Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Ναζίμ Χικμέτ «Μικρόκοσμος»

Trevor Cole 
 
Ναζίμ Χικμέτ «Μικρόκοσμος»
 
Όταν ετούτο τ’ άστρο που το φως του
Πέφτει τώρα στα μάτια μου σα μια χρυσή σταγόνα
Όταν ετούτο τ’ άστρο πρώτη του φορά
Έσκισε τα σκοτάδια του κενού
Πάνου στη γης δεν υπήρχε μήτε ένα πανδοχείο
Τ’ αστέρια ήτανε γέρικα
Κι η γης ήτανε βρέφος.
Είναι μακριά από εμάς τ’ αστέρια
Μακριά-μακριά, πολύ πολύ μακριά
Ανάμεσα στ’ αστέρια η γη μας είναι μια κουκκίδα
Μια τόση δα κουκκίδα
Κι η Ασία το ’να πέμπτο είναι της γης μας.
Μια χώρα της Ασίας είναι οι Ινδίες.
Μες στις Ινδίες μια πόλη είναι η Καλκούτα
Ο Μπενερτζή δεν είναι παρά μοναχά ένας άνθρωπος μες στην Καλκούτα.
 
Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο ’κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.
 
Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ’ άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.
 
Ναζίμ Χικμέτ, Ποιήματα, μτφ. Γιάννης Ρίτσος, Αθήνα: Κέδρος.
 
Ο Ναζίμ Χικμέτ παρουσιάζει σε αυτό το ποίημα μια αμιγώς ανθρωποκεντρική θέαση της πραγματικότητας, στο πλαίσιο της οποίας το πλέον σημαντικό είναι ο άνθρωπος και τα δεινά που βιώνει κατά τη διάρκεια της -πρόσκαιρης έστω- ύπαρξής του. Με τη μέθοδο της αντίθεσης που διατρέχει την ποιητική του σύνθεση προβάλλει το πιο εφήμερο και το πιο μικρό ως πολλαπλά σημαντικότερο από το αρχέγονο και το αιώνιο, από το απρόσιτο και το εντυπωσιακά υπερμέγεθες.
 
«Όταν ετούτο τ’ άστρο που το φως του
Πέφτει τώρα στα μάτια μου σα μια χρυσή σταγόνα
Όταν ετούτο τ’ άστρο πρώτη του φορά
Έσκισε τα σκοτάδια του κενού
Πάνου στη γης δεν υπήρχε μήτε ένα πανδοχείο
Τ’ αστέρια ήτανε γέρικα
Κι η γης ήτανε βρέφος.»
 
Ο ποιητής ξεκινά την κλιμακωτή θέαση των πραγμάτων από το μεγαλύτερο σε μέγεθος και σπουδαιότητα ουράνιο σώμα, τον ήλιο, για να φτάσει σταδιακά σε εκείνο που, αν και μηδαμινό συγκριτικά με τον ήλιο, έχει τη μεγαλύτερη σημασία, τον άνθρωπο. Ο ήλιος προτάσσεται έναντι των άλλων αστεριών, διότι είναι αυτός που χαρίζει τη ζωή στον πλανήτη μας και, ως εκ τούτου, συνιστά την απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για να υπάρξει ο άνθρωπος. Έτσι, παρά την ακόλουθη απαξίωση που εκφράζει ο ποιητής για τα υπόλοιπα αστέρια ξεκινά την σύνθεσή του με τον ήλιο, υποδηλώνοντας την εκτίμησή του για τη ζωογόνο δράση του συγκεκριμένου αστεριού.
Στο πλαίσιο της ποιητικής αφήγησης τονίζεται η μακραίωνη παρουσία του ήλιου -το φως του οποίου χαρακτηρίζεται ευμενώς με τη χρήση μιας παρομοίωσης «σα μια χρυσή σταγόνα»- καθώς και το κυρίαρχο της παρουσίας του στο σύμπαν, αφού με τη χρήση σχήματος επανάληψης («Όταν ετούτο τ’ άστρο») δίνεται έμφαση στην ευεργετική δράση του, τόσο σήμερα («Πέφτει τώρα…») όσο και στο απώτατο παρελθόν («πρώτη του φορά»). Με τη χρήση μεταφοράς «Έσκισε τα σκοτάδια του κενού» επισημαίνεται η ισχυρή και επωφελής εκκίνηση της ύπαρξής του, ενώ με τη χρήση αντίθεσης («Τ’ αστέρια ήτανε γέρικα / Κι η γης ήτανε βρέφος») φανερώνεται πως η παρουσία του ήλιου ξεκίνησε, όταν η γη μετρούσε μικρό μόνο διάστημα ύπαρξης.  
 
«Είναι μακριά από εμάς τ’ αστέρια
Μακριά-μακριά, πολύ πολύ μακριά
Ανάμεσα στ’ αστέρια η γη μας είναι μια κουκκίδα
Μια τόση δα κουκκίδα
Κι η Ασία το ’να πέμπτο είναι της γης μας.
Μια χώρα της Ασίας είναι οι Ινδίες.
Μες στις Ινδίες μια πόλη είναι η Καλκούτα
Ο Μπενερτζή δεν είναι παρά μοναχά ένας άνθρωπος μες στην Καλκούτα.»
 
Μετά την εμφατική επισήμανση της μακραίωνης παρουσίας του ήλιου στο σύμπαν, που φέρνει συγκριτικά στη σκέψη το εφήμερο του ανθρώπινου βίου, ο ποιητής υποδεικνύει το φαινομενικά «ασήμαντο» των ανθρώπων επισημαίνοντας δύο ακόμη στοιχεία, την έννοια της έκτασης και της απόστασης. Με την επανάληψη του τοπικού επιρρήματος «μακριά», του ποσοτικού επιρρήματος «πολύ» και της λέξης «κουκκίδα» ο ποιητής τονίζει το απειροελάχιστο της γης, και κατ’ επέκταση των ανθρώπων, αν ιδωθούν από την οπτική της απόστασης ή του μεγέθους τους εντός του σύμπαντος. Στη μικροσκοπική «κουκκίδα» που είναι η γη, εντοπίζεται η Ασία, που είναι το ένα πέμπτο της ήδη μικρής κουκκίδας∙ εντός της Ασίας βρίσκεται η Ινδία και εντός αυτής η πόλη Καλκούτα. Μέσα στην Καλκούτα ζει ο Μπενερτζή, ο οποίος είναι μόλις ένας άνθρωπος από το πολυπληθές σύνολο ανθρώπων της πόλης αυτής.
Με τις συνεχείς υποδιαιρέσεις που οδηγούν από το ήδη μικρό στο μικρότερο, ο ποιητής εστιάζει με γοργό ρυθμό σε ένα μόνο πρόσωπο, το οποίο ως μέγεθος, ως διάρκεια και ως αξία μοιάζει να είναι κάτι το εντελώς μηδαμινό μέσα στο αχανές και άχρονο σύμπαν.
 
«Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο ’κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.»
 
Ο ποιητής, αφού έχει επιλέξει το πρόσωπο με το οποίο θέλει να ασχοληθεί, αιτιολογεί στους αναγνώστες-αποδέκτες του ποιήματός του τον λόγο για τον οποίο επέλεξε το συγκεκριμένο πρόσωπο. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που τον σταμάτησαν, ενώ περπατούσε, και του πέρασαν αλυσίδες∙ πρόκειται για έναν κάτοικο της Ινδίας, τα δικαιώματα του οποίου καταπατήθηκαν αιφνιδίως και αναίτια. Πρόκειται για μια ύπαρξη συγκριτικά ασήμαντη μέσα στο αχανές σύμπαν, επαρκή, όμως, για να τραβήξει την προσοχή του ποιητή σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδιαφορεί πλήρως για το αστροφώτιστο διάστημα. Ο ποιητής αρνείται να ασχοληθεί με το σύμπαν και τα αστέρια από τη στιγμή που ένας συνάνθρωπός του ακινητοποιείται παρά τη θέλησή του και χάνει την ελευθερία του.
Ο ποιητής σαφώς και αντιλαμβάνεται πως ο Μπενερτζή είναι -ως μέγεθος- κάτι το απειροελάχιστο μέσα στα όρια του διαστήματος, γνωρίζει πως αυτός, όπως και κάθε άλλος άνθρωπος, είναι ένα εφήμερο ον, τα βάσανα του οποίου διαρκούν ελάχιστα σε σχέση με την αιώνια ύπαρξη του σύμπαντος, κατανοεί πως πρόκειται για μόλις έναν άνθρωπο από τα δισεκατομμύρια που ζουν στη γη. Τίποτε, όμως, από αυτά δεν μειώνει το ενδιαφέρον του για τη μοίρα του ενός αυτού ανθρώπου.  
 
«Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ’ άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.»
 
Όσο γοητευτικά κι αν είναι τα αστέρια, όσο μυστηριώδη κι αν φαντάζουν, όσο κι αν η παρουσία τους στον ουρανό παγιδεύει την ανθρώπινη φαντασία, δεν έχουν καμία σημασία για τον ποιητή. Τίποτε, όπως σχολιάζει, δεν είναι πιο επιβλητικό από την εικόνα ενός ανθρώπου που τον εμποδίζουν να περπατήσει και τον αλυσοδένουν. Κανένα αστέρι και κανένα άλλο στοιχείο στο αχανές σύμπαν δεν έχει μεγαλύτερη σημασία από το γεγονός της στέρησης των δικαιωμάτων ενός ανθρώπου, κι αυτό γιατί ως άνθρωποι οφείλουμε πρωτίστως και κυρίως να συμπαραστεκόμαστε στους συνανθρώπους μας. Τα αστέρια είναι προαιώνια και ανεπηρέαστα από τη δική μας ύπαρξη∙ δεν έχουν συναισθήματα ούτε αυτεπίγνωση. Οι άνθρωποι όμως είναι όντα που νιώθουν το καθετί. Πληγώνονται εύκολα και πονούν πολύ, δεν έχουν το προνόμιο της αιωνιότητας ή της άτρωτης ύπαρξης. Τα αστέρια θα συνεχίσουν να υπάρχουν ακόμη κι αν δεν ασχολούμαστε με αυτά. Ένας άνθρωπος που φυλακίζεται, όμως, γίνεται αμέσως ευάλωτος απέναντι σε εκείνους που του στέρησαν την ελευθερία. Χρειάζεται την άμεση συνδρομή των συνανθρώπων του∙ χρειάζεται το ενδιαφέρον και τη βοήθειά τους.
Αν οι άνθρωποι δεν εστιάζουν την προσοχή τους στον «μικρόκοσμο» της γης, αν δεν κατανοούν πόσο αναγκαία είναι η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη, τόσο θα αυξάνεται ο αριθμός των συνανθρώπων τους που θα δεινοπαθούν. Χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον για να μπορούμε να διαφυλάττουμε τα δικαιώματά μας, για να μπορούμε να έχουμε δύναμη απέναντι στους «ισχυρούς», για να μπορούμε να ζούμε ανθρώπινα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου