Jordan Matter
Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. Κωνσταντίνος Καβάφης
«Ο Δαρείος»
Στο ποίημα αυτό η τριτοπρόσωπη αφήγηση
εναλλάσσεται με την πρωτοπρόσωπη. Ποιος είναι ο ρόλος αυτής της εναλλαγής;
[Στους στ. 26-33 η αφήγηση γίνεται
πρωτοπρόσωπη, δείχνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις σκέψεις του Φερνάζη άμεσα και
παραστατικά.]
Στο ποίημα έχουμε έναν τριτοπρόσωπο
παντογνώστη αφηγητή, ο οποίος παρουσιάζει τη διαδικασία της ποιητικής
δημιουργίας ενός ποιητή,
καθώς και τα γεγονότα που εμπλέκονται και επηρεάζουν τη δημιουργία αυτή. Ο
τριτοπρόσωπος αυτός αφηγητής δε θα πρέπει να ταυτίζεται με τον Καβάφη, καθώς
κάθε αφηγηματική φωνή δεν είναι παρά ένα δημιούργημα του ποιητή ή συγγραφέα∙
μια υποθετική παρουσία που συντίθεται με λέξεις, αλλά δε συνιστά πραγματική
έκφανση του ίδιου του ποιητή. Εμφανής ωστόσο είναι κι η πρωτοπρόσωπη αφήγηση,
όπου το λόγο λαμβάνει κυρίως ο ποιητής Φερνάζης, αλλά κι ο υπηρέτης του σ’ ένα
σημείο.
Το διαρκές πέρασμα απ’ την τριτοπρόσωπη
στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση προσδίδει στο ποίημα ζωντάνια, συμβάλλοντας στην
ενίσχυση της θεατρικότητάς του. Συνάμα, επιτρέπει την εναλλαγή της εστίασης και την προβολή των
βασικών θεματικών του ποιήματος από διαφορετική κάθε φορά οπτική. Έχουμε έτσι,
από τη μία την εγωκεντρική θέαση των πραγμάτων από τον ποιητή Φερνάζη και από
την άλλη την αντίδραση ενός εξωτερικού παρατηρητή, του τριτοπρόσωπου αφηγητή, ο
οποίος μέσω κυρίως της ειρωνείας εκφράζει έμμεσα τη δική του θέση. Σε αρκετά
σημεία επομένως η εναλλαγή αφηγητών επιτρέπει στην ειρωνεία του ποιητή να
καταστεί εναργέστερη, καθώς σε πρώτο πρόσωπο δίνονται κυρίως οι επιθυμίες του
Φερνάζη για προσωπική ανάδειξη κι οι φόβοι του. Παράλληλα, με τη διαρκή αυτή
εναλλαγή δυσχεραίνεται η διάκριση ανάμεσα στις αφηγηματικές φωνές και άρα η
διαφοροποίησή τους, στοιχείο που συνάδει με το γεγονός ότι ο ποιητής Φερνάζης
επιλύοντας το δίλημμά του υπέρ της ιστορικής αλήθειας, έρχεται εγγύτερα στο
ήθος του παντογνώστη αφηγητή αίροντας κατά κάποιο τρόπο την ειρωνική εις βάρος
του διάθεση.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ανάμεσα στις
αφηγηματικές φωνές και τον ίδιο τον Καβάφη υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ήθους. Από τη μία υπάρχει ο ποιητής
Φερνάζης, ο οποίος θεωρεί πως χρησιμοποιώντας την τέχνη του μπορεί να
αναδειχθεί κερδίζοντας την εύνοια του βασιλιά και αποστομώνοντας παράλληλα τους
επικριτές του. Αμφιταλαντεύεται ωστόσο για το αν θα πρέπει να υπονομεύσει την
ποιητική του ακεραιότητα για χάρη αυτής της ανάδειξης, και εν τέλει μέσα στην
αναστάτωση της έκρηξης του πολέμου αποφασίζει υπέρ της αλήθειας και υπέρ της
τέχνης του.
Από την άλλη υπάρχει η ειρωνική φωνή
του παντογνώστη αφηγητή που επικρίνει την πρόθεση του Φερνάζη να γίνει ένας
απλός κόλακας, τονίζει την κενοδοξία του και προβάλλει πόσο εγωκεντρικός είναι
όταν με το άκουσμα της είδησης για την έναρξη του πολέμου σκέφτεται την αναβολή
των προσωπικών του σχεδίων. Ο παντογνώστης αφηγητής στέκει ως αυστηρός κριτής
του Φερνάζη και του αναγνωρίζει μόνο το γεγονός πως ακόμη και στη σύγχυση και
την ταραχή του πολέμου συνεχίζει να επεξεργάζεται την ποιητική του ιδέα.
Τέλος, πάνω απ’ τις αφηγηματικές φωνές
βρίσκεται ο ίδιος ο Καβάφης, οι προθέσεις του οποίου φανερώνονται απ’ τις
θεματικές που επιλέγει να επεξεργαστεί. Ο Καβάφης, λοιπόν, αναγνωρίζει πως κάποτε οι ποιητές βλέπουν
ωφελιμιστικά την τέχνη τους, αντιλαμβάνεται τις μικρότητες και τις
αντιπαλότητες μεταξύ ομοτέχνων, γνωρίζει πως ο δημιουργός κάποτε καλείται να
επιλέξει ανάμεσα στην αλήθεια και σε ό,τι τυχόν εξυπηρετεί προσωπικά του
συμφέροντα ή σε ό,τι δεν πρόκειται να δημιουργήσει αντίδραση από τους φορείς
εξουσίας, και φυσικά διακρίνει την φίλαρχη και υπεροπτική φύση των ηγεμόνων
κάθε εποχής, οι οποίοι αποδέχονται την τέχνη μόνο φαινομενικά και μόνο όσο
βρίσκεται σε αντιστοιχία με τις δικές τους πεποιθήσεις.
Ο Καβάφης χρησιμοποιεί τον παντογνώστη
αφηγητή για να ασκήσει έντονη ειρωνεία απέναντι σε ό,τι προδίδει τον απόλυτο
σεβασμό που οφείλεται στην αλήθεια της ποιητικής τέχνης, κατορθώνει ωστόσο να τον υπονομεύσει
αφήνοντας ασαφές το κίνητρο της τελικής μεταστροφής του Φερνάζη. Προκρίνει ο
Φερνάζης την ιστορική αλήθεια γιατί το ξέσπασμα του πολέμου και η πιθανότητα να
μη διαβάσει ποτέ ο Μιθριδάτης το ποίημά του τον απελευθερώνει από την ανάγκη
της κολακείας ή διότι θεωρεί πως θα υπάρξει αλλαγή στην ηγεσία του τόπου οπότε
οι αναγνώστες του ποίηματός του θα είναι τελικά οι Ρωμαίοι; Είναι η απόφαση του
Μιθριδάτη να συγκρουστεί με τους Ρωμαίους η έσχατη εκείνη επιβεβαίωση, που
αναζητούσε ο Φερνάζης, της υπεροψίας και της μέθης που διακρίνει τους εκάστοτε
φιλόδοξους ηγεμόνες και τους ωθεί σε παράτολμες πράξεις ή μήπως προκρίνεται και
πάλι η κολακεία, υπέρ άλλων ηγεμόνων αυτή τη φορά;
Οι στίχοι που ανήκουν σε πρωτοπρόσωπο
αφηγητή είναι οι ακόλουθοι:
- (Από αυτόν / κατάγεται ο ένδοξός
μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διονυσος κ’ Ευπάτωρ).
- ίσως υπεροψίαν και μέθην όχι
όμως – μάλλον / σαν κατανόησι της ματαιότητας των μεγαλείων.
- Άρχισε ο πόλεμος με τους
Ρωμαίους. Το πλείστον του στρατού μας πέρασε τα σύνορα. [Αυτά είναι τα μοναδικά
λόγια που δίνονται από τον υπηρέτη.]
- Τι συμφορά! Πού τώρα ο ένδοξός
μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ, μ’ ελληνικά ποιήματα ν’
ασχοληθεί. Μέσα σε πόλεμο – φαντάσου, ελληνικά ποιήματα.
- Και νάταν μόνο αναβολή, πάλι
καλά. / Αλλά να δούμε αν έχουμε κι ασφάλεια / στην Αμισό. Δεν είναι πολιτεία
εκτάκτως οχυρή. / Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Ρωμαίοι / Μπορούμε να τα βγάλουμε
μ’ αυτούς, οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ; / Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες
λεγεώνες; / Θεοί μεγάλοι, της Ασίας προστάται, βοηθήστε μας.-
- το πιθανότερο είναι, βέβαια,
υπεροψίαν και μέθην / υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου