Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Να καταγράψετε τα επιχειρήματα τα οποία χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας για να αποδείξει ότι οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν την πολιτική αρετή στα παιδιά τους.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Sandi Baker 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

Να καταγράψετε τα επιχειρήματα τα οποία χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας για να αποδείξει ότι οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν την πολιτική αρετή στα παιδιά τους και να τα αξιολογήσετε.

[Aν υπάρχει πολιτική αρετή και είναι αναγκαίο όλοι οι πολίτες να μετέχουν σ’ αυτήν - διδασκόμενοι ή τιμωρούμενοι, αλλιώς αποβάλλονται από την πόλη ή θανατώνονται, τότε ⇒ οι αγαθοί άνδρες, αφού διδάσκουν στα παιδιά τους τα άλλα, θα ήταν παράδοξο να μη διδάσκουν την αρετή. ♦ Όλοι δέχονται ότι η αρετή είναι διδακτή. Αν οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν στα παιδιά τους όλα τα άλλα, η άγνοια των οποίων δεν οδηγεί στο θάνατο, τότε δεν μπορεί παρά να διδάσκουν και αυτό που, αν δεν το γνωρίζουν, τα περιμένει θάνατος, εξορία κ.τ.λ. Αποδεικνύει αρνητικά για ποιο λόγο δεν μπορεί παρά να διδάσκουν οι αγαθοί πολίτες την πολιτική αρετή στα παιδιά τους.]

Η προσπάθεια του Πρωταγόρα να ανασκευάσει τη διαπίστωση του Σωκράτη ότι οι αγαθοί άνδρες δε διδάσκουν στα παιδιά τους την πολιτική αρετή ξεκινά μ’ ένα ερώτημα ρητορικής υφής. «Υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι ανάγκη να συμμετέχουν όλοι οι πολίτες προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη της πόλης ή δεν υπάρχει;» Το αρχικό αυτό ερώτημα θα συνοδευτεί από επτά υποθετικές προτάσεις, με τις οποίες θα επιχειρηθεί αφενός ο ορισμός εκείνου του πράγματος που λειτουργεί ως συνεκτικός δεσμός της πόλης (η αρετή του ανδρός) κι αφετέρου ο τονισμός της απόλυτης ανάγκης για συμμετοχή όλων των πολιτών στην αρετή αυτή. Κοινή απόδοση και τελικό συμπέρασμα των υποθετικών προτάσεων, είναι η απορία που θα δημιουργούσε η στάση των αγαθών ανδρών αν πράγματι αδιαφορούσαν για τη μετάδοση της πολιτικής αρετής στους γιους τους.
Οι υποθετικές προτάσεις που παρουσιάζουν σταδιακά το συλλογισμό του Πρωταγόρα έχουν ως εξής:
α) «εάν υπάρχει αυτό το ένα πράγμα»: Ο σοφιστής παρόλο που έχει παρουσιάσει στις προηγούμενες ενότητες αναλυτικά την αξία της πολιτικής αρετής, στα πλαίσια του λόγου του θέτει εκ νέου σε υποθετική βάση την ύπαρξη του πολύτιμου αυτού συνεκτικού δεσμού. Η προσπάθεια του Πρωταγόρα να δώσει το συλλογισμό του μέσα από αλλεπάλληλες υποθέσεις, αποτελεί μια άτεχνη απόπειρα μίμησης της μεθόδου του Σωκράτη που προχωρά τη δική του διερεύνηση μέσα από πολλαπλές ερωτήσεις. Όπως ο Σωκράτης προσεγγίζει τα εξεταζόμενα ζητήματα με ερωτήσεις που μοιάζουν κάποτε απλοϊκές, έτσι κι ο Πρωταγόρας ξεκινά από μηδενική βάση το νέο του συλλογισμό, με μια σειρά φαινομενικά αναπόδοτων υποθέσεων, που επί της ουσίας αποτελούν ένα είδος ερωτήσεων, χωρίς όμως να προσφέρεται η ευκαιρία στο συνομιλητή του να απαντήσει, καθώς δεν έχουμε διάλογο, αλλά λόγο.
β) «εάν αυτό το ένα δεν είναι ούτε η οικοδομική ούτε η μεταλλουργία ούτε η κεραμική, αλλά η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη και το όσιον (και αυτά τα ονομάζω όλα μαζί ανδρός αρετήν)»: Η σύγκριση ανάμεσα στις τεχνικές γνώσεις, που μπορούν να κατέχονται από λίγους, και στην πολιτική αρετή που πρέπει να κατέχεται απ’ όλους, μας παραπέμπει στην πρώτη απορία του Σωκράτη και σηματοδοτεί μια επαναφορά σε προηγούμενο σημείο της συζήτησης. Στόχος του σοφιστή είναι να υπενθυμίσει αφενός πως έχει ήδη απαντήσει στην αρχική απορία του συνομιλητή του κι αφετέρου να υπαινιχθεί το άστοχο της απορίας αυτής.
Το ένα συνεκτικό στοιχείο (η πολιτική αρετή), διακρίνεται εδώ σε επιμέρους στοιχεία (δικαιοσύνη, σωφροσύνη, οσιότητα), γεγονός που θα επιτρέψει στη συνέχεια στο Σωκράτη να αναρωτηθεί σχετικά με τον ενιαίο χαρακτήρα της πολιτικής αρετής.
γ) «εάν υπάρχει λοιπόν αυτό το πράγμα στο οποίο πρέπει να μετέχουν όλοι και σύμφωνα με το οποίο πρέπει να ενεργεί κάθε άνθρωπος ξεχωριστά σε περίπτωση που θέλει να μάθει ή να πράξει κάτι, και σε καμία περίπτωση χωρίς αυτό»: Αν λοιπόν η πολιτική αρετή είναι αυτό που πρέπει να συνέχει κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας είτε πρόκειται για τις πράξεις τους είτε για την πνευματική τους καλλιέργεια. Αν η πολιτική αρετή πρέπει να καθοδηγεί και να ενυπάρχει σε κάθε δράση των ανθρώπων.
Ο Πρωταγόρας τονίζει με έμφαση την ανάγκη να διατρέχει η πολιτική αρετή τη ζωή των πολιτών, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά την πάγια θέση του για την απόλυτη αξία της.
δ) «εάν, σε περίπτωση που κάποιος δε μετέχει σ’ αυτό, είτε παιδί είναι, είτε άνδρας είτε γυναίκα, πρέπει να τον διδάσκουμε και να τον τιμωρούμε, ώσπου με την τιμωρία να βελτιωθεί»: Η παιδευτική αξία της τιμωρίας και η διδασκαλία ως μέσο ηθικής αγωγής των πολιτών, αναφέρονται εκ νέου από τον Πρωταγόρα.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί η αναφορά στις γυναίκες, τις οποίες ο σοφιστής δεν εξαιρεί από το βασικό σώμα της πόλης και φυσικά δεν τις απαλλάσσει από την υποχρέωση να λαμβάνουν την απαιτούμενη ηθικοπλαστική αγωγή, ώστε να μετέχουν κι εκείνες στην πολιτική αρετή.
ε) «εάν, σε διαφορετική περίπτωση, πρέπει να διώχνουμε από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα ακόμα και μετά τη διδασκαλία και μετά την τιμωρία»: Ο Πρωταγόρας επανέρχεται στη θανατική ποινή, που είχε αναφέρει στα πλαίσια της μυθικής διήγησης, όπως και στην εξορία, θέλοντας να υπενθυμίσει πόσο αυστηρές είναι οι κυρώσεις για εκείνους που αρνούνται ή αδυνατούν να συμμετέχουν στην πολιτική αρετή.
στ) «εάν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα»: Ο σοφιστής έχοντας επαναλάβει τις διαπιστώσεις του σχετικά με το ποια είναι ή καλύτερα ποια πρέπει να είναι η εκτίμηση και η στάση των πολιτών απέναντι στην πολιτική αρετή, ετοιμάζεται να ολοκληρώσει το συλλογισμό του με μια τελευταία υπόθεση.
ζ) «εάν, παρόλο που αυτή είναι η φύση των πραγμάτων, οι αγαθοί άνδρες, ενώ μορφώνουν τους γιους τους σε όλα τα άλλα, αυτό δεν τους το διδάσκουν»: Η υποθετική αυτή πρόταση μας φέρνει στην απόδοση όλων των προηγούμενων προτάσεων και συνιστά επί της ουσίας το βασικό επιχείρημα του σοφιστή. Αν, δηλαδή, οι αγαθοί άνδρες γνωρίζουν όλα αυτά σχετικά με την πολιτική αρετή κι εντούτοις δεν τη διδάσκουν στα παιδιά τους: «τότε σκέψου τι περίεργα πλάσματα είναι αυτοί οι αγαθοί άνδρες!»
Ο Πρωταγόρας, επομένως, επιχειρεί να αποδείξει ότι οι αγαθοί άνδρες διδάσκουν την πολιτική αρετή στα παιδιά τους, όχι επιχειρηματολογώντας επ’ αυτού, αλλά παρουσιάζοντας πόσο παράλογο και απαράδεκτο θα ήταν το αντίθετο. Για να τονίσει μάλιστα την παραδοξότητα που θα χαρακτήριζε την αδιαφορία των αγαθών ανδρών, επανέρχεται στο θέμα αυτό παρουσιάζοντας αναλυτικότερα τις αυστηρότατες ποινές με τις οποίες θα κινδύνευαν τα παιδιά τους να τιμωρηθούν σε περίπτωση που δεν τα δίδασκαν την πολιτική αρετή. «ενώ όμως είναι το πράγμα αυτό διδακτό... αυτοί διδάσκουν στους γιους τους τα άλλα, των οποίων η άγνοια δεν πρόκειται να επιφέρει ως ποινή τον θάνατο, αυτό όμως, την αρετή, που εάν τα αγόρια δεν τη μάθουν και δεν τη φροντίσουν, μπορεί να υποστούν ως ποινή και τον θάνατο και την εξορία και τη δήμευση της περιουσίας εκτός από τη θανάτωση και, με μια λέξη, τη συνολική καταστροφή του οίκου τους, αυτή δεν τη διδάσκουν»
Αξιολόγηση του επιχειρήματος:
Το πρώτο επιχείρημα με το οποίο ο Πρωταγόρας επιχειρεί να απαντήσει στη διαπίστωση του Σωκράτη, δεν είναι ιδιαίτερα πειστικό:
α) Ο σοφιστής καταφεύγει στη χρήση ενός ρητορικού ερωτήματος και πολλαπλών υποθέσεων στη συνέχεια, μέσω των οποίων επί της ουσίας επαναλαμβάνει σκέψεις και διαπιστώσεις που έχει ήδη κάνει σε προηγούμενες ενότητες, χωρίς να παρουσιάζει κάποια καινούρια ιδέα.  
β) Θεωρεί και πάλι το διδακτό της αρετής ως δεδομένο και το χρησιμοποιεί στην αποδεικτικό του συλλογισμό, καταφεύγοντας για άλλη μια φορά σε «λήψη του ζητουμένου».
γ) Βασίζει όλο του το συλλογισμό σε μια προσπάθεια αρνητικής απόδειξης, θεωρώντας πως το να τονίσει πόσο παράλογο θα ήταν να μη διδάσκουν οι αγαθοί άνδρες στα παιδιά τους την πολιτική αρετή, λειτουργεί ως αναμφισβήτητη απόδειξη του ζητουμένου.
δ) Χρησιμοποιεί και σ’ αυτόν τον συλλογισμό του δεοντολογικές διατυπώσεις, παρουσιάζοντας περισσότερο το τι θα έπρεπε να συμβαίνει παρά το τι πραγματικά συμβαίνει.

«Στην πραγματικότητα, αρχίζουν από την παιδική ηλικία να διδάσκουν και να νουθετούν, συνεχίζοντας για όλη τη ζωή.»
Ο αποδεικτικός συλλογισμός του Πρωταγόρα θα συνεχιστεί με την παρουσίαση των προσπαθειών που καταβάλλονται τόσο από την πολιτεία όσο κι από τους ίδιους τους πολίτες για να επιτευχθεί η αγωγή και η επιθυμητή ηθική διάπλαση των νέων.

  • Από τη στιγμή που το παιδί αρχίζει να καταλαβαίνει τι του λένε, και η παραμάνα του και η μητέρα και ο παιδαγωγός του, όπως και ο πατέρας του, προσπαθούν να του μάθουν τι είναι δίκαιο και τι άδικο, τι είναι καλό και τι αισχρό, τι είναι όσιο και τι ανόσιο.
  • Αν το παιδί ανταποκρίνεται στις νουθεσίες και τις συμβουλές των ενηλίκων έχει καλώς, διαφορετικά το απειλούν και το χτυπούν, προκειμένου να το φέρουν στη θεμιτή πορεία βελτίωσης.
  • Στη συνέχεια (από τα 6 περίπου έτη του) στέλνουν το παιδί στους δασκάλους, οι οποίοι περισσότερο από τη διδασκαλία των γραμμάτων και της μουσικής, μεριμνούν για την ευκοσμία του παιδιού.
  • Όταν, μάλιστα, τα αγόρια μάθουν να διαβάζουν και να κατανοούν το γραπτό λόγο, όπως και τον προφορικό, τα βάζουν οι δάσκαλοι να διαβάζουν δυνατά και να αποστηθίζουν τα ποιήματα των μεγάλων ποιητών. Η αξία αυτής της επαφής με την ποίηση έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς σε αυτή προβάλλονται πολλά ηρωικά πρότυπα και δίνονται σημαντικές συμβουλές για το σωστό τρόπο ζωής. Έτσι το παιδί αντλεί από τα ποιητικά κείμενα τα ιδανικά εκείνα πρότυπα που θα το ωθήσουν να επιδιώξει τους ηθικούς κι ενάρετους τρόπους διαβίωσης.
  • Κι όταν ολοκληρωθεί η εκπαίδευσή τους κοντά στους δασκάλους, η πολιτεία τους αναγκάζει να μάθουν τους νόμους και να ζουν σύμφωνα με αυτούς, ώστε να μην κάνουν ότι θέλουν οι ίδιοι, αλλά να ακολουθούν τις οριζόμενες από την πολιτεία συμπεριφορές. Για εκείνους μάλιστα που δεν ακολουθούν τις επιταγές των νόμων είτε αυτοί είναι άρχοντες είτε αρχόμενοι, η πολιτεία έχει καθορίσει μια σειρά κυρώσεων, ώστε να τους επαναφέρει στο σωστό δρόμο.
Ο Πρωταγόρας με τη συνοπτική αυτή παρουσίαση του εκπαιδευτικού συστήματος της αρχαίας Αθήνας, παρόλο που δεν μας παρέχει αναλυτικές πληροφορίες, κατορθώνει εντούτοις να εξυμνήσει τη συστηματική προσπάθεια που καταβάλλεται για την ηθική τελείωση των νέων.
Ο Πρωταγόρας έχοντας ήδη επισημάνει πως είναι αδιανόητο οι αγαθοί άνδρες να μη φροντίζουν για την ηθική διάπλαση των παιδιών τους, παρουσιάζει τώρα με ιδιαίτερα σαφή τρόπο την παιδαγωγική πορεία που ακολουθούν οι Αθηναίοι πολίτες, από πολύ μικρή ηλικία, ώστε να υποδείξει στο Σωκράτη πως η διδασκαλία της αρετής αποτελεί τη βασική μέριμνα της αθηναϊκής πολιτείας.
«Ενώ λοιπόν τόσο μεγάλη η προσπάθεια που καταβάλλεται για την αρετή και στο ιδιωτικό και στο δημόσιο επίπεδο, εσύ Σωκράτη εκπλήττεσαι και απορείς αν η αρετή είναι διδακτή; Το εκπληκτικό όμως θα ήταν μάλλον το να μην μπορεί να διδαχθεί η αρετή.»
Αξιολόγηση του επιχειρήματος
Το δεύτερο επιχείρημα με το οποίο ο Πρωταγόρας επιχειρεί να αντικρούσει την άποψη του Σωκράτη, σχετικά με την αδυναμία των αγαθών ανδρών να μεταδώσουν την πολιτική αρετή στα παιδιά τους, έχει μερική μόνο αποτελεσματικότητα.
  • Το γεγονός ότι οι Αθηναίοι προσπαθούν με μεθοδικότητα να επιτύχουν την κατάλληλη ηθική αγωγή των παιδιών τους, δε σημαίνει αυτομάτως πως το επιτυγχάνουν κιόλας. Είναι άλλωστε γνωστό πως οι επιδιώξεις της παιδείας δεν βρίσκουν πάντοτε την πραγμάτωσή τους, καθώς υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που επηρεάζουν τη τελική διαμόρφωση της προσωπικότητας και του χαρακτήρα των παιδιών. Έτσι, παρόλο που η παρουσίαση του Πρωταγόρα βασίζεται στα δεδομένα της πραγματικότητας, ως προς τις προσπάθειες των Αθηναίων, εντούτοις εμφανίζεται να δέχεται ως βέβαιο ένα αποτέλεσμα που δεν παύει να είναι απλώς επιθυμητό και επιδιωκόμενο.
  • Ο Πρωταγόρας, επομένως, και σ’ αυτό το συλλογισμό του δέχεται ως δεδομένο αυτό ακριβώς που επιθυμεί να αποδείξει, το διδακτό της αρετής δηλαδή, γεγονός που καθιστά την αποδεικτική διαδικασία ελλιπή μιας κι έχουμε λήψη του ζητουμένου.
  • Παρά την ιδανική παρουσίαση της αθηναϊκής αγωγής, η διαπίστωση του Σωκράτη πως οι αγαθοί άνδρες αδυνατούν να μεταδώσουν στα παιδιά τους την αρετή, απαντάται με ένα ακόμη ρητορικό ερώτημα, αλλά χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα. 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Ο θάνατος ηπιότερη ποινή από την εξορία

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
James Shepherd

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

α) μπορεί να υποστούν ως ποινή και τον θάνατο και την εξορία ... τη συνολική καταστροφή του οίκου τους: Ποιες ποινές επιβάλλονται και πώς κλιμακώνονται;

β) Γιατί θεωρείται αυστηρότερη, χειρότερη ποινή από το θάνατο, ο θάνατος στην εξορία, η δήμευση της περιουσίας και η διάλυση της οικογένειας; Στην απάντησή σας πρέπει να λάβετε υπόψη σας τις σχέσεις που επικρατούσαν στην αρχαία πόλη και ιδίως τη σχέση του πολίτη με την πόλη.

Η ιδιαίτερη σημασία που είχε η συμμετοχή όλων των πολιτών στην πολιτική αρετή αναδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό από τις ποινές που προορίζονταν για εκείνους που επέμεναν να αδικούν τους συμπολίτες τους, παρά τις προσπάθειες της κοινωνίας να τους ωθήσει στο δρόμο της αρετής. Η πολιτεία φρόντιζε λοιπόν να τιμωρεί τους αδικούντες με θάνατο, εξορία, δήμευση της περιουσίας τους (ως συμπληρωματική ποινή) και τελικά με τη συνολική καταστροφή του οίκου τους.
Οι βαρύτατες αυτές ποινές παρουσιάζονται από τον Πρωταγόρα με μια κλιμάκωση που ξεκινά από τη λιγότερο σημαντική και καταλήγει στην αυστηρότερη. Κι ενώ με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις θα θεωρούσαμε τη θανάτωση ως την αυστηρότερη των ποινών, για τους Έλληνες εκείνης της εποχής ο θάνατος αποτελούσε συγκριτικά την ηπιότερη ποινή. Μια διαφοροποίηση που έγκειται στον τρόπο που οι άνθρωποι εκείνης της εποχής αντιλαμβάνονταν τη σχέση τους με το κοινωνικό σύνολο και την ουσιαστική για εκείνους ταύτιση ιδιωτικού και πολιτικού βίου. Ο Αθηναίος πολίτης δεν μπορούσε να αντιληφθεί τη ζωή του αποκομμένη από την πόλη του και χωρίς την καθημερινή του συμμετοχή στα πολιτικά της δρώμενα. Η έννοια της προσωπικής ζωής, όπως την κατανοούμε σήμερα, υπήρχε για τους αρχαίους Έλληνες αποκλειστικά και μόνο ως πολιτική ζωή, ως ενεργή και διαρκή συμμετοχή στα πολιτικά και καθημερινά ζητήματα της πόλης.
Η θανάτωση ως ποινή σήμαινε βέβαια πως ο άδικος πολίτης θα έχανε τη ζωή του, τον απάλλασσε όμως από τη φρικτότερη μοίρα του να είναι αναγκασμένος να ζήσει εκδιωγμένος από την πόλη του. Η αίσθηση της τιμής, η αίσθηση πως το άτομο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την πόλη του και το δικαίωμα να θεωρείται πολίτης, αποτελούσαν τις σημαντικότερες αξίες για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής, γι’ αυτό και η εξορία εκλαμβανόταν ως βαρύτερη ποινή από τη θανάτωση.
Η εξορία σήμαινε ότι το άτομο θα έπρεπε να υπομείνει μια ζωή ανείπωτης ντροπής, χωρίς το πολύτιμο δικαίωμα του να είναι πολίτης της γενέτειράς του. Προοπτική που όσο κι αν μοιάζει ήπια για τα σύγχρονα δεδομένα, όπου οι άνθρωποι έχουν χάσει την αίσθηση ότι ανήκουν στην πόλη τους, για τους αρχαίους Έλληνες αποτελούσε έναν ανυπόφορο εξευτελισμό που καθιστούσε αυτομάτως προτιμότερο το θάνατο.
Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής πέρα από την προσωπική τους αξιοπρέπεια και το δικαίωμα του πολίτη, θεωρούσαν σημαντικότατη την υποχρέωσή τους να τιμήσουν την πορεία των προγόνων τους εξασφαλίζοντας το μέλλον του οίκου τους. Έτσι, η δήμευση της περιουσίας που συχνά συνόδευε την εξορία ή το θάνατο, σήμαινε πως η ατιμία του συγκεκριμένου προσώπου επεκτεινόταν και επηρέαζε και την υπόλοιπη οικογένεια. Το γεγονός αυτό καθιστούσε τη δήμευση της περιουσίας μια εξαιρετικά αυστηρή ποινή, καθώς ο τιμωρούμενος όχι μόνο αποτύγχανε ως πολίτης ο ίδιος, αλλά στερούσε από την οικογένειά του την περιουσία τους και συνάμα φαινόταν κατώτερος από τους προγόνους του αμαυρώνοντας και το δικό τους όνομα.
Η προσωπική αποτυχία του τιμωρούμενου λάμβανε μάλιστα τραγικές διαστάσεις όταν η πολιτεία αποφάσιζε τη συνολική καταστροφή του οίκου του, ποινή που περιελάμβανε τη στέρηση των δικαιωμάτων όλων των μελών της οικογένειας, τη μαζική εξόρισή τους και κάποτε ακόμη και το γκρέμισμα του πατρικού οίκου. Η καταστροφή αυτή ενός οίκου, που εξέφραζε τη μεγαλύτερη δυνατή οργή της αθηναϊκής πολιτείας, αποτελούσε τη μέγιστη των ποινών, καθώς σήμαινε την πλήρη και απόλυτη αποπομπή από τους κόλπους της πολιτείας όχι μόνο του αδικούντος, αλλά και κάθε προσώπου και κάθε στοιχείου γενικότερα που συνδεόταν με το όνομά του.

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Ποια είναι η βασική υποχρέωση του πολίτη;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Mia DeLode 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

Ποια είναι η βασική υποχρέωση του πολίτη και με ποιους τρόπους παρεμβαίνει η πολιτεία στην εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής;

Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα η βασική υποχρέωση κάθε πολίτη, ώστε να είναι η εφικτή η ύπαρξη και η συνέχεια της πόλης, είναι η συμμετοχή του στην πολιτική αρετή. Ο πολίτης οφείλει να συμμετέχει στη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη και την οσιότητα (την ευσέβεια), καθώς χωρίς αυτά τα γνωρίσματα καθίσταται αδύνατη η αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων. Προκειμένου, άλλωστε, να διαφυλαχτεί η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, η πολιτεία φροντίζει μέσω της εκπαίδευσης να μεταλαμπαδεύει την πολιτική αρετή στους πολίτες της.
Είναι μάλιστα τόσο απόλυτη η ανάγκη να συμμετέχουν όλοι οι πολίτες στην πολιτική αρετή, ώστε η πολιτεία δεν αρκείται μόνο στην προσπάθεια εκπαίδευσης των πολιτών, λαμβάνει και τα αναγκαία μέτρα για να τους οδηγήσει στην αρετή, ακόμη κι όταν οι ίδιοι αρνούνται ή αδυνατούν να την υιοθετήσουν. Έτσι, για τους πολίτες που δεν ανταποκρίνονται στην εκπαιδευτική προσπάθεια της πολιτείας, επιβάλλονται τιμωρίες, ώσπου να αντιληφθούν τη λανθασμένη τους πορεία και να οδηγηθούν στη βελτίωση. Στις περιπτώσεις, βέβαια, που ακόμη και οι ποινές αποδεικνύονται ανεπαρκείς, τότε η πολιτεία, προκειμένου να προστατευτεί από τα άτομα αυτά, είναι αναγκασμένη να προχωρήσει σε πολύ αυστηρά μέτρα είτε διώχνοντάς τα από την πόλη είτε σκοτώνοντάς τα.
Η εξορία και η θανάτωση, που αποτελούν τις έσχατες επιλογές της πολιτείας, αναδεικνύουν με το σαφέστερο δυνατό τρόπο την απόλυτη σημασία που έχει για τους πολίτες η συμμετοχή τους στην πολιτική αρετή. 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Σε ποια μέρη αναλύεται η ἀνδρὸς ἀρετή σύμφωνα με τον Πρωταγόρα;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Andrew Crane

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

εάν μεν υπάρχει αυτό το ένα πράγμα και εάν αυτό το πράγμα δεν είναι ούτε η οικοδομική ούτε η μεταλλουργία ούτε η κεραμική (εἰ μὲν γὰρ ἔστι καὶ τοῦτό ἐστι τὸ ἓν οὐ τεκτονικὴ οὐδὲ χαλκεία οὐδὲ κεραμεία). Ποιο επιχείρημα του Σωκράτη υπαινίσσεται στο σημείο αυτό ο Πρωταγόρας;

Η απορία που εκφράζει ο Πρωταγόρας μας παραπέμπει στο επιχείρημα του Σωκράτη πως από τη στιγμή που οι Αθηναίοι παρέχουν σε όλους τους πολίτες το δικαίωμα να εκφράζουν την άποψή τους για τα ζητήματα της πολιτείας, ανεξάρτητα από τις ειδικές τους γνώσεις και την κοινωνική τους θέση, τότε είναι προφανές πως δε θεωρούν ότι η πολιτική αρετή είναι κάτι που διδάσκεται.
Ο Πρωταγόρας βασιζόμενος στη διαπίστωση του Σωκράτη επιχειρεί να τονίσει αφενός πως θεμέλιος λίθος της πολιτικής οργάνωσης δεν είναι οι επιμέρους τεχνικές γνώσεις, αλλά η πολιτική αρετή που πρέπει να χαρακτηρίζει όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες κι αφετέρου πως είναι παράδοξο να θεωρεί κάποιος πως οι αγαθοί άνδρες θα αδιαφορούσαν για την ενστάλαξη της πολιτικής αρετής στα παιδιά τους.
Όπως ο Σωκράτης είχε αναφερθεί αρχικά στο τι συμβαίνει γενικά στην πολιτεία κι έπειτα είχε εστιάσει την προσοχή του στους άριστους των πολιτών, έτσι και ο Πρωταγόρας ακολουθεί την ίδια πορεία, σε μια προσπάθεια να ανασκευάσει τις αντιρρήσεις του συνομιλητή του.

Σε ποια μέρη αναλύεται η ἀνδρὸς ἀρετή σύμφωνα με τον Πρωταγόρα;

Ο Πρωταγόρας διακρίνει την αρετή του πολίτη σε τρία μέρη: τη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη και το σιον (την ευσέβεια). Η διάκριση αυτή στη συνέχεια του διαλόγου θα τεθεί απ’ το Σωκράτη ως θέμα συζήτησης για να διαπιστωθεί αν η αρετή συναποτελείται από διακριτά μέρη ή αν αποτελεί μια ενιαία έννοια. 
[σιον: αυτό που είναι καθιερωμένο από το νόμο του θεού ή της φύσης (σε αντίθεση με το δίκαιον, αυτό δηλαδή που είναι καθορισμένο με ανθρώπινους νόμους). τα σια και τα δίκαια= τα σύμφωνα προς τους θείους (φυσικούς και τους ανθρώπινους νόμους)
σιον, επίσης, σημαίνει ό,τι δεν είναι αφιερωμένο στους θεούς, και επομένως είναι παραχωρημένο στους ανθρώπους για να το χρησιμοποιούν, ό,τι δηλαδή είναι προορισμένο για τους ανθρώπους. ἱερά και σια= η ιδιοκτησία θεών και ανθρώπων.] 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Η πολιτική αρετή, ως μοναδικό θεμέλιο για τη συγκρότηση και διατήρηση του οικοδομήματος της πολιτείας.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Mike McGlothlen

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

Υπάρχει ένα πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη πόλεως, ή δεν υπάρχει; (ἔστι τι ἕν, ἢ οὐκ ἔστιν, οὗ ἀναγκαῖον πάντας τοὺς πολίτας μετέχειν, εἴπερ μέλλει πόλις εἶναι;) Ποιο είναι το «ένα», «αναγκαίο» για την ύπαρξη της πόλης; Nα εντοπίσετε τη σχέση ανάμεσα στην άποψη αυτή και στον πρωταγόρειο μύθο.

[Ο μύθος έδειξε την πεποίθηση του Πρωταγόρα ότι η αρετή του πολίτη είναι κτήμα όλων «δυνάμει» (όλων αφού σε όλους δόθηκε η αἰδώς και η δίκη σύμφωνα με το μύθο). Χρειάζεται όμως η διδασκαλία και η εξάσκηση για να αφομοιωθεί (βλ. ενότητα 4η), διαφορετικά δε θα υπήρχε ποινικό δίκαιο (ενότητα 5η), ούτε θα έθετε νόμο ο Δίας για την τιμωρία όσων δε μετέχουν στην αἰδῶ και στη δίκη (βλ. ενότητα 3η).]

Ο Πρωταγόρας στο λόγο του διατυπώνει τη σκέψη πως η αρετή του πολίτη είναι το αναγκαίο εκείνο στοιχείο, στο οποίο πρέπει να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να είναι δυνατή η ύπαρξη της πόλης. Σε αντίθεση με τις τεχνικές γνώσεις που δεν είναι απαραίτητο να τις κατέχουν όλοι οι πολίτες, η αρετή του πολίτη, που συνίσταται από επιμέρους αρετές, όπως είναι η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η ευσέβεια, πρέπει να κατέχετε απ’ όλους για να συγκροτηθεί και να διατηρηθεί η πολιτεία.
Η αναφορά στην απόλυτη αξία της αρετής του πολίτη έχει ήδη ξεκινήσει στα πλαίσια του μύθου, όπου ο Πρωταγόρας παρουσίασε την αδυναμία των ανθρώπων να συνυπάρξουν αρμονικά σε οργανωμένες κοινωνίες και τη σωτήρια παρέμβαση του Δία, που ζήτησε να μοιραστούν σε όλους τους ανθρώπους η αἰδώς και η δίκη. Όπως μάλιστα έγινε σαφές από το μύθο, επειδή η πολιτική αρετή δόθηκε εκ των υστέρων στον άνθρωπο και όχι τη στιγμή της δημιουργίας του, υπάρχει σε αυτόν δυνάμει μόνο. Επομένως, δεν είναι δεδομένο ότι ο άνθρωπος θα αξιοποιήσει την πολύτιμη αυτή αρετή, γι’ αυτό το λόγο ο Δίας ζήτησε να τεθεί ως νόμος η θανάτωση όποιου ανθρώπου δεν συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη.
Το πέρασμα από την εν δυνάμει κατοχή της πολιτικής αρετής στην εμπέδωση και ενεργή αξιοποίησή της, επιτυγχάνεται μέσα από τη διδασκαλία και την άσκηση, χωρίς να παραγνωρίζεται βέβαια η ύπαρξη των ποινών ως μέσο συνετισμού εκείνων που αδυνατούν να αντιληφθούν πόσο σημαντικό είναι να μετέχουν στην πολιτική αρετή.
Με τη βοήθεια του μύθου ο Πρωταγόρας αιτιολόγησε αφενός την ιδιαίτερη αξία της πολιτικής αρετής (χάρη σ’ αυτήν επιτυγχάνεται η συγκρότηση πολιτειών), επιχείρησε να εξηγήσει την αδυναμία ορισμένων πολιτών να αναγνωρίσουν την αξία της και να υιοθετήσουν την πολιτική αρετή (δόθηκε εκ των υστέρων στους ανθρώπους κι έτσι υπάρχει μόνο δυνάμει κι όχι ως έμφυτο γνώρισμα), παρουσίασε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την αφομοίωσή της (επιμέλεια, άσκηση και διδασκαλία), αλλά και την αναγκαιότητα των ποινών προκειμένου να επανέρχονται στο σωστό δρόμο όσοι παρεκκλίνουν.
Ενώ, στα πλαίσια του λόγου του, θα παρουσιάσει τις συστηματικές και συνεχείς προσπάθειες που γίνονται από τους ενήλικες, ώστε οι νέοι πολίτες να υιοθετήσουν τα κελεύσματα της πολιτικής αρετής εξ απαλών ονύχων.

Ο Πρωταγόρας θεωρεί την ἀνδρὸς ἀρετήν, την πολιτική αρετή, ως μοναδικό θεμέλιο για τη συγκρότηση και διατήρηση του οικοδομήματος της πολιτείας. Πώς κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό; Να κρίνετε την εγκυρότητα του συλλογισμού του.

[Αφετηρία ήταν η πρόταση ότι, αφού υπάρχει πόλη ως οργανωμένη κοινότητα, δεν μπορεί παρά να υπάρχει ένα συνεκτικό στοιχείο, θεμελιώδες για την ίδια την ύπαρξη και τη διατήρησή της. Αυτό το ένα δεν μπορεί να είναι κάποια ειδική τέχνη, αλλά κάτι που κατέχουν όλοι, που έχει - αν θυμηθούμε την απάντηση του Δία στον Ερμή - μείνει έξω από τον καταμερισμό εργασίας. Αυτό είναι η ἀνδρὸς ἀρετή, η πολιτικὴ ἀρετή, που τη συναποτελούν η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη και η οσιότητα. Αφού υπάρχει λοιπόν αυτό το ένα, τότε πρέπει όλοι να μετέχουν σ’ αυτό και όποιος δε μετέχει, ούτε διδασκόμενος ούτε κολαζόμενος, να τιμωρείται με εξορία από την πόλη ή με θάνατο. Η οργανωμένη ζωή δε θα ήταν εφικτή χωρίς το αίσθημα σεβασμού και δικαίου. Σε κάποια φάση της εξέλιξης, όταν οι άνθρωποι κατάλαβαν τη σημασία της ζωής σε οργανωμένη κοινότητα, όταν ἐζήτουν ἁθροίζεσθαι, δέχτηκαν την αἰδῶ και τη δίκη ως προϋποθέσεις της «συνάθροισης» αυτής. Ούτε η αἰδώς και η δίκη - θεμέλια της πολιτικής - ούτε η ίδια η πολιτική «δόθηκαν», ή υπήρχαν, εξ αρχής στον άνθρωπο. Αναπτύχθηκαν σε μια φάση της εξέλιξης. Η οργανωμένη κοινωνική ζωή επιβάλλει κανόνες, νόμους. Οι νόμοι αυτοί δεν είναι φυσικοί γενικά, αλλά «φυσικοί για την κοινωνική ζωή», επειδή είναι αναγκαίοι. Γι’ αυτό και είναι σκληρές οι ποινές στους παραβάτες τους, σε όσους δηλαδή δε ρυθμίζουν τη ζωή και τη συμπεριφορά τους σύμφωνα με την πολιτική αρετή - με τη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη, την οσιότητα.
Η αποδεικτική διαδικασία του Πρωταγόρα έχει βέβαια δεοντολογικό χαρακτήρα (ἀναγκαῖον μετέχειν, δεῖ μετέχειν) λόγω του οποίου παρουσιάζεται ως «λογικά αδύνατη» (Γ. Μαρκαντωνάτος, σσ. 110-111) και επικρίνεται γιατί «ὤδινεν ὄρος καὶ ἔτεκε μῦν» (Δ. Γουδής, σ. 147). Το σημαντικό, κατά τη γνώμη μας, στο διάλογο του Πρωταγόρα δεν είναι οι κανόνες της τυπικής λογικής αλλά η πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία του σοφιστή.]

Ο Πρωταγόρας ξεκινώντας από το γεγονός ότι υπάρχουν οργανωμένες πολιτείες θεωρεί ως δεδομένη, γι’ αυτό και την επικαλείται μ’ ένα ρητορικό ερώτημα, την παρουσία της πολιτικής αρετής. Είναι, κατά τον Πρωταγόρα, αδύνατο να δεχτούμε ότι η δημιουργία πολιτειών επιτεύχθηκε χωρίς τη συνεισφορά της πολιτικής αρετής κι αυτό ουσιαστικά αποτελεί τη βάση της επιχειρηματολογίας του.
Αν δεν υπήρχε το αίσθημα δικαιοσύνης, ο αλληλοσεβασμός, η σωφροσύνη και η ευσέβεια, δε θα ήταν εφικτή η αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων και η συγκρότηση πολιτειών. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν οι τιμωρίες, αλλά και οι βαρύτερες ποινές, όπως είναι η εξορία και η θανάτωση, για εκείνους που αδυνατούν να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν τις επιταγές της πολιτικής αρετής.
Ο συλλογισμός του Πρωταγόρα αν ιδωθεί αυστηρά υπό το πρίσμα των κανόνων της τυπικής λογικής εμπεριέχει εγγενείς αδυναμίες, καθώς ο σοφιστής βασίζεται σε δεοντολογικές διατυπώσεις, αναφέρεται δηλαδή κυρίως στο τι πρέπει και στο τι είναι αναγκαίο να συμβαίνει. Η δεοντολογική αυτή προσέγγιση υπονομεύει την εγκυρότητα του συλλογισμού, υπό την έννοια ότι τον απομακρύνει από το τι πραγματικά συμβαίνει. Η αποδεικτική διαδικασία αυτής της θέσης έχει βέβαια ξεκινήσει ήδη από το μύθο που διηγήθηκε ο σοφιστής, όπου και παρουσίασε εκτενέστερα την αναγκαιότητα της πολιτικής αρετής ως θεμέλιο για τη συγκρότηση των πολιτειών.
Η προσπάθεια του Πρωταγόρα να συνδέσει κατ’ απόλυτο τρόπο την πολιτική αρετή με την οργάνωση και διατήρηση των πολιτειών, παρά τα περιορισμένα περιθώρια πειθούς του μύθου και παρά το δεοντολογικό της χαρακτήρα, ενέχει ιδιαίτερη αξία, αν αναλογιστούμε την ιδανική μορφή που θα μπορούσε να λάβει η κοινωνική οργάνωση αν πράγματι όλοι οι πολίτες μετείχαν ενεργά στην πολιτική αρετή. 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η: Απ' το μύθο στο λόγο

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Melissa Moore

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 7η

Ποια αντίρρηση του Σωκράτη δηλώνει ότι θα ανασκευάσει ο Πρωταγόρας;

Ο Σωκράτης εκφράζοντας τις αντιρρήσεις του σχετικά με το διδακτό της αρετής είχε αναφερθεί στο γεγονός ότι οι άριστοι από τους αθηναίους πολίτες αδυνατούν να μεταδώσουν ακόμη και στα παιδιά τους την αρετή που οι ίδιοι κατέχουν. Ο Σωκράτης, μάλιστα, είχε φέρει ως παράδειγμα τον Περικλή, ο οποίος ούτε τους γιους του, ούτε τον μικρότερο αδελφό του Αλκιβιάδη, τον Κλεινία, που τον είχε υπό την κηδεμονία του, κατόρθωσε να εκπαιδεύσει κατάλληλα στην πολιτική αρετή.
Την αντίρρηση αυτή, σχετικά με την αδυναμία των αγαθών πολιτών να μεταδώσουν την αρετή στα παιδιά τους, δηλώνει ότι θα ανασκευάσει ο Πρωταγόρας.

Με ποια μέθοδο δηλώνει ότι θα ανασκευάσει τη δεύτερη αντίρρηση του Σωκράτη; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, προτίμησε να αλλάξει μέθοδο; Ποια πλεονεκτήματα του προσφέρει αυτή η αλλαγή;

Ο Πρωταγόρας προκειμένου να ανασκευάσει τη δεύτερη αντίρρηση του Σωκράτη σκοπεύει να χρησιμοποιήσει πλέον λόγο και όχι μύθο, όπως έκανε για την πρώτη αντίρρηση. Σε αντίθεση με το μύθο που ενέχει συμβολικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου περιορισμένα περιθώρια πειθούς, ο λόγος βασιζόμενος σ’ επιχειρήματα, σε τεκμηριωμένες κρίσεις και σε μια ορθολογικά δομημένη παρουσίαση των σκέψεων του ομιλητή, κρίνεται σαφώς πιο πειστικός και ιδανικότερος για μια επαρκέστερη απάντηση στις αντιρρήσεις του συνομιλητή.
Ο Πρωταγόρας στο πρώτο μέρος του λόγου του προτίμησε να παρουσιάσει τις απόψεις του με μια μυθική διήγηση, κυρίως επειδή η προσπάθειά του να μιλήσει για την αρχή σύνθεσης των κοινωνιών προσέκρουε στην έλλειψη βασικών πληροφοριών. Ο σοφιστής προτίμησε έτσι την ελευθερία που του παρείχε ο μύθος, ώστε να μη χρειαστεί να επιχειρηματολογήσει πάνω σε ζητήματα που βρίσκονταν πέρα από τις γνώσεις του ίδιου, αλλά και των ακροατών του. Το θέμα της αρχικής δημιουργίας των κοινωνιών μπορούσε να προσεγγιστεί μόνο μέσω εικασιών, καθώς δεν υπήρχαν επαρκή ιστορικά στοιχεία για τη δημιουργία μιας ασφαλούς και σαφώς αιτιολογημένης άποψης.
Ο μύθος, επομένως, επέτρεψε στον Πρωταγόρα να προβεί σε μια αναδρομική προσέγγιση της κοινωνικής συνύπαρξης των ανθρώπων και σε μια πρώτη προσέγγιση του εξεταζόμενου ζητήματος σχετικά με το διδακτό της αρετής. Η σχετικότητα, όμως, των συμπερασμάτων που προέκυψαν από τις συμβολικές προεκτάσεις του μύθου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ικανή για να πείσει τον Σωκράτη, γι’ αυτό και ο σοφιστής ερχόμενος στη δεύτερη αντίρρηση του συνομιλητή του, η οποία αφορούσε μια πιο επικαιρική διάσταση του εξεταζόμενου ζητήματος, επιλέγει να απαντήσει μ’ έναν λόγο.
Η αντίρρηση του Σωκράτη σχετικά με την ικανότητα των αγαθών πολιτών να μεταδώσουν την αρετή στους άλλους και ιδίως στα παιδιά τους, βρίσκεται απολύτως μέσα στα όρια της γνώσης και της εμπειρίας του Πρωταγόρα, γι’ αυτό κι αισθάνεται πιο ασφαλής να διαπραγματευτεί το θέμα με επιχειρήματα κι όχι πια με μύθους και συμβολισμούς. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...