α) μπορεί να υποστούν ως ποινή και τον θάνατο και την εξορία ... τη συνολική καταστροφή του οίκου τους: Ποιες ποινές επιβάλλονται και πώς κλιμακώνονται;
β) Γιατί θεωρείται αυστηρότερη, χειρότερη ποινή από το θάνατο, ο θάνατος στην εξορία, η δήμευση της περιουσίας και η διάλυση της οικογένειας; Στην απάντησή σας πρέπει να λάβετε υπόψη σας τις σχέσεις που επικρατούσαν στην αρχαία πόλη και ιδίως τη σχέση του πολίτη με την πόλη.
Η ιδιαίτερη σημασία που είχε η συμμετοχή όλων των πολιτών στην πολιτική αρετή αναδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό από τις ποινές που προορίζονταν για εκείνους που επέμεναν να αδικούν τους συμπολίτες τους, παρά τις προσπάθειες της κοινωνίας να τους ωθήσει στο δρόμο της αρετής. Η πολιτεία φρόντιζε λοιπόν να τιμωρεί τους αδικούντες με θάνατο, εξορία, δήμευση της περιουσίας τους (ως συμπληρωματική ποινή) και τελικά με τη συνολική καταστροφή του οίκου τους.
Οι βαρύτατες αυτές ποινές παρουσιάζονται από τον Πρωταγόρα με μια κλιμάκωση που ξεκινά από τη λιγότερο σημαντική και καταλήγει στην αυστηρότερη. Κι ενώ με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις θα θεωρούσαμε τη θανάτωση ως την αυστηρότερη των ποινών, για τους Έλληνες εκείνης της εποχής ο θάνατος αποτελούσε συγκριτικά την ηπιότερη ποινή. Μια διαφοροποίηση που έγκειται στον τρόπο που οι άνθρωποι εκείνης της εποχής αντιλαμβάνονταν τη σχέση τους με το κοινωνικό σύνολο και την ουσιαστική για εκείνους ταύτιση ιδιωτικού και πολιτικού βίου. Ο Αθηναίος πολίτης δεν μπορούσε να αντιληφθεί τη ζωή του αποκομμένη από την πόλη του και χωρίς την καθημερινή του συμμετοχή στα πολιτικά της δρώμενα. Η έννοια της προσωπικής ζωής, όπως την κατανοούμε σήμερα, υπήρχε για τους αρχαίους Έλληνες αποκλειστικά και μόνο ως πολιτική ζωή, ως ενεργή και διαρκή συμμετοχή στα πολιτικά και καθημερινά ζητήματα της πόλης.
Η θανάτωση ως ποινή σήμαινε βέβαια πως ο άδικος πολίτης θα έχανε τη ζωή του, τον απάλλασσε όμως από τη φρικτότερη μοίρα του να είναι αναγκασμένος να ζήσει εκδιωγμένος από την πόλη του. Η αίσθηση της τιμής, η αίσθηση πως το άτομο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την πόλη του και το δικαίωμα να θεωρείται πολίτης, αποτελούσαν τις σημαντικότερες αξίες για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής, γι’ αυτό και η εξορία εκλαμβανόταν ως βαρύτερη ποινή από τη θανάτωση.
Η εξορία σήμαινε ότι το άτομο θα έπρεπε να υπομείνει μια ζωή ανείπωτης ντροπής, χωρίς το πολύτιμο δικαίωμα του να είναι πολίτης της γενέτειράς του. Προοπτική που όσο κι αν μοιάζει ήπια για τα σύγχρονα δεδομένα, όπου οι άνθρωποι έχουν χάσει την αίσθηση ότι ανήκουν στην πόλη τους, για τους αρχαίους Έλληνες αποτελούσε έναν ανυπόφορο εξευτελισμό που καθιστούσε αυτομάτως προτιμότερο το θάνατο.
Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής πέρα από την προσωπική τους αξιοπρέπεια και το δικαίωμα του πολίτη, θεωρούσαν σημαντικότατη την υποχρέωσή τους να τιμήσουν την πορεία των προγόνων τους εξασφαλίζοντας το μέλλον του οίκου τους. Έτσι, η δήμευση της περιουσίας που συχνά συνόδευε την εξορία ή το θάνατο, σήμαινε πως η ατιμία του συγκεκριμένου προσώπου επεκτεινόταν και επηρέαζε και την υπόλοιπη οικογένεια. Το γεγονός αυτό καθιστούσε τη δήμευση της περιουσίας μια εξαιρετικά αυστηρή ποινή, καθώς ο τιμωρούμενος όχι μόνο αποτύγχανε ως πολίτης ο ίδιος, αλλά στερούσε από την οικογένειά του την περιουσία τους και συνάμα φαινόταν κατώτερος από τους προγόνους του αμαυρώνοντας και το δικό τους όνομα.
Η προσωπική αποτυχία του τιμωρούμενου λάμβανε μάλιστα τραγικές διαστάσεις όταν η πολιτεία αποφάσιζε τη συνολική καταστροφή του οίκου του, ποινή που περιελάμβανε τη στέρηση των δικαιωμάτων όλων των μελών της οικογένειας, τη μαζική εξόρισή τους και κάποτε ακόμη και το γκρέμισμα του πατρικού οίκου. Η καταστροφή αυτή ενός οίκου, που εξέφραζε τη μεγαλύτερη δυνατή οργή της αθηναϊκής πολιτείας, αποτελούσε τη μέγιστη των ποινών, καθώς σήμαινε την πλήρη και απόλυτη αποπομπή από τους κόλπους της πολιτείας όχι μόνο του αδικούντος, αλλά και κάθε προσώπου και κάθε στοιχείου γενικότερα που συνδεόταν με το όνομά του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου