Εξεταστεα Υλη & Τροπος αξιολογησης 2025

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «οἰκέω-ῶ / οἰκοῦμαι»

Kyle Thompson
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «οκέω- / οκομαι»
 
Ενεργητική Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
οκ, οκες, οκε, οκομεν, οκετε, οκοσι(ν)
Υποτακτική
οκ, οκς, οκ, οκμεν, οκτε, οκσι(ν)
Ευκτική
οκομι, οκος, οκο, ή οκοίην, οκοίης, οκοίη, οκομεν, οκοτε, οκοεν
Προστακτική
---, οκει, οκείτω, ---, οκετε, οκούντων (ή οκείτωσαν)
Απαρέμφατο
οκεν
Μετοχή
οκν, οκοσα, οκον
 
Παρατατικός
Οριστική
κουν, κεις, κει, κομεν, κετε, κουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
οκήσω, οκήσεις, οκήσει, οκήσομεν, οκήσετε, οκουσι(ν)
Ευκτική
οκήσοιμι, οκήσοις, οκήσοι, οκήσοιμεν, οκήσοιτε, οκήσοιεν
Απαρέμφατο
οκήσειν
Μετοχή
οκήσων, οκήσουσα, οκσον
 
Αόριστος
Οριστική
κησα, κησας, κησε(ν), κήσαμεν, κήσατε, κησαν
Υποτακτική
οκήσω, οκήσς, οκήσ, οκήσωμεν, οκήσητε, οκήσωσι(ν)
Ευκτική
οκήσαιμι, οκήσαις ή οκήσειας, οκήσαι ή οκήσειε(ν), οκήσαιμεν, οκήσαιτε, οκήσαιεν ή οκήσειαν
Προστακτική
---, οκησον, οκησάτω, ---, οκήσατε, οκησάντων (ή οκησάτωσαν)
Απαρέμφατο
οκσαι
Μετοχή
οκήσας, οκήσασα, οκσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
κηκα, κηκας, κηκε, κήκαμεν, κήκατε, κήκασι(ν)
 
Υποτακτική
κηκώς- κηκυα- κηκός
κηκώς- κηκυα- κηκός ς
κηκώς- κηκυα- κηκός
κηκότες- κηκυαι- κηκότα μεν
κηκότες- κηκυαι- κηκότα τε
κηκότες- κηκυαι- κηκότα σι
 
Ευκτική
κηκώς- κηκυα- κηκός εην
κηκώς- κηκυα- κηκός εης
κηκώς- κηκυα- κηκός εη
κηκότες- κηκυαι- κηκότα εημεν (εμεν)
κηκότες- κηκυαι- κηκότα εητε (ετε)
κηκότες- κηκυαι- κηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
κηκώς- κηκυα- κηκός σθι
κηκώς- κηκυα- κηκός στω
---
κηκότες- κηκυαι- κηκότα στε
κηκότες- κηκυαι- κηκότα στων
 
Απαρέμφατο
κηκέναι
Μετοχή
κηκώς- κηκυα- κηκός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
κήκειν, κήκεις, κήκει, κήκεμεν, κήκετε, κήκεσαν
 
Μέση Φωνή
 
Ενεστώτας
Οριστική
οκομαι, οκ/οκε, οκεται, οκούμεθα, οκεσθε, οκονται
Υποτακτική
οκμαι, οκ, οκται, οκώμεθα, οκσθε, οκνται
Ευκτική
οκοίμην, οκοο, οκοτο, οκοίμεθα, οκοσθε, οκοντο
Προστακτική
---, οκο, οκείσθω, ---, οκεσθε, οκείσθων ή οκείσθωσαν
Απαρέμφατο
οκεσθαι
Μετοχή
οκούμενος
οκουμένη
οκούμενον
 
Παρατατικός
Οριστική
κούμην, κο, κετο, κούμεθα, κεσθε, κοντο
 
Μέλλοντας
Οριστική
οκήσομαι, οκήσ/οκήσει, οκήσεται, οκησόμεθα, οκήσεσθε, οκήσονται
Ευκτική
οκησοίμην, οκήσοιο, οκήσοιτο, οκησοίμεθα, οκήσοισθε, οκήσοιντο
Απαρέμφατο
οκήσεσθαι
Μετοχή
οκησόμενος
οκησομένη
οκησόμενον
 
Παθητικός Μέλλοντας
Οριστική
οκηθήσομαι, οκηθήσ/οκηθήσει, οκηθήσεται, οκηθησόμεθα, οκηθήσεσθε, οκηθήσονται
Ευκτική
οκηθησοίμην, οκηθήσοιο, οκηθήσοιτο, οκηθησοίμεθα, οκηθήσοισθε, οκηθήσοιντο
Απαρέμφατο
οκηθήσεσθαι
Μετοχή
οκηθησόμενος
οκηθησομένη
οκηθησόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
κησάμην, κήσω, κήσατο, κησάμεθα, κήσασθε, κήσαντο
Υποτακτική
οκήσωμαι, οκήσ, οκήσηται, οκησώμεθα, οκήσησθε, οκήσωνται
Ευκτική
οκησαίμην, οκήσαιο, οκήσαιτο, οκησαίμεθα, οκήσαισθε, οκήσαιντο
Προστακτική
---, οκησαι, οκησάσθω, ---, οκήσασθε, οκησάσθων ή οκησάσθωσαν
Απαρέμφατο
οκήσασθαι
Μετοχή
οκησάμενος
οκησαμένη
οκησάμενον
 
Παθητικός Αόριστος
Οριστική
κήθην, κήθης, κήθη, κήθημεν, κήθητε, κήθησαν
Υποτακτική
οκηθ, οκηθς, οκηθ, οκηθμεν, οκηθτε, οκηθσι(ν)
Ευκτική
οκηθείην, οκηθείης, οκηθείη, οκηθείημεν ή οκηθεμεν, οκηθείητε ή οκηθετε, οκηθείησαν ή οκηθεεν
Προστακτική
---, οκήθητι, οκηθήτω, ---, οκήθητε, οκηθέντων ή οκηθήτωσαν
Απαρέμφατο
οκηθναι
Μετοχή
οκηθείς
οκηθεσα
οκηθέν
 
Παρακείμενος
Οριστική
κημαι, κησαι, κηται, κήμεθα, κησθε, κηνται
 
Υποτακτική
κημένος- κημένη-κημένον
κημένος- κημένη-κημένον ς
κημένος- κημένη-κημένον
κημένοι- κημέναι-κημένα μεν
κημένοι- κημέναι-κημένα τε
κημένοι- κημέναι-κημένα σι
 
Ευκτική
κημένος- κημένη-κημένον εην
κημένος- κημένη-κημένον εης
κημένος- κημένη-κημένον εη
κημένοι- κημέναι-κημένα εημεν (εμεν)
κημένοι- κημέναι-κημένα εητε (ετε)
κημένοι- κημέναι-κημένα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---, κησο, κήσθω, --- κησθε, κήσθων ή κήσθωσαν
 
Απαρέμφατο
κσθαι
Μετοχή
κημένος,
κημένη,
κημένον
 
Υπερσυντέλικος
κήμην, κησο, κητο, κήμεθα, κησθε, κηντο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου