Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» (σημειώσεις από το βιβλίο του καθηγητή)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Budi Satria Kwan

Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής» (σημειώσεις από το βιβλίο του καθηγητή)

1. Να, λ.χ., ένα ποίημα που απαρτίζεται από τρεις ιδεοπλαστικές -και- σκηνικές εικόνες, «Ο ελεγκτής»:

Ένας μπαξές γεμάτος αίμα
είν’ ο ουρανός
και λίγο χιόνι,

η ιδεοπλαστική εικόνα και σκηνή του κακοποιημένου ουρανού.

Έσφιξα τα σκοινιά μου
πρέπει και πάλι να ελέγξω
τ’ αστέρια,

η ιδεοπλαστική εικόνα και σκηνή του ουράνιου μηχανοδηγού.

Εγώ
κληρονόμος πουλιών
πρέπει
έστω και με σπασμένα φτερά
να πετάω,

η ιδεοπλαστική εικόνα και σκηνή του ποιητή ως ιερού πτηνού που σακατεύτηκε στους «δύσκολους -και- στυγερούς καιρούς».
Και αμέσως έπειτα η τελευταία εικόνα-στοχασμός αναδιπλώνεται για να χωρέσει και τις άλλες, έτσι δικαιολογημένη: Ο ποιητής πρέπει να κάνει τη διαδρομή του – πέταγμα έστω και με σπασμένα φτερά, ξέσφιγγα φτερά-σκοινιά. Και ως μηχανοδηγός, ελέγχοντας το σύστημα των άστρων, στάσεις-φανάρια -και- λαμπτήρες της διαδρομής, να τερματίσει εκεί, στη χώρα της επαγγελίας του, που μολαταύτα γέμισε και αυτή, αίμα και χιόνι∙ και ως κληρονόμος των πουλιών – πτηνός, κατά τον Ίωνα του Πλάτωνα – να φτάσει στον «μπαξέ με τ’ άστρα». Τι μας θυμίζει αυτή η πολύκλωνη εικόνα-στοχασμός; Παλιές ταινίες με βαγόνια μέσ’ από τοπία στέπας; Ή χιόνια και αίματα του αλβανικού μετώπου ή του σκληρού κατοχικού χειμώνα του ‘42; Τότε που ακόμη κι ο Θεός, στα μάτια των μικρών παιδιών και του Σαχτούρη, φάνταζε:

σαν παγοπώλης του θανάτου
με κόκκινα απ’ τον πυρετό
τα μάτια.

Και αυτές οι εμπειρίες της ζωής διασταυρώνονται με άλλες πνευματικές της φαντασίας, καθώς η τελική σκηνή αναδιπλώνεται στην αρχική εικόνα του μπαξέ με τ’ άστρα. Μέσα και πέρα από κρυπτομνησίες του ή πέρα από τους δικούς μας συνειρμούς, του τύπου: Ο ουρανός

σαν περιβόλι ευώδησε και τ’ άνθη του ήταν τ’ άστρα (Σολωμός) – «το ουράνιο περιβόλι» του Σεφέρη! – ή προπαντός «ουράνιος παράδεισος» - ή- κήπος» (Κάλβος). Οπότε, σαν αντίλαλος μεθόδου από το παρελθόν, και ας μη λειτούργησε στην ώρα της, μας έρχεται η γεφυρωμένη εικόνα:

αναχωρεί και η νύκτα∙
ιδού που τ’ άστρα αχνύζουσι,
και οι καθαροί λευκαίνονται
αιθέριοι κάμποι.

Και πάλι πίσω του, αλειτούργητος ο ετερόνομος και ετερομεγέθης Κάλβος. Αυτός που είδε επίσης μέσα «εις το χάος αμέτρητον των ουρανίων ερήμων» να κρέμονται κρέπια θανάτου∙ και όπου ανάμεσά τους «τα φώτα σιγαλέα κινώνται των αστέρων λελυπημένα». Που υπήρξε προπαντός και δεν το ξέραμε, από άλλη, εποπτικότερη σκοπιά, ο πρωτοπόρος και θεμελιωτής της «ιδεοπλαστικής» εικόνας, που ανανέωσε την ποίησή μας.
Γιάννης Δάλλας, Ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης, Κέδρος, 1997, σ. 61-62

2. Ο ποιητής όμως είναι σαν τον ευγενικό γόνο παλιάς γενιάς και τον βαραίνει η ευθύνη μιας αποστολής και μιας παράδοσης:

Εγώ
κληρονόμος πουλιών
πρέπει
έστω και με σπασμένα φτερά
να πετάω
                                                                                      (Τα φάσματα)

Αλλά πώς πετάει;
                   Κι’ η καρδιά του αερόστατο γελούσε στο κενό
                                                                                      (Τα φάσματα)

Αυτό το αερόστατο μην το περάσετε για πασίχαρο πασχαλινό χαρταετό. Ένα αερόστατο που γελάει στο κενό είναι σαν την καρδιά του ανθρώπου μέσα στο χάος του κόσμου. Μόνο τρόμο και δέος μπορεί να προκαλέσει αυτό το αιωρούμενο γέλιο του πανικού.

Τη μιαν ημέρα έτρεμα
την άλλη ανατρίχιαζα
μέσα στο φόβο
μέσα στο φόβο
πέρασε η ζωή μου
                                                                                      (Τα φάσματα)

Μέσα σ’ όλ’ αυτά τι να ζητήσουμε από τον ποιητή; Οι στίχοι του τουλάχιστον ν’ ανατέλλουν σαν άστρα στη σφιγμένη καρδιά μας και να καταυγάζουν το γλυκό φως ενός άλλου κόσμου στις μικρές στιγμές του καθημερινού βίου, ένα φως που να φωτίζει όλη μας την ασημαντότητα και να μας δίνει υπόσταση επειδή μπορούμε και το διακρίνουμε. Κι όλα τα πολύ «σημαντικά» ανθρώπινα να σμικρύνονται απελπιστικά και να σβήνουν, ενώ κάτω από ένα άλλο φως ή ένα άλλο χρώμα να μεγεθύνονται τα απλούστατα σ’ ένα μέγεθος απροσδόκητης σημασίας, λες και το μάτι που τα επισημαίνει καθορίζει την πλατιά έκτασή τους και τα καθαγιάζει, σύμβολα της φτωχής ζωής μας, μέσα σ’ όλα τα απίθανα μεγέθη που μας περιστοιχίζουν και μας συντρίβουν. Να πάψουμε πια να ονομάζουμε τα πράγματα «μικρά» και «μεγάλα». Όλα μπορούν να είναι μικρά και μεγάλα εξαρτώμενα συνεχώς από κάποιον καημό. Ο άνθρωπος, μόνος του, με το μικρό του σχήμα, γίνεται ένα μακρύβολα ακτινοβόλο σώμα, ανοίγοντας απροσδόκητους δρόμους φωτός.
Θέλω να διαβάσετε την «Πορτοκαλιά» για να καταλάβετε τι θέλω να πω για τη φτωχή ζωή του κάθε ανθρώπου:

Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου! Τι θλιβερός χειμώνας! Ένα πορτοκαλί μεσοφόρι κρέμεται, ένα ροζ ξεσκονόπανο και βρέχει. Ένας γέρος κυττάζει μέσ’ απ’ το τζάμι. Ένα ξερό δέντρο, ένα φως αναμμένο χρώμα πορτοκαλιού. Ένα δέντρο με πορτοκάλια πιο πέρα. Και το κορίτσι αναποδογυρισμένο και το φλυτζάνι σπασμένο κι όλοι, Θε μου, να κλαίνε
να κλαίνε.
Κι ύστερα χρήματα χρήματα χρήματα πολλά
Τι θλιβερός χειμώνας. Θε μου! Τι θλιβερός χειμώνας, Θε μου!
Τι θλιβερός χειμώνας.
                                                                             (Όταν σας μιλώ)

Ο ποιητής ξέρει που μας οδηγεί, πόσο μπορεί ν’ αναστατώσει την καρδιά μας: ως εκεί που κι η ίδια δεν μπορεί να υποψιαστεί:

Δυο άνθρωποι ψιθυρίζουν
Τι κάνει, την καρδιά μας καρφώνει;
Ναι, την καρδιά μας καρφώνει
ώστε λοιπόν είναι ποιητής.
                                                                             (Παραλογαίς)

Νόρα Αναγνωστάκη, Διαδρομή, δοκίμια κριτικής (1960-1995) Νεφέλη 1995, σ. 33-35




Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Dan Collier

Μίλτος Σαχτούρης «Ο Ελεγκτής»

Ένας μπαξές γεμάτος αίμα
                   είν’ ο ουρανός
και λίγο χιόνι
έσφιξα τα σκοινιά μου
πρέπει και πάλι να ελέγξω
τ’ αστέρια
εγώ
κληρονόμος πουλιών
πρέπει
έστω και με σπασμένα φτερά
να πετάω.

(Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο, 1958)

Ο Μίλτος Σαχτούρης συνθέτει ένα ποίημα για το ιδιαίτερο χρέος του ποιητή. Κινούμενος στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια κι έχοντας ήδη γνωρίσει τον όλεθρο του εμφυλίου πολέμου, ο ποιητής έχει πλήρη συναίσθηση του κλίματος που επικρατεί στην ελληνική πολιτεία και του μίσους που κατευθύνει τις πράξεις πολλών ανθρώπων. Αισθάνεται, λοιπόν, πως είναι απόλυτα αναγκαίο να έρθουν οι συνάνθρωποί του ξανά σε επαφή με τις αξίες του παρελθόντος, με την έννοια της αλληλοκατανόησης και της αγάπης, αλλά και με την ελπίδα ενός καλύτερου και αρμονικότερου μέλλοντος. Κι είναι δικό του χρέος να κατευθύνει τους ανθρώπους προς τη θέαση αυτών των πραγμάτων, καθώς ο ίδιος, ως ποιητής, έχει τη δυνατότητα να κινείται σε υψηλότερους χώρους και να απέχει από τη διάθεση αλληλοσπαραγμού που έχει κατακλύσει τη σκέψη των άλλων ανθρώπων. Με την αντικειμενικότητα της δικής του κρίσης, με την αποστασιοποίησή του από τα πάθη που κλονίζουν την ελληνική κοινωνία, είναι αυτός που οφείλει να ελέγξει το φως των αστεριών, αποκαθιστώντας έτσι την επικοινωνία των ανθρώπων με τον ουρανό, με τα ιδανικά και τις αρετές που έχει να τους προσφέρει.

Στο ποίημα Ο Ελεγκτής μπορούμε να διακρίνουμε τρεις επιμέρους εικόνες, οι οποίες με την τελική συνανάγνωση αποδίδουν την άποψη του Σαχτούρη για το χρέος του ως ποιητή.
Η 1η εικόνα: «Ένας μπαξές γεμάτος αίμα / είν’ ο ουρανός / και λίγο χιόνι», στην οποία με την αναφορά στο αίμα και το χιόνι δίνεται μια χρωματική αντίθεση που καθιστά εναργέστερη τη διαφοροποίηση ανάμεσα στην αρνητική και τη θετική πτυχή του χώρου στον οποίο κινείται ο ποιητής. 
Η 2η εικόνα: «έσφιξα τα σκοινιά μου / πρέπει και πάλι να ελέγξω / τ’ αστέρια»
Η 3η εικόνα: «εγώ κληρονόμος πουλιών / πρέπει / έστω και με σπασμένα φτερά / να πετάω».

«Ένας μπαξές γεμάτος αίμα
                   είν’ ο ουρανός
και λίγο χιόνι»

Ο ποιητής για να φέρει τον ουρανό στα ανθρώπινα μέτρα, για να τον καταστήσει πιο προσιτό στην αντίληψη των ανθρώπων τον παρομοιάζει μ’ έναν κήπο, στον οποίο μπορεί κανείς να δει άφθονο αίμα και λίγο χιόνι. Ο ουρανός άρα τοποθετημένος απέναντι απ’ το χώρο των ανθρώπων καθρεφτίζει τα δεινά τους, καθρεφτίζει το αίμα των νεκρών, αλλά και το χιόνι της αγνότητας. Τους δείχνει με τον τρόπο αυτό πως παρά τα πλείστα εγκλήματα, παρά τις τεράστιες απώλειες που έχουν βιώσει, υπάρχει ωστόσο η ελπίδα να επαναφέρουν στη ζωή τους την τραυματισμένη αθωότητα. Το αίμα με το οποίο είναι γεμάτος ο ουρανός και το λίγο χιόνι, μας παραπέμπουν στα δύσκολα χρόνια που βίωσε ο ελληνικός λαός ως συνέπεια των γεγονότων της κατοχής, του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε, και φυσικά της μετεμφυλιακής περιόδου κατά την οποία οι αριστεροί συνέχισαν να γνωρίζουν διώξεις, εκτελέσεις και φυλακίσεις. Το αίμα είναι μια σαφής αναφορά στους νεκρούς των χρόνων αυτών, ενώ το χιόνι φέρνει στη σκέψη τους δύσκολους και φονικούς χειμώνες που έφεραν τους ανθρώπους σε ακόμη πιο δεινή θέση.

«έσφιξα τα σκοινιά μου
πρέπει και πάλι να ελέγξω
τ’ αστέρια»

Ο ποιητής ως ο ελεγκτής των αστεριών οφείλει να μεταβεί στο χώρο του ουρανού, τρέπεται έτσι σ’ έναν μηχανοδηγό που ετοιμάζει την πτήση του ή την ανοδική του πορεία προς το ουράνιο στερέωμα. Το σφίξιμο των σκοινιών που επί της ουσίας υποδηλώνει την αποφασιστικότητα του ποιητή και την αφοσίωσή του στο χρέος που έχει, αφήνει συνάμα να εννοηθεί πως η άνοδος στο χώρο των αστεριών θα γίνει με κάποια πτητική μηχανή. Εννοείται, βέβαια, πως ο ποιητής δεν προχωρά σε κάποια περεταίρω εξήγηση αυτής της πτήσης, καθώς εκείνο που έχει σημασία δεν είναι η ρεαλιστική αιτιολόγηση του πώς θα φτάσει ως τον ουρανό, αλλά η συμβολική σημασία της ανάγκης του να ελέγξει τα αστέρια.

Το φως των αστεριών ενέχει την έννοια της καθοδήγησης και του προσανατολισμού, όπως για χρόνια βασίζονταν σε αυτά οι ναυτικοί για να καθορίζουν την πορεία τους. Το φως των αστεριών συμβολίζει όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να επαναφέρουν τους ανθρώπους σ’ ένα συνετό και ορθό τρόπο ζωής, μακριά από τις φονικές αναμετρήσεις και το μίσος. Συμβολίζουν τις ιδανικές αξίες των ανθρώπων, τις παραδόσεις του παρελθόντος που διατηρούσαν αλώβητη την κοινωνική συνοχή, την ελπίδα που προσέδιδε κουράγιο στους ανθρώπους, αλλά και την προσδοκία ενός καλύτερου κόσμου. Το φως των αστεριών μπορεί να σηματοδοτήσει ένα νέο ξεκίνημα, μια νέα αρχή στην πορεία των ανθρώπων, που θα πρέπει ωστόσο να βασιστεί στις κατάλληλες αρχές και αξίες ώστε να αποφευχθεί μια πιθανή επιστροφή στη λογική της εχθρότητας.

«εγώ
κληρονόμος πουλιών»

Σε συμβολικό επίπεδο η κληρονομιά που λαμβάνει ο ποιητής από τον κόσμο των πουλιών είναι η δυνατότητα να κινείται απόλυτα ελεύθερος σ’ ένα κόσμο που βρίσκεται πάνω από τα συνήθη δεσμά της ανθρώπινης υπόστασης. Η σκέψη του ποιητή διατηρεί την ανεξαρτησία της και δεν επηρεάζεται από το κλίμα εξαρτήσεων και συνενοχής που δεν επιτρέπει στους συγκαιρινούς του να βρουν τη διέξοδο απ’ τη δύσκολη εμπειρία που βιώνουν. Ο ποιητής αποκτά έτσι μια πιο αντικειμενική ματιά, καθώς όντας αποστασιοποιημένος στο χώρο του ουράνιου στερεώματος, δεν βλέπει τα πράγματα υπέρ της μίας ή της άλλης πλευράς. Αντικρίζει τα προβλήματα της εποχής του στην ολότητά τους και αναλαμβάνει το καθήκον του να προσφέρει στους συμπολίτες του την οπτική εκείνη που θα τους βοηθήσει να επιστρέψουν σε μια αρμονικότερη συνύπαρξη. Αδέσμευτος, ελεύθερος και προνομιακός θεατής ενός ανώτερου κόσμου, ο ποιητής αποκτά χάρη στην κληρονομιά των πουλιών ένα σημαντικό ρόλο και μια σπουδαία αποστολή.

Ο αυτοπροσδιορισμός του ποιητή ως κληρονόμου πουλιών μας παραπέμπει επίσης στον πλατωνικό διάλογο «Ίων» όπου ο φιλόσοφος μέσω του Σωκράτη μιλά για την ιδιαιτερότητα των ποιητών, σχολιάζοντας πως οι ποιητές δεν δημιουργούν το έργο τους χάρη στη δική τους σκέψη, αλλά φτάνουν σε αυτό δεχόμενοι τη θεϊκή έμπνευση. Σημειώνει χαρακτηριστικά πως ο ποιητής είναι κάτι το κενό, κάτι το ελαφρύ, ένα πετούμενο, αλλά και κάτι το ιερό (κούφον γαρ χρήμα ποιητής εστίν και πτηνόν και ιερόν…), που δεν μπορεί να δημιουργήσει αν δεν περιέλθει σε κατάσταση έκστασης, χάνοντας κάθε λογική μέσα του. Οι ποιητές, κατά τον Σωκράτη, δεν συνθέτουν τα άριστα έργα τους χάρη σε δική τους ικανότητα, αλλά χάρη σε δύναμη θεϊκή που τους προσφέρει την ανάλογη έμπνευση. Ο Σαχτούρης, λοιπόν, αξιοποιεί αυτή την πλατωνική ιδέα, καταγράφοντας ωστόσο τη μέγιστη ευθύνη και το υψηλό χρέος που έχουν οι ποιητές απέναντι στους ανθρώπους της κοινωνίας τους.

Μια άλλη παράμετρος που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σχετικά με τη φράση αυτή είναι η ταυτότητα του ποιητή. Ο Μίλτος Σαχτούρης, Υδραίος στην καταγωγή, ήταν εγγονός του Μιλτιάδη Σαχτούρη, αξιωματικού του πολεμικού ναυτικού, αλλά και δισέγγονος του Γιώργη Σαχτούρη, ο οποίος είχε λάβει ενεργό μέρος στην επανάσταση του 1821 ως αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού, συμμετέχοντας σε πολλές ναυτικές αναμετρήσεις. Ο ποιητής, λοιπόν, έχει στενούς δεσμούς με τη θάλασσα και τη ναυτιλία, τόσο μέσω της ίδιας του της οικογένειας, όσο και μέσω του τόπου καταγωγής του, την περίφημη Ύδρα, με τους ικανότατους ναυτικούς. Ήταν, μάλιστα, τέτοια η δεινότητα των Υδραίων ναυτικών ώστε από νωρίς είχαν αποκτήσει ευρύτατη φήμη και αποκαλούνταν απ’ τους υπόλοιπους Έλληνες «θαλασσοπούλια» (J. L. S. Bartholdy “Ταξιδιωτικές εντυπώσεις από την Ελλάδα 1803-1804” Εκδόσεις Εκάτη). Ενδεικτική ως προς αυτό και η αναφορά στο Θούριο του Ρήγα Φεραίου: «Της Κρήτης και της Νύδρας θαλασσινά πουλιά, καιρός είν’ της Πατρίδος ν’ ακούστε τη λαλιά».
Ο Σαχτούρης, επομένως, όταν αποκαλεί τον εαυτό του κληρονόμο πουλιών και όταν σχολιάζει πως πρέπει να ελέγξει τα αστέρια, στην πραγματικότητα κινείται σ’ ένα χώρο πολύ πιο προσωπικό και οικείο απ’ ό,τι γίνεται αρχικώς αντιληπτό. Ο ποιητής δανείζεται τον έλεγχο των αστεριών από τη ναυτική παράδοση, ενώ αποκαλώντας τον εαυτό του κληρονόμο πουλιών υποδηλώνει, όχι μόνο την ποιητική του ιδιότητα, αλλά και την καταγωγή του.  

«πρέπει
έστω και με σπασμένα φτερά
να πετάω»

Ο ποιητής έχει γνωρίσει βαθιά στην ψυχή του τον πόνο απ’ όλες αυτές τις απώλειες που σημάδεψαν τα εμπόλεμα χρόνια. Η ικανότητά του να πετά ψηλότερα δε σημαίνει για κανένα λόγο πως ο ίδιος ξέφυγε αλώβητος από τη δίνη των φρικτών εκείνων γεγονότων. Έχει πληρώσει το τίμημα, έχει τραυματιστεί ψυχικά κι έχει υποφέρει σωματικά∙ εντούτοις δεν είναι διατεθειμένος να υποκύψει στις εσωτερικές του πληγές. Δεν σκοπεύει να αφήσει την οδύνη του παρελθόντος να τον εμποδίσει από τη διεκδίκηση ενός καλύτερου μέλλοντος, από τη διεκδίκηση μιας καλύτερης διαβίωσης για τους συνανθρώπους του.

Πληγές, άλλωστε, έχουν όλοι οι συγκαιρινοί του, γι’ αυτό και δυσκολεύονται να αποδεχτούν όσα συνέβησαν και συνεχίζουν να βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση μεταξύ τους. Χρέος του ποιητή είναι να ελέγξει το φως των αστεριών και να αποκαταστήσει την ισορροπία ανάμεσα στον ουρανό και τη γη, όχι αιτούμενος τη λησμοσύνη των γεγονότων -το παρελθόν αποτελεί πολύτιμο κομμάτι της ύπαρξης ενός λαού και δεν πρέπει ποτέ να ξεχνιέται-, αλλά φροντίζοντας ώστε οι άνθρωποι να επανέλθουν στις αξίες του παρελθόντος, στον αλληλοσεβασμό και στη συγχώρεση, για να μπορέσουν έτσι να συνεχίσουν την κοινή τους πορεία.

Με δεδομένη τη λανθασμένη πορεία που ακολουθούν οι άνθρωποι∙ πορεία που τους οδηγεί στο μίσος και την εκδίκηση, ο ποιητής οφείλει ως ελεγκτής να καταστήσει και πάλι το φως των αστεριών ορατό σ’ αυτούς, ώστε να καθοδηγηθούν στο σωστό δρόμο. Η απώλεια του προσανατολισμού τους κι η εκτροπή τους σε πράξεις και σκέψεις καταστρεπτικές για την εξέλιξη αυτού του έθνους, υποδηλώνει την άμεση ανάγκη επαναφοράς των ανθρώπων σε πρότυπα και αξίες του παρελθόντος. Με το φως των αστεριών και πάλι ορατό, οι άνθρωποι θα μπορέσουν να επανακτήσουν την ελπίδα τους, θα βρουν το κουράγιο για μια νέα αρχή και θα φέρουν στη μνήμη τους τις αρχές και τις αξίες που διέτρεχαν τη ζωή τους στο παρελθόν και τους είχαν φυλάξει από τόσο οδυνηρές επιλογές.


Ο ποιητής γνωρίζει πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχος των αστεριών και αντιλαμβάνεται πως η ευθύνη αυτή είναι δική του, μιας και ως ποιητής έχει τη δυνατότητα να βλέπει τα πράγματα καθαρότερα από τους άλλους πολίτες. Έτσι, έχοντας πλήρη συναίσθηση του χρέους που του αναλογεί, δηλώνει με τρόπο κατηγορηματικό πως είναι αυτός ο ελεγκτής που θα επιχειρήσει τη δύσκολη άνοδο προς τον ουρανό. Η προσωπική αντωνυμία «Εγώ» που αυτονομείται στο κείμενο, αποτελώντας μόνη της έναν στίχο, τονίζει με έμφαση πως είναι ο ίδιος ο ποιητής που θα λειτουργήσει ως ελεγκτής των αστεριών. Έχει, μάλιστα, προηγηθεί η κτητική αντωνυμία (Έσφιξα τα σκοινιά μου), αλλά και το σε πρώτο πρόσωπο ρήμα «ελέγξω», που είχαν υποδηλώσει πως το χρέος αυτό ανήκει στον ίδιο τον ποιητή. Αντιστοίχως, σε πρώτο πρόσωπο τίθεται και το ρήμα «πετάω» που κλείνει το ποίημα, επισφραγίζοντας την προσωπική συμμετοχή και τον ιδιαίτερο ρόλο του ποιητή.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...