Πλάτων, Πολιτεία 518b-519a (Η αλληγορία
του σπηλαίου: η παιδεία) Ο Σωκράτης ερμηνεύει την αλληγορία του
σπηλαίου. Η παιδεία είναι αναγκαία για την ψυχή και τον πολίτη: αφυπνίζει την
ψυχή για να μάθει αυτό που ήδη γνωρίζει (από την πρότερη ζωή της στον
υπερουράνιο τόπο). Είναι η περιαγωγή της ψυχής από τα αισθητά στα νοητά, από τα
πάθη στην αρετή, από τη φύση στις Ιδέες· δεν είναι απλώς μάθηση αλλά μεταστροφή
της όλης ύπαρξης. Ο εξαναγκασμός της παιδείας είχε υπονοηθεί στην αλληγορία,
κατά τη βίαιη και επώδυνη έξοδο του απελευθερωμένου στην κακοτράχαλη ανηφόρα,
και εκφράζεται σε πολλές μορφές της εκπαίδευσης (στη γυμναστική, τη μουσική,
τον χορό)· έχει σκοπό να υποτάξει και να μεταμορφώσει τις άλογες δυνάμεις της
ψυχής. Κείμενο αναφοράς Δεῖ δή, εἶπον, ἡμᾶς τοιόνδε νομίσαι περὶ αὐτῶν, εἰ ταῦτ’ ἀληθῆ· τὴν παιδείαν οὐχ οἵαν τινὲς ἐπαγγελλόμενοί φασιν εἶναι τοιαύτην καὶ εἶναι. Φασὶ δέ που οὐκ ἐνούσης ἐν τῇ ψυχῇἐπιστήμης σφεῖς ἐντιθέναι, οἷον τυφλοῖς ὀφθαλμοῖς ὄψιν ἐντιθέντες. Φασὶ γὰρ οὖν, ἔφη. Ὁ δέ γε νῦν λόγος, ἦν δ’ ἐγώ, σημαίνει ταύτην τὴν ἐνοῦσαν ἑκάστου δύναμιν ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τὸὄργανον ᾧ καταμανθάνει ἕκαστος, οἷον εἰὄμμα μὴ δυνατὸν ἦν ἄλλως ἢ σὺν ὅλῳ τῷ σώματι στρέφειν πρὸς τὸ φανὸν ἐκ τοῦ σκοτώδους, οὕτω σὺν ὅλῃ τῇ ψυχῇἐκ τοῦ γιγνομένου περιακτέον εἶναι, ἕως ἂν εἰς τὸὂν καὶ τοῦὄντος τὸ φανότατον δυνατὴ γένηται ἀνασχέσθαι θεωμένη· τοῦτο δ’ εἶναί φαμεν τἀγαθόν. Ἦ γάρ; Ναί. Τούτου τοίνυν, ἦν δ’ ἐγώ, αὐτοῦ τέχνη ἂν εἴη, τῆς περιαγωγῆς, τίνα τρόπον ὡς ῥᾷστά τε καὶἀνυσιμώτατα μεταστραφήσεται, οὐ τοῦἐμποιῆσαι αὐτῷ τὸὁρᾶν, ἀλλ’ ὡς ἔχοντι μὲν αὐτό, οὐκ ὀρθῶς δὲ τετραμμένῳ οὐδὲ βλέποντι οἷἔδει, τοῦτο διαμηχανήσασθαι. Ἔοικεν γάρ, ἔφη. Αἱ μὲν τοίνυν ἄλλαι ἀρεταὶ καλούμεναι ψυχῆς κινδυνεύουσιν ἐγγύς τι εἶναι τῶν τοῦ σώματος—τῷὄντι γὰρ οὐκ ἐνοῦσαι πρότερον ὕστερον ἐμποιεῖσθαι ἔθεσι καὶἀσκήσεσιν—ἡ δὲ τοῦ φρονῆσαι παντὸς μᾶλλον θειοτέρου τινὸς τυγχάνει, ὡς ἔοικεν, οὖσα, ὃ τὴν μὲν δύναμιν οὐδέποτε ἀπόλλυσιν, ὑπὸ δὲ τῆς περιαγωγῆς χρήσιμόν τε καὶὠφέλιμον καὶἄχρηστον αὖ καὶ βλαβερὸν γίγνεται. 1η Μετάφραση Τότε, είπα, αν τούτα ’δω είναι αληθινά,
πρέπει κι εμείς να παραδεχθούμε το εξής σχετικά με αυτά: Ότι η παιδεία δεν
είναι ό,τι ισχυρίζονται γι’ αυτήν κάποιοι, οι οποίοι έχουν για επάγγελμά τους
την εκπαίδευση. Ισχυρίζονται δηλαδή ότι μέσα στην ψυχή δεν υπάρχει γνώση κι ότι
κατά κάποιον τρόπο τη γνώση την βάζουν αυτοί στην ψυχή, περίπου σαν να έβαζαν όραση
σε μάτια τυφλών. Το ισχυρίζονται πράγματι, είπε. Απεναντίας, η τωρινή διερεύνησή μας,
είπα εγώ, δείχνει αυτή τη δύναμη της γνώσης που καθένας έχει μέσα στην ψυχή
του, κι επίσης το εργαλείο, με το οποίο καθένας φθάνει στη μάθηση. Όπως ακριβώς
αν δεν υπήρχε άλλος τρόπος να στρέφει κανείς τα μάτια του από το σκοτάδι στο
φως παρά μόνο στρέφοντας ολόκληρο το σώμα, έτσι πρέπει να στραφεί με ολόκληρη
την ψυχή από την περιοχή του γίγνεσθαι προς την άλλη πλευρά, ώσπου να γίνει ικανή
η ψυχή να αντέχει να αντικρύζει το ον και το πιο φωτεινό από το ον⸱ και ισχυριζόμαστε ότι αυτό είναι το
Αγαθό. Δεν είναι έτσι; Ναι. Επομένως η παιδεία, είπα εγώ, θα είναι
η τέχνη για αυτό το πράγμα, για τη μεταστροφή της ψυχής, με ποιον τρόπο δηλαδή
η μεταστροφή θα συντελεστεί όσο το δυνατόν ευκολότερα και αποτελεσματικότερα,
όχι πώς θα εμφυτευθεί στο όργανο αυτό η δύναμη της όρασης, αλλά θεωρώντας
δεδομένο ότι το όργανο διαθέτει αυτή τη δύναμη κι ότι απλώς δεν είναι στραμμένο
στη σωστή κατεύθυνση και δεν κοιτάζει προς τα εκεί που θα έπρεπε, να μηχανευτεί
η τέχνη της παιδείας έναν τρόπο ώστε αυτό να κατορθωθεί. Έτσι φαίνεται, είπε. Οι άλλες, τώρα, αρετές, που γενικώς χαρακτηρίζονται
ως αρετές της ψυχής, φαίνεται ότι είναι κάπως κοντά στο σώμα -γιατί στ’
αλήθεια, ενώ πρωτύτερα δεν υπήρχαν στην ψυχή, ύστερα, με τον εθισμό και την
άσκηση, εμφυτεύονται σ’ αυτήν-, ενώ η φρόνηση κι η γνώση φαίνεται να ριζώνει σε
κάτι ασυγκρίτως πιο θεϊκό που ποτέ δεν χάνει τη δύναμή του αλλά που με τη
μεταστροφή γίνεται χρήσιμο και ωφέλιμο, κι άλλοτε πάλι άχρηστο και βλαβερό. (μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλος) 2η Μετάφραση Πρέπει λοιπόν, αν είν’ αυτά αληθινά, να
παραδεχτούμε πως η παιδεία δεν είναι τέτοια όπως την λένε πως είναι μερικοί που
την έχουν επάγγελμά τους. Γιατί ισχυρίζονται πως επιστήμη δεν υπάρχει μέσα στην
ψυχή, αλλά αυτοί την βάζουν, όπως σαν να βάζουν σε τυφλούς την όραση. Αυτό πραγματικώς λένε. Ενώ ο δικός μας τώρα ο λόγος θέλει να
πει, πως ο καθένας έχει μέσα στην ψυχή του τη δύναμη να μαθαίνει και το
κατάλληλο για τη μάθηση όργανο⸱
και όπως, αν δεν ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά, θα έπρεπε να στρέφει κανείς
το μάτι του με όλο μαζί το σώμα του από το σκοτεινό στο φωτεινό, έτσι πρέπει να
στρέφει γύρω κι αυτή τη δύναμη και το όργανό της με όλη μαζί την ψυχή του από
εκείνο που γίνεται προς το καθαυτό ον, ώσπου να κατορθώσει επί τέλους να
ατενίζει, χωρίς να υποφέρει, το φωτεινότατο του όντος, που εμείς λέμε πως αυτό
είναι το αγαθό⸱ δεν
είν’ έτσι; Ναι. Αυτής λοιπόν της περιστροφής θα ήταν
τέχνη η παιδεία, με ποιο τρόπο να καταφέρει να μεταστραφεί όσο μπορεί
ευκολότερα και ωφελιμότερα η ψυχή, όχι για να της βάλει κανείς μέσα της τη δύναμη
να βλέπει, γιατί αυτή την έχει, άλλα για να διορθώσει την κατεύθυνσή της, που
δεν είναι σωστά στραμμένη ούτε βλέπει εκεί που έπρεπε. Έτσι φαίνεται. Οι άλλες λοιπόν αρετές που λένε της
ψυχής φαίνεται να είναι επάνω κάτω όχι πολύ διαφορετικές από του σώματος.
γιατί, ενώ πραγματικώς δεν υπάρχουν από μιας αρχής, τις αποκτά κανείς ύστερα με
το συνηθισμό και με την άσκηση. ενώ η αρετή της φρόνησης φαίνεται πως έχει
κάποια θεϊκότερη απ’ όλα τ’ άλλα φύση, που ποτέ δε χάνει τη δύναμή της και που
αναλόγως της περιαγωγής της άλλοτε γίνεται ωφέλιμη και χρήσιμη και άλλοτε
απεναντίας άχρηστη και βλαβερή. (μετάφραση Ι. Γρυπάρης) οὐκ ἐνούσης ἐν τῇ ψυχῇἐπιστήμης / τὴν ἐνοῦσαν ἑκάστου δύναμιν ἐν τῇ ψυχῇ: Ο Πλάτων δεν πιστεύει ότι ο άνθρωπος
αποκτά τη γνώση ως πληροφορία που λαμβάνει χώρα έξωθεν, αλλά ότι την ανακαλύπτει
και την παράγει μέσα του. Γι’ αυτό και αυτήν την έντονα βιωματική γνωστική διαδικασία
την ονομάζει συμβολικά ἀνάμνησιν
(Φαίδων 76a). ὁ φανός, -ή, -όν: φωτεινός, λαμπρός. Η λέξη σκοτώδης,
που ακολουθεί, είναι αντίθετη. Η συνηθισμένη στον Πλάτωνα αντίθεση ανάμεσα στο
φως και το σκοτάδι λειτουργεί συμβολικά για την αντίθεση παιδείας – απαιδευσίας
(έλλειψη παιδείας). τὸὄν:
Θα κατανοήσουμε καλύτερα αυτήν την ουσιαστικοποιημένη μετοχή του εἰμί, αν σκεφτούμε ότι αποδίδει την
υπαρκτική σημασία του ρήματος. Το ὂν είναι το υπαρκτό. Η αναζήτηση του
αληθινά υπαρκτού αποτέλεσε εξ αρχής για τη φιλοσοφία μέγα ερώτημα, το λεγόμενο
οντολογικό ερώτημα: τὸ
πάλαι τε καὶ νῦν καὶἀεὶ ζητούμενον καὶἀεὶἀπορούμενον, τί τὸὄν (Αριστοτέλης, Μετὰ τὰ φυσικά 1028b2-4). Αυτό που υπάρχει
πραγματικά είναι μόνο οι Ιδέες, όχι τα αισθητά. ἀγαθόν:
Από τον πλούτο των αναφορών του Πλάτωνα στην πολυσήμαντη λέξη ἀγαθόν, εδώ να τονιστεί μόνο ότι ο
φιλόσοφος ταυτίζει το αληθινά υπαρκτό με το αγαθό, ακριβέστερα με την Ιδέα του
Αγαθού. περιαγωγή: μεταστροφή. Η λέξη έχει φιλοσοφική
βαρύτητα, διότι δείχνει πως η γνώση και η παιδεία, καθώς στρέφεται στον κόσμο,
οφείλει να έχει πάντα καθολικό χαρακτήρα και να μην εξαντλείται σε προσέγγιση από
μία επιμέρους οπτική γωνία. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η χρήση του
δεοντολογικού ρηματικού επιθέτου περιακτέον, το οποίο όμως δεν προτρέπει απλώς
σε μια ευρύτερη θέαση αλλά αποβλέπει σε μια μεταστροφή της ψυχής από τον κόσμο
των αισθήσεων προς τον κόσμο των Ιδεών. Πρόκειται, όπως και στην περίπτωση της
παιδείας, για μια στροφή όλης της ύπαρξης προς τον «ήλιο», προς το αγαθό –για
μια επώδυνη πορεία. Λίγο παρακάτω (521d) ο Πλάτων θα ονομάσει την άνοδο της
ψυχής προς το όντως Ον, «μεταστροφή/επιστροφή της ψυχής από μια νυχτερινή μέρα
στην αληθινή μέρα» –και αυτή είναι η «αληθινή φιλοσοφία». ἔθος καὶἄσκησις: Ο φιλόσοφος τονίζει ότι οι αρετές της
ψυχής δεν προϋπάρχουν μέσα μας αλλά γεννιούνται και προάγονται μέσω του εθισμού
και της άσκησης, μιας εξωτερικής δηλαδή διαδικασίας. Και ότι, αντίθετα, η διανοητική
ικανότητα του ανθρώπου, η φρόνησις, αποτελεί ένα εσωτερικό δεδομένο. Σε επόμενες
Διδακτικές Ενότητες (12-15) θα δούμε ότι και ο Αριστοτέλης αποδίδει στον εθισμό
και την έμπρακτη εξάσκηση καθοριστικό ρόλο για την ανάπτυξη της ηθικής αρετής. Ενδεικτικές
Δραστηριότητες Α.
Τι λέει το κείμενο; 1. Το
απόσπασμα βασίζεται στη σύγκριση των εννοιών παιδεία και εκπαίδευση. Ποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα αποδίδει
στην εκπαίδευση και ποια στην παιδεία; Ο Σωκράτης προχωρά στο συγκεκριμένο
χωρίο στη διάκριση μεταξύ εκπαίδευσης και παιδείας προκειμένου να αναδείξει τον
ουσιαστικό χαρακτήρα της παιδείας, καθώς και τη δραστική της επενέργεια στην
ψυχή του νέου. Η επικρατούσα άποψη για την εκπαίδευσης είχε, κατά τον Σωκράτη,
διαμορφωθεί από εκείνους που την ασκούσαν ως επάγγελμα. Εκείνοι, λοιπόν,
ισχυρίζονταν πως στην ψυχή των νέων δεν υπήρχε καμία γνώση, οπότε οι ίδιοι, ως
εκπαιδευτικοί, είχαν τη δυνατότητα να μεταδώσουν στους μαθητές τους τη γνώση εκ
του μηδενός. Ο ισχυρισμός αυτός, ωστόσο, αντιμετωπίζεται ειρωνικά από τον
Σωκράτη, ο οποίος για να τονίσει την υπερβολή του τον παρομοιάζει με την
αποκατάσταση της όρασης των τυφλών. Όσο εκπληκτικό -και, συνάμα ανέφικτο- θα
ήταν να μπορεί κάποιος να προσφέρει σε τυφλούς ανθρώπους την όρασή τους τόσο
υπερβολική ακούγεται και η άποψη των επαγγελματιών της εκπαίδευσης πως
προσφέρουν εκ του μηδενός τη γνώση στους νέους. Ας σημειωθεί, άλλωστε, πως ο Πλάτωνας δεν πιστεύει ότι ο άνθρωπος αποκτά τη
γνώση ως πληροφορία που λαμβάνει χώρα έξωθεν, αλλά ότι την ανακαλύπτει και την
παράγει μέσα του. Γι’ αυτό και αυτήν την έντονα βιωματική γνωστική διαδικασία
την ονομάζει συμβολικά ἀνάμνησιν
(Φαίδων 76a). Η εκπαίδευση, άρα, δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως η μετάδοση
έτοιμων γνώσεων στους νέους σαν να μην έχουν εκείνοι τη δυνατότητα και τα μέσα
για να οδηγηθούν στη μάθηση. Κατά πολύ ουσιαστικότερη, σε κάθε
περίπτωση, κρίνεται από τον Σωκράτη η παιδεία, η οποία -αν πραγματωθεί
επιτυχώς- είναι η τέχνη που απαιτείται προκειμένου να επιτευχθεί η περιαγωγή
της ψυχής του νέου από τις αισθήσεις και το γίγνεσθαι στο ον. Η λέξη περιαγωγή
έχει φιλοσοφική βαρύτητα, διότι δείχνει πως η γνώση και η παιδεία, καθώς
στρέφεται στον κόσμο, οφείλει να έχει πάντα καθολικό χαρακτήρα και να μην
εξαντλείται σε προσέγγιση από μία επιμέρους οπτική γωνία. Στο ίδιο πλαίσιο
εντάσσεται και η χρήση του δεοντολογικού ρηματικού επιθέτου περιακτέον, το
οποίο όμως δεν προτρέπει απλώς σε μια ευρύτερη θέαση αλλά αποβλέπει σε μια
μεταστροφή της ψυχής από τον κόσμο των αισθήσεων προς τον κόσμο των Ιδεών.
Πρόκειται, όπως και στην περίπτωση της παιδείας, για μια στροφή όλης της
ύπαρξης προς τον «ήλιο», προς το αγαθό –για μια επώδυνη πορεία. Με την παιδεία,
επομένως, η ήδη υπάρχουσα ικανότητα του νέου να κατανοεί, να μαθαίνει και να
παράγει γνώση, η φρόνησή του, στρέφεται στη σωστή κατεύθυνση. 2. Πώς
βοηθά η παιδεία την ψυχή του ανθρώπου να προσεγγίσει το Αγαθό; Η αποστολή της παιδείας είναι
ιδιαιτέρως απαιτητική, διότι οφείλει κατά τρόπο αποτελεσματικό και όσο το
δυνατόν ευκολότερο να αποδεσμεύσει τον νέο από τον κόσμο των αισθήσεων και από
τις απτές εκφάνσεις της πραγματικότητας προκειμένου να βασιστεί αυτός στη νόηση
και στη λογική του ικανότητα. Ζητούμενο είναι να μπορέσει ο νέος να αντικρίσει
το ον, το οποίο είναι προσιτό μόνο σε νοητικό επίπεδο και δεν γίνεται κατανοητό
ή αντιληπτό μέσω των αισθήσεων.Θα
κατανοήσουμε καλύτερα αυτήν την ουσιαστικοποιημένη μετοχή του εἰμί, αν σκεφτούμε ότι αποδίδει την
υπαρκτική σημασία του ρήματος. Το ὂν είναι το υπαρκτό. Όταν ο νέος
αποκτήσει τη δυνατότητα να αντικρίζει το ον –με την επικράτηση πλέον της
διανοητικής του ικανότητας- θα μπορέσει ακολούθως να προσεγγίσει αυτό που είναι
ακόμη πιο δυσχερές στην κατανόηση, το ίδιο το Αγαθό. Ο Πλάτωνας δεν δίνει μια
σαφή ερμηνεία για αυτόν τον όρο που είναι από τους βασικότερους στο φιλοσοφικό
του σύστημα παρά αρκείται σε ορισμένους υπαινιγμούς. Αγαθόν πάντως είναι α) το
εἶναι και ό,τι διατηρεί το εἶναι· β) η τάξη, ο κόσμος και η ενότητα
που διαπερνά και συνέχει την πολλαπλότητα· γ) ό,τι παρέχει την αλήθεια και την
επιστήμη (Πολ. 509a). Από τον πλούτο των αναφορών του Πλάτωνα στην πολυσήμαντη
λέξη ἀγαθόν, εδώ να τονιστεί μόνο ότι ο
φιλόσοφος ταυτίζει το αληθινά υπαρκτό με το αγαθό, ακριβέστερα με την Ιδέα του
Αγαθού. Ας έχουμε υπόψη πως οι αισθήσεις
επιτρέπουν στον άνθρωπο να αντικρίζει και να παρακολουθεί το γίγνεσθαι της
εξωτερικής πραγματικότητας, τη διαρκή, δηλαδή, αλλαγή των όσων τον περιβάλλουν.
Η συνεχιζόμενη αυτή εξέλιξη και αλλαγή, ωστόσο, δημιουργεί την εσφαλμένη
εντύπωση πως δεν υπάρχει κάτι το σταθερό και το αναλλοίωτο. Η άποψη του
Πλάτωνα, εντούτοις, είναι πως για καθετί μεταβαλλόμενο υπάρχει η σταθερή του
ουσία, η αληθινή και αναλλοίωτη μορφή του στον κόσμο των Ιδεών. Μέσω της
παιδείας, άρα, το άτομο παύει να παρασύρεται από τα μηνύματα των αισθήσεων και
προσηλώνεται στη διανοητική προσέγγιση του κόσμου, η οποία του επιτρέπει να
αντικρίσει και να κατανοήσει το αληθινά υπαρκτό. 3. Με
ποια αρετή της η ψυχή θα πραγματοποιήσει τη μεταστροφή που επιζητεί ο Πλάτων;
Σε τι διαφέρει αυτή η αρετή από τις
υπόλοιπες αρετές της ψυχής; Η ψυχή του ατόμου διαθέτη έμφυτη την
αρετή της φρόνησης, τη διανοητική, δηλαδή, ικανότητα, μέσω της οποίας θα
μπορέσει να επιτύχει τη ζητούμενη μεταστροφή από τα «δεσμά» των αισθήσεων στην
απαιτητική θέαση του «φωτεινού όντος». Κάθε άνθρωπος, άρα, διαθέτει εξαρχής την
αρετή εκείνη που απαιτείται προκειμένου να επιτύχει την ουσιαστική θέαση της
πραγματικότητας. Ό,τι χρειάζεται είναι να στρέψει την προσοχή του προς τη σωστή
κατεύθυνση, ώστε η διανοητική του ικανότητα να οδηγηθεί στο επιδιωκόμενο
αποτέλεσμα. Η φρόνηση, μάλιστα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες αρετές είναι
έμφυτη και συνιστά εσωτερικό δεδομένο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Σωκράτης
η φρόνηση εμπεριέχει κάτι το θεϊκό, καθώς, αν και προϋπάρχουσα στην ψυχή του
ατόμου, δεν χάνει ποτέ τη δύναμή της. Οι άλλες αρετές της ψυχής, ωστόσο, δεν
προϋπάρχουν μέσα μας αλλά γεννιούνται και προάγονται μέσω του εθισμού και της
άσκησης, μιας εξωτερικής δηλαδή διαδικασίας. Ένα άτομο δεν γεννιέται έντιμο ή
γενναίο. Μπορεί, όμως, να αποκτήσει τις αρετές αυτές μέσω της εξάσκησης και της
συνεχούς επανάληψης ενεργειών που ενέχουν τη ζητούμενη ηθική ποιότητα. Β. Ας εμβαθύνουμε στο νόημα του
κειμένου 1. Κεντρική
θέση στο απόσπασμα έχει η έννοια της περιαγωγῆς. Αφού
συγκεντρώσετε και μελετήσετε όλα τα χαρακτηριστικά που της αποδίδει ο
φιλόσοφος, να προβληματιστείτε για το αν οι σύγχρονοι εκπαιδευτικοί θεσμοί
περιλαμβάνουν αντίστοιχες λειτουργίες. «οὕτω σὺν ὅλῃ τῇ ψυχῇἐκ τοῦ γιγνομένου περιακτέον εἶναι, ἕως ἂν εἰς τὸὂν καὶ τοῦὄντος τὸ φανότατον δυνατὴ γένηται ἀνασχέσθαι θεωμένη· τοῦτο δ’ εἶναί φαμεν τἀγαθόν.» «Τούτου τοίνυν, ἦν δ’ ἐγώ, αὐτοῦ τέχνη ἂν εἴη, τῆς περιαγωγῆς, τίνα τρόπον ὡς ῥᾷστά τε καὶἀνυσιμώτατα μεταστραφήσεται, οὐ τοῦἐμποιῆσαι αὐτῷ τὸὁρᾶν, ἀλλ’ ὡς ἔχοντι μὲν αὐτό, οὐκ ὀρθῶς δὲ τετραμμένῳ οὐδὲ βλέποντι οἷἔδει, τοῦτο διαμηχανήσασθαι.» Ο Σωκράτης αναγνωρίζει πως οι άνθρωποι
έχουν εξαρχής την ικανότητα της λογικής θέασης και επεξεργασίας των δεδομένων,
εκείνο όμως που τους αποτρέπει από το να μπορέσουν να αντικρίσουν το όν και
ευρύτερα τον κόσμο των Ιδεών είναι ο εγκλωβισμός στους στα ερεθίσματα των
αισθήσεων. Απαιτείται, άρα, μια ολική μεταστροφή της ψυχής τους προς τα σωστά
ερεθίσματα, εκείνα των νοητικών τους λειτουργιών. Η μεταστροφή αυτή, η
περιαγωγή, επιτυγχάνεται μέσω της παιδείας και προσφέρει στους ανθρώπους μια
ουσιαστικότερη θέαση των πραγμάτων, εφόσον παρακάμπτεται η παραπλανητική παρέμβαση
των αισθήσεων. Αν η έννοια της περιαγωγής ιδωθεί υπό
το πρίσμα της αποδέσμευσης από τη μονόπλευρη θέαση των πραγμάτων, τότε μπορεί
να θεωρηθεί μέρος της σύγχρονης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Οι μαθητές, όπως και
οι φοιτητές, καλούνται να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με ζητήματα της
κοινωνικής τους πραγματικότητας, συνειδητοποιώντας κατ’ αυτό τον τρόπο πως σε
ορισμένα θέματα έχουν διαφορετικές μεταξύ τους οπτικές. Τους εξοικειώνει, ως εκ
τούτου, η εκπαιδευτική διαδικασία με την επίγνωση των πολλαπλών και
διαφορετικών τρόπων ερμηνείας των κοινωνικών ζητημάτων. Αν η περιαγωγή εκληφθεί ως μεταστροφή
προς τη λογική επεξεργασία της πραγματικότητας, τότε μπορεί επίσης να θεωρηθεί
μέρος των σύγχρονων εκπαιδευτικών διαδικασιών, εφόσον η πλειονότητα των μαθημάτων
στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο βασίζεται ακριβώς σε μια λογική προσέγγιση και
επίλυση προβλημάτων και ασκήσεων. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν
μαθήματα που διατηρούν ακόμη στοιχεία αποστήθισης και οδηγούν, ως εκ τούτου, σε
μια λιγότερο ενεργή επεξεργασία των δεδομένων από τη μεριά των μαθητών. 2. Ο
πλατωνικός Σωκράτης αποφαίνεται: η
ανθρώπινη φρόνησις έχει αμφίσημο χαρακτήρα, είτε χρήσιμο/ωφέλιμο είτε
άχρηστο/βλαβερό. Να αναπτύξετε τη
δική σας θέση. Η φρόνηση του ανθρώπου, η διανοητική
του, δηλαδή, ικανότητα μπορεί να λειτουργήσει είτε κατά τρόπο ωφέλιμο είτε κατά
τρόπο ανούσιο, ανάλογα με το ποια δεδομένα καλείται να αξιοποιήσει. Αν η σκέψη
του ατόμου εγκλωβίζεται στα δεδομένα των αισθήσεων τότε, κατά τον Σωκράτη, δεν
θα μπορέσει να οδηγηθεί σε ορθά συμπεράσματα, ενώ αν η σκέψη του κληθεί να
αντικρίσει αυτό που πράγματι υπάρχει, το ον, τότε θα αντικρίσει την αληθινή και
αναλλοίωτη ουσία των πραγμάτων. Η άποψη αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου,
σωστή, αν λάβουμε υπόψη πως οι άνθρωποι οδηγούνται σε επωφελείς ιδέες και σωστά
συμπεράσματα, όταν επεξεργάζονται αληθή και έγκυρα δεδομένα, ενώ, αντίθετα,
διαμορφώνουν λανθασμένες ιδέες, όταν βασίζονται σε ανακριβή δεδομένα.
Παραλλήλως, άλλωστε, το ίδιο ισχύει και σε ό,τι αφορά την ποιότητα των
ερεθισμάτων που λαμβάνουν. Αν ένας άνθρωπος ασχολείται με ουσιαστικής σημασίας
κοινωνικά ή άλλα ζητήματα, τότε οι προβληματισμοί του και η διανοητική του
ενασχόληση θα έχουν ποιοτικό χαρακτήρα, αφού δεν θα χάνει το χρόνο του με
δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα. Αν, όμως, ένας άνθρωπος ασχολείται με
μικροπρεπή και ανούσια ζητήματα, τότε οι σκέψεις και οι ιδέες του θα είναι
μικροπρεπείς και χωρίς ποιότητα. Πρόκειται για μια κατάσταση που πολύ εύστοχα
έχει αποδώσει ο Γιώργος Σεφέρης: «Όταν δεν δίνουμε στο πνεύμα πράγματα που
αξίζουν, λειτουργεί (γιατί δεν μπορεί παρά να λειτουργεί) με πράγματα τυχαία και
μηδαμινά που μας ταπεινώνουν». Γ. Για τη γλώσσα του κειμένου 1. Σε
ποια λέξη της προηγούμενης περιόδου του κειμένου λειτουργεί ως επεξήγηση η
έκφραση τὴν
παιδείαν οὐκ εἶναι τοιαύτην; Ποια
λέξη προσδιορίζει η δευτερεύουσα πρόταση οὐχ οἵαν τινὲς ἐπαγγελλόμενοί φασιν εἶναι; Πώς
απέδωσαν την περίοδο αυτή οι δύο μεταφραστές; Η έκφραση «τὴν παιδείαν οὐκ εἶναι τοιαύτην» επεξηγεί την αντωνυμία τοιόνδε.Η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «οὐχ οἵαν τινὲς ἐπαγγελλόμενοί φασιν εἶναι» προσδιορίζει την αντωνυμία τοιαύτην. Την περίοδο στην οποία εντάσσονται οι
συγκεκριμένες φράσεις ο Ν. Σκουτερόπουλος την απέδωσε ως εξής: «Τότε, είπα, αν
τούτα ’δω είναι αληθινά, πρέπει κι εμείς να παραδεχθούμε το εξής σχετικά με αυτά: Ότι
η παιδεία δεν είναι ό,τι ισχυρίζονται γι’ αυτήν κάποιοι, οι οποίοι έχουν
για επάγγελμά τους την εκπαίδευση». Την ίδια περίοδο ο Ι Γρυπάρης την
απέδωσε ως εξής: «Πρέπει λοιπόν, αν είν’ αυτά αληθινά, να παραδεχτούμε πως η
παιδεία δεν είναι τέτοια όπως την λένε πως είναι μερικοί που την έχουν
επάγγελμά τους.» 2. Να
μελετήσετε τις τρεις σύντομες απαντήσεις του Γλαύκωνα, του συνομιλητή του
Σωκράτη. Να αναζητήσετε στα ίδια τα
λεγόμενα του Σωκράτη τον λόγο για τον οποίο οι απαντήσεις του Γλαύκωνα
αποκλιμακώνονται ως προς τη βεβαιότητα που εκφράζουν. Οι απαντήσεις του Γλαύκωνα, αν και
σταθερά θετικές, διαφοροποιούνται σταδιακά ως προς το βαθμό βεβαιότητας που
εκφράζουν, καθώς τα λεγόμενα του Σωκράτη περνούν από κάτι το οικείο στον
Γλαύκωνα σε κάτι περισσότερο θεωρητικό που βρίσκεται πέρα από την άμεση
εμπειρία του. Η πρώτη του απάντηση «Φασὶ γὰρ οὖν» έρχεται να επιβεβαιώσει πως πράγματι
υπάρχουν εκείνοι που ασχολούνται επαγγελματικά με την εκπαίδευση, οι οποίοι
ισχυρίζονται ότι «μέσα στην ψυχή δεν υπάρχει γνώση κι ότι κατά κάποιον τρόπο τη
γνώση την βάζουν αυτοί στην ψυχή». Πρόκειται για τους σοφιστές που ήταν πολύ
γνωστή την εποχή εκείνη. Η επόμενη απάντησή του, ωστόσο, είναι μονολεκτική: «Ναί». Σε αυτό το σημείο ο Σωκράτης έχει
ξεκινήσει την αναφορά στην περιαγωγή της ψυχής εισάγοντας μια νέα σκέψη στη
συζήτηση, με την οποία ο Γλαύκωνας δεν είναι εξίσου εξοικειωμένος. Έτσι, όταν ο
Σωκράτης τον καλεί να επιβεβαιώσει πως μέσω της διαδικασίας αυτής θα μπορέσει η
ψυχή «επί τέλους να ατενίζει, χωρίς να υποφέρει, το φωτεινότατο του όντος, που
εμείς λέμε πως αυτό είναι το αγαθό⸱» ο Γλαύκων αρκείται στη μονολεκτική
του απάντηση, εφόσον γίνεται εκείνη τη στιγμή αποδέκτης νέων για εκείνων
πληροφοριών. Η τελευταία απάντηση του Γλαύκωνα «Ἔοικεν γάρ» είναι λιγότερο βέβαιη, αφού αρκείται
στο να δηλώσει ότι τα όσα αναφέρει ο Σωκράτης «φαίνεται» πως ισχύουν. Ο ίδιος ο
Σωκράτης, άλλωστε, με τη δυνητική ευκτική στη δική του διατύπωση «ἂν εἴη» έχει δηλώσει ότι «θα μπορούσε» να
θεωρηθεί πως η παιδεία είναι η τέχνη για την επίτευξη της περιαγωγής. Ο
Γλαύκων, άρα, ακολουθεί τη μη δογματική διατύπωση του Σωκράτη και δίνει στην
απάντησή του μια αντίστοιχη αίσθηση πιθανότητας, αλλά όχι σαφούς βεβαιότητας. Παράλληλα
Κείμενα 1. ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Επιστολή στον Ηρόδοτο, 38 Η Επιστολή στον Ηρόδοτο αποτελεί σύνοψη
της φυσικής θεωρίας του Επίκουρου, του ατομισμού του που είναι επηρεασμένος από
τις ιδέες του Δημόκριτου (περ.460-περ.370 π.Χ.). Στο απόσπασμα εκθέτει μερικές
μεθοδολογικές αρχές για την πορεία της έρευνας της αλήθειας. Ηρόδοτε, πρέπει πρώτα να ορίσουμε
επακριβώς τις έννοιες που συνδέονται με τις λέξεις, ώστε να μπορούμε -με
αναφορά σε αυτές τις έννοιες- να εκφέρουμε κρίσεις σχετικά με τις γνώμες, τις
έρευνες ή τις απορίες μας∙ και να μην αφήνουμε όλα τα πράγματα αξεκαθάριστα,
γιατί οι αποδείξεις μας θα χάνονται στο άπειρο, ούτε να χρησιμοποιούμε κούφιες
λέξεις. Γιατί είναι ανάγκη το πρωταρχικό νόημα κάθε λέξης να είναι φανερό και
να μην χρειάζεται πρόσθετη απόδειξη, εφόσον θέλουμε να έχουμε κάποιο
συγκεκριμένο σημείο αναφοράς, όταν ερευνούμε, προβληματιζόμαστε ή εικάζουμε. Επίσης,
θα πρέπει να στηριζόμαστε εξ ολοκλήρου στις αισθήσεις μας και συγκεκριμένα στις
άμεσες παραστάσεις είτε του νου είτε κάποιου άλλου κριτηρίου [των επιμέρους
αισθήσεων], καθώς και στα υπαρκτά αισθήματά μας [την ηδονή και τον πόνο],
προκειμένου με βάση αυτά να μπορούμε να εκφέρουμε κρίσεις τόσο για όσα
περιμένουν εμπειρική επιβεβαίωση όσο και για τα άδηλα πράγματα [που δεν
γίνονται αντιληπτά από τις αισθήσεις]. (μετάφραση Γ. Ζωγραφίδης) Ενδεικτική
Δραστηριότητα Ποια
είναι τα πρώτα βήματα για να ερευνήσουμε κάποιο ζήτημα σύμφωνα με τον Επίκουρο; Υπάρχουν
ομοιότητες και διαφορές σε σχέση με όσα αναφέρονται στο πλατωνικό απόσπασμα; Ο Επίκουρος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον
ακριβή ορισμό των εννοιών και των λέξεων που τις εκφράζουν προκειμένου να είναι
εφικτή η σαφής διατύπωση απόψεων και ιδεών, χωρίς περιττές παρερμηνείες. Για να
είναι, άλλωστε, αποτελεσματική η διερεύνηση ενός ζητήματος είναι αναγκαία η
ξεκάθαρη οριοθέτηση του νοήματος των λέξεων που σχετίζονται με αυτό, ώστε να
λειτουργούν ως σαφή σημεία αναφοράς. Η επιμονή στον καθορισμό των εννοιών ανταποκρίνεται
ευρύτερα στο πλατωνικό κείμενο, εφόσον το σύνολο της Πολιτείας ξεκινά από τη
διερεύνηση της έννοιας της δικαιοσύνης. Επόμενο βήμα, κατά τον Επίκουρο,
αποτελεί η απόλυτη εμπιστοσύνη στα ερεθίσματα των αισθήσεων και της νόησης,
καθώς και στα συναισθήματα, ώστε η έκφραση απόψεων να βασίζεται σε κάτι το απτό
τόσο για τα ζητήματα που μπορούν να επιβεβαιωθούν εμπειρικά όσο και για εκείνα
που δεν γίνονται αντιληπτά μέσω των αισθήσεων. Στο σημείο αυτό μόνο κοινό
στοιχείο με το πλατωνικό απόσπασμα συνιστά η αναγνώριση της ύπαρξης πραγμάτων
μη προσιτών μέσω των αισθήσεων. Το κάλεσμα, ωστόσο, του Επίκουρου για πλήρη
εμπιστοσύνη στις αισθήσεις τον φέρνει σε αντίθεση με την άποψη του Σωκράτη πως
ζητούμενο είναι η πλήρης αποδέσμευση από τα ερεθίσματα των αισθήσεων. Ο
Σωκράτης, σε αντίθεση με τον Επίκουρο, δίνει έμφαση στα όσα μπορεί να
αντιληφθεί ο νους βασιζόμενος μόνο στις διανοητικές του ικανότητες, εφόσον οι
αισθήσεις τείνουν να αντιλαμβάνονται τη γύρω πραγματικότητα ως συνεχώς
μεταβαλλόμενη και δεν μπορούν να προσεγγίσουν το Αγαθό. 2. ΖΑΝ ΖΑΚ ΡΟΥΣΟ, Αιμίλιος ή Περί
αγωγής Ο Jean-Jacques Rousseau (1712-1778) στο
έργο του Αιμίλιος ή Περί αγωγής (1762) εκθέτει τις απόψεις του για τη
διαπαιδαγώγηση του μελλοντικού πολίτη, την οποία θεμελιώνει στην απομάκρυνση
του παιδιού από τις αρνητικές επιδράσεις της κοινωνίας, ώστε να επανακτήσει την
έμφυτη ανθρώπινη αγαθότητά του και την ελευθερία του. Στο βιβλίο καταγράφεται
ένα είδος διαλόγου ανάμεσα στον Αιμίλιο, έναν φανταστικό μαθητή, και τον
παιδαγωγό του. Ας δούμε τι πρέπει να κάνουμε για να
παραμείνουμε στον δρόμο της φύσης. Τα παιδιά όχι μόνο δεν έχουν περιττές
δυνάμεις αλλά ούτε καν αρκετές για όλα όσα τους ζητά η φύση. Πρέπει λοιπόν να
τους επιτρέψουμε τη χρήση όσων δυνάμεων τους δίνει, και τις οποίες δεν θα
μπορούσαν να καταχρασθούν παραπάνω απ’ ό,τι πρέπει. Πρώτο αξίωμα. Πρέπει να τα βοηθάμε και να
αντικαθιστούμε ό,τι τους λείπει, είτε σε νοημοσύνη, είτε σε δύναμη, ό,τι
σχετίζεται με φυσική ανάγκη. Δεύτερο αξίωμα. Πρέπει, όταν τους προσφέρουμε βοήθεια,
να περιοριζόμαστε αποκλειστικά στο πραγματικά ωφέλιμο, χωρίς να παραχωρούμε
άνευ λόγου το παραμικρό ή σε φαντασία ή σε επιθυμία δίχως λογική. Διότι η
φαντασία δεν θα τα βασανίσει καθόλου, όταν δεν προκαλέσουμε ποτέ τη γέννησή
της, δεδομένου ότι δεν προέρχεται από τη φύση. Τρίτο αξίωμα. Πρέπει να μελετήσουμε προσεκτικά τη
γλώσσα τους και τα νοήματά τους, ώστε, στην ηλικία που δεν ξέρουν καν να
κρύβουν κάτι, να διακρίνουμε στις επιθυμίες τους τι προέρχεται από τη φύση και τι
από την κοινή γνώμη. Τέταρτο αξίωμα. Το πνεύμα αυτών των κανόνων είναι να
παρέχουμε στα παιδιά περισσότερη αληθινή ελευθερία και λιγότερο δεσποτισμό, να
τα αφήνουμε να κάνουν κάτι μόνα τους κι όχι να το απαιτούν από τον άλλο. Έτσι,
συνηθίζοντας νωρίς να περιορίζουν τις επιθυμίες στις δυνάμεις τους, θα νιώσουν ελάχιστα
τη στέρηση εκείνου που δεν θα είναι στο χέρι τους να κάνουν. (μετάφραση Π. Γκέκα) Ενδεικτικές
Δραστηριότητες 1. Μπορείτε
να αναγνωρίσετε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στα αξιώματα που παραθέτει ο
Ρουσό και στην παιδεία όπως την περιγράφει ο Πλάτων; Οι δύο φιλόσοφοι ορίζουν διαφορετική
στόχευση για την παιδεία και αναφέρονται σε διαφορετικές ηλικίες, δοθέντος ότι ο
Ρουσσό εστιάζει στην αγωγή των μικρών παιδιών, ενώ ο Πλάτωνας στην παιδεία των
νέων ενηλίκων. Ο Ρουσσό επιθυμεί μέσω της αγωγής να κρατήσει τα παιδιά
πλησιέστερα στον δρόμο που ορίζει η φύση για τον τρόπο σκέψης και δράσης των
ανθρώπων, ώστε να διατηρηθεί η «φυσική» τους αγαθότητα. Ακολουθεί, έτσι, ένα
μοντέλο εκπαίδευσης, στο οποίο κυριαρχούν οι φυσικές δυνάμεις των παιδιών και
έπεται η συνδρομή του παιδαγωγού όπου τα παιδιά έχουν ουσιώδεις ελλείψεις.
Παρατηρούμε, αντιστοίχως, πως και ο Πλάτωνας αναγνωρίζει τη φυσική δυνατότητα
των νέων για μάθηση, καθώς και την πεποίθησή του πως δεν χρειάζεται να
λαμβάνουν έξωθεν έτοιμη γνώση. Ο Πλάτωνας, ωστόσο, δεν θέτει ως στόχο να
ακολουθήσει τις επιταγές της φύσης -γνώση μέσω των αισθήσεων-, αλλά μια
δραστική απομάκρυνση από τον κόσμο του αισθητού προκειμένου να επιτευχθεί η
καθαρά νοητική γνώση. Απώτερος στόχος του Ρουσσό είναι να
ενισχυθεί η αυτονομία των παιδιών στην καθημερινή τους δράση, κατά τέτοιο τρόπο
ώστε να επιθυμούν μόνο όσα μπορούν να επιτύχουν μόνα τους και να μην
επηρεάζονται έτσι από επιθυμίες και επιδιώξεις που διαμορφώνει η κοινή γνώμη.
Αυτό θα τα απαλλάξει από τις εξωτερικές επιδράσεις και θα τα καταστήσει
ολιγαρκή και αυτάρκη. Πρόκειται, άρα, για μια στόχευση τελείως διαφορετική από
εκείνη που επιζητεί ο Πλάτωνας, στόχος του οποίου είναι η ενίσχυση της νόησης
των ατόμων και η αποδέσμευσή τους από την πλάνη των αισθήσεων. 2. Για
ποιον λόγο ο Ρουσό χαρακτηρίζει «αξιώματα» τις οδηγίες αγωγής που θέτει; Ποιο βασικό χαρακτηριστικό έχει ένα αξίωμα; Τα αξιώματα θεωρούνται θεμελιώδεις
αρχές που δεν χρειάζονται απόδειξη. Υπ’ αυτή την έννοια ο Ρουσσό με το να
χαρακτηρίζει αξιώματα τις οδηγίες αγωγής που διατυπώνει τις παρουσιάζει ως
αυταπόδεικτες ή δεδομένες αλήθειες. Πιθανά, βέβαια, ο Ρουσσό έχει καταλήξει
στις οδηγίες αυτές μέσα από συστηματική παρατήρηση, γι’ αυτό τις θεωρεί
αληθινές και βέβαιες. Ο ίδιος ως πατέρας και ως δάσκαλος είχε την ευκαιρία να
μελετήσει τη συμπεριφορά των παιδιών και να οδηγηθεί σε συμπεράσματα. Η
αλήθεια, ωστόσο, των συμπερασμάτων αυτών θα μπορούσε σε ορισμένα σημεία να
αμφισβητηθεί, οπότε η επιλογή του να χαρακτηρίσει αξιώματα τις οδηγίες του
δημιουργεί την περιττή εντύπωση μιας δογματικής προσέγγισης του ζητήματος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου