρίας και γνώσης, όπως αναμενόταν να είναι αυτό τον γερουσιαστών, θα συγκρατούσε την πιθανή απερισκεψία των νέων σε ηλικία βουλευτών, και παρόλο που έγινε αντίστοιχα δεκτή με μεγάλη πλειοψηφία η πρόταση να επιλέγονται και να διορίζονται τα κατάλληλα πρόσωπα από τον βασιλιά, το πρόβλημα προέκυψε με το ζήτημα της ισοβιότητας των μελών της γερουσίας. Η πρόταση αυτή συγκέντρωσε μόνο 112 ψήφους υπέρ και 92 κατά, γεγονός που φανέρωνε τις αντιδράσεις που προκάλεσε. Εν τέλει, ωστόσο, όπως έγινε αντιληπτό κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων, το προνόμιο της ισοβιότητας υπήρξε επωφελές, καθώς προσέφερε στους γερουσιαστές μεγαλύτερα περιθώρια αυτονομίας και ανεξαρτησίας από τον βασιλιά σε σχέση με το πώς δρούσαν οι βουλευτές, παρά το γεγονός πως οι δεύτεροι εκλέγονταν από τον λαό και όφειλαν να υπηρετούν τις δικές του ανάγκες.
Κείμενο Α
Το Σύνταγμα του 1844 αναγνώριζε στον βασιλιά σημαντικότατες εξουσίες. Πέρα από την εκτελεστική εξουσία, η οποία βέβαια του «ανήκε» και την ασκούσε μέσω των υπουργών «του» -τους οποίους διόριζε και έπαυε ελεύθερα-, ο βασιλιάς συμμετείχε στην άσκηση και της νομοθετικής εξουσίας: Άμεσα μεν με τη νομοθετική πρωτοβουλία (που ανήκε επίσης στους βουλευτές και τους γερουσιαστές) και, προπάντων, με την κύρωση των νόμων, έμμεσα δε επιλέγοντας τους γερουσιαστές. Επί πλέον, ο βασιλιάς είχε το δικαίωμα να διαλύει τη βουλή κατ’ ουσίαν οποτεδήποτε.
Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη Νεοελληνική Ιστορία 1800-2010, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2011.
Κείμενο Β
Άρθρο 19
[Τρόπος ψηφοφορίας]
Η εκλογή γίνεται δια ψηφοδελτίων. –
Έκαστος ψηφοφόρος γράφει μόνος, ή δι’ άλλου της εμπιστοσύνης του, ισάριθμα
ονόματα βουλευτών, τους οποίους οφείλει να δώση η επαρχία, και ρίπτει αυτός ο
ίδιος εις την κάλπην· το όνομα του ψηφοφόρου σημειούται εις το πρωτόκολλον […].Εφημερίς της Κυβερνήσεως, φ. 7/25.3.1844
Κείμενο Γ
Η ίδρυση δεύτερου νομοθετικού σώματος, αν και ήταν ο κανόνας στο αντιπροσωπευτικό πολίτευμα προκάλεσε εντονότατες αντιπαραθέσεις στην Α΄ Εθνοσυνέλευση. Είναι αλήθεια ότι επί της αρχής, η Εθνοσυνέλευση τάχθηκε υπέρ της Γερουσίας με ψήφους 159 υπέρ και 37 κατά, προκειμένου, όπως τότε ειπώθηκε, να ανακοπεί το «θερμουργόν» της «νεότητος, ήτις επικρατεί εις την Βουλήν», χάρη στη μεγαλύτερη πείρα και σοφία που, όπως πιστευόταν, θα είχαν οι γερουσιαστές. Επίσης, με μεγάλη πλειοψηφία η Εθνοσυνέλευση δέχτηκε να είναι ο βασιλιάς εκείνος που θα διορίζει τα μέλη της Γερουσίας, επιλέγοντας τα καταλληλότερα πρόσωπα. Ωστόσο, μόνο με 112 ψήφους υπέρ (έναντι 92 κατά) η Εθνοσυνέλευση δέχθηκε την ισοβιότητά τους. Τελικά, όπως φάνηκε, στα χρόνια που ακολούθησαν, χάρη στο προνόμιο της ισοβιότητας, οι γερουσιαστές αποδείχθηκαν πολύ πιο αξιόπιστοι και ανεξάρτητοι προς τον ευεργέτη τους, δηλαδή τον βασιλιά, σε σύγκριση με τους βουλευτές, παρότι οι τελευταίοι εκλέγονταν από τον λαό.
Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη Νεοελληνική Ιστορία 1800-2010, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2011.
Ενδεικτική απάντηση
α) Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 έδρασε καταλυτικά στη διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων. Οι πολιτικές και ιδεολογικές αντιλήψεις των κομμάτων εκφράστηκαν με μεγαλύτερη σαφήνεια και τα κόμματα άρχισαν να παίζουν ενεργότερο ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για το σύνταγμα έγιναν σαφέστερες οι μεταξύ τους διαφορές Πάντως, και τα τρία κόμματα τάχθηκαν υπέρ του συντάγματος. Ακόμη και το ρωσικό θεώρησε την ψήφιση συντάγματος ως μοναδική λύση, αφού δεν ήταν δυνατόν να ανατραπεί ο Όθων. Το ζητούμενο λοιπόν κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης του συντάγματος ήταν ο περιορισμός των εξουσιών του βασιλιά.
β) Με άλλες διατάξεις του συντάγματος α) κατοχυρωνόταν, με ελάχιστους περιορισμούς, το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας για τους άνδρες, ρύθμιση που αποτελούσε παγκόσμια πρωτοπορία, και β) οριζόταν η εκλογική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία οι εκλογείς μπορούσαν να δώσουν θετική ψήφο σε όσους υποψηφίους ήθελαν, συμπληρώνοντας ψηφοδέλτια, ακόμη και διαφορετικών Συνδυασμών. Σύμφωνα, μάλιστα, με το Άρθρο 19 του σχετικού συντάγματος, το οποίο αφορούσε τον τρόπο ψηφοφορίας, η διαδικασία γινόταν με ψηφοδέλτια, τα οποία κάθε ψηφοφόρος μπορούσε να συμπληρώσει μόνος του ή με τη βοήθεια κάποιου άλλου προσώπου της εμπιστοσύνης του. Στο ψηφοδέλτιο έγραφαν ίσο αριθμό βουλευτών με εκείνον που μπορούσε να εκλέξει κάθε εκλογική επαρχία. Το ψηφοδέλτιο το έριχνε ο ίδιος ο ψηφοφόρος στην κάλπη και το όνομά του καταγραφόταν στο πρωτόκολλο.
γ) Στο σύνταγμα του 1844 προβλεπόταν η ύπαρξη Βουλής και Γερουσίας. Οι γερουσιαστές θα διορίζονταν από τον βασιλιά και θα διατηρούσαν το αξίωμά τους ισόβια. Όπως επισημαίνει ο Νίκος Αλιβιζάτος (Κείμενο Γ), παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη δεύτερου νομοθετικού σώματος αποτελούσε τον κανόνα του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος, η ίδρυση της Γερουσίας προκάλεσε έντονες διαμάχες στο πλαίσιο της Α΄ Εθνοσυνέλευσης. Αν και στη συζήτηση επί της αρχής η Εθνοσυνέλευση συμφώνησε να ιδρυθεί η Γερουσία με μεγάλη πλειοψηφία (159 ψήφοι υπέρ και μόλις 37 κατά), διότι θεωρήθηκε πως ένα νομοθετικό σώμα αποτελούμενο από άτομα μεγαλύτερης εμπειρίας και γνώσης, όπως αναμενόταν να είναι αυτό τον γερουσιαστών, θα συγκρατούσε την πιθανή απερισκεψία των νέων σε ηλικία βουλευτών, και παρόλο που έγινε αντίστοιχα δεκτή με μεγάλη πλειοψηφία η πρόταση να επιλέγονται και να διορίζονται τα κατάλληλα πρόσωπα από τον βασιλιά, το πρόβλημα προέκυψε με το ζήτημα της ισοβιότητας των μελών της γερουσίας. Η πρόταση αυτή συγκέντρωσε μόνο 112 ψήφους υπέρ και 92 κατά, γεγονός που φανέρωνε τις αντιδράσεις που προκάλεσε. Εν τέλει, ωστόσο, όπως έγινε αντιληπτό κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων, το προνόμιο της ισοβιότητας υπήρξε επωφελές, καθώς προσέφερε στους γερουσιαστές μεγαλύτερα περιθώρια αυτονομίας και ανεξαρτησίας από τον βασιλιά σε σχέση με το πώς δρούσαν οι βουλευτές, παρά το γεγονός πως οι δεύτεροι εκλέγονταν από τον λαό και όφειλαν να υπηρετούν τις δικές του ανάγκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου