Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γραμματική Αρχαίων Ελληνικών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γραμματική Αρχαίων Ελληνικών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Αρχαία Ελληνικά: Παραθετικά επιθέτων & επιρρημάτων

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Michael Tompsett

Αρχαία Ελληνικά: Παραθετικά επιθέτων & επιρρημάτων 

Οι βαθμοί των επιθέτων είναι τρεις:
1) Όταν το επίθετο φανερώνει απλώς μια ιδιότητα ή ποιότητα ενός όντος, χωρίς σύγκριση προς άλλο, λέγεται επίθετο θετικού βαθμού ή απλώς θετικό:  δίκαιος νήρ.
2) Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε βαθμό ανώτερο συγκριτικά προς ένα άλλο ή προς πολλά άλλα που λογαριάζονται σαν ένα, λέγεται επίθετο συγκριτικού βαθμού, ή απλώς συγκριτικό: οτός στι δικαιότερος κείνου – χρυσς κρείσσων πολλν χρημάτων.
3) Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό ανώτερο από όλα τα άλλα του ίδιου είδους, λέγεται επίθετο υπερθετικού βαθμού ή απλώς υπερθετικό· και:
α) το υπερθετικό που φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό, απόλυτα, χωρίς να γίνεται σύγκριση προς άλλα, λέγεται υπερθετικό απόλυτο: οτός στι δικαιότατος·
β) το υπερθετικό που φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα στον πιο μεγάλο βαθμό συγκριτικά προς όλα τα άλλα του ίδιου είδους μαζί λέγεται υπερθετικό σχετικό: ριστείδης ν δικαιότατος πάντων τν θηναίων.
 
- Το συγκριτικό και το υπερθετικό ενός επιθέτου μαζί λέγονται μ’ ένα όνομα παραθετικά του επιθέτου.
 
- Όπως στη νέα ελληνική, έτσι και στην αρχαία, τα παραθετικά των επιθέτων σχηματίζονται ή με μία λέξη (και τότε λέγονται μονολεκτικά) ή με δύο λέξεις (και τότε λέγονται περιφραστικά).
 
Κανονικός σχηματισμός μονολεκτικών παραθετικών
Τα μονολεκτικά παραθετικά των επιθέτων στην αρχαία ελληνική, όπως και στη νέα, σχηματίζονται κανονικά από το θετικό, αφού στο θέμα (του αρσεν. γένους) προστεθούν ορισμένες καταλήξεις που λέγονται παραθετικές καταλήξεις. Οι πιο συνηθισμένες παραθετικές καταλήξεις είναι:
για το συγκριτικό: -τερος, -τέρα, -τερον·
για το υπερθετικό: -τατος, -τάτη, -τατον.
Έτσι τα παραθετικά που σχηματίζονται με τις παραπάνω καταλήξεις είναι δευτερόκλιτα επίθετα, τρικατάληκτα με τρία γένη. Π.χ.
 
Παραθετικά με τις καταλήξεις αυτές σχηματίζουν τα επίθετα της β΄ κλίσης:
 
1. Τρικατάληκτα με 3 γένη (σε -ος, -η, -ον και -ος, -α, -ον)
πτωχός-ή-όν:          Συγκριτικός: πτωχότερος, πτωχοτέρα, πτωχότερον
                                    Υπερθετικός: πτωχότατος, πτωχοτάτη, πτωχότατον
 
ψηλός-ή-όν:         Συγκριτικός: ψηλότερος, ψηλοτέρα, ψηλότερον
                                    Υπερθετικός: ψηλότατος, ψηλοτάτη, ψηλότατον
 
σεμνός-ή-όν:          Συγκριτικός: σεμνότερος, σεμνοτέρα, σεμνότερον
                                    Υπερθετικός: σεμνότατος, σεμνοτάτη, σεμνότατον
 
πονηρός-ά-όν:       Συγκριτικός: πονηρότερος, πονηροτέρα, πονηρότερον
                                    Υπερθετικός: πονηρότατος, πονηροτάτη, πονηρότατον
 
νδρεος-εία- εον: Συγκριτικός: νδρειότερος, νδρειοτέρα, νδρειότερον
                                    Υπερθετικός: νδρειότατος, νδρειοτάτη, νδρειότατον
 
γενναος-αία-αον: Συγκριτικός: γενναιότερος, γενναιοτέρα, γενναιότερον
                                    Υπερθετικός: γενναιότατος, γενναιοτάτη, γενναιότατον
 
πιτήδειος-εία-ειον: Συγκριτικός: πιτηδειότερος, πιτηδειοτέρα, πιτηδειότερον
                                      Υπερθετικός: πιτηδειότατος, πιτηδειοτάτη, πιτηδειότατον
 
ρχαος-αία-αον: Συγκριτικός: ρχαιότερος, ρχαιοτέρα, ρχαιότερον
                                    Υπερθετικός: ρχαιότατος, ρχαιοτάτη, ρχαιότατον
 
2. Δικατάληκτα με τρία γένη (σε -ος, -ον)
διάσημος-ος-ον:   Συγκριτικός: διασημότερος, διασημοτέρα, διασημότερον
                                    Υπερθετικός: διασημότατος, διασημοτάτη, διασημότατον
 
νδοξος-ος-ον:      Συγκριτικός: νδοξότερος, νδοξοτέρα, νδοξότερον
                                    Υπερθετικός: νδοξότατος, νδοξοτάτη, νδοξότατον
 
βάναυσος-ος-ον: Συγκριτικός: βαναυσότερος, βαναυσοτέρα, βαναυσότερον
                                  Υπερθετικός: βαναυσότατος, βαναυσοτάτη, βαναυσότατον
 
Παραθετικά με τις καταλήξεις αυτές σχηματίζουν τα επίθετα της γ΄ κλίσης:
 
1. Τρικατάληκτα φωνηεντόληκτα (σε -υς, -εια, -υ)
βαρύς-εα-ύ:           Συγκριτικός: βαρύτερος, βαρυτέρα, βαρύτερον
                                    Υπερθετικός: βαρύτατος, βαρυτάτη, βαρύτατον
 
βαθύς-εα-ύ:           Συγκριτικός: βαθύτερος, βαθυτέρα, βαθύτερον
                                    Υπερθετικός: βαθύτατος, βαθυτάτη, βαθύτατον
 
ερύς-εα-ύ:            Συγκριτικός: ερύτερος, ερυτέρα, ερύτερον
                                    Υπερθετικός: ερύτατος, ερυτάτη, ερύτατον
 
θρασύς-εα-ύ:        Συγκριτικός: θρασύτερος, θρασυτέρα, θρασύτερον
                                    Υπερθετικός: θρασύτατος, θρασυτάτη, θρασύτατον
 
ξύς-εα-ύ:               Συγκριτικός: ξύτερος, ξυτέρα, ξύτερον
                                    Υπερθετικός: ξύτατος, ξυτάτη, ξύτατον
 
2. Σιγμόληκτα δικατάληκτα (αρσ. και θηλ. σε -ης, ουδ. σε -ες)
ληθής-ής-ές:         Συγκριτικός: ληθέστερος, ληθεστέρα, ληθέστερον
                                    Υπερθετικός: ληθέστατος, ληθεστάτη, ληθέστατον
 
γενής-ής-ές:         Συγκριτικός: γενέστερος, γενεστέρα, γενέστερον
                                    Υπερθετικός: γενέστατος, γενεστάτη, γενέστατον
 
σαφής-ής-ές:         Συγκριτικός: σαφέστερος, σαφεστέρα, σαφέστερον
                                    Υπερθετικός: σαφέστατος, σαφεστάτη, σαφέστατον
 
πιμελής-ής-ές:     Συγκριτικός: πιμελέστερος, πιμελεστέρα, πιμελέστερον
                                  Υπερθετικός: πιμελέστατος, πιμελεστάτη, πιμελέστατον
 
εσεβής-ής-ές:       Συγκριτικός: εσεβέστερος, εσεβεστέρα, εσεβέστερον
                                    Υπερθετικός: εσεβέστατος, εσεβεστάτη, εσεβέστατον
 
κριβής-ής-ές:       Συγκριτικός: κριβέστερος, κριβεστέρα, κριβέστερον
                                    Υπερθετικός: κριβέστατος, κριβεστάτη, κριβέστατον
 
3. Τρικατάληκτα ενρινόληκτα
μέλας-αινα-ας:      Συγκριτικός: μελάντερος, μελαντέρα, μελάντερον
(μαύρος)                    Υπερθετικός: μελάντατος, μελαντάτη, μελάντατον
 
τάλας-αινα-ας:      Συγκριτικός: ταλάντερος, ταλαντέρα, ταλάντερον
(δυστυχής)                Υπερθετικός: ταλάντατος, ταλαντάτη, ταλάντατον
 
4. Τρικατάληκτα αφωνόληκτα σε -εις, -εσσα, -εν
χαρίεις-εσσα-εν:       Συγκριτικός: χαριέστερος, χαριεστέρα, χαριέστερον
(θ. χαριετ)                 Υπερθετικός: χαριέστατος, χαριεστάτη, χαριέστατον
 
5. Δικατάληκτα αφωνόληκτα σε -ις, -ι
χαρις-ις-ι:              Συγκριτικός: χαρίστερος, χαριστέρα, χαρίστερον
                                    Υπερθετικός: χαρίστατος, χαριστάτη, χαρίστατον
 
εχαρις-ις-ι:            Συγκριτικός: εχαρίστερος, εχαριστέρα, εχαρίστερον
                                    Υπερθετικός: εχαρίστατος, εχαριστάτη, εχαρίστατον
 
1. Τα παραθετικά σε -ότερος, -ότατος 
Τα παραθετικά των δευτερόκλιτων επιθέτων διατηρούν το χαρακτήρα του θετικού ο, αν προηγείται συλλαβή φύσει ή θέσει μακρόχρονη.
α) φύσει μακρόχρονη ή απλώς μακρόχρονη, αν έχει μακρόχρονο φωνήεν ή δίφθογγο:
η – ω – οι – ει – αι – ου – υι – αυ – ευ – ηυ.  
β) θέσει μακρόχρονη, αν έχει βραχύχρονο φωνήεν, αλλά ύστερα από αυτό ακολουθούν στην ίδια λέξη δύο ή περισσότερα σύμφωνα ή ένα διπλό (ζ, ξ, ψ):
θερ-μός, -χθρός·
 
ξηρός-ά-όν:            Συγκριτικός: ξηρότερος, ξηροτέρα, ξηρότερον
                                    Υπερθετικός: ξηρότατος, ξηροτάτη, ξηρότατον
 
πτωχός-ή-όν:          Συγκριτικός: πτωχότερος, πτωχοτέρα, πτωχότερον
                                    Υπερθετικός: πτωχότατος, πτωχοτάτη, πτωχότατον
 
γενναος-αία-αον: Συγκριτικός: γενναιότερος, γενναιοτέρα, γενναιότερον
                                    Υπερθετικός: γενναιότατος, γενναιοτάτη, γενναιότατον
 
θερμός-ή-όν:          Συγκριτικός: θερμότερος, θερμοτέρα, θερμότερον
                                    Υπερθετικός: θερμότατος, θερμοτάτη, θερμότατον
 
νδοξος-ος-ον:      Συγκριτικός: νδοξότερος, νδοξοτέρα, νδοξότερον
                                    Υπερθετικός: νδοξότατος, νδοξοτάτη, νδοξότατον
 
Παραθετικά σε -ότερος, -ότατος σχηματίζουν επίσης:
α) Όσα επίθετα έχουν ως δεύτερο συνθετικό τις λέξεις: θυμός, κρος, λύπη, νίκη, τιμή, κίνδυνος, ψυχή
π.χ. γκυρος, εθυμος, φιλόνικος, κίνδυνος, πικίνδυνος, εψυχος, ντιμος, λυπος.
 
εθυμος-ος-ον:      Συγκριτικός: εθυμότερος, εθυμοτέρα, εθυμότερον
                                    Υπερθετικός: εθυμότατος, εθυμοτάτη, εθυμότατον
 
ντιμος-ος-ον:        Συγκριτικός: ντιμότερος, ντιμοτέρα, ντιμότερον
                                    Υπερθετικός: ντιμότατος, ντιμοτάτη, ντιμότατον
 
β) Τα επίθετα των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο: νιαρός, σχυρός, ψιλός, προς, λιτός, φλύαρος. Καθώς και τα: κενός, στενός, ξένος, τα οποία προήλθαν από τους τύπους: κεινός, στεινός, ξενος.
νιαρός-ά-όν:        Συγκριτικός: νιαρότερος, νιαροτέρα, νιαρότερον
(ενοχλητικός)           Υπερθετικός: νιαρότατος, νιαροτάτη, νιαρότατον
 
στενός-ή-όν:           Συγκριτικός: στενότερος, στενοτέρα, στενότερον
                                    Υπερθετικός: στενότατος, στενοτάτη, στενότατον
 
σχυρός-ά-όν:        Συγκριτικός: σχυρότερος, σχυροτέρα, σχυρότερον
                                    Υπερθετικός: σχυρότατος, σχυροτάτη, σχυρότατον
 
2. Τα παραθετικά σε -ώτερος, -ώτατος
Εκτείνουν το χαρακτήρα του θετικού σε ω  και σχηματίζουν παραθετικά σε -ώτερος, -ώτατος αν προηγείται συλλαβή βραχύχρονη:
 
νέος-α-ον:               Συγκριτικός: νεώτερος, νεωτέρα, νεώτερον
                                    Υπερθετικός: νεώτατος, νεωτάτη, νεώτατον
 
σοφός-ή-όν:           Συγκριτικός: σοφώτερος, σοφωτέρα, σοφώτερον
                                    Υπερθετικός: σοφώτατος, σοφωτάτη, σοφώτατον
 
 
Παραθετικά σε -ώτερος / -ώτατος σχηματίζουν επίσης, τα ακόλουθα επίθετα των οποίων το δίχρονο φωνήεν μπροστά από το «ο» είναι βραχύχρονο:  
α) Όσα επίθετα λήγουν σε: -ιος, -ιμος, -ικος, ινος
π.χ. δόκιμος, πλούσιος, ξιος, τίμιος, χρήσιμος, νόμιμος, τραγικός, βασιλικός, πρωινός, ληθινός, ρχικός, θικός, θετικός, λογικός, σωματικός, φυσικός, ψυχικός· αρινός, νυκτερινός, πεδινός, χειμερινός.
 
πλούσιος-α-ον:      Συγκριτικός: πλουσιώτερος, πλουσιωτέρα, πλουσιώτερον
                                    Υπερθετικός: πλουσιώτατος, πλουσιωτάτη, πλουσιώτατον
 
ξιος-ξία-ξιον:       Συγκριτικός: ξιώτερος, ξιωτέρα, ξιώτερον
                                    Υπερθετικός: ξιώτατος, ξιωτάτη, ξιώτατον
 
θικός-ή-όν:           Συγκριτικός: θικώτερος, θικωτέρα, θικώτερον
                                    Υπερθετικός: θικώτατος, θικωτάτη, θικώτατον
 
τίμιος-α-ον:            Συγκριτικός: τιμιώτερος, τιμιωτέρα, τιμιώτερον
                                    Υπερθετικός: τιμιώτατος, τιμιωτάτη, τιμιώτατον
 
β) Όσα επίθετα λήγουν σε: -αλος, -ανος, -αρος, -άκος, -άτος
π.χ. μαλός, παλός, οδαλός, κανός, πιθανός, βάρβαρος, νεαρός, σοβαρός, μαλθακός, δυνατός. (Εξαιρείται το νιαρός)
 
δυνατός-ή-όν:        Συγκριτικός: δυνατώτερος, δυνατωτέρα, δυνατώτερον
                                    Υπερθετικός: δυνατώτατος, δυνατωτάτη, δυνατώτατον
 
παλός-ή-όν:          Συγκριτικός: παλώτερος, παλωτέρα, παλώτερον
                                    Υπερθετικός: παλώτατος, παλωτάτη, παλώτατον
 
κανός-ή-όν:           Συγκριτικός: κανώτερος, κανωτέρα, κανώτερον
                                    Υπερθετικός: κανώτατος, κανωτάτη, κανώτατον
 
σοβαρός-ά-όν:      Συγκριτικός: σοβαρώτερος, σοβαρωτέρα, σοβαρώτερον
                                    Υπερθετικός: σοβαρώτατος, σοβαρωτάτη, σοβαρώτατον
 
γ) Όσα επίθετα λήγουν σε: -υρος, -χος, -άρος
π.χ. συχος, χυρός, βλοσυρός, καθαρός.
 
 συχος-ος-ον:       Συγκριτικός: συχώτερος, συχωτέρα, συχώτερον
                                    Υπερθετικός: συχώτατος, συχωτάτη, συχώτατον
 
χυρός-ά-όν:          Συγκριτικός: χυρώτερος, χυρωτέρα, χυρώτερον
                                    Υπερθετικός: χυρώτατος, χυρωτάτη, χυρώτατον
 
καθαρός-ά-όν:      Συγκριτικός: καθαρώτερος, καθαρωτέρα, καθαρώτερον
                                    Υπερθετικός: καθαρώτατος, καθαρωτάτη, καθαρώτατον
 
Παραδείγματα κλίσης συγκριτικού και υπερθετικού βαθμού
Συγκριτικός βαθμός:
 σοφώτερος - το σοφωτέρου - τ σοφωτέρ - τόν σοφώτερον - () σοφώτερε
ο σοφώτεροι - τν σοφωτέρων - τος σοφωτέροις - τούς σοφωτέρους - () σοφώτεροι
 
 σοφωτέρα - τς σοφωτέρας - τ σοφωτέρ - τήν σοφωτέραν - () σοφωτέρα
α σοφώτεραι - τν σοφωτέρων - τας σοφωτέραις - τάς σοφωτέρας - () σοφώτεραι
 
τό σοφώτερον - το σοφωτέρου - τ σοφωτέρ - τό σοφώτερον - () σοφώτερον
τά σοφώτερα - τν σοφωτέρων - τος σοφωτέροις - τά σοφώτερα - () σοφώτερα
 
Υπερθετικός βαθμός:
 σοφώτατος - το σοφωτάτου - τ σοφωτάτ - τόν σοφώτατον - () σοφώτατε
ο σοφώτατοι - τν σοφωτάτων - τος σοφωτάτοις - τούς σοφωτάτους - () σοφώτατοι
 
 σοφωτάτη - τς σοφωτάτης - τ σοφωτάτ - τήν σοφωτάτην - () σοφωτάτη
α σοφώταται - τν σοφωτάτων - τας σοφωτάταις - τάς σοφωτάτας - () σοφώταται
 
τό σοφώτατον - το σοφωτάτου - τ σοφωτάτ - τό σοφώτατον - () σοφώτατον
τά σοφώτατα - τν σοφωτάτων - τος σοφωτάτοις - τά σοφώτατα - () σοφώτατα
 
Συγκριτικός βαθμός:
 σεμνότερος - το σεμνοτέρου - τ σεμνοτέρ - τόν σεμνότερον - () σεμνότερε
ο σεμνότεροι - τν σεμνοτέρων - τος σεμνοτέροις - τούς σεμνοτέρους - () σεμνότεροι
 
 σεμνοτέρα - τς σεμνοτέρας - τ σεμνοτέρ - τήν σεμνοτέραν - () σεμνοτέρα
α σεμνότεραι - τν σεμνοτέρων - τας σεμνοτέραις - τάς σεμνοτέρας - () σεμνότεραι
 
τό σεμνότερον - το σεμνοτέρου - τ σεμνοτέρ - τό σεμνότερον - () σεμνότερον
τά σεμνότερα - τν σεμνοτέρων - τος σεμνοτέροις - τά σεμνότερα - () σεμνότερα
 
Υπερθετικός βαθμός:
 σεμνότατος - το σεμνοτάτου - τ σεμνοτάτ - τόν σεμνότατον - () σεμνότατε
ο σεμνότατοι - τν σεμνοτάτων - τος σεμνοτάτοις - τούς σεμνοτάτους - () σεμνότατοι
 
 σεμνοτάτη - τς σεμνοτάτης - τ σεμνοτάτ - τήν σεμνοτάτην - () σεμνοτάτη
α σεμνόταται - τν σεμνοτάτων - τας σεμνοτάταις - τάς σεμνοτάτας - () σεμνόταται
 
τό σεμνότατον - το σεμνοτάτου - τ σεμνοτάτ - τό σεμνότατον - () σεμνότατον
τά σεμνότατα - τν σεμνοτάτων - τος σεμνοτάτοις - τά σεμνότατα - () σεμνότατα
 
Αναλογικός σχηματισμός παραθετικών
Τα παραθετικά μερικών επιθέτων της αρχαίας ελληνικής δε σχηματίζονται κανονικά με την απλή προσθήκη των παραθετικών καταλήξεων -τερος, -τατος στο θέμα τους, παρά διαμορφώνονται από αναλογία προς τα παραθετικά άλλων επιθέτων και λήγουν όπως αυτά (πβ. τα νεοελ.: ελαφρός — ελαφρύτερος όπως το βαρύτερος, χοντρός — χοντρύτερος όπως το παχύτερος, αντί για τα κανονικά ελαφρότερος, χοντρότερος).
Έτσι διαμορφώνονται οι ακόλουθες αναλογικές παραθετικές καταλήξεις:
 
α) -έστερος, -έστατος
Κατά τα παραθετικά των σιγμόληκτων επιθέτων σε -ης, -ες (ληθής, ληθέσ-τερος, ληθέσ-τατος) σχηματίζουν τα παραθετικά τους τα τριτόκλιτα επίθετα σε -ων, -ον (γεν. -ονος) , εσχήμων, τ εσχημον· , λεήμων, τ λεμον·, καθώς και τα επίθετα κρατος (=αυτός που δεν έχει ανακατευτεί με άλλον, ανόθευτος), σμενος (= ευχαριστημένος), ρρωμένος (= δυνατός) και πένης:
 
σώφρων-ον: Συγκριτικός: σωφρονέστερος, σωφρονεστέρα, σωφρονέστερον
                      Υπερθετικός: σωφρονέστατος, σωφρονεστάτη, σωφρονέστατον
 
εδαίμων-ον: Συγκριτικός: εδαιμονέστερος, εδαιμονεστέρα, εδαιμονέστερον
                        Υπερθετικός: εδαιμονέστατος, εδαιμονεστάτη, εδαιμονέστατον
 
νοήμων-ον: Συγκριτικός: νοημονέστερος, νοημονεστέρα, νοημονέστερον
                        Υπερθετικός: νοημονέστατος, νοημονεστάτη, νοημονέστατον  
 
κρατος-ον:            Συγκριτικός: κρατέστερος, κρατεστέρα, κρατέστερον
(ανόθευτος)  Υπερθετικός: κρατέστατος, κρατεστάτη, κρατέστατον &
                        Υπερθετικός: κρατότατος, κρατοτάτη, κρατότατον
 
σμενος-η-ον:        Συγκριτικός: σμενέστερος, σμενεστέρα, σμενέστερον
(χαρούμενος)       Υπερθετικός: σμενέστατος, σμενεστάτη, σμενέστατον &
                                    Συγκριτικός:  σμενώτερος, σμενωτέρα, σμενώτερον
                                    Υπερθετικός: σμενώτατος, σμενωτάτη, σμενώτατον
 
ρρωμένος-η-ον: Συγκριτικός: ρρωμενέστερος, ρρωμενεστέρα, ρρωμενέστερον
(δυνατός)      Υπερθετικός: ρρωμενέστατος, ρρωμενεστάτη, ρρωμενέστατον
 
πένης-ητος:            Συγκριτικός: πενέστερος, πενεστέρα, πενέστερον
(φτωχός)                   Υπερθετικός: πενέστατος, πενεστάτη, πενέστατον
 
β) -ούστερος, -ούστατος
Το επίθετο πλος και τα συνηρημένα επίθετα της β΄ κλίσης με β΄ συνθ. το όνομα νος σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ούστερος, -ούστατος (κατά τα παραθετικά σε -έστερος, -έστατος με συναίρεση):
 
πλος--ον:         Συγκριτικός: πλούστερος, πλουστέρα, πλούστερον
                                    Υπερθετικός: πλούστατος, πλουστάτη, πλούστατον
 
ενους-η-ουν:        Συγκριτικός: ενούστερος, ενουστέρα, ενούστερον
(ευμενής)                   Υπερθετικός: ενούστατος, ενουστάτη, ενούστατον
 
γ) -ίστερος, -ίστατος
Τα μονοκατάληκτα επίθετα  ρπαξ, βλάξ, λάλος (φλύαρος),  κλέπτης, πλεονέκτης σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ίστερος, -ίστατος (κατά τα παραθετικά του χαρις: χαρίστερος, χαρίστατος·):
 
ρπαξ:                       Συγκριτικός: ρπαγστερος, ρπαγιστέρα, ρπαγστερον
                                    Υπερθετικός: ρπαγστατος, ρπαγιστάτη, ρπαγστατον
 
βλξ:                          Συγκριτικός: βλακστερος, βλακιστέρα, βλακστερον
                                    Υπερθετικός: βλακστατος, βλακιστάτη, βλακστατον
 
λλος:                        Συγκριτικός: λαλστερος, λαλιστέρα, λαλστερον
                                    Υπερθετικός: λαλστατος, λαλιστάτη, λαλστατον
 
κλέπτης:                   Συγκριτικός: κλεπτστερος, κλεπτιστέρα, κλεπτστερον
                                    Υπερθετικός: κλεπτστατος, κλεπτιστάτη, κλεπτστατον
 
πλεονέκτης:Συγκριτικός: πλεονεκτστερος, πλεονεκτιστέρα, πλεονεκτστερον
                       Υπερθετικός: πλεονεκτστατος, πλεονεκτιστάτη, πλεονεκτστατον
 
δ) -αίτερος, -αίτατος
Το επίθ. παλαιός σχηματίζει τα παραθετικά του με θέμα το επίρρ. πάλαι σε -αίτερος, -αίτατος:
 
παλαις, -η, -ον:    Συγκριτικός: παλατερος, παλαιτέρα, παλατερον
                                    Υπερθετικός: παλατατος, παλαιτάτη, παλατατον
 
Ανάλογα προς αυτό σχηματίστηκαν τα παραθετικά:
 
γεραις, -α, -ον:                Συγκριτικός: γεραίτερος, γεραιτέρα, γεραίτερον
(= γέροντας, σεβαστός)      Υπερθετικός: γεραίτατος, γεραιτάτη, γεραίτατον
 
σχολαος, -α, -ον: Συγκριτικός: σχολαίτερος, σχολαιτέρα, σχολαίτερον
(= αργοκίνητος)       Υπερθετικός: σχολαίτατος, σχολαιτάτη, σχολαίτατον
 
Από αυτά αποσπάστηκε η κατάληξη -αίτερος, -αίτατος, με την οποία σχηματίζουν τα παραθετικά τους ορισμένα επίθετα σε -ος:
 
σος-η-ον:    Συγκριτικός: σαίτερος, σαιτέρα, σαίτερον
                        Υπερθετικός: σαίτατος, σαιτάτη, σαίτατον
 
ψιος-η-ον:  Συγκριτικός: ψιαίτερος, ψιαιτέρα, ψιαίτερον
(= όψιμος)     Υπερθετικός: ψιαίτατος, ψιαιτάτη, ψιαίτατον
 
πλησίος-α-ον: Συγκριτικός: πλησιαίτερος, πλησιαιτέρα, πλησιαίτερον
                             Υπερθετικός: πλησιαίτατος, πλησιαιτάτη, πλησιαίτατον
 
προς-α-ον:  Συγκριτικός:  πρατερος, πραιτέρα, πρατερον
(= πρωινός)   Υπερθετικός: πρατατος, πραιτάτη, πρατατον
 
εδιος-α-ον: Συγκριτικός: εδιαίτερος, εδιαιτέρα, εδιαίτερον
(γαλήνιος)     Υπερθετικός: εδιαίτατος, εδιαιτάτη, εδιαίτατον &
                        Συγκριτικός: εδιέστερος, εδιεστέρα, εδιέστερον
                        Υπερθετικός: εδιέστατος, εδιεστάτη, εδιέστατον
 
συχος -η-ον: Συγκριτικός: συχαίτερος, συχαιτέρα, συχαίτερον
                        Υπερθετικός: συχαίτατος, συχαιτάτη, συχαίτατον &
                        Συγκριτικός: συχώτερος, συχωτέρα, συχώτερον
                        Υπερθετικός: συχώτατος, συχωτάτη, συχώτατον
 
διος-α-ον:  Συγκριτικός: διαίτερος, διαιτέρα, διαίτερον
(ιδιωτικός)    Υπερθετικός: διαίτατος, διαιτάτη, διαίτατον &
                        Συγκριτικός: διώτερος, διωτέρα, διώτερον
                        Υπερθετικός: διώτατος, διωτάτη, διώτατον
 
φίλος-η-ον: Συγκριτικός: φιλαίτερος, φιλαιτέρα, φιλαίτερον
                        Υπερθετικός: φιλαίτατος, φιλαιτάτη, φιλαίτατον &
                        Συγκριτικός: φίλτερος, φιλτέρα, φίλτερον
                        Υπερθετικός: φίλτατος, φιλτάτη, φίλτατον &
                        Συγκριτικός: φιλίων, φιλίων, φίλιον
 
Ανώμαλα παραθετικά (σε -ίων, -ιστος)
Μερικά επίθετα της αρχαίας ελληνικής δε σχηματίζουν τα παραθετικά τους με τις παραθετικές καταλήξεις -τερος, -τατος, παρά παίρνουν στο συγκριτικό την κατάληξη -ίων (αρσ. και θηλ.), -ιον (ουδέτ.) και στον υπερθετικό την κατάληξη -ιστος, -ίστη, -ιστον. Επειδή τα παραθετικά αυτά σχηματίζονται πολλές φορές με διάφορες φθογγικές παθήσεις ή και με θέμα διαφορετικό από το θέμα του θετικού, λέγονται ανώμαλα παραθετικά. Τα επίθετα αυτά είναι:
 
1ασχρός, ασχρά, ασχρόν (= επονείδιστος, κακοήθης, απρεπής, φαύλος)
Συγκριτικός:  ασχίων, τ ασχιον
Υπερθετικός: ασχιστος, ασχίστη, ασχιστον
 
2. χθρός, χθρά, χθρόν (= εχθρός, μισητός, απεχθής)
Συγκριτικός: , χθίων, τ χθιον, και ομαλά: χθρότερος, χθροτέρα, τό χθρότερον
Υπερθετικός: χθιστος, χθίστη, τό χθιστον,  και ομαλά: χθρότατος, χθροτάτη, τό χθρότατον
 
3δύςδεα, δύ (= γλυκός, ευχάριστος, (μτφρ) προσφιλής, ευπρόσδεκτος)
Συγκριτικός:  δίων, τ διον
Υπερθετικός:  διστος δίστη, τό διστον
 
4καλός, καλή, καλόν (= ωραίος, όμορφος, δίκαιος, έντιμος, ευγενής)
Συγκριτικός:  καλλίων, τ κάλλιον
Υπερθετικός:  κάλλιστος καλλίστη, τό κάλλιστον
 
5μέγας, μεγάλη, μέγα (= μεγάλος, υψηλός, ισχυρός, σπουδαίος, ορμητικός)
Συγκριτικός:  μείζων, τ μεζον
Υπερθετικός:  μέγιστος μεγίστη, τό μέγιστον
 
6ῥᾴδιοςῥᾳδία, ῥᾴδιον &  ῥᾴδιος, τό ῥᾴδιον (= εύκολος, πρόθυμος, απερίσκεπτος)
Συγκριτικός:  ῥᾴων, τ ῥᾷον
Υπερθετικός:  ῥᾷστος ῥᾴστη, τό ῥᾷστον
 
7ταχύς, ταχεα, ταχύ (= γρήγορος, αιφνίδιος) 
Συγκριτικός:  θάττων, τ θττον
Υπερθετικός: τάχιστος, ταχίστη, τάχιστον
 
8γαθόςγαθή, γαθόν (= καλός, γενναίος, ευγενής, ενάρετος)
Συγκριτικός:  μείνων, τ μεινον / Υπερθ: ριστοςρίστη, ριστον
Συγκριτικός:  βελτίων, τ βέλτιον / Υπερθ:  βέλτιστος βελτίστη, τό βέλτιστον
Συγκριτικός:  κρείττων, τ κρεττον / Υπερθ: κράτιστος, κρατίστη, κράτιστον
Συγκριτικός:  λων, τ λον / Υπερθ: λστος, λστη, λστον
 
9κακός, κακή, κακόν (= κακός, ανάξιος, άθλιος, οδυνηρός)
Συγκριτικός:  κακίων, τ κάκιον / Υπερθ:  κάκιστος κακίστη, τό κάκιστον
Συγκριτικός:  χείρων, τ χερον / Υπερθ:  χείριστος χειρίστη, τό χείριστον
 
10μακρός, μακρά, μακρόν (= μακρύς, μακρινός, μακροχρόνιος)
Συγκριτικός:  μακρότερος μακροτέρα, τό μακρότερον
Υπερθετικός:  μακρότατος μακροτάτη, τό μακρότατον
Υπερθετικός:  μήκιστος μηκίστη, τό μήκιστον
 
11μικρός, μικρά, μικρόν (= μικρός, λίγος, μηδαμινός, ασήμαντος)
Συγκριτικός:  μικρότερος μικροτέρα, τό μικρότερον
Υπερθετικός:  μικρότατος μικροτάτη, τό μικρότατον
Συγκριτικός: , λάττων, τ λαττον / Υπερθ: λάχιστος, λαχίστη, τό λάχιστον
Συγκριτικός:  ττων, τ ττον / Υπερθ:  κιστος κίστη, τό κιστον
Το κιστα (πληθυντικό ουδετέρου, υπερθετικού) σε επιρρηματική χρήση: = ελάχιστα
 
12λίγοςλίγη, λίγον (= πολύ λίγος, μικρός)
Συγκριτικός:  μείων, τ μεον / Υπερθ:  λίγιστος λιγίστη, τό λίγιστον
 
13πολύς, πολλή, πολύ (= πολύς, ισχυρός, πυκνός, σπουδαίος)
Συγκριτικός:  πλείων, τ πλέον / Υπερθ:  πλεστος πλείστη, τό πλεστον
 
Κλίση συγκριτικών σε -ίων, -ιον (και -ων, -ον)
 
Ενικός
 ασχίων, το ασχίονος, τ ασχίονι, τόν ασχίονα / ασχίω, () ασχιον
 ασχίων, τς ασχίονος, τ ασχίονι, τήν ασχίονα / ασχίω, () ασχιον
τό ασχιον, το ασχίονος, τ ασχίονι, τό ασχιον, () ασχιον
 
Πληθυντικός
ο ασχίονες /ασχίους, τν ασχιόνων, τος ασχίοσι(ν), τούς ασχίονας /ασχίους,  () ασχίονες /ασχίους
α ασχίονες /ασχίους, τν ασχιόνων, τας ασχίοσι(ν), τάς ασχίονας /ασχίους,  () ασχίονες /ασχίους
τά ασχίονα /ασχίω, τν ασχιόνων, τος ασχίοσι(ν), τά ασχίονα /ασχίω, () ασχίονα /ασχίω
 
Ενικός
 δίων, το δίονος, τ δίονι, τόν δίονα /δίω, (διον
 δίων, τς δίονος, τ δίονι, τήν δίονα /δίω, (διον
τό διον, το δίονος, τ δίονι, τό διον, (διον
 
Πληθυντικός
ο δίονες /δίους, τν διόνων, τος δίοσι(ν), τούς δίονας /δίους, (δίονες /δίους
α δίονες /δίους, τν διόνων, τας δίοσι(ν), τάς δίονας /δίους, (δίονες /δίους
τά δίονα /δίω, τν διόνων, τος δίοσι(ν), τά δίονα /δίω, (δίονα /δίω
 
Ενικός
 ῥᾴων, το ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τόν ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾷον
 ῥᾴων , τς ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τήν ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾷον
τό ῥᾷον, το ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τό ῥᾷον, (ῥᾷον
 
Πληθυντικός
ο ῥᾴονες /ῥᾴους, τν ῥᾳόνων, τος ῥᾴοσι(ν), τούς ῥᾴονας /ῥᾴους, (ῥᾴονες /ῥᾴους
α ῥᾴονες /ῥᾴους, τν ῥᾳόνων, τας ῥᾴοσι(ν), τάς ῥᾴονας /ῥᾴους, (ῥᾴονες /ῥᾴους
τά ῥᾴονα /ῥᾴω, τν ῥᾳόνων, τος ῥᾴοσι(ν), τά ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾴονα /ῥᾴω
 
Ενικός
 μείνων, το μείνονος, τ μείνονι, τόν μείνονα /μείνω, (μεινον
 μείνων, τς μείνονος, τ μείνονι, τήν μείνονα /μείνω, (μεινον
τό μεινον, το μείνονος, τ μείνονι, τό μεινον, (μεινον
 
Πληθυντικός
ο μείνονες /μείνους, τν μεινόνων, τος μείνοσι(ν), τούς μείνονας /μείνους, (μείνονες /μείνους
α μείνονες /μείνους, τν μεινόνων, τας μείνοσι(ν), τάς μείνονας /μείνους, (μείνονες /μείνους
τά μείνονα /μείνω, τν μεινόνων, τος μείνοσι(ν), τά μείνονα /μείνω, (μείνονα /μείνω

Ενικός
 χθίων, το χθίονος, τ χθίονι, τόν χθίονα /χθίω, (χθιον

 χθίων, τς χθίονος, τ χθίονι, τήν χθίονα /χθίω, (χθιον
τό χθιον, το χθίονος, τ χθίονι, τό χθιον, (χθιον

Πληθυντικός
ο
 χθίονες /χθίους, τν χθιόνων, τος χθίοσι(ν), τούς χθίονας /χθίους, (χθίονες /χθίους

α χθίονες /χθίους, τν χθιόνων, τας χθίοσι(ν), τάς χθίονας /χθίους, (χθίονες /χθίους
τά χθίονα /χθίω, τν χθιόνων, τος χθίοσι(ν), τά χθίονα /χθίω, (χθίονα /χθίω 

Ενικός
 καλλίων, το καλλίονος, τ καλλίονι, τόν καλλίονα /καλλίω, () κάλλιον

 καλλίων, τς καλλίονος, τ καλλίονι, τήν καλλίονα /καλλίω, () κάλλιον
τό κάλλιον, το καλλίονος, τ καλλίονι, τό κάλλιον, () κάλλιον 

Πληθυντικός
ο καλλίονες /καλλίους, τν καλλιόνων, τος καλλίοσι(ν), τούς καλλίονας /καλλίους, () καλλίονες /καλλίους
α καλλίονες /καλλίους, τν καλλιόνων, τας καλλίοσι(ν), τάς καλλίονας /καλλίους, () καλλίονες /καλλίους
τά καλλίονα /καλλίω, τν καλλιόνων, τος καλλίοσι(ν), τά καλλίονα /καλλίω, () καλλίονα /καλλίω 

Ενικός
 βελτίων, το βελτίονος, τ βελτίονι, τόν βελτίονα /βελτίω, () βέλτιον
 βελτίων, τς βελτίονος, τ βελτίονι, τήν βελτίονα /βελτίω, () βέλτιον
τό βέλτιον, το βελτίονος, τ βελτίονι, τό βέλτιον, () βέλτιον

Πληθυντικός
ο βελτίονες /βελτίους, τν βελτιόνων, τος βελτίοσι(ν), τούς βελτίονας /βελτίους, () βελτίονες /βελτίους
α βελτίονες /βελτίους, τν βελτιόνων, τας βελτίοσι(ν), τάς βελτίονας /βελτίους, () βελτίονες /βελτίους
τά βελτίονα /βελτίω, τν βελτιόνων, τος βελτίοσι(ν), τά βελτίονα /βελτίω, () βελτίονα /βελτίω

Ενικός
 κρείττων, το κρείττονος, τ κρείττονι, τόν κρείττονα /κρείττω, () κρεττον
 κρείττων, τς κρείττονος, τ κρείττονι, τήν κρείττονα /κρείττω, () κρεττον
τό κρεττον, το κρείττονος, τ κρείττονι, τό κρεττον, () κρεττον

Πληθυντικός
ο
 κρείττονες /κρείττους, τν κρειττόνων, τος κρείττοσι(ν), τούς κρείττονας /κρείττους, () κρείττονες /κρείττους

α κρείττονες /κρείττους, τν κρειττόνων, τας κρείττοσι(ν), τάς κρείττονας /κρείττους, () κρείττονες /κρείττους
τά κρείττονα /κρείττω, τν κρειττόνων, τος κρείττοσι(ν), τά κρείττονα /κρείττω, () κρείττονα /κρείττω
 
Παραδείγματα κλίσης υπερθετικού βαθμού
 
Ενικός
 χθιστος, το χθίστου, τ χθίστ, τόν χθιστον, (χθιστε
 χθίστη, τς χθίστης, τ χθίστ, τήν χθίστην, (χθίστη
τό χθιστον, το χθίστου, τ χθίστ, τό χθιστον, (χθιστον
 
Πληθυντικός
ο χθιστοι, τν χθίστων, τος χθίστοις, τούς χθίστους, (χθιστοι
α χθισται, τν χθίστων, τας χθίσταις, τάς χθίστας, (χθισται
τά χθιστα, τν χθίστων, τος χθίστοις, τά χθιστα, (χθιστα
 
Ενικός
 ῥᾷστος, το ῥᾴστου, τ ῥᾴστ, τόν ῥᾷστον, (ῥᾷστε
 ῥᾴστη, τς ῥᾴστης, τ ῥᾴστ, τήν ῥᾴστην, (ῥᾴστη
τό ῥᾷστον, το ῥᾴστου, τ ῥᾴστ, τό ῥᾷστον, (ῥᾷστον
 
Πληθυντικός
ο ῥᾷστοι, τν ῥᾴστων, τος ῥᾴστοις, τούς ῥᾴστους, (ῥᾷστοι
α ῥᾷσται, τν ῥᾴστων, τας ῥᾴσταις, τάς ῥᾴστας, (ῥᾷσται
τά ῥᾷστα, τν ῥᾴστων, τος ῥᾴστοις, τά ῥᾷστα, (ῥᾷστα
 
Ενικός
 πλεστος, το πλείστου, τ πλείστ, τόν πλεστον, () πλεστε
 πλείστη, τς πλείστης, τ πλείστ, τήν πλείστην, () πλείστη
τό πλεστον, το πλείστου, τ πλείστ, τό πλεστον, () πλεστον
 
Πληθυντικός
ο πλεστοι, τν πλείστων, τος πλείστοις, τούς πλείστους, () πλεστοι
α πλεσται, τν πλείστων, τας πλείσταις, τάς πλείστας, () πλεσται
τά πλεστα, τν πλείστων, τος πλείστοις, τά πλεστα, () πλεστα

Ενικός
 κάλλιστος, το καλλίστου, τ καλλίστ, τόν κάλλιστον, () κάλλιστε
 καλλίστη, τς καλλίστης, τ καλλίστ, τήν καλλίστην, () καλλίστη
τό κάλλιστον, το καλλίστου, τ καλλίστ, τό κάλλιστον, () κάλλιστον 

Πληθυντικός
ο κάλλιστοι, τν καλλίστων, τος καλλίστοις, τούς καλλίστους, () κάλλιστοι
α κάλλισται, τν καλλίστων, τας καλλίσταις, τάς καλλίστας, () κάλλισται
τά κάλλιστα, τν καλλίστων, τος καλλίστοις, τά κάλλιστα, () κάλλιστα

Ενικός

 βέλτιστος, το βελτίστου, τ βελτίστ, τόν βέλτιστον, () βέλτιστε
 βελτίστη, τς βελτίστης, τ βελτίστ, τήν βελτίστην, () βελτίστη
τό βέλτιστον, το βελτίστου, τ βελτίστ, τό βέλτιστον, () βέλτιστον

Πληθυντικός
ο
 βέλτιστοι, τν βελτίστων, τος βελτίστοις, τούς βελτίστους, () βέλτιστοι

α βέλτισται, τν βελτίστων, τας βελτίσταις, τάς βελτίστας, () βέλτισται
τά βέλτιστα, τν βελτίστων, τος βελτίστοις, τά βέλτιστα, () βέλτιστα
 
Ενικός
 κράτιστος, το κρατίστου, τ κρατίστ, τόν κράτιστον, () κράτιστε
 κρατίστη, τς κρατίστης, τ κρατίστ, τήν κρατίστην, () κρατίστη
τό κράτιστον, το κρατίστου, τ κρατίστ, τό κράτιστον, () κράτιστον

Πληθυντικός
ο
 κράτιστοι, τν κρατίστων, τος κρατίστοις, τούς κρατίστους, () κράτιστοι

α κράτισται, τν κρατίστων, τας κρατίσταις, τάς κρατίστας, () κράτισται
τά κράτιστα, τν κρατίστων, τος κρατίστοις, τά κράτιστα, () κράτιστα
 
Περιφραστικά παραθετικά. Παραθετικά μετοχών
 
Τα περιφραστικά παραθετικά σχηματίζονται στην αρχαία ελληνική, όπως και στη νέα, με το θετικό του επιθέτου και με ορισμένο ποσοτικό επίρρημα εμπρός από αυτό. Έτσι ο συγκριτικός βαθμός σχηματίζεται με το επίρρ. μλλον και ο υπερθ. με το επίρρ. μάλιστα εμπρός από το θετικό:
 
θετ. πιμελς             συγκρ. μλλον πιμελς      υπερθ. μάλιστα πιμελς
 
(πβ. τα νεοελλ.: μικρός — πιο μικρός — ο πιο μικρός ή πολύ μικρός).
 
Όλα τα επίθετα που σχηματίζουν μονολεκτικά παραθετικά μπορούν να σχηματίσουν παράλληλα και περιφραστικά παραθετικά.
Σχηματίζουν τα παραθετικά τους μόνο περιφραστικά οι μετοχές και μερικά μονοκατάληκτα επίθετα που χρησιμοποιούνται και ως ουσιαστικά.
 
1. Μετοχές: δυνάμενος – μλλον δυνάμενος – μάλιστα δυνάμενος· συμφέρων – μλλον συμφέρων – μάλιστα συμφέρων· φελν – μλλον φελν – μάλιστα φελν κ.ά. (πβ. τα νεοελλ.: αντρειωμένος – πιο αντρειωμένος – ο πιο αντρειωμένος ή πολύ άντρειωμένος).
 
2. Μονοκατάληκτα επίθετα: ερων – μλλον ερων – μάλιστα ερων· νδακρυς – μλλον νδακρυς – μάλιστα νδακρυς. Έτσι και τα εελπις, κόλαξ, βριστής, φιλόγελως κ.ά.
 
Ελλειπτικά παραθετικά
Σε μερικά επίθετα λείπει ο θετικός βαθμός ή και ένας από τους δύο άλλους βαθμούς. Τα παραθετικά των επιθέτων αυτών λέγονται ελλειπτικά παραθετικά.
Τα περισσότερα ελλειπτικά παραθετικά παράγονται από επιρρήματα, προθέσεις ή μετοχές:
 
1. (νω)                      ντερος                   ντατος
2. (κάτω)                   κατώτερος                 κατώτατος
3. (προ)                      πρότερος                   πρτος
4. (πρ)                    πρτερος                  πρτατος
5. πικρατν             πικρατστερος         ---
6. πρωτιμώμενος      προτιμότερος            ---
7. ---                           στερος                      στατος
8. ---                           ---                               πατος
9. ---                           ---                               σχατος                     
             
Μερικά επίθετα δε σχηματίζουν παραθετικά, γιατί φανερώνουν ιδιότητα, ποιότητα ή κατάσταση που δεν παρουσιάζει βαθμούς. Τέτοια επίθετα είναι:
1. Όσα φανερώνουν ύληλίθινος, ργυρος, γήινος· τοπική ή χρονική σχέσηχερσαος, θαλάσσιος, θερινός, μερήσιος· μέτροσταδιαος, πηχυαος· καταγωγή, συγγένειαπατρος, μητρικός· μόνιμη κατάστασηθνητός, νεκρς κ.ά.
2. Μερικά σύνθετα με α΄ συνθετικό το στερητικό -θάνατος, υλος, υπνος, ψυχος κ.ά.
3. Μερικά σύνθετα με α΄ συνθετικό το επίθετο πς ή την πρόθ. πρ (που έχουν μόνα τους υπερθετική σημασία): πάνσοφος, πάντιμος, πάγκαλος – περμεγέθης, πέρλαμπρος κ.ά.
 
Παραθετικά επιρρημάτων
Πολλά επιρρήματα της αρχαίας επιδέχονται σύγκριση και γι’ αυτό σχηματίζουν παραθετικά (όπως και στη νέα: ωραία – ωραιότερα ή πιο ωραία – ωραιότατα ή πάρα πολύ ωραία).
 
Σχηματίζουν έτσι παραθετικά στην αρχαία ελληνική:
1. Επιρρήματα σε -ως που παράγονται από επίθετα. Τα επιρρήματα αυτά στον συγκριτικό έχουν τύπο όμοιο με την ενική αιτιατ. του ουδετ. του συγκριτικού επιθέτου και στον υπερθετικό έχουν τύπο όμοιο με την πληθυντική αιτιατ. του ουδετέρου του υπερθετικού επιθέτου:
 
(δίκαιος):      δικαίως          δικαιότερον               δικαιότατα
(σοφός):        σοφς            σοφώτερον                σοφώτατα
(ληθς):       ληθς           ληθέστερον             ληθέστατα
(σώφρων):     σωφρόνως     σωφρονέστερον        σωφρονέστατα
(δύς):           δέως             διον                          διστα
(καλός):         καλς             κάλλιον                      κάλλιστα
 
2. Τα επιρρήματα ε (αντίστοιχο του επιθέτου γαθός), λίγον και πολύ:
ε μεινον – ριστα και βέλτιον – βέλτιστα και κρεττον – κράτιστα.
λίγον – μεον – λίγιστα και λαττον – λάχιστα και ττον – κιστα.
πολύ – πλέον – πλεστα (ή πλεστον).
 
3. Το επίρρ. μάλα (= πολύ), που οι τρεις βαθμοί του είναι:
θετ. μάλα – συγκριτ. μλλον – υπερθ. μάλιστα.
 
4. Μερικά τοπικά επιρρήματα που παίρνουν παραθετικές καταλήξεις -τέρω, -τάτω:
 
νω:               νωτρω                     νωττω
πωθεν:        πωτρω                    πωττω
(= μακριά)
γγς:             γγυτρω                   γγυττω
(=κοντά)        γγτερον                 γγτατα
                         γγιον                        γγιστα
 
ξω:                ξωτρω                     ξωττω
σωσω):   σωτρω                     σωττω
κάτω:            κατωτέρω                  κατωτάτω
πόρρω:         πορρωτέρω                πορρωτάτω
πέρα:             περαιτέρω                 ---
 
5. Μερικά χρονικά επιρρήματα με παραθετικές καταλήξεις -(αί)τερον, -(αί)τατα 
 
πάλαι:           παλαίτερον                παλαίτατα
πρωί:             πρωιαίτερον              πρωιαίτατα &
                        πρατερον               πρατατα
ψ:                ψιατερον                ψιατατα
(= αργά)
 
Και τα παραθετικά των επιρρημάτων, όπως και των επιθέτων, εκφέρονται κάποτε περιφραστικά με το μλλον, μάλιστα και το θετικό· π.χ.
 
σοφς            μλλον σοφς                       μάλιστα σοφς
δως              μλλον δως                        μλιστα δως
 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...