Μιχάλης Γκανάς
Ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε το 1944 στον Τσαμαντά της Θεσπρωτίας, χωριό στην Ελληνοαλβανική μεθόριο. Ζει από το 1962 στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Εργάστηκε ως βιβλιοπώλης, και μετά ως σεναριογράφος, επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών για την τηλεόραση και κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρία. Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με τη συλλογή Ακάθιστος Δείπνος το 1978, αλλά είχε δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα το 1966. Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του Παραλογή. Ποιήματα και πεζά του κείμενα έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και τα γαλλικά και στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από έλληνες και ξένους συνθέτες (Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Μ. Παπαδημητρίου, Γκ. Μπρέγκοβιτς κ.ά).
Έγραψε Ποίηση: Ακάθιστος Δείπνος,(1978), Μαύρα Λιθάρια,(1980), Γυάλινα Γιάννενα,(1989), Παραλογή,(1993), Ανθοδέσμη,(συλλογικό με τους Δ. Καψάλη, Γ. Κοροπούλη, Ηλ. Λάγιο),(1993), Τα μικρά,(2000), Ο ύπνος του καπνιστή,(2003), Άσμα Ασμάτων [ελεύθερη απόδοση](2005), Στίχοι, (2005). Πεζά: Μητριά πατρίδα, (1981).
Η γραφή του Γκανά, λιγόλογες συνήθως συνθέσεις με έντονες επιρροές από το δημοτικό τραγούδι, αλλά και τους μεγάλους έλληνες ποιητές (ο ίδιος ομολογεί το χρέος του στον Σολωμό και τον Σεφέρη, τον Καρυωτάκη αλλά και τον Άγρα και τον Πορφύρα), εκφράζει ισχυρές συγκινήσεις και επώδυνες εμπειρίες. Με κυρίαρχο το αίσθημα της ψυχολογικής ματαίωσης εξαιτίας της αδύνατης πλέον επιστροφής, ασχολείται με την πραγματικότητα της εποχής του ανάγοντάς την σε μυθικά αρχέτυπα, προικίζοντας τα καθημερινά θέματα με τη σκοτεινότητα και την συναισθηματική ένταση των μύθων.
Το ποίημα “Το σκυλί” ανήκει στη συλλογή Μαύρα Λιθάρια που κυκλοφόρησε το 1980. Ο τίτλος της, όπως ο τίτλος Παραλογή, μιας κατοπινής συλλογής του, παραπέμπουν στο δημοτικό τραγούδι.
Η κριτική για το έργο του
«Η ορμητικότητα των παλαιών βιωμάτων, που διεκδικούν με δύναμη θέση μέσα στο ποιητικό παρόν, συνιστά το βασικότερο μηχανισμό της τεχνικής της έμπνευσης του Μιχάλη Γκανά. Έμπνευση που ελέγχεται διαρκώς από μια μνήμη που διεκδικεί μερίδιο στο παρόν και κατορθώνει να εξισώνει παρόν, παρελθόν και μέλλον, καταργώντας συμβατικές διακρίσεις όχι μόνο στο επίπεδο του χρόνου, αλλά και σ’ αυτό της διαλεκτικής σχέσης τού πάνω με τον κάτω κόσμο, του έρωτα και του θανάτου.
Ποίηση με ευδιάκριτες ρίζες και δυνατά βιώματα η ποίηση του Γκανά διαλέγεται μόνιμα και δραστικά κυρίως προς την κατεύθυνση του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, αλλά και με τους βασικότερους νεοέλληνες ποιητές, με πιο ισχυρή τη δημιουργική κλίση προς την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού και του Γιώργου Σεφέρη ».
(Μιχάλης Πιερής, “Βιογραφικό Σημείωμα για την Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης 2001”. Ηλεκτρονική Διεύθυνση: www.greece2001.gr/writers)
«Η ποίηση του Μιχάλη Γκανά θα μπορούσαμε να πούμε - τελείως σχηματικά- πως αναπτύσσεται πατώντας σε δύο ρεύματα: του μοντερνισμού, όπως αυτός εκδηλώθηκε στον Μεσοπόλεμο, και του δημοτικού μας τραγουδιού. Όποτε “παντρεύονται” αρμονικά, συμβαίνει ένα μικρό θαύμα...».
(Νίκος Δαββέτας, εφ. Το Βήμα, 16-7-2000)
Ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε το 1944 στον Τσαμαντά της Θεσπρωτίας, χωριό στην Ελληνοαλβανική μεθόριο. Ζει από το 1962 στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Εργάστηκε ως βιβλιοπώλης, και μετά ως σεναριογράφος, επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών για την τηλεόραση και κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρία. Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με τη συλλογή Ακάθιστος Δείπνος το 1978, αλλά είχε δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα το 1966. Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του Παραλογή. Ποιήματα και πεζά του κείμενα έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και τα γαλλικά και στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από έλληνες και ξένους συνθέτες (Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Μ. Παπαδημητρίου, Γκ. Μπρέγκοβιτς κ.ά).
Έγραψε Ποίηση: Ακάθιστος Δείπνος,(1978), Μαύρα Λιθάρια,(1980), Γυάλινα Γιάννενα,(1989), Παραλογή,(1993), Ανθοδέσμη,(συλλογικό με τους Δ. Καψάλη, Γ. Κοροπούλη, Ηλ. Λάγιο),(1993), Τα μικρά,(2000), Ο ύπνος του καπνιστή,(2003), Άσμα Ασμάτων [ελεύθερη απόδοση](2005), Στίχοι, (2005). Πεζά: Μητριά πατρίδα, (1981).
Η γραφή του Γκανά, λιγόλογες συνήθως συνθέσεις με έντονες επιρροές από το δημοτικό τραγούδι, αλλά και τους μεγάλους έλληνες ποιητές (ο ίδιος ομολογεί το χρέος του στον Σολωμό και τον Σεφέρη, τον Καρυωτάκη αλλά και τον Άγρα και τον Πορφύρα), εκφράζει ισχυρές συγκινήσεις και επώδυνες εμπειρίες. Με κυρίαρχο το αίσθημα της ψυχολογικής ματαίωσης εξαιτίας της αδύνατης πλέον επιστροφής, ασχολείται με την πραγματικότητα της εποχής του ανάγοντάς την σε μυθικά αρχέτυπα, προικίζοντας τα καθημερινά θέματα με τη σκοτεινότητα και την συναισθηματική ένταση των μύθων.
Το ποίημα “Το σκυλί” ανήκει στη συλλογή Μαύρα Λιθάρια που κυκλοφόρησε το 1980. Ο τίτλος της, όπως ο τίτλος Παραλογή, μιας κατοπινής συλλογής του, παραπέμπουν στο δημοτικό τραγούδι.
Η κριτική για το έργο του
«Η ορμητικότητα των παλαιών βιωμάτων, που διεκδικούν με δύναμη θέση μέσα στο ποιητικό παρόν, συνιστά το βασικότερο μηχανισμό της τεχνικής της έμπνευσης του Μιχάλη Γκανά. Έμπνευση που ελέγχεται διαρκώς από μια μνήμη που διεκδικεί μερίδιο στο παρόν και κατορθώνει να εξισώνει παρόν, παρελθόν και μέλλον, καταργώντας συμβατικές διακρίσεις όχι μόνο στο επίπεδο του χρόνου, αλλά και σ’ αυτό της διαλεκτικής σχέσης τού πάνω με τον κάτω κόσμο, του έρωτα και του θανάτου.
Ποίηση με ευδιάκριτες ρίζες και δυνατά βιώματα η ποίηση του Γκανά διαλέγεται μόνιμα και δραστικά κυρίως προς την κατεύθυνση του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, αλλά και με τους βασικότερους νεοέλληνες ποιητές, με πιο ισχυρή τη δημιουργική κλίση προς την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού και του Γιώργου Σεφέρη ».
(Μιχάλης Πιερής, “Βιογραφικό Σημείωμα για την Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης 2001”. Ηλεκτρονική Διεύθυνση: www.greece2001.gr/writers)
«Η ποίηση του Μιχάλη Γκανά θα μπορούσαμε να πούμε - τελείως σχηματικά- πως αναπτύσσεται πατώντας σε δύο ρεύματα: του μοντερνισμού, όπως αυτός εκδηλώθηκε στον Μεσοπόλεμο, και του δημοτικού μας τραγουδιού. Όποτε “παντρεύονται” αρμονικά, συμβαίνει ένα μικρό θαύμα...».
(Νίκος Δαββέτας, εφ. Το Βήμα, 16-7-2000)