Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Τα -ζητούμενα- χαρακτηριστικά του σύγχρονου εκπαιδευτικού

Laura Ostrowski 

 
Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Τα -ζητούμενα- χαρακτηριστικά του σύγχρονου εκπαιδευτικού
 
Η εύκολη πρόσβαση σε διδακτικό υλικό και πληροφορίες για κάθε μάθημα μέσω του διαδικτύου έχει διαφοροποιήσει σημαντικά τον ρόλο του εκπαιδευτικού, εφόσον δεν αποτελεί πλέον τον αποκλειστικό μεταδότη γνώσεων, όπως στο παρελθόν. Παραλλήλως, βέβαια, νέοι παράγοντες, όπως η μεγαλύτερη έμφαση που δίνεται στην ιδιαίτερη προσωπικότητα κάθε μαθητή -σε αντίθεση με την εξομοιωτική προσέγγιση του παρελθόντος-, σε συνδυασμό τόσο με τις τεχνολογικές εξελίξεις όσο και με τη διευρυμένη ύλη των γνωστικών αντικειμένων, έχουν καταστήσει πιο απαιτητικό το επάγγελμα του εκπαιδευτικού λόγω του πλήθους των δεξιοτήτων που απαιτούνται για την αρτιότερη επιτέλεσή του.
Ο εκπαιδευτικός σήμερα οφείλει να επιδιώκει την παράλληλη επίτευξη ποικίλων στόχων: τη με σαφήνεια και ουσιαστική μεταδοτικότητα παρουσίαση της διδασκόμενης ύλης∙ την αποτελεσματική οργάνωση του διδακτικού έργου, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα επαρκών επαναλήψεων∙ τη διαμόρφωση κλίματος συνεργασίας, σεβασμού και αποδοχής στο πλαίσιο του κάθε τμήματος∙ την προσωπική επαφή με κάθε μαθητή, προκειμένου να κατανοήσει τις κλίσεις του, τις δυνατότητες, αλλά και τις αδυναμίες του∙ την οργάνωση κάθε διδασκαλίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να διατηρεί αδιάπτωτο το ενδιαφέρον των μαθητών για το εκάστοτε αντικείμενο∙ την καθοδήγηση των μαθητών, προκειμένου να επιτυγχάνουν υψηλές επιδόσεις χωρίς να αισθάνονται πίεση ή άγχος∙ τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης με τους μαθητές, ώστε να μη διστάσουν να καταφύγουν σε εκείνον αν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα.
Η επίτευξη των ειδικότερων αυτών στόχων, καθώς και η ανταπόκριση σε ευρύτερες απαιτήσεις που συνοδεύουν το έργο του εκπαιδευτικού, μπορούν να ευοδωθούν αν ο εκπαιδευτικός συνδυάζει αρκετά επιμέρους στοιχεία. Ειδικότερα:
 
1. Άρτια γνώση του αντικειμένου του. Χάρη στις ποικίλες πηγές πληροφόρησης οι μαθητές της σύγχρονης εποχής είναι περισσότερο ενημερωμένοι και κατ’ επέκταση έχουν υψηλότερες απαιτήσεις για την ποιότητα του μαθήματος. Ως εκ τούτου, ο εκπαιδευτικός οφείλει να κατέχει σε άριστο βαθμό το αντικείμενό του, προκειμένου να είναι σε θέση να το παρουσιάζει με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα και σαφήνεια. Είναι, άλλωστε, διαπιστωμένο πως ακόμη και μαθητές μέτριων -φαινομενικά- επιδόσεων μπορούν να αντιληφθούν γρήγορα το βαθμό επάρκειας του εκπαιδευτικού.
 
2. Συνεχείς επιμορφώσεις. Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να ανανεώνουν τις γνώσεις τους τόσο σε ό,τι αφορά τα διδακτικά τους αντικείμενα όσο και σε ό,τι αφορά την παιδαγωγική επιστήμη. Κάθε επιστήμη, άλλωστε, όπως και κάθε τομέας του επιστητού, εξελίσσονται πλέον με γοργούς ρυθμούς, με αποτέλεσμα ακόμη και γνώσεις του άμεσου παρελθόντος να καθίστανται αίφνης παρωχημένες. Χρειάζεται, άρα, συνεχής επαφή με τις νέες εξελίξεις, προκειμένου κάθε εκπαιδευτικός να είναι σε θέση να προσφέρει έγκυρες και επικαιροποιημένες γνώσεις στους μαθητές του.
Στο πλαίσιο της διάθεσης του εκπαιδευτικού για διαρκή βελτίωση εντάσσεται και η αναγνώριση της αξίας των διαδικασιών αξιολόγησης. Ανεξάρτητα από την εμπειρία ή τα τυπικά προσόντα, κάθε εκπαιδευτικός οφείλει να αποδέχεται με προθυμία την αξιολόγησή του, επιζητώντας τις παρατηρήσεις εκείνες που θα του επιτρέψουν να γίνει ακόμη πιο αποτελεσματικός στο διδακτικό του έργο.
 
3. Προσαρμοστικότητα & ευελιξία. Οι αλλαγές που επέρχονται σε κάθε επάγγελμα λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων και της τεχνητής νοημοσύνης επηρεάζουν εύλογα και τον χώρο της εκπαίδευσης. Είναι, επομένως, αναγκαίο να διαθέτουν οι εκπαιδευτικοί την απαιτούμενη προσαρμοστικότητα, ώστε να υιοθετούν με ευκολία τα νέα διαθέσιμα ψηφιακά εργαλεία στο επάγγελμά τους, να ανανεώνουν συχνά το εκπαιδευτικό υλικό που χρησιμοποιούν και να αντιμετωπίζουν με θετικό τρόπο τις όποιες αλλαγές επέρχονται. Ο χώρος της εκπαίδευσης, άλλωστε, οφείλει να είναι δεκτικός απέναντι στην ανανέωση, εφόσον ζητούμενο είναι αφενός να εξοικειώνει τους μαθητές το ταχύτερο δυνατό με κάθε ουσιώδη εξέλιξη και αφετέρου να τους μεταδίδει το μήνυμα της ευελιξίας και της προσαρμοστικότητας απέναντι στην ταχύτατα εξελισσόμενη κοινωνία του μέλλοντος.
 
4. Δεξιότητες διαμόρφωσης υγιών διαπροσωπικών σχέσεων. Για να είναι εφικτή η ομαλή λειτουργία κάθε τμήματος, ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να εδραιώνει θετικό κλίμα εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού. Προκειμένου, ωστόσο, να το επιτύχει αυτό οφείλει να είναι άτομο διαλλακτικό, συναισθηματικά γενναιόδωρο, δημοκρατικό και απαλλαγμένο από ανασφάλειες και συμπλεγματικές συμπεριφορές. Με δεδομένο το γεγονός πως οι συνομιλητές του βρίσκονται στην εφηβική ή προεφηβική ηλικία και η συμπεριφορά τους επηρεάζεται συχνά από τις ψυχικές διακυμάνσεις της περιόδου αυτής απαιτούνται πρόσθετες δεξιότητες από τη μεριά του εκπαιδευτικού, ώστε να αποφεύγει ή να αποφορτίζει τις όποιες εντάσεις. Οι κατά περιπτώσεις ανώριμες συμπεριφορές από τη μεριά των μαθητών είναι αναπόφευκτες, γι’ αυτό η ευθύνη για τη διατήρηση της ισορροπίας στην τάξη βαρύνει τον εκπαιδευτικό, ο οποίος δεν πρέπει ούτε να παρασύρεται σε περιττές εντάσεις ούτε να εκλαμβάνει τις τυχόν ανώριμες συμπεριφορές των μαθητών ως πάγιο χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς και της προσωπικότητάς τους.
 
5. Αίσθηση του χιούμορ. Ένα σημαντικό εφόδιο του εκπαιδευτικού στην προσπάθειά του αφενός να αποκλιμακώνει τις στιγμές έντασης και αφετέρου να καθιστά πιο ενδιαφέρουσα την οπτική του απέναντι στα πράγματα και απέναντι στο διδακτικό του αντικείμενο είναι η αίσθηση του χιούμορ. Η ανάγκη των εφήβων να συνδέουν την εκπαιδευτική διαδικασία με μια ευχάριστη διάθεση είναι δεδομένη, γι’ αυτό και ο εκπαιδευτικός οφείλει να αξιοποιεί συχνά το χιούμορ, ώστε να μην αποκτά το μάθημά του έναν διαρκή χαρακτήρα αυστηρής προσήλωσης στο γνωστικό αντικείμενο.
Παραλλήλως, με όχημα το χιούμορ ο εκπαιδευτικός μπορεί να ενισχύσει τις διαπροσωπικές του σχέσεις με τους μαθητές, να παρουσιάσει με πιο παιγνιώδη τρόπο πτυχές του μαθήματος, αλλά και να δώσει ευρύτερα ερεθίσματα στην σκέψη των μαθητών, αφού το χιούμορ συνδέεται με την πρωτοτυπία στη σκέψη.  
 
6. Αποδοχή της διαφορετικότητας και της ετερότητας. Στο πλαίσιο των σύγχρονων κοινωνιών η σύνθεση των τμημάτων από μαθητές διαφόρων εθνικοτήτων συνιστά μια δεδομένη πραγματικότητα. Οφείλει, ως εκ τούτου, ο εκπαιδευτικός να είναι όχι μόνο δεκτικός απέναντι στην ετερότητα, αλλά και πρόθυμος να προσαρμόσει τη διδασκαλία του κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να επωφεληθούν από αυτή ακόμη και μαθητές που αφενός δεν έχουν την ελληνική ως μητρική γλώσσα και αφετέρου προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα. Η εθνολογική ποικιλία, αν και φαινομενικά θέτει ορισμένες δυσκολίες στην προσέγγιση ορισμένων γνωστικών αντικειμένων, στην πραγματικότητα αποτελεί μια καίρια ευκαιρία, προκειμένου το σύνολο των μαθητών να εξοικειωθεί με το πολυποίκιλο των σύγχρονων κοινωνιών. Κάθε μαθητής, άλλωστε, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει κάτι διαφορετικό χάρη στο δικό του ιδιαίτερο πολιτισμικό περιβάλλον, γεγονός που ενισχύει το μαθησιακό αποτέλεσμα, εφόσον οι άλλοι μαθητές έρχονται σε επαφή με μια διαφορετική οπτική απέναντι σε ζητήματα θρησκείας, πολιτισμού και ευρύτερης κοσμοαντίληψης.
Ιδιαίτερη ευαισθησία χρειάζεται απέναντι στους μαθητές διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού, οι οποίοι λόγω του συναισθηματικά ευάλωτου που διακρίνει την εφηβική ηλικία ενδέχεται να πληγωθούν από άστοχα σχόλια ή από την έλλειψη συμπερίληψής τους στην παρουσιαζόμενη από τους εκπαιδευτικούς εικόνα της κοινωνίας.  
 
7. Εργατικότητα και αφοσίωση. Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού απαιτεί -προκειμένου να επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα- πολλές ώρες προετοιμασίας και προεργασίας, εφόσον μια επιτυχημένη διδασκαλία δεν προκύπτει «τυχαία», αλλά είναι το αποτέλεσμα συστηματικής προετοιμασίας. Κάθε εκπαιδευτικός, επομένως, οφείλει να είναι πρόθυμος να αφιερώσει τον αναγκαίο χρόνο για την οργάνωση της διδασκαλίας, την προετοιμασία των ασκήσεων, των τεστ και των διαγωνισμάτων, καθώς και τον απαιτούμενο χρόνο για την προσεκτική διόρθωση των ασκήσεων και των διαγωνισμάτων. Οποιαδήποτε απόπειρα του εκπαιδευτικού να μειώσει το φόρτο εργασίας του μειώνοντας τις εργασίες που αναθέτει στους μαθητές ή τη δική του προετοιμασία για κάθε επιμέρους διδακτική ώρα έχει ως μόνο αποτέλεσμα την υπονόμευση του διδακτικού του έργου και την ελλιπή απόδοση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.   
 
8. Εξοικείωση με την τεχνολογία. Η σύγχρονη τεχνολογία, έκφανση της οποίας είναι πλέον και η τεχνητή νοημοσύνη, φέρνει σημαντικές αλλαγές τόσο στον τρόπο οργάνωσης και παρουσίασης του μαθήματος όσο στον τρόπο υλοποίησης των μαθητικών εργασιών. Υπ’ αυτή την έννοια, παρά το γεγονός ότι αρκετές σχολικές μονάδες δεν έχουν ακόμη όλες τις αναγκαίες υποδομές, αποτελεί ουσιώδη και αναγκαία δεξιότητα για έναν εκπαιδευτικό η εξοικείωσή του με τις διάφορες μορφές της τεχνολογίας που μπορούν να καταστήσουν την παρουσίαση του γνωστικού του αντικειμένου περισσότερο ενδιαφέρουσα, αλλά και πιο αποτελεσματική.
Ο εκπαιδευτικός οφείλει, επομένως, είτε στο πλαίσιο επίσημων επιμορφώσεων είτε με δική του προσπάθεια να γνωρίσει όσο καλύτερα μπορεί τα νέα τεχνολογικά εργαλεία, ώστε αφενός να ανανεώσει τις διδακτικές του μεθόδους και αφετέρου να προσεγγίσει περισσότερο τους μαθητές του, οι οποίοι εξοικειώνονται από νωρίς με τις νέες τεχνολογίες και τις θεωρούν μέρος της καθημερινότητάς τους.
 
9. Επαφή με τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Λόγω της απουσίας συστηματικού επαγγελματικού προσανατολισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι σημαντικό να διατηρούν οι εκπαιδευτικοί -ανεξάρτητα από την ειδικότητά τους- επαφή με τις τρέχουσες εξελίξεις στην αγορά εργασίας, ώστε να είναι σε θέση να προσφέρουν συμβουλές και καθοδήγηση στους μαθητές σχετικά με επαγγέλματα που διατηρούν υψηλά επίπεδα επαγγελματικής αποκατάστασης. Η επαφή με την αγορά εργασίας, άλλωστε, επιτρέπει στους εκπαιδευτικούς να κατανοούν καλύτερα τις επιδιώξεις των επιμέρους μαθητών του και να συνειδητοποιούν πώς μπορούν να τους βοηθήσουν αποτελεσματικότερα στην επίτευξη των ειδικότερων στόχων τους. Ας μη λησμονούμε πως η εκπαιδευτική διαδικασία δεν μπορεί να θεωρείται τελείως αποκομμένη από την πραγματικότητα της εργασιακής αποκατάστασης, η οποία συνιστά μια βασική ανησυχία για τους μαθητές του Λυκείου.
 
10. Διάθεση συνεργασίας. Η ευόδωση των ευρύτερων εκπαιδευτικών στόχων, αλλά και της συνεχούς επιδίωξης των εκπαιδευτικών για τη βελτίωση των διδακτικών τους μεθόδων μπορεί να βοηθηθεί σημαντικά μέσω της συνεργασίας των εκπαιδευτικών κάθε σχολικής μονάδας. Σε αντίθεση, άλλωστε, με το παρελθόν, σήμερα οι εκπαιδευτικοί μπορούν να διοργανώνουν συνδιδασκαλίες, καθώς και να αναθέτουν εργασίες που σχετίζονται με διαφορετικά μεταξύ τους γνωστικά αντικείμενα. Πολύ σημαντικότερη, μάλιστα, είναι η διαδικασία της ετεροπαρατήρησης. Στο πλαίσιο, δηλαδή, της συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών, ο ένας διδάσκων μπορεί να παρακολουθήσει τη διδασκαλία άλλου συναδέλφου του, ώστε να έρθει σε επαφή με τον ιδιαίτερο τρόπο διδασκαλίας του. Δοθέντος ότι κάθε εκπαιδευτικός έχει τον δικό του τρόπο προσέγγισης της διδασκαλίας, οι εκπαιδευτικοί μιας σχολικής μονάδας μπορούν μέσω της ετεροπαρατήρησης να αποκομίσουν σημαντικά οφέλη παρακολουθώντας το πώς οι συνάδελφοί τους οργανώνουν τη διδασκαλία τους, διαχειρίζονται τις όποιες δυσαρμονίες στη συμπεριφορά των μαθητών, αλλά και το πώς κεντρίζουν το ενδιαφέρον των μαθητών και πώς επεξηγούν απαιτητικά σημεία της διδακτές ύλης. Η διαδικασία της ετεροπαρατήρησης είναι μια πολύτιμη ευκαιρία βελτίωσης κάθε εκπαιδευτικού, ανεξάρτητα από το πόσο έμπειρος είναι ήδη, εφόσον έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης του διδακτικού έργου.
 
11. Επίγνωση των ευθυνών του έργου του. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να έχει συναίσθηση της σημαντικής ευθύνης που αναλαμβάνει απέναντι στους μαθητές του, εφόσον πέρα από τις γνώσεις που καλείται να τους μεταδώσει, λειτουργεί ως παράδειγμα ή ακόμη και πρότυπο με τη συμπεριφορά, το εργασιακό του ήθος και την ποιότητα της προσωπικότητάς του. Χρειάζεται, συνάμα, να αντιλαμβάνεται πως απώτερος στόχος δεν είναι μόνο να «ολοκληρώσει τη διδακτέα ύλη», αλλά πολύ περισσότερο να καθοδηγήσει με ευθύνη και επίγνωση τους μαθητές του στην ουσιαστική κατανόηση του μαθήματος, κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να αποκομίσουν το μέγιστο δυνατό όφελος από αυτό.
 
12. Αναγνώριση της μοναδικότητας των μαθητών. Ο εκπαιδευτικός οφείλει να έχει πάντοτε επίγνωση του γεγονότος πως κάθε μαθητής αποτελεί μια μοναδική προσωπικότητα με τα δικά του ξεχωριστά προτερήματα. Έτσι, αν και η εκπαιδευτική διαδικασία έχει κατ’ ανάγκη χαρακτηριστικά ομοιογενούς προσέγγισης των μαθητών -σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη διδασκόμενη ύλη-, ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να εντοπίζει διαφορετικούς τρόπους επικοινωνίας με κάθε μαθητή, αποδεχόμενος το ξεχωριστό τόσο των ενδιαφερόντων του όσο και του τρόπου ανταπόκρισης στα ερεθίσματα που λαμβάνει. Η εξατομικευμένη αυτή επαφή, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα επωφελής και για τον εκπαιδευτικό, καθώς μέσα από τη γνωριμία του με κάθε μαθητή έχει την ευκαιρία να αντικρίσει την πραγματικότητα από μια διαφορετική, νεότερη και ενεργητικότερη οπτική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου