Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία Προσανατολισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία Προσανατολισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ιστορία Προσανατολισμού: Πανελλαδικές Εξετάσεις 2022 (Θέματα & Απαντήσεις)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Lab No. 4 - The Quotography Department
 
Ιστορία Προσανατολισμού: Πανελλαδικές Εξετάσεις 2022 (Θέματα & Απαντήσεις)
 
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
ΘΕΜΑ Α1
Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων ιστορικών όρων:
α. Φροντιστήριο της Τραπεζούντας
 
Το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, που είχε ιδρύσει το 1682 ο μεγάλος Τραπεζούντιος δάσκαλος του Γένους Σεβαστός Κυμινήτης και λειτούργησε παρά τις αντιξοότητες μέχρι το 1922, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πνευματική και ηθική ανάπλαση των Ελληνοποντίων και στην ανάπτυξη της εθνικής τους συνείδησης.
 
β. Κοινοβουλευτική ομάδα των Ιαπώνων
 
Το μοναδικό νέο πολιτικό στοιχείο έως το 1909 ήταν η εμφάνιση της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ιαπώνων, πολιτικού μορφώματος υπό τον Δημήτριο Γούναρη, που ιδρύθηκε το 1906. Επίκεντρο της κριτικής του ήταν η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να προσαρμοστεί στις εξελίξεις της κοινωνίας. Η ομάδα δεν μπόρεσε να επιβιώσει και διαλύθηκε το 1908.
 
γ. Εθνικόν Κομιτάτον
 
Στο πλαίσιο της εθνοσυνέλευσης του 1862-1864 συγκροτήθηκαν, πέρα από τις παρατάξεις των πεδινών και των ορεινών, πολιτικοί σχηματισμοί με μικρότερη απήχηση, όπως το Εθνικόν Κομιτάτον, υπό τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, που υποστήριζε την ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού και τον εκσυγχρονισμό της χώρας, οικονομική ανάπτυξη και μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση και στο στρατό, πολιτισμική εξάπλωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία.
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Α2
Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν, γράφοντας στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στην κάθε πληροφορία και δίπλα του τη λέξη Σωστό, αν η πληροφορία είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν η πληροφορία είναι λανθασμένη:
α. Το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού εμπορίου της Ελλάδας, τον πρώτο αιώνα της ανεξαρτησίας της, αφορούσε γεωργικά προϊόντα.
β. Στο χώρο της έγγειας ιδιοκτησίας το οθωμανικό δίκαιο δεν διέφερε από το βυζαντινορωμαϊκό που υιοθέτησε το ελληνικό κράτος.
γ. Το έργο της διάνοιξης της διώρυγας της Κορίνθου ξεκίνησε το 1881 από μια υπερβολικά αισιόδοξη αμερικανική εταιρεία.
δ. Το κόστος των Βαλκανικών πολέμων ήταν σημαντικό, δεν κλόνισε όμως την εθνική οικονομία, όπως συνέβαινε με τις στρατιωτικές κινητοποιήσεις του 19ου αιώνα.
ε. Η Τράπεζα της Ελλάδος πολύ γρήγορα, μετά τη λειτουργία της, πέτυχε σταθερές ισοτιμίες της δραχμής με τα ξένα νομίσματα.
Μονάδες 10
 
α. Σωστό
β. Λάθος
γ. Λάθος
δ. Σωστό
ε. Σωστό
 
ΘΕΜΑ Β1
Ποιοι ήταν οι στόχοι του εκσυγχρονιστικού προγράμματος του τρικουπικού κόμματος και ποιες προσπάθειες έγιναν για την υλοποίησή του;
Μονάδες 12
 
Ο Τρικούπης θεωρούσε το κράτος ως μοχλό της οικονομικής ανάπτυξης και επιδίωκε τον εκσυγχρονισμό με κάθε κόστος. Το τρικουπικό κόμμα ήδη από το 1875 παρουσίασε ένα συστηματικό πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της χώρας, αρκετά κοντά στις αντιλήψεις του Κουμουνδούρου, το οποίο προέβλεπε: α) συγκρότηση κράτους δικαίου, β) εξορθολογισμό της διοίκησης, κυρίως με τον καθορισμό των προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων, ώστε να περιοριστεί η ευνοιοκρατία, γ) ανάπτυξη της οικονομίας και κυρίως ενίσχυση της γεωργίας, βελτίωση της άμυνας και της υποδομής, κατά κύριο λόγο του συγκοινωνιακού δικτύου της χώρας.
Για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος έγιναν οι εξής προσπάθειες:
1. οργανωτικές μεταβολές και βελτίωση των οικονομικών του κράτους, με την αύξηση των φόρων και τη σύναψη δανείων και
2. παροχή κινήτρων στην ιδιωτική πρωτοβουλία για επενδύσεις.
 
ΘΕΜΑ Β2
Για ποιους λόγους η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) κατά την αποκατάσταση των προσφύγων έδωσε προτεραιότητα:
α. στην ανάπτυξη της γεωργίας; (μονάδες 6)
β. στην εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία και στη Δυτική Θράκη;
(μονάδες 7)
Μονάδες 13
 
α. Η ΕΑΠ διέκρινε την αποκατάσταση των προσφύγων σε αγροτική (παροχή στέγης και κλήρου στην ύπαιθρο) και αστική (παροχή στέγης στις πόλεις). Μολονότι οι περισσότεροι πρόσφυγες ασκούσαν στην πατρίδα τους «αστικά» επαγγέλματα (σχετικά με το εμπόριο, τη βιοτεχνία-βιομηχανία κ.τ.λ.), δόθηκε το βάρος στη γεωργία, γιατί:
1. υπήρχαν τα μουσουλμανικά κτήματα (κυρίως στη Μακεδονία, αλλά και στην Κρήτη, τη Λέσβο, τη Λήμνο και αλλού),
2. αγροτική αποκατάσταση ήταν ταχύτερη και απαιτούσε μικρότερες δαπάνες,
3. η ελληνική οικονομία βασιζόταν ανέκαθεν στη γεωργική παραγωγή,
4. υπήρχε η πολιτική σκοπιμότητα της αποφυγής κοινωνικών αναταραχών με τη δημιουργία γεωργών μικροϊδιοκτητών αντί εργατικού προλεταριάτου.
 
β. Εξάλλου, δόθηκε προτεραιότητα στην εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη καθώς:
1. ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν τα μουσουλμανικά κτήματα και τα κτήματα των Βουλγάρων μεταναστών (σύμφωνα με τη συνθήκη του Νεϊγύ). Αυτό θα καθιστούσε τους πρόσφυγες αυτάρκεις σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα συντελούσε στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής,
2. θα καλυπτόταν το δημογραφικό κενό που είχε δημιουργηθεί με την αναχώρηση των Μουσουλμάνων και των Βουλγάρων και τις απώλειες που προκάλεσαν οι συνεχείς πόλεμοι (1912-1922). Επιπλέον, έτσι εποικίζονταν παραμεθόριες περιοχές.
 
ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΘΕΜΑ Γ1
Πώς αντιμετωπίστηκαν οι πρώτες στοιχειώδεις και πιεστικές ανάγκες των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής, μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα; Να απαντήσετε συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις με τις πληροφορίες από τα κείμενα που σας δίνονται.
Μονάδες 25
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
     Το φθινόπωρο του 1922 όλοι οι δημόσιοι χώροι της Αθήνας και του Πειραιά είχαν «καταληφθεί» από πρόσφυγες. Κεντρικές πλατείες και δρόμοι, δημόσιες υπηρεσίες, θέατρα, ξενοδοχεία, δημόσια λουτρά, αποθήκες και υπόστεγα «στέγαζαν» χιλιάδες ανθρώπους.
     Τον Σεπτέμβριο του 1922, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία επιτρεπόταν η τοποθέτηση κλινών στους διαδρόμους των ξενοδοχείων. […]
     Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1922, σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου του δημάρχου Αθηνών, περίπου 70.000 πρόσφυγες διέμεναν σε 130 πρόχειρους καταυλισμούς διάσπαρτους σε ολόκληρη την πόλη. Η δημοτική αρχή επιδόθηκε σε έναν αγώνα με το χρόνο για να καθαρίσει και να διαμορφώσει κατάλληλα χώρους στους οποίους θα μπορούσαν να διαμείνουν προσωρινά οι πρόσφυγες. […]
     Χαρακτηριστική της κατάστασης που αντιμετώπιζαν οι πρόσφυγες μετά την αποβίβασή τους στο λιμάνι του Πειραιά είναι η εικόνα που καταγράφεται από την Τασία Χρυσάφη-Ακερμανίδου, ένα από τα παιδιά που γεννήθηκαν πάνω στα πλοία κατά τη διάρκεια μεταφοράς των προσφύγων στην Ελλάδα. […]
     Μετά από περιπλάνηση αρκετών ημερών, η οικογένεια Ακερμανίδη βρήκε στέγη με τη βοήθεια μιας γυναίκας που έμενε στη συνοικία της Γαργαρέττας κάτω από την Ακρόπολη. Ο μοναδικός χώρος που μπορούσε να τους προσφέρει ήταν ένα κοτέτσι στην αυλή του σπιτιού της. Αφού πρώτα έσφαξε τη μοναδική κότα που είχε και ασβέστωσε καλά το χώρο, το κοτέτσι αποτέλεσε το πρώτο «σπίτι» της οικογένειας Ακερμανίδη για έναν τουλάχιστον μήνα μετά την άφιξή της στην Αθήνα.
 
Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «Πρόσφυγες και γηγενείς στη μεταπολεμική Αθήνα. Πτυχές μιας δύσκολης συνύπαρξης», στο: Αρτ. Ψαρομήλιγκος και Βασιλική Λάζου (επιμ.), Ιστορία της Μικράς Ασίας, Αθήνα 2011, σσ. 9-11 (διασκευή).
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
     «Βλέπετε εκεί;», μας λέει ο βαρκάρης. «Είναι η εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Εκεί έχουν μαζευτεί πολλοί πρόσφυγες. Πηγαίνετε κι εσείς».
     Πράγματι, προχωράμε και φτάνουμε στην εκκλησία. Η εκκλησία ήταν γεμάτη από κόσμο. […] Κάποια στιγμή, μετά από ώρες, που μου φάνηκαν αιώνες, ξημέρωσε, και με τις πρώτες χλομές ακτίνες του ήλιου κινήσαμε να βρούμε το σπίτι του συγγενή μας, του Γιάννη του Σιδέρη. Ξέραμε πως έμενε στην οδό Ευκλείας 6. Τυχεροί μέσα στα τόσα που μας συνέβαιναν, βρήκαμε το δρόμο πολύ κοντά στην εκκλησία όπου είχαμε διανυκτερεύσει. Χτυπάω την πόρτα του σπιτιού που μας δείξανε. Μου άνοιξαν κάποιοι άνθρωποι, ενοικιαστές κι αυτοί στο ίδιο κτίριο. Τότε στην Ελλάδα η φτώχεια ήταν μεγάλη. Πέντε έξι οικογένειες νοίκιαζαν ένα σπίτι και είχαν κοινή κουζίνα. Μας καλοδέχτηκαν οι άνθρωποι κι έστειλαν να ειδοποιήσουν το θείο μου το Γιάννη. Όλοι μάς φρόντισαν και μας έβαλαν να φάμε κι εμείς τους ρωτούσαμε αν είχαν δει τους δικούς μας.
 
Φιλιώ Χαϊδεμένου, Τρεις αιώνες, μια ζωή, Αθήνα 2005, σ. 146.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
     Η μεγάλη έξοδος των χριστιανών από τη Μικρά Ασία είχε ξεκινήσει. […] Οι γυναίκες και τα παιδιά χωρίστηκαν από τους άντρες τους, στριμώχτηκαν στα πλοία και διαπεραιώθηκαν στον Πειραιά ή στη Θεσσαλονίκη. Έφτασαν, καθώς σημειώνουν όλοι οι παρατηρητές, χωρίς καμία βούληση. Πέρασαν μήνες στα αυτοσχέδια προσφυγικά στρατόπεδα, όπου ζούσαν κάτω από σκηνές, στον περίβολο του ναού του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, και σε άλλα στρατόπεδα, ενώ φιλάνθρωποι εθελοντές τους εφοδίαζαν με σούπα, ψωμί και κουβέρτες, ώσπου να βρουν τη θέληση να σταθούν ξανά στα πόδια τους.
 
Michael Llewellyn Smith, Το όραμα της Ιωνίας: Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία, 1919-1922 (μτφρ. Λίνα Κάσδαγλη), Αθήνα 2002, σσ. 550-551.
 
Ενδεικτική απάντηση
 
Στην αρχή το κράτος αντιμετώπισε με τα μέσα που διέθετε τις πρώτες στοιχειώδεις και πιεστικές ανάγκες των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής: διατροφή, προσωρινή στέγαση, ιατρική περίθαλψη. Κινητοποιήθηκαν επίσης ιδιώτες, ατομικά ή οργανωμένα. Αποφασιστική, ιδιαίτερα για την ιατρική περίθαλψη και την παροχή φαρμάκων, υπήρξε η δραστηριοποίηση στην Ελλάδα ξένων φιλανθρωπικών οργανώσεων. Διενεργήθηκαν έρανοι, οργανώθηκαν πρόχειρα συσσίτια και έγινε προσπάθεια για καθημερινή διανομή ψωμιού, παροχή ρουχισμού και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης. Όπως επισημαίνει ο Michael Llewellyn Smith (Κείμενο Γ), η διανομή φαγητού και σκεπασμάτων στα «προσφυγικά στρατόπεδα» γινόταν από εθελοντές, οι οποίοι στήριζαν τους πρόσφυγες με φιλάνθρωπη διάθεση.
Με την άφιξη των προσφύγων, το έργο της προσωρινής στέγασης ανέλαβε το Υπουργείο Περιθάλψεως, που ενισχύθηκε με έκτακτο προσωπικό. Στη συνέχεια το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων (ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 1922) ανήγειρε ξύλινα παραπήγματα για τη στέγαση των προσφύγων. Πλήθος ξεπρόβαλαν οι αυτοσχέδιες κατασκευές που χρησίμευαν ως προσωρινά καταλύματα (καλύβες, παράγκες, σκηνές) γύρω από τις πόλεις, σε πλατείες ή στα κενά οικόπεδα των πόλεων. Σύμφωνα με την καταγραφή του Michael Llewellyn Smith (Κείμενο Γ), τους πρώτους μήνες μετά την άφιξή τους στην Αθήνα, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, οι πρόσφυγες συγκεντρώθηκαν σε αυτοσχέδια προσφυγικά «στρατόπεδα», στα οποία ζούσαν σε σκηνές. Ένα εκ των οποίων είχε διαμορφωθεί στον περίβολο του ναού του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα. Δεν έμεινε, άλλωστε, χώρος στεγασμένος που να μη χρησιμοποιήθηκε: σχολεία, εκκλησίες και τζαμιά, στρατώνες, θέατρα, δημόσια κτίρια, αποθήκες, υπόγεια. Επιτάχθηκαν τα άδεια σπίτια σε όλη την Επικράτεια. Καταλήφθηκαν ακόμη και κατοικούμενοι χώροι, οι ένοικοι των οποίων μοιράστηκαν την κατοικία τους με τους πρόσφυγες. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται από τον Μενέλαο Χαραλαμπίδη (Κείμενο Α), ο οποίος τονίζει πως το φθινόπωρο του 1922 κάθε δημόσιος χώρος τόσο της Αθήνας όσο και του Πειραιά ήταν κατειλημμένος από τους πρόσφυγες. Το πρόβλημα, μάλιστα, ήταν τόσο έντονο, ώστε τον Σεπτέμβριο του 1922 το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας προχώρησε στην έκδοση απόφασης σύμφωνα με την οποία τα ξενοδοχεία μπορούσαν πλέον να τοποθετήσουν κρεβάτια ακόμη και στους διαδρόμους τους. Ενώ, στις αρχές Δεκεμβρίου 1922, όπως ανακοινώθηκε από το γραφείο του Δημάρχου της Αθήνας, σχεδόν 70.000 πρόσφυγες είχαν τοποθετηθεί σε 130 καταυλισμούς πρόχειρα διαμορφωμένους σε διάφορα σημεία της πόλης. Οι υπηρεσίες του δήμου, πάντως, προσπαθούσαν, όσο πιο γρήγορα γινόταν, να προετοιμάσουν πρόσθετους χώρους στους οποίους θα μπορούσαν να βρουν προσωρινή στέγαση οι πρόσφυγες. Ενδεικτική της δύσκολης κατάστασης που αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες κατά την άφιξή τους είναι η περίπτωση της οικογένειας της Τασίας Χρυσάφη-Ακερμανίδου, η οποία, σύμφωνα με τη δική της αφήγηση, διέμεινε τον πρώτο μήνα σε ένα κοτέτσι σε μια συνοικία κοντά στην Ακρόπολη. Τις δυσχέρειες στέγασης των προσφύγων φανερώνει και η μαρτυρία της Φιλιώς Χαϊδεμένου (Κείμενο Β), σύμφωνα με την οποία, η δική της οικογένεια διέμεινε την πρώτη βραδιά σε μια γεμάτη εκκλησία και ακολούθως κατέφυγαν σε ένα συγγενικό τους σπίτι, όπου διέμεναν ήδη κι άλλοι ενοικιαστές. Όπως συνέβαινε, άλλωστε, τότε στην Ελλάδα λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης, αρκετές οικογένειες νοίκιαζαν ένα μόλις σπίτι και διαβιούσαν μαζί μοιραζόμενες ορισμένους κοινόχρηστους χώρους.
 
ΘΕΜΑ Δ1
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις με τις πληροφορίες από τα κείμενα που σας δίνονται, να παρουσιάσετε:
α. τα πολιτικά γεγονότα στην Κρήτη από τις 18 Μαρτίου 1901 μέχρι και την προκήρυξη εκλογών στο τέλος του 1904
(μονάδες 15)
και
β. τη στάση της αντιπολίτευσης στην εξαγγελία των εκλογών και τους σκοπούς της σύμφωνα και με την προκήρυξή της.
(μονάδες 10)
Μονάδες 25
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
     Ο Βενιζέλος απολύθηκε από τον [Ύπατο Αρμοστή] Γεώργιο και μέσα από απανωτά δημοσιεύματα στην εφημερίδα Κήρυξ των Χανίων εξήγησε τη στάση του και απάντησε στα αθηναϊκά δημοσιεύματα που τον κατηγορούσαν. […] Στο προσωπικό του σημειωματάριο ο Βενιζέλος αναφέρεται στους λόγους της απόλυσής του από τον πρίγκιπα, θεωρώντας την ως μία πράξη επίρριψης ευθυνών στο πρόσωπό του από τον Αρμοστή, λόγω της αναποτελεσματικότητας του τελευταίου και σε μία προσπάθεια να δικαιολογήσει τη στασιμότητα και το αδιέξοδο στο οποίο είχε φτάσει το Κρητικό Ζήτημα. Χαρακτηριστικά ανέφερε: «[...] Ο πρίγκηψ εξεμάνη ακολούθως εναντίον μου, διότι περιέπιπτεν από αποτυχίας εις αποτυχίαν […] και έπρεπε να ευρεθή ο αποδιοπομπαίος τράγος […]».
 
Εμμανουήλ Γ. Χαλκιαδάκης, «Η επανάσταση του Θερίσου ως εσωτερικό ζήτημα: η προσωπική διάσταση πρίγκιπα Γεωργίου-Ελευθερίου Βενιζέλου», στο: Γιώργης Μανουσάκης και Βάλια Βαρουχάκη (επιμ.), Θέρισσον 1905. 100 χρόνια. Συνέδριο υπό την αιγίδα της Βουλής των Ελλήνων, Χανιά, 3-5 Μαρτίου 2005, Πρακτικά, Χανιά 2009, σ. 27.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
     Η αδυναμία της [Αρμοστείας] να προωθήσει το ενωτικό αίτημα προς τη λύση του, διεύρυνε με την πάροδο του χρόνου τις αντιδράσεις και ενίσχυσε την αντιπολιτευτική κίνηση. Ο Βενιζέλος, πολιτικά απομονωμένος μετά την απόλυση και εγκατάλειψη του προγράμματος του, τον Απρίλιο του 1901, εξέφρασε πρώτος την αντιπολιτευτική αντίδραση και πέτυχε να συσπειρώσει κάτω από το πρόγραμμά του το σύνολο των αντιπολιτευτικών δυνάμεων. Η άρνηση του πρίγκιπα Γεωργίου να αποδεχθεί οποιοδήποτε διάλογο με την αντιπολιτευτική μερίδα και η συστηματική υπονόμευση κάθε συμβιβαστικής πρωτοβουλίας έθεσε σε δοκιμασία την εσωτερική ενότητα του κρητικού λαού.
 
Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Η Κρητική Πολιτεία από το 1899», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΔ΄, Αθήνα 1977, σ. 208 (διασκευή).
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
«Οι υπογεγραμμένοι, αποτελούντες την ηνωμένην εν Κρήτη αντιπολίτευσιν, συνελθόντες εν Χανίοις τη 26η Φεβρουαρίου 1905, αποσκοπούντες εις την εκπλήρωσιν του Εθνικού Προγράμματος, αποφασίζομεν: α) Πρώτον και κύριον μέλημα ημών έστω η επίτευξις του από αιώνων επιδιωκομένου σκοπού της ενώσεως της Κρήτης μετά της ελευθέρας Ελλάδος. β) Αδυνάτου αποβαίνοντος του σκοπού τούτου, θέλομεν επιδιώξει την πολιτικήν προσέγγισιν της πατρίδος προς την ελευθέραν Ελλάδα, μεταβαλλομένης από διεθνούς απόψεως της σημερινής καταστάσεως. γ) Μη εκπληρουμένου μηδέ του σκοπού τούτου θέλομεν επιδιώξει την αναθεώρησιν του ημετέρου συντάγματος κατά το πρότυπον του ελληνικού, όπως απαλλαγή ο τόπος του δεσποτισμού. Του προγράμματος τούτου την πραγμάτωσιν θέλομεν επιδιώξει και δι’ ενόπλων λαϊκών συναθροίσεων. Εν ταις ενεργείαις ημών δεν θέλομεν επιδιώξει προσωπικήν μεταβολήν, αλλ’ επελθούσης τοιαύτης θέλομεν αποκρούσει παντί σθένει και διά των όπλων έτι πάντα μη Έλληνα κυβερνήτην».
 
«Η προκήρυξη της αντιπολίτευσης», 26 Φεβρουαρίου 1905.
 
Ενδεικτική απάντηση
 
α) Η κρίση κορυφώθηκε στις 18 Μαρτίου 1901, όταν ο Γεώργιος απέλυσε τον Βενιζέλο από το αξίωμα του υπουργού. Για να υποστηρίξει τις απόψεις του στο εθνικό ζήτημα της Κρήτης, ο Βενιζέλος δημοσίευσε στην εφημερίδα «Κήρυξ» των Χανίων, που ο ίδιος εξέδιδε, πέντε πολύκροτα άρθρα, με το χαρακτηριστικό τίτλο «Γεννηθήτω φως». Όπως διευκρινίζει ο Εμμανουήλ Γ. Χαλκιαδάκης (Κείμενο Α), μέσω των άρθρων του στην εφημερίδα «Κήρυξ» ο Βενιζέλος επιχείρησε αφενός να εξηγήσει τη δική του στάση και αφετέρου να αντικρούσει τις κατηγορίες που δημοσιεύονταν εις βάρος του σε εφημερίδες της Αθήνας. Στο προσωπικό του σημειωματάριο, πάντως, ο Βενιζέλος αποδίδει την απόλυσή του από τον Γεώργιο στο γεγονός ότι ο Αρμοστής ήθελε να αποποιηθεί τις ευθύνες του για το πόσο αναποτελεσματικός υπήρξε στη διαχείριση του Κρητικού Ζητήματος. Αναζητούσε, δηλαδή, ο Γεώργιος κάποιον για να επιρρίψει τις ευθύνες των συνεχών αποτυχιών του και της αδιέξοδης κατάστασης στην οποία είχε οδηγήσει το ζήτημα της Ένωσης. Ο Γεώργιος ακολούθησε πολιτική αδιαλλαξίας και προχώρησε σε μέτρα περισσότερο αυταρχικά, με την απαγόρευση της ελευθεροτυπίας και με διώξεις και φυλακίσεις διακεκριμένων μελών της κρητικής αντιπολίτευσης.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, τα πολιτικά πράγματα στην Κρήτη οδηγήθηκαν σε πλήρες αδιέξοδο και όλες οι προσπάθειες συνδιαλλαγής των αντίπαλων πολιτικών μερίδων ναυάγησαν. Γύρω από τον Βενιζέλο συνασπίστηκαν όσοι ήταν δυσαρεστημένοι από την αυταρχική πολιτική του Πρίγκιπα και σχηματίστηκε μια ισχυρότατη «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις». Τις εξελίξεις αυτές επιβεβαιώνει ο Κωνσταντίνος Σβολόπουλος (Κείμενο Β), ο οποίος επισημαίνει πως παρά το γεγονός ότι ο Βενιζέλος βρέθηκε αρχικά μετά την απόλυσή του πολιτικά απομονωμένος, κατόρθωσε ακολούθως να πάρει με το μέρος του και να εκφράσει με τις θέσεις του το σύνολο της αντιπολιτευτικής κίνησης. Σε αυτό συνέβαλε αφενός η συνεχιζόμενη αδυναμία του Αρμοστή να προχωρήσει το ζήτημα της Ένωσης και αφετέρου η πλήρης απροθυμία του να συνομιλήσει με την αντιπολίτευση. Έτσι, με το να δρα υπονομευτικά απέναντι σε κάθε προσπάθεια συμβιβασμού ο Γεώργιος υπονόμευε την ίδια την ενότητα των πολιτών της Κρήτης. Έμπιστοι συνεργάτες του Βενιζέλου ήταν ο Κ. Φούμης και ο Κ. Μάνος. Οι τρεις αυτοί αποτέλεσαν μια τριανδρία, που δεν δίστασε να προχωρήσει σε δυναμική αναμέτρηση με τον Πρίγκιπα.
 
β) Στο τέλος του 1904 έληξε η περίοδος της Γενικής Συνέλευσης και προκηρύχθηκαν εκλογές για την ανάδειξη 64 βουλευτών. Σύμφωνα με το σύνταγμα, 10 ακόμη θα διορίζονταν απευθείας από τον Πρίγκιπα. Η αντιπολίτευση αποφάσισε να μη συμμετέχει στις εκλογές αυτές, κατήγγειλε τα ανελεύθερα μέτρα του Πρίγκιπα και κάλεσε το λαό σε αποχή.
Η κατάσταση εκτραχύνθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1905, όταν η τριανδρία της αντιπολίτευσης και 15 άλλοι επιφανείς πολιτευτές συνέταξαν και υπέγραψαν προκήρυξη, με την οποία ζητούσαν μεταβολή του συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας. Σύμφωνα με την προκήρυξη αυτή που συντάχθηκε στα Χανιά (Κείμενο Γ), η αντιπολίτευση διακήρυττε πως αποσκοπούσε στην εφαρμογή του Εθνικού Προγράμματος. Ειδικότερα, ως πρώτο και βασικότερο στόχο της έθετε την επίτευξη της Ένωσης της Κρήτης με την ελεύθερη Ελλάδα. Αν, ωστόσο, η Ένωση δεν ήταν εφικτή, θα επιδίωκε την πολιτική έστω προσέγγιση με την Ελλάδα, όπως και την αλλαγή της υπάρχουσας πολιτικής κατάστασης από την άποψη των διεθνών εξαρτήσεων. Αν δεν μπορούσε να επιτύχει μήτε τον στόχο αυτό, τότε θα επιδίωκε την αλλαγή του συντάγματος της Κρήτης με βάση το ελληνικό, ώστε να αποδεσμευτεί το νησί από τον δεσποτισμό του Αρμοστή. Η αντιπολίτευση σημείωνε, επίσης, την πρόθεσή της να επιδιώξει τους στόχους της με δυναμικό τρόπο, μέσω ένοπλων λαϊκών συγκεντρώσεων. Διευκρίνιζε, μάλιστα, πως δεν αποτελεί επιδίωξή της η αλλαγή του ηγετικού προσώπου, αν όμως τα πράγματα οδηγούνταν εκεί, ήταν διατεθειμένη να αποκρούσει με κάθε τρόπο ακόμη και με τη χρήση των όπλων την επιλογή ηγέτη που δεν ήταν Έλληνας. Η προκήρυξη αυτή είναι το πρώτο επίσημο επαναστατικό κείμενο, το προμήνυμα της επανάστασης του Θερίσου.

Ιστορία Προσανατολισμού: Επαναληπτικό διαγώνισμα (2021)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Ιστορία Προσανατολισμού: Επαναληπτικό διαγώνισμα (2021)
 
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
 
ΘΕΜΑ Α1
Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων:
α. Κόμμα του Γ. Θεοτόκη.
β. Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών.
γ. Τάγματα εργασίας.
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Α2
Να γράψετε στο τετράδιό σας τους αριθμούς της Στήλης Α (γεγονότα) αντιστοιχίζοντάς τους με τις χρονολογίες της Στήλης Β (περισσεύουν δύο χρονολογίες).
 

Στήλη Α:

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στήλη Β:

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ

1. Απόβαση ελληνικού στρατού στη Σμύρνη

2. Εμφάνιση της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ιαπώνων

3. Ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος

4. Συμφωνία της Άγκυρας

5. Σύμβαση της Λοζάνης

1927

1923

1920

1919

1906

1908

1930

Μονάδες 10

ΘΕΜΑ Β1
Να αναφερθείτε στο πρόγραμμα του γαλλικού κόμματος ως προς την εσωτερική πολιτική και να αιτιολογήσετε γιατί το κόμμα αυτό ονομάστηκε και «εθνικό κόμμα».
Μονάδες 12
 
ΘΕΜΑ Β2
Να αναφερθείτε στην εκλογική αναμέτρηση του Αυγούστου του 1910 στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν, τις επιδιώξεις τους και το εκλογικό αποτέλεσμα.
Μονάδες 13
 
ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
 
ΘΕΜΑ Γ1
Συνδυάζοντας τις ιστορικές γνώσεις σας και τις πληροφορίες των παραθεμάτων που σας δίνονται, να αναφερθείτε:
α. στο αναθεωρητικό έργο του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατά το πρώτο εξάμηνο του 1911 (Κείμενο Α)
Μονάδες 12
β. στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του κόμματος των Φιλελευθέρων (Κείμενο Β) Μονάδες 13
Μονάδες 25

ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Το Σύνταγμα του 1911, ενώ συνέθετε τη νομική έκφραση της συντελεσθείσας πολιτικής ανόδου της αστικής τάξης, απέφυγε (όπως και στο παρελθόν) να ταυτιστεί με αποφασιστικές τομές που είχαν διεκδικηθεί από τους επαναστάτες του 1909 και η όλη αναθεωρητική διαδικασία διοχετεύτηκε στην εδραίωση της εγκαθίδρυσης «κράτους δικαίου» που συμβάδιζε με τις θέσεις του Βενιζέλου για συστηματική αναδιοργάνωση και λειτουργία της κρατικής μηχανής σύμφωνα προς τα πρότυπα των προηγμένων δυτικοευρωπαϊκών κρατών. Η αναθεώρηση του 1911 προσπάθησε να εκφράσει και να ρυθμίσει ένα νέο συσχετισμό δυνάμεων στο συνασπισμό της εξουσίας αφήνοντας άθικτες όμως τις εξουσίες του βασιλιά και συναρτώντας τη συνταγματική διασφάλιση των βασιλικών προνομίων από τη μη καθιέρωση, με ρητή συνταγματική διάταξη, της «δεδηλωμένης».
 
Παύλος Β. Πετρίδης, Πολιτικές Δυνάμεις και Συνταγματικοί Θεσμοί στη Νεώτερη Ελλάδα (1844 έως 1940), εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 95.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Το Κόμμα των Φιλελευθέρων ήταν το μόνο ελληνικό κόμμα, ιδίως κατά τη δεκαετία του 1910, που διέθετε κάποιες οργανώσεις βάσης (τις «Λέσχες των Φιλελευθέρων») των οποίων η δραστηριότητα εξακολουθούσε ακόμα και κατά τις μη προεκλογικές περιόδους. Η δύναμη, βέβαια, και η παρέμβαση αυτών των οργανώσεων στη λειτουργία του κόμματος υπήρξαν περιορισμένες και η δραστηριότητά τους εμβρυακή. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων, εξάλλου, δεν κατόρθωσε ποτέ να γίνει κόμμα μαζών, ούτε να οργανώσει το συνέδριό του. Ο δε συγκεντρωτικός χαρακτήρας της διεύθυνσής του ήταν, πέρα από κάθε αμφιβολία, απόλυτος. Η μονοκρατορία του Βενιζέλου αδιαφιλονίκητη.
Η αδυναμία του Κόμματος των Φιλελευθέρων να γίνει ένα δημοκρατικά οργανωμένο και με έντονη εσωτερική ζωή κόμμα μαζών μπορεί να αποδοθεί σε παράγοντες που έχουν σχέση τόσο με τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού κοινωνικού χώρου, όσο και στο χαρακτήρα αυτού του κόμματος που αντικατοπτρίζει επίσης τις ιδιαίτερες συνθήκες γέννησής του. Η αντίσταση, πρώτ’ απ’ όλα, των τοπικών κομμάτων συνέβαλε σε αυτό κατά πολύ.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Η προσωπικότητα του Βενιζέλου καθώς και η θέση που καταλάμβανε στους κόλπους του κόμματος δεν άφηναν και πολλές ευκαιρίες σε ένα ενδεχόμενο κομματικό μηχανισμό, είτε για να φθάσει σε μια δημοκρατική λειτουργία, είτε για να πάρει σοβαρές πρωτοβουλίες. Με τον ίδιο τρόπο που η παρουσία του στο κέντρο του ελληνικού πολιτικού συστήματος, στο σύνολό του, προκαλούσε ένα είδος εξάρθρωσής του, [...] έτσι, και για ένα παραπάνω λόγο, ο οργανωτικός μηχανισμός του κόμματός του δύσκολα θα μπορούσε να αναπνεύσει αυτόνομα δίπλα στον Βενιζέλο. Περίπτωση επεξεργασίας συλλογικής κομματικής βούλησης γινόταν αδιανόητη. Ο Βενιζέλος γινόταν υποκατάστατο σκέψης και δράσης των βενιζελικών.
 
Θανάσης Διαμαντόπουλος, Ο Βενιζελισμός της Ανόρθωσης, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 1985, σσ. 57-58, 71-72
 
ΘΕΜΑ Δ1
Αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις: 1) να επισημάνετε το ρόλο της «Μεγάλης Ιδέας» στην πολιτική και την οικονομία κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της Ελλάδας (Μονάδες 10) και 2) να παρουσιάσετε τις επιλογές του «βενιζελισμού» αναφορικά με τις εθνικές επιδιώξεις και τον εκσυγχρονισμό του κράτους (Μονάδες 15).
 
Κείμενο Α
Για τους Έλληνες η καθολικότητα της Μεγάλης Ιδέας ήταν συμπληρωματική της αοριστίας της: ένα άλλοθι, μια θαυματουργή γέφυρα των αντιθέσεων, μία μετάθεση στο άδηλο μέλλον της λύσης όχι μόνο του αλυτρωτικού ζητήματος –που άλλωστε η Μεγάλη Ιδέα δεν το αφορούσε ρητά και αποκλειστικά–, αλλά του συνόλου των ελληνικών προβλημάτων.
 
Έλλης Σκοπετέα, «“Το πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα», σελ. 268, εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα 1988.
 
Κείμενο Β
Ο βενιζελισμός αποδεικνύεται ο πιο συνεπής, διορατικός και πραγματιστικός φορέας της εθνικής ολοκλήρωσης. […] Αυτοκαθορίζεται και νομιμοποιείται με αναφορά στο Έθνος ως ενιαίο σύνολο, που αγκαλιάζει Παλαιά Ελλάδα, Νέες Χώρες και αλύτρωτους.
 
Γιώργου Μαυρογορδάτου, «Μελέτες και Κείμενα για την περίοδο 1909-1940», σελ. 43-44, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα 1982.
 
Κείμενο Γ
«Με την φυσικήν επάνοδον εις τα όρια εντός των οποίων ο ελληνισμός έδρασεν από της προϊστορικής εποχής, να δημιουργήσωμεν, λέγω, μίαν μεγάλην Ελλάδα ισχυράν και πλουσίαν, ικανήν να αναπτύξη εντός των ορίων την ζωτικήν βιομηχανίαν, ικανήν ως εκ των συμφερόντων τα οποία θα εξεπροσώπει, να συνάψη συμβάσεις μετ’ άλλων κρατών υπό τους αρίστους δυνατούς όρους».
(Αγόρευση του Βενιζέλου στη Bουλή τον Σεπτέμβριο του 1915).
--------------------------------------------------------------------------
Δεν οιστρηλατούσε* πλέον τους αστούς η μορφή του μαρμαρωμένου βασιλιά, τους εξεσήκωνεν η σκέψις ότι πρέπει η Ελλάς να παύση να είναι ψωροκώσταινα…
(Κρίση του Θ. Βαΐδη στο έργο του «Ελ. Βενιζέλος» για τους οικονομικούς στόχους της εθνικής εξόρμησης).
 
Θ. Διαμαντόπουλου, «Οι πολιτικές δυνάμεις της βενιζελικής περιόδου. Ο βενιζελισμός», τόμος 1ος, τεύχος α΄, σελ. 152, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα 1985.
---------------------
* οιστρηλατώ: μεταδίδω ενθουσιασμό
 
Ενδεικτικές απαντήσεις
 
ΘΕΜΑ Α1
α. Το κόμμα του Γ. Θεοτόκη ήταν πιο μετριοπαθές από τα άλλα δύο αντιβενιζελικά κόμματα και ζητούσε να διορθώσει αυτά που θεωρούσε λάθη των Φιλελευθέρων. Συμφωνούσε με την πάση θυσία αύξηση των εξοπλισμών και ζητούσε φορολογικές ελαφρύνσεις για τους μικροεισοδηματίες. Από το κίνημα στο Γουδί έως τη συνταγματική κρίση του 1915, μεταξύ των αντιβενιζελικών κομμάτων το θεοτοκικό κόμμα είχε τη μεγαλύτερη εκλογική βάση, και έτσι αποτέλεσε τον πυρήνα των Αντιβενιζελικών.
 
β. Η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών, που υπαγόταν στο Υπουργείο Γεωργίας, συστάθηκε το 1924, για να βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας, στη Μικτή Επιτροπή. Για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της, μάλιστα, ιδρύθηκαν κατά τόπους Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών. Όπως γνωρίζουμε, η Σύμβαση ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας προέβλεπε την αποζημίωση των ανταλλάξιμων προσφύγων για τις περιουσίες που εγκατέλειψαν στις πατρίδες τους, από το κράτος υποδοχής. Το έργο της εκτίμησης της αξίας των εκατέρωθεν περιουσιών που εγκαταλείφθηκαν ανέλαβε η Μικτή Επιτροπή.
 
γ. Μία από τις μεθόδους καταπίεσης των Ελλήνων της Μικράς Ασίας κατά τη διάρκεια του πρώτου διωγμού (1914) ήταν τα τάγματα εργασίας, τα οποία επάνδρωναν οι άνδρες άνω των 45 ετών, που δεν στρατεύονταν. Εκεί πολλοί πέθαναν από κακουχίες, πείνα και αρρώστιες. Όσοι είχαν ηλικία 20-45 ετών μπορούσαν αρχικά να εξαγοράσουν τη στρατιωτική τους θητεία. Όσοι δεν πλήρωσαν χαρακτηρίστηκαν λιποτάκτες. Μετά την κατάργηση της δυνατότητας εξαγοράς της θητείας σημειώθηκαν χιλιάδες λιποταξίες και όσοι συνελήφθησαν, εκτελέστηκαν.
 
ΘΕΜΑ Α2
1. 1919
2. 1906
3. 1927
4. 1930
5. 1923
 
ΘΕΜΑ Β1
Το πρόγραμμα του γαλλικού κόμματος, ως προς την εσωτερική πολιτική, ήταν ασαφές. Η ικανοποίηση των αιτημάτων των απομάχων του πολέμου ήταν η μόνη σαφής διεκδίκηση. Βασική πολιτική επιδίωξη του κόμματος ήταν η κατοχύρωση των δικαιωμάτων του λαού απέναντι στη μοναρχική εξουσία, με την παραχώρηση συντάγματος, και η καθιέρωση μιας ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας. Κατά την περίοδο της βαυαροκρατίας το γαλλικό κόμμα αγωνίστηκε εναντίον της ξενοκρατίας στο στράτευμα και τη διοίκηση και απαιτούσε την επάνδρωσή τους με ελληνικά στελέχη.
Το γαλλικό κόμμα υποστήριζε την πολιτική διεύρυνσης των εδαφικών ορίων του κράτους, εκφράζοντας κατά κύριο λόγο τα συμφέροντα των ατάκτων, οι οποίοι μπορούσαν να κερδίσουν τη ζωή τους μόνο από τον πόλεμο. Ασφαλώς, μέλημα των προσφύγων από αλύτρωτες περιοχές ήταν η απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Εξαιτίας αυτής της πολιτικής ονομάστηκε και «εθνικό κόμμα».
 
ΘΕΜΑ Β2
Πριν από τις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 δεν είχε συγκροτηθεί κανένα νέο μεγάλο κόμμα που να υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες προτάθηκαν το 1909/1910. Φορείς των νέων ιδεών υπήρξαν ανεξάρτητοι υποψήφιοι, οι οποίοι είτε κατά μόνας είτε μαζί με άλλους, σε ανεξάρτητα ψηφοδέλτια, διεκδικούσαν τις ψήφους των δυσαρεστημένων με τα παλαιά κόμματα εκλογέων. Αυτοί οι ανεξάρτητοι πολιτικοί, με το γενικό σύνθημα της «ανόρθωσης», ανάλογα με την περιοχή που ήταν υποψήφιοι και τον πληθυσμό στον οποίο απευθύνονταν, εννοούσαν είτε την υλοποίηση των αιτημάτων των συντεχνιών, όπως εκφράστηκαν στα συλλαλητήρια του 1909, είτε την επίλυση του αγροτικού ζητήματος, με την παροχή γης στους ακτήμονες. Σε κάποιες εκλογικές περιφέρειες έθεσαν υποψηφιότητα σοσιαλιστές και για πρώτη φορά εμφανίστηκε η σοσιαλδημοκρατική «Κοινωνιολογική Εταιρεία». Τα παλαιά κόμματα συμμετείχαν στις εκλογές ως συνασπισμός και τελικά κέρδισαν τις περισσότερες έδρες στη Βουλή. Από τις 362 έδρες εξασφάλισαν 211, ενώ 29 έδρες κέρδισαν ανεξάρτητοι που ανήκαν στον πολιτικό χώρο των παλαιών κομμάτων και 122 ανεξάρτητοι εκσυγχρονιστές.
Οι εκσυγχρονιστές συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του κρητικού ηγέτη Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος εξελέγη χωρίς να συμμετέχει στην προεκλογική αναμέτρηση.
 
ΘΕΜΑ Γ1
α) Ο Βενιζέλος μετά τις δεύτερες εκλογές του 1910 ήταν πλέον ελεύθερος να προχωρήσει στο μεταρρυθμιστικό του έργο. Το πρώτο εξάμηνο του 1911 ψηφίστηκαν από τη Βουλή 53 τροποποιήσεις μη θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματος. Δεν έγιναν ριζικές αλλαγές, αλλά αντίθετα, ενισχύθηκε η θέση της μοναρχίας και επετράπη στον βασιλιά, παρά τη συνταγματική απαγόρευση, να συμμετάσχει στη διαδικασία της αναθεώρησης. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Παύλος Β. Πετρίδης (Κείμενο Α), αν και μέσω του Συντάγματος αυτού διαφαινόταν και σε νομικό επίπεδο η πολιτική επικράτηση της αστικής τάξης, δεν συντελέστηκαν, ωστόσο, οι βαθιές εκείνες αλλαγές που είχαν διεκδικηθεί από τους επαναστάτες του 1909. Μέσω αυτού ο Βενιζέλος επιδίωξε περισσότερο την καθιέρωση μιας νέας ισορροπίας δυνάμεων, χωρίς να μειώσει μήτε στο ελάχιστο τις εξουσίες του βασιλιά, διασφαλίζοντας αντιθέτως τη συνταγματική διατήρηση των προνομίων του με το να μην υπάρξει σαφής συνταγματική διάταξη για τη «δεδηλωμένη». Οι σπουδαιότερες τροποποιήσεις αφορούσαν τη διασφάλιση της διάκρισης των εξουσιών, το ασυμβίβαστο μεταξύ στρατιωτικής και δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας αφ' ενός και βουλευτικού αξιώματος αφ’ ετέρου, και τη μονιμότητα των δικαστικών και των δημοσίων υπαλλήλων.
Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Παύλο Β. Πετρίδη (Κείμενο Α), η προσπάθεια του Βενιζέλου, κατά τη διαδικασία της αναθεώρησης, επικεντρώθηκε κυρίως στην εδραίωση «κράτους δικαίου», ώστε να καταστεί εφικτή η αναδιαμόρφωση και η ορθότερη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού κατά τα πρότυπα των ανεπτυγμένων κρατών της δυτικής Ευρώπης. Έτσι, η κυβέρνηση Βενιζέλου ψήφισε επίσης 337 νέους νόμους, οι οποίοι εισήγαγαν μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν όλο το φάσμα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου: π.χ. διορισμός δημοσίων υπαλλήλων με δημόσιους διαγωνισμούς, καθιέρωση κανονισμών εργασίας σε βιοτεχνίες και βιομηχανίες, διανομή γης στη Θεσσαλία, αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, βελτίωση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναθεώρηση του κανονισμού της Βουλής με σκοπό να διαθέτουν οι υπουργοί περισσότερο χρόνο για κοινοβουλευτικές συζητήσεις κ.λπ.
 
β) Όσον αφορά τη δομή του βενιζελικού κόμματος, αυτό ήταν σε μεγάλο βαθμό προσωποπαγές. Ο Βενιζέλος, με ισχυρή θέση στο Κοινοβούλιο και μεγάλο κύρος, είχε τα πάντα υπό τον έλεγχο του, όπως και ο Τρικούπης. Σύμφωνα με τον Θανάση Διαμαντόπουλο (Κείμενο Β), η προσωπικότητα του Βενιζέλου ήταν τέτοια, ώστε δεν υπήρχαν περιθώρια για τη διαμόρφωση ενός κομματικού μηχανισμού δημοκρατικής λειτουργίας ή έστω ικανού να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες. Ο όποιος οργανωτικός μηχανισμός του κόμματος δεν είχε τη δυνατότητα αυτόνομης δράσης ή διαμόρφωσης συλλογικής κομματικής βούλησης, εφόσον η παρουσία του Βενιζέλου υποκαθιστούσε και κατ’ επέκταση αδρανοποιούσε τη σκέψη και τη δράση των βενιζελικών. Κατά τον ίδιο τρόπο, άλλωστε, η παρουσία του Βενιζέλου στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής του τόπου, ήταν αρκετή για να «εξαρθρώσει» το σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Οι σύνδεσμοι Φιλελευθέρων που είχαν ιδρυθεί δεν έπαιζαν κάποιον ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής του κόμματος και δεν διέφεραν σημαντικά από τις τοπικές ομάδες φίλων που σχημάτιζαν τα παραδοσιακά κόμματα. Το 1912 άρχισε να αναδιοργανώνεται το κόμμα, με την ίδρυση Λέσχης Φιλελευθέρων στην Αθήνα και σε ορισμένες άλλες εκλογικές περιφέρειες. Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος (Κείμενο Β), επισημαίνει, ωστόσο, πως οι «Λέσχες των Φιλελευθέρων», παρά το γεγονός πως βρίσκονταν σε συνεχή λειτουργία, ακόμη δηλαδή κι όταν δεν ήταν προεκλογική περίοδος, και παρόλο που κανένα άλλο κόμμα κατά τη δεκαετία του 1910 δεν είχε ανάλογες οργανώσεις, δεν είχαν ουσιαστική δύναμη και δεν μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργία του κόμματος. Δεν αποτέλεσε, άλλωστε, η ύπαρξή τους μήτε το μέσο για να γίνει το κόμμα των Φιλελευθέρων ένα κόμμα με ενεργή συμμετοχή των υποστηρικτών του ή έστω να οργανώσει το κομματικό του συνέδριο. Αιτία όλων αυτών, βέβαια, ο συγκεντρωτικός τρόπος λειτουργίας του συγκεκριμένου κόμματος, καθώς όλα βρίσκονταν υπό τον απόλυτο και αδιαμφισβήτητο έλεγχο του Βενιζέλου. Σχολιάζοντας, μάλιστα, ο Θανάσης Διαμαντόπουλος, το γεγονός πως το κόμμα των Φιλελευθέρων δεν κατόρθωσε να αποκτήσει μια δημοκρατικά λειτουργούσα οργανωτική βάση, ούτε να γίνει ένα κόμμα με ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών-ψηφοφόρων στις εσωτερικές του διεργασίες, αναφέρει πως αυτό οφείλεται, πέρα από τον συγκεντρωτισμό του Βενιζέλου, αφενός στις ιδιομορφίες της ελληνικής κοινωνίας και αφετέρου στις συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργήθηκε το κόμμα αυτό, υπενθυμίζοντας την αντίδραση που υπήρξε απέναντί του από τα τοπικά κόμματα. Οι βενιζελικοί είχαν πλάσει στο νου τους ένα ιδεατό κόμμα, χωρίς τις μικρότητες και τις διχόνοιες της παλιάς πολιτικής ελίτ, όμως αυτό δεν είχε σχέση με την πραγματικότητα. Η ηγεσία έπρεπε αναγκαστικά να λαμβάνει υπόψη κοινωνικά και τοπικά συμφέροντα καθώς και αντιπαλότητες ανάμεσα σε στελέχη, όπως συνέβαινε και σε κάθε άλλο κόμμα.
 
ΘΕΜΑ Δ1
1. Η πρόοδος του εκτός των εθνικών συνόρων ελληνισμού, από τις πρώτες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση, ταλάνιζε το μικρό βασίλειο. Ενίσχυε την ιδέα ότι το υπάρχον κράτος δεν ήταν παρά μία ημιτελής κατασκευή, τα θεμέλια απλώς για κάτι μεγαλύτερο. Η «Μεγάλη Ιδέα» που εκπορεύθηκε απ’ αυτήν την αντίληψη, δημιουργούσε προσδοκίες για ολοκλήρωση του εθνικού οράματος, που προϋπέθετε σημαντική διεύρυνση των συνόρων. Όπως, μάλιστα, επισημαίνεται στο Κείμενο Α, η Μεγάλη Ιδέα είχε καθολικές διαστάσεις, αλλά ήταν αόριστη, υπό την έννοια ότι λειτουργούσε ως ένα γενικό άλλοθι για τα προβλήματα της χώρας. Δεν περιοριζόταν, άλλωστε, μόνο ή κυρίως στο θέμα της απελευθέρωσης των αλύτρωτων περιοχών, αλλά αφορούσε κάθε πιθανό πρόβλημα της χώρας, την επίλυση των οποίων μετέθετε απροσδιόριστα σε κάποιο μελλοντικό σημείο. Η έντονη παρουσία της εθνικής αυτής ιδεολογίας είχε επιπτώσεις στον πολιτικό και οικονομικό χώρο, ιδιαίτερα σε εποχές που τα προβλήματα έμοιαζαν με ανοικτές πληγές, στην περίπτωση της Κρήτης ή, αργότερα, της Μακεδονίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους, μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, αποκλειστικά στα εσωτερικά ζητήματα, στην οικονομική ανόρθωση και τη γεφύρωση του χάσματος με τη Δύση. Όλα αυτά συνυφαίνονταν με το εθνικό όραμα, μεγαλώνοντας το κόστος των προσπαθειών και καθιστώντας συχνά τις οικονομικές πρωτοβουλίες έρμαια των εθνικών κρίσεων.
 
2. Στην περίοδο 1910-1922, κατά την οποία η Ελλάδα βρισκόταν σε συνεχή πολεμική ετοιμότητα, εμφανίστηκε μια νέα πολιτική αντίληψη, που εκφράστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και ονομάστηκε συνοπτικά «βενιζελισμός». Είναι δύσκολο να ορίσουμε με λίγα λόγια τι ακριβώς ήταν αυτή η πολιτική, στον οικονομικό όμως τομέα φαίνεται ότι ο βενιζελισμός θεωρούσε το ελληνικό κράτος ως μοχλό έκφρασης και ανάπτυξης του ελληνισμού. Το ελληνικό κράτος δηλαδή έπρεπε να επιδιώξει την ενσωμάτωση του εκτός συνόρων ελληνισμού και, με ενιαία εθνική και κρατική υπόσταση, να διεκδικήσει τη θέση του στον τότε σύγχρονο κόσμο. Αυτό προϋπέθετε όχι μόνο θεσμικό εκσυγχρονισμό, που θα καθιστούσε το κράτος αποτελεσματικό και αξιόπιστο, αλλά και γενικότερη προσήλωση στην ιδέα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του έθνους. Χαρακτηριστική ως προς τη δυναμική της νέας πολιτικής αυτής αντίληψης η επισήμανση του Κειμένου Β, όπου ο βενιζελισμός παρουσιάζεται ως αποτελεσματικός, καθώς και διορατικός φορέας της εθνικής ολοκλήρωσης, μιας και εντάσσει στο πλαίσιό του συνολικά το ελληνικό έθνος, χωρίς να κάνει διάκριση ανάμεσα σε αυτούς που κατοικούσαν στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος και σ’ αυτούς που βρίσκονταν σε τουρκοκρατούμενες ακόμη περιοχές. Αποκτά κατ’ αυτό τον τρόπο την αναγκαία νομιμοποίηση, εφόσον στο πλαίσιό του το ελληνικό έθνος παρουσιάζεται αδιαίρετο.
Ο Βενιζέλος δεν ήταν μόνος στη διαδικασία διαμόρφωσης και υλοποίησης των νέων επιλογών. Συσπείρωσε γύρω του μια δραστήρια αστική τάξη που εξακολουθούσε ακόμα να πλουτίζει σε όλη τη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου και που φιλοδοξούσε να κυριαρχήσει και πολιτικά στο χώρο όπου άπλωνε τις οικονομικές της δραστηριότητες. Κατά την περίοδο αυτή, υπήρχε ακόμα ισχυρή ελληνική οικονομική παρουσία στα λιμάνια της Νότιας Ρωσίας, στη λεκάνη του Δούναβη και το εσωτερικό της Ρουμανίας, στον Πόντο και τα μικρασιατικά παράλια, στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, τη Θεσσαλονίκη, την Αίγυπτο, το Σουδάν, την Αλεξάνδρεια. Όλος αυτός ο πλούτος μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο μέσα από τη δημιουργία ενός ισχυρού εθνικού κέντρου, μιας περιφερειακής δύναμης ικανής να παρεμβαίνει και να προστατεύει τα συμφέροντα των πολιτών της. Συναφές το σχόλιο του ίδιου του Ελευθέριου Βενιζέλου, που καταγράφεται στο Κείμενο Γ, πως η δημιουργία μιας ισχυρής και μεγάλης Ελλάδας, που θα κάλυπτε τα όρια εντός των οποίων ο ελληνισμός έδρασε ήδη από την περίοδο της προϊστορίας του, θα επέτρεπε την ανάπτυξη ισχυρής βιομηχανίας, η οποία θα ήταν σε θέση να συνάπτει τις καλύτερες δυνατές συμβάσεις με τα άλλη κράτη, χάρη στο γεγονός ότι θα εκπροσωπούμε τα συμφέροντα μιας πλούσιας πια χώρας. Το αίτημα, άλλωστε, για τη δημιουργία ισχυρού εθνικού κέντρου ήταν αρκετά κρίσιμο, σε μια εποχή κατά την οποία πολλά εθνικιστικά κινήματα έκαναν αισθητή την παρουσία τους. Για τους λόγους αυτούς η Μεγάλη Ιδέα και οι προϋποθέσεις της -ο εκσυγχρονισμός του κράτους- αποτέλεσαν ισχυρά ιδεολογικά, πολιτικά και οικονομικά ερείσματα για τη διεκδίκηση της Μεγάλης Ελλάδας με πιθανότητες επιτυχίας. Όπως σημειώνεται στο Κείμενο Γ, πλέον δεν επαρκούσε ο μύθος του μαρμαρωμένου βασιλιά της Κωνσταντινούπολης για να κινητοποιήσει τους αστούς. Εκείνο που τους ενθουσίαζε ήταν η βασική επιδίωξη πως η Ελλάδα δεν έπρεπε να παραμείνει άλλο ένα φτωχό κράτος. Χαρακτηριστικό είναι ότι στα χρόνια αυτά της μεγάλης προσπάθειας οι προϋπολογισμοί του κράτους ήταν συνήθως πλεονασματικοί. Το 1911 τα έσοδα του προϋπολογισμού ήταν 240.000.000 και τα έξοδα μόνο 181.000.000 δραχμές, παρά τις αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες.
Το 1910 οι πρόοδοι της εθνικής οικονομίας ήταν εμφανείς. Η αγροτική κρίση αντιμετωπίστηκε με την υπερπόντια μετανάστευση, η οποία, κατά την εποχή αυτή, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Η μετανάστευση στις ΗΠΑ όχι μόνο εκτόνωσε τις κοινωνικές εντάσεις που δημιούργησε η σταφιδική κρίση αλλά πολύ γρήγορα ενίσχυσε την οικονομία της υπαίθρου μέσω των πολύ σημαντικών εμβασμάτων των μεταναστών.
 

Ιστορία Προσανατολισμού: Διαγώνισμα Προσομοίωσης (2021)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Μουσείο Προϊστορικής Θήρας 

Ιστορία Προσανατολισμού: Διαγώνισμα Προσομοίωσης (2021)
 
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
ΘΕΜΑ Α1
Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων ιστορικών όρων:
α. «Πανελλήνιον»
β. Σύμβαση της Άγκυρας – Συμφωνία των Αθηνών
γ. Δίκη των Εξ
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Α2
Να χαρακτηρίσετε τις ιστορικές πληροφορίες που ακολουθούν, γράφοντας στο τετράδιό σας το γράμμα που αντιστοιχεί στην κάθε πληροφορία και δίπλα του τη λέξη Σωστό, αν η πληροφορία είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν η πληροφορία είναι λανθασμένη:
α. Η άφιξη των Βαυαρών στην Ελλάδα το 1832 συνοδεύτηκε από τη σύναψη νέων δανείων.
β. Στον ελληνικό χώρο, το πρόβλημα της έγγειας ιδιοκτησίας δεν γνώρισε τις εντάσεις που παρατηρήθηκαν σε άλλα ευρωπαϊκά ή βαλκανικά κράτη.
γ. Μέχρι το 1913 στην Ελλάδα αναπτύχθηκε κυρίως το εσωτερικό εμπόριο.
δ. Η ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1923) έγινε με κύριο κριτήριο το θρήσκευμα.
ε. Στις 25 Ιανουαρίου 1921 η Αναθεωρητική Εθνοσυνέλευση που προέκυψε από τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 ανακηρύχθηκε Συντακτική.
Μονάδες 10
 
ΘΕΜΑ Β1
Πώς επηρέαζε την πολιτική κατάσταση στη χώρα η επιθυμία για επαγγελματική εξασφάλιση αξιωματικών του στρατού, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή;
Μονάδες 13
 
ΘΕΜΑ Β2
Ποιος ήταν ο αντίκτυπος του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) στα απελευθερωτικά κινήματα των Ελλήνων;
Μονάδες 12
 
ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΘΕΜΑ Γ1
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις με τις απαραίτητες πληροφορίες από τα κείμενα που σας δίνονται, να παρουσιάσετε:
α. Τις μετακινήσεις των προσφύγων Κρητών κατά τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης και 
(μονάδες 7)
β. Το προσφυγικό ρεύμα που προκάλεσε η Κρητική επανάσταση του 1866-1869.
(μονάδες 18)
Μονάδες 25

ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Κρήτες πρόσφυγες στα νησιά του Αιγαίου
Πολλοί Κρήτες πρόσφυγες διεσώθησαν εις την Ελλάδα ιδίως μετά την αποτυχίαν της κατά τα μέσα του 1823 διοργανωθείσης εις την Κρήτην εκστρατείας, την οποίαν ενίσχυσαν χρηματικώς τινές των εν Πελοποννήσω Κρητών. Εις την νήσον Κάσον, από των αρχών της επαναστάσεως μέχρι της καταστροφής της νήσου υπό του αιγυπτιακού στόλου, είχον καταφύγει δύο χιλιάδες περίπου Κρήτες (...). Άλλοι αναφέρονται εν Τήνω (...). Επίσης πολλοί οπλοφόροι Κρήτες πρόσφυγες επέφεραν την αναρχίαν είς τινας νήσους του Αιγαίου, ιδίως εις την Νάξον, Πάρον, Σίφνον, Μήλον και Ίον. Αι νήσοι του Αιγαίου απετέλουν λοιπόν δια τους Κρήτας είτε άσυλον είτε γέφυραν, δια της οποίας έφευγον εκ της Κρήτης ή επέστρεφον εις αυτήν.
 Απόστολος Βακαλόπουλος, Πρόσφυγες και Προσφυγικόν Ζήτημα κατά την Επανάστασιν του 1821, Ιστορική Μελέτη, Εν Θεσσαλονίκη 1939, σ. 58.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Άμεση συνέπεια της κακής οργανώσεως ήταν και η μόνιμη έλλειψη τροφίμων και πολεμοφοδίων στο νησί, που οφειλόταν στη διαρπαγή και στη λεηλασία των φορτίων αμέσως μετά την προσέγγιση των πλοίων στα κρητικά παράλια και μάλιστα στα σφακιώτικα. Έτσι αγωνιστές και γυναικόπαιδα υποβάλλονταν σε φοβερές στερήσεις και αργοπέθαιναν. Η κατάσταση διορθώθηκε κάπως την επόμενη χρονιά, όταν και αποθήκες για τη φύλαξη των εφοδίων σχηματίσθηκαν αλλά και πολλά γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα. Ως τα μέσα όμως τουλάχιστον του 1867 το πρόβλημα των γυναικόπαιδων παρέμενε άλυτο και λίγα μόνο κατόρθωναν να φύγουν από την Κρήτη. Γι’ αυτό με επανειλημμένες εκκλήσεις η Γεν. Συνέλευση ζητούσε από την Κεντρική Επιτροπή και από την Επιτροπή Σύρου, αλλά και από τους προξένους των Μ. Δυνάμεων να ενεργήσουν για τη μεταφορά τους με ευρωπαϊκά πλοία. Έτσι στα τέλη Νοεμβρίου και στις αρχές Δεκεμβρίου 1866 το αγγλικό πολεμικό «Assurance» πρώτα, και το ρωσικό «Μέγας Ναύαρχος» αμέσως έπειτα, μετέφεραν αρκετά γυναικόπαιδα στον Πειραιά. Ύστερα όμως από την έντονη αντίδραση της Πύλης στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διακόπηκε η μεταφορά των αμάχων για πολλούς μήνες.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ, Εκδοτική Αθηνών, σ. 266 
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
Ένα μόνο κατόρθωσε ο Ομέρ πασάς όσο διάστημα βρισκόταν στην Κρήτη (Μάρτιος – Οκτώβριος 1867): να καταστρέψει και να ερημώσει τα πάντα και να διαπράξει φοβερές ωμότητες σε βάρος των αμάχων και των γυναικόπαιδων, όπως μαρτυρούν οι συνεχείς καταγγελίες της Γεν. Συνελεύσεως και της προσωρινής κυβερνήσεως στους προξένους των Δυνάμεων στα Χανιά. Οι καταγγελίες αυτές δεν έμειναν χωρίς αποτέλεσμα. Στις 9 Ιουλίου 1867 σε κοινό διάβημά τους στις κυβερνήσεις τους οι πρόξενοι της Γαλλίας, Αγγλίας, Ρωσίας και Ιταλίας, αφού κατήγγελλαν τις θηριωδίες του στρατού του Ομέρ, ζητούσαν να σταλούν πλοία για την παραλαβή και μεταφορά των γυναικόπαιδων στην Ελλάδα. Πραγματικά μέσα σε σύντομο διάστημα γαλλικά, ρωσικά, ιταλικά, πρωσσικά και αργότερα και αυστριακά πλοία μετέφεραν με ασφάλεια στον Πειραιά χιλιάδες γυναικόπαιδα.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ, Εκδοτική Αθηνών, σ. 270

ΘΕΜΑ Δ1
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις με τις πληροφορίες από τα κείμενα και τον πίνακα που σας δίνονται, να αναφερθείτε στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας κατά τον 19ο αιώνα.
Μονάδες 25
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου (μέχρι το 1859)
Από τον ορυκτό πλούτο της χώρας είχε αξιοποιηθεί ως τα μέσα του αιώνα κυρίως η σμύριδα της Νάξου, που αποτελούσε εξαγώγιμο προϊόν. Με το νόμο ΣΒ΄ της 18ης Ιουλίου 1852, η εκμετάλλευση των ορυχείων είχε δοθεί ύστερα από δημοπρασία στον Άγγλο Ρίτσαρντ Άμποτ με ευνοϊκούς όρους για το δημόσιο. Η παραγωγή σμύριδας έφθασε το 1856 τις 40.000 καντάρια, ενώ το 1859 η εξαγωγή της απέφερε 256.424 δρχ. Άλλο εξαγώγιμο ορυκτό ήταν η θηραϊκή γη, που απέφερε τον ίδιο χρόνο 141.354 δρχ.
Αμέσως μετά τη σμύριδα άλλο εκμεταλλεύσιμο υλικό ήταν ο λιγνίτης. Αν και είχε εντοπισθεί στο Μαρκόπουλο Αττικής από παλιά η ύπαρξη στρωμάτων του, τελικά μόνο τα κοιτάσματα της Κύμης ήταν ικανοποιητικά από άποψη εκμεταλλεύσεως.
Μια σειρά άλλων ορυκτών, όπως οι γύψοι της Μήλου, κυρίως όμως τα μάρμαρα της Πεντέλης, της Πάρου, της Τήνου, της Ελευσίνας και του Ταϋγέτου δεν πρόσφεραν ακόμα αξιόλογο οικονομικό ενδιαφέρον. Για την προώθηση όμως της αξιοποιήσεως του ορυκτού πλούτου της χώρας είχαν γίνει τότε ειδικές μελέτες. Στα 1859 για παράδειγμα μια μελέτη του Γερμανού Έντουρντ Χάιντερ για τη «γη της Σαντορίνης» μεταφράστηκε από τα γερμανικά στα γαλλικά και τυπώθηκε από την ελληνική κυβέρνηση για να προβληθούν οι ιδιότητές της για χρήση σε υδραυλικά έργα.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ, Εκδοτική Αθηνών, σ. 180
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου (μετά το 1860)
Μια θετική προσπάθεια για την άρση των εμποδίων στον τομέα ορισμένων βιομηχανικών υλών σημειώθηκε το 1867 με την ψήφιση του νόμου «περί μεταλλείων και ορυκτών». Ο νόμος εκείνος σκοπός είχε να ενθαρρύνει τις ξένες επενδύσεις και να στρέψει την εγχώρια αποταμίευση στην εκμετάλλευση του πλούτου της ελληνικής γης. Πραγματικά μέσα σε λίγα χρόνια από την ψήφιση του νόμου σημειώθηκε ένας πρωτοφανής για τα ελληνικά χρόνια πυρετός για την έρευνα και εκμετάλλευση του ελληνικού υπεδάφους.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ, Εκδοτική Αθηνών, σ. 312
 
ΠΙΝΑΚΑΣ
Κατάλογος των ελληνικών μεταλλευτικών επιχειρήσεων που υπήρχαν και διαλύθηκαν, και των επιχειρήσεων που δημιουργήθηκαν στη θέση τους από ξένους κεφαλαιούχους (ή με σημαντική συμμετοχή ξένων κεφαλαίων) κατά τη δεκαετία του 1880.
 

Έτος ίδρυσης

Ελληνικές εταιρείες

Έτος ίδρυσης

Ξένες εταιρείες

1869

«Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία»

(σίδηρος, Σέριφος)

1880

Γαλλική εταιρεία

«Σέριφος-Σπηλιαζέζα»

(Ι. Β. Σερπιέρη*)

1872

«Σούνιον (Λ. Ράλλη και Ν. Μελετόπουλου, μόλυβδος, Σούνιο)

1881/82

Γαλλική εταιρεία «Σούνιον» (έδρα: Παρίσι)

1868

Ελληνική εταιρεία (;) για την εκμετάλλευση του μολύβδου της Μήλου. Διαλύεται το 1870

1882/83

Γαλλική εταιρεία «Σερπιέρης-Δεπιάν-Αργυρόπουλος», μόλυβδος, Μήλος

1857

Ελληνική Εταιρεία των Παρίων Μαρμάρων

1880

«Εταιρεία των Παρίων Μαρμάρων» (Γεν. Πιστωτική Τράπεζα + Banque Franco-égyptienne)

 
* Giovanni Battista Serpieri (1832-1897), Ιταλός επιχειρηματίας
 
Χ. Αγριαντώνη, Οι απαρχές της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα. Ιστορικό αρχείο, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1986, σσ. 260-261
 
Ενδεικτικές απαντήσεις
 
ΘΕΜΑ Α1
α. Η ύπαρξη των πρώτων κομμάτων ήταν πλέον δεδομένη. Αυτό άλλωστε φαίνεται και από την κίνηση του Καποδίστρια να επανδρώσει ένα συμβουλευτικό όργανο, το «Πανελλήνιον», με αντιπροσώπους και των τριών παρατάξεων, προκειμένου να εξασφαλιστεί εσωτερική ειρήνη.
β. Μετά την υπογραφή της Σύμβασης ανταλλαγής πληθυσμών και της Συνθήκης ειρήνης της Λοζάνης, οι σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία δοκιμάζονταν κατά διαστήματα από εντάσεις. Ύστερα από διαπραγματεύσεις, τον Ιούνιο του 1925 υπογράφηκε η Σύμβαση της Άγκυρας και το Δεκέμβριο του 1926 η Συμφωνία των Αθηνών. Αυτές ρύθμιζαν τα επίμαχα θέματα, όμως δεν εφαρμόστηκαν ποτέ.
γ. Αμέσως μετά την ήττα στη μικρασιατική εκστρατεία, επενέβησαν στην πολιτική ζωή αξιωματικοί που ηγούνταν στρατιωτικών σωμάτων τα οποία επέστρεφαν από το μέτωπο (Ν. Πλαστήρας, Στ. Γονατάς, κ.λπ.). Αυτό που όξυνε την πολιτική κατάσταση ήταν η δίκη και καταδίκη σε θάνατο πέντε κορυφαίων πολιτικών της αντιβενιζελικής παράταξης και του αρχηγού του στρατού της Μ. Ασίας, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η κατηγορία ήταν αβάσιμη, αλλά οι κατηγορούμενοι εκτελέστηκαν, προκειμένου να κατευναστούν οι πρόσφυγες και ο στρατός. Το τηλεγράφημα του Βενιζέλου, το οποίο έμμεσα συνιστούσε τη ματαίωση των εκτελέσεων, έφθασε πολύ αργά, αν και δεν είναι βέβαιο ότι μια έγκαιρη παρέμβαση του Βενιζέλου θα είχε αποτέλεσμα.
 
ΘΕΜΑ Α2
α. Σωστό
β. Σωστό
γ. Λάθος
δ. Σωστό
ε. Σωστό
 
ΘΕΜΑ Β1
Η επιθυμία για επαγγελματική εξασφάλιση βενιζελικών και αντιβενιζελικών αξιωματικών δημιούργησε μια δυναμική διαρκούς παρέμβασης του στρατού στην πολιτική. Παράλληλα προς τα κόμματα, συγκροτήθηκαν «ομάδες» απότακτων ή εν ενεργεία αξιωματικών, οι οποίοι όλο και περισσότερο προσπαθούσαν να θέσουν υπό τον έλεγχο τους το Κοινοβούλιο και τις κυβερνήσεις και εν τέλει να επιβάλουν αντικοινοβουλευτικά συστήματα διακυβέρνησης. Τα κόμματα με δυσκολία κατόρθωναν να ξεφύγουν από τον ασφυκτικό κλοιό και πολύ συχνά χρησιμοποιούσαν ομάδες αξιωματικών, για να επιτύχουν τα δικά τους βραχυπρόθεσμα σχέδια. Εξάλλου, τα κόμματα ευνοούσαν τις εντάσεις, θεωρώντας ότι η πόλωση θα ενίσχυε την ενότητά τους. Όμως, υιοθετώντας αυτή τη στάση, περιόριζαν τις δυνατότητες ελιγμών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να σχεδιάζουν νέες πολιτικές, για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων.
Τα κόμματα είχαν τη δυνατότητα να ελέγξουν το πολιτικό παιγνίδι, διότι η κοινωνία και τα προβλήματά της είχαν γίνει τόσο σύνθετα, ώστε δεν μπορούσαν να τα διαχειριστούν στρατιωτικοί. Εκείνοι μπορούσαν εύκολα να κάνουν πραξικόπημα, αλλά δεν ήταν ικανοί να ασκήσουν την εξουσία.
 
ΘΕΜΑ Β2
Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1877-1878) αναθέρμανε το όνειρο της ανάκτησης της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Η Ελλάδα επιχείρησε να ενισχύσει την υπεράσπιση των ελληνικών δικαίων με την υπόθαλψη επαναστατικών κινημάτων στις επαρχίες αυτές. Τον Ιανουάριο του 1878 ιδρύθηκε στην Αθήνα η Μακεδόνικη Επιτροπή, με σκοπό την οργάνωση επανάστασης στη Μακεδονία. Πάλι οι Μακεδόνες πρόσφυγες της Νέας Πέλλας, και άλλοι της Εύβοιας, ανταποκρίθηκαν στις προσπάθειες της Επιτροπής να συγκεντρώσει στρατιωτική δύναμη. Η επανάσταση ξέσπασε στον Όλυμπο, στα Πιέρια και στη Χαλκιδική και έληξε με ανακωχή μεταξύ των Ελλήνων επαναστατών και των Τούρκων. Πολλοί επαναστάτες πέρασαν για ασφάλεια στην ελεύθερη Ελλάδα. Λίγο αργότερα, μερικοί απ' αυτούς επέστρεψαν στις περιοχές τους.
 
ΘΕΜΑ Γ1
α. Από τον πρώτο κιόλας χρόνο της Επανάστασης, οπλοφόροι Κρήτες κατέφυγαν, αρχικά σε μικρό αριθμό, στις Κυκλάδες. Όπως επισημαίνει ο Απόστολος Βακαλόπουλος (Κείμενο Α), ο αριθμός των Κρητών που διέφυγαν στην Ελλάδα αυξήθηκε κυρίως μετά την αποτυχία της επανάστασης που επιχειρήθηκε στην Κρήτη κατά τα μέσα του 1823, η οποία είχε ενισχυθεί οικονομικά από Κρητικούς που βρίσκονταν στην Πελοπόννησο. Μετά την καταστροφή της Κάσου από τον αιγυπτιακό στόλο το 1824, οι Κάσιοι αλλά και οι Κρήτες που είχαν καταφύγει εκεί, κατευθύνθηκαν σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Απόστολο Βακαλόπουλο (Κείμενο Α), στην Κάσο είχαν καταφύγει περίπου δύο χιλιάδες Κρητικοί ήδη από την αρχή της επανάστασης μέχρι και την καταστροφή του νησιού από τον αιγυπτιακό στόλο. Κάποιοι, πάντως, είχαν βρει καταφύγιο στην Τήνο. Η άφιξη των Κρητών προκάλεσε αναταραχή στο κεντρικό Αιγαίο. Ως τα μέσα της δεκαετίας, οι ένοπλοι Κρήτες πρόσφυγες είχαν αποβεί κυρίαρχοι σε βάρος των εγχωρίων. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται από τον Απόστολο Βακαλόπουλο, ο οποίος επιπρόσθετα αναφέρει πως τα νησιά στα οποία κυρίως προκάλεσαν πρόβλημα οι ένοπλοι Κρητικοί, ήταν η Νάξος, η Πάρος, η Σίφνος, η Μήλος και η Ίος. Τα νησιά του Αιγαίου, άλλωστε, αποτελούσαν για τους Κρητικούς είτε ασφαλές καταφύγιο είτε προσωρινό μόνο χώρο διαμονής κατά τις μετακινήσεις τους από και προς την Κρήτη. Άλλη ομάδα Κρητών προσφύγων του 1823-1824 κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Στην Αργολίδα η κυβέρνηση μερίμνησε για τη διατροφή και περίθαλψή τους.
 
β. Μικρός αριθμός Κρητών είχε καταφύγει στην ελεύθερη Ελλάδα το 1841, μετά την αποτυχία κινήματος στην Κρήτη. Η Κρητική επανάσταση όμως του 1866-1869 ήταν αυτή που προκάλεσε το μεγαλύτερο προσφυγικό κύμα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Οι πρώτες κρητικές οικογένειες έφθασαν τον Ιούλιο του 1866 στον Πειραιά και τη Σύρο μέσω Κυθήρων. Την ίδια εποχή συστάθηκε στην Αθήνα η Κεντρική Επιτροπή υπέρ των Κρητών, που μαζί με την αντίστοιχη της Σύρου ανέλαβαν την ενίσχυση του κρητικού αγώνα. Για τον ίδιο σκοπό, και ιδιαίτερα για την περίθαλψη των αμάχων προσφύγων, ιδρύθηκαν στο εξωτερικό διάφορες επιτροπές, όπως αυτή του Λονδίνου, η οποία, σε συνεργασία με την «Αγγλοελληνική Επιτροπή» στην Αθήνα, ανέλαβε την περίθαλψη 4.500 προσφύγων.
Ως τα μέσα του 1867, μικρός σχετικά αριθμός αμάχων κατόρθωσε να φύγει από την Κρήτη, όπου τα προβλήματα διαβίωσης ήταν μεγάλα. Οι πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνονται από το Κείμενο Β, στο οποίο διευκρινίζεται πως η επανάσταση των Κρητών δεν ήταν καλά οργανωμένη, με αποτέλεσμα να υπάρχει σταθερή έλλειψη τροφίμων και πολεμοφοδίων, τα οποία εξέλιπαν κυρίως λόγω των λεηλασιών που γίνονταν στα σχετικά φορτία μόλις προσέγγιζαν τα πλοία στα παράλια της Κρήτης και ιδίως στην περιοχή των Σφακίων. Έτσι, εξαιτίας των ελλείψεων αυτών τόσο οι πολεμιστές όσο και τα γυναικόπαιδα βίωναν συνεχείς στερήσεις και «αργοπέθαιναν». Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κρίσιμο πρόβλημα της επιβίωσης των αμάχων η Γενική Συνέλευση των επαναστατών έκανε έκκληση στην Κεντρική Επιτροπή υπέρ των Κρητών, στην Επιτροπή Σύρου, καθώς στους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων να συνδράμουν για τη μεταφορά τους στην Ελλάδα με ευρωπαϊκά πλοία. Στην έκκληση αυτή υπήρξε ανταπόκριση και στα τέλη Νοεμβρίου, αρχές Δεκεμβρίου 1866, το αγγλικό πολεμικό «Assurance» αρχικά και αμέσως μετά το ρωσικό «Μέγας Ναύαρχος» μετέφεραν ικανό αριθμό γυναικόπαιδων στον Πειραιά. Τα ξένα αυτά πλοία που τους μετέφεραν διέκοψαν, ωστόσο, στη συνέχεια για μήνες τη μεταφορά γυναικόπαιδων, μετά από διαμαρτυρίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σύμφωνα, μάλιστα, με το Κείμενο Γ, η κατάσταση στην Κρήτη επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο το 1867, κατά το διάστημα της εκεί παραμονής του Ομέρ πασά (Μάρτιος – Οκτώβριος 1867), καθώς προκάλεσε τεράστιες καταστροφές και διέπραξε εγκληματικές βιαιότητες εις βάρος του άμαχου πληθυσμού, όπως αυτό προκύπτει από τις συνεχείς καταγγελίες της Γενικής Συνέλευσης, αλλά και της προσωρινής κυβέρνησης στους πρόξενους των Μεγάλων Δυνάμεων στα Χανιά. Οι καταγγελίες αυτές, πάντως, απέδωσαν, καθώς στις 9 Ιουλίου 1867 οι πρόξενοι της Γαλλίας, της Αγγλίας, της Ρωσίας και της Ιταλίας, με κοινό διάβημα στις κυβερνήσεις τους, ζήτησαν την αποστολή πλοίων για τη μεταφορά γυναικόπαιδων στην Ελλάδα, καταγγέλλοντας την ακραία βιαιότητα των στρατιωτικών δυνάμεων του Ομέρ πασά. Οι ξένες δυνάμεις ανταποκρίθηκαν και μέσα σε λίγο καιρό γαλλικά, ρωσικά, ιταλικά, πρωσσικά, καθώς και αυστριακά πλοία διατέθηκαν για την ασφαλή μεταφορά χιλιάδων γυναικόπαιδων στον Πειραιά. Έτσι το μεγάλο προσφυγικό κύμα ξέσπασε τον επόμενο χρόνο. Το Φεβρουάριο του 1868 είχαν φτάσει περίπου 10.000 πρόσφυγες στην Αθήνα. Μέσα στον ίδιο χρόνο πρόσφυγες κατέπλεαν καθημερινά σε μεγάλες ομάδες, κυρίως άμαχος πληθυσμός, σε κακή κατάσταση. Το κράτος, όπως βρέθηκε σε αδυναμία να στηρίξει σταθερά την Κρητική επανάσταση, έτσι απέτυχε και να αντιμετωπίσει το οξύ προσφυγικό πρόβλημα.
 
ΘΕΜΑ Δ1
Η απουσία βαριάς βιομηχανίας στην Ελλάδα περιόριζε το ενδιαφέρον για εκμετάλλευση του υπεδάφους. Οι δραστηριότητες στο χώρο αυτό είτε αποσκοπούσαν σε εξαγωγές, είτε στην εξυπηρέτηση των περιορισμένων τοπικών αναγκών. Για τις τελευταίες, οι δραστηριότητες των λατομείων και η παραγωγή οικοδομικών υλικών είχαν τον πρώτο λόγο. Για τις εξαγωγές, το βάρος έπεσε σε μεταλλευτικά προϊόντα που τα ισχυρά βιομηχανικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης χρησιμοποιούσαν ως πρώτες ύλες στη μεταλλουργία τους. Τα προϊόντα αυτά εξάγονταν ακατέργαστα, σε μορφή μεταλλεύματος, ή μετά από στοιχειώδη μόνο επεξεργασία.
Η Ελλάδα, έστω και στις περιορισμένες διαστάσεις της του 19ου αιώνα, είχε ικανοποιητική ποικιλία κοιτασμάτων, συνήθως όμως σε μικρές ποσότητες. Η ενθάρρυνση της μεθοδικής τους εκμετάλλευσης στις αρχές της δεκαετίας του 1860 με νομοθεσία που επέτρεπε την «εκχώρηση» μεταλλευτικών δικαιωμάτων με ευνοϊκούς όρους, προκάλεσε τη ραγδαία εξέλιξη του κλάδου. Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώνεται από το Κείμενο Β, όπου αναφέρεται πως το 1867 ψηφίστηκε ο νόμος «περί μεταλλείων και ορυκτών» προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία εκμετάλλευσης ορισμένων βιομηχανικών υλικών και να δοθεί, έτσι, κίνητρο τόσο στις ξένες επενδύσεις, όσο και στους εγχώριους κεφαλαιούχους να επιδιώξουν την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της ελληνικής γης. Ο νόμος αυτός είχε σημαντικά αποτελέσματα, εφόσον λίγα μόλις χρόνια μετά αυξήθηκε κατακόρυφα το ενδιαφέρον για «την έρευνα και την εκμετάλλευση του ελληνικού υπεδάφους». Την ίδια εποχή το ενδιαφέρον για μεταλλευτικά και οικοδομικά υλικά είχε ενισχυθεί εξαιτίας διαφόρων συγκυριών, όπως ήταν π.χ. τα έργα για τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ (έργο που ολοκληρώθηκε το 1869) αλλά και το ίδιο το άνοιγμα της διώρυγας, που αναβάθμισε συνολικά την Ανατολική Μεσόγειο.
Η πιο γνωστή περιοχή μεταλλευτικής δραστηριότητας υπήρξε, όπως και στην αρχαιότητα, το Λαύριο. Το 1866 άρχισε εκεί τις εργασίες της μία γαλλο-ιταλική εταιρεία (Σερπιέρι-Ρου) με στόχο την εξαγωγή μεταλλεύματος όχι μόνο από τα υπόγεια κοιτάσματα αλλά και από τις «σκωρίες», τα υλικά που είχαν συσσωρευτεί εκεί στη διάρκεια των αιώνων εκμετάλλευσης των ορυχείων κατά την αρχαιότητα. Η τεχνολογία της εποχής επέτρεπε την απόσπαση μεταλλεύματος από αυτά τα κατάλοιπα. Η εξόρυξη αργύρου και μολύβδου γνώρισε σημαντική άνθηση και πρόσθεσε στις ελληνικές εξαγωγές προϊόντα αξίας πολλών εκατομμυρίων δραχμών.
Από τις άλλες εκμεταλλεύσεις ξεχώριζαν εκείνες της Μήλου (θειάφι), της Νάξου (σμύριδα) και της Θήρας (θηραϊκή γη, που χρησιμοποιήθηκε ως οικοδομικό υλικό σε μεγάλα έργα). Σύμφωνα, μάλιστα, με το Κείμενο Α, μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα είχε κυρίως αξιοποιηθεί η σμύριδα της Νάξου, καθώς ήταν εξαγώγιμο προϊόν. Ειδικότερα, με νόμο της 18ης Ιουλίου του 1852 (νόμος ΣΒ΄), κατόπιν δημοπρασίας είχε παραχωρηθεί το δικαίωμα εκμετάλλευσης των σχετικών ορυχείων στον Άγγλο Ρίτσαρντ Άμποτ, με όρους που ευνοούσαν το ελληνικό δημόσιο. Έτσι, η παραγωγή σμύριδας της Νάξου ανήλθε το 1856 στα 40.000 καντάρια, ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1859, η εξαγωγή του προϊόντος αυτού απέφερε 256.424 δρχ. Ενδιαφέρον, σύμφωνα με το Κείμενο Α, υπήρχε, επίσης, για τη θηραϊκή γη, η εξαγωγή της οποίας είχε, κατά το 1859, αποφέρει 141.354 δρχ., ενώ την ίδια χρονιά, στο πλαίσιο προσπάθειας να προωθηθεί η εκμετάλλευση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, είχε μεταφραστεί από τα γερμανικά στα γαλλικά και είχε τυπωθεί από την ελληνική κυβέρνηση, μια μελέτη του Γερμανού Έντουρντ Χάιντερ για τη «γη της Σαντορίνης», προκειμένου να γίνουν γνωστές οι δυνατότητες αξιοποίησης της θηραϊκής γης σε «υδραυλικά έργα». Πέρα από τα υλικά αυτά, εκμεταλλεύσιμος ήταν και ο λιγνίτης του ελληνικού υπεδάφους. Βέβαια, αν και είχαν εντοπιστεί στρώματα λιγνίτη στο Μαρκόπουλο Αττικής, εν τέλει από άποψη οικονομικής εκμετάλλευσης επαρκή ήταν μόνο τα σχετικά κοιτάσματα της Κύμης. Σε ό,τι αφορά την εκμετάλλευση του ελληνικού υπεδάφους, πρόσθετα στοιχεία αντλούμε από τον κατάλογο μεταλλευτικών επιχειρήσεων (Πίνακας), σύμφωνα με τον οποίο, για την εκμετάλλευση του μόλυβδου της Μήλου είχε συσταθεί -πιθανώς- ελληνική εταιρεία το 1868, η οποία έκλεισε το 1870 και υποκαταστάθηκε το 1882/83 από γαλλική εταιρεία, υπό τη διοίκηση των Ιωάννη Σερπιέρη, Δεπιάν και Αργυρόπουλου. Ο Ιωάννης Σερπιέρης, μάλιστα, είχε ιδρύσει το 1880 ακόμη μια γαλλική εταιρεία, με την επωνυμία «Σέριφος-Σπηλιαζέζα» προκειμένου να εκμεταλλευτεί τα αποθέματα σιδήρου της Σερίφου, υποκαθιστώντας την εκεί «Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία», που είχε ιδρυθεί το 1869. Μια γαλλική εταιρεία, επίσης, με την επωνυμία «Σούνιον», που ιδρύθηκε το 1881/82, για να εκμεταλλευτεί τον μόλυβδο του Σουνίου, είχε υποκαταστήσει την ομώνυμη ελληνική εταιρεία των Λ. Ράλλη και Ν. Μελετόπουλου, που είχε ιδρυθεί το 1872. Με την οικοδομική ανάπτυξη που γνώρισε η χώρα μετά τη δεκαετία του 1870, εμφανίστηκαν στο προσκήνιο νέα υλικά, όπως το μάρμαρο. Η αξιοποίηση των θαυμάσιων μαρμάρων που διέθετε η χώρα πήρε σημαντικές διαστάσεις κατά τα τέλη του 19ου αιώνα. Όπως, άλλωστε, επισημαίνεται στο Κείμενο Α, τα μάρμαρα της Πεντέλης, της Πάρου, της Τήνου, της Ελευσίνας και του Ταϋγέτου, όπως και οι γύψοι της Μήλου, δεν είχαν αποτελέσει ενδιαφέρουσα επιλογή προς αξιοποίηση τουλάχιστον μέχρι το 1859. Σε ό,τι αφορά, πάντως, την εκμετάλλευση των μαρμάρων της Πάρου, σύμφωνα με τον κατάλογο μεταλλευτικών επιχειρήσεων (Πίνακας), το 1857 είχε ιδρυθεί ελληνική εταιρεία για την εκμετάλλευση των Παρίων Μαρμάρων, η οποία υποκαταστάθηκε το 1880 από αντίστοιχη εταιρεία, την οποία ήλεγχαν η Γενική Πιστωτική Τράπεζα και η Γαλλο-αιγυπτιακή τράπεζα (Banque Franco-égyptienne).
Σ’ αυτήν την κατηγορία οικονομικής δραστηριότητας μπορούμε να εντάξουμε και τις αλυκές, πηγή σημαντικών δημοσίων εσόδων κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...