Naxart studio
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Δυνάμωσις»
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει
να βγει απ’ το σέβας κι από την
υποταγή.
Από τους νόμους μερικούς θα τους
φυλάξει,
αλλά το περισσότερο θα παραβαίνει
και νόμους κ’ έθιμα κι απ’ την
παραδεγμένη
και την ανεπαρκούσα ευθύτητα θα βγει.
Από τες ηδονές πολλά θα διδαχθεί.
Την καταστρεπτική δεν θα φοβάται πράξι·
το σπίτι το μισό πρέπει να γκρεμισθεί.
Έτσι θ’ αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώσι.
Το χειρόγραφο του ποιήματος συνοδεύεται
από το σημείωμα: «Όχι για δημοσίευσι. Αλλά μπορεί να μένει εδώ».
Το ποίημα «Δυνάμωσις» ανήκει στα
Κρυμμένα του ποιητή, αφού αν και ολοκληρωμένο, ο ποιητής προτίμησε να μην το
δημοσιεύσει τελικά. Θέμα του ποιήματος είναι το τι, κατά τη γνώμη του ποιητή,
οφείλει να κάνει όποιος θέλει να ενδυναμώσει πραγματικά το πνεύμα του,
προκειμένου να αποκτήσει αληθινή αντίληψη της πραγματικότητας.
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει
να βγει απ’ το σέβας κι από την
υποταγή.
Μια πρώτη βασική προϋπόθεση για όποιον
επιθυμεί να δυναμώσει το πνεύμα του είναι να απομακρυνθεί από τα δεσμά του
σεβασμού και της υποταγής. Ο άνθρωπος που τείνει να υποτάσσεται στη θέληση των
άλλων και να περιορίζει τον εαυτό του υπακούοντας σε μια εσωτερική αίσθηση
σεβασμού απέναντι στους συνανθρώπους του και στις αξίες της εποχής του, δεν
κατορθώνει ποτέ να αποκτήσει την επιδιωκόμενη πνευματική οξύτητα. Το μόνο που
πετυχαίνει είναι να προσαρμόζεται πλήρως στα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα της
εποχής του και να γίνεται ένας φιλήσυχος άνθρωπος που μένει σταθερά
προσηλωμένος στις προσωπικές του υποθέσεις.
Η υποταγή σε νόμους, αξίες και
ανθρώπους είναι ο πλέον ασφαλής δρόμος για να ακρωτηριάσει κανείς την
πνευματική του αντίληψη και να μετατραπεί σ’ ένα πειθήνιο και καθοδηγούμενο
πιόνι του κοινωνικού συστήματος. Η υποταγή είναι εκείνη που φέρνει τους
ανθρώπους στα μέτρα που επιθυμούν η κοινωνία και οι κρατούντες, ώστε να μπορούν
να τους έχουν διαρκώς υπό έλεγχο.
Ο άνθρωπος που απορρίπτει την υποταγή
και το σεβασμό εξωθείται στο να αντικρίσει την πραγματικότητα μακριά από τις
κατευθυντήριες γραμμές της κοινωνίας και αναγκάζεται έτσι να εμπιστευτεί τη
δική του αντίληψη σε σχέση με τα πώς και τα γιατί του κοινωνικού και πολιτικού
γίγνεσθαι. Μη έχοντας την ασφάλεια των έξωθεν επιβεβλημένων «οδηγιών» αρχίζει
σιγά σιγά να βλέπει το πλέγμα ελέγχου που διαμορφώνεται από τους κρατούντες
σταθερά και συστηματικά προκειμένου να είναι απολύτως καθοδηγούμενη η αντίληψη
των πολιτών για τα πράγματα∙ αρχίζει σιγά σιγά να κατανοεί πως κάθε κοινωνική,
πολιτική και οικονομική εξέλιξη, όχι μόνο δεν προκύπτει τυχαία ή δήθεν κατ’
ανάγκη, αλλά ότι ακολουθεί ένα προσεκτικά οργανωμένο σχέδιο των ισχυρών, που
από νωρίς και με πλήρη αίσθηση αποστασιοποίησης προδιαγράφουν την πορεία που θα
ακολουθήσει κάθε πολιτεία προκειμένου να αποκομίσουν εκείνοι τα οφέλη που
επιθυμούν.
Από τους νόμους μερικούς θα τους
φυλάξει,
αλλά το περισσότερο θα παραβαίνει
και νόμους κ’ έθιμα κι απ’ την
παραδεγμένη
και την ανεπαρκούσα ευθύτητα θα βγει.
Σε ό,τι αφορά, λοιπόν, την κοινωνική
υπόσταση του ατόμου και τη θέση του ως πολίτη του κράτους, οφείλει να συνειδητοποιήσει
πως οι νόμοι υπάρχουν περισσότερο για να κατευθύνουν τη δράση των πολιτών και
να μορφοποιούν τις συνειδήσεις τους σύμφωνα με τις ανάγκες των ισχυρών. Έτσι,
πέρα από ορισμένους νόμους που έχουν ζωτική σημασία για την ορθή κοινωνική
συνύπαρξη, τους υπόλοιπους θα πρέπει να τους παραβιάζει, όπως άλλωστε και τα
έθιμα, που αποτελούν κι αυτά μέσο ελέγχου και καθοδήγησης των ανθρώπων.
Η πορεία προς την ενδυνάμωση του
πνεύματος δεν είναι εύκολη και δεν μπορεί να προκύψει αν το άτομο αφήνεται στις
κατευθυντήριες γραμμές που του προσφέρει η κοινωνία. Οφείλει να βγει από τη
νομιμότητα και από τους περιορισμούς της εθιμοτυπίας∙ οφείλει να αποστασιοποιηθεί
από το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο και ύστερα να παρατηρήσει με ψυχραιμία και
αντικειμενικότητα τις δράσεις και τις αντιδράσεις τους, προκειμένου να
κατανοήσει τη λογική που τις διατρέχει, και πολύ περισσότερο προκειμένου να
αντιληφθεί πόσο κενή είναι η δράση των ανθρώπων από ουσιαστική σκέψη. Οι
περισσότεροι άνθρωποι, άλλωστε, δεν δρουν∙ οι περισσότεροι άνθρωποι αντιδρούν
στις συνθήκες που σκοπίμως διαμορφώνουν οι κρατούντες, προκειμένου να αφαιρούν
από τους πολίτες τη δυνατότητα της σε βάθος εξέτασης των κοινωνικών συνθηκών.
Πιεσμένοι από πλείστες ανάγκες ή ξεγελασμένοι από τεχνητές συνθήκες ευφορίας οι
πολίτες είναι τα υπό των έλεγχο των ισχυρών άβουλα ανδρείκελα μιας πολιτείας
δίχως πολιτική σκέψη και αντίληψη.
Έτσι, ο άνθρωπος που θέλει να δυναμώσει
το πνεύμα του οφείλει να βγει από την κοινωνικώς αποδεκτή «ευθύτητα»∙ από την
κοινωνικώς αποδεκτή πορεία, αφού αυτή δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια
προδιαγεγραμμένη από τους έχοντες και τους κρατούντες πορεία που κρατά υπό
έλεγχο τα μέλη της κάθε κοινωνίας. Μια πορεία που βολεύει εκείνους που κινούν
τα νήματα, μα μια πορεία ανεπαρκής για όποιον θέλει να δει την αλήθεια της
κοινωνίας όπως ακριβώς είναι και όχι με τις στρεβλώσεις που τις προκαλούν οι
παρεμβάσεις των κρατούντων.
Από τες ηδονές πολλά θα διδαχθεί.
Σε ό,τι αφορά από την άλλη τις πιο
προσωπικές πτυχές της προσωπικότητας του κάθε ατόμου, σημαντική πηγή γνώσεων
είναι οι ηδονές, οι απολαύσεις τόσο του σώματος όσο και του πνεύματος, οι
οποίες φανερώνουν κατά τρόπο ιδιαίτερα εναργή τις πραγματικές κλίσεις και τις
πραγματικές επιθυμίες του κάθε ανθρώπου.
Οι πνευματικές απολαύσεις, ιδιαίτερα,
που συνιστούν και μέσο αγωγής της ψυχής του ατόμου, δεν θα πρέπει να αντλούνται
από τις προς μαζική κατανάλωση μορφές διασκέδασης κι από τα αναγνώσματα για το
ευρύ κοινό, που επιχειρούν συνήθως να χειραγωγήσουν -έστω και έμμεσα- τη σκέψη
των ανθρώπων. Το άτομο οφείλει να αναζητήσει εκείνες τις «ηδονές» που αφενός
ανταποκρίνονται περισσότερο στις δικές του προτιμήσεις κι αφετέρου του
επιτρέπουν να αποστασιοποιηθεί από τη μαζική χειραγωγούμενη κουλτούρα.
Την καταστρεπτική δεν θα φοβάται πράξι∙
το σπίτι το μισό πρέπει να γκρεμισθεί.
Έτσι θ’ αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώσι.
Καίριας σημασίας, συνάμα, για την
επίτευξη της πνευματικής ενδυνάμωσης είναι να πάψει το άτομο να επιζητεί την ασφάλεια
και την αδιατάρακτη γαλήνη. Θα πρέπει να είναι έτοιμο να ανατρέψει παγιωμένες
καταστάσεις του παρελθόντος και να βγει από την ολέθρια αδρανοποίηση της συνήθειας
και του βολέματος. Θα πρέπει να πάψει να φοβάται την καταστρεπτική πράξη, αφού μόνο
αν είναι πρόθυμο να έρθει σε ρήξη με την τεχνηέντως δομημένη κοινωνική
πραγματικότητα θα μπορέσει να αποδεσμευτεί δραστικά από τη αλλοιωμένη θέαση της
πραγματικότητας.
Το τίμημα για την ελεύθερη και
αντικειμενική αποτίμηση των κοινωνικών δεδομένων, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί
υπό τον έλεγχο των κρατούντων, είναι η ύπαρξη πέρα από την αίσθηση ασφάλειας
και κανονικότητας που προσφέρει η ελεγχόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Όπως,
άλλωστε, το αποδίδει ο ποιητής, το μισό σπίτι θα πρέπει να γκρεμισθεί, έστω κι
αν αυτή η προοπτική φοβίζει τους περισσότερους ανθρώπους. Όσο οι πολίτες
συνεχίζουν να συμβιβάζονται με τις κοινωνικές συνθήκες που τους προσφέρουν οι
ισχυροί και οι έχοντες, δεν μπορεί να προκύψει πραγματική και ουσιαστική γνώση.
Δεν μπορεί κάποιος να ζει και να αποδέχεται τους κανόνες μιας ρυθμιζόμενης από άλλους
πραγματικότητας και να έχει συνάμα την αξίωση να γνωρίσει την αλήθεια.
Το άτομο που θα παραβεί τους κανόνες
και τους νόμους∙ το άτομο που θα αποτινάξει την ανάγκη της ασφάλειας και θα
είναι πρόθυμο να ζήσει χωρίς δεδομένα∙ το άτομο που θα είναι έτοιμο να
καταστρέψει την εικόνα της πραγματικότητας που του παρουσιάζουν συστηματικά,
είναι εκείνο που θα μπορέσει τελικά να προσεγγίσει τη γνώση. Πρόκειται, βέβαια,
για μια πορεία εξαιρετικά δύσκολη που θα δοκιμάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις αντοχές
του, προσφέροντάς του ως μόνο αντάλλαγμα τη δυνατότητα να αντικρίζει τον κόσμο όπως
πραγματικά είναι, με όλες τις εξαρτήσεις, τα συμφέροντα, τη σκληρότητα, τους υπολογισμούς
και τις ακούσιες θυσίες που τον διακρίνουν.
Παρά το γεγονός, πάντως, πως η επίτευξη
της γνώσης συνεπάγεται πως το άτομο θα παραβεί με τη θέλησή του νόμους και
ηθικές αξίες, αυτό δε σημαίνει πως θα εξαχρειωθεί∙ το αντίθετο μάλιστα. Η
πορεία προς τη γνώση με όλες τις πράξεις αντίστασης και ανυποταγής που τη
συνοδεύουν απομακρύνει το άτομο από την τεχνητή αίσθηση ηθικής που έχουν
εμφυσήσει οι κρατούντες στα μέλη της κοινωνίας, και το οδηγεί σε μια πραγματικά
ενάρετη διαβίωση, αφού θα σταθεί απέναντι στο αληθινό πρόσωπο της κοινωνίας,
γνωρίζοντας πια τι είναι πραγματικά σωστό και ποια είναι η «επιβεβλημένη»
εικόνα του σωστού. Έχοντας σπάσει τα δεσμά της χειραγωγημένης αντίληψης, θα
φτάσει πλησιέστερα σε μια πιο καθαρή και αγνή εικόνα της ηθικής.