Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἀποδειλιάω / ἀποδειλιῶ»


Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ποδειλιάω / ποδειλι»
 
ποδειλι =  είμαι δειλός, δεν τολμώ
 
Ενεστώτας
Οριστική
ποδειλι, ποδειλις, ποδειλι, ποδειλιμεν, ποδειλιτε, ποδειλισι(ν)
Υποτακτική
ποδειλι, ποδειλις, ποδειλι, ποδειλιμεν, ποδειλιτε, ποδειλισι(ν)
Ευκτική
ποδειλιμι, ποδειλις, ποδειλι ή ποδειλιην, ποδειλιης, ποδειλιη, ποδειλιμεν, ποδειλιτε, ποδειλιεν
Προστακτική
---, ποδειλία, ποδειλιάτω, ---, ποδειλιτε, ποδειλιώντων ή ποδειλιάτωσαν
Απαρέμφατο
ποδειλιν
Μετοχή
ποδειλιν, ποδειλισα, ποδειλιν
 
Παρατατικός
πεδειλίων, πεδειλίας, πεδειλία, πεδειλιμεν, πεδειλιτε, πεδειλίων
 
Μέλλοντας
Οριστική
ποδειλιάσω, ποδειλιάσεις, ποδειλιάσει, ποδειλιάσομεν, ποδειλιάσετε, ποδειλιάσουσι(ν)
Ευκτική
ποδειλιάσοιμι, ποδειλιάσοις, ποδειλιάσοι, ποδειλιάσοιμεν, ποδειλιάσοιτε, ποδειλιάσοιεν
Απαρέμφατο
ποδειλιάσειν
Μετοχή
ποδειλιάσων, ποδειλιάσουσα, ποδειλισον
 
Αόριστος
Οριστική
πεδειλίασα, πεδειλίασας, πεδειλίασε(ν), πεδειλιάσαμεν, πεδειλιάσατε, πεδειλίασαν
Υποτακτική
ποδειλιάσω, ποδειλιάσς, ποδειλιάσ, ποδειλιάσωμεν, ποδειλιάσητε, ποδειλιάσωσι(ν)
Ευκτική
ποδειλιάσαιμι, ποδειλιάσαις ή ποδειλιάσειας, ποδειλιάσαι ή ποδειλιάσειε(ν), ποδειλιάσαιμεν, ποδειλιάσαιτε, ποδειλιάσαιεν ή ποδειλιάσειαν
Προστακτική
---, ποδειλίασον, ποδειλιασάτω, ---, ποδειλιάσατε, ποδειλιασάντων (ή ποδειλιασάτωσαν)
Απαρέμφατο
ποδειλισαι
Μετοχή
ποδειλίασας, ποδειλιάσασα, ποδειλισαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ποδεδειλίακα, ποδεδειλίακας, ποδεδειλίακε, ποδεδειλιάκαμεν, ποδεδειλιάκατε, ποδεδειλιάκασι(ν)
 
Υποτακτική
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός ς
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα μεν
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα τε
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα σι(ν)
 
Ευκτική
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός εην
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός εης
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός εη
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα εημεν/ εμεν
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα εητε/ ετε
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα εησαν/ εεν
 
Προστακτική
---
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός σθι
ποδεδειλιακώς- ποδεδειλιακυα- ποδεδειλιακός στω
---
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα στε
ποδεδειλιακότες- ποδεδειλιακυαι- ποδεδειλιακότα στων
 
Απαρέμφατο
ποδεδειλιακέναι
 
Μετοχή
ποδεδειλιακώς, ποδεδειλιακυα, ποδεδειλιακός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου