Magdalena Russocka
Γιάννης Ρίτσος [Τρίστιχα]
Δικό
του τίποτα δεν κράτησε. Το πιο δικό του
ήταν εκείνο που έδινε. Και τούτο πάντα
ήταν το πιο πολύ.
Αθήνα,
31. III. 82
Σχόλιο: Ο
ποιητής επαινεί την αλτρουιστική, αφιλοκερδή και γενναιόδωρη διάθεση μέσω της
αναφοράς -πιθανώς αυτοαναφορική- σ’ έναν ανώνυμο άνθρωπο που προσέφερε καθετί
δικό του στους άλλους. Μια στάση ζωής γεμάτη δοτικότητα και προσφορά που
πλουτίζει συναισθηματικά το άτομο, έστω κι αν εν τέλει το ίδιο μοιάζει να μην
έχει πια τίποτε δικό του. Το ψυχικά γενναιόδωρο άτομο, άλλωστε, βιώνει την
πληρότητα μέσω της συνεχούς προσφοράς, ωφελώντας έτσι τόσο τους άλλους όσο και
τον εαυτό του. Η αίσθησή του ότι μπορεί μέσω του έργου του να βοηθήσει τους
άλλους το κινητοποιεί, ώστε να εφευρίσκει διαρκώς νέους τρόπους προσφοράς,
αλληλεγγύης και συμπαράστασης.
Παράπονο
δεν έχει. Πολλά βάσανα τράβηξε.
Είδε τις σαύρες, τα πουλιά, τα φύλλα, τ’ άστρα.
Σωστά το λέει το «ευχαριστώ».
Αθήνα,
31. III. 82
Σχόλιο: Η
γεμάτη δυσκολίες και βάσανα ζωή ενός ατόμου, όταν δεν λειτουργεί κατά τρόπο
επιζήμιο για την ψυχή του, γεμίζοντάς το δυσαρέσκεια και εχθρότητα, έχει ως
ευεργετική επενέργεια τη βάθυνση της κατανόησης του κόσμου και των πραγμάτων.
Το άτομο αποκτά ουσιαστική εκτίμηση της ευγένειας και της αλληλεγγύης,
κατανοώντας πόσο σπάνιο και πόσο αξιέπαινο είναι το να του προσφέρει κάποιος
βοήθεια και συμπαράσταση. Φτάνει, κατ’ αυτό τον τρόπο, στο σημείο να λέει σωστά
το ευχαριστώ, εφόσον αφενός το εννοεί και το αισθάνεται πλήρως κι αφετέρου
διότι αντιλαμβάνεται τη δυσκολία του να ξεπεράσει κάποιος τον εγωκεντρισμό του.
Τα
βάσανα που τράβηξε το άτομο τού προσέφεραν τη δυνατότητα να γνωρίσει και να
ταυτιστεί με τα πλέον ταπεινά στοιχεία της φύσης (π.χ. τις σαύρες), αλλά και το
προνόμιο του να αντικρίσει με καθαρή ματιά τις κορυφώσεις της, όπως τα πουλιά
και τα αστέρια, θέτοντας ως προσωπικό του στόχο την ηθική του ανύψωση και
κάθαρση.
Α,
τούτο δω τ’ αστείρευτο μεράκι.
Μήτε πιοτά μήτε φαγιά μήτε κρεβάτια.
Σιωπές και λέξεις.
Αθήνα,
31. III. 82
Σχόλιο: Σε
μια ιδιαιτέρως αυτοαναφορική καταγραφή ο ποιητής παρουσιάζει τη δική του βαθιά
εμμονή∙ το δικό του μεράκι. Δεν αφέθηκε στη ζωή του, όπως έκαναν άλλοι, να
εξαρτηθεί από το ποτό, να εκλάβει τα φαγοπότια ως πραγματική απόλαυση ή να
επιτρέψει στις σαρκικές απολαύσεις να τον αποσπάσουν από τα ουσιώδη της ζωής.
Έμεινε μακριά από τις εφήμερες διασκεδάσεις που κράτησαν δέσμιους πολλούς
άλλους, και βρήκε τη δική του ευχαρίστηση στον λόγο και στη σιωπή. Στον
αναγκαίο χρόνο περισυλλογής και στην απαιτητική, αλλά αποδοτική δύναμη του
λόγου και της γραφής. Στράφηκε βαθιά μέσα του και άντλησε τις αλήθειες εκείνες
που του προσέφεραν τη δυνατότητα να εκφράσει το καίριο και να κατακτήσει τη
διαχρονικότητα. Με τις λέξεις, άλλωστε, του δόθηκε η δυνατότητα να γοητεύσει,
να συγκινήσει, να προβληματίσει και κατ’ επέκταση να προχωρήσει ένα βήμα
παραπέρα τη συλλογιστική ικανότητά του.
Και
μην ξεχνάς ποτέ να προσθέτεις
το τρίξιμο του μίσχου που κρατάει ψηλά τον κρίνο,
κρυμμένος στη σκιά του κρίνου.
Αθήνα,
31. III. 82
Σχόλιο: Με
μια αλληγορική εικόνα ο ποιητής επιδιώκει να αναδείξει τη συνεισφορά όλων
εκείνων των αφανών προσώπων που στηρίζουν και βοηθούν σημαντικά την πορεία κάθε
προβεβλημένου ατόμου, όπως υπήρξε ο ίδιος ή όπως είναι άτομα της πολιτικής ή
των επιστημών. Το άνθος του κρίνου κερδίζει όλη την προσοχή και τον θαυμασμό,
αλλά η ύπαρξή του δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τη διαρκή και κοπιώδη στήριξη που
του προσφέρει ο μίσχος. Κατά τον ίδιο τρόπο, κανένα προβεβλημένο πρόσωπο δεν θα
είχε πετύχει το σύνολο των επιτευγμάτων του χωρίς τη συνεχή στήριξη άλλων
προσώπων, τα οποία παραμένουν στην αφάνεια και δεν λαμβάνουν αναγνώριση για την
προσφορά τους. Κατ’ επίκληση του ποιητή, επομένως, κάθε φορά που επαινούμε ένα
πρόσωπο, χρειάζεται να αναγνωρίζουμε και την προσφορά εκείνων που το στηρίζουν
και το υποβοηθούν με ποικίλους τρόπους.
Σκυφτός,
δουλεύοντας μες στη σιωπή του,
σ’ εχθρούς και φίλους έδωσε
την πιο όρθιαν απάντηση.
Αθήνα,
31. III. 82
Σχόλιο: Η
έννοια της εργατικότητας, καθώς και της προσήλωσης στο προσωπικό έργο,
συνιστούν το θεματικό κέντρο των συγκεκριμένων στίχων. Το άτομο που αφοσιώνεται
στη δουλειά του, χωρίς να χάνει το χρόνο του μήτε για να ασχοληθεί ματαίως με
εκείνους που το επικρίνουν μήτε για να επαναπαυτεί στους επαίνους εκείνων που
το θαυμάζουν, κατορθώνει να επιτύχει τα πλέον ουσιαστικά αποτελέσματα. Υπ’ αυτή
την έννοια η ορθότερη απάντηση απέναντι στις επικρίσεις και τον φθόνο είναι
εκείνη που προκύπτει από το αποτέλεσμα της δουλειάς ενός ανθρώπου, όπως
αντιστοίχως η καλύτερη απάντηση στους επαίνους και στον θαυμασμό είναι η με
συνέπεια συνέχιση της εργασίας, ώστε να προκύψουν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα.
Που
βρίσκουν τέλος οι άνθρωποι; Δεν καταλαβαίνω.
Και μόνο μια στιγμή αν βαθιά τη συλλάβεις
γεμίζεις αιώνες.
Αθήνα,
30. III. 82
Σχόλιο: Η
ζωή ενός ανθρώπου προχωρά πολύ πιο πέρα από τα πεπερασμένα όριά της, αν ο
άνθρωπος αντιληφθεί πως εμπεριέχει στοιχεία τόσο της πορείας των προγενέστερων
όσο και των μεταγενέστερων. Κάθε άνθρωπος αξιοποιεί τα επιτεύγματα, τις ιδέες
και το παράδειγμα όλων εκείνων που προηγήθηκαν, και, παραλλήλως, κατορθώνει με
το δικό του έργο και τη δική του συνεισφορά να εμπλουτίσει και να καθοδηγήσει
τη ζωή των επόμενων. Αρκεί, υπ’ αυτή την έννοια, η εξέταση έστω και μιας μόλις
στιγμής, για να αναγνωρίσει τα όσα του έχουν προσφερθεί από τους ανθρώπους του
παρελθόντος, αλλά και τη δική του δυνατότητα να ενισχύσει τη ζωή των ανθρώπων
του μέλλοντος, ώστε να κατανοήσει το διαχρονικό της ύπαρξής του. Σε κάθε
άνθρωπο, άρα, συναντώνται το παρόν του με το παρελθόν, καθώς και το μέλλον της
ανθρωπότητας.
Το
μαύρο, απ’ το άλλο του μέρος,
άσπρο είναι. Δική σου δουλειά
να το αντιστρέψεις.
Αθήνα,
30. III. 82
Σχόλιο: Ακόμη
και οι δυσκολότερες καταστάσεις μπορούν να αλλάξουν πρόσημο και να αποκτήσουν
έναν επωφελή χαρακτήρα ή μια θετικότερη όψη∙ ακόμη και μια θεωρητικώς αδιέξοδη
κατάσταση μπορεί να αντιστραφεί και να αποτελέσει αφορμή για νέες, απρόσμενες
και τελικώς θετικές επιλογές. Η ευφυΐα των ανθρώπων, άλλωστε, έγκειται στη
δυνατότητά τους να αντικρίζουν μια κατάσταση από ποικίλες οπτικές μέχρι να
εντοπίσουν το πώς η κατάσταση αυτή μπορεί να λειτουργήσει προς όφελός τους. Το
«μαύρο», επομένως, δεν χρειάζεται να αποτελεί μόνιμη πηγή απογοήτευσης ή
αποθάρρυνσης, καθώς το άτομο έχει εγγενώς τη δυνατότητα να βρίσκει πιθανούς
τρόπους αντιστροφής μιας αρνητικής κατάστασης, ώστε να την καθιστά θετική.
Θυμάμαι
και θυμάμαι και θυμάμαι
χρώματα, φύλλα, λέξεις, σώματα, μπαλκόνια.
Κανείς νεκρός. Ω, απέραντη ζωή.
Αθήνα,
29. III. 82
Σχόλιο: Η
δυνατότητα του ποιητή να θυμάται -με διάρκεια και ένταση- αποτελεί το στοιχείο
που επιτρέπει τη διαφύλαξη και διαιώνιση κάθε προσώπου, κάθε συζήτησης, κάθε
εμπειρίας και κάθε εικόνας που έχει γνωρίσει, βιώσει κι αντικρίσει. Ο ποιητής,
άλλωστε, μέσω του δημιουργικού του έργου κατορθώνει να αποτυπώνει πλήθος από τις
εμπειρίες αυτές στους στίχους του, διασώζοντάς τες από τη λήθη. Κατ’ αυτό τον
τρόπο, κανένα πρόσωπο από εκείνα που γνώρισε ο ποιητής δεν «πεθαίνει», αφού με
τη δική του συνδρομή η ανάμνησή τους αποτυπώνεται στο ποιητικό του έργο. Η ζωή
παρατείνεται, έτσι, χάρη στη μνήμη του ποιητή, ξεπερνώντας τη συνήθη όριά της.
Να
μη γυρεύεις, να μη θέλεις, να μην είσαι.
Δαγκώνω – λέει – ένα πικρό κυπαρισσόμηλο.
Ελευθερία.
Αθήνα,
29. III. 82
Σχόλιο: Η
πραγματική αίσθηση ελευθερίας του ατόμου προκύπτει μέσα από την παραίτησή του
από κάθε αναζήτηση, επιθυμία και κοινωνική ταυτότητα. Αν το άτομο αναζητά ή
επιθυμεί κάτι, δεν είναι πραγματικά ελεύθερο, εφόσον οι ίδιες οι επιθυμίες του
υπαγορεύουν τη δράση του ή τού δημιουργούν την αίσθηση πως στερείται κάτι.
Αντιστοίχως, αν το άτομο έχει μια συγκεκριμένη κοινωνική ταυτότητα, δεν μπορεί
να βιώσει την απόλυτη ελευθερία, διότι εκ των πραγμάτων έχει ορισμένες
υποχρεώσεις, τις οποίες οφείλει να εκπληρώσει. Η ελευθερία, ως εκ τούτου,
προκύπτει μόνο μέσα από την αποδοχή μιας ζωής απλότητας, χωρίς επιδιώξεις,
χωρίς επιτεύξεις και χωρίς επιθυμίες.
Το
μακρινό και τ’ άπιαστο
καλά το μοιραζόμαστε.
Να ‘τανε και το κοντινό μας έτσι.
Αθήνα,
28. III. 82
Σχόλιο: Με
ειρωνική διάθεση ο ποιητής επισημαίνει το γεγονός πως οι άνθρωποι τείνουν να
ομονοούν και να αντικρίζουν με «αλτρουιστική» πρόθεση καθετί που είναι εμφανώς
ακατόρθωτο και πέρα από τις πραγματικές τους δυνατότητες, ενώ διαφοροποιούνται
πλήρως και γίνονται ακραία κτητικοί απέναντι σε οτιδήποτε βρίσκεται μέσα στα
όρια του επιτεύξιμου. Το «άπιαστο» το μοιράζονται με ευκολία, εφόσον γνωρίζουν -ή
αντιλαμβάνονται- πως δεν είναι άμεσα υλοποιήσιμο. Οτιδήποτε, όμως, είναι κοντά τους
και μπορούν εύκολα να το αποκτήσουν δεν έχουν καμία διάθεση να το μοιραστούν με
τους άλλους.
Το
φιλί και το ποίημα τα ‘ζησες;
Τίποτα ο θάνατος λοιπόν
δεν έχει να σου πάρει.
Διακοφτό,
27. III. 82
Σχόλιο: Ο
ποιητής επιχειρεί να αφαιρέσει από τον θάνατο μέρος του φόβου που προκαλεί στους
ανθρώπους -όπως και στον ίδιο-, με το να προσδιορίσει τις εμπειρίες εκείνες που
καθορίζουν το μέτρο της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Αν το άτομο έχει γνωρίσει την
πληρότητα που προσφέρει το ερωτικό συναίσθημα κι αν έχει ζήσει τη χαρά της ποιητικής
δημιουργίας, τότε έχει βιώσει ό,τι πραγματικά αξίζει σε αυτή τη ζωή, οπότε ο θάνατος
παύει να έχει εξουσία πάνω του. Ο θάνατος δεν μπορεί να στερήσει πραγματικά
κάτι από εκείνον που γνώρισε τον έρωτα και τη δημιουργία, μιας και αυτές οι
έννοιες συνιστούν τις ουσιαστικές κορυφώσεις της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στ’
όμορφο στόμα
κι η μεγάλη βλαστήμια
ύμνος.
Διακοφτό,
27. III. 82
Σχόλιο: Ο
ποιητής αναγνωρίζει μια συνθήκη οικεία σε πολλούς, αν και συχνά ανομολόγητη. Τα
λόγια που εκφέρονται από ένα άτομο ξεχωριστού κάλλους γίνονται αποδεκτά από τους
άλλους με πολύ πιο θετικό τρόπο απ’ ό,τι τα όσα λέγονται από κάποιο άτομο
μέτριας ή συνήθους εμφάνισης. Η διάκριση αυτή, άλλωστε, γίνεται κατά πολύ
εμφανέστερη, όταν οι άνθρωποι συνεχίζουν να γοητεύονται από το άτομο ιδιαίτερης
ομορφιάς και να εκλαμβάνουν ως κάτι το «ωραίο» ακόμη και κάτι το άσχημο ή
υβριστικό που θα εκφέρει. Ό,τι σε άλλη περίπτωση θα αποτελούσε αιτία
δυσανασχέτησης, συγχωρείται πολύ ευκολότερα στον φορέα της ομορφιάς.
Ανάλογα
με το φωτισμό,
πρωινό ή εσπερινό,
ολότελα άλλη η ίδια λέξη.
Διακοφτό,
27. III. 82
Σχόλιο: Ο
ποιητής αναφέρεται στο πώς διαφοροποιείται ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε κάτι
ανάλογα με διάφορους παράγοντες είτε εσωτερικούς, όπως είναι η διάθεσή μας,
είτε εξωτερικούς, όπως είναι η ώρα της ημέρας. Επικεντρώνεται ειδικότερα στο
πώς αλλάζει η σημασία μιας λέξης, υπό την επίδραση του φωτός (πρωινού ή
βραδινού), εφόσον το ίδιο ακριβώς αντικείμενο (ή η ίδια έννοια) αποκτά άλλη
διάσταση στη σκέψη μας. Η θάλασσα, για παράδειγμα, υπό το φως της ημέρας
μοιάζει θελκτική και λαμποκοπούσα, ενώ τη νύχτα φαίνεται σκοτεινή και
επικίνδυνη, με αποτέλεσμα να προκαλεί μέσα μας τελείως διαφορετικές σκέψεις και
διαθέσεις.
Μιλώντας
για τον εαυτό του, και για μας μιλάει∙
μιλώντας αποκλειστικά για μας
δε μιλάει για κανέναν.
Γιάννης Ρίτσος [Τρίστιχα]
ήταν εκείνο που έδινε. Και τούτο πάντα
ήταν το πιο πολύ.
Είδε τις σαύρες, τα πουλιά, τα φύλλα, τ’ άστρα.
Σωστά το λέει το «ευχαριστώ».
Μήτε πιοτά μήτε φαγιά μήτε κρεβάτια.
Σιωπές και λέξεις.
το τρίξιμο του μίσχου που κρατάει ψηλά τον κρίνο,
κρυμμένος στη σκιά του κρίνου.
σ’ εχθρούς και φίλους έδωσε
την πιο όρθιαν απάντηση.
Και μόνο μια στιγμή αν βαθιά τη συλλάβεις
γεμίζεις αιώνες.
άσπρο είναι. Δική σου δουλειά
να το αντιστρέψεις.
χρώματα, φύλλα, λέξεις, σώματα, μπαλκόνια.
Κανείς νεκρός. Ω, απέραντη ζωή.
Δαγκώνω – λέει – ένα πικρό κυπαρισσόμηλο.
Ελευθερία.
καλά το μοιραζόμαστε.
Να ‘τανε και το κοντινό μας έτσι.
Τίποτα ο θάνατος λοιπόν
δεν έχει να σου πάρει.
κι η μεγάλη βλαστήμια
ύμνος.
πρωινό ή εσπερινό,
ολότελα άλλη η ίδια λέξη.
μιλώντας αποκλειστικά για μας
δε μιλάει για κανέναν.
Διακοφτό,
25. III. 82
Σχόλιο: Ο
ποιητής, αναφερόμενος στην τέχνη του, τονίζει την αξία της βιωματικότητας, της προσωπικής,
δηλαδή, βίωσης των όσων καταγράφει, ώστε να διασφαλίζεται η πραγματική
κατανόησή τους και, κατ’ επέκταση, η αλήθεια τους. Υπ’ αυτή την έννοια, όταν ο
ποιητής γράφει για τον εαυτό του, δηλαδή για πράγματα που ο ίδιος έχει βιώσει,
κατορθώνει μέσα από τη δική του εμπειρία και αλήθεια να εκφράσει επιτυχώς
βιώματα και των άλλων ανθρώπων. Αν, όμως, επιχειρήσει να γράψει για κάτι που
έχουν βιώσει οι άλλοι, αλλά όχι ο ίδιος προσωπικά, τότε θα καταλήξει να μη
γράφει κάτι το ουσιώδες και αληθινό, διότι δεν θα έχει βιωματική γνώση αυτών
που γράφει.
Γιάννης
Ρίτσος, «3 χ 111 Τρίστιχα», Κέδρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου