English School
Ιστορία Προσανατολισμού: Κομματική βάση & επιλογή βουλευτών το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα (πηγή)
Συνδυάζοντας τις ιστορικές σας γνώσεις
με τις απαραίτητες πληροφορίες από τις ιστορικές πηγές που σας δίνονται:
α. να περιγράψετε τον τρόπο με τον οποίο ήταν οργανωμένη η βάση των κομμάτων κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα
β. να αναφερθείτε στην οικονομικο-κοινωνική προέλευση των υποψήφιων
βουλευτών και στα κριτήρια με τα οποία γίνονταν η επιλογή τους από τα κόμματα.
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Η κοµµατική πειθαρχία που προσπάθησε να επιβάλει ο Τρικούπης στην κοινοβουλευτική οµάδα, επικεφαλής της οποίας βρισκόταν ο ίδιος, ήταν βέβαια αξιοσηµείωτη, οφειλόταν όμως κυρίως στον αυταρχικό χαρακτήρα του και στο πολιτικό του κύρος. Ακόµα και στο ίδιο το τρικουπικό κόµµα δεν προβλεπόταν κανένα κοµµατικό όργανο. […]όλα τα κόµµατα ήταν άµορφοι και άτυποι µηχανισµοί χωρίς πρόβλεψη τυπικών διαδικασιών για τη λήψη αποφάσεων. […]Μόνος ο αρχηγός του κόμματος αποφάσιζε, και η επιβολή της θελήσεώς του ήταν συνάρτηση της συγκεκριµένης ισορροπίας δυνάµεων. Η κοµµατική πειθαρχία, που πρώτη φορά µπαίνει σαν πρόβληµα, δεν είναι παρά η προσπάθεια της µειώσεως της δυνατότητας της βουλής να ελέγχει, να κωλυσιεργεί, να προτείνει, να µεταβάλλει την πολιτική επιλογή της κυβερνήσεως και γενικότερα τους περιορισµούς της βουλευτοκρατίας.
Τσουκαλάς, Κ., «Πολιτική των κυβερνήσεων και
προβλήματα από το 1881 ως το 1895», ΙΕΕ, τ. Ι∆, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1977, σ. 42-43.
(διασκευή)
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Εξαρτήσεις κάθε είδους και πελατειακές σχέσεις επιδρούσαν στη δυνατότητα των πολιτικών τοπικής εμβέλειας να διαμορφώσουν ένα σώμα προσωπικών οπαδών και επομένως να αναδειχτούν υποψήφιοι. Φοροεισπράκτορες, δήμαρχοι και άνθρωποι στους οποίους ανέθεταν τις κρατικές παραγγελίες είχαν, όπως φαίνεται, πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες· εξάλλου και γιατροί, δικηγόροι και, φυσικά, ήδη εκλεγμένοι Βουλευτές μπορούσαν επίσης να δεσμεύσουν ψηφοφόρους [...]. Στις συζητήσεις της δεκαετίας του 1890 για την ανάδειξη υποψηφίων σωρεύονται οι ενδείξεις ότι η εκλογή του ενός ή του άλλου πολιτικού, ο οποίος ασκούσε παλαιότερα επιρροή, εξαρτάται από το αν θα διακήρυσσε δημοσίως την κομματική του επιλογή.
Hering, G., Τα
πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τ. Α’, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2004,
σ. 634.
α. Η βάση των κομμάτων στα
τέλη του 19ου αιώνα εξακολουθούσε να μην έχει τυπική οργάνωση. Όπως σχολιάζει ο Κ. Τσουκαλάς (Κείμενο Α),
τα κόμματα της εποχής -ακόμη και το κόμμα του Τρικούπη- δεν είχαν ουσιαστική
εσωτερική οργάνωση, ήταν άμορφοι μηχανισμοί, χωρίς κομματικά όργανα ή έστω
τυπικά καθορισμένες διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων. Σημαντικό ρόλο στην
κινητοποίηση των οπαδών των κομμάτων έπαιζαν η οικογενειοκρατία, οι πελατειακές
σχέσεις και η εξαγορά ψήφων. Παρ’ όλα αυτά, όσον αφορά τουλάχιστον τα δύο μεγάλα
κόμματα, η επιλογή των εκλογέων βασιζόταν κατά κύριο λόγο στην κρίση τους για
την πολιτική των κομμάτων, στις επιδράσεις που αυτά ασκούσαν κατά περιοχές και
στα συμφέροντα κάθε κοινωνικής ομάδας.
Η
οργάνωση των κομμάτων ήταν εμφανής μόνο στο επίπεδο της ηγεσίας. Τη
σημαντικότερη θέση μετά τον αρχηγό την είχε η κοινοβουλευτική ομάδα. Οι
βουλευτές είχαν σημαντική θέση, διότι λόγω της μεγάλης πλειοψηφίας που
χρειαζόταν η Βουλή για να έχει απαρτία και να παίρνει αποφάσεις, οι βουλευτές
και μόνο με την απουσία τους (ή την απειλή της) μπορούσαν να ασκήσουν μεγάλη
πίεση στην κομματική ηγεσία. Σύμφωνα με
τον Κ. Τσουκαλά (Κείμενο Α), η προσπάθεια ύπαρξης «κομματικής πειθαρχίας»
στο κόμμα του Τρικούπη, η οποία συνιστούσε αξιοπρόσεκτη κίνηση για την εποχή
εκείνη, σχετιζόταν περισσότερο με το πολιτικό κύρος του Τρικούπη, αλλά και με
τον αυταρχισμό που τον διέκρινε. Στα κόμματα εκείνης της περιόδου, αν και τη
δυνατότητα λήψης αποφάσεων είχε μόνο ο αρχηγός, το αν θα κατόρθωνε να επιβάλει
τη θέλησή του στην κοινοβουλευτική του ομάδα ήταν περισσότερο κάτι που εξαρτιόταν
από την κατά περίπτωση ισορροπία δυνάμεων στο κόμμα. Ακριβώς, άρα, λόγω της αδυναμίας
των κομματικών αρχηγών να επιβληθούν στις ομάδες τους αρχίζει να τίθεται ως ζήτημα
η έννοια της κομματικής πειθαρχίας, η οποία απέβλεπε στο να περιοριστεί η δυνατότητα
των βουλευτών να ελέγχουν, να καθυστερούν ή και να μεταβάλλουν τις επιλογές του
εκάστοτε πρωθυπουργού. Υπήρχε, δηλαδή, μια επιβεβλημένη βουλευτοκρατία, δύσκολα
περιορίσιμη. Έτσι, η κεντρική οργάνωση του κόμματος δεν είχε τη δυνατότητα να
αρνηθεί στους βουλευτές την εκπλήρωση επιθυμιών, π.χ. διορισμών ή ευνοϊκών
ρυθμίσεων υπέρ της εκλογικής τους περιφέρειας.
β. Για την επιλογή των
υποψηφίων βουλευτών, δηλαδή για την τοποθέτηση συγκεκριμένων υποψηφίων στο
«ψηφοδέλτιο», έπαιζε ρόλο το αν είχαν ένα δικό τους τοπικό κύκλο οπαδών, ο
οποίος επηρεαζόταν βεβαίως από πελατειακές σχέσεις και εξυπηρετήσεις. Όπως επισημαίνει ο G. Hering (Κείμενο Β), οι
πελατειακές σχέσεις επηρέαζαν τη δυνατότητα πολιτικών που είχαν τοπική μόνο εμβέλεια
να συγκεντρώσουν ένα επαρκές σώμα οπαδών, ώστε να κατορθώσουν να λάβουν το χρίσμα
του υποψήφιου βουλευτή. Οι υποψήφιοι βουλευτές προέρχονταν σχεδόν αποκλειστικά
από τα μεσαία και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, όπως και κατά την προηγούμενη
περίοδο. Πολλοί ήταν δικηγόροι και δημόσιοι υπάλληλοι. Τις πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνει ο G.
Hering
(Κείμενο Β), ο
οποίος συμπληρώνει πως σημαντικές πιθανότητες να αναδειχθούν υποψήφιοι είχαν
εκείνοι που διεκπεραίωναν κρατικές παραγγελίες, δήμαρχοι, φοροεισπράκτορες, αλλά
και όσοι ήδη είχαν εκλεχτεί βουλευτές. Κατά τη δεκαετία του 1890, μάλιστα, οι εκλογείς
συνήθιζαν να ψηφίζουν πολιτικούς με επιρροή, μόνο εφόσον είχαν δηλώσει με
σαφήνεια την κομματική τους τοποθέτηση.
Την πληροφορία αυτή επιβεβαιώνει ο G.
Hering
(Κείμενο Β), αναφέροντας,
συνάμα, πως η δήλωση αυτή συνιστούσε κριτήριο για την επιλογή ενός πολιτικού ως
υποψηφίου. Σε αντίθεση με τους υποψηφίους, τα κομματικά μέλη προέρχονταν και
από τα κατώτερα στρώματα.
Ιστορία Προσανατολισμού: Κομματική βάση & επιλογή βουλευτών το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα (πηγή)
α. να περιγράψετε τον τρόπο με τον οποίο ήταν οργανωμένη η βάση των κομμάτων κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα
Η κοµµατική πειθαρχία που προσπάθησε να επιβάλει ο Τρικούπης στην κοινοβουλευτική οµάδα, επικεφαλής της οποίας βρισκόταν ο ίδιος, ήταν βέβαια αξιοσηµείωτη, οφειλόταν όμως κυρίως στον αυταρχικό χαρακτήρα του και στο πολιτικό του κύρος. Ακόµα και στο ίδιο το τρικουπικό κόµµα δεν προβλεπόταν κανένα κοµµατικό όργανο. […]όλα τα κόµµατα ήταν άµορφοι και άτυποι µηχανισµοί χωρίς πρόβλεψη τυπικών διαδικασιών για τη λήψη αποφάσεων. […]Μόνος ο αρχηγός του κόμματος αποφάσιζε, και η επιβολή της θελήσεώς του ήταν συνάρτηση της συγκεκριµένης ισορροπίας δυνάµεων. Η κοµµατική πειθαρχία, που πρώτη φορά µπαίνει σαν πρόβληµα, δεν είναι παρά η προσπάθεια της µειώσεως της δυνατότητας της βουλής να ελέγχει, να κωλυσιεργεί, να προτείνει, να µεταβάλλει την πολιτική επιλογή της κυβερνήσεως και γενικότερα τους περιορισµούς της βουλευτοκρατίας.
Εξαρτήσεις κάθε είδους και πελατειακές σχέσεις επιδρούσαν στη δυνατότητα των πολιτικών τοπικής εμβέλειας να διαμορφώσουν ένα σώμα προσωπικών οπαδών και επομένως να αναδειχτούν υποψήφιοι. Φοροεισπράκτορες, δήμαρχοι και άνθρωποι στους οποίους ανέθεταν τις κρατικές παραγγελίες είχαν, όπως φαίνεται, πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες· εξάλλου και γιατροί, δικηγόροι και, φυσικά, ήδη εκλεγμένοι Βουλευτές μπορούσαν επίσης να δεσμεύσουν ψηφοφόρους [...]. Στις συζητήσεις της δεκαετίας του 1890 για την ανάδειξη υποψηφίων σωρεύονται οι ενδείξεις ότι η εκλογή του ενός ή του άλλου πολιτικού, ο οποίος ασκούσε παλαιότερα επιρροή, εξαρτάται από το αν θα διακήρυσσε δημοσίως την κομματική του επιλογή.