Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φαίνω / φαίνομαι»

Zoltan Toth 

 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «φαίνω / φαίνομαι»
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φαίνω, φαίνεις, φαίνει, φαίνομεν, φαίνετε, φαίνουσι(ν)
Υποτακτική
φαίνω, φαίνς, φαίν, φαίνωμεν, φαίνητε, φαίνωσι(ν)
Ευκτική
φαίνοιμι, φαίνοις, φαίνοι, φαίνοιμεν, φαίνοιτε, φαίνοιεν
Προστακτική
---, φανε, φαινέτω, ---, φαίνετε, φαινόντων (ή φαινέτωσαν)
Απαρέμφατο
φαίνειν
Μετοχή
φαίνων, φαίνουσα, φανον
 
Παρατατικός
Οριστική
φαινον, φαινες, φαινε, φαίνομεν, φαίνετε, φαινον
 
Μέλλοντας
Οριστική
φαν, φανες, φανε, φανομεν, φανετε, φανοσι(ν)
Ευκτική
φανομι, φανος, φανο, ή φανοίην, φανοίης, φανοίη, φανομεν, φανοτε, φανοεν
Απαρέμφατο
φανεν
Μετοχή
φανν, φανοσα, φανον
 
Αόριστος
Οριστική
φηνα, φηνας, φηνε(ν), φήναμεν, φήνατε, φηναν
& φανα, φανας, φανε(ν), φάναμεν, φάνατε, φαναν
Υποτακτική
φήνω, φήνς, φήν, φήνωμεν, φήνητε, φήνωσι(ν)
Ευκτική
φήναιμι, φήναις / φήνειας, φήναι / φήνειε(ν), φήναιμεν, φήναιτε, φήναιεν / φήνειαν
Προστακτική
---, φνον, φηνάτω, ---, φήνατε, φηνάντων (ή φηνάτωσαν)
Απαρέμφατο
φναι
Μετοχή
φήνας, φήνασα, φναν
 
Παρακείμενος
Οριστική
πέφαγκα, πέφαγκας, πέφαγκε, πεφάγκαμεν, πεφάγκατε, πεφάγκασι(ν)
 
Υποτακτική
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός ς
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα μεν
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα τε
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα σι
 
Ευκτική
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός εην
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός εης
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός εη
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα εημεν (εμεν)
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα εητε (ετε)
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός σθι
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός στω
---
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα στε
πεφαγκότες- πεφαγκυαι- πεφαγκότα στων
 
Απαρέμφατο
πεφαγκέναι
Μετοχή
πεφαγκώς- πεφαγκυα- πεφαγκός
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
φαίνομαι, φαίν/φαίνει, φαίνεται, φαινόμεθα, φαίνεσθε, φαίνονται
Υποτακτική
φαίνωμαι, φαίν, φαίνηται, φαινώμεθα, φαίνησθε, φαίνωνται
Ευκτική
φαινοίμην, φαίνοιο, φαίνοιτο, φαινοίμεθα, φαίνοισθε, φαίνοιντο
Προστακτική
---, φαίνου, φαινέσθω, ---, φαίνεσθε, φαινέσθων ή φαινέσθωσαν
Απαρέμφατο
φαίνεσθαι
Μετοχή
φαινόμενος
φαινομένη
φαινόμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
φαινόμην, φαίνου, φαίνετο, φαινόμεθα, φαίνεσθε, φαίνοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
φανομαι, φαν/φανε, φανεται, φανομεθα, φανεσθε, φανονται
Ευκτική
φανοίμην, φανοο, φανοτο, φανοίμεθα, φανοσθε, φανοντο
Απαρέμφατο
φανεσθαι
Μετοχή
φανούμενος
φανουμένη
φανούμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας Α΄
Οριστική
φανθήσομαι, φανθήσ/φανθήσει, φανθήσεται, φανθησόμεθα, φανθήσεσθε, φανθήσονται
Ευκτική
φανθησοίμην, φανθήσοιο, φανθήσοιτο, φανθησοίμεθα, φανθήσοισθε, φανθήσοιντο
Απαρέμφατο
φανθήσεσθαι
Μετοχή
φανθησόμενος
φανθησομένη
φανθησόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας Β΄
Οριστική
φανήσομαι, φανήσ/φανήσει, φανήσεται, φανησόμεθα, φανήσεσθε, φανήσονται
Ευκτική
φανησοίμην, φανήσοιο, φανήσοιτο, φανησοίμεθα, φανήσοισθε, φανήσοιντο
Απαρέμφατο
φανήσεσθαι
Μετοχή
φανησόμενος
φανησομένη
φανησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
φηνάμην, φήνω, φήνατο, φηνάμεθα, φήνασθε, φήναντο
Υποτακτική
φήνωμαι, φήν, φήνηται, φηνώμεθα, φήνησθε, φήνωνται
Ευκτική
φηναίμην, φήναιο, φήναιτο, φηναίμεθα, φήναισθε, φήναιντο
Προστακτική
---, φναι, φηνάσθω, ---, φήνασθε, φηνάσθων ή φηνάσθωσαν
Απαρέμφατο
φήνασθαι
Μετοχή
φηνάμενος
φηναμένη
φηνάμενον
 
Παθητικός Αόριστος Α΄
Οριστική
φάνθην, φάνθης, φάνθη, φάνθημεν, φάνθητε, φάνθησαν
Υποτακτική
φανθ, φανθς, φανθ, φανθμεν, φανθτε, φανθσι(ν)
Ευκτική
φανθείην, φανθείης, φανθείη, φανθείημεν ή φανθεμεν, φανθείητε ή φανθετε, φανθείησαν ή φανθεεν
Προστακτική
---, φάνθητι, φανθήτω, ---, φάνθητε, φανθέντων ή φανθήτωσαν
Απαρέμφατο
φανθναι
Μετοχή
φανθείς
φανθεσα
φανθέν
 
Παθητικός Αόριστος Β΄
Οριστική
φάνην, φάνης, φάνη, φάνημεν, φάνητε, φάνησαν
Υποτακτική
φαν, φανς, φαν, φανμεν, φαντε, φανσι(ν)
Ευκτική
φανείην, φανείης, φανείη, φανείημεν ή φανεμεν, φανείητε ή φανετε, φανείησαν ή φανεεν
Προστακτική
---, φάνηθι, φανήτω, ---, φάνητε, φανέντων ή φανήτωσαν
Απαρέμφατο
φανναι
Μετοχή
φανείς
φανεσα
φανέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
πέφασμαι, πέφανσαι, πέφανται, πεφάσμεθα, πέφανθε, πεφασμένοι εσί(ν)
 
Υποτακτική
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον ς
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα μεν
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα τε
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα σι
 
Ευκτική
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον εην
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον εης
πεφασμένος- πεφασμένη- πεφασμένον εη
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα εημεν (εμεν)
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα εητε (ετε)
πεφασμένοι- πεφασμέναι- πεφασμένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, πέφανσο, πεφάνθω, --- πέφανθε, πεφάνθων ή πεφάνθωσαν
 
Απαρέμφατο
πεφάνθαι
Μετοχή
πεφασμένος,
πεφασμένη,
πεφασμένον
 
Υπερσυντέλικος
πεφάσμην, πέφανσο, πέφαντο, πεφάσμεθα, πέφανθε, πεφασμένοι σαν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου