Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τράπεζα Θεμάτων (Λογοτεχνία Α΄ Λυκείου). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τράπεζα Θεμάτων (Λογοτεχνία Α΄ Λυκείου). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γιώργος Μαρκόπουλος «Ο πατέρας μου ήθελε να φτιάξει ένα σπίτι»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Paul Cezanne

Γιώργος Μαρκόπουλος «Ο πατέρας μου ήθελε να φτιάξει ένα σπίτι»

Ο πατέρας μου έφαγε μια ζωή για να φτιάξει ένα σπίτι.
Απογεύματα, Κυριακές στο κουζινάκι χωρίς ένα γλυκό ή ένα καφενείο.
Όταν πέθανε άφησε ένα χορταριασμένο στρατί
ένα χτίσμα δίχως κουφώματα, δίχως σοφάτια, χρόνια...
Άλλαξαν οι καιροί που λέει κι ο λαός, γεγονότα συνέβησαν...
Χαθήκαμε με τον αδελφό μου, μάθαμε πώς πέθανε κι ο πατέρας.

Γι’ αυτό λοιπόν το βράδυ σε κοιτώ βαθιά στα μάτια.

Είναι μήπως ζήσω εγώ την ταπεινή θαλπωρή που εκείνος δεν έζησε.

(Από τη συλλογή Οι πυροτεχνουργοί, 1979)

σοφάτι: ο σοβάς, σουβάς, επίχρισμα τοίχου από ασβεστοκονίαμα
θαλπωρή: ζεστασιά, θερμό και εγκάρδιο περιβάλλον

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

α.1. Το ποίημα, κατά τη γνώμη σας, ανήκει στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα
ποίηση;

Το ποίημα εντάσσεται στη μοντέρνα ποίηση.

α.2. Να εντοπίσετε τέσσερα (4) μορφικά χαρακτηριστικά του ποιήματος, τα οποία
επαληθεύουν την απάντησή σας στο α.1.

1. Το ποίημα έχει συντεθεί σε ελεύθερο στίχο.
2. Οι στίχοι του ποιήματος δεν έχουν μέτρο.
3. Το ποίημα δεν έχει χωριστεί σε στροφές με βάση κάποιο κανόνα.
4. Στο ποίημα δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία.

β.1. Ποιο σχήμα λόγου (π.χ. μεταφορά, παρομοίωση, προσωποποίηση κ.ά.) παρατηρείτε στον πρώτο στίχο του ποιήματος; Ποια είναι η λειτουργία του;

Στον πρώτο στίχο του ποιήματος υπάρχει μια μεταφορά «έφαγε μια ζωή», η οποία δηλώνει με ιδιαίτερη ενάργεια τις θυσίες, τις ταλαιπωρίες και τις στεναχώριες που υπέμεινε ο πατέρας του ποιητή προκειμένου να επιτύχει τη βασική του επιθυμία, να φτιάξει δηλαδή ένα σπίτι. Ο πατέρας του ποιητή ανάλωσε όλη του τη ζωή στην επιδίωξη αυτού του στόχου, χωρίς εν τέλει να κατορθώσει να τον υλοποιήσει.  

β.2. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το πρόσωπο στο οποίο απευθύνονται οι δύο τελευταίοι στίχοι του ποιήματος; Να αναφερθείτε στο συναίσθημα που κυριαρχεί στους στίχους αυτούς.

«Γι’ αυτό λοιπόν το βράδυ σε κοιτώ βαθιά στα μάτια.
Είναι μήπως ζήσω εγώ την ταπεινή θαλπωρή που εκείνος δεν έζησε.»

Ο ποιητής απευθύνει τα λόγια αυτά στην αγαπημένη του και της εξηγεί επί της ουσίας για ποιο λόγο είναι τόσο σημαντικό για εκείνον να βρίσκεται κοντά της και να απολαμβάνει την ιδιαίτερη ζεστασιά της ανθρώπινης επικοινωνίας κι επαφής. Σε αντίθεση με τον πατέρα του που στερήθηκε ακόμη και τις πιο απλές καθημερινές χαρές της ζωής, ο ίδιος θέλει να αφιερώνει το χρόνο του στα αγαπημένα του πρόσωπα και να βιώνει πλήρως κάθε στιγμή της οικογενειακής οικειότητας. Ως ένα βαθμό ο ποιητής θεωρεί πως ίσως μπορεί να αναπληρώσει εκείνος, με τη φροντίδα και την προσοχή που θα προσφέρει στα αγαπημένα του πρόσωπα, όλη εκείνη τη θαλπωρή που ο πατέρας του δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να ζήσει.    

β.3. Να βρείτε τρεις (3) λέξεις του ποιήματος που περιλαμβάνονται στο λεξιλόγιο των οικοδόμων.

- χτίσμα
- κουφώματα
- σοφάτια

Ερμηνευτικό σχόλιο:

«Ο πατέρας μου έφαγε μια ζωή για να φτιάξει ένα σπίτι.
Απογεύματα, Κυριακές στο κουζινάκι χωρίς ένα γλυκό ή ένα καφενείο.
Όταν πέθανε άφησε ένα χορταριασμένο στρατί
ένα χτίσμα δίχως κουφώματα, δίχως σοφάτια, χρόνια...
Άλλαξαν οι καιροί που λέει κι ο λαός, γεγονότα συνέβησαν...
Χαθήκαμε με τον αδελφό μου, μάθαμε πώς πέθανε κι ο πατέρας.»

Ο πατέρας του ποιητή, θέλοντας να επιτύχει κάτι σημαντικό στη ζωή του∙ θέλοντας να φτιάξει ένα σπίτι, πέρασε τη ζωή του στερούμενος τα πάντα, από την απογευματινή και κυριακάτικη ξεκούραση μέχρι την απλή απόλαυση ενός γλυκού ή της φιλικής συντροφιάς στο καφενείο. Αφιέρωσε στο σπίτι αυτό, αφενός κάθε στιγμή του ελεύθερου χρόνου του, μα και τις πιο ελάχιστες δαπάνες που θα μπορούσε να κάνει για τον εαυτό του, προκειμένου να εξοικονομήσει τα αναγκαία χρήματα για να το ολοκληρώσει.
Ωστόσο, όταν πέθανε, ό,τι άφησε ήταν ένας χορταριασμένος δρόμος κι ένα ανολοκλήρωτο χτίσμα, που ήθελε ακόμη αρκετές εργασίες κι αρκετά χρήματα για να γίνει πραγματικό σπίτι. Τόσα χρόνια, τόσες θυσίες και στερήσεις χάθηκαν για μια ημιτελή κατασκευή. Ενώ, όπως διαφαίνεται από την αφήγηση του ποιητή, τα μέλη της οικογένειάς του είχαν απομακρυνθεί τόσο από τον ίδιο τον πατέρα, όσο και μεταξύ τους, αποτέλεσμα ίσως της απροθυμίας του να τους αφιερώσει τον αναγκαίο χρόνο και την επιθυμητή στοργή.
Ο θάνατος του πατέρα δεν είναι μια πραγματικότητα που τη βιώνουν τα παιδιά του από κοντά, αλλά μια πληροφορία που τη μαθαίνουν μετά από καιρό. Μια οικογένεια σκορπισμένη, χωρίς ουσιαστικές σχέσεις στοργής∙ γεγονός που θα πρέπει να συγκαταλεχθεί κι αυτό στα όσα θυσιάστηκαν για να χτιστεί εκείνο το σπίτι, που τόσο πολύ το θέλησε ο πατέρας.

«Γι’ αυτό λοιπόν το βράδυ σε κοιτώ βαθιά στα μάτια.

Είναι μήπως ζήσω εγώ την ταπεινή θαλπωρή που εκείνος δεν έζησε.»

Το παράδειγμα του πατέρα και το λάθος του να αφιερώσει τα πάντα σ’ εκείνο το ανολοκλήρωτο σπίτι, ωθούν τον ποιητή να ιεραρχήσει ορθότερα τις δικές του επιδιώξεις. Έτσι, κάθε βράδυ που βρίσκεται με την αγαπημένη του, φροντίζει να την κοιτάζει βαθιά στα μάτια, θέλοντας να εδραιώσει μια σχέση έντονου ενδιαφέροντος και στοργής, ώστε να μην καταλήξει κι εκείνος να στερείται στη ζωή του τη θαλπωρή και την αγάπη, όπως συνέβη στον πατέρα του.

Κική Δημουλά «Γράμμα»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Edward Fielding

Κική Δημουλά «Γράμμα»

Γράμμα

Ο ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου ’φερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Το όνομά μου γραμμένο απ᾿ έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μια απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τ᾿ άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στ᾿ αυτιά μου θα κρεμάσω -συλλογίσου-
τη σιωπή σου.

(Από τη συλλογή Έρεβος, 1956)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

α.1. Το ποίημα, κατά τη γνώμη σας, ως προς τη μορφή του, είναι παραδοσιακό ή
μοντέρνο;

Το ποίημα είναι μοντέρνο.

α.2. Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας στο α.1. αναφέροντας τέσσερα (4) μορφικά του γνωρίσματα.

1. Το ποίημα έχει συντεθεί σε ελεύθερο στίχο.
2. Οι στίχοι του ποιήματος δεν έχουν μέτρο. 
3. Το ποίημα δεν έχει χωριστεί σε στροφές με βάση κάποιο κανόνα.
4. Στο ποίημα δεν υπάρχει συστηματική ομοιοκαταληξία. Οι σποραδικές ομοιοκαταληξίες του ποιήματος λειτουργούν περισσότερο ως ειρωνικό σχόλιο, προκειμένου να αναδειχθεί η ψυχική οδύνη του ποιητικού υποκειμένου. Για παράδειγμα στους δύο τελευταίους στίχους η ομοιοκαταληξία «συλογγίσου – σιωπή σου», φανερώνει το πόσο ακατανόητη κι επώδυνη είναι για την ποιήτρια η πλήρης απουσία επικοινωνίας με το αγαπημένο της πρόσωπο.

β.1. «σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου», «κοιτώντας τα παράθυρα που
έσκυβαν μαζί μου»: Ποια σχήματα λόγου (π.χ. μεταφορές, παρομοιώσεις, προσωποποιήσεις κ.ά.) παρατηρείτε στους στίχους αυτούς; Να σχολιάσετε τη λειτουργία τους στο ποίημα.

«σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου»: Στο στίχο αυτό έχουμε μια μεταφορά, καθώς η ποιήτρια επιδιώκει να εκφράσει τη μεγάλη αγωνία με την οποία περιμένει να λάβει γράμμα από τον αγαπημένο της και το επιτυγχάνει αυτό δηλώνοντας πως τη στιγμή που πλησιάζει ο ταχυδρόμος και τον ακούει να σέρνει τα βήματά του προς το σπίτι της, νιώθει σαν να σέρνεται στα βήματα αυτά η ελπίδα κι η προσδοκία της πως αυτή τη φορά θα της φέρει κάποιο γράμμα του.

«κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου»: Στο στίχο αυτό έχουμε μια προσωποποίηση, καθώς τα παράθυρα παρουσιάζονται να σκύβουν μαζί με την ποιήτρια, η οποία περιμένοντας με αγωνία τον ερχομό του ταχυδρόμου και το γράμμα του αγαπημένου της έχει βγει στο παράθυρο του σπιτιού και σκύβει για να δει στο δρόμο. Είναι σαν να αισθάνονται και τα παράθυρα του σπιτιού την αγωνία της ποιήτριας και συμμετέχουν κι αυτά στην εναγώνια διαδικασία της αναμονής, σκύβοντας μαζί της για να δουν μήπως έρχεται ο ταχυδρόμος.

β.2. Να βρείτε πέντε (5) λέξεις του ποιήματος (ουσιαστικά ή ρήματα / μετοχές) που να σχετίζονται θεματικά με τον τίτλο του ποιήματος.

- ταχυδρόμος
- φάκελο
- γραμμένο
- διεύθυνσή
- απάντηση

Ερμηνευτικά σχόλια:

Ο ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου ’φερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.

Η ποιήτρια προσμένει με αγωνία ένα γράμμα από τον αγαπημένο της, και καθώς ακούει τον ταχυδρόμο να σέρνει τα βήματά του προς το σπίτι της αισθάνεται σαν να ακούει την ίδια της την ελπίδα να σέρνεται σ’ αυτά τα βήματα. Η προσδοκία της, ωστόσο, διαψεύδεται, εφόσον ο ταχυδρόμος για μια ακόμη φορά δεν φέρνει δικό του γράμμα ή όπως το εκφράζει η ποιήτρια της φέρνει ένα φάκελο με τη σιωπή του∙ ένας μεταφορικός τρόπος για να δηλωθεί η απουσία επικοινωνίας.

Το όνομά μου γραμμένο απ᾿ έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.

Στον φανταστικό αυτό φάκελο το όνομα της ποιήτριας είναι γραμμένο με «λήθη», μιας κι είναι προφανές πως ο αγαπημένος της την έχει πια ξεχάσει ή τουλάχιστον δεν επιθυμεί να διατηρήσει κάποια επαφή μαζί της. Ενώ, η διεύθυνση στην οποία στάλθηκε αυτό το σιωπηλό γράμμα είναι ένας ανύπαρκτος δρόμος, όπως ανύπαρκτη είναι και η μεταξύ τους επικοινωνία.

Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μια απάντηση.

Παρά το γεγονός ότι ο δρόμος στον οποίο στάλθηκε το «γράμμα» αυτό είναι ανύπαρκτος, ο ταχυδρόμος κατόρθωσε να τον βρει αποσυρμένο στη μορφή της ποιήτριας που εμφανώς υποφέρει προσμένοντας νέα από τον αγαπημένο της∙ που εμφανώς υποφέρει προσμένοντας κάποια ένδειξη πως εκείνος επιθυμεί ακόμη να επικοινωνήσει μαζί της. Ο ταχυδρόμος κατάλαβε με πόση αγωνία εκείνη περίμενε κάποιο γράμμα, αφού την έβλεπε να είναι διαρκώς σκυμμένη στα παράθυρα και να περιμένει την άφιξή του, κι ήταν τέτοια η επιμονή της, ώστε έμοιαζε σαν να συμπάσχουν μαζί της ακόμη και τα παράθυρα του σπιτιού, που έσκυβαν να δουν κι εκείνα μήπως έρχεται ο ταχυδρόμος.
Η αγωνία της ήταν πρόδηλη ακόμη και στα χέρια της που ασυναίσθητα με τις κινήσεις που έκαναν ήταν σαν να ετοίμαζαν μια απάντηση στο πολυπόθητο γράμμα. Μπορούμε να εικάσουμε την ποιήτρια να χειρονομεί, χωρίς κι η ίδια να το αντιλαμβάνεται, εκφράζοντας την παράκλησή της να λάβει κάποια είδηση εκείνου, την αγωνία της, την αγανάκτηση ή και την απελπισία της, και κάθε άλλο πιθανό συναίσθημα που βιώνει ένας άνθρωπος όταν αδημονεί για κάτι και βλέπει διαρκώς τις ελπίδες του να διαψεύδονται.

Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τ᾿ άγραφά σου.

Η ποιήτρια δηλώνει πως σκοπεύει ν’ ανοίξει αυτόν τον υποτιθέμενο φάκελο με την υπομονή της, μιας και προφανώς δεν σκοπεύει να πάψει ν’ αναμένει κάποια είδηση από εκείνον. Κι επιπλέον δηλώνει πως σκοπεύει να ξεσηκώσει, να δώσει δηλαδή υπόσταση, σε όσα εκείνος δεν της έγραψε, με τη μελαγχολία της. Η ψυχική της διάθεση θα αποτελέσει την πλέον εναργή αντίδραση στην αδικαιολόγητη σιωπή του, φανερώνοντας πόσο βαθιά επηρεάζεται και πληγώνεται το ποιητικό υποκείμενο από την επίμονη άρνηση εκείνου να δώσει συνέχεια στην επικοινωνία τους.
Η σιωπή, βέβαια, αποτελεί ένα είδος απάντησης, εφόσον υποδηλώνει την απροθυμία για την ύπαρξη κάποιας επαφής, και είναι, άρα, αρκετά εύγλωττη υπ’ αυτή την έννοια.

Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στ᾿ αυτιά μου θα κρεμάσω -συλλογίσου-
τη σιωπή σου.


Η ποιήτρια θεωρεί πως η κατάλληλη απάντηση στη σιωπή εκείνου είναι μια φωτογραφία της, στην οποία θα είναι εμφανή τα σημάδια της θλίψης που της προκαλεί η απουσία επικοινωνίας. Στο πέτο της θα έχει σπασμένα τριφύλλια, ως ένδειξη πως την έχει εγκαταλείψει τόσο η επιθυμητή καλοτυχία όσο κι η εσωτερική της δύναμη, ενώ στο στήθος θα έχει σκαμμένο το μενταγιόν της συντριβής, προκειμένου να κατανοήσει εκείνος πως η οδύνη που της προκαλείται την έχει καταβάλει τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Τέλος, στα αυτιά της θα κρεμάσει τη σιωπή του, υποδηλώνοντας έτσι πόσο επώδυνο της είναι να προσμένει τόσο καιρό ν’ ακούσει τη φωνή του ή έστω να λάβει κάποιο γράμμα του, μόνο και μόνο για να έρχεται συνεχώς αντιμέτωπη με τη διαρκή σιγή του.  

Τέλλος Άγρας «Οι αγνοημένες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Ilya Efimovich Repin

Τέλλος Άγρας «Οι αγνοημένες»

Οι αγνοημένες
[.....]

Σκούφιες πλεχτές, κοντές κοτσίδες,
σαλάκι τρεις φορές στριφτό
―φτωχές μαθήτρες, κορασίδες…

Απρόσεχτες, παραπατάνε.
Στις λάσπες, με ξεφωνητό,
τα τρύπια τσόκαρα βουτάνε.

Η Μοίρα δεν τους έχει κλώσει
ουδέ μετάξι στα μαλλιά,
ουδέ χρυσό στη μέση κρόσσι,

μα άχαρες, πολυφορεμένες
ποδιές, που κρέμεται η θηλειά,
κι’ ούτε ως τα γόνατα φτασμένες.

Κρυώνουν, κι’ άλλες τους ακόμα
πεινάνε· μα άλλες ―πιο καλά―
μασσούν μαστίχα, άκρη στο στόμα.

Κι’ αν δεν κατέχουν τι είναι η Γνώση,
στα μάτια τους τα βαθουλά
τι πρώιμα που έχουν μεγαλώσει!

Στο σπίτι, πάντα η φτώχεια, η λύπη·
χάνεται η σάκκα, το χαρτί,
το «παιδί» κλαίει, η μητέρα λείπει·

κι’ αυτές, στην τύχη απορριγμένες,
ζουν, συντροφιά ξεχωριστή,
μια, αμόνοιαστες, μια, αγαπημένες.

Αδέξιες, κι’ όμως περγελάνε·
σκληρές, καταφρονετικές,
βγάζουν τη γλώσσα, αντιμιλάνε,

παρήκοες στην ορμήνεια, τρέχουν
άστατες, άσκεφτες ψυχές
που νόμο ή φταίξιμο δεν έχουν.

Ανοιχτομμάτες, καυχησιάρες.
Θαυμάζουν ―τούτο τες αρκεί.
Λαίμαργες, μα ποτές ζηλιάρες.

Μόνο, η φωνή τους, σαν ξεσπάζη
στην τάξη, μες στην Ωδική,
καίει ―σαν τρυγόνι, που σπαράζει.

(Καθημερινές, 1930)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

α.1. Το ποίημα, κατά τη γνώμη σας, εντάσσεται στην παραδοσιακή ποίηση ή στη
μοντέρνα ποίηση;

Το ποίημα εντάσσεται στην παραδοσιακή ποίηση.

α.2. Να βρείτε τέσσερα (4) μορφικά χαρακτηριστικά του ποιήματος που επαληθεύουν την απάντησή σας στο α.1.

1. Το ποίημα είναι χωρισμένο σε τρίστιχες στροφές.

2. Στο ποίημα υπάρχει ομοιοκαταληξία, η οποία μιας και πρόκειται για τερτσίνες, για τρίστιχες δηλαδή στροφές δεν περιορίζεται στα όρια της κάθε στροφής, όπου ομοιοκαταληκτούν ο πρώτος με τον τρίτο στίχο, αλλά περιλαμβάνει και τους δεύτερους στίχους κάθε δύο στροφικών ενοτήτων.

3. Οι στίχοι ακολουθούν σταθερή μορφή ως προς τον αριθμό των συλλαβών. Ο πρώτος και ο τρίτος κάθε τερτσίνας έχουν εννέα συλλαβές κι ο δεύτερος οκτώ.

Σκού / φιες / πλε / χτές, / κον / τές / κο / τσί / δες, (9)
σα / λά / κι / τρεις / φο / ρές / στρι / φτό (8)
―φτω / χές / μα / θή / τρες, / κο / ρα / σί / δες… (9)

4. Στο ποίημα ακολουθείται το ιαμβικό μέτρο, δηλαδή οι στίχοι χωρίζονται σε ζεύγη συλλαβών εκ των οποίων η πρώτη είναι άτονη και τονίζεται η δεύτερη:
σα / λά / κι / τρεις / φο / ρές / στρι / φτό

β.1. Να εντοπίσετε στο ποίημα μία (1) οπτική εικόνα που αποδίδει την εμφάνιση των «αγνοημένων» και μία (1) ακουστική που σχετίζεται με την απόδοσή τους στο μάθημα της Μουσικής.

Οπτική εικόνα:
μα άχαρες, πολυφορεμένες
ποδιές, που κρέμεται η θηλειά,
κι’ ούτε ως τα γόνατα φτασμένες

Ακουστική εικόνα:
Μόνο, η φωνή τους, σαν ξεσπάζη
στην τάξη, μες στην Ωδική,
καίει ―σαν τρυγόνι, που σπαράζει

β.2. Ο ποιητής χρησιμοποιεί στο ποίημα αρκετά επίθετα που σχετίζονται είτε με την εμφάνιση είτε με τη συμπεριφορά των κοριτσιών. Να βρείτε και να καταγράψετε δέκα (10) από αυτά τα επίθετα.

- Απρόσεχτες
- άχαρες
- βαθουλά
- Αδέξιες
- σκληρές
- καταφρονετικές
- άστατες
- άσκεφτες
- Ανοιχτομμάτες
- καυχησιάρες

β.3. Πιστεύετε ότι ο ποιητής / ομιλητής συμπονά αυτά τα κορίτσια; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με δύο (2) αναφορές στο ποίημα.

Είναι προφανές πως ο ποιητής αισθάνεται βαθιά συμπόνια για τα κορίτσια αυτά που είναι αγνοημένα από τη Μοίρα και την καλοτυχία, κι είναι αναγκασμένα να ζουν μέσα στη φτώχεια και την εγκατάλειψη. Ο τρόπος, άλλωστε, με τον οποίο παρουσιάζει την εμφάνισή τους (άχαρες, πολυφορεμένες ποδιές), τις σκληρές συνθήκες που αντιμετωπίζουν (Στο σπίτι, πάντα η φτώχεια, η λύπη), αλλά και τη συμπεριφορά τους (άστατες, άσκεφτες ψυχές) έρχεται να φωτίσει την αδικία που βιώνουν αυτές οι κοπέλες, και φυσικά να τονίσει πως δεν έχουν εκείνες την ευθύνη για το γεγονός ότι η συμπεριφορά τους είναι κάποτε δυσάρεστη ή ανάρμοστη. Πώς θα μπορούσαν να αποκτήσουν παιδεία και καλλιέργεια, όταν δεν έχουν καν φαγητό για να φάνε;
Ο ποιητής είναι σαφής ως προς τις συνθήκες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κοπέλες αυτές. Όταν γυρίζουν στο σπίτι, αντί να έχουν τη δυνατότητα να μελετήσουν και να αποκτήσουν γνώσεις, το μόνο που βρίσκουν είναι η φτώχεια και η λύπη. Η μητέρα απουσιάζει από το σπίτι, το μωρό κλαίει κι εκείνες είναι αναγκασμένες να σταθούν στο πόδι της μητέρας και να κάνουν τις δουλειές του σπιτιού.
Αν και όλο το ποίημα είναι γεμάτο με αναφορές που δείχνουν τη σκληρή ζωή αυτών των κοριτσιών και τις δυσκολίες που βιώνουν, μπορούμε να διακρίνουμε δύο σημεία του ποιήματος που καθιστούν εμφανή τη συμπόνια του ποιητή. Στο πρώτο από αυτά με ένα θαυμαστικό (που έχουν μεγαλώσει!) παρουσιάζει εμφατικά το πόσο πρώιμα έχουν αναγκαστεί να μεγαλώσουν αυτά τα κορίτσια, που μπορεί να μην έχουν μάθει τι είναι η γνώση, αλλά ξέρουν καλά τι είναι η ζωή και πόσο ανελέητα μπορεί να τυραννήσει έναν άνθρωπο. Η ταλαιπωρία κι οι στερήσεις είναι, δίχως άλλο, εμφανείς στα βαθουλωμένα από την πείνα κι από την κούραση μάτια τους.

«Κι’ αν δεν κατέχουν τι είναι η Γνώση,
στα μάτια τους τα βαθουλά
τι πρώιμα που έχουν μεγαλώσει!»

Πολύ περισσότερο, μάλιστα, διακρίνουμε τη συμπάθεια και τη συμπόνια του ποιητή, όταν αναφέρεται στο τραγούδι αυτών των κοριτσιών∙ στο τραγούδι τους που τόσο εύλογα εκφράζει όλη την οδύνη της ψυχής τους, αφού η φωνή τους ακούγεται σαν τρυγόνι που σπαράζει. Ακόμη κι αν δεν γνωρίζουν πώς να εκφράσουν τη θλίψη ή την αγανάκτησή τους για τις άθλιες συνθήκες της ζωής τους∙ ακόμη κι αν δεν έχουν τα κατάλληλα λόγια για να μιλήσουν για την αδικία που βιώνουν, η φωνή τους εκφράζει με τον πιο σπαρακτικό τρόπο τον πόνο που κρύβουν μέσα τους.

Μόνο, η φωνή τους, σαν ξεσπάζη
στην τάξη, μες στην Ωδική,
καίει ―σαν τρυγόνι, που σπαράζει.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...